e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 17 Μαΐου 2023

«Το έλεός σου Κύριε καταδιώξει με». Με αφορμή την κοίμηση του Μητροπολίτη Περγάμου Ιωάννη (Ζηζιούλα)

Γράφει ο Επίσκοπος Δυτικής Αμερικής Μάξιμος (Βασίλιεβιτς)


Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας εκοιμήθη στις 2 Φεβρουαρίου του τρέχοντος έτους, κατά την εορτή της Σύναξης του Κυρίου, σε ηλικία 92 ετών, ενώ νοσηλευόταν σε κλινική της Αθήνας. Ο χωρισμός προκαλεί θλίψη σε πολλούς, αλλά τα λόγια του για τη σημασία του μέλλοντος και την έκπληξη της Ανάστασης αποτελούν πηγή ελπίδας ότι η εν Χριστώ ανθρωπότητα θα νικήσει τον θάνατο. Ο θάνατος «του πιο λαμπρού και δημιουργικού θεολόγου της Ορθόδοξης Εκκλησίας σήμερα», όπως τον περιγράφει ο Μητροπολίτης Κάλλιστος Γουέαρ, πυροδότησε μια σειρά από εκφράσεις συλλυπητηρίων σε ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο.

Παιδική ηλικία και εκπαίδευση

Ο Ιωάννης Ζηζιούλας γεννήθηκε στις 10 Ιανουαρίου 1931 στο χωριό Καταφύγιο κοντά στην Κοζάνη, όπου θα τελειώσει το Δημοτικό. Κάποτε, αναπολώντας, είπε πως ως αγόρι κοιμόταν δίπλα στα πρόβατα και ότι συχνά κοιμόταν με το κεφάλι ακουμπισμένο σε ένα αρνί. «Ήμουν εννιά χρονών όταν άρχισε ο πόλεμος και στο χωριό μου στο Καταφύγιο υπήρχαν Γερμανοί. Ερχόντουσαν στο σπίτι μας και η μάνα μου τους πρόσφερε ούζο, γιατί φοβόμασταν ότι μπορεί να έκαναν κακό στον μεγάλο μου αδερφό. Μετά ξεκίνησε το αντιστασιακό κίνημα, αλλά για εμάς τα παιδιά δεν ήταν πόλεμος, ήταν σαν παιχνίδι».

Τελειώνοντας το Λύκειο, μετακόμισε στη Θεσσαλονίκη, για να σπουδάσει Θεολογία και τα δύο τελευταία χρόνια σπούδασε στην Αθήνα. Η οικογενειακή μετακόμιση –γονείς, αδελφός και δύο αδερφές– από την Κοζάνη στην Αθήνα ήρθε ως αποτέλεσμα απόφασης του πατέρα του. «Οι δικοί μου δεν ήταν υπέρ των σπουδών Θεολογίας. Από τότε που ήμουν άριστος μαθητής στο Λύκειο, ο αδερφός μου ονειρευόταν να γίνω γιατρός, δικηγόρος ή κάτι τέτοιο. Είχα όμως μια κλήση προς τη Θεολογία».

Εκτός από την κλήση για σπουδές Θεολογίας, ο Μητροπολίτης είπε ότι ανέκαθεν αισθανόταν την ιερατική κλήση. «Είχα την επιθυμία να γίνω ιερέας από μικρός». Όταν, όμως, πήγα στο πανεπιστήμιο και πήρα υποτροφία, τότε το όνειρό μου ήταν να γίνω καθηγητής πανεπιστημίου. Ωστόσο, αυτός ο παιδικός πόθος για την ιεροσύνη δεν με εγκατέλειψε τελείως. Θέλω να πω ότι το Χέρι του Θεού στην ανθρώπινη ζωή είναι ένα μυστικό. Είτε πας εδώ, είτε πας εκεί, σε ελκύει στη θέση σου».

Ταυτόχρονα, φυτρώνει μέσα του ο σπόρος του πόθου της Θεολογίας, που τον ακολουθούσε πάντα. Χαρακτηριστικά του ήταν το διερευνητικό βλέμμα που ατένιζε τα βάθη των προβλημάτων, εμπνευσμένο από την αγαπητική λαχτάρα και το δέος μπροστά στο μυστήριο της ζωής και του θανάτου, πλαισιωμένο από την πίστη στην ανάσταση του Χριστού και την Ευχαριστία ως «φάρμακον ἀθανασίας».

Μετάβαση στη Γενεύη, διδακτορική διατριβή στο Χάρβαρντ και στην Αθήνα

Αμέσως μετά την αποφοίτησή του, ξεκίνησε τις σπουδές του στο Οικουμενικό Ινστιτούτο του Παγκόσμιου Συμβουλίου Εκκλησιών στο Bose, κοντά στη Γενεύη της Ελβετίας. Εκεί ήρθε σε επαφή με τη θεολογία άλλων χριστιανικών ομολογιών της Δύσης.

Μετά το Μπόζε, ολοκλήρωσε μεταπτυχιακές σπουδές (Μάστερ) στο Πανεπιστήμιο Χάρβαρντ των Ηνωμένων Πολιτειών της Αμερικής. Στο Χάρβαρντ είχε το προνόμιο να μαθητεύσει κοντά σε διακεκριμένους καθηγητές, όπως ο Paul Tillich, ο Γεώργιος Φλορόφσκι και ο κλασικός φιλόλογος Werner Jaeger. Στο Χάρβαρντ πήρε ως θέμα τη Χριστολογία του Αγίου Μαξίμου του Ομολογητού. Υπήρξε υπότροφος στο Ίδρυμα Βυζαντινών Σπουδών του Χάρβαρντ, το περίφημο Dumbarton Oaks, όπου έμεινε για τρία χρόνια. Παράλληλα, συνεργάστηκε με την Ελληνορθόδοξη Θεολογική Σχολή του Τιμίου Σταυρού στη Βοστώνη, όπου δίδαξε Εκκλησιαστική Ιστορία των τριών πρώτων αιώνων, καθώς και με τη Σχολή του Αγίου Βλαδίμηρου στη Νέα Υόρκη, όπου δίδαξε το Κανονικό Δίκαιο της αρχαίας Εκκλησίας.

Το θέμα για τις διδακτορικές του σπουδές καθορίστηκε από τον καθηγητή Κονιδάρη για την ενότητα της Εκκλησίας κατά τους πρώτους αιώνες της. «Ο Κονιδάρης, που συνέδεσε το θέμα της ενότητας με τα θέματα της πίστης, μου έγραψε να του στείλω την άποψή μου για το θέμα με τη μορφή προσχέδιου ή σκελετού. Διάβασα πολλά, για να μπορέσω να συνθέσω αυτό το προσχέδιο-σχεδιάγραμμα, αλλά αναγνώρισα και εντόπισα την ενότητα της Εκκλησίας στη Θεία Ευχαριστία. Από την παιδική μου ηλικία, κουβαλούσα και είχα μια εκκλησιαστική εμπειρία. Του έστειλα ένα προσχέδιο/σχεδιάγραμμα που είναι σχεδόν πανομοιότυπο με το περιεχόμενο της τελικής μου διατριβής. Μου απάντησε ότι ήταν μια χαρά. Πράγματι, ασχολούμενος με θεολογικά θέματα, το θέμα της Εκκλησίας και της λατρείας ήταν συνεχώς ζωντανό μέσα μου».

Ενώ ήταν ακόμη στο Χάρβαρντ, σε ηλικία 27 ετών, έπρεπε να επιστρέψει στην Ελλάδα για να υπηρετήσει στον στρατό βάσει νόμου. «Εκεί έλαβα μια επιστολή από τον Μητροπολίτη Πατρών Κωνσταντίνο, που με γνώριζε, και μου είπε συγκινητικά: «Γιαννάκη, αμέσως αφού τελειώσεις τον στρατό, έχω μια κενή θέση αρχιδιάκονου στην Πάτρα για να χειροτονηθείς». Ήθελα, όμως, ακόμα να επιστρέψω στο Χάρβαρντ και να τελειώσω το διδακτορικό μου».

Βοηθός στην Αθήνα και μετάθεση στη Γενεύη

Μετά την υπεράσπιση του διδακτορικού του, ο Ιωάννης Ζηζιούλας δίδαξε για δύο χρόνια (1966-1967) ως επιστημονικός συνεργάτης στο Πανεπιστήμιο Αθηνών. Το 1967 επιβλήθηκε στην Ελλάδα στρατιωτική δικτατορία (χούντα).

«Στο πανεπιστήμιο έχει δημιουργηθεί κλίμα διχασμού. Ήρθαν εκεί για να μας πείσουν να υπογράψουμε κείμενα στήριξης της κυβέρνησης. Ήταν όλα μια δυσάρεστη εμπειρία».

Εκείνη την εποχή, έχοντας λάβει μερικά από τα έργα του Ιωάννη Ζηζιούλα μέσω των μαθητών του, ο Άγιος Ιουστίνος του Τσέλιγιε (Πόποβιτς) δεν εφείσθη επαινετικών σχολίων. «Ο νεαρός Ζηζιούλας είναι πολύ ενδιαφέρων και βαθύς: έχει άγιες εμπνεύσεις και εμπειρίες. Υπάρχει μία ιερή αποστολική ζύμη στο έργο του. Η διατριβή του για τη Θεία Ευχαριστία και το άρθρα του βρίθουν Ορθόδοξης θεολογικής σοφίας. Διαπνέεται από ένα ζωογόνο αίσθημα για τον Χριστό, γεμάτο αθάνατη αγάπη. Αυτό είναι που οικοδομεί έναν νεαρό και τον κάνει άγιο ασκητή. Είθε να συνεχίσει να αγωνίζεται, για να είναι άξιος μαθητής του μεγάλου του δασκάλου, π. Γεωργίου Φλορόφσκι. Και η ανταμοιβή του από τον Θεό δεν θα λείψει ούτε σε αυτόν τον κόσμο, ούτε στον άλλο».

Το καλοκαίρι του 1967 διορίστηκε Γραμματέας της Επιτροπής «Πίστη και Τάξη» στο Παγκόσμιο Συμβούλιο Εκκλησιών της Γενεύης, όπου παρέμεινε μέχρι το 1970, διδάσκοντας επίσης στο Ινστιτούτο, διευθυντής του οποίου τότε ήταν ο Νίκος Νησιώτης. Εκεί βρέθηκε στο επίκεντρο των θεολογικών ζυμώσεων σε διαχριστιανικό επίπεδο και δραστηριοποιήθηκε στη διαμόρφωση θεολογικών προγραμμάτων ως υπεύθυνος για τη διοργάνωση διεθνών συνεδρίων για εκκλησιαστικά θέματα γενικού ενδιαφέροντος.

Μετάβαση στο Εδιμβούργο

Στις αρχές της δεκαετίας του 1970 εξελέγη Αναπληρωτής Καθηγητής Δογματικής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο του Εδιμβούργου στη Μεγάλη Βρετανία, όπου παρέμεινε για τρία χρόνια. Εκείνη την εποχή, δεν ήταν σύνηθες να διδάσκει ένας ξένος στη Μεγάλη Βρετανία, οπότε είναι ενδιαφέρον να ακούσουμε πώς προέκυψε αρχικά.

Το 1973 εξελέγη Καθηγητής Συστηματικής Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο της Γλασκόβης. Τότε είχε ήδη δημοσιεύσει έναν μεγάλο αριθμό άρθρων και μελετών, κυρίως εκκλησιολογικών. Εκείνα τα χρόνια, ωστόσο, ο Ιωάννης Ζηζιούλας είχε κληθεί να δώσει μια διάλεξη με θέμα «Περί ανθρώπινης ικανότητας και ανικανότητας» σε μια συνάντηση της Βρετανικής Θεολογικής Εταιρείας. Το κείμενο δημοσιεύτηκε ως εκτενές άρθρο σε θεολογικό περιοδικό στη Σκοτία. Τότε ο Ιωάννης Ζηζιούλας πέρασε από τα εκκλησιολογικά στα οντολογικά θέματα. Τα βασικά σημεία αυτού του έργου είναι εμφανή σε κάθε πτυχή των μεταγενέστερων θεολογικών του συγγραμμάτων. Δύο παρόμοιες μελέτες, που δημοσιεύθηκαν το 1977, αποκαλύπτουν ότι ακόμη και τότε έκρινε ότι ο σεβασμός της «προσωπικής ταυτότητας» του ανθρώπου ήταν το πιο σημαντικό ιδανικό.

Στην Ευχαριστία, η αλήθεια γίνεται ελευθερία γιατί μας επιτρέπει να ξεπεράσουμε τον διχασμό και την εξατομίκευση και δημιουργεί τη δυνατότητα της ετερότητας και της κοινωνίας. Η υπαρξιακή αυτή συνθήκη τον οδήγησε να επανεξετάσει τη θεολογία στο σύνολό της με βάση την εμπειρία της Εκκλησίας ως εικόνας της Τριαδικής ζωής.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος, ο Γέρων Σωφρόνιος και η ανανέωση της συζήτησης για την ιεροσύνη

Το καλοκαίρι του 1972 εκοιμήθη ο Οικουμενικός Πατριάρχης Αθηναγόρας και το 1974 εξελέγη νέος Οικουμενικός Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως ο Δημήτριος. Το 1974 περίπου ο Ιωάννης Ζηζιούλας έλαβε μια επιστολή από τον Πατριάρχη Δημήτριο για ένα θέμα που είχε σχεδόν ξεχάσει. «Σας προσκαλούμε να έρθετε στην Κωνσταντινούπολη, γιατί αποφασίσαμε να σας εκλέξουμε μητροπολίτη, και χρειάζεται να συζητήσουμε τις λεπτομέρειες», έγραφε η επιστολή. Έφυγε και μετά την κουβέντα είπε στον Πατριάρχη: «Δώστε μου λίγο χρόνο να σκεφτώ. Δεν μπορώ να αποφασίσω τώρα». Ο Ιωάννης Ζηζιούλας δεν ήξερε γιατί δεν μπορούσε να λάβει απόφαση.

Μετά από πολλά χρόνια, ο Γέρων Σωφρόνιος του Έσσεξ, στον οποίο στο μεταξύ είχε αρχίσει να εξομολογείται, του είπε: «Σκέψου καλά αυτό το θέμα». Ο Ιωάννης Ζηζιούλας παραδέχτηκε ότι δεν μπορούσε να αποφασίσει, γιατί επρόκειτο για μια δύσκολη απόφαση.

«Σκέφτηκα κυρίως ως εξής: Έχω κανονίσει τη ζωή μου με μια βεβαιότητα και όταν βγω σε ένα άλλο ξέφωτο, θα βάλω τα πάντα σε κίνδυνο». Θυμάται ότι ο Γέρων Σωφρόνιος του είπε τότε:

«Είναι σαν να πέφτεις στο κενό, αλλά με τη σιγουριά ότι ένα χέρι θα σε πιάσει. Και η ζωή σου δεν θα είναι τόσο δύσκολη όσο φοβάσαι». Σε κάθε περίπτωση, ο Γέρων Σωφρόνιος τον ενθάρρυνε να δεχτεί την ιεροσύνη.

Έχοντας την επιθυμία να διδάξει στην πατρίδα του, μετέβη το 1984 στη Θεσσαλονίκη, όπου δίδαξε δογματική και συγκριτική θεολογία στη Θεολογική Σχολή του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου μέχρι τη συνταξιοδότησή του το 1998.

Χειροτονία του Ιωάννη Ζηζιούλα σε Μητροπολίτη το 1986

Μετά το τέλος των ακαδημαϊκών διαλέξεων το 1986, πραγματοποιήθηκε συγκέντρωση στο Μπάρι, μετά την οποία ο Ιωάννης Ζηζιούλας μετέβη στην Κωνσταντινούπολη για να συναντήσει τον Πατριάρχη Δημήτριο. Την ημέρα του Σωτήρος πήγε στον Πατριαρχικό Ναό, μετά ανέβηκε τις σκάλες στον Πατριάρχη και του είπε: «Άγιοι, θέτω τον εαυτό μου στη διάθεσή σας, για να αποφασίσετε».

«Ο Πατριάρχης Δημήτριος αμέσως μετά συγκαλεί τη Σύνοδο για την επόμενη μέρα. Και θυμάμαι πως είπε ο Μητροπολίτης Πριγκηποννήσων Συμεών: “Μας μαζεύουν την Παρασκευή στη Σύνοδο, δεν το κάναμε ποτέ”. Τότε ήταν ακόμα το παλιό πατριαρχικό κτίριο. Εκεί περίμενα. Τότε, θυμάμαι, έρχεται ένας χαρούμενος επίσκοπος και λέει: “Ελάτε στη Σύνοδο και εκεί θα δώσετε την τελική απάντηση”. Πηγαίνω στη Σύνοδο, εκφράζω την ευγνωμοσύνη μου και λέω ότι διαθέτω τον εαυτό μου και αμέσως μετά γίνεται η εκλογή».

Και έτσι, «αθρόον», όπως ο Μέγας Φώτιος, πέρασε από όλους τους βαθμούς της ιεροσύνης και χειροτονήθηκε Μητροπολίτης Περγάμου. Από εκεί και πέρα ​​θα αναλάβει πιο ενεργό ρόλο ως εκπρόσωπος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις διορθόδοξες και διαχριστιανικές σχέσεις. Παράλληλα, δίδαξε στη Γλασκώβη μέχρι το 1987 και από το 1989 ήταν μόνιμος επισκέπτης καθηγητής στο King’s College του Πανεπιστημίου του Λονδίνου.

Επίλογος: «Τὸ ἔλεός Σου, Κύριε, καταδιώξει με πάσας τὰς ἡμέρας τῆς ζωῆς μου» (Ψαλμ. 22,6)

Πολλοί θυμούνται αυτά τα λόγια με τα οποία ο νεοχειροτονηθείς Μητροπολίτης ξεκίνησε το πρώτο του κήρυγμα μετά τη χειροτονία του. «Ένιωθα ότι ο Θεός με “κυνηγούσε” σε όλη μου τη ζωή και ότι έλεγα “όχι”. Η ζωή ενός ανθρώπου, αν την κοιτάξει, τη μελετήσει και προσέξει τις λεπτομέρειες, δεν είναι τυχαία. Γιατί ο Θεός κινεί υπόγεια ρεύματα μέσα μας». Ο Μητροπολίτης Ιωάννης, θυμούμενος τις συνομιλίες του για την ιεροσύνη με τον Γέροντα Σωφρόνιο, είπε: «Αν ειλικρινά ζητήσουμε από τον Θεό να γίνει το θέλημά Του, ακόμη κι αν το θέλημά μας είναι εντελώς αντίθετο, το θέλημα του Θεού θα πραγματοποιηθεί».

Έτσι ήρεμα μίλησε ένας άνθρωπος, για το θεολογικό έργο του οποίου έχουν γραφτεί περισσότερες από εκατό διδακτορικές διατριβές σε διάφορες γλώσσες του κόσμου, ερευνώντας το μυστικό της σχέσης μεταξύ της χάριτος του Θεού και της ανθρώπινης ελευθερίας. Σύμφωνα με τον Χρήστο Γιανναρά, «η θεολογική σύνθεση του Ζηζιούλα είναι ανάλογη με τις συνθέσεις που καθόρισαν την ορθόδοξη αυτογνωσία στην πατερική εποχή. Μετά τον άγιο Γρηγόριο Παλαμά Θεσσαλονίκης, κανένας άλλος θεολόγος δεν είχε ανάλογη επιρροή στην ορθόδοξη σκέψη».

Αν και τώρα κινείται για να συναντήσει τη Βασιλεία του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, προσκαλώντας την προσευχή της Εκκλησίας για τη σωτηρία και την ανάστασή του κατά τον μέλλοντα αιώνα, η ώρα του, παραδόξως, δεν έχει έρθει ακόμη. «Ένα από τα σημαντικά μαθήματα που μου επέτρεψε ο Κύριος να μάθω στη ζωή μου –αν και όχι χωρίς δυσκολίες και μεγάλο προσωπικό κόστος– είναι ότι το έργο του καθενός μας δεν κρίνεται από τους ανθρώπους, αλλά από τον ίδιο τον Θεό. Και η κρίση του Θεού δεν εκφράζεται με παροδική δόξα, αλλά χρειάζεται χρόνος για να εκδηλωθεί –χρόνος ιστορικός και, εν τέλει, χρόνος εσχατολογικός», είχε δηλώσει ο μακαριστός Μητροπολίτης.

«Το τέλος μου είναι η αρχή μου», είχε πει ο Τ.Σ. Έλιοτ. Η σκέψη του Ιωάννη Ζηζιούλα δεν επέτρεπε στους ειλικρινείς αναγνώστες του να κοιμηθούν πολλές νύχτες, αλλά έμοιαζε πάντα να μας ξυπνάει σαν το κελάηδισμα των πουλιών το πρωί του Πάσχα. Ευχόμαστε το τέλος της ζωής του να είναι το νέο αναστάσιμο πρωί της εσχατολογικής Βασιλείας.

Πηγή: magfrear.gr

Δεν υπάρχουν σχόλια: