π. Δημητρίου Μπόκου
Ἡ μνήμη τοῦ εὐαγγελιστοῦ Ματθαίου (16 Νοε.) μᾶς φέρνει μπρὸς στὸ γεγονὸς τῆς κλήσης του ἀπὸ τὸν Χριστό. Ὁ Ματθαῖος δὲν ἦταν ἀπὸ τὴν ὁμάδα τῶν ἀποστόλων ποὺ κλήθηκαν πρῶτοι στὸ ἀποστολικὸ ἀξίωμα. Κλήθηκε ἀργότερα, σὲ δεύτερη φάση, ἐν ὥρᾳ μάλιστα ὑπηρεσίας. «Καθήμενος ἐπὶ τὸ τελώνιον». Ἦταν ὁ ἐντεταλμένος ἀπὸ τὴν πολιτικὴ (ρωμαϊκή) ἐξουσία τῆς ἐποχῆς φοροεισπράκτορας.
Οἱ τελῶνες, λόγῳ θέσης, εἶχαν τὴν εὐκολία νὰ ἐκμεταλλεύονται ἀτιμωρητὶ τοὺς
ἀνθρώπους, εἰσπράττοντας κατὰ βούλησιν, γιὰ ἴδιον ὄφελος, ἀνεξέλεγκτα ποσὰ πέρα
τῶν κανονικῶν φόρων. Ἀπέκτησαν ἔτσι τὸ στίγμα τῶν πιὸ διεφθαρμένων ἀνθρώπων.
Ὁ Ματθαῖος, παρὰ ταῦτα, ἐγκατέλειψε ἀμέσως τὴ δουλειά του καὶ ἀκολούθησε τὸν
Χριστό. Ἔκανε μάλιστα μεγάλο τραπέζι στὸν Χριστὸ καὶ τοὺς μαθητές του, στὸ ὁποῖο
παρακάθισε «ὄχλος τελωνῶν πολὺς καὶ ἄλλων». Πράγμα ποὺ κίνησε τὴν ἀγανάκτηση
τῶν γραμματέων καὶ φαρισαίων, ποὺ θεώρησαν ἀπαράδεκτο γιὰ τὸν Χριστὸ νὰ
συντρώγει μὲ ἁμαρτωλούς. Ἦταν μολυσμὸς γι’ αὐτοὺς ἡ συναναστροφὴ μὲ
διαβεβλημένα πρόσωπα. Καὶ τότε ὁ Χριστὸς εἶπε τὸ περίφημο, ὅτι ἦρθε νὰ σώσει ἀρρώστους
καὶ ὄχι ὑγιεῖς, ἁμαρτωλοὺς καὶ ὄχι «δικαίους».
Οἱ «δίκαιοι» φαρισαῖοι ἔθεταν ἑαυτοὺς πάντοτε ἔναντι τοῦ Χριστοῦ. Ποτὲ δὲν
θέλησαν νὰ συνταχθοῦν μαζί του. Ἡ στάση τους ἀπέναντί του ἦταν πάντα κριτικὴ καὶ
ἐπικριτική. Πάντα εὕρισκαν στὰ λόγια καὶ τὰ ἔργα του κάτι ποὺ δὲν ἦταν σωστό,
σύννομο, σύμμορφο μὲ τὸ κατὰ τὴ γνώμη τους θέλημα τοῦ Θεοῦ. Ποτὲ δὲν τὰ πῆγαν
καλὰ μὲ τὸν Θεὸ οἱ «δίκαιοι» (φαρισαῖοι, ὁ πρεσβύτερος υἱὸς τῆς παραβολῆς τοῦ ἀσώτου,
ὁ μέγας Ἱεροεξεταστὴς τοῦ Ντοστογιέφσκη κ.λ.π.).
Ὁ Χριστὸς ξεσκεπάζει ὅλους αὐτοὺς χωρὶς δισταγμό. Εἶστε, τοὺς λέει, «οἱ
δικαιοῦντες ἑαυτοὺς ἐνώπιον τῶν ἀνθρώπων, ὁ δὲ Θεὸς γινώσκει τὰς καρδίας ὑμῶν».
Ποτέ τους ὅμως καὶ αὐτοὶ δὲν τοῦ τὸ συγχώρησαν αὐτό. Τὸ πνεῦμα τους διαφαίνεται
πεντακάθαρα στὸν μέγα Ἱεροεξεταστή.
Ἐκεῖ ὁ Χριστὸς (ὑποθετικὰ βέβαια) παρουσιάζεται ἀπρόσμενα μιὰ ὡραία μέρα στὴ
Σεβίλλη τῆς Ἱσπανίας. «Ἐμφανίζεται ἀθόρυβα, χωρὶς νὰ τὸν προσέξει κανένας,
καὶ -πράγμα παράξενο- ὅλοι τὸν ἀναγνωρίζουν. Ὁ λαός, σὰν νὰ τὸν τραβοῦσε μιὰ ἀκατανίκητη
δύναμη, ὅλοι μαζεύονται στὸ πέρασμά του καὶ τὸν ἀκολουθοῦν». Θεραπεύει ἕνα
γέρο τυφλὸ καὶ ἀνασταίνει ἕνα ἑφτάχρονο νεκρὸ κοριτσάκι.
«Ἐκείνη ὴ στιγμὴ περνᾶ ἀπὸ τὴν πλατεία ὁ καρδινάλιος Μέγας Ἱεροεξεταστής, ἕνας
ψηλὸς γέρος, σχεδὸν αἰωνόβιος, μὲ στεγνὸ πρόσωπο, μάτια χωμένα στὶς κόγχες. Τὰ
εἶδε ὅλα καὶ τὸ πρόσωπό του σκοτεινιάζει. Ζαρώνει τὰ πυκνά του φρύδια καὶ στὰ
μάτια του ἀστράφτει μιὰ τρομερὴ φλόγα. Τὸν δείχνει μὲ τὸ δάχτυλο καὶ διατάζει
τοὺς φρουρούς του νὰ τὸν πιάσουν. Τὸν κλείνουν σ’ ἕνα μικρὸ ὑπόγειο κελλί».
Τὴ νύχτα τὸν ἐπισκέπτεται ὁ γέρος. Τὸν παρατηρεῖ πολλὴ ὥρα καὶ μεταξὺ πολλῶν
ἄλλων τοῦ λέει: «Γιατί ἦρθες νὰ μᾶς ἀναστατώσεις; Γιατί, ναί, μᾶς ἀναστατώνεις,
καὶ τὸ ξέρεις πολὺ καλά. Ὅμως αὔριο θὰ σὲ καταδικάσω καὶ θὰ καεῖς στὴν πυρά, ὅπως
ὁ χειρότερος τῶν ἁμαρτωλῶν. Κι αὐτὸς ὁ ἴδιος λαὸς ποὺ σοῦ φιλοῦσε τὰ πόδια, θὰ
ξεχυθεῖ αὔριο, μόλις δώσω τὸ σύνθημα, γιὰ νὰ βάλει φωτιὰ στὸ σωρὸ μὲ τὰ ξύλα»
(Φ. Ντοστογιέφσκη, Ἀδελφοὶ Καραμάζωφ, ἐκδ. ΒΙΒΛΙΟΘΗΚΗ ΓΙΑ
ΟΛΟΥΣ, σ. 269-270).
Δυστυχώς, οἱ «δίκαιοι» κάθε ἐποχῆς θεωροῦν δύσχρηστο
τὸν μόνο ἀληθινὰ Δίκαιο (Ἡσ. 3, 10).
Ὅλοι τελικὰ βλέπουν τὸν Χριστὸ γιὰ ἐμπόδιο!

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου
Σημείωση: Μόνο ένα μέλος αυτού του ιστολογίου μπορεί να αναρτήσει σχόλιο.