e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

2003. Παρουσία Οικουμενικού Πατριάρχη στην πανήγυρι του Αγ. Διονυσίου εν Ζακύνθω [φωτογραφίες από την Πατριαρχική Λειτουργία]

   Μονή Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου - 23 και 24 Αυγούστου 2003   


















ΠΡΟΣΦΩΝΗΜΑ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ  τῆς 24ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2003

«Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ».
Ὄντως! Ἡμέρα Λαμπρῆς βιώνομε ἅπαντες στόν πάνσεπτο ἐτοῦτο Ναό, ἐδῶ στή νοτιοδυτική ἄκρη τῆς πατρίδος μας. Δύσκολο νά ἐκφρασθοῦν τά συναισθήματα, ἀδύνατο νά καταγραφεῖ ἡ ἀγαλλίαση καί ὁ ἔσω παλμός ἁπάντων ἡμῶν ἐν τῇ ἁγίᾳ ταύτῃ ἡμέρα καί ὥρᾳ.
Δύο τινά συμβαίνουν, τά ὁποῖα ἀνάγουν τό νοῦ καί τήν καρδιά μας σέ ἄλλες σφαῖρες:
Ἀφ’ ἑνός, τιμᾶμε καί γεραίρομε τόν Γέροντα τόν ἡγιασμένο τῆς νήσου μας, τόν ἀνέγγιχτο ἀπό τόν χρόνο καί τή φθορά προστάτη μας Ἅγιο Διονύσιο τόν θαυματουργό, ὁ ὁποῖος ὁλόρθος καί μεγαλοπρεπής ἐν τῇ ταπεινώσει καί ἁπλότητί του, ἐκπέμπει Χάρη καί Φῶς ἀπό τήν θεία ἐμπειρία, στήν ὁποία μετέχει.
Ἀφ’ ἑτέρου, εἶναι παρών καί προΐσταται τῆς Πανηγύρεως ὁ προσκυνητός Πνευματικός Πατέρας τῆς οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας κύριος Βαρθολομαῖος, πρός τόν ὁποῖον μᾶς δίδεται ἡ εὐκαιρία αὐτές τίς ἡμέρες, πού εἶναι κοντά μας, νά τοῦ ἐκφράσουμε «πάλιν καί πολλάκις», τήν ἀνυπόκριτη ἀγάπη μας, τόν ἀνυστερόβουλο σεβασμό μας, τήν ἀνυποχώρητη στήριξή μας στούς παντοειδεῖς ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί τοῦτο, ὄχι μόνον ὡς ἐκφραστοῦ καί θεματοφύλακος τῶν πηγῶν τῆς πίστεώς μας, τοὐτέστιν τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς δισχιλιετοῦς Ἱερᾶς Παραδόσεως, ἀλλά καί ὡς Ἀνθρώπου Πνευματικοῦ, μέ τήν ἐκκλησιαστική καί κοσμική (γιατί ὄχι;) ἔννοια τοῦ ὅρου. Διότι, ὁ Παναγιώτατος, ἔχει παλαιόθεν καί σύν τῷ χρόνῳ ἀναδειχθεῖ ἀνύστακτος στίς ἐπάλξεις τοῦ Χρέους, ὑποστηρικτής καί θιασώτης τῆς εὐθύτητας καί τοῦ Δικαίου, βαθύτατα κατηρτισμένος μέ τήν σοφία τοῦ κόσμου, ἔχοντας τελικά ἐπιλέξει ὡς τρόπο ζωῆς κι ἔκφρασης τήν ἄνωθεν σοφία, πατερικά μετριοπαθής κι ἐκκλησιαστικά ἀποφασιστικός, «κανών πίστεως» καί «εἰκών πραότητος», προσωπικότητα ὄντως, εὐλογία Θεοῦ. Μ’ ἕναν λόγο θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι πρόκειται γιά τόν κατάλληλο ἄνθρωπο στήν κατάλληλη θέση καί ὥρα. Διότι, ὁ Κύριος τῆς Ἱστορίας, Αὐτόν θέλησε, σέ καιρούς ἀνατροπῶν καί ἀνακατατάξεων, νά πλοηγεῖ τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας Του.
Μέ αὐτά τά δεδομένα, χρέος ἁπάντων ὅσων ὑπηρετοῦμε τό ἀκριβές νόημα τῆς Ὀρθοδοξίας καί μάλιστα ἀνοικτῆς στόν σύγχρονο κόσμο, εἶναι νά στηρίζουμε τή Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία καί μάλιστα τόν Κορυφαῖο ἐκφραστή της, τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη. Τό Φανάρι εἶναι γιά ὅλους μας ἡ λυχνία, ἡ ὁποία «φαίνει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ». Τό δυσάρεστο καί τό παράταιρο εἶναι, ὅτι κάποιοι κύκλοι ἐσχάτως ἐπιβουλεύονται τήν ἰσχύ, τήν ἀξία καί τά δικαιώματά του. Ἐμεῖς ἀπό αὐτή τήν θέση ἐπαναλαμβάνουμε τούς λόγους τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Χριστοδούλου, ὁ ὁποῖος παλαιότερα διακήρυττε:
«Στούς σημερινούς καιρούς καθένας πού πλήττει τό Φανάρι, πλήττει ταυτόχρονα καί τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Καί καθένας πού ἐπιδιώκει φυλετικά ἤ προσωπικά ὠφελήματα ἀπό τήν ἀπώθησή του στό περιθώριο, ματαιοπονεῖ καί πλανᾶται. (...) Τό λοιπόν, ἀδελφοί, μή λιθοβολεῖτε τό Φανάρι...».
Σοφός ὁ λόγος, Ἀγαπητοί, τόν ὁποῖον ἀσμένως προσυπογράφομε καί ἀπευθύνομε πάλιν πρός κάθε δολιοφθορέα.
     
     Παναγιώτατε Δέσποτα! Λαμπροφορώντας ὁ τόπος μας Σᾶς ὑποδέχτηκε καί Σᾶς ἀγκαλιάζει. Καί τί συγκυρίες:
α) Πενήντα (50) ἀκριβῶς χρόνια πρίν τέτοιες μέρες αὐγουστιάτικες, μετά τήν καταστροφική ἐκείνη Σεισμοπυρκαγιά τοῦ 1953, πάνω ἀπό τά ἐρείπια καί τή στάχτη τοῦ θανατικοῦ, ἐδῶ στήν «Χιροσίμα τοῦ Ἰονίου» (καθώς χαρακτηριστικά γράφτηκε τότε) ψάχναμε οἱ Ζακυνθινοί στά χαλάσματα, ν’ ἀναγνωρίσουμε «περασμένα μεγαλεῖα». Σήμερα ὅμως, σέ μιά νέα πραγματικότητα ἔχομε Σᾶς ἀνάμεσά μας, γιά νά ἐγγράψετε μιά νέα σελίδα στό ἱστορικό Γίγνεσθαι τοῦ ταλανισμένου, μά ὑπερήφανου καί ἀνανεωμένου τόπου μας.
β) Τριακόσια (300) ἀκριβῶς χρόνια πρίν ὁ μακαριστός Προκάτοχός Σας Γαβριήλ ὁ Γ΄, «ὁ ἀρεταῖς τε πάσαις κοσμούμενος καί βίου λαμπρότητι καί πείρᾳ πραγμάτων τά μέγιστα διαπρέπων » (ΘΗΕ, τ.4, 110), καί ἡ περί αὐτόν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μᾶς ἔκανε ἡμῶν τῶν Ζακυνθίων καί ὅλων τῶν φιλαγίων, ἕνα πολυτιμότατο δῶρο: Τόν Ἰούνιο τοῦ 1703 κατέταξε στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδοξίας τόν Γέροντά μας τόν ἁγιασμένο, τό ἐν Κυρίῳ καύχημά μας, τόν Ἅγιο Διονύσιο, τοῦ Ὁποίου πανηγυρίζομε τήν Μετάθεση ἀπό τά Στροφάδια στή Ζάκυνθο τό 1717. Σήμερα ἀξιωνόμαστε νά ἔχουμε κοντά μας Ἐσᾶς, Παναγιώτατε, τόν ἄξιο διάδοχο τοῦ Γαβριήλ.
Γιά ὅλ’ αὐτά μίλησα στήν ἀρχή περί βιώσεως μιᾶς ἡμέρας Λαμπρῆς.

Παναγιώτατε, στήν ὑποδοχή προχθές, Σᾶς εἶπα (καί δέν ἦταν σχῆμα λόγου), ὅτι κατ’ αὐτάς Σᾶς θεωροῦμε Ποιμενάρχη τοῦ τόπου μας, Πνευματικό Κυριάρχη τῆς Ζακύνθου. Ὑπό αὐτή τήν ἰδιότητα λοιπόν, Σᾶς καλῶ καί Σᾶς παρακαλῶ, ν’ ἀπευθυνθεῖτε στόν θεοπειθῆ Κλῆρο καί τόν φιλάγιο λαό μας!  








Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΝ ΘΕΙΑΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΝ
(24 Αὐγούστου 2003)
* * *
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ζακύνθου καί φίλτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κύριε Χρυσόστομε,
Ἐξοχώτατοι καί ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν,
Ἀδελφοί, Πατέρες καί Τέκνα ἐν Κυρίῷ,

Εὐλογητός ὁ Θεός καί Πατήρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος, τῇ χάριτι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, συνήγαγεν ἡμᾶς σήμερον εἰς τόν Ἱερόν τοῦτον καί περίσεμνον τοῦ ἑορτάζοντος Ἁγίου Διονυσίου Ναόν, τό παλλάδιον τοῦτο τῶν ἁπανταχοῦ εὐσεβῶν Ζακυνθίων, διά νά συστήσωμεν διά μίαν ἀκόμη φοράν πανηγυρικῶς τήν Ἐκκλησίαν, ἐπιτελοντες Λειτουργίαν λαμπρότητος καί προσφέροντες τήν ἀναίμακτον Μυσταγωγίαν τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἐκφράζομεν τήν βαθεῖαν χαράν ἡμῶν διότι μετέχομεν τῆς λειτουργικῆς ταύτης συνάξεως εἰς ἐπιβεβαίωσιν τῆς ἀδιασπάστου ἑνότητος τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως πρός τήν Ἁγιωτάτην ἀδελφήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Λαός ὁ χριστώνυμος, μετά τῶν πρεσβυτέρων αὐτοῦ καί πνευματικῶν πατέρων καί τοῦ Ἐπισκόπου τῆς Νήσου μετά τοῦ Πατριάρχου τοῦ Γένους καί πλειάδος ἀδελφῶν Ἀρχιερέων καί συλειτουργῶν, προσέφερεν ἐν μιᾷ ψυχῇ καί μιᾷ καρδίᾳ καί ἐν αἰσθήσει τῆς ἑνότητος συμπάσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόν ἄρτον τῆς ζωῆς του καί τόν οἶνον τῆς παραμυθίας του μετ΄ ἐκτενοῦς προσευχῆς καί βαθυκαρδίου ἐπικλήσεως καί ἐλάβομεν παρά τοῦ πρός Ὅν ἡ προσφορά τῆς Εὐχαριστίας, τό πανακήρατον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἄρτον τῆς Ζωῆς τόν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάντα, καί τό ζωογόνον Αἷμα τῆς σωτηρίας καί Πνεῦμα ἐπουράνιον. Προσέφερε τόν κόπον καί τόν ἱδρῶτα ὁλοκλήρου τοῦ ἐνιαυσίου κύκλου, τά βασικότερα τῶν στοιχείων τῆς ἐπιβιώσεως, ὡς Δῶρα εἰς τόν Δωρήσαντα αὐτά, καί ἀπέλαβεν αὐτά ὡς Τίμια Δῶρα, αὐτό τό πανάγιον Σῶμα καί αὐτό τό ζωοποιόν Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον. Προσέφερε τόν κόπον καί τήν ὀρθοστασίαν καί τήν γονυκλισίαν του καί ἀπέλαβε τήν παράκλησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Προσέφερε τόν ὕμνον καί τήν δοξολογίαν του καί ἀπέλαβε τόν γλυκασμόν τοῦ Παρακλήτου. Προέφερε τήν δέησιν καί ἱκεσίαν του καί ἀπεκδέχεται τήν πλήρωσιν ἐκείνων τά ὁποῖα ᾐτήσατο, εἰς σωτηρίαν. Ἤναψε τήν λαμπάδα τῆς εὐλαβείας του καί εἶδε τό Φῶς τό ἀληθινόν, τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον, δηλαδή τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶπεν: «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου˙ ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ΄ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰωάν. 8, 12). Ἔκαυσε τό θυμίαμα τῆς Ὀρθοδόξου εὐσεβείας καί πίστεως ἐνώπιον τοῦ Θυσιαστηρίου τῆς Χάρτιος καί ὠσφράνθη Κύριος ὀσμήν εὐωδίας πνευματικῆς.
Πάντες οἱ συνελθόντες ἀτενίζομεν πρός τόν Ἐσταυρωμένον Ἁγαπητόν τῆς Ἐκκλησίας καί Νικητήν τοῦ θανάτου Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ὡς πρός Πατέρα καί ἀδελφόν, καί πρός τήν Πανάχραντον Θεοτόκον Μαρίαν, ὡς πρός Μητέρα, καί πρός τούς Ἁγίους Πάντας, ἰδιαίτατα δέ τόν ἑορτάζοντα ἅγιον Διονύσιον, τόν πολυκλεῆ τοῦτον γόνον τῆς Ζακύνθου, ὡς πρός ἀδελφούς καί προστάτας.
Ἀτενίζομεν ἀκόμη ἀλλήλους ὡς πρός ἀδελφούς ὁμαίμους καί γνησίους, ἐκ τῆς αὐτῆς μήτρας, τῆς ἁγίας κολυμβήθρας ἀναγεννηθέντας, καί τό αὐτό αἷμα ἔχοντας, τό τίμιον Αἷμα τοῦ Σωτῆρως, τοῦ ὁποίου μεταλαμβάνομεν πάντες. Ἰδού ἡ Ἐκκλησία˙ ἰδού ἡ οἰκογένειά μας. Καί μαζί μας πάντες οἱ προαπελθόντες καί προτελειωθέντες πατέρες καί ἀδελφοί μας, οἱ καλῶς τόν ἀγῶνα τελέσαντες καί τήν πίστιν τηρήσαντες καί ἐν ταῖς οὐρανίαις μοναῖς τοῦ Πατρός αὐλιζόμενοι ἐν χώρᾳ ζώντων. Ἴδού τό ἅγιον σῶμα μας, τοῦ ὁποίου κεφαλή ὁ Χριστός καί μέλη πάντες οἱ εἰς τό ὄνομα Αὐτοῦ καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βεβαπτισμένοι, καί ψυχή, τό φυσίζωον Πνεῦμα τῆς ‘’Αληθείας, τό ἀγαθόν, τό εὐθές, τό φωτιστικόν, τό συγχωρητικόν ἁμαρτημάτων, τό ἁγιαστικόν, τό πανταχοῦ παρόν, τό παράκλητον, τό θεοποιοῦν, τό πανάγιον, τό βασιλεον εἰς τούς αἰῶνας”.
Ποῖος ὀρφανός, ποῖος μόνος, ποῖος ἀνάδελφος, ποῖος ἐγκαταλελειμμένος, ποῖος λησμονημένος; Οὐδείς˙ ἕν σῶμα, μία καρδία, ἕν πνεῦμα, μία ψυχή, ἕν φρόνημα, μία πίστις, μία δόξα, μία ἐλπίς, εἷς Κύριος, μία ζωή καί βασιλεία.
Ἡ εὐλογημένη μας οἰκογένεια, τό ἱερόν μας σῶμα, σήμερον χαίρει και σκιρτᾷ καί ἀγάλλεται καί σεμνύνεται καί πανηγυρίζει καί ἑορτήν αἰδέσιμον ἑορτάζει ἐπί τῇ ἐπετείῳ τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ἐνός ἐκ τῶν τέκνων της, τοῦ Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Διονυσίου τοῦ Σιγούρου, Ἀρχιεπισκόπου γενομένου ποτέ τῆς ἐν Αἰγίνῃ Ἐκκλησίας καί τήν γενέθλιον αὐτοῦ γῆν Ζάκυνθον ὡραΐσαντος, κλεΐσαντος καί ἁγιάσαντος διά τῆς ὁσίας βιοτῆς, τῶν θεοπειθῶν προσευχῶν, καί τῶν ἀσκητικῶν ἱδρώτων του καί τοῦ τιμίου ἐναντίον Κυρίου θανάτου του.
Παρῆλθον ἤδη διακόσια ὀγδοήκοντα καί ἕξ ἔτη ἀφ΄ ὅτου ἐν ἔτει «1717, Αὐγούστου 19, ἡμέρα Δευτέρα ᾐχμαλώτισαν τό μοναστῆρι μας, τά Στροφάδια, ὁ θεοκατάρατος Μουστῆς μέ δέκα γαλιώταις καί ἐπῆραν ὅλα τά ἱερά σκεύη, τό ἁρμαμέντο καί τήν Παναγίαν καί ὅλα μας τά μπαστιμέντα καί ἔκοψαν καί τά χέρια τοῦ Ἁγίου καί τά ἐπῆραν˙ καί τό ἐπίλοιπον ἅγιον λείψανον τό ἔβαλαν ἀπάνον ἑνός βαρελιοῦ μπαρούτι καί ἔκαμε θαῦμα ὁ Ἅγιος καί δέν ἔπιασε φωτία καί ἐφυλάκτη καί τό ἔχομεν τήν σήμερον εἰς τήν Ζάκυνθον. Ἐπῆραν καί σκλάβους πατέρες εἴκοσι μέ τέσσερους ἱερομονάχους. Ἤτανε ἡγούμενος ἐτότες Γεράσιμος ὁ Κάπαρης καί ἦτον εἰς τήν Ζάκυνθον˙ καί εἰς τά 23 τοῦ αὐτοῦ ἤφερε τόν Ἅγιον ἡ κορβέττα εἰς τήν Ζάκυνθον μέ τούς λοιπούς καλογέρους, ὁποῦ ἐκρύφτηκαν καί δέν αἰχμαλωτίσθηκαν», συμφώνως πρός τό χρονικόν ἀνωνύμου μοναχοῦ τῆς ἐποχῆς, τό ὁποῖον ἔφερεν εἰς τό φῶς ὁ ἀοίδιμος προκάτοχος τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος, ἀδελφέ ἅγιε Ζακύνθου, Ἀρχιεπίσκοπος Νικόλαος ὁ Κατραμῆς.
Καί σήμερον μνήμην ποιούμενοι λειτουργικήν τοῦ γεγονότος τούτου, πρῶτον δοξάζομεν τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος δέν ἐπέτρεψε νά ἀπολεσθῇ, ἀλλά διέσωσε τοῦτο θαυματουργικῶς καί ἐφυγάδευσεβ ἐν ἀσφαλείᾳ διά τῶν ἀνθρώπων Του ἐνταῦθα εἰς Ζάκυνθον, ὥστε νά ἔχομεν οἱ πιστοί τήν χαράν καί τήν εὐλογίαν νά τό ἔχωμεν ἐν μέσῳ μας, νά τό βλέπωμεν, νά τό ἀσπαζώμεθα καί νά τό προσκυνοῦμεν, ἀρυόμενοι ἐξ αὐτοῦ δύναμιν καί εὐλογίαν καί ἁγιασμόν πολύν. Δύναμιν ἐκ τῆς δυνάμεως διά τῆς ὁποίας τό ἐπλούτισεν ὁ Χριστός, ὥστε καί θαύματα νά ἐπιτελῇ καί ἀσθενεῖς νά ἰᾶται καί πνεύματα ἀκάθαρτα νά ἀπελαύνῃ καί σεισμῶν τήν ἀπειλήν νά ἀποσοβῇ καί ἐχθρῶν τήν μανίαν νά ἐξουδετερώνῃ. Εὐλογίαν ἐκ τῆς εὐλογίας διά τῆς ὁποίας τό ἐπροίκισεν ὁ Πατήρ, ὥστε καί ἀνώτερον τῆς φθορᾶς νά διαμείνῃ καί τήν χάριν τῆς προσδοκωμένης ἀναστάσεως νά προμνηστεύεται. Καί ἁγιασμόν ἐκ τοῦ ἁγιασμοῦ, διά τό ὁποίου τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τό ἐνεπότησεν, τό Ὁποῖον «πάντα τά κτιστά, ὡς Θεός ὤν δυναμοῖ, συντηρεῖ ἐν Πατρί, δι΄ Υἱοῦ δέ» (Ἀναβαθμοί Β’ ἤχου).
Λαϊκόν τι λόγιον θυμοσοφεῖ: «Ὁ ἄρχοντας τοῦ τόπου σου, ὁ Ἅγιος του χωριοῦ σου». Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τό λόγιον τοῦτο προσλαμβάνει μείζονα διάστασιν. Καί τοῦτο διότι ὁ Ἅγιος Διονύσιος δέν εναι μόνον ὁ Ἅγιος τοῦ τόπου˙ ὁ πολιοῦχος, ὁ προστάτης˙ εναι Ζακύνθιος, αὐτόχθων, ἐντόπιος, ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων καί σάρξ ἐκ τῆς σαρκός τοῦ Ζακυνθινοῦ λαοῦ. Ἀλλ΄ ἦτο καί ἀρχοντικῆς καί περιβλέπτου οἰκογενείας τῆς νήσου γόνος, τῆς εὐγενοῦς οἰκογενείας τῶν Σιγούρων. Καί ἄρχων, λοιπόν, καί Ἅγιος συγχρόνως τοῦ τόπου˙ ἀλλ΄ ὁ δεύτερος ὑπερκάλυψε τόν πρῶτον. Διότι ἡ κατά κόσμον εὐγένεια καί ἀριστοκρατία δέν εναι πάντοτε καλός σύμβουλος εἰς τά πνευματικά καί δυσκολεύει τήν καλλιέργειαν τῆς ὑψοποιοῦ ἀρετῆς τῆς ταπεινώσεως, ἄνευ τῆς ὁποίας οὐδείς δύναται νά καταστῇ μιμητής Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος κατεβίβασεν ἑαυτόν εἰς ἐπίπεδον δούλου καί θεράποντος τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Πλούσιος ὤν, ἐκένωσε χριστομιμήτως ἑαυτόν διά τήν δόξαν τήν κατά κόσμον καί τόν πλοῦτον τόν ὑλικόν καί ἐνεδύθη ὡς λαμπρόν ἔνδυμα τήν ταπείνωσιν καί τήν πτωχείαν τοῦ Χριστοῦ καί τήν φιλανθρωπίαν καί ἀγάπην Ἐκείνου, γενόμενος, διά τῆς Θείας Χάριτος, ἐκμαγεῖον πάσης ἀρετῆς εὐαγγελικῆς καί ἔσοπτρον καθαρόν, κατάργυρον, ἐν τῷ ὁποίῳ οἱ πάντες δύνανται νά διακρίνουν τούς χαρακτῆρας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ δόντος Ἑαυτόν ὑπογραμμόν καί τύπον εἰς ἡμᾶς, διά νά ἀκολουθήσωμεν «τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α’ Πετρ. 2, 21).
Ἀλλ΄ ἡ ταπείνωσις καί ἡ πτωχεία ἡ διά Χριστόν εἰς τήν πραγματικότητα εἷναι πλοῦτος ἀληθής καί ὕψωσις καί ἀριστοκρατία πνευματική˙ εναι δόξα αἰώνιος καί ἀμάραντος. Τοιουτοτρόπως, ὁ φιλόχριστος Ἱεράρχης Διονύσιος ὑψώθη παρά Χριστοῦ ὄχι μόνον εἰς τό ὕψος τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ τῆς αἰγίνης Θρόνου, ἀλλ΄ εἰς τό ψος τῆς ἁγιότητος, ἐπί τοῦ ὁποίου αἰωνίως ερισκόμενος ἐπισκοπεῖ ἐν ἀγάπῃ καί φιλοστόργῳ μερίμνῃ τά ἐν τῷ λαῷ του συμβαίνοντα.
Καί ἐδῶ, εἰς τήν Ζάκυνθον καί τά Στροφάδια, καί εἰς τήν Αἴγιναν, ἀλλά καί ἁπανταχοῦ τῆς γῆς ὅπου ὑπάρχουν εὐσεβεῖς καί φιλάγιαι ψυχαί ἐπικαλούμεναι τό ὄνομά του καί ζητοῦσαι τήν βοήθειαν καί τάς πρός Θεόν πρεσβείας του. Ἐπισκοπεῖ μέ θαυμαστήν ὀξύνοιαν καί βλέπει τά προβλήματα καί τάς ἀνάγκας τῶν τέκνων του˙ καί σκιρτᾷ πατρικῶς ἡ καρδία του˙ καί κινεῖται εἰς ἄμεσον βοήθειαν καί συμπαράστασιν, κρούων μετά παρρησίας τήν θύραν τοῦ θείου ἐλέους ὑπέρ αὐτῶν.
Ὁ «ἄρχοντας», λοιπόν, «τοῦ τόπου σου, «Ἅγιος τοῦ χωριοῦ σου»˙ τοῦτο συνεπάγεται ἰδιετέραν ἀγαπητικήν σχέσιν μεταξύ Ζακυνθίων καί Ἁγίου Διονυσίου. Καί εναι πασίγνωστον πόσον εὐλαβεῖσθε τόν Ἅγιόν σας˙ διά σᾶς δέν εναι απλῶς ἕνας Ἅγιος˙ εἷναι «ὁ Ἅγιος»˙ δέν ὑπάρχει Ζακυνθινή οἰκογένεια, εἴτε ἐδῶ, εἴτε εἰς τήν ἀλλοδαπήν, ἡ ὁποία νά μή ἔχῃ εἰς τούς κόλπους της Διονύσιον ἤ Διονυσίαν˙ δέν ὑπάρχει Ζακυνθινό σπίτι ἐκ τοῦ ὁποίου νά ἀπουσιάζῃ ἡ εἰκών ἤ τό ὁμοίωμα τῆς Λάρνακος τοῦ Ἁγίου. Οἱ ξενιτευμένοι εὔχονται «νά ἰδῶ ἀπό μακριά τό καμπαναρίο τ΄ Ἀφεντός καί νά πεθάνω». Ὁ Ἅγιος δέν ερίσκεται μακράν εἰς τούς οὐρανούς˙ οὔτε κἄν ἔγκλειστος εἰς τήν Λάρνακα καί τόν φερώνυμον Ναόν˙ κυκλοφορεῖ ἀνά τάς ὁδούς καί τά «καντούνια» τῆς Ζακύνθου, περιέρχεται τάς Μονάς, τά χωρία, τούς Ναούς˙ σπεύδει καί εὑρίσκει τούς Ζακυνθίους εἰς πᾶσαν τῆς γῆς γωνίαν˙ συγχαίρει εἰς τάς χαράς των˙ θλίβεται εἰς τάς θλίψεις των˙ κλαίει εἰς τάς συμφοράς των˙ συμπαρίσταται εἰς τάς ἀσθενείας των˙ δίδει στιβαράν χεῖρα βοηθείας εἰς πᾶσαν περίστασιν˙ πρεσβεύει ἀενάως ὑπέρ αὐτῶν πρός τόν Κύριον, τόν ἠγαπημένον Ἰησοῦν.
Εὐλόγως, λοιπόν, πᾶσα καρδία σήμερον ἀγάλλεται καί σκιρτᾷ καί πλημμυρίζει ἀπό χαράν πνευματικήν καί κινεῖταιεἰς ὑμνῳδίαν. Εὐλόγως πᾶσα ἡ νῆσος ἀστράπτει καί λάμπει κεκοσμημένη μέ πᾶσαν φαιδρότητα. Εὐλόγως ὁ ἀήρ περιδονεῖται ἀπό χαρμοσύνους κωδωνοκρουσίας καί πανηγυρικούς παιανισμούς καί λιγυρόφθογγον ψαλμῳδίαν. Ἑορτάζει ὁ Ἅγιος - ἑορτάζει ἡ Ζάκυνθος - ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία.
Εὐχαριστοῦμεν τόν Ἱερώτατον Μητροπολίτην καί Ποιμενάρχην τῆς νήσου καί ἀγαπητόν ἡμῖν ἀδελφόν καί συλλειτουργόν κύριον Χρυσόστομον, διά τήν χαράν τήν ὁποίαν μᾶς ἐχάρισε προσκαλῶν τήν ἡμετέραν Μετριότητα νά μετάσχωμεν τῆς λαμπρᾶς αὐτῆς πανηγύρεως καί νά κομίσωμεν εὀς τό ποίμνιό του τήν εὐλογίαν καί χάριν τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας.
Ἐπί τῇ πεντηκοστῇ δέ λυπηρᾷ ἐπετείῳ τῶν καταστρεπτικῶν σεισμῶν τοῦ 1953 καί τοῖς θλιβεροῖς ἀκούσμασι τῶν τελευταίων σεισμῶν εἰς τήν γείτονα καί ἀδελφήν νῆσον τῆς Λευκάδος, τάς πρεσβείας τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἐπικαλοῦμενοι, καθικετεύομεν τόν Δημιουργόν Κύριον νά παύσῃ τό κλόνιον τῆς γῆς καί νά στηρίξῃ ὅλην τήν Ἐπτάνησον καί ὅλην τήν Ἑλλάδα ἐπί τήν στερράν πέτραν τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας Του. Προσέτι νά διακρατῇ ὅλους μας ἀσινεῖς καί ἑδραίους ἐπί τό θεμέλιον τῶν ἁγίων Αὐτοῦ ἐντολῶν καί τοῦ Ἱεροῦ Αὐτοῦ Εὐαγγελίου ἐν εἰρήνῃ καί ὁμονοίᾳ καί ἀγάπῃ κατεργαζομένους τήν σωτηρίαν μας.

Χαίρετε, τό λοιπόν, ἀδελφοί καί τέκνα, καί ἔρρωσθε ἐν Χριστῷ τῷ Σωτῆρι μας, μιμούμενοι τάς ἀρετάς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καί φοιτῶντες πυκνῶς εἰς τόν ἅγιον τοῦτον τόπον τῆς Χάριτος, ᾄδοντες καί ψάλλοντες λαμπρᾷ τῇ φωνῇ εἰς τόν συμπολίτην σας Ἅγιον: «Χαίροις ὁ Ζακύνθου γόνος λαμπρός, πρόεδρος Αἰγίνης καί Στροφάδων μέγας φρουρός, χαίροις Ἐκκλησίας φωστήρ νέος, τρισμάκαρ, Ἀρχιερέων τό κλέος, ὦ Διονύσιε». Ἀμήν.

2 σχόλια:

π. Νικόλαος Ξένος είπε...

Επι Αρχιερατείας του Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου τότε Ζακύνθου και νυν Δωδώνης Κ.Κ. Χρυσοστόμου Συνετού του Ζακυνθίου είχαμε την εξαιρετική Τιμή και Ευλογία να έχουμε προεξάρχοντα στη εορτή του πολιούχου του νησιού μας, τον Πρώτον της Ορθοδοξίας, τον Παναγιώτατο Οικουμενικό μας Πατριάρχη του Γένους, Κ. Κ. Βαρθολομαίο.
Ας έχουμε την ευχή του Παναγιωτάτου Πατριάρχου μας και του Σεβασμιωτάτου Αγίου Δωδώνης και ας κρατήσουμε στην καρδιά μας και στην μνήμη μας ανεξίτηλα αυτά τα εξαιρετικά πνευματικά ενθύμια.

π.Παναγιώτης Φωτεινόπουλος είπε...

ΘΑ ΘΥΜΩΜΑΣΤΕ ΠΑΝΤΑ ΜΕ ΑΓΑΠΗ ΚΑΙ ΘΑ ΕΧΟΥΜΕ ΒΑΘΙΑ ΧΑΡΑΓΜΕΝΗ ΣΤΗΝ ΚΑΡΔΙΑ ΜΑΣ ΤΗΝ ΕΠΙΣΚΕΨΗ ΤΗΣ ΑΥΤΟΥ ΘΕΙΟΤΑΤΗΣ ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ , ΤΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΗ ΤΟΥ ΓΕΝΟΥΣ Κ.Κ ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ , ΟΠΩΣ ΕΠΙΣΗΣ ΤΗΝ ΜΟΝΑΔΙΚΗ ΥΠΟΔΟΧΗ ΚΑΙ ΤΗΝ ΦΙΛΟΞΕΝΕΙΑ ΠΟΥ ΤΟΥ ΕΠΕΦΥΛΑΞΕ Ο ΣΕΒΑΣΜΙΟΤΑΤΟΣ ΓΕΡΟΝΤΑΣ ΜΑΣ ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΗΣ ( ΤΟΤΕ ) ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΚΑΙ ΝΥΝ ΔΩΔΩΝΗΣ κος ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΣ .ΜΑΚΑΡΙ ΟΑ ΘΕΟΣ ΝΑ ΜΑΣ ΑΞΙΩΣΕΙ ΝΑ ΞΑΝΑΖΗΣΟΥΜΕ ΤΕΤΟΙΕΣ ΜΟΝΑΔΙΚΕΣ
" ΣΤΙΓΜΕΣ "