e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 10 Δεκεμβρίου 2014

Η προσκυνηματική Επίσκεψη του Οικουμενικού Πατριάρχου στον Άγιο Σπυρίδωνα της Κέρκυρας

 Σήμερα το απομεσήμερο στην Κέρκυρα 
Φωτο-ανταπόκριση: π. Δημήτριος Κοσκινάς 
























ΛΟΓΟΣ ΕΙΣ ΤΗΝ ΥΠΟΔΟΧΗ ΤΗΣ Α.Θ.Π. ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ κ. κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΔΟΞΟΛΟΓΙΑ ΕΙΣ ΤΟ ΙΕΡΟΝ ΠΡΟΣΚΥΝΗΜΑ ΤΟΥ ΑΓΙΟΥ ΚΑΙ ΘΑΥΜΑΤΟΥΡΓΟΥ ΣΠΥΡΙΔΩΝΟΣ
(Κέρκυρα, 10 Δεκεμβρίου 2014)

Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

«Ἡ Κέρκυρα σήμερα λαμπρά λαμπρῶς ἑορτάζει» (Οἶκος τῆς ἑορτῆς τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος). Πενῆντα καί ἕνα χρόνια, μετά τήν ἱστορική ἐπίσκεψη τοῦ ἀπό Κερκύρας καί Ἀμερικῆς προκατόχου σας, τοῦ ὁραματιστῆ, ἡγετικοῦ καί ἀρχοντικοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου Ἀθηναγόρου τοῦ Πρώτου, ἡ νῆσος μας ἀξιοῦται τῆς σεπτῆς ὑμετέρας Πατριαρχικῆς ἐπισκέψεως, παρουσίας, εὐλογίας. Εἶναι μεγίστη ἡ τιμή γιά ὅλους μας, τόν Ἐπίσκοπο, τόν κλῆρο, τούς ἄρχοντες, τόν λαό τοῦ Θεοῦ. Εἶναι μεγίστη ἡ τιμή γιά τόν τόπο μας. Αὐτόν πού συνδέεται μέ τήν Βασιλίδα τῶν Πόλεων καί μέ τήν Μητέρα Ἐκκλησία διά πολλῶν δεσμῶν. Αὐτή εἶναι ἡ ὁποία μᾶς ἔδωσε τό ἐχέγγυον τῆς ἐκκλησιαστικότητος. Μᾶς συμπεριέλαβε στόν κατάλογο τῶν Ἐπισκοπῶν, μερίμνησε ἄχρι τῆς Ἑνώσεως τῶν Ἑπτανήσων μέ τό ἑλληνικό κράτος γιά τήν ἐκλογή τῶν Ἐπισκόπων, ὡς πνευματικῶν πατέρων, μᾶς γαλούχησε ἐν Χριστῷ. Καί ἐγγυήθηκε ὄχι μόνο τήν ἀποστολική διαδοχή, ἀλλά καί τήν διακράτηση τῆς ἀποστολικῆς πίστεως. Τήν αὐθεντικότητά της, ἰδιαιτέρως κατά τούς δυσκόλους χρόνους τῆς Ἐνετοκρατίας. Μᾶς κράτησε ὀρθοδόξους κατά τόν καιρό τοῦ ἀνελευθέρου παραπικρασμοῦ μας, δίδοντας τό μυστήριο τῆς ἱερωσύνης στούς κληρικούς μας, οἱ ὁποῖοι δέν εἶχαν ἐπισκόπους, ἀλλά μόνο προϊσταμένους-πρωτοπαπάδες. Ἐκεῖνοι ἦταν ὑπόλογοι ἔναντι τοῦ κράτους τῆς Βενετίας γιά τήν διοίκηση τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ἀλλά οὐδείς θά μποροῦσε νά χειροτονηθεῖ, ἐάν ἡ μέριμνα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας δέν ἔδινε ποιμένες στόν λαό τοῦ Θεοῦ, ἐάν ἡ ἀνύστακτος ἀγωνία τοῦ Φαναρίου δέν κρατοῦσε ζωντανές τίς ὀρθόδοξες κοινότητες τῶν νησιῶν μας.
Ἐκ τῆς Βασιλίδος τῶν Πόλεων καί ἐκ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου προέρχονται οἱ πολυτίμητοι θησαυροί τοῦ τόπου μας, οἱ προστάτες ἅγιοί μας. Σπυρίδων ὁ τῆς Τριμυθοῦντος ἐπίσκοπος, ὁ θαυματουργός, ὁ φέρων διά τῆς ἐν τῷ σώματι ἀφθαρσίας τόν τῦπον τῆς Ἀναστάσεως καί ὁ δειχθείς πύλη διά τῆς ὁποίας οἱ προπάτορές μας ἐσπούδασαν τήν σημασία τῆς πίστεως, τῆς ἀκεραίου καί ἀκαινοτομήτου, τόν σύνδεσμο τῆς ἀγάπης Θεοῦ καί ἀνθρώπου, ὁ ὁποῖος εἰς ἅπαντας μένει ἀδιαλώβητος ὡς παράδοση πνευματική, ἀλλά καί σέ σκεύη ἐκλογῆς -Κύριος οἶδεν γιά ποιούς ξεχωριστούς λόγους-  καί στόν τρόπο τοῦ σώματος. Θεοδώρα ἡ Αὐγούστα καί Ὁσία, ἡ αὐτοκράτειρα ἡ ὁποία προστάτευσε μέ προσωπικό τίμημα τήν Ὀρθοδοξία, ἀνεστήλωσε τίς ἱερές εἰκόνες καί μᾶς ἔδωσε τήν εὐκαιρία νά ἀναφωνοῦμε τό «τιμῶντες ἐν συγγραφαῖς, ἐν νοήμασιν, ἐν θυσίαις, ἐν ναοῖς, ἐν εἰκονίσμασιν» αὐτήν (Συνοδικόν τῆς Ὀρθοδοξίας). Μᾶς ἔδωσε τήν εὐκαιρία νά κατανοοῦμε πρακτικές πλευρές τῆς ἐν τῷ κόσμῳ ζωῆς μας, τήν ἀξία τῆς οἰκογενείας, τῆς ὑπομονῆς καί τῆς πραότητος ἐν αὐτῇ, τήν ἀξία τῆς ἀσκητικότητος καί τῆς ὑπακοῆς στό θέλημα τοῦ Θεοῦ, ἀκόμη κι ἄν αὐτό περνᾶ μέσα ἀπό τήν κάμινον τῆς δοκιμασίας. Ἴσως γι’  αὐτό καί ὁ Θεός τήν ἐθαυμάστωσεν, τηρῶντας καί τό δικό της σκῆνος ἀδιαλώβητον. Καί μᾶς συνδέουν ἐς ἀεί οἱ θησαυροί αὐτοί μέ τήν Κωνσταντινούπολι, μέ τήν Μητέρα Ἐκκλησία, διότι μᾶς ὑπενθυμίζουν τήν ἐκκλησιαστικήν μας πρωτεύουσα, ἀλλά κυρίως, τήν πνευματική μας τροφόν καί κιβωτόν, ἡ ὁποία μᾶς ἔδωσε καί μᾶς δίδει τήν χάριν καί τήν χαράν νά φιλοξενοῦμε ὁρατά της σημεῖα.     
Σᾶς ὑποδεχόμαστε λοιπόν σήμερα, Παναγιώτατε, ὡς τόν Πρῶτο τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Σέ μία ἐποχή κατά τήν ὁποία οἱ ἄνθρωποι, ἐπηρεασμένοι ἀπό τήν οἴηση τοῦ ὀρθολογισμοῦ, διακηρύσσουν ὅτι δέν θέλουν αὐθεντίες καί θεσμούς νά διαδραματίζουν σημαντικό ρόλο στήν ζωή τους, ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία στό πρόσωπο καί τόν θεσμικό ρόλο τῆς Σεπτῆς Ὑμετέρας Κορυφῆς δέν διαβλέπει ἁπλῶς τήν ἱστορική συνέχεια τῆς ἐμπειρίας καί τῆς διακονίας της, δηλαδή μία ἀνάμνηση ἀπό τό παρελθόν, ἀπαραίτητη γιά νά μήν ἀπολεσθῆ αὐτό στόν κυκεῶνα τῆς συγχύσεως.  Στό σεπτό Πρόσωπό Σας διαβλέπουμε τόν θεσμό ἐκεῖνον ὁ ὁποῖος ἀποτυπώνει τήν ἐλευθερία τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς, ἡ ὁποία κοινοποιεῖται ὡς πρότυπο στόν κόσμο. Διότι ἡ ἐλευθερία στήν Ἐκκλησία εἶναι ἄρρηκτα συνδεδεμένη μέ τήν ἀγάπη καί ὄχι μέ τόν καταναγκασμό. Καί ἡ ἀγάπη πηγάζει ἀπό τήν πατρότητα. Ὁ πατέρας ἀγαπᾶ τά τέκνα του ὄχι γιά νά τά ἐξουσιάζει, ἀλλά γιά νά τά καθοδηγεῖ στήν ἐλευθερία. Καί ὅταν αὐτά ἐνηλικιωθοῦν, μιμνήσκονται τῆς ἀγάπης καί τῆς δωρεᾶς τήν ὁποία ἔλαβον καί ὡς ἀντιπελάργωσι προσφέρουν στόν πατέρα τους ὄχι τόν φόβο καί τήν ὑποταγή, ἀλλά τήν εὐγνωμοσύνη καί τήν συμπόρευση στήν ὁδό τῆς κατά Θεόν προόδου. Ἄν γιά τούς ὀρθολογιστές ἀνθρώπους ἐλευθερία σημαίνει τό ἴδιον θέλημα, ἐνίοτε καί ἡ ἀταξία, γιά τήν Ἐκκλησία ἐλευθερία σημαίνει τάξη, σημαίνει ἱεραρχία, σημαίνει ὁδηγός καί σημεῖον ἀναφορᾶς. Καί ἅπαντα  λειτουργοῦν μέ γνώμονα τήν πατρότητα. Ἐμεῖς λοιπόν σήμερα, καίτοι ἐνηλικιωθέντες καί ἀνήκοντες εἰς τήν θυγατέρα τῆς Μητρός Ἐκκλησίας Ἁγιωτάτην Ἐκκλησίαν τῆς Ἑλλάδος Σᾶς ὑποδεχόμαστε ὡς τόν Πατέρα καί Πρῶτο συμπάσης τῆς Ὀρθοδοξίας, γιά νά σᾶς δηλώσουμε ὅτι δέν εἴμεθα ἐπιλήσμονες τοῦ χρέους τῆς ἀγάπης. Δέν εἴμεθα οἱ νεώτεροι υἱοί οἱ ὁποῖοι ἀποδημοῦμε «εἰς χώραν μακράν» (Λουκ. 15,13), ἀλλά ἐργαζώμεθα ἀόκνως, φυλάττοντας ὡς πολύτιμον πνευματικήν παρακαταθήκην ὅ,τι διδαχθήκαμε καί ὄντας ἕτοιμοι νά προσφέρουμε στόν Πατέρα τήν χαρά τοῦ νά βλέπει τά τέκνα του νά προοδεύουν καί νά διατηροῦν ἄσβεστον τήν λυχνίαν τῆς πίστεως, τῆς διακονίας, τῆς ἐκκλησιαστικότητος, τοῦ ὀρθοδόξου φρονήματος, τοῦ διαλόγου μέ τόν κόσμο, τοῦ φρονήματος τῆς παγκοσμιότητος τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία ἐργάζεται «ἵνα ὦσιν πάντες ἕν» (Ἰωάν. 17,21).
Σᾶς ὑποδεχόμαστε σήμερα, Παναγιώτατε, ὡς τήν κατεξοχήν πνευματική αὐθεντία τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας. Τόσο Ἐσεῖς, ὅσο καί οἱ περί Ὑμᾶς, Πατριάρχες, Προκαθήμενοι καί συνεπίσκοποι ἐγγυώμαστε τήν συνέχεια καί τήν ἀκρίβεια τῆς πίστεως καί τῶν κανόνων οἱ ὁποῖοι τήν διέπουν, ἐμπνέοντας τόν λαό νά παραμείνει ἀκέραιος καί ἀκαινοτόμητος ὡς πρός τήν πίστι. Στόν ἀγώνα αὐτό ὅμως ἡ Ἐκκλησία δέν μπορεῖ νά παραμείνει κλεισμένη στον ἑαυτό της. Ὁ Πρῶτος τῆς Ἐκκλησίας φέρει τήν ἱστορική εὐθύνη νά καταδείξει ὅτι ἡ Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία εἶναι τό σῶμα τοῦ Χριστοῦ στό ὁποῖο ἅπαντες χωροῦσι «ἐν Πνεύματι καί Ἀληθείᾳ» (Ἰωάν. 4,24). Καί εἶναι ὁ χρόνος  στόν ὁποῖο ζοῦμε «καιρός εὐπρόσδεκτος» (Β’ Κορ. 6,4) γι’ αὐτόν τόν ἀγώνα νά ξεπεράσουμε νοοτροπίες οἱ ὁποῖες τονίζουν τό μέρος καί ἀδιαφοροῦν γιά τό ὅλον, δηλαδή γιά τήν οἰκουμενική ἀποστολή καί ἀντίληψη τῆς Ὀρθοδόξου Πίστεως. Ἡ ἀποστολή αὐτή ἀκολουθεῖ ὁδόν σταυροῦ. Θέλουμε νά  ἐπιτρέψετε σέ ἐμᾶς ἐδῶ, οἱ ὁποῖοι ζοῦμε σέ ἕναν τόπο ὅπου ἡ ἱστορική ἀνάγκη καθιστᾶ ἑκούσια ἐπιλογή τήν συνύπαρξη τῶν θρησκευτικῶν κοινοτήτων, νά φανοῦμε συγκυρηναῖοι στόν κόπο Σας, ταπεινοί συμπαραστάτες στήν φιλαδελφία καί τήν ἀγάπη, στό ἀνοικτό πνεῦμα καί στήν εὐθύνη ἔναντι τοῦ σώματος τοῦ Χριστοῦ.   
Σᾶς ὑποδεχόμαστε σήμερα, Παναγιώτατε, μέ θαυμασμό γιά τό Σεπτό Πρόσωπόν Σας, γιά τήν ἀκάματον πορεία σας νά δείξετε ἀπανταχοῦ τῆς γῆς τί σημαίνει Ὀρθοδοξία, σέ ἕναν κόσμο συγχύσεως, ἀπομακρύνσεως ἀπό τήν ἀλήθεια τοῦ Εὐαγγελίου, ἀδιαφορίας γιά τόν Χριστό. Τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐτόλμησε, πρωτοπορῶντας, νά θέσει τά σύγχρονα προβλήματα τά ὁποῖα ἀντιμετωπίζει ἡ οἰκουμένη ὑπό τό πρῖσμα καί τήν προοπτική τῆς ὀρθοδόξου χριστιανικῆς παραδόσεως. Ἔδειξε ὅτι ἡ ρίζα τοῦ οἰκολογικοῦ προβλήματος εἶναι ἡ ἐγωκεντρική ἁμαρτία καί ἀπληστία, ἡ ὁποία ὁδηγεῖ τόν ἄνθρωπο νά μήν σέβεται τήν κτίση, διότι δέν ἔχει κοινωνία μέ τόν Κτίσαντα. Ἔδειξε ὅτι ἡ Εὐρώπη δέν μπορεῖ νά ἐργαστεῖ γιά ἕναν δικαιότερο κόσμο ἐάν λειτουργεῖ ὡς συνασπισμός συμφερόντων, ἀλλά χρειάζεται νά καλλιεργήσει το ἦθος τῆς χριστιανικῆς ἀγάπης, τῆς μέριμνας γιά τούς ἀσθενέστερους, τῆς συμπαραστάσεως στόν κάθε ἄνθρωπο, ὡς εἰκόνα τοῦ Θεοῦ. Ἔδειξε ὅτι ὁ κόσμος δέν θά πορευθεῖ πρός τήν ἀληθινή πρόοδο, ἐάν δέν ἀποξηράνει τίς ρίζες τοῦ πολέμου καί τοῦ σπαραγμοῦ, οἱ ὁποῖες τρέφονται ἀπό τήν ἀπουσία τῆς ἀγάπης, ἀπό τήν διάσπαση τήν προκαλούμενη ἐκ τοῦ φανατισμοῦ, τόσο τοῦ θρησκευτικοῦ ὅσο καί κάθε ἄλλης μορφῆς, ἀπό τήν ἀδυναμία τῶν ἀνθρώπων νά διαλεχθοῦν καί νά συνυπάρξουν. Καί ἰδίως Ἐσεῖς, Παναγιώτατε, ἀόκνως ἐργαζόμενος φέρατε αὐτά τά μηνύματα. Ἐνίοτε εἰς ὦτα μή ἀκουόντων. Τήν  ἴδια στιγμή ὅμως δείξατε ὅτι ἡ Ὀρθοδοξία, χάρις στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο, τό ὁποῖο διέσωσε τό ἦθος τῆς ἀγάπης τῶν ἁγίων μας, παραμένει μοναδική πνευματική παρακαταθήκη καί ἐφεδρεία. Ἐάν ἡ Εὐρώπη καί ὁ κόσμος στηριχτοῦν στό  ὀρθόδοξο ἦθος, θά μπορέσουν νά ζήσουν ἀληθινά. Γνωρίζουμε ὅτι πολλοί, ἀκόμη καί ἐντός τῶν τειχῶν, ἔχουν τήν ἐντύπωση ὅτι ἡ Ἐκκλησία λειτουργεῖ μόνο ἐσχατολογικά καί μεταφυσικά. Ἡ Ὀρθοδοξία ὅμως πάντοτε καί σήμερα, χάρις καί στήν πεπνυμένη καθοδήγησή Σας, μαρτυρεῖ γιά τήν ἐσχατολογική δωρεά ἡ ὁποία γίνεται παρόν, δίδεται ὡς ἀγάπη καί παρά Θεοῦ ἐνίσχυση στόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος ἀγωνίζεται ἐν τῷ νῦν αἰῶνι νά ἐφαρμόσει τίς ἐντολές τοῦ Εὐαγγελίου, μέ μείζονα αὐτῆς τῆς ἀγάπης, διότι δέν εἶναι ἀρκετό νά σωθεῖ κάποιος μόνος του, ἀλλά καλεῖται νά συναντᾶ τόν πλησίον του στήν ὁδό τῆς Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Καί ἡ διακονία γίνεται τοιουτοτρόπως ἦθος, τό ὁποῖο μπορεῖ νά μεταμορφώσει τό ἱστορικό παρόν.    
Σᾶς ὑποδέχεται σήμερα, Παναγιώτατε, ἕνας τόπος φιλόξενος καί ἀρχοντικός. Μέ πολιτισμό καί παράδοση, στοιχεῖα τά ὁποῖα συναντοῦν τήν εὐαισθησία τοῦ ἀνθρώπου καί τό φῶς τῆς χριστιανικῆς πίστεως. Βρισκόμαστε στό δυτικό ἄκρο τῆς Ἑλλάδος. Εἴμαστε ὁ τελευταῖος σταθμός πρίν τήν καθαυτό Δύση. Ἐδῶ ἔχει γίνει ἕνας γόνιμος συνδυασμός τῆς μουσικῆς τῆς Δύσεως μέ τήν παράδοση τῆς καθ’  ἡμᾶς Ἁνατολῆς. Τῆς ἀρχιτεκτονικῆς τῆς Δύσεως μέ τίς λατρευτικές συνήθειες τῆς Ἀνατολῆς. Τῆς μεταβυζαντινῆς εἰκονογραφήσεως, ἡ ὁποία ἐξανθρωπίζει τίς μορφές καί τίς ἐντάσσει στήν φυσικότητα καί τό χρῶμα τοῦ τοπίου, χωρίς νά λησμονεῖ τίς ρίζες. Τοῦ ἐνδιαφέροντος γιά τά κοινά καί τήν πολιτική, τῆς προοδευτικῆς μαχητικότητος καί τῆς δίψας γιά ἐλευθερία. Πρωτίστως ὅμως εἶναι ἕνας τόπος στόν ὁποῖο κέντρο καί σημεῖο ἀναφορᾶς εἶναι οἱ Ἅγιοί μας. Οἱ ἄνθρωποι φέρουν τά ὀνόματα τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος, τῆς Ἁγίας Θεοδώρας, τῆς Ἁγίας Κερκύρας, τοῦ Ἁγίου Ἀρσενίου, τῶν Ἁγίων Ἱάσονος καί Σωσιπάτρου καί τήν ἴδια στιγμή νιώθουν αὐτήν τήν οἰκειότητα μαζί τους. Οἱ Ἄγιοι εἶναι οἱ προστάτες μας, οἱ γέφυρες μέ τόν οὐρανό καί τήν ἴδια στιγμή ἐκεῖνοι οἱ ὁποῖοι δίνουν νόημα στόν χρόνο μας, μέ τίς γιορτές, τίς λιτανεῖες, τούς ναούς τους. Ἤρθατε σέ ἕναν τόπο στόν ὁποῖο τά ἔθιμα καί οἱ παραδόσεις μας παραμένουν κραταιά στοιχεῖα, ὄχι ἁπλῶς κατάλοιπα τοῦ παρελθόντος, σύνδεσμοι νεωτέρων  καί μεγαλυτέρων μέ τήν Ὀρθοδοξία. Πολλά ἐξ αὐτῶν ἔχουν τήν ἀφετηρία τους στήν Κωνσταντινούπολη, στήν Βασιλίδα τῶν Πόλεων. Καί γι’ αὐτό ἤρθατε σέ ἕναν τόπο ὁ ὁποῖος μπορεῖ ἐξωτερικά νά μήν φαίνεται συνδεδεμένος μέ τό Βυζάντιο, ὅποιος ὅμως τόν ζήσει καταλαβαίνει ὅτι ἀναπνέει βυζαντινά, ἀναπνέει ὀρθόδοξα, ἀναπνέει ἑλληνικά.
Σᾶς ὑποδέχεται, Παναγιώτατε, μία Ἐκκλησία ἡ ὁποία σέ μία περίοδο μεγάλης κρίσεως ἀγωνίζεται νά κρατήσει ζωντανό τό ὀρθόδοξο ἦθος. Κοντά στόν ἄνθρωπο ὁ ὁποῖος δοκιμάζεται. Χωρίς ἀποκλεισμούς, χωρίς φανατισμό, χωρίς ἀκρότητες. Μέ ἀνθρώπους οἱ ὁποῖοι ἐμπιστεύονται τά καλέσματα τῆς Ἑκκλησίας, διακονοῦν, στηρίζουν, κάνουν τόν πόνο τοῦ ἄλλου δικό τους. Μέ ἕναν κλῆρο ὁ ὁποῖος διατηρεῖ ἄσβεστη τήν φλόγα τῆς πίστεως, θέλει ἡ Ἐκκλησία νά δίνει μαρτυρία δυναμική, ἀγκαλιάζει τόν ἐπανευαγγελισμό τοῦ λαοῦ. Μέ μοναστήρια συνήθως μικρά σέ δύναμη, ἀλλά πνευματικούς φάρους σέ ὅ,τι ἀφορᾶ στήν ἀγάπη γιά τόν Θεό, καταφύγια τῶν ἀνθρώπων οἱ ὁποῖοι θέλουν νά λατρεύσουν τόν Κύριό μας, νά ἀκούσουν ἕναν λόγο πνευματικό καί νά βιώσουν τήν θέρμη τῆς φιλοξενίας. Μέ ἄρχοντες οἱ ὁποῖοι ἐπειδή κατανοοῦν ὅτι χωρίς τήν Ἐκκλησία ὁ τόπος δέν μπορεῖ νά προχωρήσει,  συμπαρίστανται μέ τόν τρόπο τους, ἀναδεικνύοντας μία εὐλογημένη ἑνότητα καί ὁμόνοια. Μέ σχολεῖα καί Πανεπιστήμιο, τά ὁποῖα γίνονται κυψέλες μορφώσεως, προβληματισμοῦ καί καλλιέργειας τοῦ νοῦ. Σᾶς ὑποδέχεται, τελικά,  ἕνας τόπος στόν ὁποῖο, παρά τά ὅποια προβλήματα ἠθικά καί πνευματικά, ὁ τουρισμός γέννησε καί κρατᾶ ζωντανή τήν φλόγα τῆς συναντήσεως ἀνθρώπων διαφορετικῆς προελεύσεως, διαφορετικῶν πνευματικῶν καί κοινωνικῶν καταβολῶν, ἀλλά τήν ἴδια στιγμή εὐαίσθητων, χαρούμενων, ἕτοιμων νά καταστήσουν τήν ξένη γῆ πατρίδα τους. Σᾶς ὑποδέχεται ἕνας τόπος καί μία Ἐκκλησία ἀνοιχτοί στά δεδομένα τῆς σύγχρονης πραγματικότητας, ὅπου δεσπόζει ἡ δίψα γιά ἀλήθεια καί ἐλευθερία.
Σᾶς ὑποδέχεται ὅμως καί ὁ ταπεινός Ἐπίσκοπος τοῦ τόπου, ὁ ὁποῖος διασώζει στήν μνήμη του τήν προσωπική Σας γνωριμία, ἀπό τά χρόνια τῆς Ἀρχιερατείας Σας ὡς Μητροπολίτου Φιλαδελφίας, ὅταν ἐκεῖνος διακονοῦσε στόν Βόλο κοντά στόν πληθωρικό καί δυναμικό τότε Μητροπολίτη Δημητριάδος καί μετέπειτα Ἀρχιεπίσκοπο Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κυρό Χριστόδουλο. Αὐτός ὁ Ἐπίσκοπος διέσωζε καί διασώζει στήν μνήμη καί τήν καρδιά του τήν ἀρχοντιά Σας, τήν μόρφωσή Σας, τήν δωρικότητα στήν ἔκφραση, ἀλλά καί τήν σοφία, τήν γνώση, τήν εὐγένεια, τήν ἐμβέλεια τοῦ ὁραματισμοῦ Σας. Καί εἶναι τιμή γιά τόν ταπεινό Ἐπίσκοπο νά Σᾶς ὑποδέχεται ὡς πατέρας καί ποιμένας τῆς τοπικῆς Ἐκκλησίας, ὡς ἐκφραστής τῶν αἰσθημάτων ἀγάπης κλήρου, ἀρχόντων καί λαοῦ καί τήν ἴδια στιγμή ὡς  οἰκεῖος Σας. Ὡς ταπεινός συνοδοιπόρος, εἰλικρινής συνομιλητής καί κοινωνός τῆς πίστεως, τῆς ἐλπίδος καί τῆς κατά Θεόν ἀγάπης.
Μαζί μέ Σᾶς, Παναγιώτατε, ὑποδεχόμαστε τήν τετιμημένην συνοδεία Σας, τούς ἀδελφούς καί συλλειτουργούς Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας Ἴμβρου καί Τενέδου κ. Κύριλλον καί Λέρου, Καλύμνου καί Ἀστυπαλαίας κ. Παΐσιον, τούς Πανοσιολογιωτάτους, Αἰδεσιμολογιωτάτους, Ἱερολογιω-τάτους, Ἐντιμολογιωτάτους καί Ἐντιμοτάτους πατέρας καί συνεργάτας Σας, τούς ὁποίους καλωσορίζουμε φιλαδέλφως καί ἐγκαρδίως. Ὑποδεχόμεθα ὅμως καί τούς λίαν ἀγαπητούς ἀδελφούς καί συλλειτουργούς, Σεβασμιωτάτους Μητροπολίτας Ἰωαννίνων κ. Μάξιμον, ἐκπρόσωπον τῆς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἱεραρχίας τῆς Ἑκκλησίας τῆς Ἑλλάδος καί μεταφέροντα τήν ἀγάπη καί τίς εὐχές τοῦ  Μακαριωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Ἀθηνῶν καί πάσης Ἑλλάδος κ. κ. Ἱερωνύμου καί τῶν Συνοδικῶν Ἁρχιερέων, οἱ ὁποῖοι ἀσμένως καί ἐν ἀγάπῃ πολλῇ ἀπεδέχθησαν τό αἴτημά μας νά  πραγματοποιηθῆ αὐτή ἡ εὐλογητή ἐπίσκεψη, Δωδώνης κ. Χρυσόστομον, Λευκάδος καί Ἰθάκης κ. Θεόφιλον, Ζακύνθου κ. Διονύσιον καί Νικοπόλεως καί Πρεβέζης κ. Χρυσόστομον, καθώς καί τόν πρωτοσύγκελλον τῆς Ἱερᾶς Μητροπόλεως Κεφαλληνίας, ἐκπροσωποῦντα τόν πολίον Μητροπολίτην κ. Σπυρίδωνα,  οἱ ὁποῖοι συμμετέχουν στήν χαρά τῆς τοπικῆς μας Ἐκκλησίας.
Καλῶς ὁρίσατε, Παναγιώτατε! Ἐπίσκοπος, ἄρχοντες, κλῆρος καί λαός Σᾶς ἀνοίγουμε τήν καρδιά μας καί Σᾶς παρακαλοῦμε νά μᾶς εὐλογήσετε! Νά μᾶς δώσετε δύναμη! Νά προεξάρχετε τῆς πανηγύρεως τοῦ Ἁγίου μας!  Νά αἰσθανθεῖτε τήν Κέρκυρα σπίτι Σας! Καί νά δέεσθε πρός τόν Οἰκτίρμονα Κύριο γιά ὅλους ἐμᾶς! Εἴησαν πλεῖστα τά ἔτη Σας, γέμοντα χαρᾶς, ὑγείας καί ἐλπίδος διά σύμπασαν τήν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν καί τήν οἰκουμένην!   Ὡς εὖ παρέστητε!    






Ὁμιλία
τῆς Α.Θ.Παναγιότητος 
τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου
κατὰ τὴν Δοξολογίαν
ἐν τῷ Ἱερῷ Προσκυνηματικῷ Ναῷ
τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος Κερκύρας
(10 Δεκεμβρίου 2014)

Ἱερώτατε ἀδελφὲ καὶ συλλειτουργὲ τῆς ἡμῶν Μετριότητος Μητροπολῖτα Κερκύρας καὶ Παξῶν κύριε Νεκτάριε,
Προσφιλέστατοι ἅγιοι ἀδελφοὶ Ἱεράρχαι,
Ἐντιμότατε κύριοι Δήμαρχε καὶ Δημοτικοὶ Σύμβουλοι τοῦ Δήμου Κερκυραίων,
Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν τοπικῶν ἀρχῶν,
Τίμιον πρεσβυτέριον, προσφιλὴς ἐν Χριστῷ διακονία, τέκνα  ἐν τῷ Κυρίῳ ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστῷ λίαν ἀγαπητά,

Προερχόμενοι ἀπὸ τοὺς ἱεροὺς ἐκείνους χώρους τῆς καθ᾿ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, τοὺς χώρους τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων τῆς  Μιᾶς καὶ Ἀδιαιρέτου Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας, εἰς τὴν πρώτην τῶν ὁποίων ἐν Νικαίᾳ, τὴν καθιερώσασαν τὸ Σύμβολον τῆς Πίστεως,  ὑπέρμαχος ἀνεδείχθη ὁ πολιοῦχος καὶ κηδεμών τῆς εὐλογημένης νήσου σας Ἅγιος Σπυρίδων, χάριτας καὶ εὐχαριστίαν πολλὴν ὀφείλομεν εἰς τὸν Παντοκράτορα Κύριον, ὁ Ὁποῖος μᾶς ἀξιώνει νὰ εὑρισκώμεθα σήμερον ὑπὸ τοὺς θόλους τοῦ πανσέπτου τούτου Ἱεροῦ Ναοῦ του, τῆς Ἑπτανησιακῆς αὐτῆς Βασιλικῆς, ὅπου ἀπὸ τὸ 1589 μέχρι σήμερον ἀνελλιπῶς ἱερουργεῖται τὸ μυστήριον τῆς Θείας Εὐχαριστίας, τὸ μυστήριον τῆς ἐν Χριστῷ καινῆς ζωῆς, διὰ τοῦ ὁποίου ἁγιάζεται καὶ ὁ χῶρος καὶ ὅλαι αἱ διαδραμοῦσαι γενεαὶ τῶν πατέρων μας Κερκυραίων καὶ Ἑπτανησιωτῶν. Αὐτὸ εἶναι τὸ βιωματικὸν μυστήριον τῆς σοφίας τοῦ Θεοῦ. Διότι «οὐδὲν αἰσθητὸν παρέδωκεν ἡμῖν ὁ Χριστός• ἀλλ᾿ ἐν αἰσθητοῖς μὲν πράγμασι, πάντα δὲ νοητὰ» (Ἱεροῦ Χρυσοστόμου, εἰς Ματθαῖον ΠΒ΄, P.G. 58, 743).

Ἱερώτατε ἅγιε ἀδελφὲ καὶ εὐλογημένε Ποιμενάρχα τῆς Θεολέκτου ταύτης Ποίμνης καὶ Νήσου κύριε Νεκτάριε, 

Εὑρισκόμενοι εἰς τὸν ἱερὸν αὐτὸν Ναόν, ὅπου διὰ τῶν ὁρατῶν καὶ ἁπτῶν καὶ διὰ τοῦ ἀεὶ θαυματουργοῦντος ἱεροῦ λειψάνου τοῦ Ἁγίου Σπυρίδωνος ἱερουργοῦνται τὰ ἱερώτατα καὶ τελειότατα τῆς σωτηρίας ἡμῶν μυστήρια, ἐκφράζομεν ἅπαξ ἔτι πρὸς τὴν ὑμετέραν Ἱερότητα καὶ πρὸς τὸν λαόν σας τὰς θερμὰς εὐχαριστίας τῆς ἡμετέρας Μετριότητος προσωπικῶς διὰ τὴν παλλαϊκὴν ὑποδοχὴν καὶ διὰ τὰ μόλις ὑπὸ τῆς ἀγάπης σας διὰ ζώσης καὶ διὰ τῶν ἀλαλήτων στεναγμῶν τῶν παρόντων καὶ τῶν ἀπόντων, τῶν ἐν «σκηνῇ Κυρίου» προσμενουσῶν κρίσιν καὶ ἀνάστασιν γενεῶν τῆς Κερκύρας καὶ τῆς Ἑπτανήσου,  διατρανωθέντα αἰσθήματα σεβασμοῦ, τιμῆς καὶ ἀφωσιωμένης στοργῆς πρὸς τὴν Μητέρα Ἐκκλησίαν τῆς Κωνσταντινουπόλεως, τὸν ὀφθαλμὸν τῆς οἰκουμένης. Ὁμολογοῦμεν ὅτι συγκινούμεθα καὶ ἐνισχυόμεθα καὶ ἀπὸ τὸν ἱερὸν χῶρον ἀλλὰ καὶ ἀπὸ τὴν «ζῶσαν σκηνήν», ὅλους ἐσᾶς, ἀγαπητοὶ πατέρες, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα.

Εἰς τὸ σημεῖον ἀκριβῶς τοῦτο διὰ τὸν Οἰκουμενικὸν Πατριάρχην, τὸν τηρητὴν τῆς παρακαταθήκης τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἰδιαιτέραν συγκίνησιν προκαλεῖ τὸ γεγονὸς ὅτι οἱ Ἑπτανήσιοι ὑπήρξατε ἱερὸν αὐτῆς μέλημα καὶ ἀγλάϊσμα, διὸ καὶ ἠγωνίσθητε σθεναρῶς ὑπὲρ πίστεως καὶ πατρίδος ὑπὸ τὴν σοφὴν καὶ συνετὴν καὶ σθεναρὰν καὶ ὑπομονετικὴν καθοδήγησιν φωτεινῶν Ἱεραρχῶν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου εἰς καιροὺς χαλεπούς, ὅταν «λαοὶ πόρρωθεν ἰταμοὶ καὶ ἀνελέητοι ἀνέβησαν ὡς λέοντες ἐκ τῆς μάνδρας αὐτῶν, ἐξῆλθον ἐκ τοῦ τόπου αὐτῶν ἐξολοθρεύοντες ἔθνη, τιθέντες τὴν γῆν εἰς ἐρήμωσιν καὶ πόλεις καθαιροῦντες». Ἡ Ὀρθόδοξος ὅμως πίστις σας, ἀδελφοὶ Κερκυραῖοι καὶ Ἑπτανήσιοι, καὶ ἡ θυσιαστικὴ μέριμνα καὶ κενωτικὴ προσφορὰ τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διὰ τὸν εὐλογημένον λαόν, ἐπέσπασαν τὸ Ἔλεος τοῦ Θεοῦ καὶ ἐβρόντησεν ἐξ οὐρανοῦ ὁ Κύριος καὶ ὁ Ὕψιστος ἔδωκε φωνὴν Αὐτοῦ, ὥστε ἡ Ὀρθόδοξος παρακαταθήκη καὶ ζωὴ νὰ λάμπῃ μέχρι σήμερον ἐν Ἑπτανήσῳ καὶ νὰ φωτίζῃ τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς μακράν. 

Ὀφείλομεν, λοιπόν, οἱ πάντες ὄχι μόνον τὸ εὖ ζῆν, ἀλλὰ καὶ τὸ κατὰ χάριν ζῆν, εἰς τὴν θυσιαστικὴν προσφορὰν τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ ὑπὲρ τοῦ Ὀρθοδόξου Ἑπτανησιακοῦ Λαοῦ, ὡς ἔγραφεν ὁ «Ἔξαρχος τῆς ἐν Ἑπτανήσῳ Ἐκκλησίας Μητροπολίτης Κερκύρας Χωρίου Ἀθανάσιος» πρὸς τὸν ἐκ τῶν προκατόχων ἡμῶν Πατριάρχην Σωφρόνιον (Ἰούλιος 1866).

Ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως, κενουμένη ἐσαεὶ καὶ ἀποψιλουμένη καὶ περιοριζομένη συνεχῶς «ἐντὸς τῶν τειχῶν», «οἷα κοινὴ μήτηρ καὶ προστάτις ὑπέρμαχος» ἀπέβλεψε καὶ ἀποβλέπει πάντοτε εἰς τὸ εὐρύτερον πανορθόδοξον συμφέρον. Ὡς πρὸς τὴν περίπτωσίν σας, ἀδελφοί, παραλείποντες τὰ πολλὰ ὑπὸ τῆς ἀψευδοῦς ἱστορίας μαρτυρούμενα, μνημονεύομεν μόνον ὅτι ὅταν τὸ Ἰόνιον Κράτος ἐτέλει ὑπὸ τὴν Μεγάλην Βρεταννίαν, «προνοίᾳ ἐκκλησιαστικῇ» τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου «εἰσήχθη ἐν ταῖς θεοσώστοις ταύταις Ἐπαρχίαις τῆς Ἑπτανήσου εὔρυθμος ὅσον ἐνῆν ἐκκλησιαστικὴ κυβέρνησις ὑπὸ τὴν περιοδικὴν διαδοχικὴν ἐξαρχίαν ἑνὸς τῶν τεσσάρων αὐτῶν Μητροπολιτῶν, χειροτονηθέντων τότε διὰ Πατριαρχικῶν ἐκδόσεων τοῦ ἐν Πατριάρχαις κυροῦ Ἀνθίμου». Ἂς μὴ λησμονῶμεν, λοιπόν, τὴν προσφορὰν ταύτην οἱ πάντες, οἱ ἐγγὺς καὶ οἱ μακράν, καὶ ἂς «μὴ λακτίζωμεν πρὸς κέντρα».

Καὶ περαιτέρω, ὅτε ἦλθε τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου καὶ τῶν καιρῶν, καὶ πάλιν ἡ Ἐκκλησία Κωνσταντινουπόλεως «προνοίᾳ ἀξιοχρέῳ καὶ φιλοτιμίᾳ κεκινημένη καὶ πάντα πρὸς οἰκοδομήν, κατὰ τὴν ἀποστολικὴν ἐντολήν, διαπράττουσα» ἀπέβλεψεν εὐμενῶς καὶ ἀπεδέξατο «κοινῇ Συνοδικῇ γνώμῃ» τὴν κοινὴν αἴτησιν «τῶν κατὰ τὴν Ἰονικὴν Ἑπτάνησον Ἁγιωτάτων Ἐπαρχιῶν, ἤτοι τῆς Κερκύρας, τῆς Κεφαλληνίας, τῆς Ζακύνθου, τῆς Λευκάδος καὶ Ἁγίας Μαύρας τῆς Ἀρχιεπισκοπῆς Κυθήρων καὶ τῶν Ἐπισκοπῶν Ἰθάκης, ὑποκειμένης τῇ Μητροπόλει Κεφαλληνίας, καὶ Παξῶν, τῇ τῆς Κερκύρας, ἀνέκαθεν ὑποτελουσῶν τῷ Ἁγιωτάτῳ Ἀποστολικῷ καὶ Πατριαρχικῷ Οἰκουμενικῷ Θρόνῳ» καὶ ἐχειραφέτησε τὰς ἐκκλησιαστικὰς ταύτας Ἐπαρχίας καὶ συνήνωσε καὶ συνῆψεν αὐτὰς τῇ Ὀρθοδόξῳ Αὐτοκεφάλῳ Ἐκκλησίᾳ τῆς Ἑλλάδος» (Πατριαρχικὴ καὶ Συνοδικὴ Πρᾶξις ἀπὸ Ἰουλίου 1866, Κῶδιξ Α 22, σσ. 474-475). 

Ἱερώτατοι ἅγιοι ἀδελφοὶ καὶ τιμιώτατοι πατέρες καὶ ἠγαπημένα τέκνα,

Αὐτὴ εἶναι ἡ ἱστορικὴ μαρτυρία τὴν ὁποίαν γνωρίζετε, τὴν ὁποίαν σᾶς κομίζομεν καὶ σήμερον καὶ ἡ ὁποία εἶναι τόσον εὔγλωττος, ὥστε πᾶς λόγος νὰ εἶναι περιττός. Ἄλλωστε, ἡ ἀγάπη τοῦ Χριστοῦ καὶ ἡ γενεαλογικὴ ταυτότης, ἰδιαιτέρως ὅμως ἡ Ὀρθόδοξος πίστις μας καὶ ἡ μετάληψις ἐκ τοῦ Ἑνὸς Ποτηρίου τοῦ Σώματος καὶ τοῦ Αἵματος τοῦ Κυρίου, ἀποτελοῦν τὸ ἀσφαλέστερον ἐχέγγυον, πέραν τῆς οἱασδήποτε μαρτυρουμένης προσφορᾶς, ἐκκλησιαστικῆς ἢ πνευματικῆς ἢ ἠθικῆς ἢ συμβολῆς εἰς ὑπέρβασιν ἀγώνων, κρίσεων, δυσχερειῶν τοῦ παρελθόντος. 

Ἀξίαν διὰ τὸν Θεὸν ἔχει τὸ πρόσωπον τοῦ ἀνθρώπου, τὸ ὁποῖον θὰ πρέπει νὰ ἀξιώνεται νὰ ὁμολογῇ ἀκατακρίτως: «εἷς ἅγιος, εἷς Κύριος, Ἰησοῦς Χριστός, εἰς δόξαν Θεοῦ Πατρός».

Διὰ τοῦτο τὸ νόημα καὶ τὸ μήνυμα συνάξεων ἀλλὰ καὶ ἀναπολήσεως τῆς μεμαρτυρημένης ἀληθείας τοῦ ἀναλλοιώτου συνδέσμου μεταξὺ Μητρὸς Ἐκκλησίας καὶ Ἑπτανήσου, ὡς πράττομεν κατὰ τὴν παροῦσαν δοξολογικὴν ἀναφοράν, δὲν περιορίζονται μόνον εἰς τὴν συγκίνησιν καὶ τὴν χαρὰν τῆς μετ᾿ ἀλλήλων, πρόσωπον πρὸς πρόσωπον, κοινωνίας. Ἀποτελεῖ καὶ τὸ χθές, καὶ τὸ νῦν, ἀλλὰ καὶ τὸ ἀεὶ τοῦ συνδέσμου καὶ τῆς σχέσεως ταύτης. Βιοῦμεν τὰ παρελθόντα καὶ ὁμολογοῦμεν τὰ παρόντα ἐν συναλληλίᾳ, ἐν ἀγάπῃ, ἐν εὐχαριστίᾳ, ἐν πρᾳότητι. Βιοῦμεν καὶ τὰ παρελθόντα, τὰ ὁποῖα «φωνὴν ἔχουν» καὶ «μαρτυροῦν» περισσότερον ἀπὸ τὰ παρόντα καὶ ἐσαεὶ παραδειγματίζουν. Εἶναι πολλά, ἄπειρα, ἐκεῖνα τῶν ὁποίων λειτουργικῶς μνείαν ποιούμεθα, μύρια τὰ πρόσωπα καὶ τὰ γεγονότα ἐκ τῆς ζωῆς τῆς Ἐκκλησίας ἐν γένει, μάλιστα δὲ τῆς Ἑπτανησιακῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία «κρατεῖ τῆς ὁμολογίας», τὴν ὁποίαν ἐκ Κωνσταντινουπόλεως παρέλαβε καὶ συνετήρησε καὶ κατέχει ὡς «πυρσὸν» φωτοειδῆ, καταυγάζοντα τὰ σκότη τῆς παρούσης ματαιότητος. Συμβάντα καὶ πρόσωπα, τὰ ὁποῖα ἐσφράγισαν ἀπὸ τοῦ ἀπωτάτου μέχρι καὶ τοῦ λίαν προσφάτου παρελθόντος τὰς σχέσεις τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς πάλαι ποτὲ Θεοσώστου Ἐπαρχίας αὐτῆς ἐν Κερκύρᾳ καὶ ἐν ὅλῃ τῇ Ἑπτανήσῳ, ὑποδεικνύουν καὶ τὴν περαιτέρω πορείαν. Ἀναφερόμεθα μόνον εἰς τὸ πρόσωπον καὶ τὴν διακονίαν καὶ τὴν ἐγνωσμένην πολυσχιδῆ προσφορὰν τοῦ ἀοιδίμου ἐκ τῶν προκατόχων ἡμῶν Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, τοῦ ὁποίου τὸ πνεῦμα, ὡς καὶ τὸ τοῦ ὁσιακῆς ζωῆς μακαριστοῦ Μητροπολίτου Κερκύρας Πολυκάρπου, συμπροσεύχονται καὶ συναγάλλονται μαζί μας.

Εἰς τὸ λειτουργικὸν ἀεὶ τῆς Ἐκκλησίας περιλαμβάνονται οἱ παρελθόντες καὶ οἱ μέλλοντες αἰῶνες, οἱ αἰῶνες τῶν αἰώνων. Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία καὶ οἱ κλάδοι της, ἡμεῖς τὰ τέκνα της βιοῦμεν τὸν χρόνον ὡς διαρκὲς παρὸν ἐναργοῦς μνήμης καὶ ἐσχατολογικῆς προγεύσεως καὶ εὐθύνης. Τὸ γεγονὸς τοῦτο  ἐκφράζεται ὑπὸ τῶν Πατέρων διὰ τῶν λόγων Συμεὼν τοῦ Νέου Θεολόγου: «οὐ λανθάνει Σε, Θεέ μου, ποιητά μου, λυτρωτά μου, οὐδὲ σταλαγμὸς δακρύων, οὐδὲ σταλαγμοῦ τι μέρος• τὸ μὲν ἀκατέργαστόν μου ἔγνωσαν οἱ ὀφθαλμοί σου, ἐπὶ τὸ βιβλίον δὲ σου καὶ τὰ μήπω πεπραγμένα γεγραμμένα σοι τυγχάνει» (Εὐχὴ Θείας Μεταλήψεως). Αὐτὸ ἀκριβῶς εἶναι τὸ χθές, ἀλλὰ καὶ τὸ νῦν τὸ ὁποῖον βιοῦμεν σήμερον ἀλλὰ καὶ τὸ διαρκὲς ἀεί, τὸ εὑρισκόμενον εἰς τὰς κραταιὰς χεῖρας τοῦ Θεοῦ Πατρός, τοῦ «οὕτως ἀγαπήσαντος τὸν κόσμον, ὥστε τὸν μονογενῆ Υἱὸν αὐτοῦ δοῦναι», τὸν καθ᾿ ἡμέραν ἀναμενόμενον, τὸν κατὰ τὴν ἀψευδῆ ὑπόσχεσίν Του, «πάλιν ἐρχόμενον κρῖναι ζῶντας καὶ νεκροὺς καὶ Οὗ τῆς βασιλείας οὐκ ἔσται τέλος».

Τὰ ἀνωτέρω ἀπὸψε ὑπὸ τοῦ Πατριάρχου σας μνημονευθέντα ἀποδεικνύουν ὅτι ἐντὸς τοῦ χθές, τοῦ νῦν καὶ τοῦ ἀεὶ ἐνεργεῖται τὸ μυστήριον τῆς σωτηρίας μας καὶ τῶν σχέσεων τῆς οἰκουμενικῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας πρὸς τὴν ἐν Κερκύρᾳ καὶ τὴν ἐν Ἑπτανήσῳ τοπικὴν καὶ πρὸς πᾶσαν ἄλλην κατὰ πόλιν καὶ χώραν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν• δηλαδὴ ὡς σχέσεων πίστεως καὶ παραδόσεως, ἑδραζομένων ἐπὶ τῆς κοινῆς ἐν Χριστῷ ἐλπίδος, τῆς ἀπὸ αἰώνων κρατοὺσης τάξεως, τῆς ὑπὸ τῶν Πατέρων ἡμῶν θεοδιδάκτως ὁρισθείσης καὶ ἀπαρασαλεύτως τηρητέας. 

Ἀγαπητοὶ καὶ φιλόθεοι Κερκυραῖοι,

Ἔχετε τὴν ἰδιαιτέραν εὐλογίαν νὰ ποιμαίνεσθε ἀπὸ ἕνα ἐκλεκτὸν Ἱεράρχην τοῦ Θεοῦ, τὸν λίαν ἀγαπητὸν ἀδελφὸν ἡμῶν καὶ πνευματικόν σας πατέρα κύριον Νεκτάριον, τὸν σοφόν, τὸν ταπεινὸν καὶ πρᾷον, τὸν εἰλικρινῶς φοβούμενον τὸν Κύριον, καὶ ἀπὸ τοὺς περὶ αὐτὸν εὐλαβεῖς κληρικούς. Χαίρομεν διὰ τοῦτο. Σᾶς εὐλογοῦμεν πατρικῶς καὶ Πατριαρχικῶς σᾶς συνιστῶμεν νὰ ἀγωνίζεσθε καθημερινῶς, ὥστε νὰ πλουτῆτε μὲ εὐαγγελικὰς ἀρετὰς καὶ χαρίσματα, πρώτιστον μέλημα ἔχοντες τὴν προσευχὴν καὶ τὴν προσφορὰν θυσίας αἰνέσεως καὶ δοξολογίας τῷ Θεῷ ὑπὲρ πασῶν τῶν καθ᾿ ἡμέραν δωρεῶν Αὐτοῦ. Ἡμεῖς ὁ Πατριάρχης σας προσευχόμεθα καὶ πάντοτε θὰ δεώμεθα ἰδιαιτέρως διὰ σᾶς λέγοντες: «Θεὲ πατέρων καὶ Κύριε τοῦ ἐλέους, ὁ ποιήσας τὰ πάντα ἐν λόγῳ σου καὶ τῇ σοφίᾳ σου κατεσκεύασας ἄνθρωπον, ἵνα δεσπόζῃ τῶν ὑπὸ σοῦ γενομένων κτισμάτων καὶ διέπῃ τὸν κόσμον ἐν ὁσιότητι καὶ δικαιοσύνῃ καὶ ἐν εὐθύτητι ψυχῆς κρίσιν κρίνῃ, δὸς τῷ λαῷ σου τούτῳ τὴν τῶν σῶν θρόνων πάρεδρον σοφίαν...ἐξαπόστειλον αὐτὴν ἐξ ἁγίου κατοικητηρίου σου καὶ ἀπὸ θρόνου δόξης σου ἵνα συμπαροῦσα διδάσκῃ τί εὐάρεστόν ἐστι παρὰ σοὶ...καὶ ὁδηγήσῃ αὐτὸν ἐν γνώσει καὶ φυλάξῃ αὐτὸν ἐν τῇ δόξῃ αὐτῆς» (πρβλ. Σοφ. Σολ. 9). Ἀμήν.







Δεν υπάρχουν σχόλια: