ΠΡΟΣΦΩΝΗΣΙΣ
ΤΟΥ ΣΕΒΑΣΜΙΩΤΑΤΟΥ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ
ΧΙΟΥ, ΨΑΡΩΝ ΚΑΙ ΟΙΝΟΥΣΣΩΝ κ. ΜΑΡΚΟΥ
ΕΙΣ ΤΗΝ ΚΑΛΛΙΜΑΣΙΑΝ
Ἐπί τῇ ἐπισκέψει εἰς τήν Χίον
τῆς Α.Θ.Π. τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου
κ.κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
«Ἡ παιδεία μετάληψις ἁγιότητος ἐστίν»
(Ἰωάννης Χρυσόστομος)
Ὁ Χρυσοστομικός αὐτός λόγος, ἑρμηνευτικός εἰς τήν πρός Ἑβραίους ἐπιστολήν τοῦ οὐρανοβάμονος καί μυστιπόλου Ἀποστόλου τῶν Ἐθνῶν, δεικνύει τήν ἀπ’ἀρχῆς θεώρησιν τῆς παιδείας ὑπό τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ σοφός Σολομών μετ’εὐστόχου καί λυρικοῦ λόγου τονίζει τήν ἀξίαν αὐτῆς. Ὁ Κύριος ἡμῶν Ἰησοῦς Χριστός διακηρύσσει ὅτι εἶναι ὁ Διδάσκαλος καί οἱ Ἀπόστολοι οἱ πνευματοφόροι καί θεοκήρυκες μαθηταί Αὐτοῦ. Οἱ Μεγάλοι τῆς Ἐκκλησίας θεοφόροι Πατέρες καλοῦνται Ποιμένες, ἀλλά καί Διδάσκαλοι τῆς Οἰκουμένης. Καθ’ὅλην τήν περίοδον τῆς βασιλείας τοῦ Βυζαντίου ἡ Ἐκκλησία εἶναι κέντρον τῆς μορφωτικῆς πορείας αὐτοῦ.
Ἀλλά, ἀφ’ἧς ὥρας, «ὅλα τά ‘σκιαζε ἡ φοβέρα καί τά πλάκωνε ἡ σκλαβιά» ἡ Ἐκκλησία ὡς Ἄγγελος πρωτοστάτης ἐκράτησεν τούς οἴακας τῆς παιδευτικῆς διακονίας.
Τὸ Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς Τουρκοκρατίας ὑπῆρξεν φύλαξ καί φρουρός τοῦ Γένους, ὡς καὶ ἑτέρων Ὀρθοδόξων λαῶν. Διετήρησεν ἄσβεστον τὸ φῶς τῆς παιδείας, ἐστάθη βράχος ἀκλόνητος εἰς τὰς δυσχερείας καί κατώρθωσεν μετά στοργῆς νὰ περιθάλψῃ τὰ τέκνα του, τὰ ἐγγύς καὶ τὰ μακράν. Κατά τοὺς δυσχειμέρους ἐκείνους καιρούς ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία ἀνεδείχθη σωστική κιβωτός τῆς Πίστεως καὶ τῆς Παραδόσεως, αἵτινες διετηρήθησαν διὰ ἀγώνων καὶ θυσιῶν Κληρικῶν καὶ Λαϊκῶν τοῦ Σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, τῆς Πρωτοθρόνου Ἐκκλησίας τοῦ Πρωτοκλήτου.
Ἡ ζοφερά ἡμέρα τῆς 29ης Μαΐου 1453 ὁρίζει μία νέαν ἀρχὴν ὑπό διαφορετικάς συνθήκας διὰ τὸ Γένος. Ἡ παραχώρησις ἁρμοδιοτήτων εἰς τὸ πρόσωπον τοῦ Πρώτου τῶν Ὀρθοδόξων ἐσήμανε καὶ τὴν ἀνάληψιν εὐθυνῶν, ἐν τοῖς ἄλλοις καὶ διὰ τὴν ὀργάνωσιν καὶ τὴν λειτουργίαν τῆς παιδείας.
Ἡ ἀνέσπερος φωτοδόχος λαμπάς τοῦ Φαναρίου, ἀξιοποιοῦσα λελογισμένως τὰ παραχωρηθέντα προνόμια, ὀργανώνει τὴν παιδείαν τῶν Ὀρθοδόξων, διὰ τῆς καλλιεργείας τῆς ἑλληνικῆς γλώσσης καὶ τῆς προβολῆς τῆς κλασικῆς καὶ τῆς βυζαντινῆς Γραμματείας. Ἡ συζυγία τῶν δύο μεγεθῶν εἶχε πραγματοποιηθῆ κατά τὴν προηγηθεῖσαν μακραίωνα ἱστορίαν, καὶ συνίστατο ἐκ τῆς πεποιθήσεως διὰ τὴν πνευματικὴν πληρότητα τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς οἰκουμενικότητος τῶν προτάσεων τῆς ἑλληνικῆς πνευματικῆς κληρονομίας∙ διὰ τοῦτο κατέληγεν εἰς τὸ συμπέρασμα ὅτι ἡ παιδεία τῶν Χριστιανῶν ἔπρεπε νὰ εἶναι ἑλληνική, καὶ ἡ πίστις τῶνἙλλήνων πάντοτε ὀρθόδοξος.
Διὰ τὸ Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον, ἡ ἐκπαίδευσις τῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν ἦτο θέμα ζωτικῆς ἀνάγκης, τὸ ὁποῖον, μὴ καλυπτόμενον, θὰ ὁδήγῃ εἰς τὴν ἀδυναμίαν μεταδόσεως τοῦ μηνύματός Του. Ἄνευ τῆς ἀπαραιτήτου καταρτίσεως, οἱ λειτουργοὶ τῆς Ἐκκλησίας δὲν θὰ ἠδύναντο νὰ ἐκπληρώσουν στοιχειωδῶς τὰ λειτουργικά των καθήκοντα καὶ νὰ πραγματοποιήσουν οἱανδήποτε παρέμβασιν, ἀφορῶσαν εἰς τὴν διαμόρφωσιν καὶ ἐξέλιξιν τοῦ δημοσίου βίου.
Ὡς ἐκ τούτου, διαχρονική καὶ διακτινιζομένη εἰς ἅπασαν τὴν περιφέρειαν ὑπῆρξεν ἡ πατριαρχικὴ μέριμνα διὰ τὴν ἐξέλιξιν τῆς παιδείας ἀφικομένη ἕως τῆς πλέον ἀπομεμακρυσμένης ἐκκλησιαστικῆς ἐπαρχίας καὶ κοινότητος ἐκ τῶν ὑπαγομένων εἰς τὴν κανονικήν δικαιοδοσίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου καὶ περιλαμβάνουσαν πάσας τὰς βαθμίδας τῆς ἐκπαιδεύσεως.
Σταδιακῶς, εἰς ἅπασαν τὴν ἐπικράτειαν καὶ δὴ εἰς τὰ μεγάλα ἀστικὰ κέντρα, ἱδρύθησαν ἐκπαιδευτήρια καὶ ἀνώτεραι σχολαί, τὰ ὁποῖα ὅμως δὲν ἐλειτούργησαν ἀπροσκόπτως, δεδομένου ὅτι ἡ κρατική διοίκησις δὲν ἐγκατέλειψε τὴν πρόθεσιν ἐξισλαμισμοῦ τῶν ὑποδούλων, οὔτε τὴν φιλοχρηματίαν της.
Ὁ Πατριάρχης Γεννάδιος Σχολάριος, «ἀνασυνέστησε τὴν Πατριαρχικὴν Σχολήν, διὰ τὴν κάλυψιν τῶν ἀμέσων ἀναγκῶν στελεχώσεως τῆς ἱεραρχίας, τοῦ ἱεροῦ Κλήρου καὶ τῶν ὑπηρεσιῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου», προκειμένου νὰ ἀντιμετωπισθῇ ἡ «τραγικὴ κατάστασις τῆς παιδείας». Ἐπιθυμῶν νὰ ἀποτρέψῃ τὴν ἀλλοτρίωσιν, τὴν ὁδηγοῦσαν ἐνδεχομένως καὶ εἰς τὴν γλωσσικὴν ἀπώλειαν, ἐκινητοποίησεν τοὺς ἐλαχίστους μεμορφωμένους κληρικοὺς καὶ λαϊκοὺς, διδούς πνοήν ζωῆς εἰς τὴν ἀναληφθεῖσαν ὑπό τοῦ μαρτυρικοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου νέαν προσπάθειαν διατηρήσεως διὰ τῆς θρησκείας καὶ τῆς παιδείας, συνόλου τῆς πολιτισμικῆς ἰδιοπροσωπίας τοῦ Γένους.
Μετά ἕνα αἰῶνα, ὁ Πατριάρχης Ἰωάσαφ Β', εἰργάσθη ἀόκνως ἐπί τῷ τέλει τῆς ἀνυψώσεως τοῦ μορφωτικοῦ ἐπιπέδου τοῦ πληρώματος τῆς Μητρός Ἐκκλησίας.
Ὁ Πατριάρχης Ἰερεμίας ὁ Τρανὸς, συνεκάλεσε Μείζονα Σύνοδον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν τὸ 1593, ἡ ὁποία συμφώνως πρὸς τὸν ἕβδομον κανόνα της, προτρέπει τοὺς κατά τόπους ἀρχιερεῖς νὰ ἐντείνουν τὰς δραστηριότητας εἰς τὸν τομέα τῆς παιδείας, μεριμνῶντες διὰ τὴν ἵδρυσιν ἢ τὴν ἀναβάθμισιν τῶν ἐκπαιδευτηρίων εἰς τὰς ἐπαρχίας των.
Καθοριστικὸς σταθμὸς εἰς αὐτὴν τὴν πορείαν ὑπῆρξεν ἡ ἐπιλογὴ τοῦ Πατριάρχου Κυρίλλου Λουκάρεως, νὰ ἱδρύσῃ τυπογραφεῖον εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν καί νὰ τοποθετήσῃ ὡς διευθυντὴν τῆς Πατριαρχικῆς Σχολῆς τὸν λόγιον Ἀθηναῖον διδάσκαλον Θεόφιλον Κορυδαλέα, τοῦ ὁποίου ἡ ἑρμηνευτικὴ προσέγγισις εἰς τὰ ἔργα τοῦ Ἀριστοτέλους ἀπετέλεσε τομὴν διὰ τὴν γραμματείαν τῆς ἐποχῆς.
Ὁ Πατριάρχης Διονύσιος ὁ Γ’, ἀναδιαµορφώνει τὴν Μεγάλην τοῦ Γένους Σχολὴν προτρέπων τόν µέγαν εὐεργέτην Μανωλάκην Καστοριανὸν (Ἐµµανουήλ Φιλίππου) νὰ συνδράμῃ εἰς αὐτό.
Ἡ συνεχὴς καὶ συστηµατική Πατριαρχική µέριµνα διὰ τὴν βελτίωσιν τῆς ἐκπαιδεύσεως ἀντιµετώπιζε καὶ τὰς νέας ἀπαιτήσεις αἱ ὁποῖαι προέκυπταν ἕνεκα τῆς προόδου τῶν ἐπιστημῶν. Τὸ Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον δὲν περιωρίσθη εἰς τὴν παραδεδομένην γνῶσιν, ἀλλὰ ἠθέλησε νὰ εἰσαγάγῃ εἰς τὴν ἐκπαιδευτικὴν διαδικασίαν τὰς νέας ἐπιστήµας.
Οἱ Οἰκουμενικοί Πατριάρχαι «ἔργῳ καὶ λὸγῳ» προώθησαν πρόσωπα ὑποστηρίξαντα τὴν προσπάθειαν διὰ τὸν ἐµπλουτισµόν καὶ τὴν ἀνανέωσιν τῶν µαθηµάτων καὶ δόντα ἔµφασιν εἰς αὐτὰ τῶν θετικῶν ἐπιστηµῶν. Ἀξιόλογον ρόλον πρὸς τὴν κατεύθυνσιν αὐτὴν διεδραµάτισαν πολλοὶ κληρικοί, ὡς ὁ πρόδροµος τοῦ νεοελληνικοῦ διαφωτισµοῦ Μεθόδιος Ἀνθρακίτης καὶ ὁ διαπρεπὴς στοχαστής τοῦ διαφωτισµοῦ Εὐγένιος Βούλγαρης, ὁ ὁποῖος ἐδίδαξε μετά µεγάλης ἐπιτυχίας, ὡς τεκμαίρεται ἐκ τῆς ἀθρόας προσελεύσεως μαθητῶν, εἰς τὴν Ἀθωνιάδα καὶ εἰς τὴν Πατριαρχικὴν Σχολὴν.
Ὁ Πατριάρχης Κύριλλος Ε’ συνέδραµε θερµῶς εἰς τὴν προσπάθειαν τῆς Ἁγιορειτικῆς ἱερᾶς µονῆς τοῦ Βατοπεδίου διὰ τὴν ἵδρυσιν Σχολῆς, προσκαλέσας «ἐξ Ἰωαννίνων τὸν σοφώτατον ἐν διδασκάλοις καὶ πάντα θαυµάσιον Εὐγένιον».
Ὁ διάδοχός του εἰς τὸν Πατριαρχικὸν Θρόνον Σεραφεὶµ Β’ «ἠγάπα… τοὺς σοφοὺς καὶ πεπαιδευµένους καὶ τούτοις ἔχαιρεν ὁµιλῶν καὶ τιµᾷν ἐφιλοτιµεῖτο• διὸ καὶ τῆς αὐτῶν ἐφρόντιζε συστάσεως, καὶ σχολείων εἶχε πρόνοιαν, καὶ, ἐπεὶ τὰ τῆς πολυµαθείας ἑώρα ἐν τῷ γένει ὑποφερόµενα, διαναστῆσαι καὶ ἐπανενεγκεῖν διενοεῖτο καὶ κατεσπούδαζεν...».
Ὡς προκύπτει ἐκ τῆς ὡς εἴρηται βραχείας ἱστορικῆς ἀναδροµῆς εἰς τὰς προσπαθείας τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν «ἡ παιδεία κατά τή µεταβυζαντινή περίοδο, ὅπως καί κατά τήν βυζαντινή περίοδο, εἶχε ὡς πυρήνα τὴν ἑλληνική παιδεία τοῦ ἑλληνορωµαϊκοῦ κόσµου, ἀλλά στηρίχθηκε οὐσιαστικά στον θεσµό τῆς Ἐκκλησίας ὄχι µόνο γιὰ τὴν οἰκονοµική ὑποστήριξη ἤ τὴν ὀργανωτική διάρθρωση, ἀλλά καὶ γιὰ τὴ σαφῆ περιγραφή τοῦ ἱεροῦ σκοποῦ τῆς παρεχόµενης παιδείας σὲ µία χριστιανική κοινότητα… Ἡ κεντρική αὐτή θέση τῆς Ἐκκλησίας στὸ χῶρο τῆς παιδείας, ἰδιαίτερα δὲ τοῦ ἑλληνικοῦ ἔθνους, ὑπῆρξε µέχρι τά τέλη τοῦ ΙΗ΄ αἰώνα µιά αὐτονόητη ὑποχρέωση, ἀφοῦ κανένας ἄλλος φορέας δὲν διεξεδίκησε ἤ διανοήθηκε νὰ ἐπωµισθῆ τήν τεράστια αὐτή εὐθύνη».
Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, μὲ ἐκφραστήν τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ὑπῆρξεν ὁ μόνος φορεύς, ὁ ὁποῖος κατέβαλε καθ’ ὅλην τὴν διάρκειαν τῆς δουλείας, δεδομένων τῶν συνθηκῶν αἱ ὁποῖαι ἐπικρατοῦσαν, πᾶσαν δυνατὴν προσπάθειαν διὰ τὴν διατήρησιν, διὰ τῆς παιδείας, τῆς ὀρθοδόξου πίστεως καὶ τῆς ἐθνικῆς συνειδήσεως τοῦ δούλου Γένους καί, παρ’ ὅλας τὰς δυσκολίας αἱ ὁποῖαι προήρχοντο ἐξ ἐξωγενῶν, ἀλλά, καὶ εἰς τινας περιπτώσεις ἐξ ἐσωτερικῶν αἰτιῶν, κατώρθωσεν νὰ ἐπιτύχῃ τὴν σποράν, τὴν καλλιέργειαν, τὴν ἄνθισιν καὶ τὴν καρποφορίαν τῆς μορφώσεως καὶ τῆς καταρτίσεως τῶν Χριστιανῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου.
Εἰς τὰ ἴχνη τῆς πορείας αὐτῆς ἐβάδισαν καὶ οἱ ἐκ Καλλιμασιᾶς Χίου ὁρμώμενοι Οἰκουμενικοί Πατριάρχαι Ἰωακείμ ὁ Β΄ καὶ Ἰωακείμ ὁ Δ΄.
Ὁ Ἰωακείμ ὁ Β΄ (κατά κὀσμον Ἰωάννης Κοκκώδης) «πολλά μὲν ἐμόχθησε καὶ πολλούς κινδύνους καὶ ἐξορίας ὑπέστη ὑπερασπιζόμενος τὴν άλήθειαν, τὴν εὐσέβειαν καὶ τὰ δίκαια τῆς Ἐκκλησίας. Δικαίως δὲ διὰ τοῦτο ἠγαπᾶτο ὑπό τῶν πιστῶν καὶ ὑπό πάντων ἐσεβάζετο… καὶ ἐτιμᾶτο… ὡς Ἐθνάρχης Ἔθνους ἐνδόξου καὶ πολυπαθοῦς, ὡς Πατριάρχης σεπτός καὶ πρῶτος τῇ τιμῇ Πρωθιεράρχης ἁπάσης τῆς Ἀνατολικῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας………… Ἐκ τῶν πρώτων αὐτοῦ μελημάτων ἦτο ἡ μόρφωσις τοῦ κλήρου καὶ ἡ προαγωγή καὶ ἡ βελτίωσις τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς». Οὗτος ἐπεδίωξεν νὰ ἱδρυθῇ εἰς τὴν γενέτειράν του, Καλλιμασιάν Χίου, Σχολεῖον ἀλληλοδιδακτικόν. Πρὸ τοῦ θανάτου του ἐκάλεσεν τὸν Θεόδωρον Μαυρογορδάτον, Ἔφορον τῆς Σχολῆς Χάλκης, παρέδωκεν εἰς αὐτόν 1.800 λίρας Τουρκίας διὰ τὴν ἵδρυσιν καὶ ἐνίσχυσιν Παρθεναγωγείου εἰς τὸ ὁποῖον ἐδώρισεν ἅπασαν τὴν πατρικήν του περιουσίαν. Τὸ Σχολεῖον αὐτό ὀνομασθέν «Ἰωακείμειον Παρθεναγωγεῖον» ἐθεμελιώθη τὸν Ἀπρίλιον τοῦ 1880 ὑπό τοῦ μετά ταῦτα Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἰωακείμ τοῦ Δ΄ (κατά κόσμον Νικολάου Κρουσουλούδη), ὁ ὁποῖος μετά τὴν ὑπό τοῦ σεισμοῦ τοῦ 1881 καταστροφήν τῆς Ἱερᾶς Μονῆς Ἁγίου Γεωργίου Ῥᾶ προσεπόρισε τὰ κτήματα τῆς Μονῆς εἰς τὸ Ἀρρεναγωγεῖον Καλλιμασιᾶς. Τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ αὐτοῦ ἀνδρός ἡ συμβολή εἰς τὴν παιδείαν ἀναδεικνύεται καὶ ἐκ τῶν ἐν τοῖς κειμένοις παραινέσεών του:
«Νὰ προσέχετε καὶ νὰ ἀποφεύγετε τὰ δένδρα ποὺ φαινομενικὰ ὑπόσχονται καρπούς, δηλαδὴ ἐκείνους τοὺς ἀνθρώπους, οἱ ὁποῖοι δείχνουν ζωηρὸ γιὰ καινοτομίες πνεῦμα, κηρύττουν ἀτελείωτη ἐπιδίωξη γιὰ κάθε τι καινούριο, δηλαδὴ ἄσκοπο ταξίδι χωρὶς λιμένα προορισμοῦ καὶ ὑπόσχονται ἀλλαγὲς καὶ μεταρρυθμίσεις καὶ πρωτοπόρα νέα συστήματα στὴ διοίκηση καὶ οἰκοδομοῦν ἄμορφες κατασκευὲς πάνω στὴν ἄμμο τῶν δικῶν τους ἰδεῶν. Γιὰ τοῦτο χρειάζεται σοβαρὴ σκέψη καὶ νὰ μαντέψει κανεὶς γιὰ νὰ βρεθεῖ καὶ νὰ στηριχθεῖ ὁ περισσότερο ἱκανὸς καὶ ἄξιος. Πρέπει νὰ γνωρίσετε τὴν ἀξία αὐτοῦ ποὺ κρύβεται κάτω ἀπὸ τὴν μετριοφροσύνη καὶ ταπείνωσή του. Ἐκεῖνος μπορεῖ νὰ ἐπιμένει στὴν ἄρνησή του, ἀλλὰ ἐσεῖς μὴν τοῦ γυρίσετε ἀμέσως τὴν πλάτη, ἀλλὰ νὰ σκεφθεῖτε ἤρεμα: εἶναι ἄραγε πιὸ σωστὸ νὰ κάμετε πίσω μὲ τὴν ἄρνηση ἢ πιὸ συμφέρον νὰ ἐπιμείνετε στὴν ἐκλογή; Ἀπεναντίας ἄλλος διαφορετικὸς τύπος, μπορεῖ νὰ τρέχει ἀπὸ συγκέντρωση σὲ συγκέντρωση, νὰ μαζεύει ἀνθρώπους μὲ τὸ ἴδιο σκεπτικὸ γιὰ τὴν ἐκλογή του, νὰ προσπαθεῖ νὰ προσεταιρισθεῖ τοὺς διάφορους παράγοντες καὶ νὰ ἁπλώνει πάνω σὲ ὅλους τὰ δίχτυα του. Προσέξετε νὰ μὴ ξεγελαστεῖτε. Διαλέξετε ὄχι ἐκεῖνον ποὺ ἐπιδιώκει τὴν ἐξουσία, ἀλλ΄ αὐτὸν ποὺ χρειάζεται ἡ θέση».
«Μάθετε ἀκόμη νὰ μὴν διαφωνεῖτε. Βάλετε τὸ κοινὸ συμφέρον ὡς κέντρο τῶν τάσεων καὶ τῶν ἐνεργειῶν σας. Ἑνωθεῖτε ὅλοι μαζὶ μὲ τὴν ἐπιθυμία τοῦ κοινοῦ καλοῦ».
«Ὁλοφάνερη ἡ σοβαρότητα τῶν περιστάσεων, τὶς ὁποῖες περνᾶ ἡ μητέρα Ἐκκλησία καὶ τὸ ἔθνος. Στὴν πόρτα μας ἀπ' ἔξω τὰ πιὸ δύσκολα χρόνια καὶ οἱ πιὸ πονηρὲς μέρες. Ὅταν ἔξω τὸ σκοτάδι πυκνώνει, δυναμώνουν μέσα στὸ σπίτι τὸ φῶς. Νὰ ἀγρυπνοῦμεν, ἀγαπητοί, καὶ νὰ δυναμώνομε τὸ φῶς τοῦ σπιτιοῦ μας...»
Τούτων τῶν Προκατόχων Ὑμῶν ἀπό χρόνου ἱκανοῦ τελοῦμεν ἐτησίως ἐπιμνημοσύνους δεήσεις εἰς τόν Ἱερόν Ἐνοριακόν Ναόν τῆς γῆς ἐξ ἧς ἐλήφθησαν. Τιμή καί συγκίνησις ἡ σημερινή Πατριαρχική παρουσία καί χοροστασία, ἁγιάζουσα τό φιλόχριστον ποίμνιον τῆς λογικῆς αὐτῆς ποίμνης.
Δι’ ὅ μετά σεβασμοῦ πολλοῦ προσφέρομεν Ὑμῖν ἐκ μέρους τῆς Ἐνορίας ταύτης τήν ποιμαντορικήν ῥάβδον καί παρακαλοῦμεν ὅπως ἀείποτε δέησθε ὑπέρ τοῦ Ἱεροῦ Κλήρου καί τοῦ φιλαγίου λαοῦ τῆς μαρτυρικῆς Ἐπαρχίας ταύτης, τῆς συνηρμοσμένης μετά τοῦ Σεπτοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου πρός δόξαν τῆς Τρισηλίου Θεότητος.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου