e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Πέμπτη 31 Ιανουαρίου 2008

Τέλος εποχής Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου


Τέλος της εποχής του Αρχιεπισκόπου Χριστοδούλου. Μια δεκαετία αλλιώτικη από τις άλλες, από κάθε άποψη. Στο πηδάλιο της Ελλαδικής Εκκλησίας υπήρξε ένας ηγέτης αλλιώτικος. 

Μήπως όμως και παγκοσμίως αυτή η δεκαετία δεν ήταν εντελώς αλλιώτικη απ' όλες τις άλλες; Με ραγδαίες αλλαγές κι εναλλαγές σε όλες τις πτυχές της κοινωνίας, με τεχνολογικά επιτεύγματα πρωτόγνωρα, με υπαρξιακές διχοστασίες και πλείστες όσες ανατροπές. 

Ο Χριστόδουλος υπήρξε από κάθε άποψη ενδιαφέρουσα φυσιογνωμία!...

Αιωνία η μνήμη Χριστοδούλου Αρχιεπισκόπου!...



O Χριστόδουλος, Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος (1998-2008), ανήκει πλέον στην Αιωνιότητα, αφημένος ολωσδιόλου στα χέρια του Θεού και της Ιστορίας. Μόνος, λοιπόν, προς Μόνον... Ευχόμαστε και προσευχόμαστε από καρδίας, να βρει τόπο αναψύξεως και ανάπαυση.

Δείτε εδώ, εξάλλου, έναν επίκαιρο και άκρως ενδιαφέροντα διάλογο, ο οποίος έχει αυτές τις μέρες αναπτυχθεί σε άλλο μας Ιστολόγιο (Στον ίσκιο του Ήσκιου), για την πολυδιάστατη, χαρισματική, όσο και αμφιλεγόμενη προσωπικότητα του μακαριστού Χριστοδούλου.

Τετάρτη 30 Ιανουαρίου 2008

Η γιορτή της Παιδείας στην Ενορία μας





Με σεμνότητα και χαμηλούς τόνους (λόγω του πένθους για την εκδημία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών) τιμήσαμε στην Ενορία μας τους Τρεις Ιεράρχες Βασίλειο τον Μεγάλο, Γρηγόριο τον Θεολόγο και Ιωάννη τον Χρυσόστομο, προστάτες της Παιδείας και των Γραμμάτων μας.

Σήμερα το πρωί στον ναό της Παναγούλας μας και παρά το τσουχτερό κρύο που επικρατούσε (-1 C), εκκλησιάστηκαν οι εκπαιδευτικοί και οι μαθητές του Νηπιαγωγείου, του Δημοτικού και του Γυμνασίου της περιοχής μας, η πλειονότητα των οποίων μετέλαβαν των Αχράντων Μυστηρίων.


Να σημειωθεί, ότι ο Εφημέριος π. Παναγιώτης έκαμε επιμνημόσυνη δέηση για την ανάπαυση της ψυχής του μακαριστού Προκαθημένου της Ελλαδικής Εκκλησίας κυρού Χριστοδούλου, τον δε πανηγυρικό της ημέρας εκφώνησε εμπνευσμένα ο κ. Νίκος Αρβανιτάκης, δάσκαλος στο Πειραματικό Ολοήμερο Δημοτικό Σχολείο μας, προβάλλοντας ως επίκαιρο και διαχρονικό παράδειγμα προς μίμηση τις φωτεινές φυσιογνωμίες των Τριών μεγάλων Ιεραρχών.

Διαβάστε
εδώ Τρία Επιγράμματα του Αγίου Γρηγορίου του Θεολόγου.

Τρίτη 29 Ιανουαρίου 2008

Πένθος για τον Αρχιεπίσκοπο Χριστόδουλο


Διορθόδοξη και διαχριστιανική θα λέγαμε είναι η συγκίνηση που προκλήθηκε σήμερα, μόλις έγινε γνωστή η εκδημία του Αρχιεπισκόπου Αθηνών Χριστοδούλου (1939-2008), ο οποίος -ως γνωστόν- πολύ δοκιμάστηκε στο καμίνι της ασθένειας κατά το τελευταίο, δραματικό γι' αυτόν, οκτάμηνο.Στην ενορία μας, όπως και σε όλους τους ναούς της πατρίδας μας, οι σημαίες υψώθηκαν αμέσως μεσίστιες, ως ελάχιστη συμμετοχή του χωριού μας στο τετραήμερο εθνικό πένθος, το οποίο ήδη κηρύχτηκε μέχρι και την κηδεία του μεταστάντος, ενώ ο Εφημέριός μας π. Παναγιώτης τέλεσε απόψε στον ναό της Παναγούλας Επιμνημόσυνο Τρισάγιο για την ανάπαυση της ψυχής του.

Αξίζει να μνημονευθεί εδώ το σχετικό, άκρως εκφραστικό, Ανακοινωθέν του Οικουμενικού Πατριαρχείου:

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον με βαθείαν λύπην επληροφορήθη την εν Κυρίω κοίμησιν του μακαριστού Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κυρού Χριστοδούλου, τον οποίον προπέμπει μαζί με τους πανορθοδόξους εις την αιωνιότητα.Ο αοίδιμος Αρχιεπίσκοπος ηγωνίσθη καθ' όλη την διάρκειαν της ζωής του υπέρ της Εκκλησίας και προσπάθησε να φέρη τους ανθρώπους πλησιέστερον προς αυτήν ως την μόνην κιβωτόν της σωτηρίας.Ο Μακαριστός υπέμεινε κατά τη διάρκεια της ασθένειας του "μήνας κενούς και νύκτας οδυνών", ως ο πολύτλας Ιώβ. Και υπέμεινε τα παθήματά του καρτερικώς, γενναίως, χριστιανοπρεπώς, διδάξας δια του παραδείγματός του πολλούς.Τώρα ο πληθωρικός του λόγος εσίγησε. Τώρα από τους ουρανίους θαλάμους θα υμνή ακαταπαύστως τα μεγαλεία του Θεού και θα πρεσβεύη προς Αυτόν υπέρ της Εκκλησίας και του ποιμνίου της.Ο χωρισμός από προσφιλή μας πρόσωπα είναι ανθρωπίνως οδυνηρώς. Αλλά παρηγορούμεθα ενθυμούμενοι ότι δι' ημάς τους Χριστιανούς "η πόλις άνω εστί, τα παρόντα οδός εστί" και ότι "εάν η επίγειος ημών οικία του σκήνους καταλυθή, οικοδομήν εκ Θεού έχομεν...τους γαρ πάντας ημάς φανερωθήναι δει έμπροσθεν του βήματος του Χριστού"(Β΄ Κορ. 5, 1 και 10). Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον εύχεται και προσεύχεται δια την ανάπαυσιν της ψυχής τού προώρως αποιχομένου Πρωθιεράρχου και όπως ο Δομήτωρ της Εκκλησίας Χριστός αναδείξη εν Πνεύματι Αγίω άξιον και ικανόν διάδοχόν του, εις δόξαν του αγίου ονόματος Αυτού.
Αιωνία αυτού η μνήμη!
Εν τοις Πατριαρχείοις, τη 28η Ιανουαρίου 2008.
Εκ της Αρχιγραμματείας της Αγίας και Ιεράς Συνόδου.

Πέμπτη 24 Ιανουαρίου 2008

Φωτογραφική έφοδος στο έρμο σπίτι του Κουρέα


Ο Γιάννης Ζαρκάδης ή Κουρέας του Σπυρίδωνος και της Παρασκευής, γεννήθηκε στο Μπανάτο το 1903. Σε ηλικία 43 χρονών νυμφεύτηκε τη συγχωριανή του Γεωργία Ροδίτη του Εμμανουήλ και της Αικατερίνης στις 4 Αυγούστου 1946 και απόχτησε μια κόρη, τη Μαύρα. Κατά δήλωση του ίδιου, διετέλεσε και Αγροφύλακας επί μια πενταετία. Πέθανε στις 13 Μαρτίου 1989, σε ηλικία 86 χρονών και θάφτηκε στο γενέθλιο χωριό του.

Υπήρξε χαρακτήρας απλός, καταδεκτικός, αλλά και αρκετά ιδιόρρυθμος. Η καθημερινότητά του διακρινόταν από πολύ σουρεαλισμό. Αξίζει να θυμηθώ, ότι κάθε πρωί, που συνήθιζε να πηγαίνει -τελετουργικώ τω τρόπω- από το σπίτι του στο καφενείο για τα καθιερωμένα, διασχίζοντας το πλάτωμα της Φανερωμένης, παρατηρούσα, ότι στην κωλότσεπη κρατούσε πάντα έναν φακό. Ήξερα βέβαια, πως σε δυο-τρεις ώρες το πολύ θα επέστρεφε για να γιοματίσει. Οπότε, προς τι ο φακός; Πολύ παράδοξο!... Μια μέρα, δεν άντεξα.
     -Μπάρμπα, του λέω, τι τόνε πηγαινοφέρνεις τον φακό μέρα-μεσημέρι;
     Τότε εκείνος μου απαντά με πολύ αυθορμητισμό και ύφος άκρας φυσικότητας:
     -Αα, παιδάκι μου! Κι αν πάθει τίποτα ο ήλιος και σβήσει, πώς θα βλέπω να γυρίσω σπίτι;

***

Το διώροφο σπίτι του (ανώι και κατώι) βρίσκεται στο κέντρο του Μπανάτου και στέκει ακόμη ολόρθο, πλην όμως έρημο και μισοκατεστραμμένο, κυρίως από την εγκατάλειψη... Το μπροστινό δωμάτιο του σπιτιού αυτού υπήρξε το κλασικό και χαρακτηριστικό μπαρμπέρικο της ευρύτερης περιοχής του πάλαι ποτέ Δήμου Ψωφίδος Ζακύνθου, του λεγόμενου σήμερα Δήμου Αρκαδίων.
Σ' αυτό το εναπομείναν σπίτι-ερείπιο πραγματοποιούμε σήμερα μια φωτογραφική έφοδο, καταγράφοντας σε άσπρο-μαύρο ό,τι ακόμη αναπνέει εκεί μέσα. Από το πλήθος των αποτυπώσεων δείτε παρακάτω κάποιες στιγμές:

Στο ανώι...










Στο κατώι...







Τα βιογραφικά στοιχεία του Κουρέα, όπως και λαογραφικές του αφηγήσεις, τις οποίες καταγράψαμε το 1981 σε μαγνητόφωνο, μπορεί να βρει ο ενδιαφερόμενος στο βιβλίο: π. Παναγιώτη Καποδίστρια, Λαογραφικά Ερανίσματα ΙΙ: Δυο Μπανατιώτες αφηγητές ζακυνθινού λαογραφικού υλικού, εκδ. Συλλογές, Αθήνα 2007.

Κυριακή 20 Ιανουαρίου 2008

Ένα λαογραφικό βιβλίο για το Μπανάτο: "Δύο Μπανατιώτες αφηγητές ζακυνθινού λαογραφικού υλικού"

Κυκλοφόρησε μέσα στο 2007 ένα ακόμη λαογραφικό βιβλίο του π. Παναγιώτη Καποδίστρια, δεύτερο στη σειρά των Λαογραφικών Ερανισμάτων, που ο ίδιος έχει εγκαινιάσει, υπό τον τίτλο "Δύο Μπανατιώτες αφηγητές ζακυνθινού λαογραφικού υλικού".

Για μια πρώτη γνωριμία με το πόνημα αυτό, αντιγράφουμε παρακάτω το κατατοπιστικό, εισαγωγικό σημείωμα.
Τα «Λαογραφικά Ερανίσματα» με το ανά χείρας δεύτερο τεύχος τους συνεχίζουν την ταπεινή προσπάθεια, την οποία προς διετίας ανέλαβε ο γράφων, τη σταδιακή δηλαδή έκδοση της πρωτογενούς λαογραφικής ύλης, που το 1980-81 περισυνέλεξε σπειρί – σπειρί απ’ τους γέροντες και τις γερόντισσες του τόπου του.

Στο κύριο μέρος του μικρού αυτού πονήματος παρουσιάζονται δύο τέτοιες περιπτώσεις απλοϊκών κατοίκων του ζακυνθινού χωριού Μπανάτο, οι οποίοι, παρότι σήμερα ανήκουν στην Αιωνιότητα, μες απ’ τις ενδιαφέρουσες διηγήσεις θρύλων ή αξιοσημείωτων στιγμών από την καθημερινότητά τους ή τις χαριτωμένες απαγγελίες τραγουδιών, καταφέρουν να υπερβούν τη φθοροποιό μανία του Χρόνου και ν’ αποκτήσουν Διάρκεια ή και (γιατί όχι) λειτουργική Συνέχεια.

Η εργασία αυτή, σε μια πρώτη πρόχειρη μορφή και γραφή, απετέλεσε ανακοίνωσή μας στο μεγάλο λαογραφικό Συνέδριο με θέμα «Λαογραφία – Εθνογραφία στα Επτάνησα (Γηγενή στοιχεία – επιρροές – αφομοιώσεις – σύγχρονη πραγματικότητα)», που διοργανώθηκε με πολλήν ομολογουμένως επιτυχία στην Κεφαλονιά από 25 μέχρι 29 Μαΐου 2005 από την «Εταιρεία Κεφαλληνιακών Ιστορικών Ερευνών», σε συνεργασία με το Πανεπιστήμιο Αθηνών (Τομέα Ανθρωπιστικών Επιστημών), το Πανεπιστήμιο Αθηνών (Τομέα Ανθρωπιστικών Επιστημών), το Πανεπιστήμιο Πατρών (Κοσμητεία Σχολής Ανθρωπιστικών και Κοινωνικών Επιστημών) και την «Ελληνική Λαογραφική Εταιρεία», ήταν μάλιστα αφιερωμένο στη μνήμη του εμβριθούς λαογράφου και διαπρεπούς πανεπιστημιακού δασκάλου Δημητρίου Σωτ. Λουκάτου (γεννηθέντος 15.3.1908 και αποθανόντος 22.10.2003). Εκείνη μας η ανακοίνωση δημοσιεύεται εδώ με τις απαραίτητες τροποποιήσεις και τις αναγκαίες σχολιαστικές υποσημειώσεις.

Στο Παράρτημα δημοσιεύονται δίστιχα διάφορου περιεχομένου και κάποιες επιπλέον Παροιμίες και Κατάρες, χρηστικό συμπλήρωμα στα «Λαογραφικά Ερανίσματα Ι», που προηγήθηκαν. Από τη θέση αυτή θερμές εκφράζουμε ευχαριστίες αφ’ ενός μεν στους επώνυμους και ανώνυμους Αφηγητές του πρωτοδημοσιευόμενου εδώ υλικού, αφ’ ετέρου δε στον έμπειρο εκδότη Αργύρη Βουρνά, ο οποίος αγκάλιασε με την παροιμιώδη προθυμία του την έκδοση του ανά χείρας βιβλίου από τις «Συλλογές» του.


Η μεγαλοπρέπεια της απλότητάς τους

Σε μια παρουσίαση απλοϊκών ανθρώπων του λαού μας, σαν αυτήν εδώ, ανθρώπων, οι οποίοι σε κάποια συγκεκριμένη χρονική στιγμή μας χρησίμευαν ως αφηγητές γνήσιας και πρωτογενούς λαογραφικής ύλης, δίχως μάλιστα να έχουν σαφή αίσθηση του τι πράγματι προσφέρουν στην έρευνα και στον πολιτισμό μας, ο λόγος και ο λογισμός μας είναι (ή θα έπρεπε να είναι) αφ’ εαυτού εξαιρετικά συγκρατημένος. Τι να πεις γι’ αυτούς τους καθημερινούς χωρικούς, οι οποίοι έζησαν όλες τις μέρες της ζωής τους μακριά απ’ τους φιλήδονους και λαίμαργους φακούς της Ιστορίας; Πώς να τους παρουσιάσεις, καθώς δε διαθέτουν βιογραφικά στοιχεία κραταιά ή επαρκή, στερούμενοι περγαμηνών ή στοιχειωδών προσόντων μόρφωσης; Με τι χρώματα να επανέλθουν στην επικαιρότητα τα ρυτιδωμένα πρόσωπά τους απ’ το βάθος των περασμένων δεκαετιών; Συχνά ο βίος ήταν αβίωτος και τα πρόσωπα απλώς μάσκες…

Κι όμως, είναι δυνατόν! Με την καλοπροαίρετη αφήγηση των εμπειριών τους, με το πλατύ χαμόγελο ή τα βουρκωμένα κάποτε μάτια τους, με την απλοϊκότητα και την ευπροσηγορία τους, με τη φυσική ευγένεια και την ταπεινή τους καλότητα!!! Όχι, δεν προτείνουμε ήρωες, μήτε πρόκειται για υπερανθρώπους ή επίγειους αγγέλους. Καθημερινοί υπήρξαν, με τα στραβά και τ’ ανάποδά τους, με τα μείον και τα συν τους. Άλλωστε, η ζωή στην ύπαιθρο χρωματιζόταν από την αδυσώπητη επανάληψη ενός μαρτυρικού συχνά ψευτο-βίου, η οποία πόρρω απέχει από την ειδυλλιακή και ρομαντική άποψη, που έχουμε σχηματίσει στο νου μας, έχοντας επηρεασθεί από τις μελό ταινίες εποχής ή κάποιες αναγνώσεις ρομάντζων. Τολμώ να πω ότι η τοτινή καθημερινότητα εξαναγκαζόταν να κινηθεί κάπου μεταξύ των μαυρόασπρων οριζόντων του Αλέξη Δαμιανού στο «Μέχρι το πλοίο» και των βεβιασμένων συναισθημάτων στο «Πατέρας αφέντης» των Αδελφών Ταβιάνι. Εκείνο πάντως, το οποίο ιδεολογικά και οντολογικά διαφοροποιεί τους δικούς μας πρωταγωνιστές από τη σύγχρονη πραγματικότητα είναι ότι ποτέ δεν τους έλειψε η ευαισθησία και το τραγούδι ως τρόπος ζωής και συμπεριφοράς, η τάση – πεποίθηση της αναγκαιότητας για υπέρβαση έτσι κι αλλιώς των λιμναζόντων νερών του τόπου και του χρόνου τους. Γι’ αυτό και δεν έχουμε το δικαίωμα να τους λησμονήσουμε. Γι’ αυτό ακριβώς τους τιμάμε και καταφεύγουμε στον τρόπο τους: Για ν’ αντλήσουμε κουράγιο απ’ την εμπειρία τους, σταγόνες αναψυχής απ’ τις θάλασσες της υπομονής τους.

Συμβαίνει εξάλλου, κάτι ανάλογο με το λεγόμενο «λείμμα» ή «υπόλοιπο» της Παλαιάς Διαθήκης. Στους παράδοξους δώδεκα αιώνες προς Χριστού, εκεί στους τόπους της Παλαιστίνης κι ενώ ο προχριστιανικός κόσμος δεν μπορούσε ακόμα να εμπεδώσει την προοπτική του Μεσσία, λίγοι άνθρωποι, μετρημένοι δίκαιοι σε κάθε εποχή και γενιά κράτησαν ζωντανή την αναμονή του Ερχόμενου, μεταλαμπαδεύοντάς την στους επόμενους. Έτσι κι εδώ: Στους άοσμους ή και δύσοσμους καιρούς και τόπους μας, κάποιοι λιγοστοί «πτωχοί τω πνεύματι» (με τη σωστή και τη λανθασμένη έννοια), διασώζουν το λαϊκό λόγο και τη δημώδη σοφία, παραδίδοντάς την εμπιστευτικά στους επόμενους, σαν κάτι το ιδιαίτερα πολύτιμο και ιερό.

Και η ζωή συνεχίζεται… Χρέος της γενιάς μας είναι, αν βέβαια θέλουμε να πιστεύουμε, ότι έμπρακτα κάτι, ελάχιστα έστω, συνεισφέρουμε στο πολιτισμικό μας οικοδόμημα, να δημοσιοποιούμε κατά περίπτωσιν (όπως ακριβώς γίνεται ήδη και με τούτη την εργασία) και ν’ αξιοποιούμε τις αφηγήσεις τους ως ύλη συνεκτική και ουσιώδη αρμό του σύγχρονου γίγνεσθαι, διότι χωρίς αυτές τις δυναμικές, που πια ν’ ανθέξει ο πολιτισμός μας με τόσους και τέτοιους κραδασμούς, τους οποίους πανταχόθεν υφίσταται… Σ’ ένα νεφελώδες περιβάλλον πολυπολιτισμικής πολυφωνίας, αν δεν προσθέσουμε πλάι στα πολλά και διάφορα τεκταινόμενα και τα δικά μας έχια, «εις μάτην εκοπίασαν οι οικοδομούντες». Στην αναπόφευκτη συνάντηση και κράση των πολιτισμών χρειάζεται να μετέχει καταλυτικά και η δική μας λαϊκή πραγματικότητα. Στο πολύκλαδο Δέντρο της παγκοσμιοποίησης μια εύχυμη ρίζα του, ενεργή πάντως και καρποφόρα, ας είναι και η δική μας προγονική ικμάδα.

Δυο τέτοιες περιπτώσεις ανακοινώνουμε από αυτή τη θέση. Δυο Μπανατιώτες αφηγητές ζακυνθινού λαογραφικού υλικού.

Είναι το Καλοκαίρι του 1981, πρώτες μέρες ενός Αυγούστου καυτού. Στη Βολιβία εκδηλώνεται το υπ’ αριθμ. 195 πραξικόπημα, στην Ιταλία οι Ερυθρές Ταξιαρχίες πραγματοποιούν μιαν ακόμη δολοφονία, στην Ελλάδα επικρατεί μπαράζ πυρκαγιών, τα Επτάνησα περιπλέουν ολοένα ο Κάρολος και η Νταϊάνα, απολαμβάνοντας το ταξίδι του μέλιτος (ποιου μέλιτος;) κι εγώ, στον κόσμο μου ως συνήθως, επισκέπτομαι τους δύο εκείνους γηραιούς συγχωριανούς, κρατώντας ένα μαγνητόφωνο εποχής, ώστε εκεί ν’ αποτυπωθούν και διασωθούν οι φωνές τους και όσα ενδεχομένως είχανε να θυμηθούν απ’ τα περασμένα. Είναι σίγουρα η πρώτη και η τελευταία φορά, που κάποιος παγιδεύει, όχι μόνο τις φωνές τους, αλλά και τις εμπειρίες μιας ζωής σε εκείνη την ηλεκτρική «φάκα», εμπειρίες πυκνωμένες σε λίγα στιχάκια ή μικρές ιστοριούλες απ’ τα πολύ παλιά.

Πέμπτη 17 Ιανουαρίου 2008

Α-θεο-φοβίας εγκώμιον...

Και να, είκοσι αιώνων και βάλε, συμβατικά χρονολογούμενος ο Άχρονος. Συνάξεις επί συνάξεων ιδιάζουσες, οχλαγωγίες και ιαχές νεοφανών Σταυροφόρων, πρόλογοι επιλογικοί, λόγοι παρα-λογικοί... Λόγος για το Υ π έ ρ λ ο γ ο ν, ουδείς... Θα μπορούσε κάλλιστα Εκείνος, σχολιάζοντας όλ' αυτά τα (δήθεν) τεκταινόμενα, να μουρμουρίσει περίλυπος το γνώριμό μας ασμάτιο: "Φοβάμαι όλ' αυτά, που θα γίνουν για μένα, χωρίς εμένα"...

Καθώς ανεβαίνουμε ήδη τα σκαλιά της νέας χιλιετίας, η αλάνθαστη μέθοδος της α υ τ ο μ ε μ ψ ί α ς, η ευθύτατη οδός της Α λ ή θ ε ι α ς (ως μ η - λ ή θ η ς και ν ί κ η ς κατά κράτος του Θ α ν ά τ ο υ) είναι σαφώς η ασφαλέστερη και ειλικρινέστερη. Άλλωστε, κατά τον Ελύτη "η αλήθεια μόνον έναντι θανάτου δίδεται". Στην αιχμή, αν προτιμάτε, στροφή λοιπόν, και της δικής μου (ελλειμματικής και ανάξιας) προσωπικής διακονίας, δεν αντέχω πια τις τεθλασμένες μιας καθωσπρέπει, ευσεβοφανούς, μα ατελέσφορης σιγής και τολμώ απ’ το κελλάκι μου εδώ μακριά, σ’ ένα μικρό και άσημο χωριό στην νοτιοδυτική άκρη της ενταύθα πατρίδας, να τα πω κι ας πεθάνω, ελπίζοντας αταλάντευτα, ακόμη κι ακόμη, στην "μικράν ζύμην", η οποία είναι -πιστεύω- ικανή να μεταβάλει εντέλει "όλον το φύραμα".

Ως ένας εσμός, μια σύναξη συμπλεγματικών α-προσωπικοτήτων εμφανιζόμαστε, αγαπητοί, οι οποίοι, ευκαίρως ακαίρως και προς το συμφέρον μας, ιδιοποιούμαστε τ' όνομά Του το τιμιότατο "επί ματαίω", ά-φιλοι και ά-φυλοι εν πολλοίς, δίχως καν υποψία και ίχνος φ ό β ο υ. Ενός φόβου έτσι κι αλλιώς λυτρωτικού, μια και είναι ευνόητο, ότι δι' αυτού ο άνθρωπος επανεξετάζει τη στάση του έναντι παντός κινδύνου, κρατάει απόσταση ασφαλείας, συσπειρώνει δυνάμεις και πασχίζει για την Ανάσταση, με πάσα έννοια.

Δίχως φ ό β ο, λοιπόν... Όχι, ασφαλώς, επειδή εμπεδώσαμε ήδη, ότι "η αγάπη έξω βάλλει τον φόβον", αλλ’ απλούστατα, δεν έχουμε τον... Θεό μας. Το αρχείο των συμπλεγμάτων μας πολυσέλιδο έως γαργαλιστικό. "Και διηγώντας τα να κλαις", κατά Σολωμόν. Τι όνειρα και χάρτινες φιλοδοξίες - ασπιρίνες χρυσωμένες, σε "καταφύγια ιδεών", σεσαθρωμένα προ πολλού... Τι "του βίου ναυαγοί" αναρριχόμαστε όπως-όπως και "αλλαχόθεν" στην κενότητα ενός (αντορθόδοξου) θρησκειότροπου φολκλόρ και την λαμπιρίζουσα ματαιότητα των οφικίων... Τέτοια, λοιπόν, έκρηξη μασκομανίας!... Τέτοιος έρως πια για τ’ ανούσια!... Σ’ έναν κόσμο μάλιστα, που δια-δικτυώνεται ολοένα, που κλονίζεται κλωνοποιούμενος, ιχνογραφώντας εν τω μεταξύ το δύσμοιρό του DΝΑ, αλλά ταυτόχρονα δεν παύει νάχει μονίμως καβαλήσει ετσιθελικά επί του τραχήλου των εσχάτης (για τους άφρονες αυτούς) κατηγορίας συν-ανθρώπων, κατά τρόπο διαρκώς ιμπεριαλιστικό έως και φασιστικό. Ενώ ..."ημείς άδομεν". Παρένθεση: Ο λαός μας έδώ θα μουρμούριζε κάποιες ευστοχότατες, πλην αθυρόστομες, παροιμίες, μα (ευτυχώς) κωλύομαι, λόγω των ημετέρων συμπλεγμάτων.

Τον γ ν ω ρ ί ζ ο υ μ ε ("μάλλον δε γνωσθέντες υπ’ αυτού") -πόσο να πούμε;- τριάντα, πενήντα, άντε ογδόντα χρονάκια ο καθείς μας. Ή, καλύτερα, έ χ ο υ μ ε α κ ο ύ σ ε ι πολλά και διάφορα γι' Αυτόν. Ή, ακριβέστερα, φ λ υ α ρ ο ύ μ ε γι’ Αυτόν μεγαλόφωνα, μεγαλόστομα, φανατισμένα έως άκρας μισαλλοδοξίας, δίχως μάλιστα την άδειά Του, αυτόκλητοι συνήθως πρεσβευτές Του, μια και το προαπαιτούμενο δίπολο κλίση και κλήση έχει προ πολλού (και τεχνηέντως) μπει στην άκρη των μεριμνών μας. Και τι έγινε, αν εμείς, κατά την παραπάνω μέθοδο, αυτοανακηρυσσόμαστε ομφαλός των αιώνων; Σταγόνα στον βαθύ ωκεανό. Στιγμιαία μπουρμπουλήθρα ή μάλλον, μηδέν επί μηδέν... Κι όμως... Παλληκαρίζουμε οι ανόητοι, νταήδες για γέλια σε ξένον αχυρώνα, λογαριάζουμε -δυνάστες κι εξουσιαστές εφήμεροι- χωρίς τον Ξενοδόχο, αθλητές ντοπαρισμένοι σε μιαν ελεύθερη πτώση στο χάος του Απείρου και της Αιωνιότητας, δίχως πια την π α ρ α μ υ θ ί α της Π ρ ό ν ο ι α ς και της Α γ ά π η ς Του, δίχως πια την προοπτική της Δ ι ά ρ κ ε ι α ς πλάι Του. Τον ξαναπροδίδουμε αυτοπροδιδόμενοι, αλίμονο, και το χειρότερο: Το ευχαριστιόμαστε, επαιρόμενοι συχνότατα προς τούτο. Με μια παράδοξη μάλιστα αποστασιοποίηση από την παραδοχή της ήττας τού Θανάτου (του κάθε λογής και απόχρωσης θανάτου) δι' Εκείνου, παραμένουμε αμετανόητα off από τον συγκλονισμό της Ανάστασης, "τραγικοί απατημένοι απατεώνες", κατά την διατύπωση μακαριστού σήμερα δασκάλου. Όσο για τα έ σ χ α τ α, επαναπαυόμαστε νωχελικότατα, είτε σε μιαν ιδιότροπη (παρ)ερμηνεία τού "δος ημίν σήμερον", είτε (στην καλύτερη των περιπτώσεων) στην έκτακτη και για χάρη μας ευαισθητοποίηση του ε λ έ ο υ ς Του και πάλι, καταλήγοντας να υιοθετούμε υστερόβουλα μια νεόκοπη έκδοση της περί "αποκαταστάσεως των πάντων" θεωρίας.

Πού ο φόβος και το δέος, η αιδώς έστω; Πού η νοσταλγία της απωλεσμένης πατρίδας, του καταργημένου πολιτεύματος; Πού η μεταμόρφωση των παθών, το εκκαθαριστικό των λαθών και των πτώσεων; Πού, άραγε, η άσκηση στον ησυχασμό, στην καρδιακή προσευχή, στην μεταβολή του νοός, στην υποδοχή του ό π ο ι ο υ Άλλου ως αδελφού; Πού η συγνώμη και η απάθεια, η Χάρη και η Χαρά; Πού η γονυκλισία του νου και η ζύμωση δακρύων καυτών για το πρόσφορο της ερχόμενης Κυριακής; Πού η "μνήμη θανάτου" και η διδακτική εξάλλου με τους νεκρούς μας συναναστροφή; Πού η σώζουσα εντέλει μεγαλοπρέπεια της απλότητας; Έννοιες και λέξεις όλα ετούτα-καραμέλες ολοένα για την "μεγαλειότητα" της κληρικής μας "αυθεντίας", μα να παραμένουμε στο τέλος αγλύκαντοι; Να μεταχειριζόμαστε τη ζέση του Φωτός και μάλιστα του Ακτίστου, μα στην ουσία να τουρτουρίζουμε, αν δεν τσουρουφλιζόμαστε; Ν’ αντλούμε "ζωντανό νερό" για τους λοιπούς όλους, μα ν’ αφυδατωνόμαστε ολοένα μακρόθεν; Τόση πια σκληροκαρδία και διψυχία; Πώρωση, φίλε μου, πώρωση...

Παρ’ όλ’ αυτά, δεν παύω ν' αποτείνομαι σ’ Εσέ. Που επιδέξια μού οδηγείς το αδέξιο δεξί μου χέρι χαράματα να Σε λογχίζω· να Σε μελίζω αργότερα· να συσσωματώνομαι ύστερα μ’ Εσέ αγαπητικά· να μην κατέχω τίποτα για να Σού αντιπροσφέρω, μονάχα τα δικά Σου απ' τα δικά Σου· να μιλώ και να ξέρεις το ψέμα μου· να σιωπώ και να ιδρύεις Εσύ στίχο-στίχο το επόμενο ποίημα εντός μου.

Γι' αυτό αποτείνομαι σ’ Εσέ! Γιατί όπου θέλεις κι όταν θέλεις κι όπως ξέρεις, οικονομείς τα πράγματα, ανακατώνεις παντεπίσημα τ’ ανθρώπινα, τα μόνιμα και τα σαφή, πιάνεις την Ιστορία απ' το μαλλί και της δίνεις να καταλάβει! Γι' αυτό ελπίζω ακόμη!... Γιατί

* υποστασιάζεσαι ως ο Μητροπολίτης Χρυσόστομος και ο Δήμαρχος Καρρέρ. Ζάκυνθος επί Κατοχής. Να τους επιβάλει ο Γερμανός Διοικητής να συντάξουνε, λέει, κατάλογο πλήρη των εβραϊκών οικογενειών του νησιού. Κι εκείνοι εντέλει, ν' αναγράφουν φαρδιά πλατιά στην αναφορά τα δικά τους μονάχα τα ονόματα!!!

* υποστασιάζεσαι ως ο "Παπούλης" μας, ο παπα Νιόνιος. Πράος, γλυκός και αγράμματος, να γνωρίζει απέξω την Καινή, να χειρίζεται την Αγάπη - γλώσσα μητρική του, νάχει πανεύκολα τα δάκρυα με το παραμικρό και να επιθυμεί, όταν του Ταξιδιού θαρχόταν η ώρα, όχι "άπασαν" την ιερατική του στολή, μα ένα μόνο πετραχήλι.
-Μα, Γέροντά μου, θάχει εκεί Συλλείτουργο, θα λάβεις μέρος και συ!...
-Ω, παιδάκι μου, ας αξιωνόμουνα του Παραδείσου κι ας μην ελάβαινα μέρος. Έτσι, με το πετραχηλάκι μου, ας μου δώσουνε σε μιαν άκρη να μοιράζω τ’ αντίδωρο και τίποτ’ άλλο...

* υποστασιάζεσαι ως η Κακή της γειτονιάς, η ανύπαντρη και καταρούσα, χιλιοβασανισμένη από μικρή και νύχτα-μέρα κλαίουσα (;), άρρωστη αγιάτρευτα ύστερα... Και λίγο πριν το τέλος:
-Είχες και μέρες στη ζωή σου καλές;
-Μονάχα όταν κοινώναγα!..., ομολογεί και πάντα κλαίει.

* υποστασιάζεσαι ως η κυρα Λένη, που μεριμνά περίσεμνη για το πάντοτε πρόσφορο, τις ευώδεις μερτούλες στο Κόνισμα της Παναγιάς και σαν ήσκιος η ίδια -ένα με το ύστερο σκοτάδι του πρωγιού- τηρεί το Καντηλάκι Της ακοίμητο, ανύστακτη και κείνη, ή εκτάκτως λιβανίζοντας τις πόρτες των γειτόνων.

* υποστασιάζεσαι ως πετροβολημένος συν-αδελφός κάτω απ' το πετραχήλι μου, να προσθέτει στάλα στάλα νεότητα έκτακτη στα γηρατειά του, να γδύνεται μπροστά μου τολμηρότατος απ' τον ολόκορμο "δερμάτινο χιτώνα" που φορούσε, και να λάμπει στο εξής ωραίος και αρυτίδωτος πια!!!

Γιατ’ είσαι Εσύ πίσω απ' το Ποίημα, στους παρακάτω στίχους (έκφραση αγνωστικισμού θα ισχυρισθούν οι θεολογούντες, μα ποιος τους λογαριάζει πια;), όταν κηρύσσει στεντορεία τη φωνή ο Ελύτης:

"Λάμπει μέσα μου κείνο που αγνοώ. Μα ωστόσο λάμπει."

ή

"Μόνο μια λάμψη ο άνθρωπος· κι αν είδες, είδες."

ή

"Αν είναι να πεθάνεις πέθανε
αλλά κοίτα να γίνεις
ο πρώτος πετεινός μέσα στον Άδη."

Γιατ' είσαι Εσύ, το Αίτιο το Ποιητικό πίσω από τους "φωνήεντες στεναγμούς", τα εύχυμα τα στιχηρά (ως το κόκαλο) του π. Βασιλείου Θερμού, όταν παραδέχεται:

«Σε ονομάζουμε "ο βασιλεύς της δόξης"
Όταν όμως προχθές "ενδεδυμένον άπασαν"
μπροστά στην Αγία Τράπεζα
μού πρότεινες "αλλάζουμε;"
κόντεψα να λιποθυμήσω.»

ή το "Εύλογο"

"Πώς να μην πεθάνης νέος, Κύριε;
Αφού τις νύχτες, κατάκοπος
μετά τις πορείες ξαγρυπνούσες
να κεντήσης τις ιερατικές μας στολές."

ή το έξοχο εκείνο

"Ξέρεις μόνο γιατί ελπίζω;
Γιατί δέχτηκες να κάμης Αίμα Σου
την χθεσινή μαυροδάφνη με τα συντηρητικά". -

[Περιοδικό ΔΙΑΒΑΣΗ, τεύχ. 47 (Ιανουάριος-Φεβρουάριος 2004) 3-6]

Δευτέρα 7 Ιανουαρίου 2008

Ευωδιαστές ευχές από την Κέρκυρα



Ένας από τους πολλούς φίλους αυτού εδώ του διαδικτυακού πολυπεριοδικού μας είναι και ο Πρωτοπρεσβύτερος Δημήτριος Κοσκινάς, εφημέριος του Αγίου Ελευθερίου, στο ιστορικό κέντρο της πόλης της Κέρκυρας. Πρόκειται για έναν εξαίρετο κληρικό και άνθρωπο, με τον οποίον ο Εφημέριός μας συνδέεται καρδιακά από τα φοιτητικά χρόνια.
Παρακολουθώντας, λοιπόν, σε καθημερινή βάση τα του Μπανάτου μες από το Ιστολόγιό μας, είπε να μάς εκπλήξει και μάς απέστειλε, εκτός από θερμές και πολύτιμες ευχές για τις Εορτές του Δωδεκαημέρου, δυο εκφραστικές φωτογραφίες από τον στολισμό των Φώτων στην δική του Ενορία: Μιαν ευωδιαστή κορφιάτικη "αγιαστούρα" και μιαν άποψη από το κατάφυτο "πάλκο" των Φώτων, όπου ετέλεσε αυτές τις μέρες την Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού.

Ευχαριστούμε τον π. Δημήτριο από καρδιάς για την ολάνθιστη ανταπόκριση από τα εθιμικά πράγματα της φιλτάτης μας Κέρκυρας και τού ευχόμαστε να έχει αδιάπτωτη δύναμη και διαρκή χαρά, ώστε να συνεχίζει ανύστακτα την, κατά κοινή ομολογία πλουσιότατη, κοινωνική και λειτουργική προσφορά του στον λαό της Κέρκυρας.

Κυριακή 6 Ιανουαρίου 2008

"ήλθες, εφάνης, το φως το απρόσιτον"










Με την αθρόα συμμετοχή των ενοριτών μας γιορτάσαμε σήμερα τα Φώτα και στο Μπανάτο. Κλίμα ευλάβειας επικράτησε και όλοι μεταλάβαμε του Μεγάλου Αγιασμού, ο οποίος τελέστηκε από τον Εφημέριό μας π. Παναγιώτη Καποδίστρια στο μεγαλοπρεπώς ευπρεπισμένο πάλκο, σύμφωνα με τη ζακυνθινή Παράδοση.

Από την επίσημη αυτή λατρευτική μας στιγμή προέρχονται και οι δημοσιευόμενες εδώ φωτογραφίες.


2 γνώμες:

Βυτιναιος είπε...

Παλιά βάζαμε και μεις πορτοκάλια στην κολυμβήθρα κατά τον αγιασμό των Θεοφανείων. Τώρα δυστυχώς το έθιμο έχει εκλείψει και κανείς δε θυμάται τι συμβόλιζαν. Διάβασα ότι το ίδιο γίνεται και στη Λευκάδα. Μπορείς να μου πεις τι συμβολίζουν τα πορτοκάλια σε σας;
7 Ιανουάριος 2008 10:30 μμ

None είπε...
Καλοχρονάχετε όλοι, γνωστοί, φίλοι κ' εχθροί.
9 Ιανουάριος 2008 10:40 μμ

Παρασκευή 4 Ιανουαρίου 2008

Οι παραδοσιακές Αγιαστήρες των Θεοφανίων




Σήμερα σε όλες τις ενορίες της Ζακύνθου (και στην δική μας) κατασκευάζονται κατά το έθος και μ' ευθύνη των κατά τόπους Εφημερίων οι παραδοσιακές Αγιαστήρες για τον αυριανό Αγιασμό στα σπίτια των ενοριτών και για τη μεθαυριανή μεγάλη εορτή των Φώτων. Χαρακτηρίζονται από πλέξιμο πολλών πολλών λουλουδιών γύρω από ένα χοντρό κομμάτι ξύλου, οι δε κατασκευαστές καταβάλλουν κάθε προσπάθεια να εντυπωσιάσουν όσο γίνεται τους εκκλησιαζόμενους, αποδίδοντας και δι' αυτού του τρόπου μεγάλη τιμή στον Βαπτιζόμενο Χριστό.
Ο ιερέας, μετά την χρήση τους, τις δωρίζει στις Αρχές του τόπου, εάν είναι ανάμεσα στους εκκλησιαζόμενους (π.χ. Δήμαρχο, Αντιδήμαρχο, Πρόεδρο Δημοτικού Διαμερίσματος, Εκκλησιαστικούς Συμβούλους) και, τουλάχιστον στο Μπανάτο, στα νέα ζευγάρια, τα οποία τέλεσαν τον γάμο τους κατά τη χρονιά που πέρασε. Από λαογραφικής άποψης, αξίζει να σημειωθεί, ότι, κατά το πέρασμα του ιερέα από τα σπίτια των ενοριτών, κάποια ανύπαντρα κορίτσια επιμένουν να κόψουν ένα κάποιο λουλουδάκι από την Αγιαστήρα, ώστε, αφού το βάλουν κάτω από το προσκεφάλι τους, να δουν σε όνειρο -ισχυρίζονται- τον άνδρα που θα παντρευτούν.
Στην ενορία μας τις Αγιαστήρες δημιούργησε η Πρεσβυτέρα Φωτεινή και η Νίκη Π.
Παράλληλα, ετοιμάζεται και κοσμείται με κάθε δυνατό τρόπο το πατροπαράδοτο πάλκο, πάνω στο οποίο θα τελεσθεί η Ακολουθία του Μεγάλου Αγιασμού. Φωτογραφίες του δικού μας πάλκου επιφυλασσόμαστε να δημοσιεύσουμε σ' επόμενη ανάρτηση.


1 γνώμες:
Βασιλική Ν. είπε...
Πολύ όμορφα όλα και τα λουλούδια τέλεια! Άντε, με το καλό να γιορτάσουμε, να φωτιστούμε!!!
5 Ιανουάριος 2008 5:29 μμ

Τρίτη 1 Ιανουαρίου 2008

Πρωτοχρονιά στο Μπανάτο

Με την δέουσα κατάνυξη γιορτάστηκε σήμερα Πρωτοχρονιά στην Ενορία μας η εορτή της Περιτομής του Κυρίου και η μνήμη του Αγίου Βασιλείου.

Προς τούτο τελέστηκε στον ναό της Φανερωμένης Μπανάτου η θεία Λειτουργία του Μεγάλου Βασιλείου, στην οποία παρέστησαν μέλη του Δημοτικού Συμβουλίου του Δήμου Αρκαδίων, υπό τον Δήμαρχο κ. Στέλιο Μποζίκη.

Ακολούθησε η καθιερωμένη "Δοξολογία επί τω νέω έτει", στο τέλος της οποίας ο Εφημέριος π. Παναγιώτης απηύθυνε προς τους παριστάμενους ευχετήριο λόγο για υγεία, μακρότητα ευλογημένων ημερών και κάθε ουράνια ευλογία, για δε το Δημοτικό Συμβούλιο επικαλέστηκε τη χάρη και τον φωτισμό του Αγίου Πνεύματος, ώστε να ενεργούν τα βέλτιστα για τους συνδημότες μας.