e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 10 Απριλίου 2012

Μεγαλοβδομαδιάτικο 1954

Γράφει η Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά από τη Μελβούρνη
Μια σκηνή καθημερινότητας, έξω από τ' αντίσκηνα των Σεισμών της Ζακύνθου στα 1953

Ήταν το πρώτο Μεγαλοβδόμαδο μετά τους καταστρεπτικούς σεισμούς του 1953. Είχαν ήδη περάσει κάμποσοι μήνες, η χώρα κειτόταν σε ερείπια, ακόμα κι η κάπνια από τη φωτιά που έκαιγε 40 μερόνυχτα είχε καταλαγιάσει. Μα και στα χωριά δεν ήταν καλύτερη η κατάσταση. Γκρεμισμένα σπίτια, εκκλησιές, καμπαναρία, δρόμοι φραγμένοι από ερείπια και κατολισθήσεις απ’ όπου κι αν περνούσες.

Κι όμως, μέσα σε όλη αυτή τη θλιβερή όψη του νησιού μας, μέσα απ΄ τις στάχτες και τα χαλάσματα, ανασκουμπωμένοι οι άνθρωποι προσπαθούσαν να ανασυντάξουν τις δυνάμεις τους και να βάλουν κάποια σειρά στη ζωή τους.
Όπως κι αλλού έχω αναφέρει, η πλειοψηφία των κατοίκων του νησιού ζούσαμε σε αντίσκηνα, άλλοι σε δικό τους χώρο, άλλοι σε κοινόχρηστο χώρο, κάτι σαν καταυλισμό. Δημιουργήθηκαν πολλοί τέτοιοι καταυλισμοί, ένας από αυτούς, στο Σταυρό στο Ψήλωμα, εκεί στο σταυροδρόμι που τέμνεται ο δρόμος από το Μπανάτο προς τη Χώρα και από τη μια μεριά οδηγεί στο Ακρωτήρι κι από την άλλη στην Μπόχαλη.
Εκεί είχαμε στήσει και τις «εκκλησιές μας». Σε αντίσκηνο λίγες εικόνες κι ένα καντήλι και σε δέντρο μία καμπάνα... Μια και μοναδική καμπάνα στην κάθε «εκκλησία», που χωρίς να παραπονιέται, σκόρπιζε ολόγυρα γλυκόηχο μήνυμα, μήνυμα παρηγοριάς κι ελπίδας πως το χάσμα π’ άνοιξε ο σεισμός, πάλι θα γιομίσει άνθη, καλώντας τους πιστούς στον Εσπερινό ή τη θεία Λειτουργία.
Στήθηκαν μικρομάγαζα με τα πολύ βασικά, περνούσαν δειλά-δειλά ξανά οι γυρολόγοι, διαλαλώντας τη μικρή πια πραμάτεια τους.
Πέρασε κι ο Γύφτος πριν κάμποσες μέρες και με την στεντόρεια φωνή του, Όλα τα γανώνω, όλα τα γυαλίζω, τόσο ο τέντζερης τόσο το πιρούνι,  δε χρειάζεστε λεφτά νοικοκυρές, παίρνω αυγά, παίρνω κότες, παίρνω φρούτα, ό,τι έχετε, δίνω και με πίστωση, καλούσε τις νοικοκυρές να βγουν και να «γανώσει» ο γύφτος τους τεντζερέδες και τα κουταλοπίρουνα που μαύριζαν.
Μαζεύτηκαν κάμποσες, φέρνοντας τα λιγοστά από αυτά που μπόρεσαν να γλιτώσουν από την καταστροφή. Ζωντάνεψε ο γύρω τόπος από τις φωνές και τα παζαρέματα με το γύφτο.
Πήγε κι η Κεβή, η γυναίκα του Νιόνιου. Ο Νιόνιος ήταν από τον Κάμπο κι η Κεβή από ένα γύρω χωριό, αλλά έμεναν στη Χώρα, όπου δούλευε σε μαγέρικο ο Νιόνιος. Δεν είχαν παιδιά, ούτε συγγενείς, έτσι με το σεισμό ανηφόρισαν για το Σταυρό, όπου είχαν μαζευτεί πολλοί από τους γειτόνους και φίλους τους, ώστε να μην απομακρυνθούν πολύ από το οικείο -ας πούμε- περιβάλλον. Ο Νιόνιος ήταν περίεργος τύπος, ήθελε πάντα να γίνεται το δικό του σε όλα, μα και στο φαΐ ήταν πολύ ιδιότροπος. Μολονότι γνώριζε από μαγειρική, στο σπίτι δεν μαγείρευε ποτέ, αλλά και ποτέ δεν ήταν ευχαριστημένος με ό,τι κι αν έφτιαχνε η Κεβή, η οποία και καλή μαγείρισσα ήταν, απ’ ό,τι έλεγαν όλοι όσοι είχαν γευτεί τη μαγειρική της, αλλά και έβαζε τα δυνατά της να τον ευχαριστεί, άδικα όμως, αφού εκείνος πάντα κάτι έβρισκε να παραπονεθεί και να της κάνει διαρκώς έντονες και ταπεινωτικές παρατηρήσεις. Πολλές φορές όλοι γύρω γίνονταν μάρτυρες των φωνασκιών του Νιόνιου και των δακρύων της Κεβής... Πώς να κρυφτείς, και να θέλεις, από τους γύρω σου, όταν δεν σε χωρίζει ούτε καν τοίχος... Κοινόβιο ο Καταυλισμός.
Αν θυμάμαι καλά, ήταν Μεγάλη Τρίτη και η Κεβή έφτιαξε πατάτες γιαχνί (πατάτες στην κατσαρόλα με λάδι, κρεμμύδι και/ή σκόρδο, πάστα ή φρέσκες ντομάτες το καλοκαίρι) στο φρεσκογανωμένο χάλκινο τέντζερη που άστραφτε σαν καινούργιος. Μύρισαν ωραία οι πατάτες, κατάφερε και βρήκε κι ένα «τσουφί» πιπέρι κι έβαλε μέσα λίγο κι ήταν μες στην καλή χαρά της, σίγουρη πως ο Νιόνιος δεν θα είχε λόγο να παραπονεθεί!
Άλλα λογαριάζει ο Μάρτης, όμως, κι άλλα η Σαρακοστή, όπως λένε στον τόπο μας. Τσαντισμένος ο Νιόνιος, γιατί έχασε στην κοντσίνα που έπαιζε μ’ ένα γείτονα, ξέσπασε -ως συνήθως- στην Κεβή, όταν κάθισαν να φάνε το μεσημέρι κι άρχισε να την βρίζει με τα πιο αισχρά λόγια. Απτόητη η Κεβή που ήταν αποφασισμένη, πρώτον να μην... κολαστεί μεγαλοβδομαδιάτικα, απαντώντας του καταλλήλως και δεύτερον να απολαύσει το φαγητό που μαγείρεψε στον «καινούργιο» τέντζερη, κοιτώντας τον κατάματα -πώς τόλμησε αλήθεια;- του είπε: «Εγώ σήμερα έχω Λαμπρή με τον αστραφτερό μου τέντζερη και θα κάτσω να φάω και συ φώναζε όσο θέλεις»!
Και τότε, Κύριε των δυνάμεων, παίρνει φόρα ο Νιόνιος και πριν προλάβει καν να βάλει φαΐ  στο πιάτο της η δόλια η Κεβή, βουτάει τον τέντζερη, και, «εσύ έχεις λαμπρή και θες να φας, μα εγώ, που έχω Μεγάλη Παρασκευή, δεν θέλω» κι εκσφενδονίζει τον τέντζερη όλο με το φαΐ στην απέναντι όχθη... Φωνές, κακό, κλάματα η Κεβή, μαζεύτηκαν οι γύρω και δεν ήταν λίγοι, έβαλαν «πόστα» το Νιόνιο, του τα έψαλαν για καλά, παρηγόρησαν οι γυναίκες την Κεβή, με τα πολλά, ηρέμησαν τα πράγματα, σταμάτησε τα κλάματα η Κεβή και ο μετανιωμένος Νιόνιος (που κατά βάθος δεν ήταν κακός, ιδιότροπος ήταν, τη Κεβή του όμως την αγαπούσε), «έλα κυρά μου, μη μου κλαις μέρες που είναι και σου υπόσχομαι να πάω σήμερα κιόλας να βρω το γύφτο και να σου αγοράσω καινούριο τέντζερη. Εκεί μέσα θα μαγειρέψεις για τη Λαμπρή ό,τι καταφέρουμε να βρούμε και σου υπόσχομαι να το φάω ακόμα κι αν... ως συνήθως δεν το τρώνε ούτε τα σκυλιά αυτό που φτιάχνεις». Παίρνει φόρα η Κεβή, ξανά φωνές και κακό, «μη θυμώνεις κουτσούνα μου, έτσι το είπα μάτια μου για να σε πειράξω».
Έτσι, μάλλον ειρηνικά θα πέρασαν εκείνη τη Λαμπρή του 1954.
Καλό Πάσχα σε όλους,
Με την αγάπη μου πάντα,
δ.μ.τ.

10 σχόλια:

P. Kapodistrias είπε...

Αγαπητή μας φίλη Διονυσία,

ο λόγος σου -για μιαν επιπλέον φορά- ρέει συγκίνηση, παρά την αστειότητα των περιγραφομένων. Για εμάς τους Ζακυνθινούς, ό,τι αφορά στην σεισμική εμπειρία του 1953 αποτελεί συγκλονισμό. Και αν αυτό συμβαίνει σ' εμάς όλους τους μετα-σεισμικούς, φαντάζομαι για εσάς τους προ-σεισμικούς, οι οποίοι βιώσατε στο πετσί Σας την όλη Καταστροφή.

Ευχαριστούμε ότι μάς ζωντανεύεις στιγμές του αλλοτινού βίου του νησιού μας. Μες από τα μάτια σου βλέπουμε ιστορικά δρώμενα του παρελθόντος και μεταλαμβάνουμε στιγμιοτύπων που αξίζει ν' αθανατισθούν.

Να είσαι καλά να συνεχίσεις να μάς συγκινείς και να μάς μορφώνεις με τον δικό σου μοναδικό τρόπο.
Καλή και διαρκή Ανάσταση να έχεις, τόσο εσύ προσωπικά, όσο και όλοι οι οικείοι της καρδιάς Σου!

Ανώνυμος είπε...

Αρχικά, Χρόνια Πολλά για τις Άγιες ημέρες που διανύουμε! Σε ευχαριστώ για τα καλά σου λόγια, είναι γεγονός ότι για εμάς τους παλιούς, έχουν άλλο νόημα αυτά τα βιώματα, ήταν μέρος της ζωής μας. Αμφιβάλλω αν σήμερα υπάρχει άτομο κάτω των 45-50 που όχι γνωρίζει τι ήταν "ο γανωματής", μα που έχει, έστω, ακούσει τη λέξη. Καλό υπόλοιπο της Μ. Εβδομάδας, Καλή μας Ανάσταση, Καλό και Χαρμόσυνο Πάσχα σε σένα αγαπητέ π. Παναγιώτη, στην οικογένεια σου και σε όλους τους χωριανούς μας! δ.μ.τ.
Συγνώμην που βάζω τα σχόλια ως "ανώνυμος", αλλά αυτός είναι, ίσως, και ο μόνος τρόπος για να μπουν!

Ανώνυμος είπε...

Φοβερή έκπληξη!!! Μέσω διαδικτύου, βρέθηκα με παλιό καλό συμμαθητή και φίλο τον Ανδρέα Στάβερη ο οποίος μου έστειλε μια κοινή, Σχολική μας φωτογραφία από την τελευταία ημέρα της μαθητικής μας ζωής, καθώς και μία φωτογραφία από τη Λιτανεία του Εσταυρωμένου μάλλον του 1954 όπου μπροστά φαίνεται ο αείμνηστος παπάκης μου! Οποία η έκπληξη του και δική μου ασφαλώς, όπου μπαίνοντας στο Νυχθημερόν να διαβάσει αυτό εδώ το κείμενο, διαπιστώνει πως στη φωτό που έχεις βάλει π. Παναγιώτη, ο κουρέας δεξιά, είναι ο αείμνηστος πατέρας του! Έτσι, έστω και έμμεσα... πατσίσαμε ανταλλάσσοντας φωτογραφίες των γονιών μας 58 χρόνια πριν!!!

Ανώνυμος είπε...

Μια μικρή διόρθωση, ο πατέρας του Ανδρέα Στάβερη, είναι αυτός αριστερά κι όχι δεξιά όπως, εκ παραδρομής έγραψα πριν. δ.μ.τ.

Ανώνυμος είπε...

Αγαπημένη μου Διονυσία,
Ισως να είμαι τυχερή που δεν έχω σεισμική εμπειρία, συμμεριζομαι ομως στην αγωνία και την ταλαιπωρία. Ενα ακόμη παράδειγμα οτι ανθρωπινη αντοχή,δεν έχει όρια.Ωραίο το διήγημα σου.Η καημένη η Κέβη....και βέβαια την αγαπούσε ο Νιονιος, διαφορετικά θα τις έλεγε τόσα κομπλιμέντα για τα νοστιμότατα φαγητά της? Ο γανωτης μου θύμισε πολλά!!
Καλο Πασχα & καλη Ανασταση
Μαγδα

annatsoukalakoufou είπε...

Αγαπητή μου Διονυσία , σου εύχομαι χρόνια πολλά , ΧΡΙΣΤΟΣ ΑΝΑΕΣΤΗ. Το διήγημα σου με συγκίνησε. ΄Ημουν νήπιο στους σεισμούς του ΄53, όμως έχω μνήμες συγκεκριμένες. Π. Χ. Την ουρανομήκη φλόγα της καιομένης Χώρας , που από το Σαρακινάδο κάτω από την καρυδιά της αυλής μας φαίνονταν την νύχτα και με τρόμαζε. Το γκρέμισμα του δίπατου σπιτιού μας με το ωραίο μπαλκόνι που γκρεμίστηκε, και υπάρχει ακόμα σαν ένα ισόγειο ερείπιο που κατα παραδοξον τρόπο ανήκει σε μένα, ακόμα ανεκμεταλλευτο.Η σκηνή που έμενε σ αυτήν όλη η γειτονιά και μόνο οι γυναίκες με τα παιδιά τους.Και τον χειμώνα το νερό περνούσε κάτω από τα κρεββάτια . Αυτές είναι οι δικές μου μνήμες.Τότε δεν καταλαβαινα πολλά πράγματα , αργότερα ερμήνευα τις καταστάσεις μεγαλώντας.Ως προς την Κεβή με τον άνδρα της ωραία περιγράφεις τον τύπο του αψύ ζακυνθινού με τις παραξενιές του και νάταν ο μοναδικός αυτός τύπος;΄Ετσι είναι οι ζακυνθινοί ανάβουν και κορώνουν στο βάθος άκακοι και τρυφεροί, σαν μικρά παιδιά . Οι παλιοί είχαν και την αμορφωσιά έναν παράγοντα οξείας βαρβαρότητος πρόσκαιρης όμως.Συγχαρητήρια γιατο διήγημα. Με την αγάπη μου Άννα Τσουκαλά Κουφού

Ανώνυμος είπε...

Και βέβαια είσαι πολύ τυχερή που δεν αξιώθηκες...τέτοιες εμπειρίες Μάγδα μου! Όσο για το Νιόνιο, νομίζω πως πολλοί άνδρες έχουν μέσα τους ένα...Νιόνιο, μη μου πεις δεν συμφωνείς! Ο γανωματής, ναι, σίγουρα θα περνούσε κι από τα μέρη σας όπως κι απ΄ όλες τις τότε φτωχογειτονιές της πατρίδας μας! Σου στέλνω την αγάπη μου.
δ.μ.τ.

Ανώνυμος είπε...

Χρόνια Πολλά, Χριστός Ανέστη καλή μου Άννα! Φοβερές μνήμες, ιδιαίτερα για τρυφερή ηλικία! Εγώ, βίωσα πολύ έντονα όλη τη φρίκη των σεισμών και την πυρκαγιά που ακολούθησε. Σε κάποια παλιά μου ανάρτηση, μπορείς να διαβάσεις "ζωντανή" μαρτυρία εκείνων των ημερών...έτσι όπως την έζησα χωρίς ο χρόνος να σβήσει ούτε την παραμικρή λεπτομέρεια! Όσο για το εδώ κείμενο, μόνο τα ονόματα, για ευνόητους λόγους, έχω αλλάξε, τα γεγονότα έγιναν έτσι ακριβώς!!! Σου στέλνω την αγάπη μου.
δ.μ.τ.

Ανώνυμος είπε...

Ζήαμε και στην Θεσσαλονίκη σεισμούς ,και ξέρω απο ταλαιπωρία ! κουνούσε ένα χρόνο σχεδόν και κάτω απο μια ροδιά εγκατέστησα την πετρογκάζ και μαγείρευα ,δίπλα είχα το αντίσκηνο και παρακεί η βρυσούλα μου που εκτελούσε χρέη νεροχύτη! φωτιές και μεγάλες ζημιές δεν είχαμε αλλά φόβο μεγάλο να μπούμε στα σπίτια μας γιατί κουνούσε μέρα -νύχτα! Τον γανωματή τον έζησα ,ερχόταν μεγαλοβδομάδα και άστραφταν με την τέχνη του ολά τα αλουμινένια σκεύη μας !καθόμουν δίπλα του και τον ΄χαζευα μέχρι να τελειώσει!τι όμορφα που ταδένεις Διονυσία μου όλα ; συνέχισε ! είναι χαρά τα γραφτά σου για μας όλους!

Ανώνυμος είπε...

Αγαπητή/έ ανώνυμε,
Ταυτίζομαι απόλυτα με αυτά που γράφεις περί σεισμών ολόκληρο χρόνο! Θυμάμαι πως τους πρώτους μήνες μετά τη μεγάλη καταστροφή, τρέμαμε από το φόβο μας, ιδιαίτερα εμείς τα παιδιά πως θα βουλιάξει το νησί από ώρα σε ώρα!Όμως, με το πέρασμα του χρόνου, λες κι έγινε συνήθεια πια το...κούνημα κι ελάχιστη σημασία δίναμε, τόσο που ανησυχούσαμε αν ...δεν κουνιόμαστε!
Να έχεις όμορφη μέρα! δ.μ.τ