e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Πέμπτη 11 Μαΐου 2017

Η Αρχιεπισκοπή Αθηνών τίμησε την επικεφαλής της ομάδας συντήρησης του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου

11.5.2017
Ρεπορτάζ για το Ραδιόφωνο της Εκκλησίας: Μάκης Αδαμόπουλος | Φωτογραφίες: Χρήστος Μπόνης






Την επικεφαλής της ομάδας συντήρησης του Ιερού Κουβουκλίου του Παναγίου Τάφου, Καθηγήτρια ΕΜΠ κ. Αντωνία Μοροπούλου, τίμησε σήμερα ο Αρχιεπίσκοπος Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερώνυμος. 

Σε μία σεμνή τελετή στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών ο Αρχιεπίσκοπος ευχαρίστησε την κ. Μοροπούλου για την προσφορά της και της προσέφερε αναμνηστική πλακέτα με τον Απόστολο Παύλο να κηρύττει στην Πνύκα. 

Η κ. Μοροπούλου ευχαρίστησε ιδιαιτέρως τον Αρχιεπίσκοπο για την τιμητική αυτή διάκριση, ενώ τον ενημέρωσε για την εμπειρία της και για την επόμενη προγραμματισμένη επίσκεψή της στα Ιεροσόλυμα, προσφέροντάς του την παρουσίαση που είχε κάνει κατά την τελετή παράδοσης του Ιερού Κουβουκλίου. Ομιλώντας στους δημοσιογράφους αναφέρθηκε στα επόμενα σχέδια της σχετικά με την παρουσίαση του έργου αποκατάστασης, ενώ έκανε λόγο για την ανάγκη που υπάρχει να συνεχιστούν οι εργασίες στο Ναό της Αναστάσεως. Εξήγησε επίσης ότι έχει γίνει γεωμετρική τεκμηρίωση, έχουν διαπιστωθεί όλα τα κενά και είναι φανερό ότι οι υποστηλώσεις έχουν σαπίσει, γι’ αυτό και δημιουργείται και θέμα σταθερότητας. Επομένως, πρέπει να υπάρξει επέμβαση για την ασφάλεια και την αειφόρο προστασία του Ιερού Κουβουκλίου.

Το προξενιό και ο δικηγόρος

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ από τη Μελβούρνη
Όσο μεγάλωνε η Αθηνούλα, γινόταν μια όμορφη και καλοφτιαγμένη κοπέλα. Δεν είχε κλείσει καλά τα δεκαπέντε, όταν άρχισαν τα προξενιά. Η νοοτροπία, τότε, αλλά και στη δική μου γενιά, ήταν: Η κοπέλα πρέπει να παντρεύεται μικρή και να μπαίνει σ' αντρός χέρια.
Ομολογώ, για πολλά χρόνια, αδυνατούσα όχι μόνο να το δεχτώ αυτό, αλλά και να καταλάβω το γιατί. Τι χρειάζονται τα ανδρικά χέρια, που πολλές φορές αντί να την αγκαλιάζουν με στοργή κι αγάπη ως όφειλαν αυτά τα χέρια γίνονταν όπλα εναντίον της; Φυσικά, ωριμάζοντας, έμαθα...
Έπρεπε να μπει σε τέτοια χέρια, ώστε ο μεν γονιός να απαλλαγεί, η δε κοπελίτσα-παιδί, να μην έχει την δυνατότητα ή τον τρόπο να προβάλει αντίρρηση σε τίποτα και πολλές φορές κατέληγε ένα πλάσμα χωρίς προσωπικότητα και την ικανότητα να διεκδικήσει έστω και βασικά, ανθρώπινα δικαιώματα. Απλά, υποτασσόταν στην μοίρα της, γιατί… έτσι έπρεπε, ή γιατί «έτσι ήταν αυτά». Και ούτε συζήτηση να πάει πίσω στο πατρικό και να διαμαρτυρηθεί για τίποτα!
Στο πατρικό, περίσσευε η φτώχεια, τα προβλήματα, πολλές φορές πολύ μεγαλύτερα από τα δικά της, πώς να πάει λοιπόν;
Ο πατέρας κι η μάνα, έκαναν ό,τι μπορούσαν να της φτιάξουν τα προικιά της, τα έπιπλα που έπρεπε να πάρει και πολλές φορές, να της δώσουν και μέρος από την ελάχιστη περιουσία που διέθετε η οικογένεια. Κι αν ήταν κι άλλα κορίτσι πίσω, αλίμονο. Τι να την κάνουν λοιπόν πίσω, πού και πώς να την βολέψουν; Κι αν είχε και παιδιά, ακόμα χειρότερα!
Ο γονιός, αναγκαζόταν να γίνει σκληρός, αμείλικτος! Υπήρξαν πολλές περιπτώσεις, ναι και στο Μπανάτο, που ο γονιός έδιωξε κακήν κακώς την κόρη που τόλμησε να πάρει το/τα παιδιά της και να πάει κλαίγοντας στο πατρικό, ξυλοδαρμένη, πεινασμένη εκείνη και τα παιδιά της και, αντί ανοιχτή αγκαλιά, ζεστασιά και θαλπωρή, να βρει έναν πατέρα ή αδελφό, κάποτε και τη μάνα την ίδια, να την διώχνουν κακήν κακώς!
Κάποιοι, στη μεγαλοψυχία τους, έλεγαν: Εσύ μπορείς να μείνεις, αλλά τα παιδιά του τάδε, δεν έχω υποχρέωση να τα ταΐζω εγώ, από δω έφυγες μοναχή σου, δεν σε πάντρεψα εγώ με παιδιά, δικά του είναι. Πήγαινε να του τα αφήσεις εκεί κι εσύ γύρισε, ένα κομμάτι ψωμί, θα βρεθεί εδώ και για σένα. Πιστεύω, ότι εσκεμμένα λεγόταν αυτό, γιατί καμία μάνα δεν άφηνε τα παιδιά της, που πολλές φορές ήταν νήπια. Και ο πατέρας ή και η μάνα, το γνώριζαν αυτό, εξ ου και η πρόταση.
Θυμάμαι, λες κι είναι τώρα, μια κοπέλα από το Μπανάτο. Παντρεύτηκε σε διπλανό χωριό. Ο άνδρας της μέθυσος, το ίδιο κι ο πατέρας του, φτώχεια, ξύλο κάθε μέρα κι ούτε να φάει δεν είχε ούτε του μωρού της να μπορεί να του πάρει λίγο γάλα. Στην απελπισία της μια μέρα, όπως ήταν ματωμένη από τα χτυπήματα και το ξύλο που έφαγε από πεθερό και άντρα επειδή έκλαιγε το μικρό από την πείνα, το πήρε αγκαλιά κλαίγοντας και πήγε στο πατρικό της.
Δεν πρόλαβε να ανοίξει το στόμα, όταν την είδε ο πατέρας, την άρχισε χαστούκια να «πάρει των ομματιών της και να ξεκουμπιστεί από κει και να μην τολμήσει να ξαναπατήσει». Εκείνος την πάντρεψε (και ησύχασε), ας έχει την έγνοια της ο άντρας της τώρα. Κι αν της ρίχνει και καμιά, ε, και τι έγινε, άνδρας της ήταν, να μην έχει απαίτησες ούτε να του βγάζει γλώσσα.
Ομολογώ, πάνω από εξήντα χρόνια πέρασαν και δεν το ξεπέρασα ποτέ! Την βλέπω πάλι μπροστά μου, σχεδόν κοριτσάκι η ίδια μ' ένα μωρό στην αγκαλιά, να εκλιπαρεί για βοήθεια κι αντί για βοήθεια, να αντιμετωπίζει βία κι από το γονιό, ναι, κι από τη μάνα που δεν τολμούσε να πάει κόντρα γιατί αλίμονο της!
Η Αθηνούλα, όμως, θα καλοπαντρευόταν! Οι γονείς της ο Κωνσταντής κι η Αδριάνα, αλλά και τα τέσσερα αδέλφια της, την μοσχομεγάλωναν, την πρόσεχαν, την κανάκευαν και την είχαν μη στάξει και μη βρέξει!
Δεν είχε κλείσει τα 17, γύρω στα 8 χρόνια πριν από τον Β΄ παγκόσμιο πόλεμο, όταν έχασε τον αδελφό της, τον 19χρονο Ανδρέα μετά από σύντομη αρρώστια που του είχε μεγάλη αδυναμία, γιατί τ' άλλα αδέλφια μεγαλύτερα ο Ανδρέας, συνομήλικος της .
Τα προξενιά που πηγαινοέρχονταν για τη μοναχοκόρη του Κωνσταντή, σταμάτησαν για λίγο, σεβόμενοι όλοι το βαρύ πένθος της φαμελιάς. Λίγο μετά, άρχισαν πάλι οι προξενητάδες να χτυπάνε την πόρτα τους, με δελεαστικές προτάσεις. Τώρα πια η Αθηνούλα ήταν σε ηλικία γάμου, κόντευε τα 19! Τότε ήταν που άνοιξε για καλά η τύχη της!
Μικρός ο τόπος, δεν άργησε να γίνει γνωστό στο χωριό πως την Αθηνούλα του Κωνσταντή, τη γύρεψε ο Ανέστης ο δικηγόρος! Ναι, ναι, αλήθεια σας λέω! Κοτζάμ δικηγόρος που εντυπωσιάστηκε από την ομορφιά και τα χαρίσματα της νεαρής κοπέλας, χωριανοί ήταν την γνώριζε καλά και δεν δίστασε να τη ζητήσει. Την είχε βάλει στο μάτι από μικρός! Φυσικά οι γονείς του καμία αντίρρηση, φτωχονοικοκύρης μεν ο Κωνσταντής σε σύγκριση με κείνους, αλλά λεβέντης με τα όλα του, τον σέβονταν και τον εκτιμούσαν όλοι στο χωριό. Περήφανος, εργατικός, τίμιος και καθώς πρέπει! Είχε τελειώσει τη Νομική Σχολή ο Ανέστης, επέστρεψε στο νησί, να παντρευτεί να κάνει οικογένεια και να ανοίξει Δικηγορικό γραφείο, όπου θα εξασκούσε το επάγγελμα του Δικηγόρου. Όσα χρόνια έζησε λόγω σπουδών στην Αθήνα, βίωσε την αγριάδα και μοναξιά της πόλης, τη διαφθορά, τη μιζέρια τη φτώχια. Όχι, όχι αυτός θα γύριζε στο νησί του, κοντά στους γονείς! Θα έπαιρνε παπούτσι από τον τόπο του κι όχι μπαλωμένο, αλλά κατακαίνουργιο! Η Αθηνούλα ήταν πολύ όμορφη και άξια κοπέλα! Θα έκαναν όμορφη οικογένεια, έτσι όπως την ονειρευόταν!
Κι εκεί που όλοι οι χωριανοί καλοτύχιζαν τον Κωνσταντή που θα καλοπάντρευε τη μονάκριβή του χωρίς πολλές θυσίες γιατί οι συμπέθεροι δεν απαίτησαν προίκες και προικιά και θα την έπαιρναν …με το βρακί στον κ…ο, όπως συνήθιζαν να λένε τότε όταν μια κοπέλα παντρευόταν χωρίς τίποτα, αλλά και την Αθηνούλα για την καλή της τύχη,
Κεραυνός εν αιθρία! Λίγο μετά, ο Κωνσταντής, απάντησε στον προξενητή, ότι τον τιμά η πρόταση κι ευχαριστεί τους γονείς του παιδιού αλλά και τον Ανέστη, αλλά… δεν την παντρεύει ακόμα την κόρη του! Έμειναν όλοι άφωνοι! Ούτε που ήξεραν τι να σκεφτούν! Αν είναι δυνατόν να κλωτσάει μια τέτοια τύχη για την κόρη του ο Κωνσταντής! Δηλαδή, τι καρτεράει, τον πρίγκιπα του παραμυθιού;
Μπα, κάτι δεν πάει καλά εδώ, ξεκουτιάστηκε ο φρόνιμος Κωνσταντής ή κάτι άλλο συμβαίνει και το κρύβουν; Μα πάλι, πολύ φρόνιμο κορίτσι η Αθηνούλα, αν συνέβαινε κάτι, θα το είχε πάρει χαμπάρι το χωριό!
Λίγο μετά, καινούριο προξενιό για την Αθηνούλα από τον Σπύρο, ένα παιδί από την Κουκουναρία. Καλή, πολύ καλή οικογένεια, αλλά φτωχοί κι αυτοί με κάμποσα παιδιά και λίγη περιουσία. Ο δε Σπύρος, με μεγάλες θυσίες πήγαινε Σχολείο κι αργότερα στο Σχολαρχείο, γιατί διακαής του πόθος, να γίνει παπάς! Κοινό μυστικό όχι μόνο στην Κουκουναρία αλλά και στα γύρω χωριά, πως ο Σπύρος θα γινόταν παπάς! Μερικοί τον ειρωνεύτηκαν, σιγά και μην του την δώσει ο Κωνσταντής! Εδώ δικηγόρος τη γύρεψε, χωριανός, καλό παιδί και την ήθελε με… ό,τι φορούσε κι ο πατέρας τη είπε ένα μεγάλο ΟΧΙ, στο Σπύρο θα την έδινε;
Κι, όμως, ο Κωνσταντής είπε το Ναι, χωρίς δεύτερη σκέψη! Άντε και να βρουν άκρη οι χωριανοί με αυτά τα καμώματα του Κωνσταντή! Άκου εκεί, να μην την δώσει στον δικηγόρο και να τη δίνει σ' ένα φτωχόπαιδο που θα γινόταν παπάς!
Παντρεύτηκαν η Αθηνούλα με τον Σπύρο, χειροτονήθηκε Διάκονος ο Σπύρος και αργότερα Ιερέας, έχτισαν ένα ωραίο σπίτι κοντά στην εκκλησία της Παναγούλας, ήρθε και το πρώτο τους παιδάκι, ένα πανέμορφο κοριτσάκι, που συμπλήρωσε την ευτυχία τους! Μετέπειτα, απόκτησαν δύο ακόμη κορίτσια κι ένα αγόρι. Το ένα κοριτσάκι, η μικρή Ανδριάνα, έζησε λίγες βδομάδες μόνο… Δεν άντεξε την πείνα της Κατοχής…
Και η ζωή κύλησε για όλους.
Λίγο πριν συγχωρεθεί ο γέρο Κωνσταντής, μια μέρα στο μαγαζί του Πατήλα με άλλους ξωμάχους, μεταξύ καφέ και κρασιού, μιλώντας πάντα για τα παλιά, αναφέρθηκαν και στο προξενιό από τον Ανέστη και την άρνηση του Κωνσταντή! Τότε και μόνο τότε ο γερο-Κωνσταντής τους είπε την αλήθεια!
- Σιγά,  μωρέ,  μην έδινα εγώ την μοναχοκόρη μου σε δικηγόρο!.. Οι δικηγόροι λένε ψέματα, γιατί έτσι είναι η δουλειά τους! Την έδωσα σε άνθρωπο του Θεού! Και με τη χάρη και βοήθεια Του, έκαμε καλή φαμελιά, έβγαλε δύο κυράδες κι ένα σερνικό που τιμάει το όνομά του!!!
δ.μ.