e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 5 Δεκεμβρίου 2011

Ηρωίδα Μάνα

Γράφει η Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά

Αφότου άρχισα να γράφω εδώ και να μοιράζομαι μαζί σας ιστορίες και γεγονότα από τα παλιά, σκεφτόμουν πως έπρεπε, ήθελα, να γράψω για κείνο το περιστατικό που θα σας μιλήσω σήμερα. Μα, πάντα κάπου δυσκολευόμουνα ή εύρισκα δικαιολογίες για να το αποφύγω. Ίσως, γιατί ήμουν πολύ μικρή όταν συνέβη και με είχε συγκλονίσει, σε σημείο που έτρεμα πολύ ακόμα και σε μεγάλη ηλικία κάθε φορά που το έφερνα στη μνήμη. Εκείνο όμως, όλο και μου τριβέλιζε το μυαλό επιτακτικά, απαιτητικά θα έλεγα, ώσπου ήγγικεν η ώρα!

Νικολοβάρβαρα σαν τώρα ήταν απ΄ ό,τι θυμάμαι κι εγώ μάλλον δεν είχα πάει Σχολείο ακόμα, δεδομένου ότι Σχολείο πήγα πριν κλείσω τα 5, αντιλαμβάνεστε πόσο μικρή πρέπει να ήμουν. Γιόρταζε ο Νικόλας, ο πατέρας του Δημητράκη που είχαμε μία ηλικία. Όλη η γειτονιά κι από πέρα ακόμα, είχαμε μαζευτεί στο σπίτι του Νικόλα και της Λούλας, για να ευχηθούμε. Πρέπει να είμαστε πολύ μεγάλη παρέα, θυμάμαι πως το πόρτεγο ήταν γεμάτο, το ίδιο και το μαγερείο. Οι μεγάλοι κάθονταν σε μακρόστενους πάγκους με κουρελούδες υφαντές από πάνω που είχαν στηθεί γύρω στο δωμάτιο. Το κρασί έρεε άφθονο με τον συνηθισμένο μεζέ, μήλα κομμένα στα τέσσερα και πορτοκάλια. Το κέφι είχε ανάψει για καλά, οι μεγάλοι είχαν στήσει το τραγούδι με παλιά, νοσταλγικά τραγούδια, κάποια ζευγάρια χόρευαν κιόλας, κάτι βαλσάκια και φοξάκια που πήγαινε σύννεφο! Κάποια στιγμή, το γύρισαν στις καντρίλιες που «τις φώναζε» ο αλησμόνητος και μοναδικός Δημητρός! Εκεί να δεις γλέντι, κέφι και χαρά!

Εμείς τα πιτσιρίκια και Κύριος οίδε πόσα πρέπει να είμαστε, μες στη τρελή χαρά, τρέχαμε, παίζαμε κυνηγητό, κρυφτό κι ό,τι βάλει ο νους.


Γνωρίζαμε πως υπήρχαν σχεδόν παντού «αφύλακτα», δηλαδή ακάλυπτα πηγάδια και πηγάδες που ήταν ένα με τη γη, χωρίς προστατευτικό τοιχάκι ή φιλιατρό - σκέπασμα και πάντα είχαμε το νου μας. Προφανώς εκείνη τη μέρα, πάνω στη τρέλα του παιχνιδιού και χωρίς επίβλεψη από τους μεγάλους, ξεχαστήκαμε και τρέχαμε ανέμελα γύρω, μέχρι που με απερίγραπτο τρόμο ακούσαμε τις σπαρακτικές κραυγές του Δημητράκη, που έπεσε μέσα σε ένα από αυτά τα ξεροπήγαδα!

Τα δικά μας ουρλιαχτά τρόμου και τα ακατάληπτα λόγια μας όταν όλα μαζί τρέχοντας μέσα προσπαθούσαμε να πούμε πως ο Δημητράκης έπεσε στο πηγάδι, αναστάτωσαν τους μεγάλους. Μαχαίρι κόπηκαν οι φωνές, τα τραγούδια, τα γέλια, μετέωρα τα χέρια στις καντρίλιες, άλαλοι όλοι έτρεχαν έξω να διαπιστώσουν σε ποιο πηγάδι έπεσε το παιδί. Όλοι πάνω από το πηγάδι να φωνάζουν του παιδιού που οι γεμάτες τρόμο και φόβο κραυγές του έφταναν σαν αντίλαλος από το βάθος του πηγαδιού.

Παρηγορήθηκαν οι μεγάλοι πως ζει το παιδί, έχει τις αισθήσεις του... Άρχισαν όλοι μαζί πανικόβλητοι να μιλούν και να προσπαθούν να σκεφτούν τι πρέπει να κάνουν, ποιος ο καλύτερος τρόπος να φτάσουν το παιδί. Το πηγάδι στενό, μόλις και με το ζόρι χωρούσε να μπει ένας άνθρωπος. Ξαφνικά βλέπουμε μια έξαλλη Λούλα, τη μάνα του Δημητράκη να παραμερίζει όλους σπρώχνοντας και να φωνάζει το Νικόλα να φέρει το χοντρό σκοινί να την δέσουν γιατί θα κατέβαινε εκείνη κάτω... Φώναζαν πολλοί πως όχι, δεν κάνει να μπει γυναίκα -αδύνατο μέρος η γυναίκα- τόσοι άνδρες είναι εκεί, ντροπή, μα η μάνα δεν στέκεται ν’ ακούσει, άλαλη από τον πόνο του παιδιού της, αρχίζει και κατεβαίνει στο πηγάδι χωρίς να περιμένει το σχοινί, πέταξε από τα πόδια τα παπούτσια, πέταξε ζακέτα κι ό,τι άλλο ρούχο τη βάραινε και ξυπόλυτη, μισόγυμνη πατώντας στα τοιχώματα του πηγαδιού, όπου έβρισκε πέτρα που εξείχε λίγο και μιλώντας συνεχώς στο παιδί της κατεβαίνει. Όλοι έχουν παγώσει επάνω... Φτάνοντας με το σχοινί ο Νικόλας και διαπιστώνοντας ότι εκείνη ήδη κατεβαίνει, μάταιο πια ό,τι και να πει, πάει από πάνω και με φωνή σταθερή και ήπια για να μην την τρομάξει και χάσει την ισορροπία της, της δίνει οδηγίες για το σχοινί που θα ρίξει, πώς να το δέσει γύρω της και πώς να δέσει το παιδί όταν φτάσει.

Νεκρική σιγή επικρατεί γύρω... Ούτε ανάσα δεν ακούγεται κι ας είμαστε εκεί γύρω τόσοι νοματαίοι μικροί και μεγάλοι. Απομακρύνουν εμάς τα παιδιά και τους πολλούς και μένουν πάνω από το πηγάδι 3-4 άτομα μόνο. Έτρεξαν κι έφεραν φακούς και προσπαθούσαν να φωτίζουν κάτω στο πηγάδι που το σκοτάδι ήταν πίσσα λόγω βάθους. Η μέρα προχωρεί, αρχίζει να νυχτώνει καθιστώντας πιο δύσκολη ακόμα τη διάσωση. Τσιμουδιά από πουθενά για να ακούμε τι γίνεται στο βάθος του πηγαδιού, μα ούτε η Λούλα ακούγεται πια, μήτε ο Δημητράκης...

Πόσες ώρες πέρασαν; Έχουμε χάσει όλοι την αίσθηση του χρόνου... Ριγμένος πάνω από το πηγάδι ο Νικόλας προσπαθεί να συλλάβει και τον παραμικρό θόρυβο, προσπαθεί να δει... Άδικος κόπος, το πηγάδι είναι πολύ βαθύ.

Με στιβαρό, δυνατό χέρι κρατάει το σχοινί και πίσω από αυτόν κι άλλοι άνδρες το κρατάνε, ώστε να μπορέσουν να τους τραβήξουν επάνω. Και οι ώρες περνούν... Έχει νυχτώσει πια για καλά και το κρύο πολύ τσουχτερό... Οι μανάδες μάς παροτρύνουν να μπούμε μέσα να μην πουντιάσουμε, μα εμείς όπως και όλοι οι μεγάλοι, στεκόμαστε εκεί ακίνητοι, αρνούμενοι να φύγουμε. Ψιθυριστά μιλούν οι άνδρες που κρατούν το σχοινί προγραμματίζοντας πώς θα το τραβήξουν, θα χρειαστεί μεγάλη δύναμη μα περισσότερη τέχνη όταν έλθει η ώρα... Κι εμείς όλοι παρακαλάμε με όλο το σθένος της παιδικής ψυχής μας και προσευχόμαστε στο Θεό και τον Άγιο Νικόλα, που γιορτάζει σήμερα, να βοηθήσουν για να σωθεί η μάνα με το παιδί.

Ξαφνικά, αναταραχή και ψίθυρος, το σχοινί τραβάει από κάτω! Η λαχτάρα και η αγωνία στο αποκορύφωμα, οι άνδρες που αρχίζουν να τραβάνε πολύ-πολύ προσεκτικά και αργά μάς γνέφουν απόλυτη σιγή, ώστε να παρακολουθούν τι γίνεται, δεν μπορούν να δουν, δεν μπορούν να ακούσουν τίποτα, δεν ξέρουν καν αν το παιδί είναι ζωντανό, μόνο γεμάτοι ελπίδα με συγχρονισμένες κινήσεις τραβούν, τραβούν κι ο χρόνος ατέλειωτος, ο ουρανός έχει γεμίσει πια άστρα, προχωρημένη η νύχτα, όλοι τρέμουμε όχι μόνο από το κρύο, αλλά την αγωνία, το φόβο, την προσδοκία, την ελπίδα να δούμε τη Λούλα σώα και αβλαβή να φέρνει το παιδί ζωντανό.

...αιώνες μετά ανασύρουν τη μάνα με το παιδί σφιχτοδεμένο επάνω της, αποκαμωμένη η Λούλα από τον αγώνα και την υπερένταση, τώρα πια που έφερε ζωντανό το παιδί της επάνω, παραδίδεται και χάνει τις αισθήσεις της.

Ξεσπάσαμε όλοι μικροί μεγάλοι σε δάκρυα χαράς κι ευγνωμοσύνης, αγκαλιαζόμαστε, φιλιόμαστε, ευχαριστούμε τον Θεό...

Προφανώς κάποιος είχε τρέξει στη χώρα κι έφερε γιατρό να είναι έτοιμος, όταν και αν κατάφερναν να ανασύρουν τη Λούλα με το παιδί, έχει έλθει κι ο Νωματάρχης με έναν δύο χωροφύλακες. Στιγμές ιερές, στιγμές δέους.

Ο γιατρός διαπιστώνει πως άλλο από αμυχές και μώλωπες, τόσο η μάνα, η ηρωίδα μάνα όσο και το παιδί, δεν διατρέχουν σοβαρό κίνδυνο...

Αγαπητοί μου όλοι, φίλες και φίλοι που με διαβάζετε, ομολογώ χωρίς ντροπή πως, μολονότι με έχει κυριεύσει μεγάλη συγκίνηση και με πολύ δυσκολία κατάφερα να ζωντανέψω αυτό το περιστατικό, γιατί ξαναέζησα πάλι όλα τα συναισθήματα που βίωσα τότε σε τόσο ευάλωτη ηλικία, ταυτόχρονα νιώθω σαν να απαλλάχτηκα από ασήκωτο βάρος!

Να είσαστε πάντα καλά,
Με την αγάπη μου πάντα,
δ.μ.τ.

Αύριο η εορτή του Αγίου Νικολάου στα Καρκαναίϊκα Μπανάτου








Στο μικρό, γραφικό εκκλησάκι του Αγίου Νικολάου στα Καρκαναίϊκα Μπανάτου βρεθήκαμε σήμερα το απόγευμα (δείτε ανωτέρω σημερινές φωτογραφίες), εσπερίζοντας -μεταξύ ήλιου και βροχής- για την ιερή μνήμη του Αγίου Νικολάου, "της γης και του πελάου"!

Όλα είναι έτοιμα για την αυριανή εορτή στην συνοικία μας αυτήν, η οποία φέρει την επωνυμία Αβρυακός ή Σαββατικό. Ας ανάψουμε τα καντήλια της ψυχής μας και ας τιμήσουμε τον αγαπημένο Άγιο! Όσοι πιστοί, προσέλθετε!