Γράφει ο Ιωάννης Ευστρατίου Καραβάνης
Εις μνημόσυνον αιώνιον...
Ο κύριος Στράτος δεν μένει πια εδώ... Έφυγε ένα βροχερό μεσημέρι Σαββάτου, έχοντας γευθεί λίγο από το λιτό και νηστίσιμο φαγητό του, σε αντίθεση με την γεμάτη ζωή του, που την γεύτηκε ολόκληρη και πλουσιοπάροχα απολαμβάνοντας μία-μία όλες τις ηθικές χαρές που του χαρίστηκαν Άνωθεν... Αλήθεια, πόσο ευγνώμων ήταν στον Θεό γι' αυτές! Ακόμα και όταν δοκιμάστηκε, σπάζοντας το χέρι του, έλεγε και ξανάλεγε: Δόξα τω Θεώ, πάντων ένεκεν! Ευχαριστούσε τον Θεό για όλα: για την ευσεβή σύζυγό του, τα τρία παιδιά του, τις άξιες νύφες του τα δέκα εγγόνια του, νεόφυτα ελαιών, όπως τα έλεγε!
Δεν θα χτυπήσει σήμερα το τηλέφωνο... Ούτε και κάποια άλλη μέρα, εκεί γύρω στο βραδάκι, για να μάθει τα νέα όλης της οικογένειας,να μας ρωτήσει για την καθημερινότητα μας,να μας ευχηθεί καλό και ευλογημένο ξημέρωμα...Αλήθεια πόσο γελούσαν τα εγγόνια του όταν τον άκουγαν να λέει με μια περίεργη νοσταλγία απ'την αγάπη του για τις κηπευτικές εργασίες: "Αχ και να ήμουν ογδονταπέντε χρονών!!!" Και όμως ήξερε τι έλεγε όπως πάντα. Αναπολούσε τις σωματικές δυνάμεις των 85 χρόνων του όντας πια κοντά στα εκατό!
Πιστός, ευσεβής, ταπεινός, ολιγαρκής, μακρόθυμος, δίκαιος ανήρ, "κατατρυφών του Κυρίου", πάντα με κάποια φράση του θεσπέσιου Αποστόλου Παύλου γιά την κάθε περίσταση.
"Καιρός παντί πράγματι" αγαπημένη του αγιογραφική ρήση. Ναι, πατέρα, καιρός παντί πράγματι!
Καιρός να κλάψουμε, να θρηνήσουμε, αφού έφυγες από κοντά μας. Καιρός να γιορτάσουμε, γιατί έφυγες από τον θάνατο και πήγες στην Ζωή! Στην Πηγή της Ζωαρχίας! Στον Χριστό που τόσο αγάπησες και θέλησες να μιμηθείς, ακόμα και με τον θάνατο σου, όταν έγειρες στο πλάι να κοιμηθείς... Και αναπεσών κεκοίμησαι ως λέων... ΚΑΛΗ ΑΝΑΣΤΑΣΗ!!!
Γράφει η Φλώρα Βγόντζα
Σήμερα ἀποχαιρετοῦμε ἕναν σπάνιο ἄνθρωπο· ἕναν ἀπό τούς πιό ἀξιόλογους ἀνθρώπους πού γνώρισα, τόν Στρατῆ Καραβάνη, ἐτῶν παρά λίγους μῆνες 100, μέ διαύγεια κι ἐνέργητικότητα μέχρι τήν τελευταία του στιγμή. Δέν ξεχνῶ τήν εἰκόνα του στό Πόρτο Ράφτη πέρυσι τό καλοκαίρι πού προσπαθοῦσε νά ξεριζώσει ἕνα δέντρο μονάχος του, καθισμένος σ’ ἕνα σκαμνάκι· ἡ ἀγάπη του γιά τόν κῆπο τόν ἔκανε νά κατεβαίνει καθημερινά τή σκάλα γιά νά φροντίζει τά δέντρα καί τά λουλούδια. Λιτοδίαιτος πάντα, ἀκάματος, μέ εὐθυκρισία κι ἕνα βαθύ διεισδυτικό βλέμμα· αὐτό τό βλέμμα τώρα πού γράφω τό ἔχω μπροστά μου. Ἕνα βλέμμα πού ἀγκάλιαζε τούς πάντες, στοχαστικό, γαλήνιο, καταδεκτικό.
Πόσο ἀναπολῶ τίς συζητήσεις μας στό Πόρτο Ράφτη γιά τόν Παπαδιαμάντη, τόν Βενέζη, τόν Μυριβήλη! Θυμᾶμαι τήν ἐπιμονή του μέ τίς λέξεις· σημείωνε κάθε ἄγνωστη λέξη πού ἔβρισκε στά βιβλία γιά νά τήν κοιτάξει στό λεξικό. Ἤξερε νά διαλέγεται καί νά ἀλλάζει γνώμη ὅταν τό ἔκρινε σωστό, νοιαζόταν γιά ὅλους, ἔπαιρνε τηλέφωνο νά ρωτήσει ἄν πέρασε ὁ πονοκέφαλος τῆς ἐγγονῆς, πῶς πᾶνε τά οἰκονομικά τῶν γιῶν· πάνω ἀπό ὅλα ἀγαποῦσε τόν ἄνθρωπο. Τόν κάθε ἄνθρωπο. Καί στό βάθος τῆς καρδιᾶς του σταθερά τό χωριό πού γεννήθηκε: ὁ Ἀσώματος Λέσβου. Γράφει: «Ἀληθινά μοῦ συμβαίνει πολλές φορές νά καυχιέμαι πού γεννήθηκα σ’ ἕνα τέτοιο μικρό χωριό. Ἔζησα καί γνώρισα τή φύση, τή γοητεία τῆς ἁπλῆς ζωῆς μέ ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους τοῦ σκληροῦ μόχθου τῆς γῆς. Στόν ἴσκιο τῆς ἐλιᾶς κάθισα ν’ ἀποστάσω. Ἀναπολοῦσα, νοσταλγοῦσα τά περασμένα. Ἀποκοιμήθηκα στήν οὐράνια γαλήνη τοῦ λιώνα...».
Ζήτησε νά γίνει ἡ κηδεία του σέ κλειστό κύκλο κι ἡ τύχη τά ἔφερε νά φύγει σ’ αὐτήν τήν παράδοξη στιγμή, πού οἱ πάντες εἶναι κλεισμένοι στά σπίτια τους κι ἐμεῖς οἱ στενοί συγγενεῖς χρειάζεται νά στείλουμε sms στήν πολιτική προστασία γιά νά τόν ἀποχαιρετίσουμε. Λιγομίλητος πάντα καί διακριτικός, ἀκόμη καί τό τελευταῖο ἀντίο θά τό δεχτεῖ σέ μιά πόλη βυθισμένη σέ νεκρική σιγή. Ὁ θάνατος σφυρίζει στούς δρόμους καί ὁ φόβος του πλανᾶται πάνω ἀπό τίς στέγες. Μουδιασμένοι ὅλοι στρεφόμαστε στόν Θεό καί σκύβουμε βαθιά στόν ἑαυτό μας. Στήν τρικυμία ἐτούτη τό γαλήνιο πρόσωπο τοῦ πατέρα μας καί ἡ ἀκλόνητη πίστη του εἶναι ἕνα φῶς· ἕνα μικρό, μά σταθερό φῶς. Τά 10 βιβλία του, πολύτιμη κληρονομιά, μαρτυροῦν μιάν ἄλλη ἐποχή, μιά ζωή ἁπλή, μέ δυσκολίες μά μέ πολλή πίστη καί ἀνθρωπιά.
Θέλω μέσα ἀπό τήν καρδιά μου νά τόν εὐχαριστήσω γιά τήν παρουσία του στή ζωή μου, γιά τόν σύντροφο ζωῆς πού μοῦ χάρισε καί γιά ἐκεῖνο τό βλέμμα του πού τό κρατῶ φυλαχτό στήν καρδιά.
Καλό Παράδεισο Πατέρα! Νά φιλήσεις τή μητέρα καί τόν δικό μου μπαμπᾶ πού θά σέ περιμένουν ἐκεῖ...
* * * * *
Σήμερα ἀποχαιρετοῦμε ἕναν σπάνιο ἄνθρωπο
Γράφει η Φλώρα Βγόντζα
Πόσο ἀναπολῶ τίς συζητήσεις μας στό Πόρτο Ράφτη γιά τόν Παπαδιαμάντη, τόν Βενέζη, τόν Μυριβήλη! Θυμᾶμαι τήν ἐπιμονή του μέ τίς λέξεις· σημείωνε κάθε ἄγνωστη λέξη πού ἔβρισκε στά βιβλία γιά νά τήν κοιτάξει στό λεξικό. Ἤξερε νά διαλέγεται καί νά ἀλλάζει γνώμη ὅταν τό ἔκρινε σωστό, νοιαζόταν γιά ὅλους, ἔπαιρνε τηλέφωνο νά ρωτήσει ἄν πέρασε ὁ πονοκέφαλος τῆς ἐγγονῆς, πῶς πᾶνε τά οἰκονομικά τῶν γιῶν· πάνω ἀπό ὅλα ἀγαποῦσε τόν ἄνθρωπο. Τόν κάθε ἄνθρωπο. Καί στό βάθος τῆς καρδιᾶς του σταθερά τό χωριό πού γεννήθηκε: ὁ Ἀσώματος Λέσβου. Γράφει: «Ἀληθινά μοῦ συμβαίνει πολλές φορές νά καυχιέμαι πού γεννήθηκα σ’ ἕνα τέτοιο μικρό χωριό. Ἔζησα καί γνώρισα τή φύση, τή γοητεία τῆς ἁπλῆς ζωῆς μέ ἁπλοϊκούς ἀνθρώπους τοῦ σκληροῦ μόχθου τῆς γῆς. Στόν ἴσκιο τῆς ἐλιᾶς κάθισα ν’ ἀποστάσω. Ἀναπολοῦσα, νοσταλγοῦσα τά περασμένα. Ἀποκοιμήθηκα στήν οὐράνια γαλήνη τοῦ λιώνα...».
Ζήτησε νά γίνει ἡ κηδεία του σέ κλειστό κύκλο κι ἡ τύχη τά ἔφερε νά φύγει σ’ αὐτήν τήν παράδοξη στιγμή, πού οἱ πάντες εἶναι κλεισμένοι στά σπίτια τους κι ἐμεῖς οἱ στενοί συγγενεῖς χρειάζεται νά στείλουμε sms στήν πολιτική προστασία γιά νά τόν ἀποχαιρετίσουμε. Λιγομίλητος πάντα καί διακριτικός, ἀκόμη καί τό τελευταῖο ἀντίο θά τό δεχτεῖ σέ μιά πόλη βυθισμένη σέ νεκρική σιγή. Ὁ θάνατος σφυρίζει στούς δρόμους καί ὁ φόβος του πλανᾶται πάνω ἀπό τίς στέγες. Μουδιασμένοι ὅλοι στρεφόμαστε στόν Θεό καί σκύβουμε βαθιά στόν ἑαυτό μας. Στήν τρικυμία ἐτούτη τό γαλήνιο πρόσωπο τοῦ πατέρα μας καί ἡ ἀκλόνητη πίστη του εἶναι ἕνα φῶς· ἕνα μικρό, μά σταθερό φῶς. Τά 10 βιβλία του, πολύτιμη κληρονομιά, μαρτυροῦν μιάν ἄλλη ἐποχή, μιά ζωή ἁπλή, μέ δυσκολίες μά μέ πολλή πίστη καί ἀνθρωπιά.
Θέλω μέσα ἀπό τήν καρδιά μου νά τόν εὐχαριστήσω γιά τήν παρουσία του στή ζωή μου, γιά τόν σύντροφο ζωῆς πού μοῦ χάρισε καί γιά ἐκεῖνο τό βλέμμα του πού τό κρατῶ φυλαχτό στήν καρδιά.
Καλό Παράδεισο Πατέρα! Νά φιλήσεις τή μητέρα καί τόν δικό μου μπαμπᾶ πού θά σέ περιμένουν ἐκεῖ...
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.