e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 10 Φεβρουαρίου 2016

Ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου στον Άγ. Χαράλαμπο Κρήνης (Çeşme)

Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ. κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
ΜΕΤΑ ΤΟ ΠΕΡΑΣ ΤΗΣ ΘΕΙΑΣ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΣ
ΕΝ ΤΩι ΙΕΡΩι ΝΑῼ ΑΓΙΟΥ ΧΑΡΑΛΑΜΠΟΥΣ ΚΡΗΝΗΣ
(10 Φεβρουαρίου 2016)


         Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοί,
         Ἐντιμότατε κύριε Γενικὲ Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος ἐν Σμύρνῃ,
         Ὁσιολογιώτατε Ἱερατικῶς Προϊστάμενε τῆς Κοινότητος Σμύρνης κ. Κύριλλε,
         Τέκνα ἡμῶν ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

«Ὁ τόπος ἐν ᾧ ἱστάμεθα, ἀδελφοί, ἅγιός ἐστι», διὸ καὶ ἡμεῖς ὁ Πατριάρχης τοῦ Γένους καὶ συγχρόνως Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης, ὡς ἄλλος θεόπτης Μωϋσῆς, κατὰ ἀτελῆ ἀνθρωπίνην ἀσφαλῶς ἔκφρασιν καὶ ἀναλογίαν, συνοδευόμενοι ὑπὸ ἐκλεκτῶν καὶ προσφιλῶν ἀδελφῶν ἀρχιερέων, τοῦ περιουσίου λαοῦ, καὶ πάντων τῶν μακαρίᾳ τῇ λήξει γενομένων, εἰρηνικῶς καὶ ἐν μαρτυρίῳ, Τσεσμελήδων καὶ τῶν ἐν ζωῇ ἀπογόνων αὐτῶν καὶ πάντων τῶν, ἀνεξαρτήτως τόπου καταγωγῆς, ὀρθοδόξων πιστῶν τῶν προσελθόντων σήμερον ἐνταῦθα, ἐν χαρᾷ καὶ ἐν συγκινήσει ἀνεκφράστῳ «λύομεν (μεταφορικῶς πάντοτε) τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων ἡμῶν» καὶ μετὰ αἰῶνα περίπου εἰσερχόμεθα εἰς τὸν ἱερὸν οἶκον τοῦτον τοῦ ἑορταζομένου Ἱερομάρτυρος Χαραλάμπους, διὰ νὰ τελεσιουργήσωμεν «τὰ ἄρρητα καὶ τὰ φοβερά». Νὰ προσφέρωμεν τὴν Θείαν Εὐχαριστίαν, καὶ συγχρόνως νὰ μοιρασθῶμεν τὴν μνήμην καὶ τὸν πόνον -πρόσκαιρον προσφορὰν ἀλλὰ αἰωνίαν παρουσίαν- ὅσων διῆλθον ἐκ τοῦ ἱεροῦ τούτου χώρου, καὶ νὰ ὁμολογήσωμεν μετ᾿ αὐτῶν καὶ μετὰ πάντων ὅτι «Ἰησοῦς Χριστὸς χθὲς καὶ σήμερον ὁ αὐτὸς καὶ εἰς τοὺς αἰῶνας», «ὁ ὢν εὐλογητὸς εἰς τοὺς αἰῶνας».

Ἡ Χάρις τοῦ Κυρίου μᾶς ἀξιώνει, λοιπόν, σήμερον νὰ τελῶμεν τὴν Θείαν Λειτουργίαν «ὑπὲρ τῆς τοῦ κόσμου ζωῆς καὶ σωτηρίας», ἀλλὰ καὶ ὑπὲρ τῶν ψυχῶν τῶν ἀειμνήστων πατέρων καὶ ἀδελφῶν ἡμῶν, τῶν Τσεσμελήδων, οἱ ὁποῖοι τραγουδοῦσαν μὲ νοσταλγίαν, ἐντὸς τῆς περιπετείας τῆς προσφυγιᾶς καὶ τῆς ἐπιβιώσεώς των, δι᾿ αὐτὸν ἐδῶ τὸν τόπον: «Καρσί μου εἶν᾿ ἡ θάλασσα, καρσί μου εἶν᾿ ἡ ἄμμο· καρσί μου εἶναι κι᾿ ὁ Τσεσμές, μὰ τί μπορῶ νὰ κάμω; Πότες θὰ κάνομε πανιά, νὰ κάτσω στὸ τεμόνι· νὰ βλέπω τὸ Ραῒς Ντερέ, νὰ μοῦ διαβοῦν οἱ πόνοι; Νὰ χαμηλώναν τὰ βουνά, νά βλεπα τὸ Λεβάντι· νά βλεπα καὶ τ᾿ Ἀλάτσατα ποὺ λάμπουν σὰ διαμάντι».

Ἱστάμεθα, λοιπόν, εἰς τὸν ἅγιον τοῦτον τόπον, ὅπου ἐν μιᾷ ροπῇ τῆς ἱστορικῆς πορείας τοῦ Ὀρθοδόξου Ρωμαίηκου Γένους μας «ὅλα βυθίστηκαν μονομιᾶς στὸ παρελθὸν», ὅπως θὰ ἔλεγε καὶ ὁ Σμυρνιὸς ποιητὴς Γιῶργος Σεφέρης. Ὅμως, «ἰδοὺ ζῶμεν» καὶ ἱερουργοῦμεν καὶ πάλιν εἰς τὸν Ἱερὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους τῆς Κρήνης, ἕνα τῶν λαμπροτέρων Ναῶν τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ὀρθοδόξου Ἀνατολῆς, ἐν τῷ ὁποίῳ ἀπὸ τοῦ ἔτους 1832, ὅταν ἀνηγέρθη, χάρις εἰς τὴν εὐλάβειαν καὶ τὴν θεοσέβειαν τῶν πιστῶν Κρηναίων, μέχρι τοῦ Σεπτεμβρίου τοῦ 1922, ἐπὶ 90 συναπτὰ ἔτη, προσέφερετο ἀνελλιπῶς, κάθε ἡμέραν, κατὰ τὰς ἱστορικὰς μαρτυρίας, «τὸ μυστήριον τῆς ζωῆς» καὶ τὸ «μυστήριον τῆς πίστεως» ὑπὸ τῶν ἀειμνήστων πατέρων μας.

Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Ὅταν συναθροίζωνται δύο ἢ τρεῖς ἐπὶ τὸ αὐτό, ἐν ὀνόματι τοῦ Κυρίου (Ματθ. ιη΄, 20), διὰ τὴν τέλεσιν τῆς Θείας Λειτουργίας ἢ διὰ πᾶσαν ἄλλην λατρευτικὴν σύναξιν, δὲν εἶναι παρὼν μόνον ὁ Χριστός, ἀλλὰ μετ᾿ Αὐτοῦ πᾶσα ἡ οὐρανία συναγωγὴ τῶν Ἁγίων καὶ τῶν Ἀγγέλων, τὰ «ἐπίγεια καὶ τὰ ἐπουράνια», καθ᾿ ὅτι «ὅπου Βασιλέως παρουσία καὶ ἡ τάξις παραγίνεται» (Ἑσπερινὸς Θεοφανείων).

 Ἑκάστη Θεία Λειτουργία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τελεῖται «ἐν τόπῳ ἁγίῳ» καὶ «σὺν πᾶσι τοῖς Ἁγίοις». Μαζί μας σήμερον εἶναι παρόντες, λοιπόν, ὁ μιμηθεὶς τὸ πάθος τοῦ Κυρίου διὰ τοῦ αἵματος, διὰ τοῦ ἱδρῶτος, διὰ τῆς ὑπομονῆς τῶν βασάνων καὶ διὰ τῶν κατορθωμάτων αὐτοῦ Ἱερομάρτυς Χαραλάμπης, μέχρι τοῦ σημείου νὰ γίνῃ ἀκτὶς τῆς δόξης τοῦ Ἡλίου τῆς δικαιοσύνης. Παρόντες οἱ Ἅγιοι Πάντες, ὁ Ἅγιος Ἀπόστολος Ἰωάννης ὁ Θεολόγος, οἱ Ἅγιοι Βουκόλος καὶ Πολύκαρπος, ἀργότερον ὁ Ἐφέσου Διονύσιος Καλλιάρχης, μὲ πρότασιν τοῦ ὁποίου ἱδρύθη, ἐπὶ Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε΄, ἐπὶ τῆς δευτέρας Πατριαρχίας αὐτοῦ, τὸ ἔτος 1806, ἡ Ἐπισκοπὴ Κρήνης καὶ Ἀνέων (Σωκίων), μετονομασθείσης τῆς πόλεως αὐτῆς ἀπὸ Τσεσμὲ εἰς Κρήνην. Εἶναι ἐδῶ παρὼν ὁ πρῶτος Μητροπολίτης Κρήνης Θεόκλητος ὁ Κυδωνυεὺς (1902), μαζὶ μὲ τοὺς 60.000 Ὀρθοδόξων ρωμηῶν πιστῶν τῆς Κρήνης, τῆς Ἁγίας Παρασκευῆς, τῆς Κάτω Παναγιᾶς, τοῦ Λυθρί, τοῦ Μελί, τοῦ Ρεΐς - Ντερέ, τοῦ Μουρντουβάνι, τοῦ Ἀχιρλὶ κ. ἄ. Μαζί μας εἶναι οἱ δημογέροντες, ὁ Γιαννούλης Χαλεπᾶς, ὁ ὁποῖος ἱστόρησε τὸ τέμπλον τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τῆς Εὐαγγελιστρίας Κρήνης, καὶ οἱ κατασκευασταὶ τῆς «Καρυάτιδος», δηλαδὴ τοῦ ὑψηλοτέρου κωδωνοστασίου (41 μέτρων) ἐν τῇ Ἀνατολῇ, τὸ ὁποῖον κατεστράφη ἀτυχῶς τὸ 1922. Ἀοράτως παρίστανται οἱ μακάριοι κληρικοὶ καὶ οἱ πιστοὶ τῶν πέντε Ναῶν τῆς Κρήνης, τοῦ Μητροπολιτικοῦ τούτου Ναοῦ τοῦ Ἁγίου Χαραλάμπους (1832), τῆς Εὐαγγελιστρίας (1835), τοῦ Ἁγίου Παντελεήμονος (1840), τῆς Παναγίας Ψαριανῆς (1873) καὶ τῆς Ἁγίας Φωτεινῆς (1881). Ἐδῶ ἀοράτως περιίπτανται οἱ ἡγούμενοι καὶ οἱ μοναχοὶ καὶ αἱ μοναχαὶ τῶν δύο ἀνδρῴων καὶ τῶν τεσσάρων γυναικείων Ἱερῶν Μονῶν, ἐδῶ καὶ οἱ προσκυνηταὶ τῶν 34 ἐκκλησιδίων τῆς Κρήνης, ἐδῶ οἱ πάντες, ἡ «ἐκκλησία πᾶσα, ἡ ἐν στρατείᾳ καὶ ἡ ἐν θριάμβῳ» τῶν Κρηναίων. Ἐδῶ καὶ ἡμεῖς, μετὰ 93 χρόνια, οἱ ζῶντες καὶ οἱ περιλειπόμενοι, συνεχίζοντες, παρὰ τὰς ἱστορικὰς περιπετείας, κατὰ τὴν διάρκειαν τῶν ὁποίων, οἱ πατέρες μας καὶ ἡμεῖς, «ἐξηπορήθημεν καὶ αὐτοῦ τοῦ ζῆν», τὴν ἀένναον παρουσίαν τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως, ταυτότητος καὶ λατρείας μας.

Ὡς ἀκτῖνες τῆς δόξης τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, οἱ Ἅγιοι καὶ οἱ πιστοὶ ὀρθόδοξοι Κρηναῖοι, λάμπουν, πάντοτε, ἰδίως σήμερον ἐδῶ, μὲ τὸ θεῖον φῶς των, ὡς «θεοὶ κατὰ χάριν» τῆς ὀρθοδόξου μαρτυρίας, βιοτῆς καὶ πολιτείας καὶ τοῦ μαρτυρικοῦ «ἐκκωφαντικῶς σιωπηλοῦ τυμπανισμοῦ». Ἀπαρνησάμενοι ἑαυτούς, ἠκολούθησαν τὸν Χριστὸν καὶ ἐβάστασαν τὸν σταυρὸν Αὐτοῦ κατὰ διαφόρους τρόπους. Ἐσταύρωσαν ἐν ἑαυτοῖς τὸν παλαιὸν ἄνθρωπον μὲ τὰ πάθη καὶ τὰς ἐπιθυμίας του, διὰ νὰ νικήσουν ἐν Χριστῷ καὶ διὰ τοῦ Χριστοῦ τὸν θάνατον καὶ νὰ μετάσχουν εἰς τὴν Ἀνάστασίν Του. Εἶναι πλέον οἱ ζῶντες ἐν Θεῷ. Καὶ κράζουν πρὸς ἡμᾶς: «Χριστῷ συνεσταύρωμαι· ζῶ δὲ οὐκέτι ἐγώ, ζῇ δὲ ἐν ἐμοὶ Χριστός» (Γαλ. β΄, 20).

Ὁμολογοῦμεν, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, ὅτι κατὰ τὴν ἱστορικὴν καὶ μοναδικὴν αὐτὴν στιγμὴν ἔρχεται εἰς τὸν νοῦν μας μέσῳ τῆς αἰωνιότητος ἡ σεβασμία μορφὴ τοῦ Ἱερομάρτυρος Χαραλάμπους καὶ ὅλων ἐκείνων, ὧν ἀνωτέρω ἐμνημονεύσαμεν, τοὺς ὁποίους δὲν ἐγνωρίσαμεν ἐν ζωῇ, οἱ ὁποῖοι «ᾄδουσιν ᾠδὴν καινὴν ἐνώπιον τοῦ θρόνου τοῦ Θεοῦ καὶ τοῦ Ἀρνίου» (πρβλ. Ἀποκ. ιδ΄, 3) καὶ παραμένουν «εἰς τὸν αἰῶνα» σύμβολα καὶ ὁδηγοί.

Τιμῶντες σήμερον τὸν ἅγιον Χαραλάμπη, τιμῶμεν τὸ νέφος τῶν μαρτύρων (Ἑβρ. ιβ΄, 1), οἱ ὁποῖοι ἡγίασαν μὲ τὸ αἷμα των τὸ χῶμα τῆς Μικρασιατικῆς γῆς, ἀπ᾿ ἀρχῆς τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ μέχρι σήμερον. Ὅταν δέ, κατὰ τὴν ἐσχάτην ἡμέραν, θὰ τελεσθῇ ὁ μυστικὸς γάμος τοῦ Ἀρνίου καὶ τῆς Νύμφης Του, αὐτὴ ἡ «τότε στρατευομένη καὶ θριαμβεύουσα» Ἐκκλησία θὰ εἶναι περιβεβλημένη μέ «πορφύραν καὶ βύσσον», καὶ αὐτὰ εἶναι τὸ αἷμα καὶ τὰ κατορθώματα τῶν Ἁγίων (πρβλ. Ἀποκ. 19, 8). Τὰ κατορθώματα αὐτά, ἡ μαρτυρία καὶ τὸ μαρτύριον, εἶναι ἡ δόξα τῆς Μητρός μας Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, δι᾿ αὐτῶν καὶ μόνον πορεύεται «ἐν ἱματισμῷ διαχρύσῳ περιβεβλημένη, πεποικιλμένη» (Ψαλμ. 44, 10).

Λοιπόν,
Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ,

Δοξολογοῦμεν «ἐν ἑνὶ στὸματι καὶ μιᾷ καρδίᾳ» τὸ Ὄνομα τοῦ Κυρίου καὶ εὐχαριστοῦμεν, ἑαυτοὺς καὶ ἀλλήλους, διὰ τὴν σημερινὴν «ἑορτὴν ἑορτῶν καὶ πανήγυριν πανηγύρεων», παραλληλιζομένην καὶ βιουμένην ὡς χαρὰν ἀναστάσιμον, κατὰ τὴν ὁποίαν «κλεῖθρα ᾅδου καὶ πῦλαι θανάτου διερράγησαν» καὶ ἡμεῖς ἑστῶτες, πραγματικῶς καὶ μεταφορικῶς, ἐπὶ τοῦ «καινοῦ μνημείου», μιμνῃσκόμεθα «πάντων τῶν ὑπὲρ ἡμῶν γεγενημένων», καὶ ἀναφωνοῦμεν ὅτι «ἀληθῶς ἀνέστη Χριστὸς καὶ ζωὴ πολιτεύεται». Εὐχαριστοῦμεν πάντας διὰ τὴν ἱστορικὴν στιγμὴν -ἀκτῖνα καὶ ἀτμῖδα αἰωνιότητος-. Ἰδιαιτέρως εὐχαριστοῦμεν τὸν ἀνακαινίσαντα τὸ ἱερὸν τοῦτο σέβασμα τῶν πατέρων μας Δήμαρχον τοῦ Τσεσμὲ κύριον Muhittin Dalgıç, καὶ «εὐπρεπίσαντα» αὐτό, καὶ διὰ τήν, ὡς ἐκ τούτου, χαρὰν νὰ προσευχηθῶμεν ἐν αὐτῷ ἐν πληθούσῃ ἐκκλησίᾳ ἐξ ἁπάσης τῆς οἰκουμένης.

Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, φυσικὸς κληρονόμος τοῦ Ὀρθοδόξου Ἀνατολικοῦ Ρωμαϊκοῦ Πολιτισμοῦ, δίδει πάντοτε ἰδιαιτέραν βαρύτητα εἰς τὴν παρουσίαν του εἰς τὴν ἱδρωπότιστον καὶ αἱματοπότιστον γῆν τῆς Μικρᾶς Ἀσίας, εἰς τὴν ὁποίαν ἐπραγματοποιήθησαν τοσαῦτα ἱστορικὰ γεγονότα ἀπὸ τῆς πρώτης στιγμῆς τῆς ἱδρύσεως τῆς Χριστιανικῆς Ἐκκλησίας. Δύναται ἀσφαλῶς νὰ ὁμολογηθῇ, ὅτι ἡ Μικρὰ Ἀσία εἶναι οἱ δεύτεροι «ἅγιοι Τόποι» τοῦ Χριστιανισμοῦ, διότι ὑπῆρξε καὶ ὁ πρῶτος φυσικὸς χῶρος εἰς τὸν ὁποῖον ἦλθον καὶ διῆλθον οἱ ἀποσταλέντες ὑπὸ τοῦ Κυρίου «εὐαγγελίσασθαι πάντα τὰ ἔθνη» αὐτόπται τῆς ἐπὶ γῆς παρουσίας Του Ἅγιοι Ἀπόστολοι καὶ Μαθηταὶ Του. Ἀποτελεῖ, λοιπόν, ἡ περιοχὴ αὐτὴ τῆς Μ. Ἀσίας ἱστορικὴν κοιτίδα τοῦ Ὀρθοδόξου καὶ σύμπαντος τοῦ Χριστιανισμοῦ, εἰς τὴν ὁποίαν οἱ ὅπου γῆς στρεφόμεθα μὲ πολλὴν νοσταλγίαν.

Πρὸς τούτοις, μαρτυροῦμεν ὅτι ἡ Μικρασιατικὴ γῆ ἀποτελεῖ γέφυραν ἀγάπης, ἑνότητος καὶ συνεργασίας τῶν δύο γειτονικῶν λαῶν, τοῦ Τουρκικοῦ καὶ τοῦ Ἑλληνικοῦ, ἀλλά καὶ ὅλων τῶν λαῶν τῆς ὑφηλίου διὰ τῆς ἀναδείξεως τῶν ἱερῶν προσκυνημάτων αὐτῆς, τὰ ὁποῖα ἀποτελοῦν πόλον ἕλξεως τῶν χριστιανῶν ὅλου τοῦ κόσμου. Ἡ πολιτιστικὴ καὶ πνευματικὴ κληρονομία τῆς Μικρασιατικῆς γῆς ἀμβλύνει τὰς ἀντιθέσεις, γαληνεύει τὰς καρδίας καὶ γίνεται σημεῖον συναντήσεως καὶ ἐπικοινωνίας τῶν λαῶν τῆς περιοχῆς, οἱ ὁποῖοι ἀναζητοῦν εἰς τὰ βάθη τῶν αἰώνων τὴν ταυτότητά των. Μίαν ταυτότητα προσδιοριζομένην ὑπὸ κοινῶν αἰσθημάτων καὶ τοποθετήσεων, στόχων καὶ σκοποῦ, ἐλπίδων καὶ προσδοκιῶν.

Διὰ τοῦτο καὶ θὰ ἐρχώμεθα εἰς τὴν Μικρασιατικὴν γῆν διὰ νὰ ποτίζωμεν τὸ δένδρον τῆς πίστεως καὶ νὰ δίδωμεν χαρὰν εἰς τὴν Παναγίαν Μητέρα τοῦ Κυρίου μας, τὴν ὁποίαν Αὐτὸς ἐπὶ τοῦ Σταυροῦ ἐνεπιστεύθη εἰς τὸν πολιοῦχον τῆς περιοχῆς ταύτης Ἰωάννην τὸν Θεολόγον, τὸν μαθητὴν τῆς ἀγάπης, τὸν ἐπιπεσόντα ἐπὶ τῷ στήθει τοῦ Ἰησοῦ, καθὼς καὶ εἰς τοὺς Ἁγίους μας· εἰς τοὺς ἀναπαυομένους εἰς τὰ ἱερὰ αὐτὰ χώματα πατέρας καὶ προγόνους μας· ἀλλὰ καὶ εἰς τοὺς ἀπογόνους των· θὰ ἐρχώμεθα νὰ ποτίζωμεν τὸ δένδρον τῆς πίστεως καὶ νὰ λιβανίζωμεν τὰ ἐδῶ σεβάσματα τοῦ Γένους μας, συμμορφούμενοι πρὸς τοὺς σοφοὺς καὶ συγχρόνως νοσταλγικοὺς λαϊκοὺς στίχους διὰ τὸν Ἱερὸν Ναὸν τῶν Εἰσοδίων τῆς Θεοτόκου τῶν πλησιοχώρων Ἀλατσάτων:

«Στ᾿ Ἀλάτσατα, στὴν Παναγιά, στ᾿ ἁγιόβημ᾿ ἀπὸ πίσω,
ἔχω φυτέψει λεμονιά, καὶ πὰ νὰ τὴν ποτίσω.
Ὦ Παναγιὰ Ἀλατσατιανή, Ἐσὲ Σοῦ πρέπει πένθος,
γιατὶ δὲ λειτουργήθηκες στὴ Χάρη σου καὶ φέτος»
(Μ. Κορομηλᾶ, Θ. Κοντάρας, «Ἐρυθαία», Ἀθήνα 1997, σελ.192).

Θὰ ἐρχώμεθα, λοιπόν, πατέρες, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα, μετὰ Μωϋσέως καὶ Ἀαρὼν καὶ πάντων τῶν Προφητῶν, μετὰ τῶν Ἁγίων Ἀποστόλων καὶ τῶν εὐαγγελιστῶν καὶ τῶν ἐγκρατευτῶν καὶ τῶν ἁγίων καὶ δικαὶων, εἰς τούς ἱερούς τούτους τόπους, λύοντες πάντοτε τὸν ἱμάντα τῶν ὑποδημάτων καὶ τῶν καρδιῶν μας ἐνώπιον τοῦ «ἀρρήτου μυστηρίου» τῆς Θείας Προνοίας. Θὰ ἐρχώμεθα, διὰ νὰ ποτίζωμεν τὶς λεμονιὲς καὶ τὶς μυρτιὲς ποὺ εἶναι φυτεμένες ἀπὸ τοὺς προγόνους μας ὀπίσω ἀπὸ τὶς Ἐκκλησιὲς τῆς Σμύρνης, τοῦ Τσεσμέ, τοῦ Κιρκιντζέ, τῶν Ἀλατσάτων. Θὰ ἐρχώμεθα, τέλος, διὰ νὰ τραγουδοῦμε νοσταλγικὰ μετὰ πάντων, ζώντων καὶ τεθνεώτων, τὸν «ὕμνο τῶν Τσεσμελήδων» τοῦ Κρηναίου ἰατροῦ, μουσουργοῦ καὶ ποιητοῦ Δημητρίου Ἀρχιγένους «Πατρίδα μου Τσεσμέ»: «Λιμάνι τοῦ Αἰγαίου, σμαράγδι Ἰωνικό· τὴ Χίο π᾿ ἀντικρύζεις μὲ τρόπο μυστικό· προσμένεις νὰ γυρίσουν ὀπίσω τὰ παιδιά σου· μὲς τὴν ἀγκαλιά σου, στὸ χῶμα τὸ πατρικό... Ἐκεῖ στὴν Ἐρυθραία βασίλευες ἐσύ· πατρίδα τῶν προγόνων μας, Τσεσμέ, θὰ σὲ κρατῶ· παντοτινὰ μὲς τὴν καρδιὰ σὰν τίμιο φυλακτό».

Τῷ δὲ χορηγῷ πάντων τῶν ἀγαθῶν Θεῷ Χάρις. Ἀμήν.

Δεν υπάρχουν σχόλια: