e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κείμενα Γιώργου Βλαντή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Κείμενα Γιώργου Βλαντή. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 8 Ιουνίου 2023

Ποιοι κληρικοί τιμωρούνται και ποιοι όχι


Σχολιάζει την επικαιρότητα ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 

Σε αργία δεν τίθενται κληρικοί που δεν σέβονται τις σεξουαλικές απαγορεύσεις της Εκκλησίας, ακόμη κι όταν ο κόσμος το έχει τούμπανο, εκτός εάν βγει κάτι στα ΜΜΕ.

Τρίτη 16 Μαΐου 2023

Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης και η ενότητα των χριστιανών. Θεολογία απαιτητική, μεταφράσιμη, ωραία

Του Γεωργίου Βλαντή,
Διευθυντή του Συμβουλίου Χριστιανικών Εκκλησιών (ACK) στη Βαυαρία, Επιστημονικού Συνεργάτη της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών

Ο Μητροπολίτης Περγάμου Ιωάννης Ζηζιούλας (1931-2023) δέχθηκε στη μακρά διάρκεια του καλλίκαρπου θεολογικά βίου του πληθώρα υψηλών διακρίσεων από ορθόδοξες Εκκλησίες και ετερόδοξους, καθώς και από ακαδημαϊκούς και κοσμικούς φορείς, στην Ελλάδα και στο εξωτερικό. Ίσως όμως κανένας θεολόγος της Ορθοδοξίας στην εποχή μας δεν υπήρξε στόχος τέτοιων και τόσων ύβρεων όπως ο Μητροπολίτης Ιωάννης. Δεν αναφέρομαι στην καλόπιστη κριτική, η οποία, άλλωστε, συνιστά τιμή και τεκμήριο ποιότητας για μια ρωμαλέα σκέψη. Εννοώ τον οχετό ασέβειας και προσβολών που επί δεκαετίες εκπορεύονται εναντίον του από τους ακραίους φονταμενταλιστικούς, αντιοικουμενικούς, «υπερλίαν ορθόδοξους» κύκλους. Ο πλέον αναγνωρίσιμος διεθνώς Ορθόδοξος θεολόγος, πρωτοπόρος στην προσπάθεια για την αποκατάσταση της ενότητας των χριστιανών, κατηγορούνταν συστηματικά από τους πολέμιους του οικουμενισμού ως προδότης της Ορθοδοξίας, ακριβώς λόγω της κομβικής συμβολής του στον διάλογο. Μια απλή αναζήτηση στο διαδίκτυο αρκεί ώστε να επιβεβαιωθεί το θλιβερά αληθές του λόγου.

Πέμπτη 14 Νοεμβρίου 2019

Σάββατο 15 Δεκεμβρίου 2018

Η Ενωτική Σύνοδος και ο νέος Προκαθήμενος της Εκκλησίας της Ουκρανίας


Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ

Ανήμερα του αγίου Ελευθερίου (με το νέο ημερολόγιο) η νεοσύστατη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας εόρτασε τη θεσμική ελευθερία της με τη σύγκλιση της Ενωτικής Συνόδου, την έγκριση του Καταστατικού της Χάρτη και την εκλογή του Προκαθημένου της Μητροπολίτη Κιέβου κ. Επιφανίου. Η σημαντική αυτή εξέλιξη θα στεφθεί με τη συλλειτουργία του νεοεκλεγέντος με την Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα, τον Οικουμενικό Πατριάρχη κ. Βαρθολομαίο. Ο Προκαθήμενος της Ορθοδοξίας θα επιδώσει στον κ. Επιφάνιο πανηγυρικά τον Τόμο της Αυτοκεφαλίας, στις 6 Ιανουαρίου 2019. Με τον τρόπο αυτό δεν θα επέλθει η τελεία λύση του ουκρανικού δράματος, όμως θα στερεωθούν έτι περαιτέρω οι θεσμικές-κανονικές βάσεις για την οριστική υπέρβασή του. Μια εποχή αβεβαιότητας τελειώνει.

Όποιος παρακολουθεί τους τελευταίους μήνες τα τεκταινόμενα στην Ουκρανία διαπιστώνει την ορθότητα της θέσης του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αλβανίας κ. Αναστασίου, ο οποίος παραλληλίζει τη διαδικασία της χορήγησης Αυτοκεφαλίας στην πολύπαθη αυτή Εκκλησία με πορεία σε ναρκοπέδιο. Ακριβώς όμως γι᾽ αυτό παρενέβη το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Ο συντονιστής της ορθόδοξης ενότητας δεν υπάρχει μόνο για να ποζάρει στο κέντρο της ομαδικής φωτογραφίας και να ακούει κοινοτοπίες για τους ακατάλυτους δεσμούς των Ορθοδόξων Εκκλησιών, οι οποίες διαψεύδονται εκ των πραγμάτων σε κάθε κρίση. Στην Ορθοδοξία δεν υφίσταται Πάπας με το εύρος των δικαιοδοσιών του Επισκόπου Ρώμης, υπάρχει όμως Πρώτος. Γνώρισμα, αλλά και καθήκον του Πρώτου είναι όχι απλώς να επευλογεί μια αληθινή ή φαντασιακή πανορθόδοξη αρμονία (όσοι περιορίζουν το ρόλο του σε αυτό εκφράζουν μια είτε ιδιοτελή είτε τελείως ουτοπική αντίληψη της Εκκλησίας), αλλά να προπορεύεται. Αναζητάει τη συμφωνία, αναλαμβάνει όμως και τις ευθύνες του απέναντι στην ιστορία και εναντίον εκείνων που κάνουν παράχρηση ενός πραγματικού ή υποτιθέμενου δικαιώματος βέτο για να οδηγούν επί δεκαετίες τα ορθόδοξα πράγματα στην παράλυση. Ο ποιμένας δεν καμαρώνει απλώς τα πρόβατά του. Παίρνει και αποφάσεις, ενίοτε επώδυνες, πλην όμως αναγκαίες για αυτά. Ο ποιμένας είναι ποιμένας όταν είναι σε θέση να κόβει γόρδιους δεσμούς, όπως αυτός της Ουκρανίας. Και το έκανε στην πλέον ενδεδειγμένη στιγμή, όταν η πολεμική ένταση μεταξύ Ρωσίας και Ουκρανίας έφτασε τα πράγματα στο απροχώρητο και όταν η στάση της Εκκλησίας της Μόσχας έναντι της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου κατέδειξε την ουσιαστική απροθυμία της μεγάλης σλαβικής Εκκλησίας να συμβάλει σε μία συνοδική λύση του ζητήματος αυτού. Όσοι ρωτούν «Γιατί τώρα;» και «Γιατί με αυτή τη μέθοδο;» μάλλον είναι αφελείς ή ρωτούν εκ του πονηρού.

Διαβάζοντας τόσο κείμενα δημοσιευμένα τύποις, όσο και αναρτήσεις στις ιστοσελίδες πρακτορείων εκκλησιαστικών ειδήσεων και στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης, διαπιστώνει κανείς ότι μέχρι κυριολεκτικά την τελευταία στιγμή έλπιζαν ορισμένοι πως η Ενωτική Σύνοδος δεν θα λάβει χώρα, πως όλα θα τιναχτούν στον αέρα. Η πραγματικότητα τους διέψευσε, ξεγυμνώνοντας και τις ψευδείς «ειδήσεις» (fakenews), αλλά και αποκαλύπτοντας ότι οι φύλακες της ορθόδοξης ενότητας έχουν γνώση, σοφία για λεπτές διαπραγματεύσεις, όπως και πυγμή για να επιβάλουν τις θέσεις τους όταν και όπως πρέπει. Ο υπερτονισμός, φερ᾽ ειπείν, και η δραματοποίηση δηλώσεων του Μητροπολίτη πρώην Κιέβου Φιλάρετου τις τελευταίες ημέρες παράβλεπε το γεγονός πως το διακύβευμα της συγκρότησης μίας κανονικής Αυτοκέφαλης Εκκλησίας υπερέβαινε κατά πολύ τις έγνοιες και τις φιλοδοξίες του υπερήλικα ιεράρχη, οπότε και οι τελευταίες δεν θα μπορούσαν να τορπιλίσουν τη δυναμική που εν τέλει οδήγησε στη Σύνοδο. Προς τιμήν του γέροντα Μητροπολίτη πρέπει να ειπωθεί ότι έδειξε πνεύμα διαλλακτικό και ρεαλιστικό, εισήλθε στη Σύνοδο χωρίς το πατριαρχικό κουκούλιο και δεχόμενος τις προϋποθέσεις της Κωνσταντινουπόλεως. Ανεξαρτήτως του πώς κρίνει κανείς την πορεία του τα τελευταία 27 χρόνια, η στάση του ανήμερα της Συνόδου υπήρξε επαινετέα και ανταμείφθηκε με την εκλογή στενού του συνεργάτη στην ηγεσία της νεοσύστατης Εκκλησίας.

Ο νέος Μητροπολίτης Κιέβου Επιφάνιος είναι εξαιρετικά νέος στην ηλικία (39 ετών). Η επιλογή αυτή εγκυμονεί τον κίνδυνο της απειρίας και δεν αποκλείει το ενδεχόμενο πολλοί να προσπαθήσουν να ποδηγετήσουν τον νέο Προκαθήμενο. Η θητεία του όμως δίπλα στον πρώην Κιέβου Φιλάρετο καθησυχάζει ως προς τον τομέα της διοίκησης. Ο Μητροπολίτης Επιφάνιος ανέλαβε νωρίς απαιτητικές θέσεις και έζησε δύσκολες καταστάσεις και σκληρές διαπραγματεύσεις, οπότε η εμπιστοσύνη των ιεραρχών που έλαβαν μέρος στη Σύνοδο δεν φαίνεται αδικαιολόγητη. Το γεγονός ότι είναι ελληνομαθής συνιστά ένα σημαντικό προσόν, ώστε να δύναται να αντιλαμβάνεται τις έγνοιες τόσο της ελληνόφωνης, όσο και της σλαβικής (φυσικά και της ρωσικής!) Ορθοδοξίας και να λειτουργεί γεφυροποιητικά.

Η ανάδειξη ενός στενού συνεργάτη του Μητροπολίτη Φιλάρετου θα αποθαρρύνει φυγόκεντρες δυνάμεις, οι οποίες τις τελευταίες ημέρες εκφράστηκαν ποικιλοτρόπως, ιδίως μάλιστα με τις πρόσφατες συνάξεις των αρχιερέων του λεγόμενου «Πατριαρχείου Κιέβου», των οποίων κεντρικά αιτήματα εν τέλει απορρίφθηκαν. Εκλογή ιεράρχη από άλλη δικαιοδοσία ενδεχομένως θα δυσκόλευε τη συγκράτησή τους στην κρίσιμη πρώτη φάση της νεοσύστατης Εκκλησίας. Ακόμα δεν έχουν ληφθεί αποφάσεις για πολύ σημαντικά πράγματα και η κατάσταση παραμένει ρευστή. Αν στο πλαίσιο της νέας Εκκλησίας οι ιεράρχες του πάλαι ποτέ «Πατριαρχείου Κιέβου» ανελάμβαναν το ρόλο συγκροτημένης αντιπολίτευσης, τα πρώτα βήματα θα ήταν πολύ δύσκολα. Ο κίνδυνος αυτός φαίνεται να αποσοβείται.

Η εκκλησιακή προέλευση του νέου Προκαθημένου φαίνεται ότι θα περιορίσει τη διεισδυτικότητά του στο χώρο της Εκκλησίας που υπάγεται στη Μόσχα και η οποία όχι απλώς διατηρεί καχυποψία, αλλά εκφράζει ανοιχτή πολεμική εναντίον του Μητροπολίτη Φιλάρετου και της δομής που αυτός επί 27 χρόνια ποίμαινε. Αυτό όμως που δυσχεραίνει η καταγωγή του θα αντισταθμιστεί από τη νιότη του. Με την εκλογή του Κιέβου Επιφανίου η Εκκλησία στην Ουκρανία γυρίζει σελίδα. Ένας ηλικιωμένος κληρικός, ο οποίος επικρίθηκε μέχρι σημείου δαιμονοποίησης, οδηγείται στην περισσότερο ή λιγότερο τιμητική αποστρατεία. Ένας νέος άνθρωπος δύναται να εμπνεύσει και να εκφράσει ακόμη και στο συμβολικό επίπεδο ένα εκκλησιαστικό όραμα για τον ουκρανικό λαό, αφήνοντας πίσω του το παρελθόν. Και νομίζω πως πρέπει να το κάνει, ώστε η νεότητά του να μην είναι μόνο ηλικιακή, αλλά πρωτίστως φρεσκάδα ιδεών και προσεγγίσεων. Επίσης νέος είναι και ο Πατριάρχης των Ουνιτών στην Ουκρανία. Τα πράγματα θα δείξουν πώς θα δομηθεί η σχέση των δύο Προκαθημένων στην πολύπαθη χώρα.

Στην προκειμένη περίπτωση πρέπει να επαινεθεί ιδιαιτέρως η στάση της περί τον πρώην Λβιβ Μακάριο δομής, η οποία έδειξε πνεύμα υπακοής στα κελεύσματα του Φαναρίου και πρόθυμης συνεργασίας. Εξέφρασε έναν ρεαλισμό ο οποίος την οδήγησε στην αποκατάσταση της κοινωνίας προς την κανονική Ορθοδοξία.

Απογοητευτική, όσο και αναμενόμενη, ήταν η στάση της υπό τον Μητροπολίτη Ονούφριο Εκκλησίας, η οποία απέτυχε να αρθεί στο ύψος των περιστάσεων, παρά την πρόσφατη πατριαρχική νουθεσία. Με την όλη στάση της έχασε μία ιστορική ευκαιρία να καθορίσει την πορεία της Εκκλησίας στην Ουκρανία. Με δεδομένο τον αριθμό των ιεραρχών της, αν λάμβαναν μέρος, ενδεχομένως η Ενωτική Σύνοδος να εξέλεγε επί κεφαλής της τον Μητροπολίτη Ονούφριο (ο Οικουμενικός Πατριάρχης τού χορήγησε το δικαίωμα υποβολής υποψηφιότητας!), ο οποίος θα ελάμβανε κανονικώς τον τίτλο του Κιέβου, ο οποίος μέχρι σήμερα κατ᾽ οικονομίαν του αναγνωριζόταν. Εδώ και λίγες ώρες έχασε και αυτόν.

Η δυναμική που οπτικοποιήθηκε στην κοινή εμφάνιση του Προέδρου της Ουκρανίας με τον νεοεκλεγέντα Προκαθήμενο καθιστά σαφές ότι δομές που αρνήθηκαν τη Σύνοδο είναι καταδικασμένες στην περιθωριοποίηση. Σε συμβολικό, αλλά και πρακτικό επίπεδο, Ορθοδοξία στην Ουκρανία και για τους εν Ουκρανία σημαίνει πλέον Αυτοκέφαλη Εκκλησία. Χωρίς υποσημειώσεις και επιφυλάξεις θεμιτές για όσο οι υπό τους Μητροπολίτες Φιλάρετο και Μακάριο δεν ήταν σε κοινωνία με την κανονική Ορθοδοξία. Με την άρνησή τους να συμμετάσχουν στη Σύνοδο, οι ιεράρχες του Πατριαρχείου της Μόσχας έδωσαν στους αντιπάλους τους επιχειρήματα, παρουσιαζόμενοι στα μάτια του κόσμου ως υπονομευτές της εκκλησιαστικής ενότητας της Ουκρανίας και υποτασσόμενοι στα κελεύσματα της Μόσχας, η οποία συνεχίζει την εχθρική της δραστηριότητα στη χώρα. Από την άλλη όμως πλευρά, οφείλει να καταδικάσει κανείς κάθε πράξη πίεσης, βίας, ή δίωξης εναντίον ανθρώπων που επιλέγουν να μένουν πιστοί στο Πατριαρχείο της Ρωσίας. Ο Μητροπολίτης Επιφάνιος οφείλει ως ο εκκλησιαστικός ηγέτης της Ουκρανίας να επιμείνει, ιδίως έναντι της πολιτικής εξουσίας, η οποία υιοθετεί ενίοτε ακραία εθνικιστικούς τόνους, σε μία στάση όχι απλώς ανοχής, αλλά σεβασμού του Άλλου.

Οι προσδοκίες ότι ιεράρχες της δικαιοδοσίας της Μόσχας θα λάμβαναν μέρος στη Σύνοδο δεν εκπληρώθηκαν στο βαθμό που αρκετοί περίμεναν. Μόλις δύο, κατά τα φαινόμενα, συμμετείχαν. Προφανώς οι ανεύθυνες κραυγές από το «Πατριαρχείο Κιέβου» τις τελευταίες ημέρες αποθάρρυναν κάποιους, ενώ πολλοί βρίσκονται σε μία κατάσταση αβεβαιότητας, καθώς δεν φαίνεται να έχουν ακόμη παρθεί όλες οι αναγκαίες αποφάσεις για το μέλλον των υφιστάμενων επισκοπών. Δεν είναι όμως παράλογη η υπόθεση πως με την ομαλοποίηση της κατάστασης και το ξεκαθάρισμα εκκρεμοτήτων το ρεύμα προσχωρήσεων στη νέα Εκκλησία θα ενταθεί, ακόμη και μεταξύ των αρχιερέων. 

Τα πρώτα βήματα της Αυτοκέφαλης Εκκλησίας της Ουκρανίας θα είναι δύσκολα. Ο νέος της Προκαθήμενος πρέπει να δείξει πνεύμα συμφιλίωσης, αρνούμενος κάθε επιθετική ρητορική. Επίσης, είναι λάθος να επιλεγεί στρατηγική έντασης με αναφορά, π.χ., στο ιδιοκτησιακό καθεστώς ναών ή σε ιερά με μεγάλη συμβολική σημασία, όπως οι Λαύρες. Η Εκκλησία στην Ουκρανία έλαβε την Αυτοκεφαλία της. Αυτό είχε ανάγκη και στην παρούσα φάση της φτάνει. Ο νέος Μητροπολίτης Κιέβου πρέπει να εργαστεί για την ενότητα και να τείνει χείρα φιλίας και αγάπης τόσο προς την Εκκλησία που υπάγεται στη δικαιοδοσία της Ρωσίας, όσο και στους άλλους Ορθόδοξους Προκαθημένους, με τα Ειρηνικά Γράμματα που θα να αποσταλούν.

Είναι βέβαιο ότι έχει ένα μεγάλο έργο μπροστά του. Είναι βέβαιο ότι θα ξεκινήσει σύντομα, αν δεν έχει αρχίσει κιόλας, μια συστηματική εκστρατεία αποδόμησής του. Από τις αμφιβολίες για την εγκυρότητα της χειροτονίας του μέχρι ό, τι μπορούν να επινοήσουν τα μαγειρεία των fakenews, είναι βέβαιο ότι ο Μητροπολίτης Επιφάνιος θα δυσφημιστεί. Είναι επίσης βέβαιο ότι κάποιοι Προκαθήμενοι δεν θα τον αποδεχθούν και δεν θα τον υποδεχτούν στην αρχή. Η διαδικασία της αποκατάστασης της ενότητας της Εκκλησίας στην Ουκρανία μπαίνει σε μία νέα, πολύ απαιτητική φάση. Πολλά θα κριθούν και στο διορθόδοξο επίπεδο.

Με δεδομένη την παρούσα κατάσταση, ο Μητροπολίτης Επιφάνιος πρέπει να έχει ως πρότυπό του τον Πατριάρχη Βαρθολομαίο. Που θα πει: Να μη λυγίσει.

Σάββατο 17 Νοεμβρίου 2018

Η ρωσική στάση έναντι της Ουκρανικής Αυτοκεφαλίας. Τρεις παρατηρήσεις


Γράφει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 

I: Η ΑΥΤΟΚΕΦΑΛΙΑ ΤΩΝ ΝΕΟΤΕΡΩΝ ΕΚΚΛΗΣΙΩΝ

Διαβάζοντας κανείς την πληκτικά εκτενή ανακοίνωση της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ρωσίας (15.10.2018) εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου, ματαίως αναζητάει στην επιχειρηματολογία της την κανονική διάκριση ανάμεσα στην αυτοκεφαλία που χορηγήθηκε με αποφάσεις Οικουμενικών Συνόδων στα πέντε πρεσβυγενή Πατριαρχεία και στην Εκκλησία της Κύπρου από τη μια και σε εκείνη που αποδόθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο στις νεότερες Εκκλησίες κατόπιν από την άλλη. 

Η κοινή λογική υποδεικνύει πως η αρχή που έχει το δικαίωμα χορήγησης, διατηρεί στο ακέραιο και το δικαίωμα άρσης της αυτοκεφαλίας, κάτι που καθρεφτίζεται στη μακραίωνη συνείδηση της Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως, με εξαιρετικά πρόσφατο (2012) το παράδειγμα της Εκκλησίας Τσεχίας και Σλοβακίας. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αντέδρασε επιστολικώς στις αντικανονικές πράξεις του τότε Προκαθημένου της Χριστοφόρου, εφιστώντας του την προσοχή στην αρχή αυτή, με αποτέλεσμα ο στοιχειωδώς νοήμων Πρωθιεράρχης να ανακρούσει πάραυτα πρύμναν, επιζητώντας το έλεος της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. 

Στην ανακοίνωση της Εκκλησίας της Ρωσίας η ισοτιμία των Εκκλησιών εκλαμβάνεται ιδιοτελώς ως ισοπέδωση, ωσάν τα δίκαια των πρεσβυγενών Θρόνων να είναι τα αυτά με τα αντίστοιχα των νεοτέρων Εκκλησιών. Οι συντάκτες της ανακοίνωσης θολώνουν τα νερά ερμηνεύοντας κανόνες που αναφέρονται σε Πατριάρχες με επικυρωμένα δίκαια από Οικουμενικές Συνόδους ωσάν να έχουν εφαρμογή και στους Προέδρους των λοιπών Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Η ισοπεδωτική αυτή λογική δεν καθρεφτίζει σεβασμό προς τη Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως και τις Οικουμενικές Συνόδους, οι οποίες έχουν ιδιαίτερο κύρος στην Ορθοδοξία. Ίσως δεν κατανοούν οι συντάκτες του κειμένου αυτού ότι, υπονομεύοντας τα δίκαια της Πρωτόθρονης Εκκλησίας, θέτουν υπό αίρεση τις προϋποθέσεις της δικής τους αυτοκεφαλίας, η οποία χορηγήθηκε αποκλειστικά από την Εκκλησία της Νέας Ρώμης. Η σουπιά θολώνει τα νερά φτύνοντας το μελάνι της (και καλά κάνει για να επιβιώσει στους βυθούς), η Εκκλησία όμως οφείλει στις επίσημες εκφράσεις της να καθρεφτίζει την καθαρότητα του λόγου του Θεού.


II: Η ΕΚΚΛΗΣΙΑ ΠΟΥ ΑΦΟΡΙΣΕ ΤΟΝ ΕΑΥΤΟ ΤΗΣ

Ρώσοι κληρικοί, με πρώτο τον Πατριάρχη Μόσχας Κύριλλο και δεύτερο τον Μητροπολίτη Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνα, διακηρύσσουν καθημερινά, εμμονικά και μανικά ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι σχισματικό, ότι δεν είναι καν ορθόδοξο, ότι είναι εκτός Εκκλησίας. Για να θεμελιώσουν τη θέση τους επικαλούνται την κανονική αρχή πως «ὁ ἀκοινωνήτοις κοινωνὼν ἀκοινώνητος», με αναφορά στην απόφαση της Πρωτόθρονης Εκκλησίας να άρει τα επιτίμια των σχισματικών κληρικών και λαϊκών της Ουκρανίας, απόφαση την οποία εσκεμμένα ερμηνεύουν εσφαλμένα. 

Οι λαλίστατοι κληρικοί παραβλέπουν, και πάλι εσκεμμένα, ότι δώδεκα Αυτοκέφαλες Εκκλησίες είναι σε ευχαριστιακή κοινωνία με την Κωνσταντινούπολη. Κατά τη συλλογιστική τους, πρέπει να είναι και αυτές οι Εκκλησίες ακοινώνητες, δεν πρέπει να είναι καν Εκκλησίες. Το πιο ενδιαφέρον όμως είναι ότι οι κληρικοί αυτοί αποσιωπούν ότι η δική τους Εκκλησία είναι σε ευχαριστιακή κοινωνία με τις Εκκλησίες αυτές, με τις Εκκλησίες οι οποίες κοινωνούν με τη σχισματική Κωνσταντινούπολη, με τις Εκκλησίες τις ακοινώνητες. Η έσχατη συνέπεια αυτής της συλλογιστικής: Καθώς κοινωνεί (δήθεν) ακοινωνήτοις, η Εκκλησία της Ρωσίας αφόρισε τον εαυτό της.


III: Η ΡΩΣΙΚΗ ΙΣΤΟΡΙΑ ΤΩΝ ΧΑΜΕΝΩΝ ΕΥΚΑΙΡΙΩΝ

Η ρωσική αντίδραση στην ουκρανική αυτοκεφαλία είναι κοντόφθαλμη και ουσιαστικά στρέφεται εναντίον των συμφερόντων της Εκκλησίας αυτής, αν ισχύουν οι ισχυρισμοί του Πατριαρχείου Μόσχας αναφορικά προς τους μακραίωνους δεσμούς Ρώσων και Ουκρανών. Η χορήγηση αυτοκεφαλίας δεν έχει οντολογικό χαρακτήρα. Δεν δημιουργεί μία άλλη Εκκλησία (μία είναι η Εκκλησία του Χριστού), αλλά μία διακριτή κανονική-διοικητική ενότητα. Δεν θραύει πνευματικούς δεσμούς, αλλά, αντιθέτως, τους κάνει πιο ορατούς. 

Η αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας θα σημάνει μία επί πλέον ψήφο σλαβικής Εκκλησίας στην πανορθόδοξη οικογένεια. Αν ήθελε να δικαιώσει όσους το μέμφονται πως επιδιώκει την απολυτοποίηση της ελληνόφωνης παρουσίας στον ορθόδοξο χώρο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο θα έπρεπε να αφήσει τα πράγματα ως έχουν, να μη δώσει τη δυνατότητα σε μία ακόμη σλαβική φωνή να αρθρωθεί στα όργανα της πανορθοδοξίας. Φυσικά, για άλλη μια φορά η Κωνσταντινούπολη διαψεύδει τους εμπαθείς κατηγόρους της: Αν όντως υπάρχουν βαθείς πνευματικοί δεσμοί Ρώσων και Ουκρανών, το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως προσφέρει τη δυνατότητα περαιτέρω ενδυνάμωσής τους, δίνει στους Σλάβους μία ψήφο παραπάνω. Τι άλλο θέλουν; 

Ανασκοπώντας όμως την ιστορία της Εκκλησίας της Ρωσίας, ιδίως δε τα τελευταία χρόνια, όπου ιδιαίτερη ευθύνη για τα τεκταινόμενα φέρουν οι Μόσχας Κύριλλος και Βολοκολάμσκ Ιλαρίων, διαπιστώνει κανείς πόσο κοντόφθαλμη είναι η λογική που διέπει τις κινήσεις τους. Αν στοιχειωδώς συνεργάζονταν με το Φανάρι, θα κέρδιζαν τον έπαινο σύμπασας της Ορθοδοξίας. Χωρίς να δώσουν τίποτε ουσιαστικό, θα κέρδιζαν τα πάντα. Αν έρχονταν στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο, και παρότρυναν και τους άλλους απόντες να αναθεωρήσουν τις απόψεις τους, θα αναδεικνύονταν ως συνεγγυητές της ενότητας. Αν συμμετάσχουν οι στη Μόσχα αναφερόμενοι επίσκοποι της Ουκρανίας στη συγκροτητική της νέας Εκκλησίας σύνοδο είναι σαφές ότι λόγω της αριθμητικής υπεροχής τους δύνανται να εκλέξουν τον προκαθήμενο της επιλογής τους και να οδηγήσουν προς τα εκεί που αυτοί θέλουν τη νέα Εκκλησία. Η πρόσφατη ιστορία της Εκκλησίας της Ρωσίας είναι μία ιστορία χαμένων ευκαιριών, χρυσών ευκαιριών.

Τρίτη 30 Μαΐου 2017

Ένα λεξικό - δώρο προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη στη Στουτγκάρδη




Στο πλαίσιο της επίσκεψης του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου στη Στουτγκάρδη, ο Πρόεδρος του Συμβουλίου της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας επέδωσε στον Παναγιώτατο ένα Λεξικό! Πρόκειται για την ελληνική μετάφραση μικρού, πλην όμως πολύτιμου, λεξικού, που εκπόνησε ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ και το οποίο κυκλοφορήθηκε από την Εκδοτική Δημητριάδος της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου. Πρόκειται για το αξιανάγνωστο "Λεξικό των διμερών θεολογικών διαλόγων της Ευαγγελικής Εκκλησίας της Γερμανίας με Ορθόδοξες Εκκλησίες (1959-2013)"

Ο Γιώργος Βλαντής είναι Διευθυντής (Geschäftsführer) του Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών της Βαυαρίας (ACK Bayern) και επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.  





Ο Παναγιώτατος με εκπροσώπους της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

Κυριακή 26 Ιουνίου 2016

ΟΙ ΟΝΟΜΑΣΙΕΣ ΚΑΙ ΟΙ ΕΚΚΛΗΣΙΕΣ. Μία απόφαση και ένα δελτίο τύπου

Του θεολόγου Γιώργου Βλαντή 


Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος της Ορθόδοξης Εκκλησίας ενέκρινε ομοφώνως το κείμενο «Οἱ σχέσεις τῆς Ορθοδόξου Ἐκκλησίας πρὸς τὸν λοιπὸν χριστιανικὸν κόσμον». Το γεγονός αυτό αποτελεί ένα ιστορικό βήμα προς τα μπρος για την Ορθοδοξία και την περαιτέρω πορεία της στον οικουμενικό διάλογο. Παρά τις προσπάθειες των φονταμενταλιστών, οι υπονομευτές της οικουμενικής κίνησης και παραβάτες της κυριακής εντολής «ἵνα ὧσιν ἓν» όχι μόνο δεν κατόρθωσαν να φαλκιδεύσουν την προσπάθεια της ενότητας, αλλά συνέβαλαν άθελά τους στο να της δοθεί και νέα πνοή. 

Ως γνωστόν, οι θιασώτες της εξκλουσιβιστικής εκκλησιολογίας εργαλειοποίησαν το προσχέδιο του κειμένου αυτού για να τορπιλίσουν τη διορθόδοξη κοινωνία πίστης και αγάπης και να ματαιώσουν το συνοδικό εγχείρημα. Διέρρηξαν πολλάκις τα ιμάτιά τους γι᾽ αυτό το κείμενο, το οποίο έστειλε υπογεγραμμένο από τους εκπροσώπους των Αυτοκεφάλων Εκκλησιών στη Σύνοδο η Ε´ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις (Chambésy Γενεύης2016), ισχυριζόμενοι πως επρόκειτο για κάτι το νεοτερικό και αντορθόδοξο και πως έπεσαν από τις νεφέλες τους για τη σχετική εξέλιξη. Αγνοούσαν, προφανώς, ή παρίσταναν πως αγνοούν ότι το προσχέδιο αυτό αποτελούσε περαιτέρω επεξεργασία κειμένου προϋπάρχοντος δεκαετίες τώρα (Γ´ Προσυνοδική Πανορθόδοξος Διάσκεψις, Chambésy Γενεύης 1986), γνωστού και τεθειμένου στην κρίση του εκκλησιαστικού πληρώματος. Προς τι λοιπόν οι λυσσαλέες και υποκριτικές αντιδράσεις της τελευταίας στιγμής; Η εξέλιξη των πραγμάτων και τα όσα έλαβαν χώρα τις τελευταίες εβδομάδες πριν τη Σύνοδο γύμνωσε από τα προσχήματα τους αναζητήσαντες προφάσεις εν τη αμαρτία της υπονόμευσης της ορθόδοξης ενότητας. 

Με δεδομένες τις εντάσεις που προκάλεσε η σχετική συζήτηση τους προηγούμενους μήνες, και μόνο το γεγονός της υπογραφής του κειμένου οφείλει να αποτελεί λόγο ανακούφισης και χαράς για όσους πιστεύουμε ότι ενδείκνυται η Ορθόδοξη Εκκλησία να επαναλαμβάνει κατά καιρούς τη δέσμευσή της να συμπορευτεί στην προσπάθεια για την αποκατάσταση της ενότητας του διαιρεμένου χριστιανικού κόσμου. Πλείστοι όσοι προεξοφλούσαν τη μη έγκριση του κειμένου και την έκθεση της Ορθοδοξίας στα μάτια σύμπασας της χριστιανοσύνης• η πραγματικότητα τους διέψευσε και έχουμε κάθε λόγο να είμαστε ευχαριστημένοι.  

Το κείμενο αυτό δεν στερείται αδυναμιών. Σε καμία περίπτωση δεν αποτελεί την τελευταία λέξη της Ορθοδοξίας στον οικουμενικό διάλογο. Η πολύχρονη όμως προσπάθεια για τη σύγκλιση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου λειτούργησε απομυθευτικά και απελευθέρωσε από την επικίνδυνη ουτοπία των μαξιμαλιστικών προσδοκιών. Αντί να εκλαμβάνεται η ιδιαίτερη αυτή εκκλησιαστική σύναξη ως ένας από μηχανής θεός που θα επιλύσει μαγικώ τω τρόπω όλα τα προβλήματα, προκρίθηκε η συνοδικότητα των μικρών, ρεαλιστικών, ασφαλών βημάτων που οδηγούν προς τα πρόσω το εκκλησιακό σώμα. Το κείμενο αυτό είναι ένα βήμα σημαντικό, όχι μια λύση οριστική• συνιστά πάντως μια αποφασιστική κίνηση προς την υπέρβαση της βαλτώδους στατικότητας που επιχειρούν να επιβάλλουν οι φονταμενταλιστές. 

Ιδιαιτέρως συζητήθηκε μια τροποποίηση του αρχικού κειμένου, όπου γραφόταν πως «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀναγνωρίζει τὴν ἱστορικὴν ὕπαρξιν ἄλλων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν». Αντ᾽ αυτού και εξ αιτίας κυρίως της επιμονής της Εκκλησίας της Ελλάδος η Σύνοδος προέκρινε την έκφραση «ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία ἀποδέχεται τὴν ἱστορικὴν ὀνομασίαν ἄλλων ἐτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν». 

Διάφορες οικουμενικά ανοικτές φωνές εξέφρασαν την απογοήτευσή τους για την τροποποίηση αυτή, η οποία πάντως εγκρίθηκε ομόφωνα από όλες τις Εκκλησίες που συμμετείχαν στη Σύνοδο και οι οποίες στη σχετική συζήτηση επανειλημμένα διακήρυξαν την οικουμενική τους ανοικτότητα. 

Η φράση «ἀναγνωρίζει την ἱστορικὴν ὕπαρξιν», μολονότι και κατά τη δική μου γνώμη προτιμητέα, είναι ανοικτή σε ποικίλες ερμηνείες και ουδόλως συνεπάγεται την αυτόματη αναγνώριση πλήρους εκκλησιακότητας των άλλων Εκκλησιών και Ομολογιών. Δύναται κάλλιστα να ερμηνευτεί ως απλή αναγνώριση της ύπαρξης αυτών ως ιστορικών οντοτήτων, χωρίς κατ᾽ ανάγκην τούτο να οδηγεί σε ιδιαίτερες εκκλησιολογικές συνεπαγωγές. 

Αντιστοίχως, η εγκριθείσα φράση είναι επίσης ανοιχτή σε ποικίλες ερμηνείες. Μία από αυτές προκρίνει δελτίο τύπου που εκδόθηκε «από την Ιερά Σύνοδο της Εκκλησίας της Ελλάδος» [sic – βλ. http://www.amen.gr/article/anakoinosi-tis-ekklisias-tis-ellados-gia-to-keimeno-anaforika-me-tis-sxeseis-me-ton-ypoloipo-xristianiko-kosmo (25.06.2016)• η δήλωση της Ι.Σ. της Εκκλησίας της Ελλάδος ως πηγής προέλευσης είναι για διάφορους λόγους προβληματική, για την οικονομία όμως του κειμένου αυτοί ενδείκνυται να μείνουν ασχολίαστοι], όπου αποτυπώνονται οι θέσεις του Μακαριωτάτου Αρχιεπισκόπου Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ. Ιερωνύμου Β´. Ο Προκαθήμενος της Εκκλησίας αυτής εισάγει μια διάκριση ανάμεσα στην ύπαρξη και στην ιστορική ονομασία των άλλων, ετεροδόξων Εκκλησιών και ομολογιών, την οποία όμως δεν εξηγεί επακριβώς. Η αποτύπωση των προφορικώς εκφρασθεισών δηλώσεών του ουδόλως βοηθάει στην κατανόηση του νοήματος των λόγων του. Πώς είναι δυνατόν, π.χ., μια συνοδική απόφαση «να περιορίσει το ιστορικό πλαίσιο» των σχέσεων με τους ετεροδόξους; Επίσης, αν αντιπαρέλθουμε την αδόκιμη τούτη διατύπωση, τι σημαίνει πως περιορίζει το πλαίσιο όχι στην ύπαρξη, αλλά ΜΟΝΟ [sic] στην ιστορική ονομασία τους; Μήπως πως δεν θα μιλάμε με τους άλλους χριστιανούς ως υπαρκτά όντα, παρά θα σχετιζόμαστε μόνο με τα ονόματά τους; Ενώ ισχυρίζεται πως είναι αυτονόητες οι εκκλησιολογικές συνέπειες της τροποποίησης, ο Μακαριώτατος δεν κρίνει σκόπιμο να τις κατονομάσει, περιοριζόμενος να διαβεβαιώσει πως «προστατεύεται μὲ πολὺ σαφῆ τρόπο ἡὀρθόδοξη ἐκκλησιολογία». 

Ήδη από τις γλωσσικές διατυπώσεις καθίσταται προφανές πως το δελτίο τύπου εκδόθηκε με σπουδή και έγνοια να κατασιγαστούν οι φονταμενταλιστικές φωνές που λυμαίνονται τα εκκλησιαστικά πράγματα της Ελλάδας. Η στάση αυτή είναι σεβαστή, το ερώτημα όμως παραμένει: Προς τι αυτός ο φόβος; 

Φαντάζομαι πως αυτό που ισχυρίζεται ο Μακαριώτατος και το σκεπτικό της αντιπροσωπείας Εκκλησίας της Ελλάδος, παρά τις ατυχείς διατυπώσεις του δελτίου τύπου, είναι πως η Ορθοδοξία πρέπει να θεωρήσει απλώς «ψιλά ονόματα» τον αυτοπροσδιορισμό των άλλων Εκκλησιών. Είναι όμως αυτή η μόνη ανάγνωση του κειμένου, η οποία εκφράζει και ένα για τα ορθόδοξα συμφραζόμενα μάλλον περίεργο νομιναλισμό; 

Στο εγκριθέν κείμενο, στην περί ης ο λόγος φράση, δεν αρθρώνεται μια ξεκάθαρη θέση για τον εκκλησιακό χαρακτήρα των άλλων Εκκλησιών. Κάτι τέτοιο όμως δεν εντοπιζόταν ούτε στη διατύπωση της Προσυνοδικής Διάσκεψης του Ιανουαρίου, καθώς, όπως ήδη υποστηρίχθηκε, η έκφραση «αναγνώριση της ιστορικής ύπαρξης» είναι δεκτική πολλών ερμηνειών. Από την άλλη, η αποδοχή της ιστορικής ονομασίας «ἄλλων ἐτεροδόξων Χριστιανικῶν Ἐκκλησιῶν καὶ Ὁμολογιῶν» μπορεί κάλλιστα να ερμηνευτεί ως αφήνουσα το πεδίο ανοικτό αναφορικά προς τον εκκλησιακό χαρακτήρα τούτων. Κάποιος τολμηρός ερμηνευτής θα μπορούσε να ισχυριστεί πως υπονοείται μάλιστα στο κείμενο ότι αυτές αναγνωρίζονται ως υπαρκτές χριστιανικές Εκκλησίες και Ομολογίες. Άλλωστε, ποια είναι η λογική της αναγνώρισης της ιστορικής ονομασίας κάποιου που δεν υπάρχει; Ενδιαφέρον είναι μάλιστα εν προκειμένω το επίθετο «ετεροδόξων» στη διατύπωση, το οποίο δεν προϋπήρχε στο κείμενο του Ιανουαρίου. Κατά μία ανάγνωση δύναται να σημαίνει πως είναι δυνατή η ύπαρξη Εκκλησιών καίτοι αυτές είναι ετερόδοξες, κάτι που πραγματικά δεν συνηθίζεται σε ορθόδοξα κείμενα. (Η αντίστοιχη διατύπωση της Ε´ Προσυνοδικής περιορίζεται στο ότι πρόκειται για χριστιανικές Εκκλησίες, χωρίς να αναφέρεται στις «δόξες» τους.) 

Η αποδοχή της «ιστορικής ονομασίας» των ετεροδόξων χριστιανικών Εκκλησιών και Ομολογιών δεν είναι δυνατόν να σημαίνει αδιαφοροποίητα μόνο την τυπική ανοχή της χρήσης ενός ονόματος από τους μη Ορθοδόξους. Κάτι τέτοιο αντιβαίνει όχι μόνο στη μακραίωνη θεολογία της Εκκλησίας, αλλά και στη σημερινή πρακτική της. Αρκεί μόνο να επισημάνει κανείς το ζήτημα της αναγνώρισης του βαπτίσματος που παρέχουν ετερόδοξες Εκκλησίες. Πώς είναι δυνατόν να αναγνωριστεί η μυστηριακότητα πράξεων μιας οντότητας της οποίας η εκκλησιακότητα υφίσταται μόνο «ψιλώ ονόματι»; Αρκεί η επίκληση της αρχής της «οικονομίας» για την εκ των υστέρων πρόσδοση μυστηριακότητας σε πράξεις που έχουν τελεστεί εντελώς εκτός εκκλησιακού εδάφους; Πολύ περισσότερο οφείλει η ορθόδοξη εκκλησιολογία να εξηγήσει πώς είναι δυνατόν να γίνεται λόγος για «χριστιανικότητα» εκτός «εκκλησιακότητας», όταν μιλάει κανείς για «Εκκλησία» και για λοιπό «χριστιανικό κόσμο». Είναι άραγε θεολογικά δυνατή μια ριζική διάζευξη αμφοτέρων; Αν ναι, συνάπτεται με τρόπο μεθοδολογικά προβληματικό ο θεολογικός όρος «Εκκλησία» με το θρησκειοκοινωνιολογικά χρησιμοποιούμενο επίθετο «χριστιανικός». Αν όχι, πρέπει να περιγραφεί εκκλησιολογικά αυτή η «χριστιανικότητα» και να οριοθετηθεί ως προς την «Εκκλησία». 

Το γεγονός πως δεν είναι δυνατόν να γίνει λόγος για μια εκκλησιακότητα «ψιλώ ονόματι» νομίζω πως δείχνει και η αντιπαραβολή του κειμένου για τις σχέσεις με τον λοιπό χριστιανικό κόσμο προς το αντίστοιχο περί γάμου, το οποίο έχει επίσης εκκλησιολογικές συνέπειες, τις οποίες προφανώς έχει αντιληφθεί και η Εκκλησία της Ελλάδος. 

Η αποδοχή της ιστορικής ονομασίας των ετεροδόξων Εκκλησιών και Ομολογιών συνιστά ένα μεγάλο βήμα στην κατεύθυνση της αναγνώρισης του δικαιώματος αυτοπροσδιορισμού του εκάστοτε Άλλου. Η απόφαση αυτή καθιστά υπόλογους όσους πλέον με περισσή ευκολία χρησιμοποιούν όρους όπως «παρασυναγωγή», «αίρεση», «σέκτα» και «παραφυάδα» για το χαρακτηρισμό ετεροδόξων αδελφών. (Και ένα επί πλέον πρακτικό παράδειγμα: Πόσοι Ορθόδοξοι θα αρχίσουν, άραγε, να αποκαλούν Συρορθόδοξη την Εκκλησία που προφανώς μειωτικά χαρακτηρίζουν ως Συροϊακωβιτική;) 

Η έγκριση του σχολιασθέντος συνοδικού κειμένου δεν σημαίνει κάποια αυτοματική υπέρβαση του φονταμενταλισμού. Οι συνήθεις διαβόητοι θα συνεχίσουν να βοούν, καίτοι η Σύνοδος σήμερα καταδίκασε τις πρακτικές και το «ήθος» τους, κάτι για το οποίο επίσης οφείλει να χαίρει ο ορθόδοξος κόσμος (βλ. http://panagiotisandriopoulos.blogspot.de/2016/06/blog-post_25.html [25.06.2016]).

Στόχος του σημειώματος τούτου ήταν να καταδειχθεί πως προτεινόμενες μινιμαλιστικές ερμηνείες του κειμένου επιχειρούν να κατασιγάσουν την ούτως ή άλλως δεδομένη οργή των ακραίων στοιχείων, ουδόλως όμως αποτελούν τις μόνες δυνατές. Αντιθέτως, περισσότερο γενναιόδωρες προσεγγίσεις εκφράζουν προφανώς ακριβέστερα το γράμμα και το πνεύμα της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, η οποία κατόρθωσε να καθρεφτίσει τη μακραίωνη παράδοση της Εκκλησίας και να προστατέψει την εκκλησιολογία της Ορθοδοξίας. Και στο σημείο αυτό έχει δίκαιο ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Αθηνών, έστω και αν τούτο συμβαίνει για άλλους λόγους από αυτούς που προβλήθηκαν και / ή υπονοήθηκαν στο σημερινό δελτίο τύπου της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος. 

Δευτέρα 13 Ιουνίου 2016

Από την Προδοσία στην Πεντηκοστή

Σχολιάζει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 

Στην αφήγηση της Καινής Διαθήκης ο Ιούδας προδίδει (δια φιλήματος), ο Χριστός σταυρώνεται, αλλά και ανίσταται εκ νεκρών. Οι μαθητές λιγοστεύουν, όχι επειδή ο Ιούδας δείχνει τον Ιησού στους σταυρωτές του, αλλά διότι δεν επιλέγει εν τέλει το δρόμο της μετάνοιας. Ακόμη και μετά την Ανάσταση, και αυτό είναι πολύ χαρακτηριστικό, δεσπόζει αμηχανία μεταξύ των πιστών του Κυρίου. Συμβαίνουν παράδοξα πράγματα, όμως κυριαρχεί ο δισταγμός, ίσως όμως μεταξύ κάποιων και μια διάθεση μελαγχολίας και παραίτησης. Πρέπει να έλθει το Πνεύμα για να πυροδοτηθεί το θαύμα της εξάπλωσης της Εκκλησίας. Και έρχεται, ως λυτρωτική βιαία πνοή.

Πρέπει να αποφεύγουμε τους επιπόλαιους παραλληλισμούς, από τη Βίβλο όμως αντλούμε διδάγματα και έμπνευση. Η Σύνοδος θα γίνει. Το Πνεύμα δύναται να ενεργήσει ακόμη και σε μια μικρή ζύμη, η οποία θα κληθεί να ζυμώσει όλο το φύραμα. Αρκεί η πίστη. Ο Πέτρος σταμάτησε να περπατάει στα κύματα όταν την έχασε. Νομίζω πως είναι και καιρός προσευχής: Αυτοί που εκίνησαν την πτέρναν, αυτοί που επέλεξαν το δρόμο της προδοσίας, να μετανοήσουν. Να μην έχουν την τύχη του Ιούδα. Γένοιτο!

Το Συμβούλιο των Χριστιανικών Εκκλησιών Βαυαρίας καλεί σε προσευχή υπέρ της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Μας ενημερώνει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 


Το Συμβούλιο των Χριστιανικών Εκκλησιών της Βαυαρίας (Arbeitsgemeinschaft Christlicher Kirchen in Bayern) έστειλε επιστολή υπογεγραμμένη από τον πρόεδρό του δρ. Bertram Meier με τη σύσταση όλες οι Εκκλησίες-μέλη του να προσευχηθούν την ερχόμενη Κυριακή, 19 Ιουνίου 2016, για την ευόδωση των εργασίων της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας. 

Είκοσι διαφορετικές Εκκλησίες με τις πολυάριθμες ενορίες τους αναμένεται να ανταποκριθούν στη σύσταση του Συμβουλίου. Δείγμα οικουμενικής αλληλεγγύης την ώρα που πλείστοι όσοι Ορθόδοξοι υπονομεύουν συστηματικά την ενότητα της Εκκλησίας τους.

Σάββατο 11 Ιουνίου 2016

Ο φόβος μπροστά στο Πνεύμα. Η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος και οι φονταμενταλιστές

Άρθρο του ΓΙΩΡΓΟΥ ΒΛΑΝΤΗ*


1. Η αντισυνοδική πολεμική των φονταμενταλιστών. Οι ανά την Οικουμένη «Ορθόδοξοι» φονταμενταλιστές έχουν διόλου τυχαία συσπειρωθεί εναντίον της επερχόμενης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Καθημερινά βλέπουν το φως της έντυπης και ηλεκτρονικής δημοσιότητας εκτενή και εν ταυτώ πληκτικά κείμενα εναντίον του προετοιμαζόμενου μεγάλου αυτού γεγονότος, ενδεικτικά μιας φτηνής θεολογικής αισθητικής, η οποία συγχέει το φανφαρολογείν με το ομολογείν την πίστη, την Ορθοδοξία της Εκκλησίας με τις λυσσαλέες (ενίοτε και δελαπατρίδειες) ιαχές της μισαλλοδοξίας. Διοργανώνονται εκδηλώσεις με προφανή φατριακά χαρακτηριστικά και μάλιστα με την ενεργό σύμπραξη επισκόπων που συνειδητά προσβάλλουν το συνοδικό ήθος, εκμεταλλευόμενοι την καχεκτική λειτουργία θεσμικών εκκλησιαστικών οργάνων και την ηγετική ανεπάρκεια πρωθιεραρχών. Κληρικοί προσεύχονται δημοσίως εναντίον της διεξαγωγής της Συνόδου. Παραβαίνοντας την ιερή δέσμευση της υπακοής, ακόμη και όταν έχουν την ιδιαίτερη ευλογία της άμεσης αναφοράς στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, μοναστικοί κύκλοι υπονομεύουν συστηματικά, φανερά όσο και λανθανόντως, το μακρόχρονο και απαιτητικό συνοδικό εγχείρημα, επικαλούμενοι θεολογικές προϋποθέσεις που οι ίδιοι με τις θέσεις, τις πράξεις και το ήθος τους προδίδουν. Ακόμη και συνοδικά όργανα Εκκλησιών προκρίνουν το δρόμο της εργαλειοποίησης διμερών διαφορών και του εκβιασμού, επικεντρούμενα στο προσδοκώμενο όφελος του επί μέρους, έναντι του οποίου θυσιάζουν το πανορθόδοξο συμφέρον. Προτιμούν τον εξευμενισμό και την κολακεία τον φονταμενταλιστών, την εξυπηρέτηση εθνικιστικών ιδεωδών ή τη διακονία των γεωπολιτικών προτεραιοτήτων των κρατών όπου δραστηριοποιούνται. Η ιστορία της Ορθοδοξίας, ιδίως τους τελευταίους δύο αιώνες, μαρτυρεί πως ουκ ολίγοι εκ των ποιμένων της υποκύπτουν, και μάλιστα ευχαρίστως, στον εθνικιστικό πειρασμό του Ιούδα. Μολονότι η εκκλησιαστική συνείδηση εκφράστηκε αυθεντικά στη Σύνοδο της Κωνσταντινουπόλεως του 1872, περιφρονείται συστηματικά από τους εκκλησιολογικώς ασυνειδήτους. Ειδικά τις τελευταίες ημέρες ο εθνοφυλετισμός έδειξε επανειλημμένα το πραγματικό του πρόσωπο: το σατανικό.
2. Το περιθώριο ως κέντρο; Η ριζοσπαστικοποίηση που παρατηρείται τα τελευταία χρόνια σε ορθόδοξα περιβάλλοντα έχει ως αποτέλεσμα να αξιώνουν θέση στο κέντρο της εκκλησιαστικής ζωής απόψεις που θεολογικά, ηθικά και αισθητικά ανήκουν εξ ορισμού στο περιθώριο. Ανίκανοι να ζήσουν την Εκκλησία ως δρόμο, οι απανταχού της γης «Ορθόδοξοι» φονταμενταλιστές είναι καταδικασμένοι να τη βιώνουν ως πεζοδρόμιο. Δυστυχώς, όμως, το πεζοδρόμιο αυτό διεκδικεί φωνή, λαμβάνει ρόλους και υπουργήματα, εκμεταλλευόμενο τα ταπεινά ένστικτα του όχλου, την ιδιοτέλεια φιλόδοξων κληρικών, την αδυναμία ενίων πηδαλιούχων και τον ελιτισμό προοδευτικώς θεολογούντων, οι οποίοι πορεύονται κατά το ρητό “De minimis non curat praetor”, σκυμμένοι στις φίνες υποσημειώσεις τους, την ώρα που επελαύνει το σκότος. Άλλοι πάλι θεολόγοι και τα συνδικαλιστικά τους όργανα λειτουργούν ως επίμονοι διάκονοι του ζόφου.
Τα πλέον κραυγαλέα σχετικά παραληρήματα χρήζουν όχι θεολογικής αντίκρουσης, αλλά ψυχιατρικής αντιμετώπισης· είναι πλέον προφανές. Τι να αντιτάξει κανείς στον οχετό των ύβρεων, στους σωματικούς προπηλακισμούς, στη διαδικτυακή τρομοκρατία; Αλλά και πώς να υπερβεί κάποιος την αμηχανία και έκπληξή του απέναντι στην περί την ιστορία ασχετοσύνη και σε έναν εκκλησιολογικό αναλφαβητισμό αδιανόητο σε άλλες εποχές; Ως προς τον τελευταίο: Κάποτε θα πρέπει να τεθεί ο δάκτυλος επί τον τύπον των ήλων όσον αφορά τα δράματα της θεολογικής παιδείας και ιδιαιτέρως της συστηματικής θεολογίας σε πλείστες ορθόδοξες συνάφειες και να ειπωθούν σκληρές αλήθειες, όμως αυτό είναι ένα μεγάλο κεφάλαιο πέρα από τις προθέσεις του κειμένου τούτου.

3. Η άρνηση του δημιουργού Πνεύματος. Σε κάθε περίπτωση, περισσότερο ενδιαφέρον από τις εξάρσεις του θυμικού των παραφρόνων και των αναλφαβήτων παρουσιάζει μια υποκρυπτόμενη αίρεση, χαρακτηριστική του φονταμενταλισμού: ο φόβος μπροστά στο Πνεύμα, η άρνηση της διάστασής του ως creator Spiritus, η παγανιστική εμμονή σε έναν κύκλο αυτάρεσκης, ναρκισσιστικής επανάληψης, ο τρόμος πως κάτι θα αλλάξει τη μωρία της βολής μας. Προβλέψιμοι όμως αυτοματισμοί διακρίνουν τα ρομπότ· το Σώμα του Χριστού είτε αυξάνεται, αναπτύσσεται, είτε δεν είναι Σώμα. Αυτή την αύξηση, αυτό το Novum του Πνεύματος τρέμουν οι ανά την οικουμένη κήρυκες του μίσους και του σκότους. Στη συνάφεια αυτή πολεμούν και τη Σύνοδο, μήπως και κάτι κλονίσει τα είδωλα των βεβαιοτήτων τους, μήπως και φυσήξει η λυτρωτική βιαία πνοή.
Επικαλούνται στις αιτιάσεις τους την Παράδοση, όμως προωθούν την ακραία «παραδοσιαρχία» (traditionalismus) η οποία, ως τέτοια, αποτελεί «καινοτομία», «νεοτερισμό» (για να χρησιμοποιήσω ορολογία που αγαπούν οι φονταμενταλιστές· εγώ όχι) αντίθετο προς την εμπειρία της εν Πνεύματι δημιουργίας που σηματοδότησε τις χρυσές σελίδες της εκκλησιαστικής ιστορίας. Οι φονταμενταλιστές επικαλούνται τους Πατέρες, περιφρονώντας την πράξη τους: Πώς θα αξιολογούσαν άραγε οι πολέμιοι των «νεοτερισμών» την πνευματολογία ενός Βασιλείου Καισαρείας ή ενός Γρηγορίου του Θεολόγου, οι οποίοι θεολογούν εν συνειδήσει πως κομίζουν κάτι το «καινόν»; Πώς θα αντιδρούσαν μπροστά στα ρηξικέλευθα βήματα των πρώτων χριστιανικών αιώνων, τα οποία σηματοδότησαν όχι μόνο συνέχεια, αλλά και ρήξη με το παρελθόν; Θα ακολουθούσαν το για τα πρωτοχριστιανικά δεδομένα ασύλληπτο τόλμημα της αποδοχής της ακροβυστίας ή θα προτιμούσαν το σεκταρισμό της περιτομής; Νομίζω πως οι απαντήσεις είναι πρόδηλες. Σε κάθε περίπτωση, ο φόβος μπροστά στο «καινόν» οδηγεί αναπόφευκτα στο κενό και στο μάταιο και αποτελεί ασέβεια απέναντι στο Πνεύμα που «καινοποιεί» την κτίση και ενεργεί την αύξηση της Εκκλησίας, απέναντι στον Παράκλητο που παραμυθεί όχι με τον εφησυχασμό, αλλά με την τόλμη και την έκπληξη.
4. Οι πνευματολογικές εκκρεμότητες της εξκλουσιβιστικής εκκλησιολογίας. Το πνευματολογικό έλλειμμα είναι πρόδηλο στην αντιπαραδοσιακή και ανιστόρητη εξκλουσιβιστική εκκλησιολογία (extra Ecclesiam nostram nulla salus) των φονταμενταλιστών. Σε κείμενα που έχουν εκδώσει τα τελευταία χρόνια φαίνεται πόσο ασφυκτιούν μες στην αδυναμία τους να αντιληφθούν την πολυσημία του όρου Εκκλησία (η Μία Αγία, οι τοπικές Εκκλησίες, κ.λπ.) και τις λογικές συνεπαγωγές της, πώς αστοχούν στη διάκριση ως προς την εκκλησιολογική βαρύτητα των όρων «αίρεση» και «σχίσμα» και πόσο ανοικονόμητα εφαρμόζουν την αρχή της αναλογίας σε ουσιωδώς ανόμοιες καταστάσεις (βλ. την εκ μέρους τους επίκληση των περί αιρέσεων κανόνων). 

Το σκανδαλωδέστερο όμως είναι πως η σκέψη τους βλέπει την Εκκλησία ως κάτι δεδομένο, τετελεσμένο, στατικό, κλειστό, εξαντλητικά ορίσιμο· είναι πως ισχυρίζεται ότι γνωρίζει πού (θέλει να) πνει το Πνεύμα, πως γιγνώσκει την ανεξιχνίαστη βούληση του Θεού. Αρνείται να δει την Εκκλησία ως πραγματικότητα εν πορεία, η οποία όχι μόνο ανοίγεται στο μέλλον, αλλά αντλεί την ταυτότητά της από αυτό στην εσχατολογική του διάνοιξη. Αρνείται να δει την Εκκλησία να προσφέρεται στην πνοή του Παρακλήτου, οπόθεν και η αλλεργική αντίδραση των φονταμενταλιστών απέναντι σε μια Σύνοδο που ίσως καταφέρει να κάνει ένα βήμα πέρα από το οικείο, ειδωλοποιημένο πλαίσιό τους.
5. Η ελίτ των «θεουμένων». Στη συνάφεια αυτή πρέπει να μνημονευθεί γνωστό και θλιβερό θεολογικό ρεύμα που προπαγανδίζει τη λογική μιας γνωστικίζουσας ελίτ «θεουμένων», δια της οποίας εισάγονται στην Εκκλησία διακρίσεις πιστών πρώτης και δεύτερης κατηγορίας. Πίσω από τον πολεμικό αντιδυτικισμό του, το ρεύμα αυτό κρύβει επικίνδυνα γνωστικά και πλατωνικά στοιχεία και ουσιαστικά καταργεί τον εν τη Εκκλησία διάλογο. Αναγνωρίσιμοι και υπερτιμημένοι εκφραστές του υπονομεύουν συστηματικά το συνοδικό εγχείρημα, αντιλαμβανόμενοι πως αυτό εξ ορισμού θέτει υπό ερώτηση τα ίδια τα θεμέλια της θεολογίας τους.
Δικαίωμα να μιλούν έχουν κατ᾽ αυτούς μόνο οι «θεούμενοι», οι οποίοι ως τέτοιοι είναι υπεράνω κριτικής. Έναντι αυτών απαιτείται τυφλή υποταγή, η δε διαφορετική άποψη εξοντώνεται ως αντιπαραδοσιακή, αντορθόδοξη και «φράγκικη». Οι σύνοδοι, οι ενορίες, ο λαός του Θεού ουσιαστικά καταργούνται μπροστά στα υποτιθέμενα εξ ουρανών θέσφατα. Φυσικά, οι εκφραστές αυτής της σκέψης διατηρούν δι᾽ εαυτούς το προνόμιο να αποφασίζουν ποιος είναι θεόπτης και ποιος ερμηνεύει ορθά τη διδασκαλία των αγίων (αλήθεια, ποιος τους νομιμοποιεί να το κάνουν αυτό;). Ενώ ορισμένοι δηλώνουν ιστορικοί, διαβάζοντάς τους διαγιγνώσκει κανείς μια σκέψη βαθιά ανιστορική, η οποία προβαίνει σε βιαστικές αφαιρέσεις, εναρμονιστικές-ωραιοποιητικές παρουσιάσεις και άτσαλους απολογητισμούς, προκειμένου ακριβώς να ξορκίσει την πολυπτυχία των ιστορικών δεδομένων, τα οποία δεν υποτάσσονται στα καλούπια πλατωνισμών τρίτης κατηγορίας.
Παρότι θεολογικώς και λογικώς παιδαριώδης, η σκέψη αυτή ελκύει τους φονταμενταλιστές, ακριβώς εξ αιτίας του βαθιά μαγικού της χαρακτήρα και των αυτοματισμών που εισάγει. Η ευθύνη θέλει δύναμη για να την αντέξεις. Και οι φονταμενταλιστές τα όποια τους σχετικά αποθέματα τα αναλώνουν καλλιεργώντας για τους εαυτούς τους το ναρκισσισμό των αυτόκλητων σωτήρων.
6. Ο τρόμος της ιστορίας. Στο έργο του «Κόσμος και ιστορία» (1949) ο Ρουμάνος θρησκειολόγος Mircea Eliade αφιερώνει ένα κεφάλαιο ακριβώς στον «τρόμο» που προκαλεί η διάσπαση της καθησυχαστικής επαναληπτικότητας, δηλαδή η πρόκληση της ιστορίας, του μη προβλέψιμου, της έκπληξης. Είναι ο τρόμος ακριβώς που αισθάνονται οι φονταμενταλιστές σε ό, τι κινδυνεύει να ταράξει τους κύκλους του εφησυχασμού τους. Δεν θέλουν να περιμένουν τίποτε από την ιστορία, προτιμώντας να βιώνουν με ψυχαναγκαστικό τρόπο και ναρκισσιστικώς αυτοεπιβεβαιούμενοι μια απολυτοποιημένη κατασκευή του παρελθόντος, ένα Βυζάντιο ή έναν σλαβικό κόσμο που στην εκδοχή που υιοθετούν ουδέποτε υπήρξε, επαρκεί όμως για να λειτουργεί ως «ορθοδοξόμετρο» που απορρίπτει ό, τι «καινόν» θέλει το Πνεύμα να πει στις Εκκλησίες.
Για το φονταμενταλισμό το Πνεύμα έχει ήδη μιλήσει· δεν μιλάει και δεν θα μιλήσει πλέον. Όλα έχουν ειπωθεί. Οι συνταγές δόθηκαν. Τα έσχατα εν πολλοίς δεν χρειάζονται παρά ως νομική επιβράβευση του μηρυκασμού των δεδομένων. Η Εκκλησία δεν είναι Σώμα, αλλά αν- και αντι-ιστορικό καλούπι, μια όαση μακαριότητας εκτός της πραγματικότητας. Δεν επευλογείται η εν Χριστώ έκθεση στην ιστορία, η κατάφαση και ανακεφαλαίωσή της, αλλά η φυγή από αυτή. Ο φονταμενταλισμός φοβάται την ιστορία, όσο και την εσχατολογία, διότι στην ορίζοντά τους αποκαλύπτεται η απολυτοποίηση του σχετικού που επιτελεί, η ειδωλολατρία στην οποία καλεί τους οπαδούς του.
7. Μαξιμαλισμός και ανιστορικότητα. Στην περίπτωση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου, ο φονταμενταλισμός κρύβει περίτεχνα την ανιστορικότητά του μέσα από τις μαξιμαλιστικές του προσδοκίες, τις οποίες και προβάλει ως προϋποθέσεις για να αποδεχτεί τις αποφάσεις της. Οι ανεδαφικές, ουτοπικές επιθυμίες που διατυπώνει μαρτυρούν απλώς την αποπέτρωσή του απέναντι στην πραγματικότητα, την αδυναμία των ακραία συντηρητικών κύκλων να αντιληφθούν τα «σημεία των καιρών» και να δεξιωθούν την ιστορία. Επιθυμούν μια μαγικώς νοούμενη Σύνοδο, η οποία ως deus ex machina θα επιλύσει αυθωρεί και παραχρήμα όλα τα προβλήματα της Ορθοδοξίας, αλλιώς την απορρίπτουν. Η εν επιγνώσει των εντάσεων και προβλημάτων του ορθόδοξου χώρου ληφθείσα και επανειλημμένα επιβεβαιωθείσα ομόφωνη απόφαση των Προκαθημένων για τη σύγκληση της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου δείχνει πως οι Πρωθιεράρχες επέλεξαν να ακολουθήσουν το δρόμο μιας συνοδικότητως των μικρών, ρεαλιστικών, ασφαλών βημάτων. Δυστυχώς, οι τελευταίες ημέρες έδειξαν πως ορισμένες Εκκλησίες προτίμησαν να επικαλεστούν και πάλι το άλλοθι του ανιστορικού μαξιμαλισμού για να αποποιηθούν των ευθυνών τους έναντι της πραγματικότητας. Η ιστορία όμως εκδικείται τους αρνητές της. Η ψύχραιμη ανάλυση αποδεικνύει τα συνειδητά ή ασυνείδητα ιστορικώς προσδιοριζόμενα κίνητρά τους, τα ενδεχόμενα αθέμιτα παίγνια εξουσίας και τις ανομολόγητες αξιώσεις κυριαρχίας τους.
Η προετοιμασία της Συνόδου ήταν προβληματική· τα κείμενα προς συζήτηση έχουν προφανείς αδυναμίες και ελάχιστα θα ελκύσουν τους ανθρώπους του σήμερα· έλλειψαν το θάρρος και η τόλμη και προκρίθηκαν η γραφειοκρατία και οι εκκλησιοπολιτικές ισορροπίες. Και όμως η Σύνοδος είναι ένα πρώτο βήμα· ίσως όχι αρκετά ρηξικέλευθο, σίγουρα πάντως ένα ουσιαστικό βήμα, χώρια που στις συνοδικές διαδικασίες ουδέποτε αποκλείεται η έκπληξη του Πνεύματος, η φωνή της λεπτής αύρας που δροσίζει δημιουργικά και οδηγεί σε εμπνευσμένες συλλήψεις και αποφάσεις. Γιατί να επικαλούμαστε τα εκατό που θα θέλαμε να κάνουμε ως άλλοθι για να μην πράξουμε τα πέντε που μπορούμε; Και μόνο με τη σύγκληση και πραγμάτωσή της η Αγία και Μεγάλη Σύνοδος αποτελεί επίτευγμα ουσιαστικό στην κατεύθυνση για την ενδυνάμωση των συνοδικών δομών της Εκκλησίας και την ενίσχυση του διορθόδοξου διαλόγου. Δεν είναι συμπτωματικό πως οι αρχιτέκτονες του σχεδίου τορπιλισμού της Συνόδου προκρίνουν τη θεωρία του αυτοκεφαλισμού, των παράλληλων δηλαδή μονολόγων των Εκκλησιών. Υπονομεύουν τη Σύνοδο φοβούμενοι πως η Εκκλησία θα βιώσει βαθύτερα την ενότητά της υπό ένα συντονιστικό κέντρο που δεν ελέγχουν. Υποσκάπτουν το ρόλο του Πρώτου και τις ενέργειές του για την εμβάθυνση της διορθόδοξης ενότητας επειδή δεν επιτελούν τη λειτουργία αυτή οι ίδιοι. Και οι απανταχούν φονταμενταλιστές χειροκροτούν (ή επιστολογραφούν).
8. Εσχατολογία, αποκαλυπτισμός, γεροντισμός και το Πνεύμα. Στη χριστιανική θεολογία η εσχατολογία συνδέεται με την έννοια της ανοιχτότητας στο μέλλον, η οποία ακριβώς καταδεικνύει τη σχετικότητα των βεβαιοτήτων μας, τις εκκρεμότητες των απολυτοποιήσεών μας, τα όρια του λόγου μας. Αποτελεί την ομολογία πως ο Θεός, ως όχι μόνον ο ων και ο ην, αλλά κατ᾽ εξοχήν ως ο ερχόμενος, είναι ο Κύριος της ιστορίας. Επίσης, συναρτάται προς την πεποίθηση πως το Πνεύμα είναι ταυτοχρόνως Παράκλητος για τα δεινά του Εδώ και του Τώρα, αλλά και δημιουργός, εκείνος που ανοίγει δρόμους νέους για την καταπολέμηση των ενδοϊστορικών προκλήσεων και δεινών, εκείνος που συγκροτεί τον θεσμό της Εκκλησίας, τον αναζωογονεί και καινοποιεί την κτίση που πορεύεται προς την πληρότητα της συνάντησης προς τον Κύριο της δόξης.
Μια τέτοια εσχατολογία ο «ορθόδοξος» φονταμενταλισμός την αρνείται. Όπου τυχόν αυτός εκφράζει μια ουσιαστική προσδοκία για τα ερχόμενα, το στοιχείο της ανοικτότητας ελλείπει· το μέλλον είναι κατά κάποιον τρόπο προκαθορισμένο και η προς τα πρόσω πορεία αυτοματική. Επιχειρεί να αναπληρώσει το εσχατολογικό του έλλειμμα με το μίζερο, όσο και πολλαχώς προσοδοφόρο αποκαλυπτισμό του γεροντισμού που αποτελεί απλώς μηρυκασμό των δεδομένων, όσων έχουν ειπωθεί. Ο τελευταίος απλώς επιβεβαιώνει τις βεβαιότητές μας, καθησυχάζει τις ανασφάλειές μας, λέει αυτά που ενδεχομένως θέλουμε να ακούσουμε (βλ. π.χ. την ανεξέλεγκτη αγυρτεία αμέτρητων ψευδοπροφητών για την «κατάληψη της Πόλης»), δεν παρουσιάζει όμως ίχνος υπαρξιακής διάνοιξης· ενισχύει μέχρι τσιμεντοποίησης το κλείσιμό μας.
Βεβαίως, οι φονταμενταλιστές ισχυρίζονται πως το Πνεύμα όχι μόνο δεν σταμάτησε, παρά τους μιλάει. Υπόρρητα, βεβαίως, εννοούν πως μιλάει αποκλειστικά σε αυτούς. Και το ερώτημα είναι τι (ισχυρίζονται πως) τους λέει το Πνεύμα: αυτά που διακηρύσσουν δεν είναι παρά χονδροειδής επανάληψη των ήδη ειπωμένων, επιβεβαίωση της μονολιθικής παραδοσιαρχίας, συνειδητή άρνηση του καινούριου. Πρόκειται για μια καρικατούρα ενός Πνεύματος που το θέλουν αυτοματικά και μίζερα να επαναλαμβάνει το παλαιό, ακριβώς ώστε κανείς να μη χρειάζεται να λαμβάνει την ευθύνη της συμπόρευσης με τον Παράκλητο μπροστά στην εκάστοτε νέα πρόκληση, την ευθύνη που καθρεφτίζει η δογματική παρακαταθήκη της συνεργείας, την οποία de facto αρνούνται οι κήρυκες του μίσους.
9. Η επικείμενη Σύνοδος και ο φονταμενταλιστικός χριστιανισμός της αέναης επανάληψης. Οι «Ορθόδοξοι» φονταμενταλιστές εκφράζουν έναν χριστιανισμό της αέναης επανάληψης. Όχι τυχαία αναπαύονται με υποκατάστατα ενός κακού πλατωνισμού. Αντιπροσωπεύουν μια θεολογία όπου όλα έχουν λεχθεί, όλα έχουν βιωθεί, όλα έχουν συντελεστεί, εκπροσωπούν έναν χριστιανισμό της ανοίας. Κατασκευάζουν εχθρούς για να αντέξουν τον ψυχαναγκασμό της παγανιστικής τους επαναληπτικότητας, για να είναι στοιχειωδώς σε κάποια κίνηση, έστω κι αν αυτή λειτουργεί ως συνηγορία της ακινησίας. Κοντολογίς: οι φονταμενταλιστές ξερνάνε χολή για να μην πεθάνουν από την πλήξη.
Είναι καιρός η Ορθοδοξία να υπερβεί την τρομοκρατία φωνών σκοτεινών και/ή δελαπατρίδειων και να ανοιχτεί περαιτέρω στην πνοή του Πνεύματος. Η Σύνοδος δεν θα λύσει όλα τα προβλήματα. Η περιπετειώδης πορεία προς αυτήν δύναται να οδηγήσει σε μια απελευθερωτική απομύθευση του συνοδικού γεγονότος εν γένει, δηλαδή στην υπέρβαση ιδεαλιστικών θεωρήσεων και μαξιμαλιστικών προσδοκιών. Αυτοί είμαστε και αυτά μπορούμε· ίσως όχι περισσότερα, αυτό όμως δεν είναι δικαιολογία για να μην κάνουμε τίποτα. Οφείλουμε ως Ορθόδοξοι να προχωρήσουμε, να κάνουμε αυτό το πρώτο, καίριο βήμα. Η υποστήριξη της Συνόδου είναι μαρτυρία υπέρ μιας υγιούς πνευματολογίας, έκφραση εμπιστοσύνης στον Παράκλητο και προθυμία υποδοχής των καρπών του. Ο χρόνος της Συνόδου είναι εγγύς. Είθε να αρθούν άπαντες «εἰς τὸ ὕψος τῶν περιστάσεων», ώστε σε πείσμα των φονταμενταλιστών ο χρόνος αυτός να γίνει και «καιρός».

* Ο ορθόδοξος θεολόγος Γιώργος Βλαντής είναι Διευθυντής (Geschäftsführer) του Συμβουλίου των Χριστιανικών Εκκλησιών της Βαυαρίας (ACK Bayern) και επιστημονικός συνεργάτης της Ακαδημίας Θεολογικών Σπουδών Βόλου.

Τρίτη 7 Ιουνίου 2016

Δέηση ΡΚαθολικών για την ευόδωση των εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου

Σχολιάζει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 


Σε όλες τις ενορίες της ρωμαιοκαθολικής επισκοπής του Augsburg, αλλά και σε πλείστες όσες χριστιανικές Εκκλησίες της Γερμανίας εν γένει, θα τελεστεί δέηση στις 19 Ιουνίου για την ευόδωση των εργασιών της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Εκφράζοντας την αλληλεγγύη τους προς την Ορθοδοξία, οι αδελφοί άλλων δογμάτων δέονται για το μεγάλο συνοδικό γεγονός. Πλείστοι όσοι Ορθόδοξοι προτιμούν να το τορπιλίζουν, πολεμώντας το, είτε μέσα από το βόρβορο του ακραίου σκοταδισμού τους, είτε από την ιδιοτέλεια του δήθεν προοδευτικού ελιτισμού τους.

Στις διαπιστώσεις μου θα αντιτάξουν οι «υπερλίαν» πως το γεγονός ότι προσεύχονται οι «αιρετικοί» φανερώνει πως η Σύνοδος θα εξυπηρετήσει τα «σκοτεινά» σχέδιά τους. Απέναντι σε ένα τέτοιο επιχείρημα δύναμαι μόνο να προσεύχομαι υπέρ των μωρών και κατά της μωρίας.

Σάββατο 4 Ιουνίου 2016

Οι θεούμενοι ως «ελίτ». Η γοητεία του γνωστικίζοντος φονταμενταλισμού

Σχολιάζει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 


Γνωστό και θλιβερό είναι το θεολογικό ρεύμα που, εδραζόμενο στη σκέψη του π. Ι. Ρωμανίδη, προπαγανδίζει τη λογική μιας γνωστικίζουσας «ελίτ» θεουμένων, δια της οποίας εισάγονται στην Εκκλησία διακρίσεις πιστών πρώτης και δεύτερης κατηγορίας (για τους «Φράγκους» δεν μιλάμε καν). Πίσω από τον πολεμικό αντιδυτικισμό της, η σκέψη αυτή κρύβει επικίνδυνα γνωστικά και πλατωνικά στοιχεία, ενώ ουσιαστικά καταργεί τον εν τη Εκκλησία διάλογο. 

Δικαίωμα να μιλούν έχουν μόνο οι «θεούμενοι», οι οποίοι ως τέτοιοι είναι υπεράνω κριτικής. Έναντι αυτών απαιτείται τυφλή υποταγή, η δε διαφορετική άποψη εξοντώνεται ως αντιπαραδοσιακή, αντορθόδοξη και «φράγκικη» (η πιο ηλίθια κατηγορία που εκτοξεύουν οι δύστυχοι). Σύνοδοι, οι ενορίες, ο λαός του Θεού ουσιαστικά καταργούνται μπροστά στα υποτιθέμενα εξ ουρανών θέσφατα. Φυσικά, οι εκφραστές αυτής της σκέψης διατηρούν δι᾽ εαυτούς το προνόμιο να αποφασίζουν ποιος είναι θεόπτης και ποιος ερμηνεύει ορθά τη διδασκαλία των αγίων (αλήθεια, ποιος τους νομιμοποιεί να το κάνουν αυτό;). Ενώ ορισμένοι δηλώνουν ιστορικοί, διαβάζοντάς τους διαγιγνώσκει κανείς μια σκέψη βαθιά ανιστορική, η οποία προβαίνει σε βιαστικές αφαιρέσεις, εναρμονιστικές παρουσιάσεις και άτσαλους απολογητισμούς, προκειμένου ακριβώς να ξορκίσει την πολυπτυχία των ιστορικών δεδομένων, που δεν υποτάσσονται στα καλούπια πλατωνισμών τρίτης κατηγορίας. 

Παρότι θεολογικώς και λογικώς παιδαριώδης, η σκέψη αυτή ελκύει τους φονταμενταλιστές, ακριβώς εξ αιτίας του βαθιά μαγικού της χαρακτήρα και των αυτοματισμών που εισάγει. Η ευθύνη θέλει δύναμη για να την αντέξεις. Και οι φονταμενταλιστές τα όποια τους αποθέματα τα αναλώνουν στο ναρκισσισμό των σωτήρων. Όταν καμαρώνεις διαρκώς για το πόσο σπουδαίος είσαι και πόσους έχεις να σώσεις, δεν προλαβαίνεις να σκεφτείς, παρά καταφεύγεις δίχως τύψεις στα τσιτάτα.

Η μωρία, η παρθενία και η Σύνοδος

Σχολιάζει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 


Με προφανή αναφορά στους πολέμιους της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου: Αυτό που χαρακτηρίζει τους μωρούς παρθένους και τις μωρές παρθένες είναι η έμφαση που δίνουν στην παρθενία τους, ώστε να κρύβουν τη μωρία τους.

«Δεν ήμασταν εκεί, δεν γνωρίζαμε, αλλιώς τα περιμέναμε, απατηθήκαμε.» Έστω και αν παρίσταντο ή και συναποφάσιζαν, έστω και αν είχαν πλήρη γνώση, έστω και αν έκαναν τα πάντα προκειμένου να μη γίνει ούτε ένα βήμα προς τα μπρος, έστω και αν τορπίλιζαν παντοιοτρόπως το απαιτητικό εγχείρημα.

Τετάρτη 25 Μαΐου 2016

Αγία και Μεγάλη Σύνοδος: Να συμμετέχουν όλοι οι επίσκοποι;

Σχολιάζει ο ΓΙΩΡΓΟΣ ΒΛΑΝΤΗΣ 


Οι αιτιάσεις για τη μη συμμετοχή όλων των επισκόπων της Ορθοδοξίας στην επερχόμενη Αγία και Μεγάλη Σύνοδο είναι κατά κανόνα υποκριτικές και ανιστόρητες.

Υποκριτικές, διότι στην πλειοψηφία τους προέρχονται από ιεράρχες που στις επαρχίες τους στραγγαλίζουν κάθε μορφή συνοδικότητας και εν γένει εκπροσώπησης του εκκλησιαστικού πληρώματος, λειτουργώντας όχι ως επίσκοποι, παρά σαν δεσπότες. Όταν, μάλιστα, δεδηλωμένοι χουντικοί κληρικοί και θεολόγοι αξιώνουν περισσότερη δημοκρατία, η γελοιότητα δεν κρύβεται.

Ανιστόρητες, διότι απλή ματιά στην ιστορία των επτά Οικουμενικών Συνόδων, αλλά και σε σύνολη τη συνοδική παράδοση της Εκκλησίας, μαρτυρεί πως ουδέποτε ακολουθήθηκαν τέτοιες μαξιμαλιστικές πρακτικές. Το αντίθετο, μάλιστα – και αυτό μετά λόγου γνώσεως. 

Αντί, λοιπόν, να μάχεται κανείς περί όνου σκιάς, θα ήταν καλύτερο να σκεφτεί μοντέλα αντιπροσωπευτικότητας που να εκφράζουν τη βούληση του εκκλησιαστικού πληρώματος στην προοπτική του εικοστού πρώτου αιώνα. Θυμίζω απλώς –και σε πείσμα μιας επισκοπομονιστικής θεολογίας– ότι μέλη της Εκκλησίας δεν είναι μόνο οι επίσκοποι και οι μοναχοί, αλλά και οι έγγαμοι κληρικοί και οι λαϊκοί (και οι γυναίκες, οι οποίες αποτελούν τη μεγάλη πλειοψηφία των συνειδητών μελών της Εκκλησίας). Κάποτε πρέπει να αρχίσουν σε κάποια επίπεδα να ακούγονται και αυτές οι φωνές, τις οποίες –και πάλι σε πείσμα της ιδεαλιστικής και ιδιοτελούς επισκοπομονιστικής θεολογίας– δεν εκφράζουν πάντα οι επίσκοποι.

Τρίτη 24 Μαΐου 2016

Μικρό σχόλιο εν όψει της Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδοξίας

του Γιώργου Βλαντή 


Όλοι ανεξαιρέτως οι σκοταδιστές της Ορθοδοξίας έχουν συσπειρωθεί εναντίον της επερχόμενης Αγίας και Μεγάλης Συνόδου. Τα πλέον κραυγαλέα παραληρήματα χρήζουν όχι θεολογικής αντίκρουσης, αλλά ψυχιατρικής αντιμετώπισης, είναι πλέον προφανές. Τι να αντιτάξει κανείς στον οχετό τον ύβρεων, στην περί την ιστορία ασχετοσύνη και σε έναν εκκλησιολογικό αναλφαβητισμό αδιανόητο σε άλλες εποχές; (Κάποτε θα πρέπει να εξιστορηθεί με ειλικρίνεια και το δράμα της συστηματικής θεολογίας στην Ελλάδα, αλλά αυτό είναι μεγάλο κεφάλαιο.) 

Περισσότερο ενδιαφέρον όμως από τις εξάρσεις του θυμικού των παραφρόνων παρουσιάζει μια υποκρυπτόμενη αίρεση, ενδημική στο φονταμενταλισμό: ο φόβος μπροστά στο Πνεύμα, η άρνηση της διάστασής του ως creator Spiritus, η παγανιστική εμμονή σε έναν κύκλο αυτάρεσκης, ναρκισσιστικής επανάληψης, ο τρόμος πως κάτι θα αλλάξει τη μωρία της βολής μας. Προβλέψιμοι αυτοματισμοί διακρίνουν τα ρομπότ· το Σώμα του Χριστού είτε αυξάνεται, αναπτύσσεται, είτε δεν είναι Σώμα. Αυτή την αύξηση, αυτό το Novum του Πνεύματος τρέμουν οι ανά την οικουμένη κήρυκες του μίσους και του σκότους. Πολεμούν τη Σύνοδο μήπως και κάτι κλονίσει τα είδωλα των βεβαιοτήτων τους, μήπως και φυσήξει η λυτρωτική βιαία πνοή.

Πέμπτη 8 Οκτωβρίου 2015

Αναφορά στις οικολογικές πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου

Άρθρο του Πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ 
άστερ Θεολογίας – υποψηφίου Διδάκτορος Φιλολογίας
για το γερμανικό ρωμαιοκαθολικό περιοδικό Charismen


Είναι στις μέρες μας αναγνωρίσιμες οι πρωτοβουλίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου για τον συναγερμό της ανθρωπότητας έναντι του κινδύνου, που απειλεί τη γη, εξαιτίας των ογκούμενων οικολογικών προβλημάτων. Ο πρώτος διδάξας την ανάληψη ευθυνών έναντι του φυσικού περιβάλλοντος, μακαριστός Οικουμενικός Πατριάρχης Δημήτριος Α΄1, παρέδωσε τη σκυτάλη στον διάδοχό του, σημερινό Πατριάρχη Βαρθολομαίο Α΄2, ο οποίος, κατά την τελευταία 25ετία, από κοινού με πολύτιμους συνεργάτες εντός κι εκτός Φαναρίου, έχουν επιδοθεί σε ιστορικής σημασίας κινήσεις ευαισθητοποίησης της παγκόσμιας κοινότητας, δεδομένων των συσσωρευμένων περιβαλλοντικών προβλημάτων. Σημειωτέον ότι το 1967 δημοσιεύτηκε μελέτημα του Ιωάννη Ζηζιούλα, μετέπειτα Μητροπολίτη Περγάμου, με τίτλο «Η ευχαριστιακή θεώρηση του κόσμου και ο σύγχρονος άνθρωπος», ένα κείμενο προδρομικό των μετέπειτα οικολογικών δράσεων του Φαναρίου3.
Το Πατριαρχείο δεν διαθέτει δύναμη κοσμική, μήτε μπορεί να καταναγκάσει τους ηγέτες των λαών, μεταχειριζόμενο πιέσεις οικονομικής ή κοινωνικής μορφής. Η ισχύς του, πνευματική μόνον, απορρέει από την δισχιλιετή εμπειρία χριστιανικής κοσμολογίας και ανθρωπολογίας, απ’ όπου αντλεί μηνύματα για αυθεντικότερη παρουσία μέσα σ’ ένα περιβάλλον, που προήλθε «ἐκ τοῦ μή ὂντος εἰς τό εἶναι» από την πηγή της Αγάπης, που είναι ο Θεός Δημιουργός. Συνεπώς δύναμη δημιουργική του Φαναρίου είναι μόνον ο λόγος του, εμβαπτιζόμενος στην Αγία Γραφή και την Ιερά Παράδοση της Εκκλησίας, αλλά και εκφραζόμενος με νεότερες μεθόδους και σύγχρονες πρακτικές.
Ήδη ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος έχει αποσπάσει την καθολική αναγνώριση της παγκόσμιας κοινότητας, χαρακτηριζόμενος ως «Πράσινος Πατριάρχης». Την προσωνυμία καθιέρωσε ο Αντιπρόεδρος των Η.Π.Α. Al Gore, κατά την επίσημη υποδοχή του Πατριάρχου στις Η.Π.Α, το 19974. Τούτο δηλοί ότι όλοι πλέον αναγνωρίζουν ότι στο Φανάρι, επιβιώνει μια δυναμική σπίθα αγωνιώδους ελπίδας για το περιβάλλον, ένας πνευματικός ηγέτης, που δεν επαναπαύεται στην πολυτελή εκδοχή του θώκου του, αλλά επαγρυπνεί, επισημαίνοντας γενναία όπου δει τους inter portas κινδύνους.
Κάποιοι ενίοτε μεμψιμοιρούν για το οικολογικό ενδιαφέρον του Φαναρίου. Όμως ο εκάστοτε Πατριάρχης εκφράζει νηφάλια την αμερόληπτη ορθόδοξη στάση για τον κόσμο, ισορροπώντας μεταξύ της διδακτικής πείρας του παρελθόντος και των προοπτικών του μέλλοντος. Το Φανάρι συνηθίζει να επισημαίνει πράγματα -προφητικώ τω τρόπω- και ο διαθέτων αρμόδια ώτα ακούει και στοιχίζεται αναλόγως. Ο κ. Βαρθολομαίος απάντησε σχετικώς από το βήμα της Ακαδημίας Αθηνών (3.2.2010), ομιλώντας με θέμα «Ο ρόλος της Ορθόδοξης Εκκλησίας στην αντιμετώπιση της παγκόσμιας κρίσης». Καυτηρίασε την παρατηρούμενη καταστροφική εσωστρέφεια κάποιων Ορθοδόξων, που αφορμάται από την πίεση φονταμενταλιστικών κύκλων, δρώντων παρασιτικά εντός ή στο περιθώριο της εκκλησιαστικής ζωής. Υποστήριξε ότι «ὁ ὄντως μέγας πλοῦτος τῆς Ὀρθοδοξίας δέν τῆς ἐδόθη πρός συντήρησιν», υπονοώντας την απόφαση του ίδιου, αλλά και των περί αυτόν εκφραστών του Οικουμενικού Θρόνου, ουδέποτε να υποσταλεί η αγωνιστική σημαία της κοινής οικοπροσπάθειας.

Σύνοψη πατριαρχικών eco-πρωτοβουλιών
  1. Το 1989, αποφάσει της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, καθιερώθηκε η 1η Σεπτεμβρίου ως ημέρα αναπέμψεως προσευχών για το περιβάλλον5. Κατ’ αυτήν εξαπολύονται πατριαρχικά Μηνύματα, που, αξιοποιώντας όσα τυχόν έχουν συμβεί κατ’ έτος και χρήζουν σχολιασμού από περιβαλλοντικής πλευράς, αποτυπώνουν την εκζήτηση της Μεγάλης Εκκλησίας για την διέξοδο από τον οικολογικό λαβύρινθο.
  2. Διορθόδοξο Συνέδριο στην Ορθόδοξη Ακαδημία Κρήτης (5-11.11.1991), παρουσία του Πατριάρχου Αλεξανδρείας Παρθενίου Γ΄ και του Πρίγκιπα Φιλίππου - Διεθνούς Προέδρου του WWF.
  3. Πέντε θεολογικο-οικολογικά Σεμινάρια στη νήσο Χάλκη (1994-1998). Α΄ (1994) «Το Περιβάλλον και η Θρησκευτική Εκπαίδευση», Β΄ (1995) «Περιβάλλον και Ηθική», Γ΄ (1996) «Περιβάλλον και Επικοινωνία», Δ΄ (1997) «Οικολογία και Δικαιοσύνη» και Ε΄ (1998) «Περιβάλλον και Πτωχεία: Νομικαί Διαστάσεις και Ηθική Ευθύνη».
  4. Οκτώ Διεθνή Οικολογικά εν πλω Συμπόσια σε εν κινδύνω περιοχές του πλανήτη: Α. 1995 Αιγαίο / Πάτμος, «Αποκάλυψις και Περιβάλλον 95-1995», Β. 1997 Μαύρη Θάλασσα, «Θρησκεία – Επιστήμη – Περιβάλλον: Η Μαύρη Θάλασσα εν κινδύνω», Γ. 1999 Δούναβης, «Δούναβης – Ποταμός Ζωής», Δ. 2002 Αδριατική, «Η Αδριατική: Μία απειλούμενη Θάλασσα, ένας κοινός στόχος», Ε. 2004 Βαλτική, «Η Βαλτική Θάλασσα: Κοινή Κληρονομιά και Ευθύνη», Στ. 2006 Αμαζόνιος, «Αμαζόνιος: Πηγή Ζωής», Ζ. 2007 Αρκτική, «Αρκτική: Ο Καθρέφτης τής Ζωής» και Η. 2009 Μισισιπής, «Ο Μέγας Ποταμός Μισισιπής: Αποκαθιστώντας την ισορροπία»,
  5. Υπογραφή «Διακηρύξεως της Βενετίας» για το περιβάλλον (Βενετία-Ρώμη, 10.6.2002) μεταξύ Βαρθολομαίου και Πάπα Ιωάννη-Παύλου Β΄6.
  6. 1η Συνάντηση Κορυφής της Χάλκης (Halki Summit I, Ιούνιος 2012), με θέμα: «Παγκόσμια Ευθύνη και Περιβαλλοντική Αειφορία».
  7. 2η Συνάντηση Κορυφής της Χάλκης (Halki Summit II, Ιούνιος 2015), με θέμα: «Θεολογία, Οικολογία και ο Λόγος».
Ο Πατριάρχης, εξάλλου, έχει τιμηθεί με σχετικά διεθνή Βραβεία, π.χ. το Νορβηγικό «Πράσινο Νόμπελ» Οργάνωσης Sophie (2002), το Βραβείο «Υπέρμαχοι της Γης» (2005), το Βραβείο “Woodrow Wilson” (2008), το Διεθνές Βραβείο Poupard (Μονακό, 2010). Άλλωστε, πολλά Πανεπιστήμια ανά τον κόσμο τού έχουν απονείμει τον τίτλο του επίτιμου διδάκτορα ή καθηγητή τους.

Λόγος εκκλησιαστικός, οικουμενικός, ρεαλιστικός, πολιτισμικός, παραμυθητικός και ελπιδοφόρος

Α. Στο Πατριαρχικό Μήνυμα της 1ης Σεπτεμβρίου 2007 οριοθετείται η διαφορά μεταξύ κτίσεως και κόσμου. Η κτίση προϋποθέτει δημιουργική πράξη από τον Θεό. Πριν από αυτήν υπήρχε η ανυπαρξία. Αντίθετα ο κόσμος παραπέμπει στην αρχαιοελληνική φύση ως αντιγράφου των αγεννήτων ιδεών. Κατόπιν φωτίζεται η διαφορά μεταξύ του βασιλείου και της Βασιλείας τού Θεού. Η κτίση είναι το βασίλειο, όπου υπάρχει και φανερούται η ενέργειά Του, ενώ η Βασιλεία Του είναι η μέθεξη της θεοποιού ενεργείας του Θεού. Έτσι ο άνθρωπος μετέχει της Βασιλείας, ο δε κόσμος καθίσταται βασίλειο του Θεού. Αυτές οι διευκρινήσεις οδηγούν στην αποφυγή και του πανθεϊσμού και του απόλυτου αυτονομημένου ανθρωποκεντρισμού. Η ελεύθερη βούληση όμως του πεπτωκότος ανθρώπου συνεπήρε την άβουλη Κτίση, με αποτελέσματα οδυνηρά. Συνεπώς, τα οικολογικά προβλήματα είναι κυρίως θεολογικά, οπότε η επίλυσή τους προϋποθέτει αναγέννηση του ανθρώπου και ας ακολουθήσει λογική και νομοθετική αντιμετώπιση.
Ύστερα θυμίζει ότι η κτίση στη ζωή των Αγίων εξαγιάζεται, υπακούοντας μάλιστα σε αυτούς, επειδή -ως αναγεννημένοι- έχουν επανέλθει στην προ της παρακοής κατάσταση, ενώ την ίδια στιγμή, στη ζωή των εμπαθών ανθρώπων η κτίση αμαυρώνεται, εξαιτίας των ανάρμοστων συμπεριφορών των βιαστών της, αυτών των ιδίων δηλαδή, οι οποίοι εντέλει και αυτοτιμωρούνται, παραπέμποντας με την τακτική τους στο προπατορικό αμάρτημα7.
Σε άλλη περίπτωση καταδεικνύεται ο εγωκεντρισμός του σύγχρονου ανθρώπου («ἡ ἄλλη ὄψις τῆς αὐτονομήσεώς του ἀπό τόν Θεόν καί ἡ προσπάθεια αὐτοθεώσεώς του») ως κύριο αίτιο της καταστροφικής συμπεριφοράς του έναντι του περιβάλλοντος, θέτοντας ευθαρσώς το πρόβλημα της χρησιμοποίησης των καθυποταγμένων φυσικών δυνάμεων στη θανάτωση ή καθυπόταξη του συνανθρώπου, μέσω π.χ. της κατανάλωσης ενέργειας για πολεμικούς σκοπούς8.
Β. Απαιτείται η συνεργασία των κοινωνιών, πέραν των θρησκειακών ή εθνικών οριοθετήσεων. Όλοι βρισκόμαστε στον ίδιο «οίκο» και πλοίο έχοντας κοινό μέλλον. «Πρόκειται για θέμα που αφορά όλους -χριστιανούς και μη- διότι ο πλανήτης είναι ο κοινός μας οίκος, το σπίτι μας. Η λέξη “οικολογία” προέρχεται άλλωστε από τη λέξη “οίκος”, το σπίτι: είμαστε όλοι στο ίδιο καράβι επομένως και ή θα σωθούμε ή θα βουλιάξουμε όλοι μαζί. Όταν έρχεται ο τυφώνας, δεν κάνει διάκριση...» (Ευρωπαϊκό Κοινοβούλιο, 24.9.2008).
Θυμίζει προς τα οικονομικώς ανεπτυγμένα κράτη: «Ἄς ἐνθυμούμεθα ὅτι ὁ ὑποτιμητικῶς ἀποκαλούμενος “Τρίτος Κόσμος”, δηλαδή ἐκεῖνα τά κράτη πού ὑστεροῦν εἰς οἰκονομικήν ἀνάπτυξιν, δέν διατηροῦν ἁπλῶς πολιτισμικόν, ἀλλά καί φυσικόν πλοῦτον, ὁ ὁποῖος εἶναι κρίσιμος διά τήν σωτηρίαν ὁλοκλήρου τοῦ πλανήτου μας»9. Βιώνοντας εξάλλου περίοδο παγκόσμιας οικονομικής κρίσης, καταγγέλλει τους ολίγους, που διαμορφώνουν το κοινωνικό γίγνεσθαι πασχίζοντας να περισώσουν το αποτυχημένο χρηματοοικονομικό σύστημα, ενώ ουδόλως ενδιαφέρονται για την θεραπεία της κτίσης. Στην ανθρώπινη χωλαίνουσα οικονομία αντιτάσσει την θεία Οικονομία. Αν θεωρήσουμε τους εαυτούς μας εικόνες του αγαπώντος Θεού, η εν λόγω εκδοχή αντανακλάται στον τρόπο συμπεριφοράς προς την κτίση10.
Γ. Ο Πατριάρχης, κατά την απονομή σε αυτόν του βραβείου «Woodrow Wilson» (15.5.2008), εντοπίζει τη ρίζα του κακού στον διχασμό τεχνικού πολιτισμού και ηθικής, παραθέτοντας κραυγαλέα παραδείγματα προς αποφυγήν. Υπεραμύνεται της αξίας του μικρού και ελάχιστου, θυμίζοντας ότι η κάθε πράξη μας κρίνεται υπό το φως της αιωνιότητας. Π.χ. η παράνομη ξύλευση των βροχόφιλων δασών στη Βραζιλία συνεπάγεται κλιματικές ακρότητες στον πλανήτη, η δε τήξη των πάγων στη Γροιλανδία απειλεί με πλημμύρες πάμπολλες παράκτιες περιοχές. Βέβαια ουδόλως ενέχονται οι πτωχοί λαοί, που εν πολλοίς χρησιμοποιούνται σε τέτοιες καταστροφικές δράσεις από τους επιτήδειους. Το πρόβλημα έγκειται στον απερίσκεπτο καταναλωτισμό και είναι κυρίως δεοντολογικό και ηθικό. Διαπιστώνει μάλιστα ότι οι θεωρούμενοι ως πρωτόγονοι αυτόχθονες της Βραζιλίας και της Γροιλανδίας έχουν ποιοτικότερη θέαση των σχέσεών τους με τον Θεό και τον Κόσμο απ’ ό,τι οι δυτικόφρονες «ανεπτυγμένοι». Γι’ αυτό και η σύγχρονη επιστήμη σέβεται ιδιαίτερα πλέον την παραδοσιακή γνώση11.
Κατά την Ομιλία του στο Συμπόσιο για τον ποταμό Μισισιπή (Νέα Ορλεάνη, 21.9.2009), θυμίζει ο Πατριάρχης ότι εξαιτίας ανθρωπογενών επιδράσεων τα ύδατα ορισμένων από τους μεγαλύτερους ποταμούς δεν εκβάλλουν πλέον στην θάλασσα και όσοι ακόμη εκβάλλουν μεταφέρουν εκεί κάθε λογής απορρίμματα και τοξικά. Λέγει χαρακτηριστικά: «Ἀντί νά ζῶμεν ἐκ τοῦ εἰσοδήματος ἢ ἐκ τοῦ διαθεσίμου πλεονάσματος τῆς γῆς, καταναλώνομεν τό περιβαλλοντικόν κεφάλαιον καί καταστρέφομεν τάς πηγάς του ὡσάν νά μήν ὑπάρχει αὔριον». Και κρούει τον κώδωνα του κινδύνου, επισημαίνοντας ότι και η παραμικρή παρέμβασή μας στη φυσική τάξη επιφέρει μακροπρόθεσμες καταστροφές στον πλανήτη μας12.
Δ. Ο Πατριάρχης, αφού επισημάνει ότι το οικολογικό αποτελεί πρωταρχικό πρόβλημα της εποχής μας, όντας θέμα ζωής και θανάτου, εισηγείται έναν οικολογικό πολιτισμό, που θα τελεσφορήσει με «τήν ὑπέρβασιν τοῦ ἐπιστημονισμοῦ, τῆς ἐξουσιαστικῆς νοοτροπίας, τοῦ κτητικοῦ τρόπου ζωῆς, τῆς χρησιμοθηρίας, τοῦ ἀκορέστου καταναλωτισμοῦ τῶν ἀτόμων καί τῶν μαζῶν, τοῦ ἀτομικοῦ και κοινωνικοῦ εὐδαιμονισμοῦ». Για την ανατροπή «τῆς νοοτροπίας τοῦ Ἔχειν» προτείνει τον «πολιτισμόν τοῦ προσώπου», που παρήγαγε η Ορθοδοξία ως πυρήνα του πολιτισμού, υπογραμμίζοντας ότι «ἡ χριστιανική πίστις εἶναι ὁλιστική. Ὁ ἄνθρωπος δέν σώζεται χωρίς τήν κτίσιν», η δε εκκλησιαστική ζωή αποκαλύπτει μια ευχαριστιακή σχέση με την δημιουργία: «Ὁ εὐχαριστιακός πολιτισμός τῆς Ἐκκλησίας εἶναι αὐθεντικός οἰκολογικός πολιτισμός»13.
Ε. Ευρισκόμενος ο Βαρθολομαίος πάνω από τα αποκαΐδια της Πάρνηθας (16.5.2008), εστιάζει την ελπίδα για διέξοδο, στην αλλαγή-στροφή στην κατανόηση της σχέσης μας με το περιβάλλον, ενθυμούμενοι ότι τίποτε από τα στοιχεία του δεν μας ανήκει ως παιχνίδι ή ιδιοκτησία μας14.

Όλα τα ανωτέρω συνοπτικώς εκτεθέντα είναι αρκετά να καταδείξουν: α) Ότι από πλευράς της κορυφής της Ορθοδοξίας υπάρχει ανήσυχη ευαισθησία για τα τραύματα του φυσικού περιβάλλοντος, εκφραζόμενη μάλιστα με όλα τα μέσα που έχει στην διάθεσή της και β) Ότι υψώνεται λόγος προφητικός από το κέντρο των Ορθοδόξων, απευθυνόμενος όχι αποκλειστικά προς τους θεσμικούς, οικονομικούς ή κοινωνικούς ηγήτορες του σύγχρονου κόσμου, αλλά και προς κάθε άνθρωπο καλής θέλησης, με την έννοια ότι ο καθένας μπορεί να συμβάλει στην ωφέλεια του δημόσιου συμφέροντος, αναγεννώμενος πρώτιστα ο ίδιος.

ΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ
1 Για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Δημήτριο βλ. http://www.ec-patr.org/list/index.php?lang=gr&id=327 (ανάκτηση 7.5.2015).
2 Για τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο βλ. http://www.ec-patr.org/athp/index.php?lang=gr (ανάκτηση 7.5.2015). Τα της εκλογής και ενθρόνισής του, βλ. αφιερωματικό τεύχος: Εκκλησία 68 (1991) 609-637.
3 Βλ. Ιωάν. Δ. Ζηζιούλα, «Η ευχαριστιακή θεώρηση του κόσμου και ο σύγχρονος άνθρωπος», Χριστιανικόν Συμπόσιον (διευθυντής-επιμελητής: Κώστας Ε. Τσιρόπουλος), εκδ. Βιβλιοπωλείου της Εστίας, Αθήνα 1967, τ. 1, 183-190.
5 Βλ. Εκκλησιαστική Αλήθεια, 16.8-15.9.1989 και Εκκλησία 66 (1989) 646.
6 Βλ. NaturaZante: http://www.naturazante.com/2007/07/blog-post_3164.html (ανάκτηση 7.5.2015).
7 Βλ. Επίσκεψις, 30.9.2007, τεύχ. 678, σσ. 2-4.
8 Βλ. Πατριαρχικό Μήνυμα 1ης Σεπτεμβρίου 2006, ό.π., 30.9.2006, τεύχ. 665, σ. 7.
9 Μήνυμα για την Παγκόσμια Ημέρα Περιβάλλοντος (5.6.2008), στο NaturaZante: http://www.naturazante.com/2008/06/5-2008.html (ανάκτηση: 7.5.2015).
10 «Μήνυμα της Α. Θ. Παναγιότητος, του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, επί τη 1η Σεπτεμβρίου, ημέρα προσευχής υπέρ της προστασίας του φυσικού περιβάλλοντος», Εκκλησία 86 (2009) 520 εξ.
11 Βλ. NaturaZante: http://www.naturazante.com/2008/05/woodrow-wilson.html (ανάκτηση 7.5.2015).
12 Βλ. NaturaZante: http://www.naturazante.com/2009/10/blog-post_4578.html (ανάκτηση 7.5.2015). Πρβλ. και όσα έχει αναφέρει στο Μήνυμα της 1ης Σεπτεμβρίου 2006, στο Επίσκεψις, 30.9.2006, τεύχ. 665, σ. 7.
13 Πατριαρχική Ομιλία κατά την τελετή ενάρξεως των εργασιών του Διεθνούς Περιβαλλοντικού Συνεδρίου και ανακηρύξεώς του σε επίτιμο καθηγητή του Τ.Ε.Ι. Καλαμάτας (1.2.2010), στο: Πρακτικά Διεθνούς Συμποσίου «Η προστασία του περιβάλλοντος ως πηγή αληθούς ζωής και ως προϋπόθεση τής αειφόρου ανάπτυξης», εκδ. Τεχνολογικό Εκπαιδευτικό Ίδρυμα (Τ.Ε.Ι.) Καλαμάτας, Καλαμάτα 2010, σ. 39-41.
14 Βλ. NaturaZante: http://www.naturazante.com/2008/05/blog-post_8470.html (ανάκτηση 7.11.2012).