e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019

Η Κανάγκα υποδέχτηκε τον Πάπα και Πατριάρχη της


Την 22α Φεβρουαρίου 2019, ο Μακ. Πάπας και Πατριάρχης Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ. Θεόδωρος Β’, κατέφθασε στην ωραία Κανάγκα του Κογκό συνοδευόμενος από τον Θεοφ. Επίσκοπο Αμαθούντος κ. Νικόλαο, τον Σεβ. Μητροπολίτη Κατάγκας κ. Μελέτιο, τον Σεβ. Μητροπολίτη Κινσάσας κ. Νικηφόρο και τον Σεβ. Μητροπολίτη Κανάγκας κ. Θεοδόσιο. Στον αερολιμένα της Κανάγκας τον υποδέχθηκαν ο Κυβερνήτης της Επαρχίας, η τοπική κυβέρνηση, άλλες αρχές, ο κλήρος και λαός. Τιμές απέδωσε τιμητικό άγημα του στρατού καθώς και μπάντα που παιάνιζε καλωσορίσματα για τον Μακαριώτατο.

Φθάνοντας στην ιεραποστολή και στον Καθεδρικό Ναό του Αγίου Ανδρέου πλήθη λαού φορώντας μπλούζες με τη μορφή του Πατριάρχου, τον καλωσόρισαν ραίνοντάς τον με άνθη και ψάλλοντας τραγούδια. Η όλη υποδοχή θύμιζε ένα μεγάλο πανηγύρι με τον ρυθμό του να σείεται όλη η πόλη της Κανάγκας.

Ο Πατριάρχης εισήλθε στον Ναό δεχόμενος τα χειροκροτήματα και τις ενθουσιώδεις ζητωκραυγές του λαού του Θεού και εψάλη δοξολογία. Ο Σεβασμιώτατος Κινσάσας κ. Νικηφόρος προσφώνησε τον Πατριάρχη κάνοντας αναδρομή στο ξεκίνημα της ιεραποστολής, μνημονεύοντας όλους τους ιεραποστόλους όπου έθεσαν τα θεμέλια της Ορθοδόξου Εκκλησίας στην Κανάγκα και σε όλο το Κασάι. Βεβαίως ευχαρίστησε και κατ΄ όνομα τους Ιεραποστολικούς συλλόγους «Εξωτερικής Ιεραποστολής» της Θεσσαλονίκης και «Πρωτόκλητος» των Πατρών. Τέλος ο Σεβασμιώτατος ευχαρίστησε τον Πατριάρχη για την δημιουργία της νέας Μητροπόλεως Κανάγκας.

Ο Μακαριώτατος εξέφρασε και την δική του χαρά για την νεοσύστατη Μητρόπολη Κανάγκας. Μνημονεύοντας την πολυετή προσφορά της Αδελφότητος Θεολόγων «ΣΩΤΗΡ» εξέφρασε την ευαρέσκειά του. Συνεχάρη τους νέους και τα παιδιά της Ορθοδόξου Εκκλησίας για την ένθερμη υποδοχή που του επεφύλαξαν. Παρουσίασε στον λαό τον νέο Μητροπολίτη Κανάγκας Θεοδόσιο τον οποίον θα ενθρονίσει αύριο.

Το Σάββατο το πρωί επισκέφθηκε την ενορία της Ζωοδόχου Πηγής Tshilumba όπου έτυχε ενθουσιώδους υποδοχής από τα παιδιά του σχολείου αλλά και από τους πιστούς. Ο Μακαριώτατος κατευθύνθηκε στον Ιερό Ναό για να προσκυνήσει και στην συνέχεια παρακολούθησε όμορφη εκδήλωση από τους μαθητές. Συγκινητική ήταν η απόδοση του θεατρικού με ιστορία από το Γεροντικό. Η επίσκεψη ολοκληρώθηκε με την προσφορά τοπικών καρπών και δώρων.

Τέλος, ο Μακαριώτατος τέλεσε Τρισάγιο στους τάφους των αοιδήμων ιεραποστόλων Αρχιμ. Χρυσοστόμου Παπασαραντοπούλου και Αρχιμ. Χαρίτωνος Πνευματικάκη και της αδελφής Όλγας Παπασαράντου, οι οποίοι ευρίσκονται δίπλα στον περικαλλή Ναό του Αγ. Ανδρέου Κανάγκας.














Η Αυτοκεφαλία της Ουκρανίας είναι υπόθεση Ελευθερίας


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου 
Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος από την πρώτη στιγμή που ξεκίνησαν οι διαδικασίες για την Αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας, υπογράμμισε με έμφαση κάτι πέρα από το κανονικό και κανονολογικό του πράγματος. Είπε ότι«είναι δικαίωμά της» και ότι το «δικαιούται» να λάβει την Αυτοκεφαλία. 
Ο Πατριάρχης έθεσε, δηλ., το όλο ζήτημα και στη βάση των ανθρωπίνων δικαιωμάτων, κάτι που διαφεύγει εντελώς της προσοχής των άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών. Η Ρωσία δεν τα πάει καλά με τα ανθρώπινα δικαιώματα, όπως και οι περισσότερες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες, οπότε το επιχείρημα του Πατριάρχου αποτελεί «ξένον άκουσμα»! 
Το θέμα προσλαμβάνει ιδιαίτατη σημασία, καθώς η Ουκρανία θεώρησε την Αυτοκεφαλία ως αποτίναξη του Ρωσικού ζυγού, κάτι ανάλογο, δηλαδή, με τις Εκκλησίες των Βαλκανίων, που θεωρούσαν την Αυτοκεφαλία αναπόσπαστο κομμάτι της εθνικής τους ταυτότητας, με την αποτίναξη του οθωμανικού ζυγού. 
Διαβάζουμε σε ανακοινώσεις Αυτοκεφάλων Εκκλησιών ότι αν δεν βρεθεί η λύση μεταξύ Μόσχας και Κωνσταντινουπόλεως, πρέπει να γίνει σύγκληση Πανορθοδόξου Συνόδου ή Σύναξη Προκαθημένων, κάτι που ζήτησε εξ’ αρχής και η Μόσχα. 
Όμως, το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν έχει κάποιο πρόβλημα με την Μόσχα. Η Μόσχα έχει με το Φανάρι. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης μνημονεύει κανονικά τον Μόσχας Κύριλλο στα Δίπτυχα. Ο Πατριάρχης Μόσχας έχει διακόψει την μνημόνευση του Οικουμενικού. Εκείνος έχει θέμα. 
Το Φανάρι έκανε αυτό που έκανε πάντοτε σε σχέση με την Αυτοκεφαλία. Δεν έκανε κάτι διαφορετικό. Εάν η Ρωσική Εκκλησία θεωρεί ότι πλήττεται, ας βρει …αυτοάνοση λύση. 
Οι υπόλοιπες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες καλό θα είναι να μην κάνουν τον «δάσκαλο» στο Φανάρι, απ’ όπου απέκτησαν την εκκλησιαστική τους υπόσταση. 
Eπανέρχομαι: Ήταν δικαίωμα της Ουκρανίας η Αυτοκεφαλία. Η Μόσχα θέλει την Ουκρανία υπό την μπότα της. Παθαίνει αλλεργία, όχι στο άκουσμα, αλλά και στην ιδέα του δικαιώματος. 
Όμως το Φανάρι προπορεύεται. Όχι μόνο ως Πρωτόθρονη Εκκλησία της Ορθοδοξίας. Αλλ’ ως Εκκλησία που γεννά την ιστορία εν ελευθερία και αγάπη σε κάθε εποχή. 
Ας αφουγκραστούμε την φωνή του Πατριάρχη: «Τα ανθρώπινα δικαιώματα ανήκουν στον πυρήνα της εκκλησιαστικής μαρτυρίας».

Άφιξη του νεοχειροτονηθέντος Επισκόπου Μαλάουι κ. Φωτίου στη νεοσύστατη Επισκοπή του


Σήμερα, Σάββατο 23 Φεβρουαρίου 2019, αφίχθη στο Διεθνές Αεροδρόμιο του Μπλαντάιρ της χώρας Μαλάουι ο νέος Θεοφ. Επίσκοπος Μαλάουι κ. Φώτιος. Τον Θεοφιλέστατο υποδέχθηκε ο Σεβ. Μητροπολίτης Ζάμπιας κ. Ιωάννης (στον οποίον μέχρι τώρα υπαγόταν το Μαλάουι), αντιπροσωπεία από την Πρεσβεία, την Εκκλησία και την ομογένεια, με επικεφαλής τον Εξοχότατο Πρέσβη της Ελλάδος στη Ζιμπάμπουε κ. Γ. Μαρκαντωνάτο, τον Πρωτοπρεσβύτερο Ερμόλαο Ιατρού, Αρχιερατικό Επίτροπο Μαλάουι και άλλοι ιερείς της πόλεως αυτής.












Επιστρέφοντας, μετανοημένοι άσωτοι, στην πατρική αγκαλιά

ΟΜΙΛΙΑ  ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ 
της Κυριακής του Ασώτου 
24 Φεβρουαρίου 2019 
(Λουκ. ιε΄ 11-32)

Γράφει ο π. Αναστάσιος Στεργιώτης 

Τρομερό υπήρξε το κατάντημα του αρχοντόπουλου εκείνου, το οποίο κατάληξε ρυπαρός και περιφρονημένος χοιροβοσκός, αφού προηγουμένως είχε κατασπαταλήσει το μερίδιό του από την πατρική περιουσία, το οποίο απαίτησε να του δοθεί. 

Ένιωθε περιορισμένος και καταπιεσμένος στο πατρικό σπίτι, στο οποίο μεγάλωσε με τόσες ανέσεις και στοργή. Και ο γέροντας πατέρας του, παρά την λύπη του, δεν αρνήθηκε να του κάνει το χατίρι. Έτσι, του έδωσε το μερίδιό του και την ελευθερία του. Και ο γιος πώς τα αξιοποιεί όλα αυτά; Φεύγει μακριά και κατασπαταλά τα πλούτη του με κόλακες και πόρνες, επιδιδόμενος σε γλέντια και σπατάλες. Και όταν η περιουσία του χάνεται οριστικά και μένει μόνος και εγκαταλελειμμένος από όλους αυτούς, που πια δεν είχαν να κερδίσουν τίποτα απ’ τον ίδιο, καταντάει να βόσκει χοίρους, πεινασμένος και εξαθλιωμένος. Τότε ο πόνος συντρίβει την ψυχή του, ενώ η ανάμνηση της προηγούμενης ζωής και της αχαριστίας του τον τυραννά. Αποφασίζει να επιστρέψει στο πατρικό σπίτι και να πέσει στα πόδια του πατέρα του, ζητώντας του συγνώμη με συντριβή και παρακαλώντας τον να τον δεχτεί, έστω ως υπηρέτη του.

Όμως ο πατέρας ανοίγει την πατρική αγκαλιά και τον δέχεται με αγάπη και στοργή, παρά τις αντιρρήσεις του άλλου του γιου, ο οποίος δεν ανεχόταν τα γλέντια και τους πανηγυρισμούς για την επιστροφή του ασώτου αδελφού του, ενώ ο ίδιος, όλα αυτά τα χρόνια, εργαζόταν σκληρά χωρίς να ζητήσει ποτέ ανταμοιβή.

Γνωρίζουμε ότι σχεδόν πάντοτε, την σωματική αμαρτία και ασωτία την ακολουθεί πείνα, στέρηση υλική, κοινωνική εξαθλίωση, απαξίωση και ανυποληψία. Όμως την πνευματική ασωτία και παρακοή του θελήματος του Θεού, την ακολουθεί και μια πολύ μεγαλύτερη δυστυχία: η αποστέρηση της εσωτερικής γαλήνης και της χάρης του Θεού. Και αυτό είναι αποτέλεσμα της δικής μας ελεύθερης βούλησης και περιφρόνησης του θείου θελήματος.

Η αμαρτία και η παρακοή του Ευαγγελικού Λόγου σκληραίνει την ανθρώπινη καρδιά, εμποδίζει το θείο φως να καταυγάσει την ψυχή και ο άνθρωπος αγωνιά, πνευματικά πεινασμένος και διψασμένος. Ο Θεός σέβεται την αμαρτωλή επιθυμία μας, όπως ο στοργικός πατέρας της Παραβολής, καίτοι θλίβεται συχνά για εμάς. Δεν επιθυμεί να πιέσει τον άνθρωπο ή να τον εξαναγκάσει με το ζόρι για να είναι ευσεβής, αλλά περιμένει πάντοτε την επιστροφή του αμαρτωλού. Ανοίγει στοργικά την πατρική αγκαλιά γι’ αυτόν που μετανόησε ειλικρινά και τον καθίζει στην τράπεζα της ουράνιας βασιλείας Του. Τότε ο άνθρωπος που κατασπατάλησε τα θεία χαρίσματα και δείχθηκε αχάριστος πατροκτόνος, ανακτά την πραγματική, ηθική και ψυχική ελευθερία του. Αυτήν ας φροντίσουμε να μη χάσουμε ποτέ. Γένοιτο!

«Εισπηδήσεις» και «Κανονικά εδάφη». Απορίες και σχόλια στον απόηχο του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου

Του Μεγάλου Πρωτοπρεσβυτέρου Γεωργίου Τσέτση

Δεν θα είναι υπερβολή αν λεχθεί ότι στο πολύκροτο ζήτημα της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, η Εκκλησία της Ρωσίας έπεσε στο λάκκο τον οποίο έσκαβε εδώ και πολύ καιρό, προκειμένου να θάψει, ευκαιρίας δοθείσης, το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Και εξηγούμαι. 

Είναι γνωστό πως, καλώς ή κακώς, μια νέα διαδικασία απονομής Αυτοκεφαλίας σε μια τοπική Ορθόθοξο Εκκλησία είχε ξεκινήσει το 1976 ήδη και εγκριθεί το 2009, με ομόφωνο Διορθόδοξο απόφαση, κατόπιν πολλών κόπων και μόχθων. Αλλά, να μη λημονηθεί, και με την φιλάδελφη και θυσιαστική χειρονομία της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως, η οποία, προκειμένου να διασφαλίσει την Πανορθοδόξο ενότητα, έστρεξε να αναστείλει το επί αιώνας ολόκληρους ισχύσαν και λειτουργήσαν κανονικό της προνόμιο, βάσει του οποίου, κατακερματίζοντας το εαυτής σώμα, είχε προβεί κατά διαστήματα στην χειραφέτηση των Ορθοδόξων λαών που διαβιούσαν βορείως και δυτικώς της Κωνσταντινουπόλεως, χορηγώντας σ’ αυτούς Αυτοκεφάλο καθεστώς. 

Δεν υπάρχει αμφιβολία ότι αν, κατά την καρκινοβατούσα προπαρασκευαστική φάση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου περί τα τέλη του 20ού και τις αρχές του 21ου αιώνος, δεν υπήρχε η ατέρμον και σχολαστική εκείνη συζήτηση περί του «τρόπου υπογραφής» του εκδοθησομένου Τόμου Αυτοκεφαλίας, τουτέστιν αν οι Προκαθήμενοι των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών «συναποφαίνονται» ή «αποφαίνονται» όπως ο Οικουμενικός Πατριάρχης, το θέμα περί του «Τρόπου Ανακηρύξεως Αυτοκεφάλου» θα εντασσόταν στην Ημερησία Διάταξη της Συνόδου, η δε χορήγηση Αυτοκεφαλίας στην Εκκλησία της Ουκρανίας θα ελάμβανε μιαν εντελώς άλλη διάσταση και δεν θα είχαμε την νοσηρή κατάσταση που βιώνουμε τον τελευταίο καιρό. 

Η επιμονή των ρώσων αντιπροσώπων, και μερικών συνοδοιπόρων τους, στη χρήση του ρήματος «αποφαίνομαι» αντί του «συν-αποφαίνομαι», δεν ήταν καθόλου αθώα. Ηλίου φαεινότερον ήταν πως αποσκοπούσε στην αμφισβήτηση και τον υποβιβασμό του ρόλου του Πατριάρχου Κωνσταντινουπόλεως στα Διορθόδοξως δρώμενα, με υπόβαθρο την νεοφανή, ισοπεδωτική και αιρετίζουσα εκκλησιολογική αντίληψη του Μητροπολίτου Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνος, (την οποία συχνά-πυκνά επαναλαμβάνει), σύμφωνα με την οποία η Μία Αγία Καθολική και Αποστολική Ορθόδοξος Εκκλησία, που ομολογούμε στο Σύμβολο της Πίστεως, είναι απλώς μία «Ομοσπονδία» (sic) τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών, επικεφαλής της οποίας δεν ευρίσκεται καμιά υπεροχική Αρχή. 

Πολύς λόγος έγινε επ’ εσχάτων αν το Πρωτόθρονο Οικουμενικό Πατριαρχείο, Μήτηρ Εκκλησία όλων των μη Πρεσβυγενών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, είχε ή όχι το κανονικό δικαίωμα να δεχθεί το Έκκλητον του πάλαι ποτέ Μητροπολίτου Κιέβου Φιλαρέτου Ντενισένκο και των συν αυτώ, και να προβεί εν συνεχεία στη χορήγηση Αυτοκεφαλίας σε ένα ευρύ τμήμα του Ορθοδόξου Ουκρανικού λαού, ο οποίος από πολύ καιρό αποζητούσε τον απογαλακτισμό του από την Εκκλησία της Ρωσίας. Ως εκ τούτου, παρέλκει οποιαδήποτε αναφορά στην πτυχή αυτή του ζητήματος. Έπειτα μάλιστα από την δημοσίευση σειράς όλης εμπεριστατωμένων μελετών που εκπόνησαν διακεκριμένοι ιστορικοί και κανονολόγοι. 

Ωστόσο, θα ήθελα να αναφερθώ στους όρους «εισπήδηση» και «κανονικό έδαφος» που κατά κόρον χρησιμοποιούνται από ρωσικής πλευράς στην αντιπαράθεση αυτή, και ακολούθως να θίξω την πολιτική διάσταση του Ουκρανικού ζητήματος με το οποίο βρισκόμαστε σήμερα αντιμέτωποι. 

Περί «εισβολής» της Κωνσταντινουπόλεως σε κανονικά εδάφη της Εκκλησίας Ρωσίας, αρχικά είχε κάμει λόγο ο Μητροπολίτης Αγίας Πετρουπόλεως Βαρσανούφιος, τον Σεπτέμβριο του 2018 στα Ιεροσόλυμα, όπου βρισκόταν ως προσκυνητής. «Μετά την επανάσταση (του 1917)», έλεγε, «η Κωνσταντινούπολις μας άρπαξε (sic) τη Φινλανδία, την Πολωνία, την Εσθονία, και τώρα πλέον αγωνίζεται να αποσπάσει την Ουκρανία», δηλώνοντας συνάμα ότι το Πατριαρχείο Μόσχας δεν θα επιτρέψει τις αντικανονικές ενέργειες της Κωνσταντινουπόλεως, του «Πάπα της Ανατολής», δοθέντος ότι «όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είναι ισότιμες, όπως ισότιμοι κατά την εξουσία τους είναι όλοι οι Πατριάρχες και συνεπώς αδυνατούν να παρεμβαίνουν στα των κατά τόπους Εκκλησιών». (βλ. «Bήμα Ορθοδοξίας» 20.9.2018) 

Στα ίδια μήκη κύματος, και με την ίδια σχεδόν ορολογία, είχε ομιλήσει τον Δεκέμβριο του ιδίου έτους και ο Πατριάρχης Μόσχας Κύριλλος, δηλώνοντας ότι «η δημιουργία Αυτοκέφαλης Εκκλησίας στην Ουκρανία, αποτελεί αντικανονική και επιθετική παρέμβαση της Κωνσταντινούπολης στην εσωτερική ζωή της Ρωσικής Εκκλησίας», προσθέτοντας ότι «τον καιρό που η Ρωσία αντιμετώπιζε αθεϊστικές διώξεις, η Κωνσταντινούπολη έκανε ό,τι ήταν δυνατόν για να «αρπάξει»(sic) τμήματα που της ανήκαν: Εσθονία, Φινλανδία, Πολωνία και Λετονία» (βλ. «Ρομφαία», 21.12. 2018) 

Από την πλευρά του, ο εκ των σημαντικοτέρων παραγόντων της Ρωσικής Ιεραρχίας Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίων έσπευσε να χαρακτηρίσει ως «άνομη πράξη» την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείο να παράσχει Αυτοκεφαλία στην Εκκλησία Ουκρανίας. Κατά την άποψή του, «η απόφαση του Φαναρίου, παραβιάζει κατάφορα τους ιερούς κανόνες, περιφρονεί την ενότητα της παγκόσμιας Ορθοδοξίας και τεκμηριώνει την "εισβολή" του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο κανονικό έδαφος της Ρωσικής Εκκλησίας». (βλ. «Ρομφαία», 11.10.2018) 

Έπειτα από τις ανωτέρω αιτιάσεις, γεννάται ένα εύλογο ερώτημα. Από πότε και με ποια Κανονική Εκκλησιαστική Πράξη η Πολωνία, η Φιλλανδία, η Λεττονία και η Εσθονία κατέστησαν «κανονικό έδαφος» της Εκκλησίας της Ρωσίας; Τα όρια της Ορθοδόξου Εκκλησίας της Ρωσίας είχαν καθορισθεί το 1593 από την Μείζονα Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως και ταυτίζονταν προς εκείνα του Ρωσικού κράτους. Κατά συνέπεια, ο Προκαθήμενός της αναγνωριζόταν μόνον ως «Πατριάρχης Μοσχόβου και πάσης Ρωσίας και των υπερβορείων μερών». Και καθώς είναι γνωστό, στα υπερβόρεια αυτά μέρη δεν συμπεριλαμβάνονταν ούτε η Πολωνία, ούτε η Φιλλανδία, ούτε οι χώρες της Βαλτικής. Να μη λησμονείται ότι την εποχή κατά την οποία η Εκκλησία της Ρωσίας αποκτούσε την Αυτοκεφαλία της, το ήμισυ του Εσθονικού χώρου ανήκε στην Σουηδία και το έτερο ήμισυ στην Πολωνία. 

Αποτελεί φαιδρότητα το να κατηγορείται σήμερα το Οικουμενικό Πατριαρχείο για «εισπήδηση» σε ξένα κανονικά εδάφη από μια σχετικά νεοφανή Αυτοκέφαλο Εκκλησία, η οποία κατά τον ρου τής βραχύχρονης, σε σύγκριση με τα πρεβυγενή Πατριαρχεία, ιστορίας της, διηύρυνε με κάθε ευκαιρία τα από τον Τόμο Αυτοκεφαλίας της θεσπισθένα όριά της, εισπηδώντας σε εδάφη άλλων Ορθοδόξων Εκκλησιών, ελέω Τσαρικών στρατευμάτων ή Σοβιετικών τεθωρακισμένων. 

Τι άλλο, αν όχι εισπήδηση, αποτελούσε η κατάργηση το 1811 της από τον τέταρτο αιώνα υφιστάμενης Εκκλησίας της Γεωργίας και η ενσωμάτωσή της στο Πατριαρχείο Μόσχας, έπειτα από την κατοχή της χώρας αυτής του Καυκάσου από τον Τσαρικό Στρατό; Αλλά και σήμερα, τι άλλο από εισπήδηση είναι η μετά τον Ρωσο-Γεωργιανό πόλεμο του 2008 εξ αποστάσεως διαποίμανση από τον ρώσο Αρχιεπίσκοπο Μαϊκόπ και Αδιγένι Τύχωνα της χηρεύουσας Επαρχίας Αμπχαζίας, που από αρχαιοτάτων χρόνων είναι κανονικό έδαφος της παλαίφατης Γεωργιανής Εκκλησίας; 

Τι έτερο από στυγνή εισβολή ήταν η ενσωμάτωση των Ορθοδόξων Ρουμάνων της Μολδαβίας-Βεσσαραβίας στο Πατριαρχείο Μόσχας, μάλιστα δις στην ιστορία, το 1812 (Τσαρική κατοχή) και το 1944 (Σοβιετική κατοχή), με συνέπεια η Επισκοπή Κίσιναου και πάσης Μολδαβίας να λειτουργεί σήμερα ως ένα είδος αυτόνομης Μητροπόλεως της Εκκλησίας της Ρωσίας; (Να σημειωθεί ότι η Μητρόπολις Μολδαβίας είχε συσταθεί το 1386, με αναφορά στην Κωνσταντινούπολη, τρεις αιώνες προτού χορηγηθεί το Αυτοκέφαλο στην Εκκλησία της Ρωσίας!) 

Δεν αποτελούσε, άραγε, ένα είδος εισπηδήσεως και η οικειοποίηση ή μάλλον αρπαγή (για να χρησιμοποιήσω την Βαρσανούφειον ορολογία) από το Πατριαρχείο Μόσχας τού από έλληνες Εθνικούς Ευεργέτες ανεγερθέντος Ιερού Ναού της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στην Βουδαπέστη (τον 18ο αιώνα), έπειτα από την Συμφωνία της Γιάλτας και την υπαγωγή της Ουγγαρίας στο Σοβιετοκρατούμενο «Ανατολικό Μπλοκ»; 

Η Κωνσταντινούπολις δεν εισέβαλε σε κανένα ξένο κανονικό έδαφος. Ούτε δικές της Επαρχίες ίδρυσε, ούτε και Θυσιαστήρια έπηξε. Απλώς, ασκώντας τα από Οικουμενικές Συνόδους θεσπισθέντα δικαιώματά της ως Πρωτοθρόνου Εκκλησίας, ανταποκρίθηκε σε αιτήματα τοπικών Ορθοδόξων Εκκλησιών που ταλαιπωρούνταν από έριδες και κανονικές αταξίες, και της ζητούσαν να κομίσει ειρήνη και να θεραπεύσει τα κακώς έχοντα στην Εκκλησία τους. 

Είναι ενδιαφέρουσα η διαπίστωση ότι μετά την εξάντληση των ιστορικο-κανονικών επιχειρημάτων της Εκκλησίας της Ρωσίας σχετικά με τους πνευματικούς δεσμούς και την κανονική σχέση της Κωνσταντινουπόλεως με την Ουκρανία και την Ρωσία, εγκαινιάσθηκε από την Μόσχα μια επιχείρηση αποσκοπούσα στην «πλύση εγκεφάλου» της κοινής γνώμης, στην παρότρυνση (ενίοτε με υπονοούμενες απειλές) των Ορθοδόξων Εκκλησιών να μη αναγνωρίσουν το Ουκρανικό Αυτοκέφαλο, αλλά και στην εμπλοκή του Αγίου Ὀρους στο Ουκρανικό imbroglio. (Σημειωθήτω ότι άριστη ήταν, η προ ημερών τοποθέτηση της Αθωνικής Πολιτείας ότι «η Ιερά Κοινότητα έχει τη σοφία και την εμπειρία, ώστε το Άγιον Όρος να μην γίνει εργαλείο και μοχλός πίεσης για αλλότριους σκοπούς». Η Αθωνική αυτή κατάθεση ήταν μια άμεση αντίδραση στα προπετώς λεχθέντα από τον Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ στο Jesus–portal.ru, ότι ελπίζει το Άγιον Όρος να λάβει την ορθή απόφαση όσον αφορά στο θέμα της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας).  

Στην επιχείρηση αυτή επιστρατεύθηκαν Ιεράρχες, κληρικοί και λαϊκοί, όχι μόνο από την Ρωσία και την Ουκρανική Εξαρχία της, αλλά και από άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, (Αντιοχείας, Σερβίας, Βουλγαρίας, Πολωνίας, Τσεχίας/Σλοβακίας, ενδεχομένως δε και της Ελλάδος), προκειμένου να καυτηριάσουν την πρωτοβουλία του Φαναρίου, να προβάλουν την πολιτική, κυρίως, διάσταση των εκκλησιαστικών ανακατατάξεων στην Ουκρανία και να συνηγορήσουν υπέρ της συγκλήσεως μιας Πανορθοδόξου Συνόδου προς επίλυση του Ουκρανικού προβλήματος. Χωρίς, βεβαίως, να διευκρινίζουν ποίος θα είναι ο συγκαλών την Σύνοδο! 

Χαρακτηριστική επί του προκειμένου ήταν η δήλωση του Πατριάρχου Αντιοχείας Ιωάννου ότι δηλ. «οσάκις η πολιτική επεμβαίνει στο εσωτερικό της εκκλησιαστικής ζωής, τότε δυστυχώς, έχουμε αυτό που συμβαίνει στην Ουκρανία. Η πολιτική παρέμβαση δεν είναι αποδεκτή. Πρέπει να αναζητήσουμε μια εκκλησιαστική λύση σ’ όλα τα προβλήματα» (βλ. «Sputnik», 5.2.2019). Παράδοξη όντως δήλωση. Ωσάν να μην έχουν πολιτική χροιά και διάσταση η συμπόρευση του Πατριαρχείου Αντιοχείας με την «δυναστεία» Ασάντ επί 45 ολόκληρα χρόνια, ή ο πρόσφατος εναγκαλισμός της με την «Συριοσώτειρα» Ρωσία, έπειτα από την έναρξη του πολυδιάστατου και αιματηρού πολέμου στην Συρία.

Στην χορεία εκείνων που έδωσαν έμφαση στην πολιτική διάσταση του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου δεν δίστασε να προστεθεί και ο Ρώσος Πρόεδρος Βλαδίμηρος Πούτιν, για να φανεί προφανώς αλληλέγγυος του Πατριαρχείου Μόσχας, αλλά κυρίως για να υπομνήσει urbi et orbi πως για την Ρωσία, η Ουκρανία έχει μείζονα γεωπολιτική σπουδαιότητα και συνεπώς η μελλοντική της υφή και πορεία στην διεθνή σκακιέρα δεν είναι ζήτημα διαπραγματεύσιμο. Έτσι, κατά την 14η ετήσια Συνέντευξη Τύπου τον παρελθόντα Δεκέμβριο, ενώπιον 1700 δημοσιογράφων ο Πρόεδρος Πούτιν ανεφέρθη στο ζήτημα της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας, παρατηρώντας ότι αυτή σχετίζεται με τις προεδρικές εκλογές στην Ουκρανία. «Οι λόγοι είναι καθαρώς πολιτικοί» δήλωσε. «Το γεγονός ότι ο Αμερικανός Υπουργός Εξωτερικών σχολίασε θετικά την χορήγηση Αυτοκεφαλίας, είναι κάτι αδιανότητο και εντελώς ανεπίτρεπτο» (βλ. «Sputnik», 26.12. 2018). 

Η τοποθέτηση αυτή του Ρώσου Προέδρου δεν αποτελούσε κεραυνόν εν αιθρία. Εντασσόταν στα πλαίσια των όσων είχαν διαδραματισθεί ευθύς μετά την διάλυση της Σοβιετικής Ενώσεως και την δημιουργία, τον Δεκέμβριο του 1991, της Ρωσικής Ομοσπονδίας. Να μη λησμονηθεί ότι στις 15 Μαρτίου 1996, η Ρωσική Βουλή είχε επικυρώσει την νομιμότητα ενός δημοψηφίσματος τον Μάρτιο του 1991, το οποίο είχε ταχθεί υπέρ της διατηρήσεως, θεωρητικά τουλάχιστον, των συνόρων της πάλαι ποτέ Σοβιετικής Ενώσεως. Τούτο σημαίνει ότι, παρά την ίδρυση της Ρωσικής Ομοσπονδίας, η Ρωσική Βουλή θεωρούσε πως στη συνείδηση του ρωσικού λαού, η Σοβιετική Ένωση δεν καταργήθηκε, αλλά συνεχίζει να υπάρχει! 

Θα ήθελα να ολοκληρώσω την σύντομη αυτή αναδρομή με μια περίεργη τοποθέτηση του Αρχιεπισκόπου Νιζίνσκι Κλήμεντος, που είναι ενδεικτική του κομπασμού και της νοοτροπίας των ρώσων αδελφών. Σε συνέντευξή του με τον Ανδρέα Λουδάρο, υπεύθυνο της ιστοσελίδας «Ορθοδοξία.info», ο Αρχιεπίσκοπος Κλήμης, αφού πρώτα κατηγορούσε τον Οικουμενικό Πατριάρχη για υποκρισία και προσωπικές φιλοδοξίες, τον καλούσε με περισσή έπαρση «να θυμηθεί πως Βυζάντιο δεν υπάρχει εδώ και 500 χρόνια και πως τα προνόμια του είναι αυτά μιας ανύπαρκτης αυτοκρατορίας» (βλ. «Ορθοδοξία.info» 5.11.2018). 

Ασφαλώς, «η Πόλις εάλω» και με την πτώση της εξέλιπε από προσώπου της γης η κραταιά Βυζαντινή Αυτοκρατορία. Αγνοεί, όμως, η Πανιερότης του ότι οι Ιεροί Κανόνες, όπως και οι αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων, που διέπουν σήμερα, και θα διέπουν εσαεί, την οικουμενική Ορθοδοξία, έχουν διαχρονική αξία και ισχύ; Λησμονεί πως η Εκκλησία της Ρωσίας έλαβε αυτοκέφαλη υπόσταση 140 χρόνια μετά την πτώση της Κωνσταντινουπόλεως, χάρις στα διά μέσου των αιώνων συνεχιζόμενα και Συνοδικώς κατοχυρωμένα προνόμια του Οικουμενικού Πατριάρχου; Προφανώς, ναι! Αλλά τι να περιμένει κανείς από μια Εκκλησία που δεν έχει βιώσει την Συνοδική εμπειρία της πρώτης μ.Χ. χιλιετίας και η οποία νομίζει πως η ιστορία της Ορθοδοξίας αρχίζει από τότε που απέκτησε αυτή Αυτοκέφαλη υπόσταση και ο Προκαθήμενός της περιεβλήθη την Πατριαρχική αξία;

Πατριαρχικά Εγκαίνια νεόδμητου Ναού στην Ντόχα του Qatar [video + φωτογραφίες]





Τήν Παρασκευήν, 9ην/ 22αν Φεβρουαρίου 2019, ἐτελέσθη ἡ τελετή τῶν Ἐγκαινίων τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τοῦ Ὁσίου Πατρός ἡμῶν Ἰσαάκ τοῦ Σύρου, τοῦ ἁγίου ἐνδόξου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου καί τοῦ ἁγίου Μακαρίου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων ὡς ἀναφέρεται κάτωθι.

Πρό τῶν λεπτομερειῶν, ἀναφερομένων εἰς τήν τελετήν, ἄξιον μνήμης τυγχάνει σύντομον ἱστορικόν σημείωμα περί τῆς ἱδρύσεως τοῦ Ἱεροῦ Ναοῦ τούτου.

Περί τό ἔτος 1990 πρῶτος ἐπεσκέφθη τό Qatar, ἀκριτικήν δικαιοδοσίαν τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων εἰς τήν Ἀραβικήν χερσόνησον ὁ μακαριστός Πατριάρχης Ἱεροσολύμων Διόδωρος ὁ Α΄, γενόμενος δεκτός ὑπό τοῦ τότε Ἐμίρη πρίγκιπος τοῦ Qatar Hamed Bin Κhalifa Al Thani.

Τήν ἐπίσκεψιν ταύτην ἠκολούθησεν ἀποστολή ὑπό τοῦ Πατριάρχου  Διοδώρου τοῦ νῦν Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου καί τότε Ἀρχιμανδρίτου Θεοφίλου, τῇ αἰτήσει τοῦ τότε Πρέσβεως τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Ἀμερικῆς κ. Πάτρικ Θέρου, ἵνα τελέσῃ τάς ἀκολουθίας τοῦ Πάσχα διά τήν ὀλιγαριθμοῦσαν Ἑλληνικήν Κοινότητα εἰς αἴθουσαν τῆς Ἀμερικανικῆς Πρεσβείας, καθ’ ὅτι δέν ὑπῆρχε μέχρι τότε Ἱερός Ναός διά τούς Χριστιανούς εἰς Κατάρ.

Τῆς ἀρχῆς ταύτης γενομένης, ἠκολούθησαν ἐνέργειαι πρός τήν Κυβέρνησιν τοῦ Κατάρ, διά χορήγησιν ἀδείας ἀνεγέρσεως Ἱεροῦ Ναοῦ εἰς τήν πρωτεύουσαν Ντόχαν τοῦ Qatar ὑπό τοῦ Πατριαρχείου.

Εἰς τό αἴτημα τοῦτο ἀνταποκρινομένη ἡ Κυβέρνησις τοῦ Qatar, ἐχορήγησε εἰς τό Πατριαρχεῖον ἔκτασιν γῆς εἰς Ντόχαν, οὐχί ὡς ἰδιοκτησίαν, ἀλλά πρός χρῆσιν μόνον. Ἐπί τῆς γῆς ταύτης ἤρξατο ἡ ἀνέγερσις τοῦ ὑπό ἐγκαινιασμόν ἱεροῦ Ναοῦ. Τό διάβημα τοῦτο τοῦ Πατριαρχείου ἔδωσε τό παράδειγμα καί εἰς ἄλλας χριστιανικάς ὁμολογίας καί ἐζήτησαν καί παρεχωρήθη εἰς αὐτάς ἔκτασις γῆς εἰς συγκεκριμένην περιοχήν, ἔνθα παρεχωρήθη εἰς τό Πατριαρχεῖον καί ἀνήγειραν καί αὗται ἱερόν Ναόν. Οὕτως τό Πατριαρχεῖον ἐγένετο ὁ αἴτιος τῆς ἐπιστροφῆς τοῦ Χριστιανισμοῦ εἰς Qatar. Τό ἔτος 2010 ὁ Μακαριώτατος Πατήρ ἡμῶν καί Πατριάρχης Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλος ἐπεσκέφθη τό Qatar, γενόμενος δεκτός ὑπό τοῦ Ἐμίρη πρίγκιπος τοῦ Qatar Hamed Bin Khalifa Al Thani καί ἔθεσε τόν θεμέλιον λίθον ἀνεγέρσεως Ἱεροῦ Ναοῦ.

Ὁ ἀρξάμενος νά ἀνεγείρεται Ἱερός Ναός, ἐσυνέχισε ἀνοικοδομούμενος καί συμπληρούμενος μετά τοῦ ἔναντι αὐτοῦ ἡγουμενείου/Ἐπισκοπικῆς κατοικίας-φιλοτίμοις ἐνεργείαις καί προσπαθείαις καί πολλοῖς κόποις καί μόχθοις ὑπό τοῦ Πατριαρχικοῦ Ἐπιτρόπου Qatar Ἀρχιμανδρίτου Μακαρίου Ἁγιοταφίτου καί ἀπό τοῦ 2014 Ἀρχιεπισκόπου Καττάρων Σεβασμιωτάτου κ. Μακαρίου, ἕως ὅτου συνδρομαῖς οἰκονομικαῖς τοῦ Πατριαρχείου καί εὐλαβῶν δωρητῶν, ἔφθασεν εἰς τήν ὁρωμένην νῦν αὐτοῦ κατάστασιν, ὑποδεικνύουσαν τήν ἀνάγκην καθαγιασμοῦ αὐτοῦ διά τελετῆς ἐγκαινίων-στερεώσεως αὐτοῦ εἰς αἰῶνα τόν ἅπαντα διά τήν λατρείαν καί τόν ἁγιασμόν τοῦ ἐκκλησιάσματος νῦν ἐν αὐτῷ δέκα χιλιάδων ἐνοριτῶν Ἑλληνορθόξων ἐκ διαφόρων χωρῶν.

Ἡ τελετή αὕτη ἐτελέσθη τήν ὡς ἄνω λεχθεῖσαν ἡμέραν συμφώνως πρός τό Τυπικόν τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας τῶν Ἐγκαινίων διά περιφορᾶς τῶν ἱερῶν λειψάνων ὁσιομαρτύρων τῆς Ἱερᾶς Λαύρας Σάββα τοῦ ἡγιασμένου τρίς πέριξ τοῦ Ναοῦ, διά τῆς ἐμφυτεύσεως αὐτῶν εἰς τό φυτόν τῆς ἁγίας Τραπέζης, ἐπαλείψεως αὐτῆς, τῶν ἀντιμηνσίων καί τῶν τοίχων τοῦ ναοῦ δι’ Ἁγίου Μύρου καί διά θείας Λειτουργίας ἐν συνεχείᾳ, προεξάρχοντος τοῦ Μακαριωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεοφίλου, συλλειτουργούντων Αὐτῷ τῶν Σεβασμιωτάτων Ἀρχιεπισκόπων Κωνσταντίνης κ. Ἀριστάρχου, Καττάρων κ. Μακαρίου, Πέλλης κ. Φιλουμένου, Μαδάβων κ. Ἀριστοβούλου καί Ἰωάννου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Σερβίας, τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Εὐδοκίμου πνευματικοῦ τῆς ἱερᾶς Λαύρας ὁσίου Σάββα τοῦ ἡγιασμένου, τοῦ ἱερέως τῆς Μαδηβᾶ π. Γεωργίου, τοῦ Ἀρχιδιακόνου Μάρκου, ψαλλούσης τῆς ἐκ Θεσσαλονίκης χορῳδίας ὑπό τήν διεύθυνσιν τοῦ κ. Ἰωάννου Χασανίδου ἑλληνιστί καί ὑπό τῆς χορῳδίας τῆς ἐνορίας ἀραβιστί, παρουσίᾳ τοῦ Πρέσβεως τῆς Ἑλλάδος εἰς Κατάρ ἐξοχωτάτου κ. Κωνσταντίνου Ὀρφανίδου καί τοῦ Πρέσβεως τῆς Κυπριακῆς Δημοκρατίας εἰς Κατάρ ἐξοχωτάτου κ. Μιχαήλ Ζαχαρίογλου, διπλωματικῶν ἀντιπροσώπων ἄλλων κρατῶν, προσκεκλημένων κληρικῶν Μητροπόλεων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κρήτης, τῆς ἡγουμένης μοναχῆς Θεοξένης καί μοναζουσῶν τῆς Πατριαρχικῆς καί Σταυροπηγιακῆς Ἱ. Μονῆς Χρυσοπηγῆς τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Κυδωνίας καί Ἀποκορώνου καί συμμετοχῇ πανδήμου λαοῦ προσευχομένων καί δοξολογούντων τόν Θεόν ἐπί τῇ δωρεᾷ ταύτῃ τοῦ ἐγκαινιασμοῦ Nαοῦ εἰς τό κέντρον τῆς Ἀραβικῆς χερσονήσου διά τόν ἁγιασμόν αὐτοῦ ἐν τῇ τελέσει τῶν Mυστηρίων ἐν αὐτῷ.

Τό εὐλαβές ἐκκλησίασμα τοῦτο προσεφώνησεν ὁ Μακαριώτατος διά τῆς κάτωθι προσφωνήσεως Αὐτοῦ ὡς ἕπεται:

 «Τά πάντα ἐφώτισε τῇ παρουσίᾳ Χριστός· τόν κόσμον ἀνεκαίνισε Πνεύματι θείῳ Αὐτοῦ· ψυχαί ἐγκαινίζονται· οἶκος γάρ ἀνετέθη νῦν εἰς δόξαν Κυρίου, ἔνθα καί ἐγκαινίζει, τῶν πιστῶν τάς καρδίας, Χριστός ὁ Θεός ἡμῶν εἰς σωτηρίαν βροτῶν», ἀναφωνεῖ ὁ ὑμνῳδός τῆς ἐκκλησίας.

 Ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί,
εὐλαβεῖς Χριστιανοί,

Ἀγάλλου οὐρανέ καί γῆ εὐφραινέσθω, ὅτι Χάριτι Θεοῦ συνήχθημεν σήμερον ἱερός κλῆρος καί εὐσεβής λαός ἐν τῷ Ἐμιράτῳ τοῦ κράτους τοῦ Qatar, τοῦ τελοῦντος ὑπό τήν κανονικήν πνευματικήν δικαιοδοσίαν τοῦ Πατριαρχείου Ἱεροσολύμων, ἵνα ἐν εὐχαριστίᾳ καί δοξολογίᾳ τελέσωμεν τά Ἐγκαίνια τοῦ ἱεροῦ τούτου περικαλλοῦς ναοῦ, τοῦ ἀνεγερθέντος πρός τιμήν τοῦ ἐγχωρίου ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰσαάκ τοῦ Σύρου ὡς καί τοῦ Ἁγίου μεγαλομάρτυρος Γεωργίου.

 Ἐν τῇ ἱερᾷ Ἱστορίᾳ, δηλονότι τῇ Ἁγίᾳ Γραφῇ, ἐπισημαίνεται τό γεγονός ὅτι Κύριος ὁ Θεός παρέδειξε τήν Σκηνήν τοῦ Μαρτυρίου, τήν ὁποίαν ἐπήξατο ἐν τῇ γῇ ὁ θεσπέσιος Μωϋσῆς. Εἶχεν ἡ Σκηνή αὐτή τοῦ μαρτυρίου δικαιώματα λατρείας, (Ἑβρ. 9,1), «Σολομών δέ ᾠκοδόμησεν αὐτῷ [τῷ Θεῷ] οἶκον», (Πράξ. 7,47), δηλονότι  τόν Ναόν, ἔνθα προσεφέροντο θυσίαι ζῴων, «ὧν γάρ τό αἷμα περί ἁμαρτίας εἰς τά Ἅγια», (Ἑβρ. 13,7-16).

 Ἡμῖν δέ τοῦ Θεοῦ Λόγου Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ ἐπιδημήσαντος κατά σάρκα, ἐθεασάμεθα ὡς μαρτυρεῖ ὁ Ἅγιος Ἰωάννης ὁ Εὐαγγελιστής φαιδράν τήν δόξαν ἣν εἶχεν ὁ ἴδιος παρά Πατρός, ἐν ἀληθείας χάριτι. «Ὅσοι δέ πίστει τοῦτον ἐλάβομεν, ἔδωκε τοῖς πᾶσιν ἐξουσίαν, τοῦ γενέσθαι τέκνα Θεοῦ· οἳ οὐκ ἐξ αἱμάτων, οὐδέ ἐκ θελήματος σαρκός ἀναγεννηθέντες, ἀλλ’ ἐκ Πνεύματος Ἁγίου ἐπαυξηθέντες, οἶκον προσευχῆς ἐπήξαμεν, καί βοῶμεν· Τοῦτον τόν οἶκον στερέωσον Κύριε».

Ὁ μέν οἶκος τοῦ Θεοῦ, δηλονότι ὁ ἐγκαινιαζόμενος ναός, εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένος μέ τήν ἐν Πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρείαν καί προσκύνησιν τοῦ Θεοῦ. «Πνεῦμα ὁ Θεός καί τούς προσκυνοῦντας αὐτόν ἐν πνεύματι καί ἀληθείᾳ δεῖ προσκυνεῖν», (Ἰωάν. 4, 23-24). Ἡ δέ προσευχή εἶναι ἀνάβασις νοῦ πρός τόν Θεόν ἤ παράκλησις νά δοθοῦν ἀπό τό Θεόν αὐτά πού πρέπουν: «Προσευχή ἐστιν ἀνάβασις νοῦ πρός Θεόν ἤ αἴτησις τῶν προσηκόντων παρά Θεοῦ», λέγει ὁ ἅγιος Ἰωάννης ὁ Δαμασκηνός. Κατά δέ τόν ὅσιον Ἰωάννην τόν Σιναΐτην «προσευχή ἐστι κατά μέν τήν αὐτῆς ποιότητα, συνουσία καί ἕνωσις ἀνθρώπου καί Θεοῦ· κατά δέ τήν ἐνέργειαν τροφή ψυχῆς καί νοῦ φωτισμός».

 Διά τοῦτο καί μετά τοῦ Ἁγιωτάτου Πατριάρχου Ἱεροσολύμων καί προκατόχου ἡμῶν Σωφρονίου ἀναφωνοῦμεν: «Σήμερον τά ἄνω τοῖς κάτω συνεορτάζει καί τά κάτω τοῖς ἄνω συνομιλεῖ· σήμερον ἡ ἱερά καί μεγαλόφωνος τῶν Ὀρθοδόξων Ρωμαίων πανήγυρις ἀγάλλεται· μέγας εἶ Κύριε καί θαυμαστά τά ἔργα Σου καί οὐδείς λόγος ἐξαρκέσει πρός ὕμνον τῶν θαυμασίων Σου».

 Καί ἐν μέν τῷ Φρικτῷ τόπῳ τοῦ Γολγοθᾷ ἐν Ἱερουσαλήμ ὑψωθείς ἑκουσίως Κύριος ἐπί Σταυροῦ εἰργάσατο τήν ἡμῶν τῶν ἀνθρώπων σωτηρίαν, καινίσας πᾶσαν τήν κτίσιν, ἐν δέ τῷ καθιερωθέντι καί ἁγιασθέντι τῇ δυνάμει τοῦ Ἁγίου Πνεύματος καί ταῖς Πρεσβείαις τῆς Ὑπερευλογημένης  Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου Μαρίας σύν ταῖς ἱκεσίαις τοῦ ὁσίου πατρός ἡμῶν Ἰσαάκ, ὅπως καί τοῦ Ἁγίου Γεωργίου, ἱερῷ τούτῳ ναῷ τῷ τελουμένῳ ἐν φυσικῇ καί πνευματικῇ ἐκκλησιαστικῇ κοινωνίᾳ μετά τοῦ Παναγίου καί Ζωοδόχου Τάφου τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ, δωρεῖται τόν φωτισμόν καί ἀνακαινισμόν τῆς ἐκ νεκρῶν Ἀναστάσεως Αὐτοῦ πᾶσι τοῖς ἐν πίστει Πνεύματι καί ἀληθείᾳ λατρεύουσιν καί ἐν μετανοίᾳ προσευχομένοις ἐν αὐτῷ. 

 «Τοῦ Κυρίου ἡ γῆ καί τό πλήρωμα αὐτῆς, ἡ Οἰκουμένη καί πάντες οἱ κατοικοῦντες ἐν αὐτῇ», (Ψαλμ. 23) ψάλλει ὁ Δαυΐδ. Εἰς τό ἐγκαινιασθέν τοῦτο κατοικητήριον τοῦ Θεοῦ ἐν τῇ φιλοξένῳ ὀάσει ταύτῃ τοῦ Ἀραβικοῦ καί φιλοπροοδευτικοῦ Ἐμιράτου τοῦ Qatar ἐπήρθησαν καί ἠνοίχθησαν σήμερον τῇ ἐνεργείᾳ τοῦ Ἁγίου Πνεύματος αἱ πύλαι αὐτοῦ, ἵνα εἰσέλθωμεν ἐν αὐτῷ πάντες οἱ ζητοῦντες, κατοικοῦντες καί παρεπιδημοῦντες, ψυχικήν ἀνάπαυσιν, ἀκούοντες εἰς τό κάλεσμα τοῦ βασιλέως τῆς δόξης Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ λέγοντος: «Δεῦτε πρός με πάντες οἱ κοπιῶντες καί πεφορτισμένοι, κἀγώ ἀναπαύσω ὑμᾶς· ἄρατε τόν ζυγόν μου ἐφ’  ὑμᾶς καί μάθετε ἀπ’ ἐμοῦ, ὅτι πρᾶός εἰμι καί ταπεινός τῇ καρδίᾳ, καί εὑρήσετε ἀνάπαυσιν ταῖς ψυχαῖς ὑμῶν·»,  (Ματθ. 11, 28-29).

 Αὐτήν ἀκριβῶς τήν ἀνάπαυσιν τῆς ψυχῆς ἀνεζήτησε καί ὁ ὅσιος πατήρ ἡμῶν Ἰσαάκ ἐν τῷ αὐχμηρῷ τῆς ἐρήμου τόπῳ, ἔνθα ἀνεδείχθη ὡς τό δένδρον τῆς δικαιοσύνης, «ὃ τόν καρπόν αὐτοῦ δώσει ἐν καιρῷ αὐτοῦ». Αὐτήν ταύτην τήν θείαν δικαιοσύνην εὐαγγελίζεται ἡ ἁγία τῶν Ἱεροσολύμων (Rum Orthodox) Ἑλληνορθόδοξος Ἐκκλησία, κηρύττουσα καί μαρτυροῦσα τήν ἀνυπόκριτον ἀγάπην καί φιλανθρωπίαν ἀλλά καί τήν εἰρήνην τοῦ Σωτῆρος ἡμῶν Χριστοῦ ἐν παντί καιρῷ καί εἰς πάντα τόπον. «Οἱ δίκαιοι πεφυτευμένοι  ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου ἐν ταῖς αὐλαῖς τοῦ Θεοῦ δώσουσιν τόν καρπόν αὐτῶν», (Ψαλμ. 91, 14), λέγει ὁ ψαλμῳδός.

 Οἱ δέ δίκαιοι καί πεφυτευμένοι ἐν τῷ οἴκῳ Κυρίου δέν εἶναι ἄλλοι ἀπό τούς Ἁγίους τῆς Ἐκκλησίας οἵτινες γενόμενοι μιμηταί τῆς κενωτικῆς καί θυσιαστικῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ ἀποδίδωσι τούς καρπούς αὐτῶν, τούς ὁποίους ἡμεῖς σήμερον ἀπολαμβάνομεν.

 Λέγομεν τοῦτο, ἀγαπητοί ἐν Χριστῷ ἀδελφοί, διότι τό ἔλεος τοῦ Θεοῦ ἐχαρίσατο τῇ ἡμετέρᾳ Μετριότητι τήν εὐλογίαν ταύτην, δηλονότι τῆς τελέσεως τῶν Ἐγκαινίων τοῦ καλοῦ ἔργου τοῦ Ἁγίου οἴκου τούτου τοῦ ὑπό τοῦ ἀγαπητοῦ Ἁγιοταφίτου ἀδελφοῦ ἡμῶν Ἱερωτάτου  Ἀρχιεπισκόπου  Καττάρων κ. Μακαρίου ἐκ βάθρων ἀνεγερθέντος καί τά νῦν περατωθέντος καί εὐπρεπισθέντος. Διό μετά τοῦ ψαλμῳδοῦ λέγομεν: «Κύριε ἁγίασον τούς ἀγαπῶντας τήν εὐπρέπειαν τοῦ οἴκου Σου καί τόπον σκηνώματος τῆς δόξης Σου», (Ψαλμ.  25,8). 

 Τέλος δέ θεωροῦμεν πρέπον καί καθῆκον, ὅπως οὐχί μόνον ἡ τῶν Ἱεροσολύμων Ἐκκλησία, ἀλλά πᾶσαι αἱ τῶν Ὀρθοδόξων ἀδελφαί Ἐκκλησίαι εὐχαριστήσωμεν ἐκ βάθους καρδίας τόν ἐξοχώτατον Πρέσβυν τῶν Ἡνωμένων Πολιτειῶν Ἀμερικῆς κ. Πάτρικ Θέρον, ἰδιαιτέρως δέ τήν Αὐτοῦ Μεγαλειότητα τόν Ἐμίρην τοῦ κράτους τοῦ Κατάρ Hamed Bin Halifa Al Thani καί τήν αὐτοῦ Mεγαλειότητα τόν κυβερνῶντα διάδοχον Αὐτοῦ Ἐμίρην Tamim Bin Hamed Al Thani, εἰς τούς ὁποίους εὐχόμεθα ὅπως Κύριος ὁ Θεός χαρίζηται αὐτοῖς ὑγιείαν, μακροημέρευσιν καί κυβερνητικήν δύναμιν ἐπ’ ἀγαθῷ τοῦ κράτους καί πάντων τῶν πολιτῶν αὐτοῦ, μετά δέ τοῦ ὑμνῳδοῦ εἴπωμεν: «Οὐρανός πολύφωτος ἡ Ἐκκλησία, ἀνεδείχθη ἅπαντας, φωταγωγοῦσα τούς πιστούς, ἐν ᾧ ἑστῶτες κραυγάζομεν, τοῦτον τόν Οἶκον, στερέωσον Κύριε». Ἀμήν».

Ἅμα τῇ ἀπολύσει τῆς θείας Λειτουργίας ὁ Μακαριώτατος ἀπένειμεν εἰς τόν κοπιάσαντα διά νά φθάσῃ ὁ Ἱερός Ναός οὗτος εἰς τήν κατάστασιν αὐτήν Σεβασμιώτατον Ἀρχιεπίσκοπον Καττάρων κ. Μακάριον σέτ ἀρχιερατικῶν ἐγκολπίων, εὐχόμενος εἰς αὐτόν νά συνεχίζῃ τό ἔργον τῆς μαρτυρίας τῆς ἀγάπης τοῦ Ἐνανθρωπήσαντος Σταυρωθέντος καί Ἀναστάντος Ἰησοῦ Χριστοῦ καί τήν διάδοσιν τοῦ κηρύγματος τοῦ Εὐαγγελίου, τό ὁποῖον ἤρξατο ἀπό τῆς Βηθλεέμ, τῆς Ναζαρέτ, τοῦ Φρικτοῦ Γολγοθᾶ καί τοῦ Ζωοδόχου Ἁγίου Τάφου.   Ὁ Ἀρχιεπίσκοπος Μακάριος προσέφερεν εἰς τόν Μακαριώτατον εἰκόνα τοῦ συγκροτήματος τοῦ Ναοῦ καί τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Καττάρων, φιλοτεχνηθεῖσαν ὑπό τῶν μοναζουσῶν τῆς Ἱ. Μονῆς Χρυσοπηγῆς.

Τήν θείαν Λειτουργίαν ἠκολούθησεν εὐφρόσυνος τράπεζα, παρατεθεῖσα εἰς τήν αἴθουσαν κάτωθι τοῦ ἐγκαινιασθέντος Ἱεροῦ Ναοῦ.

Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας