e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 6 Νοεμβρίου 2013

2003. Παρουσία Οικουμενικού Πατριάρχη στην πανήγυρι του Αγ. Διονυσίου εν Ζακύνθω [7 videos από την Πατριαρχική Λειτουργία και η πρόποση του γεύματος]

   Μονή Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου - 24 Αυγούστου 2003   






















Π Ρ Ο Π Ο Σ Ι Σ
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ.κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΑΥΤΟΥ ΕΠΙΣΗΜΟΝ ΓΕΥΜΑ
ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
(24 Αὐγούστου 2003)
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ζακύνθου καί φίλτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κύριε Χρυσόστομε,
Ἀγαπητοί καί ἐκλεκτοί συνδαιτυμόνες,

          Ἐτύχομεν πρό ὀλίγου «ξενίας Δεσποτικῆς» καί μετελάβομεν «ἀθανάτου Τραπέζης» ἐν ἀγάπῃ Χριστοῦ θερμουργῷ καί βαθυτάτῃ κατανύξει. Ἐγεύθημεν «πηγῆς ἀθανάτου» ἀπό τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου καί εἴδομεν ὅτι «χρηστός ὁ Κύριος». Τώρα τυγχάνομεν ξενίας ἀδελφικῆς, φιλοξενῶν δέ εναι αὐτός οὗτος ὁ ἑορτάζων Ἅγιος Διονύσιος καί ἀμφιτρύων ὁρατός σεῖς, Ἱερώτατε ἀδελφέ ἅγιε Ζακύνθου. Ἐγεύθημεν ἄρτον εἰς στηριγμόν καί οἶνον εἰς εὐφροσύνην καρδίας καί εἴδομεν ὅτι φιλάδελφος εναι πάντοτε ἡ γνώμη σας καί φιλόφρων ὁ τρόπος καί φιλόξενος ἡ ἀγάπη καί χριστομίμητος ἡ ξενία, ἐφ΄ ᾧ καί συγχαίρομεν καί εὐχαριστοῦμεν.
          Συμπληροῦνται ἐφέτος εἰκοσιεπτά ἔτη Ἀρχιερωσύνης ἐκ τῶν ὁποίων δέκα ἐν τῇ Ἱερᾷ Μητροπόλει Ζακύνθου, Ἱερώτατε ἀδελφέ, ἐνῷ ἀπό τῆς μοναχικῆς σας ἀφιερώσεως μέχρι σήμερον τά ἔτη ἀνέρχονται εἰς τεσσαράκοντα τέσσαρα. Οἱ ἀριθμοί οὗτοι σηματοδοτοῦν μίαν μακράν πορείαν ἀφιερώσεως καί διακονίας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ. Σινᾶ, Ζάκυνθος, Μονή Πεντέλης καί πάλιν Ζάκυνθος. Πορεία μακρά, ἐπίπονος, ἀλλά καί καρποφόρος. Ἰδίᾳ ἐνταῦθα, ἐν τῇ ἰδιαιτέρᾳ σας πατρίδι, ὡς ποιμενάρχου τῶν συμπολιτῶν ἀδελφῶν καί τέκνων σας ἐν Κυρίῳ. «Ποπολάρος Δεσπότης», ὅπως ἀρέσκεσθε νά ὑπενθυμίζετε, δηλαδή Ἐπίσκοπος τῶν πενήτων τοῦ Χριστοῦ, πρός τούς ὁποίους πρωτίστως ὀφείλομεν νά φανεροῦμεν τήν ἀγάπην τοῦ Θεοῦ, ἠγαπήθητε καί τιμᾶσθε παρ΄ αὐτοῦ. Διαφυλάττετε τάς τοπικάς παραδόσεις καί τά ἔθιμα, ἀσκετε τήν φιλανθρωπίαν καί τάς ὑποθήκας τοῦ ἑορτάζοντος Ἁγίου Διονυσίου. Ταῦτα πάντα ἐπιβάλλουν νά συγχαρῶμεν τήν ὑμετέραν Ἱερότητα καί νά εὐχηθῶμεν «περισσεύειν μᾶλλον» καί ἐν τοῖς ἐφεξῆς, εἰς ἔτη δέ πλεῖστα καί ὑγιεινά, ἐπ΄ ἀγαθῷ τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ εὐλογημένου λαοῦ σας.
          Εὐχαριστοῦντες καί ἐκ μέρους τῆς τιμίας ἡμῶν συνοδείας διά τό γεῦμα τοῦτο καί διά πάσας τάς ἐκδηλώσεις τῆς ἀγάπης, τῆς εὐλαβείας καί τοῦ σεβασμοῦ σας πρός τήν ἐν Κωνσταντινουπόλει Μητέρα Ἐκκλησίαν καί τό ταπεινόν ἡμῶν πρόσωπον, ὑψοῦμεν τό κύπελλον ὑπέρ ὑγείας καί μακροημερεύσεως τῆς ὑμετέρας τετιμημένης καί λίαν ἡμῖν ἀγαπητῆς Ἱερότητος, ὑπέρ πλουσίας καρποφορίας τῆς τοπικῆς Ἀμπέλου, τήν ὁποίαν ἐνεπιστεύθη εἰς ὑμᾶς ὁ Χριστός, ὑπέρ προόδου τοῦ εὐαγοῦς κλήρου καί σωτηρίας τοῦ χριστωνύμου λαοῦ τῶν Ζακυνθίων. Ἀμήν.

2003. Παρουσία Οικουμενικού Πατριάρχη στην πανήγυρι του Αγ. Διονυσίου εν Ζακύνθω [φωτογραφίες από την Πατριαρχική Λειτουργία]

   Μονή Στροφάδων και Αγίου Διονυσίου - 23 και 24 Αυγούστου 2003   


















ΠΡΟΣΦΩΝΗΜΑ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ κ. κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗ ΘΕΙΑ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑ  τῆς 24ης ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ 2003

«Αὕτη ἡ ἡμέρα, ἥν ἐποίησεν ὁ Κύριος, ἀγαλλιασώμεθα καί εὐφρανθῶμεν ἐν αὐτῇ».
Ὄντως! Ἡμέρα Λαμπρῆς βιώνομε ἅπαντες στόν πάνσεπτο ἐτοῦτο Ναό, ἐδῶ στή νοτιοδυτική ἄκρη τῆς πατρίδος μας. Δύσκολο νά ἐκφρασθοῦν τά συναισθήματα, ἀδύνατο νά καταγραφεῖ ἡ ἀγαλλίαση καί ὁ ἔσω παλμός ἁπάντων ἡμῶν ἐν τῇ ἁγίᾳ ταύτῃ ἡμέρα καί ὥρᾳ.
Δύο τινά συμβαίνουν, τά ὁποῖα ἀνάγουν τό νοῦ καί τήν καρδιά μας σέ ἄλλες σφαῖρες:
Ἀφ’ ἑνός, τιμᾶμε καί γεραίρομε τόν Γέροντα τόν ἡγιασμένο τῆς νήσου μας, τόν ἀνέγγιχτο ἀπό τόν χρόνο καί τή φθορά προστάτη μας Ἅγιο Διονύσιο τόν θαυματουργό, ὁ ὁποῖος ὁλόρθος καί μεγαλοπρεπής ἐν τῇ ταπεινώσει καί ἁπλότητί του, ἐκπέμπει Χάρη καί Φῶς ἀπό τήν θεία ἐμπειρία, στήν ὁποία μετέχει.
Ἀφ’ ἑτέρου, εἶναι παρών καί προΐσταται τῆς Πανηγύρεως ὁ προσκυνητός Πνευματικός Πατέρας τῆς οἰκουμενικῆς Ὀρθοδοξίας κύριος Βαρθολομαῖος, πρός τόν ὁποῖον μᾶς δίδεται ἡ εὐκαιρία αὐτές τίς ἡμέρες, πού εἶναι κοντά μας, νά τοῦ ἐκφράσουμε «πάλιν καί πολλάκις», τήν ἀνυπόκριτη ἀγάπη μας, τόν ἀνυστερόβουλο σεβασμό μας, τήν ἀνυποχώρητη στήριξή μας στούς παντοειδεῖς ἀγῶνες του ὑπέρ τῆς Ὀρθοδοξίας. Καί τοῦτο, ὄχι μόνον ὡς ἐκφραστοῦ καί θεματοφύλακος τῶν πηγῶν τῆς πίστεώς μας, τοὐτέστιν τῆς Ἁγίας Γραφῆς καί τῆς δισχιλιετοῦς Ἱερᾶς Παραδόσεως, ἀλλά καί ὡς Ἀνθρώπου Πνευματικοῦ, μέ τήν ἐκκλησιαστική καί κοσμική (γιατί ὄχι;) ἔννοια τοῦ ὅρου. Διότι, ὁ Παναγιώτατος, ἔχει παλαιόθεν καί σύν τῷ χρόνῳ ἀναδειχθεῖ ἀνύστακτος στίς ἐπάλξεις τοῦ Χρέους, ὑποστηρικτής καί θιασώτης τῆς εὐθύτητας καί τοῦ Δικαίου, βαθύτατα κατηρτισμένος μέ τήν σοφία τοῦ κόσμου, ἔχοντας τελικά ἐπιλέξει ὡς τρόπο ζωῆς κι ἔκφρασης τήν ἄνωθεν σοφία, πατερικά μετριοπαθής κι ἐκκλησιαστικά ἀποφασιστικός, «κανών πίστεως» καί «εἰκών πραότητος», προσωπικότητα ὄντως, εὐλογία Θεοῦ. Μ’ ἕναν λόγο θά μπορούσαμε νά ποῦμε, ὅτι πρόκειται γιά τόν κατάλληλο ἄνθρωπο στήν κατάλληλη θέση καί ὥρα. Διότι, ὁ Κύριος τῆς Ἱστορίας, Αὐτόν θέλησε, σέ καιρούς ἀνατροπῶν καί ἀνακατατάξεων, νά πλοηγεῖ τό σκάφος τῆς Ἐκκλησίας Του.
Μέ αὐτά τά δεδομένα, χρέος ἁπάντων ὅσων ὑπηρετοῦμε τό ἀκριβές νόημα τῆς Ὀρθοδοξίας καί μάλιστα ἀνοικτῆς στόν σύγχρονο κόσμο, εἶναι νά στηρίζουμε τή Μεγάλη τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησία καί μάλιστα τόν Κορυφαῖο ἐκφραστή της, τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη. Τό Φανάρι εἶναι γιά ὅλους μας ἡ λυχνία, ἡ ὁποία «φαίνει πᾶσι τοῖς ἐν τῇ οἰκίᾳ». Τό δυσάρεστο καί τό παράταιρο εἶναι, ὅτι κάποιοι κύκλοι ἐσχάτως ἐπιβουλεύονται τήν ἰσχύ, τήν ἀξία καί τά δικαιώματά του. Ἐμεῖς ἀπό αὐτή τήν θέση ἐπαναλαμβάνουμε τούς λόγους τοῦ Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν κ. Χριστοδούλου, ὁ ὁποῖος παλαιότερα διακήρυττε:
«Στούς σημερινούς καιρούς καθένας πού πλήττει τό Φανάρι, πλήττει ταυτόχρονα καί τήν ἑνότητα τῆς Ἐκκλησίας. Καί καθένας πού ἐπιδιώκει φυλετικά ἤ προσωπικά ὠφελήματα ἀπό τήν ἀπώθησή του στό περιθώριο, ματαιοπονεῖ καί πλανᾶται. (...) Τό λοιπόν, ἀδελφοί, μή λιθοβολεῖτε τό Φανάρι...».
Σοφός ὁ λόγος, Ἀγαπητοί, τόν ὁποῖον ἀσμένως προσυπογράφομε καί ἀπευθύνομε πάλιν πρός κάθε δολιοφθορέα.
     
     Παναγιώτατε Δέσποτα! Λαμπροφορώντας ὁ τόπος μας Σᾶς ὑποδέχτηκε καί Σᾶς ἀγκαλιάζει. Καί τί συγκυρίες:
α) Πενήντα (50) ἀκριβῶς χρόνια πρίν τέτοιες μέρες αὐγουστιάτικες, μετά τήν καταστροφική ἐκείνη Σεισμοπυρκαγιά τοῦ 1953, πάνω ἀπό τά ἐρείπια καί τή στάχτη τοῦ θανατικοῦ, ἐδῶ στήν «Χιροσίμα τοῦ Ἰονίου» (καθώς χαρακτηριστικά γράφτηκε τότε) ψάχναμε οἱ Ζακυνθινοί στά χαλάσματα, ν’ ἀναγνωρίσουμε «περασμένα μεγαλεῖα». Σήμερα ὅμως, σέ μιά νέα πραγματικότητα ἔχομε Σᾶς ἀνάμεσά μας, γιά νά ἐγγράψετε μιά νέα σελίδα στό ἱστορικό Γίγνεσθαι τοῦ ταλανισμένου, μά ὑπερήφανου καί ἀνανεωμένου τόπου μας.
β) Τριακόσια (300) ἀκριβῶς χρόνια πρίν ὁ μακαριστός Προκάτοχός Σας Γαβριήλ ὁ Γ΄, «ὁ ἀρεταῖς τε πάσαις κοσμούμενος καί βίου λαμπρότητι καί πείρᾳ πραγμάτων τά μέγιστα διαπρέπων » (ΘΗΕ, τ.4, 110), καί ἡ περί αὐτόν Ἁγία καί Ἱερά Σύνοδος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου μᾶς ἔκανε ἡμῶν τῶν Ζακυνθίων καί ὅλων τῶν φιλαγίων, ἕνα πολυτιμότατο δῶρο: Τόν Ἰούνιο τοῦ 1703 κατέταξε στό Ἁγιολόγιο τῆς Ὀρθοδοξίας τόν Γέροντά μας τόν ἁγιασμένο, τό ἐν Κυρίῳ καύχημά μας, τόν Ἅγιο Διονύσιο, τοῦ Ὁποίου πανηγυρίζομε τήν Μετάθεση ἀπό τά Στροφάδια στή Ζάκυνθο τό 1717. Σήμερα ἀξιωνόμαστε νά ἔχουμε κοντά μας Ἐσᾶς, Παναγιώτατε, τόν ἄξιο διάδοχο τοῦ Γαβριήλ.
Γιά ὅλ’ αὐτά μίλησα στήν ἀρχή περί βιώσεως μιᾶς ἡμέρας Λαμπρῆς.

Παναγιώτατε, στήν ὑποδοχή προχθές, Σᾶς εἶπα (καί δέν ἦταν σχῆμα λόγου), ὅτι κατ’ αὐτάς Σᾶς θεωροῦμε Ποιμενάρχη τοῦ τόπου μας, Πνευματικό Κυριάρχη τῆς Ζακύνθου. Ὑπό αὐτή τήν ἰδιότητα λοιπόν, Σᾶς καλῶ καί Σᾶς παρακαλῶ, ν’ ἀπευθυνθεῖτε στόν θεοπειθῆ Κλῆρο καί τόν φιλάγιο λαό μας!  








Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΙΚΗΝ ΘΕΙΑΝ ΛΕΙΤΟΥΡΓΙΑΝ
(24 Αὐγούστου 2003)
* * *
Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ζακύνθου καί φίλτατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κύριε Χρυσόστομε,
Ἐξοχώτατοι καί ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν,
Ἀδελφοί, Πατέρες καί Τέκνα ἐν Κυρίῷ,

Εὐλογητός ὁ Θεός καί Πατήρ τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ Ὁποῖος, τῇ χάριτι τοῦ Παναγίου Πνεύματος, συνήγαγεν ἡμᾶς σήμερον εἰς τόν Ἱερόν τοῦτον καί περίσεμνον τοῦ ἑορτάζοντος Ἁγίου Διονυσίου Ναόν, τό παλλάδιον τοῦτο τῶν ἁπανταχοῦ εὐσεβῶν Ζακυνθίων, διά νά συστήσωμεν διά μίαν ἀκόμη φοράν πανηγυρικῶς τήν Ἐκκλησίαν, ἐπιτελοντες Λειτουργίαν λαμπρότητος καί προσφέροντες τήν ἀναίμακτον Μυσταγωγίαν τῆς Θείας Εὐχαριστίας.
Ἐκφράζομεν τήν βαθεῖαν χαράν ἡμῶν διότι μετέχομεν τῆς λειτουργικῆς ταύτης συνάξεως εἰς ἐπιβεβαίωσιν τῆς ἀδιασπάστου ἑνότητος τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως πρός τήν Ἁγιωτάτην ἀδελφήν Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος.
Λαός ὁ χριστώνυμος, μετά τῶν πρεσβυτέρων αὐτοῦ καί πνευματικῶν πατέρων καί τοῦ Ἐπισκόπου τῆς Νήσου μετά τοῦ Πατριάρχου τοῦ Γένους καί πλειάδος ἀδελφῶν Ἀρχιερέων καί συλειτουργῶν, προσέφερεν ἐν μιᾷ ψυχῇ καί μιᾷ καρδίᾳ καί ἐν αἰσθήσει τῆς ἑνότητος συμπάσης τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, τόν ἄρτον τῆς ζωῆς του καί τόν οἶνον τῆς παραμυθίας του μετ΄ ἐκτενοῦς προσευχῆς καί βαθυκαρδίου ἐπικλήσεως καί ἐλάβομεν παρά τοῦ πρός Ὅν ἡ προσφορά τῆς Εὐχαριστίας, τό πανακήρατον Σῶμα τοῦ Χριστοῦ, τόν Ἄρτον τῆς Ζωῆς τόν ἐκ τοῦ οὐρανοῦ καταβάντα, καί τό ζωογόνον Αἷμα τῆς σωτηρίας καί Πνεῦμα ἐπουράνιον. Προσέφερε τόν κόπον καί τόν ἱδρῶτα ὁλοκλήρου τοῦ ἐνιαυσίου κύκλου, τά βασικότερα τῶν στοιχείων τῆς ἐπιβιώσεως, ὡς Δῶρα εἰς τόν Δωρήσαντα αὐτά, καί ἀπέλαβεν αὐτά ὡς Τίμια Δῶρα, αὐτό τό πανάγιον Σῶμα καί αὐτό τό ζωοποιόν Αἷμα τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, εἰς ἄφεσιν ἁμαρτιῶν καί εἰς ζωήν αἰώνιον. Προσέφερε τόν κόπον καί τήν ὀρθοστασίαν καί τήν γονυκλισίαν του καί ἀπέλαβε τήν παράκλησιν τοῦ Ἁγίου Πνεύματος. Προσέφερε τόν ὕμνον καί τήν δοξολογίαν του καί ἀπέλαβε τόν γλυκασμόν τοῦ Παρακλήτου. Προέφερε τήν δέησιν καί ἱκεσίαν του καί ἀπεκδέχεται τήν πλήρωσιν ἐκείνων τά ὁποῖα ᾐτήσατο, εἰς σωτηρίαν. Ἤναψε τήν λαμπάδα τῆς εὐλαβείας του καί εἶδε τό Φῶς τό ἀληθινόν, τό φωτίζον καί ἁγιάζον πάντα ἄνθρωπον ἐρχόμενον εἰς τόν κόσμον, δηλαδή τόν Χριστόν, ὁ Ὁποῖος εἶπεν: «Ἐγώ εἰμι τό φῶς τοῦ κόσμου˙ ὁ ἀκολουθῶν ἐμοί οὐ μή περιπατήσῃ ἐν τῇ σκοτίᾳ, ἀλλ΄ ἕξει τό φῶς τῆς ζωῆς» (Ἰωάν. 8, 12). Ἔκαυσε τό θυμίαμα τῆς Ὀρθοδόξου εὐσεβείας καί πίστεως ἐνώπιον τοῦ Θυσιαστηρίου τῆς Χάρτιος καί ὠσφράνθη Κύριος ὀσμήν εὐωδίας πνευματικῆς.
Πάντες οἱ συνελθόντες ἀτενίζομεν πρός τόν Ἐσταυρωμένον Ἁγαπητόν τῆς Ἐκκλησίας καί Νικητήν τοῦ θανάτου Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν ὡς πρός Πατέρα καί ἀδελφόν, καί πρός τήν Πανάχραντον Θεοτόκον Μαρίαν, ὡς πρός Μητέρα, καί πρός τούς Ἁγίους Πάντας, ἰδιαίτατα δέ τόν ἑορτάζοντα ἅγιον Διονύσιον, τόν πολυκλεῆ τοῦτον γόνον τῆς Ζακύνθου, ὡς πρός ἀδελφούς καί προστάτας.
Ἀτενίζομεν ἀκόμη ἀλλήλους ὡς πρός ἀδελφούς ὁμαίμους καί γνησίους, ἐκ τῆς αὐτῆς μήτρας, τῆς ἁγίας κολυμβήθρας ἀναγεννηθέντας, καί τό αὐτό αἷμα ἔχοντας, τό τίμιον Αἷμα τοῦ Σωτῆρως, τοῦ ὁποίου μεταλαμβάνομεν πάντες. Ἰδού ἡ Ἐκκλησία˙ ἰδού ἡ οἰκογένειά μας. Καί μαζί μας πάντες οἱ προαπελθόντες καί προτελειωθέντες πατέρες καί ἀδελφοί μας, οἱ καλῶς τόν ἀγῶνα τελέσαντες καί τήν πίστιν τηρήσαντες καί ἐν ταῖς οὐρανίαις μοναῖς τοῦ Πατρός αὐλιζόμενοι ἐν χώρᾳ ζώντων. Ἴδού τό ἅγιον σῶμα μας, τοῦ ὁποίου κεφαλή ὁ Χριστός καί μέλη πάντες οἱ εἰς τό ὄνομα Αὐτοῦ καί τοῦ Πατρός καί τοῦ Ἁγίου Πνεύματος βεβαπτισμένοι, καί ψυχή, τό φυσίζωον Πνεῦμα τῆς ‘’Αληθείας, τό ἀγαθόν, τό εὐθές, τό φωτιστικόν, τό συγχωρητικόν ἁμαρτημάτων, τό ἁγιαστικόν, τό πανταχοῦ παρόν, τό παράκλητον, τό θεοποιοῦν, τό πανάγιον, τό βασιλεον εἰς τούς αἰῶνας”.
Ποῖος ὀρφανός, ποῖος μόνος, ποῖος ἀνάδελφος, ποῖος ἐγκαταλελειμμένος, ποῖος λησμονημένος; Οὐδείς˙ ἕν σῶμα, μία καρδία, ἕν πνεῦμα, μία ψυχή, ἕν φρόνημα, μία πίστις, μία δόξα, μία ἐλπίς, εἷς Κύριος, μία ζωή καί βασιλεία.
Ἡ εὐλογημένη μας οἰκογένεια, τό ἱερόν μας σῶμα, σήμερον χαίρει και σκιρτᾷ καί ἀγάλλεται καί σεμνύνεται καί πανηγυρίζει καί ἑορτήν αἰδέσιμον ἑορτάζει ἐπί τῇ ἐπετείῳ τῆς ἀνακομιδῆς τοῦ ἱεροῦ λειψάνου ἐνός ἐκ τῶν τέκνων της, τοῦ Θεοφόρου Πατρός ἡμῶν Διονυσίου τοῦ Σιγούρου, Ἀρχιεπισκόπου γενομένου ποτέ τῆς ἐν Αἰγίνῃ Ἐκκλησίας καί τήν γενέθλιον αὐτοῦ γῆν Ζάκυνθον ὡραΐσαντος, κλεΐσαντος καί ἁγιάσαντος διά τῆς ὁσίας βιοτῆς, τῶν θεοπειθῶν προσευχῶν, καί τῶν ἀσκητικῶν ἱδρώτων του καί τοῦ τιμίου ἐναντίον Κυρίου θανάτου του.
Παρῆλθον ἤδη διακόσια ὀγδοήκοντα καί ἕξ ἔτη ἀφ΄ ὅτου ἐν ἔτει «1717, Αὐγούστου 19, ἡμέρα Δευτέρα ᾐχμαλώτισαν τό μοναστῆρι μας, τά Στροφάδια, ὁ θεοκατάρατος Μουστῆς μέ δέκα γαλιώταις καί ἐπῆραν ὅλα τά ἱερά σκεύη, τό ἁρμαμέντο καί τήν Παναγίαν καί ὅλα μας τά μπαστιμέντα καί ἔκοψαν καί τά χέρια τοῦ Ἁγίου καί τά ἐπῆραν˙ καί τό ἐπίλοιπον ἅγιον λείψανον τό ἔβαλαν ἀπάνον ἑνός βαρελιοῦ μπαρούτι καί ἔκαμε θαῦμα ὁ Ἅγιος καί δέν ἔπιασε φωτία καί ἐφυλάκτη καί τό ἔχομεν τήν σήμερον εἰς τήν Ζάκυνθον. Ἐπῆραν καί σκλάβους πατέρες εἴκοσι μέ τέσσερους ἱερομονάχους. Ἤτανε ἡγούμενος ἐτότες Γεράσιμος ὁ Κάπαρης καί ἦτον εἰς τήν Ζάκυνθον˙ καί εἰς τά 23 τοῦ αὐτοῦ ἤφερε τόν Ἅγιον ἡ κορβέττα εἰς τήν Ζάκυνθον μέ τούς λοιπούς καλογέρους, ὁποῦ ἐκρύφτηκαν καί δέν αἰχμαλωτίσθηκαν», συμφώνως πρός τό χρονικόν ἀνωνύμου μοναχοῦ τῆς ἐποχῆς, τό ὁποῖον ἔφερεν εἰς τό φῶς ὁ ἀοίδιμος προκάτοχος τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος, ἀδελφέ ἅγιε Ζακύνθου, Ἀρχιεπίσκοπος Νικόλαος ὁ Κατραμῆς.
Καί σήμερον μνήμην ποιούμενοι λειτουργικήν τοῦ γεγονότος τούτου, πρῶτον δοξάζομεν τόν Θεόν, ὁ Ὁποῖος δέν ἐπέτρεψε νά ἀπολεσθῇ, ἀλλά διέσωσε τοῦτο θαυματουργικῶς καί ἐφυγάδευσεβ ἐν ἀσφαλείᾳ διά τῶν ἀνθρώπων Του ἐνταῦθα εἰς Ζάκυνθον, ὥστε νά ἔχομεν οἱ πιστοί τήν χαράν καί τήν εὐλογίαν νά τό ἔχωμεν ἐν μέσῳ μας, νά τό βλέπωμεν, νά τό ἀσπαζώμεθα καί νά τό προσκυνοῦμεν, ἀρυόμενοι ἐξ αὐτοῦ δύναμιν καί εὐλογίαν καί ἁγιασμόν πολύν. Δύναμιν ἐκ τῆς δυνάμεως διά τῆς ὁποίας τό ἐπλούτισεν ὁ Χριστός, ὥστε καί θαύματα νά ἐπιτελῇ καί ἀσθενεῖς νά ἰᾶται καί πνεύματα ἀκάθαρτα νά ἀπελαύνῃ καί σεισμῶν τήν ἀπειλήν νά ἀποσοβῇ καί ἐχθρῶν τήν μανίαν νά ἐξουδετερώνῃ. Εὐλογίαν ἐκ τῆς εὐλογίας διά τῆς ὁποίας τό ἐπροίκισεν ὁ Πατήρ, ὥστε καί ἀνώτερον τῆς φθορᾶς νά διαμείνῃ καί τήν χάριν τῆς προσδοκωμένης ἀναστάσεως νά προμνηστεύεται. Καί ἁγιασμόν ἐκ τοῦ ἁγιασμοῦ, διά τό ὁποίου τό Πνεῦμα τό Ἅγιον τό ἐνεπότησεν, τό Ὁποῖον «πάντα τά κτιστά, ὡς Θεός ὤν δυναμοῖ, συντηρεῖ ἐν Πατρί, δι΄ Υἱοῦ δέ» (Ἀναβαθμοί Β’ ἤχου).
Λαϊκόν τι λόγιον θυμοσοφεῖ: «Ὁ ἄρχοντας τοῦ τόπου σου, ὁ Ἅγιος του χωριοῦ σου». Ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἁγίου Διονυσίου τό λόγιον τοῦτο προσλαμβάνει μείζονα διάστασιν. Καί τοῦτο διότι ὁ Ἅγιος Διονύσιος δέν εναι μόνον ὁ Ἅγιος τοῦ τόπου˙ ὁ πολιοῦχος, ὁ προστάτης˙ εναι Ζακύνθιος, αὐτόχθων, ἐντόπιος, ὀστοῦν ἐκ τῶν ὀστέων καί σάρξ ἐκ τῆς σαρκός τοῦ Ζακυνθινοῦ λαοῦ. Ἀλλ΄ ἦτο καί ἀρχοντικῆς καί περιβλέπτου οἰκογενείας τῆς νήσου γόνος, τῆς εὐγενοῦς οἰκογενείας τῶν Σιγούρων. Καί ἄρχων, λοιπόν, καί Ἅγιος συγχρόνως τοῦ τόπου˙ ἀλλ΄ ὁ δεύτερος ὑπερκάλυψε τόν πρῶτον. Διότι ἡ κατά κόσμον εὐγένεια καί ἀριστοκρατία δέν εναι πάντοτε καλός σύμβουλος εἰς τά πνευματικά καί δυσκολεύει τήν καλλιέργειαν τῆς ὑψοποιοῦ ἀρετῆς τῆς ταπεινώσεως, ἄνευ τῆς ὁποίας οὐδείς δύναται νά καταστῇ μιμητής Χριστοῦ.
Ὁ Ἅγιος Διονύσιος κατεβίβασεν ἑαυτόν εἰς ἐπίπεδον δούλου καί θεράποντος τῶν τέκνων τοῦ Θεοῦ. Πλούσιος ὤν, ἐκένωσε χριστομιμήτως ἑαυτόν διά τήν δόξαν τήν κατά κόσμον καί τόν πλοῦτον τόν ὑλικόν καί ἐνεδύθη ὡς λαμπρόν ἔνδυμα τήν ταπείνωσιν καί τήν πτωχείαν τοῦ Χριστοῦ καί τήν φιλανθρωπίαν καί ἀγάπην Ἐκείνου, γενόμενος, διά τῆς Θείας Χάριτος, ἐκμαγεῖον πάσης ἀρετῆς εὐαγγελικῆς καί ἔσοπτρον καθαρόν, κατάργυρον, ἐν τῷ ὁποίῳ οἱ πάντες δύνανται νά διακρίνουν τούς χαρακτῆρας τοῦ Χριστοῦ, τοῦ δόντος Ἑαυτόν ὑπογραμμόν καί τύπον εἰς ἡμᾶς, διά νά ἀκολουθήσωμεν «τοῖς ἴχνεσιν Αὐτοῦ» (Α’ Πετρ. 2, 21).
Ἀλλ΄ ἡ ταπείνωσις καί ἡ πτωχεία ἡ διά Χριστόν εἰς τήν πραγματικότητα εἷναι πλοῦτος ἀληθής καί ὕψωσις καί ἀριστοκρατία πνευματική˙ εναι δόξα αἰώνιος καί ἀμάραντος. Τοιουτοτρόπως, ὁ φιλόχριστος Ἱεράρχης Διονύσιος ὑψώθη παρά Χριστοῦ ὄχι μόνον εἰς τό ὕψος τοῦ Ἀρχιεπισκοπικοῦ τῆς αἰγίνης Θρόνου, ἀλλ΄ εἰς τό ψος τῆς ἁγιότητος, ἐπί τοῦ ὁποίου αἰωνίως ερισκόμενος ἐπισκοπεῖ ἐν ἀγάπῃ καί φιλοστόργῳ μερίμνῃ τά ἐν τῷ λαῷ του συμβαίνοντα.
Καί ἐδῶ, εἰς τήν Ζάκυνθον καί τά Στροφάδια, καί εἰς τήν Αἴγιναν, ἀλλά καί ἁπανταχοῦ τῆς γῆς ὅπου ὑπάρχουν εὐσεβεῖς καί φιλάγιαι ψυχαί ἐπικαλούμεναι τό ὄνομά του καί ζητοῦσαι τήν βοήθειαν καί τάς πρός Θεόν πρεσβείας του. Ἐπισκοπεῖ μέ θαυμαστήν ὀξύνοιαν καί βλέπει τά προβλήματα καί τάς ἀνάγκας τῶν τέκνων του˙ καί σκιρτᾷ πατρικῶς ἡ καρδία του˙ καί κινεῖται εἰς ἄμεσον βοήθειαν καί συμπαράστασιν, κρούων μετά παρρησίας τήν θύραν τοῦ θείου ἐλέους ὑπέρ αὐτῶν.
Ὁ «ἄρχοντας», λοιπόν, «τοῦ τόπου σου, «Ἅγιος τοῦ χωριοῦ σου»˙ τοῦτο συνεπάγεται ἰδιετέραν ἀγαπητικήν σχέσιν μεταξύ Ζακυνθίων καί Ἁγίου Διονυσίου. Καί εναι πασίγνωστον πόσον εὐλαβεῖσθε τόν Ἅγιόν σας˙ διά σᾶς δέν εναι απλῶς ἕνας Ἅγιος˙ εἷναι «ὁ Ἅγιος»˙ δέν ὑπάρχει Ζακυνθινή οἰκογένεια, εἴτε ἐδῶ, εἴτε εἰς τήν ἀλλοδαπήν, ἡ ὁποία νά μή ἔχῃ εἰς τούς κόλπους της Διονύσιον ἤ Διονυσίαν˙ δέν ὑπάρχει Ζακυνθινό σπίτι ἐκ τοῦ ὁποίου νά ἀπουσιάζῃ ἡ εἰκών ἤ τό ὁμοίωμα τῆς Λάρνακος τοῦ Ἁγίου. Οἱ ξενιτευμένοι εὔχονται «νά ἰδῶ ἀπό μακριά τό καμπαναρίο τ΄ Ἀφεντός καί νά πεθάνω». Ὁ Ἅγιος δέν ερίσκεται μακράν εἰς τούς οὐρανούς˙ οὔτε κἄν ἔγκλειστος εἰς τήν Λάρνακα καί τόν φερώνυμον Ναόν˙ κυκλοφορεῖ ἀνά τάς ὁδούς καί τά «καντούνια» τῆς Ζακύνθου, περιέρχεται τάς Μονάς, τά χωρία, τούς Ναούς˙ σπεύδει καί εὑρίσκει τούς Ζακυνθίους εἰς πᾶσαν τῆς γῆς γωνίαν˙ συγχαίρει εἰς τάς χαράς των˙ θλίβεται εἰς τάς θλίψεις των˙ κλαίει εἰς τάς συμφοράς των˙ συμπαρίσταται εἰς τάς ἀσθενείας των˙ δίδει στιβαράν χεῖρα βοηθείας εἰς πᾶσαν περίστασιν˙ πρεσβεύει ἀενάως ὑπέρ αὐτῶν πρός τόν Κύριον, τόν ἠγαπημένον Ἰησοῦν.
Εὐλόγως, λοιπόν, πᾶσα καρδία σήμερον ἀγάλλεται καί σκιρτᾷ καί πλημμυρίζει ἀπό χαράν πνευματικήν καί κινεῖταιεἰς ὑμνῳδίαν. Εὐλόγως πᾶσα ἡ νῆσος ἀστράπτει καί λάμπει κεκοσμημένη μέ πᾶσαν φαιδρότητα. Εὐλόγως ὁ ἀήρ περιδονεῖται ἀπό χαρμοσύνους κωδωνοκρουσίας καί πανηγυρικούς παιανισμούς καί λιγυρόφθογγον ψαλμῳδίαν. Ἑορτάζει ὁ Ἅγιος - ἑορτάζει ἡ Ζάκυνθος - ἑορτάζει ἡ Ἐκκλησία.
Εὐχαριστοῦμεν τόν Ἱερώτατον Μητροπολίτην καί Ποιμενάρχην τῆς νήσου καί ἀγαπητόν ἡμῖν ἀδελφόν καί συλλειτουργόν κύριον Χρυσόστομον, διά τήν χαράν τήν ὁποίαν μᾶς ἐχάρισε προσκαλῶν τήν ἡμετέραν Μετριότητα νά μετάσχωμεν τῆς λαμπρᾶς αὐτῆς πανηγύρεως καί νά κομίσωμεν εὀς τό ποίμνιό του τήν εὐλογίαν καί χάριν τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας.
Ἐπί τῇ πεντηκοστῇ δέ λυπηρᾷ ἐπετείῳ τῶν καταστρεπτικῶν σεισμῶν τοῦ 1953 καί τοῖς θλιβεροῖς ἀκούσμασι τῶν τελευταίων σεισμῶν εἰς τήν γείτονα καί ἀδελφήν νῆσον τῆς Λευκάδος, τάς πρεσβείας τοῦ Ἁγίου Διονυσίου ἐπικαλοῦμενοι, καθικετεύομεν τόν Δημιουργόν Κύριον νά παύσῃ τό κλόνιον τῆς γῆς καί νά στηρίξῃ ὅλην τήν Ἐπτάνησον καί ὅλην τήν Ἑλλάδα ἐπί τήν στερράν πέτραν τοῦ ἐλέους καί τῆς ἀγάπης καί τῆς φιλανθρωπίας Του. Προσέτι νά διακρατῇ ὅλους μας ἀσινεῖς καί ἑδραίους ἐπί τό θεμέλιον τῶν ἁγίων Αὐτοῦ ἐντολῶν καί τοῦ Ἱεροῦ Αὐτοῦ Εὐαγγελίου ἐν εἰρήνῃ καί ὁμονοίᾳ καί ἀγάπῃ κατεργαζομένους τήν σωτηρίαν μας.

Χαίρετε, τό λοιπόν, ἀδελφοί καί τέκνα, καί ἔρρωσθε ἐν Χριστῷ τῷ Σωτῆρι μας, μιμούμενοι τάς ἀρετάς τοῦ Ἁγίου Διονυσίου καί φοιτῶντες πυκνῶς εἰς τόν ἅγιον τοῦτον τόπον τῆς Χάριτος, ᾄδοντες καί ψάλλοντες λαμπρᾷ τῇ φωνῇ εἰς τόν συμπολίτην σας Ἅγιον: «Χαίροις ὁ Ζακύνθου γόνος λαμπρός, πρόεδρος Αἰγίνης καί Στροφάδων μέγας φρουρός, χαίροις Ἐκκλησίας φωστήρ νέος, τρισμάκαρ, Ἀρχιερέων τό κλέος, ὦ Διονύσιε». Ἀμήν.

2003. Επίσκεψη Οικουμενικού Πατριάρχη στη Ζάκυνθο | Το δείπνο προς τιμήν του από τον Νομάρχη

   Βράδυ 23ης Αυγούστου 2003   


Π Ρ Ο Π Ο Σ Ι Σ
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ.κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΟ ΠΡΟΣ ΤΙΜΗΝ ΑΥΤΟΥ ΕΠΙΣΗΜΟΝ
ΔΕΙΠΝΟΝ ΤΟΥ ΝΟΜΑΡΧΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ ΕΞΟΧ. κ. ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΓΑΣΠΑΡΟΥ
(23 Αὐγούστου 2003)

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Ζακύνθου καί προσφιλέστατε ἐν Χριστῷ ἀδελφέ κύριε Χρυσόστομε,
Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἅγιοι ἀδελφοί,
Ἐξοχώτατε καί φίλτατε κύριε Νομάρχα,
Φίλοι συνδαιτυμόνες,

          Μέ τήν ψυχήν κεκορεσμένην ἐκ τῆς πνευματικῆς ἑστιάσεως κατά τόν μέγαν πανηγυρικόν ἑσπερινόν τοῦ πολιούχου καί προστάτου τῆς εὐλογημένης Ζακύνθου Ἁγίου Διονυσίου, παρακαθήμεθα καί εἰς τήν ὑλικήν αὐτήν τράπεζαν, τήν ὁποίαν φιλοφρόνως καί εὐγενῶς παραθέτετε, ἀγαπητέ κύριε Νομάρχα, εἰς τιμήν πρῶτον τοῦ Ἁγίου καί κατόπιν τῆς ἡμετέρας Μετριότητος καί τῆς τιμίας συνοδείας μας.
          Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία τιμᾷ ἰσορρόπως τήν ψυχήν καί τό σῶμα. Διά τοῦτο καί εἰς τό Ἅγιον Ὄρος, ἡ Τράπεζα τῆς Μονῆς εὑρίσκεται συνήθος ἔναντι τοῦ Καθολικοῦ, τοῦ κεντρικοῦ δηλαδή Ναοῦ τοῦ Μοναστηρίου. Εἰς τάς ἑορτάς μάλιστα οἱ μοναχοί κατευθύνονται ἀπ' εὐθείας ἐκ τοῦ Καθολικοῦ εἰς τήν Τράπεζαν, κρουομένων τῶν κωδώνων, προπορευομένων τοῦ Ἡγουμένου, τῶν ψαλτῶν ψαλλόντων ὕμνους τῆς ἑορτῆς καί τῶν ἐκκλησιαστικῶν φερόντων τά διβάμβουλα, ἐνῷ ἡ ὅλη ἑστίασις ἔχει τόν χαρακτῆρα μυσταγωγίας καί συνεχείας τῆς ἐν τῷ Ναῷ ἀκολουθίας. Εἰς τό τέλος γίνεται ἡ «Ὕψωσις τῆς Παναγίας» καί ἐν συνεχείᾳ οἱ πάντες ἐπιστρέφουν εἰς τό Καθολικόν ὅπου γίνεται ἀπόλυσις καί ὁ πολυχρονισμός τοῦ Ἡγουμένου.
          Θεωροῦμεν, κατά ταῦτα, τό δεῖπνον τοῦτο ὡς συνέχειαν καί ὁλοκλήρωσιν τῶν ἐν τῷ Ναῷ τελεσθέντων. Ἐκε ἡ ψυχή ἐθεραπεύθη καί ἐτράφη καί ηὐφράνθη καί ἠγαλλιάσατο, ἐνταῦθα δέ τό κατοικητήριον τῆς ψυχῆς σῶμα λαμβάνει τήν ἀναγκαιοῦσαν εἰς αὐτό τροφήν καί ἐνίσχυσιν, εἰς δόξαν Χριστοῦ.
          Ἡ Ἑπτανησιακή φιλοξενία, μάλιστα δέ ἡ Ζακυνθινή, τυγχάνει ἀνέκαθεν περιάκουστος. Ἡμεῖς τώρα λαμβάνομεν λαμπράν πεῖραν αὐτῆς, τόσον ἀπό μέρους σας, κύριε Νομάρχα, ὅσον καί ἀπό μέρους τοῦ Ποιμενάρχου καί ἐκλεκτοῦ γόνου τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως καί νήσου ταύτης Ἱερωτάτου ἀδελφοῦ κυρίου Χρυσοστόμου. Συμβαίνει καί εἰς ἡμᾶς ἐν προκειμένῳ τό «καθώς ἠκούσαμεν, οὕτω καί εἴδομεν», ἤ μᾶλλον ἡ πεῖρα τῆς φιλοξενίας καί τῆς ἀγάπης σας ὑπερβαίνει κατά πολύ ὅσα ἐξ ἀκοῆς ἐγνωρίζαμεν. Εὐχαριστοῦμεν, ὅθεν, ἀπό μέσης καρδίας καί εὐχόμεθα «περισσεύειν μᾶλλον» εἰς ἔργα ἀγαθά, εἰς ἔπαινόν σας καί τῆς ἁγιοτόκου Νήσου σας.
          Ἄξιον σημειώσεως καί ὑπογραμμίσεως εἶναι ὅτι ἡ νομαρχιακή ἐξουσία εἶναι πλέον ἐν Ἑλλάδι αἱρετή καί δημόκλητος. Τοῦτο σημαίνει ὁτι ὁ Νομάρχης εἶναι ὁ ἐκλεκτός τοῦ Λαοῦ τοῦ Νομοῦ, ὁ τιμηθείς διά τῆς τιμίας ψήφου τῶν πολιτῶν. Σημαίνει ἀκόμη ὅτι γενικῶς εἶναι αὐτόχθων καί, ὡς ἐκ τούτου, καλός γνώστης τῶν πραγμάτων καί τῶν προσώπων τῆς περιοχῆς τῆς εὐθύνης του, μετά τῆς ὁποίας ὁπωσδήποτε τόν συνδέουν ἰσχυρότατοι δεσμοί ἀγάπης. Αὐτό ὄχι μόνον διευκολύνει τό ἔργο του, ἀλλά καί προμνηστεύεται τήν ἐπιτυχίαν αὐτοῦ. Καί σεῖς, κύριε Γάσπαρε, εἶσθε ἐκλεκτός γόνος τῆς Νήσου ταύτης, φέρετε δέ καί τό ὄνομα τοῦ προστάτου της Ἁγίου. Εἴμεθα βέβαιοι ὅτι μέ τήν βοήθειαν καί τήν προστασίαν τοῦ Ἁγίου Διονυσίου, τήν συμπαράστασιν τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας καί τήν συνεργασίαν τῶν ἐκλεκτῶν Νομαρχιακῶν Συμβούλων καί λοιπῶν συνεργατῶν σας, ἡ ἐμπιστοσύνη τήν ὁποίαν ὁ εὐγενής καί γενναῖος Ζακυνθινός Λαός ἐπέδειξεν εἰς τό πρόσωπόν σας θά ἐπιβραβευθῇ καί θά ἐπιστεφθῇ μέ λαμπράν ἐπιτυχίαν τοῦ ἐμπεδομόχθου ἔργου σας καί πραγμάτωσιν τῶν εὐγενῶν προσδοκιῶν τῶν πολιτῶν τῆς Ζακύνθου, ὅπερ καί ὁλοψύχως εὐχόμεθα.
          Εὐχαριστοῦντες διά τούς καλούς καί πλήρεις εὐλαβείας λόγους σας, ὡς καί διά τό δεῖπνον τοῦτο τῆς ἀγάπης, εὐχόμεθα ἐπί τοῖς ἀγομένοις ὀνομαστηρίοις σας ἔτη πολλά καί ὑψοῦμεν τό κύπελλον ὑπέρ τῆς ἀμφιλαφοῦς ὑγείας σας, τῶν οἰκογενειῶν καί συνεργατῶν σας καί παντός τοῦ Λαοῦ τῆς Ζακύνθου καί ὑπέρ δαψιλοῦς εὐλογίας τοῦ Θεοῦ. Ἀμήν.

2003. Παρουσία Πατριάρχη Βαρθολομαίου στην πανήγυρι του Αγ. Διονυσίου εν Ζακύνθω (Κάθοδος - Λιτάνευση - Εσπερινός)

   Εσπέρας 23ης Αυγούστου 2003  




















ΠΡΟΣΦΩΝΗΜΑ
ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ κ. ΧΡΥΣΟΣΤΟΜΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΟΝ ΠΑΝΗΓΥΡΙΚΟ ΕΣΠΕΡΙΝΟ
ΤΗΣ ΜΕΤΑΚΟΜΙΔΗΣ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ,
ΠΡΟΕΣΤΩΤΟΣ ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
κ. κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ Α’
(Ἑσπέρας 23ης Αὐγούστου 2003)

"Ὦ! Σύ, στό θρόνο τοῦ Ἄπλαστου τρέξε σιμά κι' εἰπέ Του / νά μήν ἀφήσει τό νησί ἔρμο στή δυστυχιά του!... / Κι' ἄν ἴσως κι' ἡ παράκληση δέν φθάνει, θύμησέ Του / πώς εἶχες ἕναν ἀδελφό κι' ἔκρυψες τό φονηά του!!!"

Μέ τέτοια μεγαλόπνοα λόγια προσευχῆς καί ποιητικῆς ἐξάρσεως ἀπευθύνεται ὁ Διονύσιος Σολωμός πρός τόν Προστάτη του καί Προστάτη ΜΑΣ Ἅγιο ΔΙΟΝΥΣΙΟ τόν Θαυματουργό, καί μάλιστα σέ μιάν ἀπό τίς πολλές καί καταστρεπτικές περιστάσεις σεισμικῆς ἐμπειρίας τοῦ νησιοῦ μας, ἐν προκειμένῳ ἐκείνην τοῦ 1820.

Παναγιώτατε Πρωτοκορυφαῖε τῶν Ὀρθοδόξων,
Τιμία τῶν Ἀδελφῶν Ἱεραρχῶν Σύναξη,
Ἐντιμότατοι Ἄρχοντες,
Λαέ τοῦ Θεοῦ Πανευλόγητε,
          Ἡ πνευματική μας Χαρά καί Ἀγαλλίαση ἀπόψε εἶναι ἀπερίγραπτη. Ἐντός τοῦ πανσέπτου ἐτούτου Ναοῦ τά ρίγη τῆς ψυχῆς μας ἔχουν κατακλύσει τούς ὀφθαλμούς, διότι γιά μιάν ἀκόμη φορά, συνεχίζοντας Παράδοση τριῶν αἰώνων πλήρων (ταπεινοί ὄντες ὑπήκοοι τῶν προγονικῶν μας πεποιθήσεων), κλίνουμε ταπεινό γόνυ καρδίας καί δεόμεθα γιά ὅ,τι θεωροῦμε ἀναγκαῖο κι ἐπεῖγον μπροστά στόν δικό μας Ἄνθρωπο στόν Οὐρανό,
          τόν προσωπικό μας Πρέσβυ στή Χώρα τῆς Αἰωνιότητας,
          τόν Ζακυνθινό πού ξεχώρισε ἀπ' τά καθημερινά ἤ μειωτικά τῆς ἀνθρωπιᾶς μας καί κατέκτησε τά Διαρκῆ καί Ἀνώτερα,
          τόν Ἄνθρωπο πού βρῆκε τή δύναμη νά ὑπερβεῖ -θεούμενος ἔτσι- τ' ἀνθρώπινα καί νά συγχωρήσει καί διασώσει τόν ἴδιο τό φονιά τοῦ ἀδελφοῦ του, ἀναδεικνυόμενος συνάμα παράδειγμα καί πρότυπο ποιμαντικῆς εὐαισθησίας καί ψυχραιμίας, ἀλλά καί φωτεινός σηματοδότης ἑνός ἑκάστου ἀπό ἐμᾶς, οἱ ὁποῖοι πολλές φορές, σ' ἕναν διαδικτυωμένο (μέ πᾶσαν ἔννοια) κόσμο, πασχίζουμε ν' ἀναπνεύσουμε καί νά ἐπιστρέψουμε "εἰς ἑαυτόν".

Ἐμεῖς οἱ Ζακύνθιοι κατέχομε Πρότυπο!!! Τόσο μάλιστα ἰσχυρό διά τῆς ἡγιασμένης του ΚΑΙ σωματικῆς ἀεί παρουσίας, ὥστε πολλάκις τά αἰσθήματα κάποιων πιστῶν μας ξεπερνοῦν τά ὅρια τῆς τιμῆς καί τῆς προσκύνησης, ἀγγίζοντας τή λατρεία. Μιά ἰδιότυπη -ὄντως- ἀγαπητική σχέση ἐγγύτητας, λοιπόν, μέ τόν Ἅγιο, μέ τό "Ἅγιό μας Κορμάκι", κατά τήν προσφιλέστατη συχνή φράση οἰκειότητας τῶν Ζακυνθινῶν!!!

* * *

φετεινή ὅμως Πανήγυρις φαντάζει λαμπρότερη καί μεγαλοπρεπέστερη, διότι Προεστώς ἐπί τοῦ Ἀρχιερατικοῦ Συνθρόνου εὑρίσκεται ἀπόψε ὁ Πατριάρχης τοῦ Γένους μας Βαρθολομαῖος ὁ Α', ὁ Πατριάρχης τῆς Ἑνότητας, τῆς Ἠπιότητας, τῆς Καταλλαγῆς, τῆς Καλωσύνης, τῆς Εὐγένειας, τῆς Σοφίας, τῆς Ἐλπίδας!!!
          Μιά μοναδική εὐκαιρία καί συγκυρία!!! Χωρίς ἄλλο, παραχώρηση Θεοῦ, γιά τήν ὠφέλεια καί τήν τόνωση τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος καί τῆς πνευματικότητας ὅλων μας. Ἐάν "ὅπου Ἐπίσκοπος, ἐκεῖ καί ἡ Ἐκκλησία", πόσο μᾶλλον, ἐδῶ ἀπόψε, ὅπου προΐσταται ὁ Πατριάρχης καί Πρῶτος τῆς ὑπ' Οὐρανόν Ὀρθοδοξίας!!! Ἐδῶ κτυπᾶ ἡ καρδιά τῆς Ἐκκλησίας, ἐδῶ οἱ πάντες ἀναμένομε λόγον ἀγαθόν ἀπό τοῦ στόματός Σας, Παναγιώτατε, καί ὅλοι μαζί, σύμπας ὁ εὐσεβής καί φιλάγιος λαός μας, στρεφόμαστε στό "Ἅγιο Κορμάκι", τό ἔμπλεο εὐωδίας ἁγιοπνευματικῆς, στό Ἀρχοντόπουλο πού ἅγιασε διά τῶν ἀρετῶν τῆς Συγνώμης καί τῆς Ἀνεξικακίας καί τόν παρακαλοῦμε:

"Μεγάλην Χριστοῦ,
Ἡγιασμένε, σῶζε
τήν Ἐκκλησίαν,

θωράκιζε δέ
Αὐτῆς τόν προεστῶτα
Βαρθολομαῖον".

*          *          *


Ο Μ Ι Λ Ι Α
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ
Κ.Κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΕΝ ΤΗ ΙΕΡΑ ΜΟΝΗ ΤΟΥ ΠΟΛΙΟΥΧΟΥ ΖΑΚΥΝΘΟΥ
(23 Αυγούστου 2003)

Ιερώτατε Ποιμενάρχα της Θεοσώστου ταύτης Επαρχίας και λίαν αγαπητέ εν Χριστώ αδελφέ Μητροπολίτα Ζακύνθου κύριε Χρυσόστομε,
Τιμιώτατοι εκπρόσωποι των πνευματικών, πολιτικών και δημοτικών Αρχών της Νήσου,
Αδελφοί, Πατέρες και Τέκνα εν Κυρίω,

          “Δεύτε πάντες, ώ φιλέορτοι, ασματικοίς εγκωμίοις καταστέψωμεν Διονύσιον Αιγίνης πρόεδρον και Στροφάδων φρουρόν τον ακοίμητον...”.
           Μόλις απεδόθη η μεγάλη Θεομητορική Εορτή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου, το “Πάσχα του Καλοκαιριού”, κατά τον αείμνηστον Κόντογλου, και ιδού ημέρα πανέορτος και πάλιν προβάλλει, διά την αγιοτόκον νήσον της Ζακύνθου και όλην την Επτάνησον η 24η Αυγούστου.
          Ημέρα χαρμόσυνος και ευφρόσυνος ως επέτειος της μεταφοράς, κατά το έτος 1717, εκ Στροφάδων εις Ζάκυνθον του ιερού και χαριτοβρύτου λειψάνου του εν Αγίοις πατρός ημών Διονυσίου του Σιγούρου, Αρχιεπισκόπου γενομένου Αιγίνης και πολιούχου και προστάτου της Ζακύνθου, του θαυματουργού.
          Δεύτε πάντες, αδελφοί και τέκνα, αυτήν την χαρμόσυνον και πανευφρόσυνον ημέραν να εορτάσωμεν το γεγονός πρεπόντως και ως αν Θεώ αρέσκειν, είς έπαινον του μεγάλου τέκνου της Ζακύνθου και δόξαν του Ονόματος του χαριτώσαντος και αγιάσαντος αυτόν Θεού.
          Αρχή και βάσις του θεαρέστου εορτασμού είναι η έλευσίς μας εις τον επ' ονόματι του Αγίου Ναόν, το Καθολικόν τούτο της Ιεράς και σεβασμίας αυτοκρατορικήςΜονής της Θείας Μεταμορφώσεως Στροφάδων και του Αγίου Διονυσίου. Συνήλθομεν εις εσπερινόν ύμνον και λογικήν λατρείαν του εν Τριάδι προσκυνουμένου Ενός και μόνου αληθινού Θεού, τον Οποίον ο Άγιος Διονύσιος ηγάπησεν όλη ψυχή και διανοία από της παιδικής του ηλικίας και ελάτρευσε και εις τον Οποίον αφωισώθη ολοκληρωτικώς. Προσεφέραμεν εις τον Ύψιστον την προσκύνησίν μας και το θυμίαμα προσευχής θερμής, από καρδίας αναπεμπομένης, και τα άνθη της εν πίστει ευλαβούς αφοσιώσεώς μας εις το άγιον Αυτού Ευαγγέλιον και την Εκκλησίας Του, την κοινήν όλων μας και φιλόστοργον Μητέρα και κιβωτόν.
          Εις τα πλαίσια της εσπερινής μας αυτής προσκυνήσεως του Πατρός και του Υιού και του Αγίου Πνεύματος, εκλήθημεν να στεφανώσωμεν με εμμελή εγκώμια και ύμνους τον ιερόν άνδρα, ο οποίος ετίμησεν όσον ολίγοι το μοναχικόν τριβώνιον και το αρχιερατικόν ωμοφόριον. Τον ευπατρίδη εκείνον, ο οποίος την ευγένειαν της καταγωγής και τον εγκόσμιον πλούτον και την μεταξύ των ανθρώπων περηφάνειαν και την θάλλουσαν νεότητα ελογίσατο ως σσκύβαλα διά την αγάπην του Χριστού, ο Οποίος και μετήλλαξεν ενωρίτατα τα ενδύματα της αριστοκρατίας με τον τραχύν μοναχικόν επενδύτην· και την αρχοντικήν καλύπτραν της κεφαλής με το καλογερικόν κουκούλιον της ευαγγελικής αθωότητος· και το μάταιον κοσμικόν δοξάριον, το αραχνίου ασθενέστερον, με την υψοποιόν ταπείνωσιν του ασκητικού ήθους. Τον ακριβή μιμητήν του Χριστού, ο οποίος, διά την αγάπην του Κυρίου, συνεχώρησεν, υπέθαλψε και διέσωσεν αυτόν τον μιαρόν φονέα του κατά σάρκα αδελφού του· αληθώς ευαγγελική η αρετή, πνευματική η καλλιέργεια, ψυχική η ωραιότης και θεοτερπής η πολιτεία του Αγίου Διονυσίου. Δοξάζομεν τον Θεόν και ημείς οι σύγχρονοι μετά των προαπελθόντων πατέρων και αδελφών μας, γόνων της νήσου ταύτης, ο Οποίος τον ηξίωσε να καταστή τοιούτον εκμαγείον αγιότητος, τοιούτος υπογραμμός των πιστών, τοιούτος τύπος Αρχιερέων και Ποιμένων, το λογικόν ποίμνιον της Εκκλησίας εμπεπιστευμένων.
          Ας ενσκύψωμεν, αδελφοί, πατέρες και τέκνα, εις τον βίον και την πολιτείαν του Θεοφόρου ανδρός και ας μελετήσωμεν το πώς εφήρμοσεν εις την ζωήν του το Ευαγγέλιον· πώς το γράμμα του θείου νόμου το μετέτρεψεν εις έργον καθημερινόν· πώς ηγωνίσθη να κατανικήση τα συνήθη ανθρώπινα πάθη και να καλλιεργήση εις την θέσιν των τας θεοφιλείς αρετάς· πώς επολέμησε τον αρχαίον πτερνιστήν και εχθρόν της σωτηρίας του ανθρωπίνου γένους· πώς απεμώρανε και κατενίκησεν αυτόν· πώς συνεχρόνισε τα βήματά του με εκείνα των παλαιών Αγίων, των Αποστόλων, των Πατέρων, των Οσίων, των Ιεραρχών, των Ομολογητών, των Εγκρατευτών, των Διδασκάλων της Εκκλησίας· πώς επολιτεύθη ως μοναχός, ως ιερεύς, ως επίσκοπος και καθοδηγητής ψυχών διψώντων τον Κύριον· πώς ευηρέστησε τω Θεώ και ήλκυσε τον πλούτον της Χάριτός του.
          Οι βίοι των Αγίων αναμφιβόλως είναι το Ευαγγέλιον εν τη πράξει· ο νόμος του Θεού εφηρμοσμένος κατά το δυνατόν ανθρώποις. Είναι η φανέρωσις της βασιλείας, η φανέρωσις του αιωνίως ζώντος Χριστού εις τους ανθρώπους εκάστης εποχής. Το αυτό συμβαίνει και με τον βίον του Αγίου Διονυσίου. Ευτυχώς αι λεπτομέρειαι της θεοφιλούς πολιτείας του είναι κατά το δυνατόν γνωσταί. Οφείλομεν, λοιπόν, να ενσκύψωμεν και μελετήσωμεν τον βίον του διά να ίδωμεν τον Χριστόν φανερούμενον εν αυτώ. Ενταύθα και εις την Αίγιναν και απανταχού της γης όπου το όνομα του Αγίου ακούγεται και γνωρίζεται.
          Ο προστάτης Άγιος της Ζακύνθου φανερώνει εν εαυτώ τον Χριστόν· τον Θεόν της αγάπης και της συγγνώμης· του ελέους και της φιλανθρωπίας· της υπομονής και της ταπεινώσεως· τον Θεόν της αιωνίου ζωής και σωτηρίας. Ασφαλώς δεν επαρκεί η ώρα να ναφερθώμεν εκτενώς εις τον βίον του. Όμως η εορτή και πανήγυρις ας δώση εις όλους μας το έναυσμα και την ευκαιρίαν διά μίαν συστηματικήν, ψύχριαμον και μετ' εμβριθείας μελέτην αυτού. Αποτελεί και τούτο βασικήν συνισταμένην του εορτασμού του Αγίου.
          Προσευχή, μελέτη του βίου, προσκύνησις ευλαβής του σεπτού λειψάνου και της ιεράς εικόνος, άναμμα ενός κηρίου, καύσις ολίγου θυμιάματος, προσφορά ελαίου, νάματος, προσφόρου και άρτων, και, τέλος, η Θεία Λειτουργία με συμμετοχήν εις το Ποτήριον της Ζωής και ηλιτανευτική περιφορά του αυτόχθονος Αγίου ανά τας οδούς της Ζακύνθου, τας τόσον γνωρίμους εις αυτόν, είναι εν γενικαίς γραμμαίς ο εορτασμός του Αγίου. Βεβαίως την πανηγυρικήν ατμόσφαιραν θα φαιδρύνουν αι “φωτίες” και τα πυροτεχνήματα και οι “φιτιτόκες” και τα “μάσκουλα” και τα “σμπάρα” και πολύ περισσότερον οι μουσικοί παιανισμοί, και εν γένει τα τοπικά έθιμα. Όμως το κύριον βάρος δίδεται, και πρέπει πάντοτε να δίδεται εις τα πρώτα, τα απαραίτητα της νε πνεύματι και αληθεία λογικής των Ορθοδόξων λατρείας. Τα δεύτερα δυνάμεθα να τα κρατώμεν ως τον φαιδρόν διάκοσμον, το χρυσίζον πλαίσιον των πρώτων. Τοιουτοτρόπως και ταύτα αγιάζονται και περιχωρούνται εντός της πλατείας αγκάλης των ωραίων παραδόσεών μας.
          Ας καταστέψωμεν, αδελφοί και τέκνα, τον Άγιον Διονύσιον ασματικοίς εγκωμίοις, εκείνον τον φιλότιμον οικοδεσπότην, ο οποίος μας συνεκάλεσε εις εστίασιν πνευματικήν επί τη μετακομιδή του ιερού του λειψάνου· Αυτόν ο οποίος μας παρέθηκε Τράπεζαν με εδέσματα πνευματικά πλούσια: το ολοφώτεινον παράδειγμά του· την στίλβουσαν αρετήν του· την απαστράπτουσαν πολιτείαν του· την ένσωμον παρουσίαν του· τον πολυχεύμονα ποταμόν των θαυμάτων του· τας προς Θεόν πρεσβείας του· την παραμυθίαν των εν θλίψει και περιστάσει αδελφών μας· την ίασιν των ασθενούντων· την προστασίαν της πόλεως και νήσου του· την διάσωσιν των θαλαττευόντων τόσον εις την φυσικήν θάλασσαν όσον και εις το πολυτάραχον του βίου κλυδώνιον.
          Ο σημερινός εορτασμός συμπίπτει με την συμπλήρωσιν πεντηκονταετίας από τας σκληράς εκείνας ημέρας των φονικών και γενικώς καταστρεπτικών σεισμών του 1953. Είναι πανθομολογούμενον ότι εάν έλειπεν η βοήθεια και συναντίληψις του Αγίου, ο οποίος είναι πάντοτε ταχύς εις αντίληψιν και συμπαράστασιν προς τα κινδυνεύοντα και επικαλούμενα την βοήθειάν του τέκνα του, θα είχομεν θρηνήσει ακόμη περισσότερα θύματα. Ακόμη, εάν έλειπεν η προς τον Άγιον Διονύσιον εμπιστοσύνη των Ζακυνθίων και η μετ' αυτού αγαπητική σχέσις των, η οποία τους κάμνει να λέγουν “να δω από μακρία το καμπαναρίο τ' Αφεντός και να πεθάνω”, είναι αμφίβολον εάν θα υπήρχε το ψυχικόν σθένος να κτισθή εκ νέου η πόλις, ως και τα χωρία, και να κατοικηθούν και να σφύζουν σήμερον ζωής. Εκείνος παρεμύθησε το πένθος και την ορφάνιαν· εκείνος εσπόγγισε φιλαδέλφως το δάκρυ· εκείνος ενίσχυσε τον απηλπισμένον λαόν· εκείνος ανεπτέρωσε τας ελπίδας και έδωκε την δύναμιν διά νέα όνειρα, διά νέον “ξεκίνημα”, διά νέαν ζωήν. Σεισμόπληκτος και ο ίδιος με τον ναόν και το κωδωνοστάσιον κατακείμενον εις ερείπια διήλθεν ως σήμερον τας οδούς της κατεστραμμένης Ζακύνθου, τας πλήρεις ερειπίων και αίματος και δακρύων και σιωπής απογνώσεως και θανάτου, διακηρύττων διά του ιερού Λειψάνου του προς πάσαν κατεύθυνσιν: “Θαρσείτε, τέκνα! Είμαι και εγώ μεθ' υμών. Συναλγώ και συμπάσχω ως πατήρ και αδελφός υμών γνήσιος,. Έχετε πίστιν εις τον Θεόν τον εγείραντα τους νεκρούς και ανυψούντα από κοπρίας πένητας. Τον επιβλέποντα επί την γην και ποιούντα αυτήν τρέμειν. Δεν θα μας εγκαταλείψη. Θαρσείτε και μη παύεσθε προσευχόμενοι πρός Αυτόν: Σοι παρακατατιθέμεθα την ζωήν ημών άπασαν και την ελπίδα, Δέσποτα φιλάνθρωπε, και παρακαλούμεν Σε και δεόμεθα και ικετεύομεν”!
          Και ιδού σήμερον, μετά ήμισυν αιώνα, θάλλουσα και ευγμωμονούσα η εύανδρος πόλις και νήσος των Ζακυνθίων, ευγνωμόνω καρδία κλίνει γόνυ σώματος και ψυχής και ευχαριστεί τον ευεργέτην πολιούχον και δι' αυτού τον Σωτήρα Χριστόν, τον ιασάμενον τας πληγάς και παραμυθήσαντα τας καρδίας και καλύψαντα “το χάσμα π' άνοιξε ο σεισμός” με “άνθη” πλουσίας αγαθοδωρίας και πάσης ευλογίας.
          Χαρήτε, όθεν, Ιερώτατε αδελφέ άγιε Ζακύνθου, Εντιμότατοι Άρχοντες της νήσου και άπας ο ευσεβής των Ζακυνθίων λαός, την ευφρόσυνον ταύτην πανήγυριν, ομού μετά των πολυπληθών προσκυνητών, των συρρευσάντων εκ των τεσσάρων περάτων της γης. Απολαύσατε του συμποσίου τούτου της πίστεως εις τον Θεόν, τον θαυμαστόν εν τοις Αγίοις Αυτού.
          Προσωπικώς εκφράζομεν την βαθυτάτην μας συγκίνησιν διότι ηξιώθημεν να συνεορτάσωμεν μαζί σας, τη ευγενεί αδελφική προσκλήσει του ιερωτάτου ποιμενάρχου σας αδελφού αγίου Ζακύνθου, και να κομίσωμεν εις πάντας την ευχήν και τον εγκάρδιον ασπασμόν της εν Κωνσταντινουπόλει Μεγάλης του χριστού Εκκλησίας. Ευχαρίστως και όλη ψυχή απονέμομεν εις όλους σας την Πατριαρχικήν μας ευλογίαν και δεόμεθα του Αγίου Διονυσίου εν ενί μεθ' υμών στόματι και καρδία: Ενθεώτατε Ιεράρχα, Άγιε του Θεού Διονύσιε, μέμνησο των τιμώντων σου την μνήμην την ένδοξον και προσκυνούντων εν πίστει την του λειψάνου σου λάρνακα, αφ' ής αναβλύζεις τοις αιτούσιν ευρωστίαν και μέγα έλεος”. Αμήν.