e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 30 Μαρτίου 2016

Ολοκληρώθηκε η 1η συνεδρία της Πανορθοδόξου Γραμματείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας


Στις 30 Μαρτίου 2016 στο Ορθόδοξο Κέντρο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στο Σαμπεζύ (Γενεύη) ολοκληρώθηκε η πρώτη συνεδρία της Πανορθοδόξου Γραμματείας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας. 

Τα μέλη της υπό την προεδρία του Σεβ. Μητροπολίτη Ελβετίας Ιερεμία γενομένης συνεδριάσεως συζήτησαν το περαιτέρω έργο της Πανορθοδόξου Γραμματείας. Ειδικότερα δε αποφασίσθηκε η συγκρότηση της Επιτροπής  δημιουργίας, λειτουργίας και διαχειρίσεως Ιστοσελίδας της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθοδόξου Εκκλησίας, καθώς και των έξι Επιτροπών της Γραμματείας προς γραμματειακή υποστήριξη των εργασιών της Συνόδου, συμπεριλαμβανομένης της συγκροτήσεως των φακέλων επί των θεμάτων της ημερησίας διατάξεως, της καταγραφής και εντάξεως των κατατιθεμένων στην Γραμματεία τροπολογιών στα τελικά κείμενα της Συνόδου στις επίσημες γλώσσες αυτής, της διαδικασίας υπογραφής των τελικών κειμένων, της διασφαλίσεως της ορθής λειτουργίας του συστήματος ταυτοχρόνου ερμηνείας, της διαπιστεύσεως δημοσιογράφων και δημοσιεύσεως των Πρακτικών και αποφάσεων της Συνόδου.

Στη συνεδρία της Γραμματείας συμμετείχαν αντιπροσωπείες των Πατριαρχείων Κωνσταντινουπόλεως, Αλεξανδρείας, Αντιοχείας, Ιεροσολύμων, Μόσχας, Γεωργίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, των Εκκλησιών Κύπρου, Ελλάδος, Αλβανίας, Πολωνίας και Τσεχίας και Σλοβακίας.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης για τον Οδυσσέα Ελύτη

Μήνυμα
τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου 
κ. κ. Βαρθολομαίου
εἰς τὸ ὑπὸ τῶν Ἐκπαιδευτηρίων Μαντουλίδου καὶ τοῦ Ζωγραφείου Λυκείου
Διοργανούμενον Μαθητικὸν Συνέδριον
«Ὀδυσσέας Ἐλύτης: ὁ ποιητὴς τοῦ Αἰγαίου»
(Θεσσαλονίκη, 30 Μαρτίου 2016)



Ἐλλογιμώτατοι ἐκπαιδευτικοί,
Ἀγαπητοί μας μαθηταί,

Μὲ πολλὴν χαρὰν ἀπευθυνόμεθα σήμερον ἀπὸ τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων, τῆς Πόλεως τοῦ Μ. Κωνσταντίνου, πρὸς ὅλους τοὺς μετέχοντας εἰς τὸ πέμπτον κατὰ σειρὰν μαθητικὸν Συνέδριον, τὸ ὁποῖον διοργανώνεται ὑπὸ τοῦ Ζωγραφείου Λυκείου τῆς Πόλεώς μας καὶ τῶν Ἐκπαιδευτηρίων Μαντουλίδη τῆς Θεσσαλονίκης, καὶ ἀφιερώνεται ἐφέτος εἰς τὸν ποιητὴν τοῦ Αἰγαίου, τὸν μεγάλον νομπελίστα ποιητήν μας, τὸν Ὀδυσσέα Ἐλύτην.

Συγχαίρομεν ἀπὸ καρδίας τοὺς διοργανωτὰς τοῦ συνεδρίου καὶ ἀπὸ τὰ δύο Ἐκπαιδευτήρια, τὰ μέλη τῆς Ἐπιστημονικῆς Ἐπιτροπῆς, διακεκριμένους πανεπιστημιακοὺς καθηγητάς, συγγραφεῖς καὶ καλλιτέχνας, ὡς καὶ ἅπαντας τοὺς καθηγητὰς καὶ τὰς καθηγητρίας, τοὺς μαθητὰς καὶ τὰς μαθητρίας ὅλων τῶν σχολείων τὰ ὁποῖα συμμετέχουν εἰς τὸ ἐφετινὸν μαθητικὸν συνέδριον, ποὺ πραγματοποιεῖται ὑπὸ τὴν αἰγίδα τοῦ Οἰκουμενικοῦ μας Πατριαρχείου, αὐτὴν τὴν φορὰν εἰς τὴν Θεσσαλονίκην.

Παρότι δὲν εὑρισκόμεθα σωματικῶς πλησίον σας, παρότι δὲν ἔχομεν τὴν χαρὰν νὰ σᾶς ὑποδεχθοῦμε εἰς τὴν Κωνσταντινούπολιν καὶ εἰς τὰς αὐλὰς τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας ὅπως τὰ προηγούμενα ἔτη, αἰσθανόμεθα ὅτι εἴμεθα ἀνάμεσά σας, παρόντες καὶ εἰς αὐτὸ τὸ μαθητικόν σας Συνέδριον, καὶ παρακολουθοῦντες μὲ πολλὴν χαρὰν τὰς ἐργασίας του, εὐχόμενοι ἀπὸ καρδίας διὰ τὴν ἐπιτυχίαν του. Τὸ θέμα, ἄλλωστε, τοῦ Συνεδρίου μᾶς φέρει πλησίον σας καὶ σᾶς φέρει πλησίον μας, διότι τὸ Αἰγαῖον πέλαγος, τὸ ὁποῖον τόσον πολὺ ἠγάπησε καὶ ὕμνησεν ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης, μᾶς ἑνώνει καὶ μᾶς συνδέει μὲ ἀρρήκτους δεσμούς. Μᾶς ἑνώνει καὶ μᾶς συνδέει μὲ τοὺς ἰδίους δεσμούς, μὲ τοὺς ὁποίους συνέδεσε καὶ τὸν ἴδιον τὸν ποιητὴν μὲ τὴν Βασιλίδα τῶν πόλεων καὶ τὴν μακραίωνα ἱστορίαν τοῦ Ἑλληνισμοῦ. «Ἔτσι ἢ ἀλλιῶς, μιλᾶ κανεὶς γιὰ τὰ ἴδια πράγματα ποὺ ἀγαπᾶ», γράφει ὁ Ἐλύτης, «καὶ ἀπὸ κεῖ καὶ πέρα τὸ λόγο ἔχουν αὐτοὶ ποὺ θὰ τ᾽ ἀκούσουν. Λένε πὼς τὸ εἶδος ἔχει ὁρισμένους κανόνες. Δὲν τοὺς ξέρω καί, πάντως, δὲν ἐνδιαφέρθηκα ἢ δὲν μπόρεσα νὰ τοὺς ἀκολουθήσω. Δουλεύει ὁ καθένας ὅπως νοιώθει» («Τὰ ρω τοῦ ἔρωτα»).

Καὶ ὁ ποιητής μας νοιώθει μέσα εἰς τὴν ψυχήν του τὴν ἀγάπην διὰ τὴν γλῶσσαν, διὰ τὴν παράδοσιν, διὰ τὴν ἱστορίαν τοῦ Γένους μας. Νοιώθει τὴν ἀγάπην διὰ τὴν θάλασσαν, διὰ τὸ φῶς, διὰ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος, καὶ μεταποιεῖ αὐτὴν τὴν ἀγάπην του εἰς στίχους, εἰς ἤχους καὶ εἰς εἰκόνας ποιητικάς. Αὐτὴ ἡ ἀγάπη τὸν ὁδηγεῖ νὰ γράφῃ: «Τὴ γλῶσσα μοῦ ἔδωσαν ἑλληνική• τὸ σπίτι φτωχικὸ στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου. Μονάχη ἔγνοια ἡ γλῶσσα μου στὶς ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου» («Ἄξιόν ἐστι»).

Οἱ ἀμμουδιὲς τοῦ Ὁμήρου τὰς ὁποίας μνημονεύει ὁ Ἐλύτης δὲν τὸν συνδέουν μόνον μὲ τὸν πρῶτον μεγάλον Ἕλληνα ἐπικὸν ποιητήν, τὴν παράδοσιν τοῦ ὁποίου συνεχίζει καὶ ὁ ἴδιος˙ συνδέουν καὶ τὰς δύο πλευρὰς τοῦ Αἰγαίου, συνδέουν τὴν μικρασιατικὴν Ἰωνίαν μὲ τὰς νήσους τοῦ ἀρχιπελάγους, αἱ ὁποῖαι θεωροῦν τὸν Ὅμηρον τέκνον των, ὅπως καὶ τὸν ἴδιον, ἀφοῦ γεννήθηκε εἰς τὴν μεγαλόνησον Κρήτην, ἕλκων τὴν καταγωγήν του ἀπὸ τὴν Λέσβον, τὴν ὁποίαν καὶ ἐπεσκέπτετο συχνά.

῾Η ἀπεραντωσύνη τῆς θαλάσσης καὶ τὸ λαμπρὸν φῶς τοῦ Αἰγαίου, τὰ ὁποῖα τόσον ἀγαπᾷ, ἀντανακλοῦν εἰς τὴν ποίησίν του καὶ τὴν κάνουν φωτεινήν, χαρούμενην, αἰσιόδοξον, διαμετρικὰ ἀντίθετον πρὸς τὴν ἀπαισιόδοξον καὶ μελαγχολικὴν ποίησιν τοῦ Καρυωτάκη καὶ τῶν μιμητῶν του, ἡ ὁποία ἐπικρατοῦσε ὅταν ὁ Ἐλύτης ἐμφανίσθηκε εἰς τὰ ἑλληνικὰ γράμματα. 
Ὁ Ὀδυσσέας Ἐλύτης ἔχει μελετήσει ἀπὸ τὰ νεανικά του χρόνια τοὺς μεγάλους Ἕλληνες ποιητάς, τὸν Καβάφην καὶ τὸν Κάλβον, ἔχει κατανοήσει τὴν σημασίαν τῶν μεγάλων δημιουργῶν καὶ ἔχει θαυμάσει τὴν «ποιητική τους νοημοσύνη», ὅπως γράφει χαρακτηριστικῶς εἰς τὸ δοκίμιόν του «Ἡ μαγεία τοῦ Παπαδιαμάντη». Γι᾽ αὐτὸ καὶ τολμᾷ νὰ τοὺς μνημονεύῃ εἰς τὸ ἐμβληματικόν του ἔργον «Ἄξιόν ἐστι» λέγοντας: 
«Ὅπου καὶ νὰ σᾶς βρίσκει τὸ κακό, ἀδελφοί, 
ὅπου καὶ νὰ θολώνει ὁ νοῦς σας, 
μνημονεύετε Διονύσιο Σολωμὸ 
καὶ μνημονεύετε Ἀλέξανδρο Παπαδιαμάντη. 
Ἡ λαλιὰ ποὺ δὲν ξέρει ἀπὸ ψέμα
θ᾽ἀναπαύσει τὸ πρόσωπο τοῦ μαρτυρίου» 
(Τὰ Πάθη. Ἀνάγνωσμα τέταρτο).

Ἡ ἐπιλογὴ αὐτὴ τοῦ Ἐλύτη δὲν εἶναι ἀσφαλῶς τυχαία. Νησιῶται καὶ αὐτοί, ὅπως καὶ ὁ ἴδιος, ἐκφράζουν μὲ τὸ ἔργον τους τὴν εὐρύτητα τῶν ὁριζόντων, τὸν ἀδιάρρηκτον σύνδεσμον μὲ τὴν ἱστορίαν καὶ τὴν παράδοσιν τοῦ Γένους, καὶ τὴν ἀγάπην διὰ τὴν πατρίδα, στοιχεῖα τὰ ὁποῖα γοητεύουν καὶ τὸν ἴδιον. Εἰς τὸ ἔργον του συμπλέκεται μὲ τρόπον μοναδικὸν καὶ ἀνεπανάληπτον τὸ παρὸν καὶ τὸ παρελθόν, ἡ σύγχρονη μὲ τὴν παλαιοτέραν ἱστορίαν, ἡ παράδοσις μὲ τὰς νεωτέρας ποιητικὰς μορφὰς τοῦ ὑπερρεαλισμοῦ.

Ὁ «ἔνδοξος βυζαντινισμὸς» τοῦ Καβάφη ἀφομοιώνεται εἰς τὴν ψυχὴν τοῦ Ἐλύτη εἰς τέτοιον βαθμόν, ὥστε «ἡ ἀνάγκη ποὺ ἔνιωθε γιὰ μιὰ δέηση», τὸν ὡδήγησε νὰ δώσῃ «σ᾽ αὐτὴ τὴ μορφὴ μιᾶς ἐκκλησιαστικῆς λειτουργίας. Κι ἔτσι γεννήθηκε τὸ ΄Ἄξιόν ἐστι», ὅπως ἐξηγεῖ ὁ ἴδιος ὁ ποιητής.

Τοῦτο ὅμως δὲν ἀποτελεῖ τὴν μοναδικὴν δημιουργικὴν χρῆσιν τῶν μορφῶν καὶ τῶν νοημάτων τῆς βυζαντινῆς καὶ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μας ποιήσεως ἀπὸ τὸν Ἐλύτην. Τὸ ἔργον του διαπνέεται βαθύτατα ἀπὸ αὐτήν. Ὅ,τι καὶ ἐὰν γράφῃ, ἔχει τὸ ἄρωμα τῆς ἐκκλησιαστικῆς ποιήσεως, ἔχει τὰς εἰκόνας τῶν τολμηρῶν μεταφορῶν καὶ ἀλληγοριῶν της. Βαδίζει εἰς τὰ ἴχνη τῶν ποιητῶν καὶ τῶν ὑμνογράφων της, χωρὶς νὰ τοὺς ἀντιγράφῃ δουλικῶς. Ἡ ποίησίς των εὑρίσκεται εἰς τὸ ὑποσυνείδητόν του, οἱ λέξεις τους ρέουν εἰς τὰς φλέβας τῆς ποιητικῆς του γραφίδος, τὰ νοήματά τους ἐμπνέουν καὶ τὸν ἰδικόν του ποιητικὸν λόγον. Εἶναι, σὰν τὰ κύματα τοῦ Αἰγαίου νὰ μεταφέρουν εἰς τὸν ποιητὴν τὴν αὔραν τῆς Πόλεως καὶ νὰ τοῦ μεταδίδουν τὸν σεβασμὸν καὶ τὴν εὐλάβειαν πρὸς τὴν «Μακρινὴ Μητέρα – Ρόδο μου Ἀμάραντο», τὴν ὁποίαν ὑμνεῖ εἰς τὸ «Ἄξιόν ἐστι».

Ἡ παρουσία τῆς Παναγίας εἶναι, ἄλλωστε, διάχυτη εἰς τὸ ἔργον τοῦ Ἐλύτη. Τὴν αἰσθάνεται γύρω του εἰς τὸ Αἰγαῖον, ὅταν γράφῃ:
«Ἡ Παναγιὰ τὸ πέλαγο
κρατοῦσε στὴν ποδιά της
τὴ Σίκινο, τὴν Ἀμοργὸ
καὶ τ᾽ἄλλα τὰ παιδιά της». 
(Τὰ τζιτζίκια˙ ἀπὸ «Τὰ ρω τοῦ ἔρωτα).

Τὴν αἰσθάνεται μέσα του, καὶ δι᾽ αὐτὸ διατρέχει ὅλον τὸ ἔργον του, μαζὶ μὲ τὴν ἱστορίαν καὶ τὰς παραδόσεις τοῦ Γένους μας, μαζὶ μὲ τὸ κάλλος τῆς φύσεως καὶ τὴν γενναιότητα τῶν ἀνθρώπων, οἱ ὁποῖοι ἀγωνίζονται διὰ τὸ δίκαιον. Δι᾽ αὐτὸ καὶ δὲν διστάζει νὰ γράψῃ διὰ τὴν πατρίδα του «Ὄμορφη καὶ παράξενη πατρίδα, ὡσὰν αὐτὴ ποὺ μού᾽ λαχε δὲν εἶδα» («Ἥλιος ὁ ἡλιάτορας»), ἀλλὰ καὶ νὰ ὑμνήσῃ, εἰς τὰ ποιήματά του «Θάνατος καὶ ἀνάστασις τοῦ Κωνσταντίνου Παλαιολόγου» καὶ «Ἆσμα ἡρωικὸ καὶ πένθιμο γιὰ τὸν χαμένο ἀνθυπολοχαγὸ τῆς Ἀλβανίας», τοὺς ἀγωνιστὰς διὰ τὴν πατρίδα καὶ τὴν ἐλευθερίαν καὶ τὴν θυσίαν τους ὡς διάβασιν πρὸς τὴν ἀθανασίαν: 
«Πουλιὰ καλὰ πουλιά μου, ἐδῶ τελειώνει ὁ θάνατος!
Σύντροφοι σύντροφοι καλοί μου, ἐδῶ ἡ ζωὴ ἀρχίζει …
Μακριὰ χτυποῦν καμπάνες ἀπὸ κρύσταλλο
Αὔριο, αὔριο, αὔριο τὸ Πάσχα τοῦ Θεοῦ». 
(Ἆσμα ἡρωικὸ καὶ πένθιμο …)

Παρότι ὁ Ἐλύτης δὲν γράφει θρησκευτικὴ ποίηση, ἡ ἱερότης εἶναι διάχυτος εἰς τὴν ποίησίν του, ὅπως παρατηροῦν μελετηταὶ τοῦ ἔργου του. «Ἱερὸ» γιὰ τὸν ποιητή μας «εἶναι τὸ φυσικό, εἶναι ὁ ἄνθρωπος, εἶναι κάθε ἔκφανσις τοῦ Θεοῦ μέσα μας» (Ἰουλίτα Ἡλιοπούλου, Ἡ ἱερότητα στὸν Ἐλύτη, Ὁμιλία σὲ ἐκδήλωση τῆς Ἱερᾶς Ἀρχιεπισκοπῆς Ἀθηνῶν, 29.3.2014). Καὶ ἐπειδὴ κάθε ἄνθρωπος, καὶ ἰδίως ἐσεῖς οἱ νέοι, ἀναζητεῖ τὸν Θεόν, ἐντυπωσιάζεται καὶ ἑλκύεται ἀπὸ τὸ κάλλος τῆς φύσεως, ἀγαπᾷ τὸν ἄνθρωπον, συγκινεῖται ἀπὸ τὴν ἱστορίαν καὶ τὴν παράδοσιν, ἐντυπωσιάζεται ἀπὸ τὴν εὐρύτητα τῶν ὁριζόντων, τὴν ὁποίαν προσφέρει ἡ θάλασσα, ἡ ποίησις τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη, τοῦ ποιητοῦ τοῦ Αἰγαίου, γοητεύει τὸν κάθε ἀναγνώστην της. Τὸν καλεῖ νὰ ταξιδεύσῃ μαζί της ἀπὸ τὸ παρὸν εἰς τὸ παρελθὸν καὶ ἀπὸ τὸ σήμερα εἰς τὴν αἰωνιότητα, καὶ νὰ αἰσθανθῇ κι ἐκεῖνος ὑπερήφανος διὰ τὴν εὐλογίαν νὰ ζῇ εἰς αὐτὸν τὸν τόπον διὰ τὸν ὁποῖον γράφει ὁ Ἐλύτης: «Σ᾽ ὅλους τοὺς τόπους κι ἂν γυρνῶ/ μόνον ἐτοῦτον ἀγαπῶ» («Ὁ ἥλιος ὁ ἡλιάτορας»).

Ἀγαπητά μας παιδιά, 

Εἴκοσι ἔτη συμπληρώθηκαν πρὶν ἀπὸ λίγες ἡμέρες ἀπὸ τὸν θάνατον τοῦ Ὀδυσσέα Ἐλύτη καὶ διὰ τοῦτο ἡ ἀπόφασις τῶν διοργανωτῶν τοῦ πέμπτου μαθητικοῦ Συνεδρίου νὰ τὸ ἀφιερώσουν εἰς τὸν ποιητὴν τοῦ Αἰγαίου εἶναι ἐπίκαιρος καὶ ἐπιτυχής. Καὶ εἴμεθα βέβαιοι ὅτι κατὰ τὰς ἡμέρας αὐτὰς θὰ διδαχθῆτε πολλά, μέσα ἀπὸ τὸ ἔργον του, ἀπὸ τὰς ἀνακοινώσεις καὶ ἀπὸ τὴν συναναστροφήν σας μὲ συνομηλίκους σας ἀπὸ ἄλλα σχολεῖα τῆς Ἑλλάδος, τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς Ὁμογενείας, καὶ θὰ ταξιδεύσετε μέσα ἀπὸ τοὺς στίχους τῶν ποιημάτων του, μέσα ἀπὸ τὸ Αἰγαῖον πέλαγος καὶ μέχρις ἐδῶ, μέχρι τὴν Κωνσταντινούπολιν, τὴν πηγὴν τοῦ πολιτισμοῦ καὶ τῶν παραδόσεων τοῦ Γένους μας, αἱ ὁποῖαι ἐνέπνευσαν τὸν Ὀδυσσέα Ἐλύτην.

Συγχαίροντες τὰ Ἐκπαιδευτήρια Μαντουλίδη καὶ τὸ Ζωγράφειον Λύκειον διὰ τὴν νέαν αὐτῶν πρωτοβουλίαν καὶ διοργάνωσιν, εὐλογοῦμεν πατρικῶς ὅλους τοὺς συμμετέχοντας μαθητὰς καὶ καθηγητάς, καὶ εὐχόμεθα ἐπιτυχίαν εἰς τὰς ἐργασίας τοῦ Συνεδρίου σας.


Εικόνες της σημερινής Ανοίξεως εν Βανάτω

Περιηγήθηκε και φωτο-αποτύπωσε ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας 






















11 επιπλέον φωτο-αποτυπώσεις της σημερινής ανοίξεως, δείτε στο NaturaZante ΕΔΩ!

Εκδήλωση για το Αγέννητο Παιδί στο Πνευματικό Κέντρο της Μητρόπολης Ζακύνθου [2.4.2016, 5 μ.μ.]



"Η πάλη με την κοινότητα" στο 137ο τεύχος του περιοδικού "Σύναξη"

Ο ταχυδρόμος της γειτονιάς μας, μαζί με κάμποσους επίφοβους φακέλους λογαριασμών -φωτός, νερού, τηλεφώνων κ. ά.- έφερε στο χαλάκι της εισόδου του σπιτιού μας έναν παρηγορητικό φάκελο, ήτοι το νέο τεύχους του περιοδικού ΣΥΝΑΞΗ.

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ... σελ. 3

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΚΛΗΡΗΣ 
«Τί εἶναι αὐτό πού τό λένε ἀγάπη;» ... σελ. 5

ΠΟΡΦΥΡΙΟΣ ΝΤΑΛΙΑΝΗΣ 
«Παλαιά Διαθήκη: ἡ πορεία ἀπό τόν κολεκτιβισμό στό ἄτομο» ... σελ. 13

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 
Οἱ μοναχοί ὡς ἀπόστολοι μιᾶς ἀνατρεπτικῆς ἐλπίδας ... σελ. 24

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ Ν. ΜΟΣΧΟΣ 
Ἡ διαλεκτική ὑποκειμένου καί κοινότητας στόν ἀρχέγονο μοναχισμό ... σελ. 38

ΔΗΜΗΤΡΙΟΣ ΚΕΡΑΜΙΔΑΣ
Πρός μία συνοδική ἀνανέωση τῆς Ρωμαιοκαθολικῆς Ἐκκλησίας; ... σελ. 47

ΜΙΧΑΛΗΣ ΠΑΓΚΑΛΟΣ 
Ἄτομο, πολιτική καί χριστιανική κοινότητα ... σελ. 52

Ἀρχιμ. ΓΡΗΓΟΡΙΟΣ Δ. ΠΑΠΑΘΩΜΑΣ 
Ἡ διαλεκτική σχέση ἐκκλησιαστικῆς κανονοθεσίας καί πολιτειακῆς νομοθεσίας ... σελ. 64

ΜΙΧΑΛΗΣ ΜΑΡΙΟΡΑΣ 
Ἄτομο καί κοινότητα στό Ἰσλάμ ... σελ. 71

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ 
Συνάντηση θεολόγων στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ... σελ. 82

π. ΕΥΤΥΧΙΟΣ ΣΑΡΜΑΝΗΣ 
Ἀπήχηση ἡρακλείτειας φράσης σέ τροπάριο ... σελ. 84

ΤΑΣΟΣ ΜΕΡΚΟΥΡΗΣ 
Πάντες ἀπολαύσατε τοῦ πλούτου τῆς χρηστότητος ... σελ. 93

ΓΙΑΝΝΗΣ ΧΑΤΖΗΝΙΚΟΛΑΟΥ 
Στό χαμάμ ... σελ. 97

Διάλογος μέ τούς ἀναγνῶστες ... σελ. 100

Τό Βιβλίο ... σελ. 102

Οἱ συνεργάτες τοῦ 137ου τεύχους ... σελ. 107


Π Ρ Ο Λ Ο Γ Ι Κ Ο

Η πάλη με την κοινότητα
Κοινότητα είναι κάποιο πλέγμα σχέσεων και συνυπάρξεων, στο οποίο ζει το ανθρώπινο υποκείμενο. Υπάρχουν κοινότητες στις οποίες βρίσκεται κανείς με τη γέννησή του, όπως η οικογένεια και ο λαός ή μέρος ενός λαού με δικό του πολιτισμό. Υπάρχουν και κοινότητες στις οποίες προσχωρεί κάποιος από επιλογή ή και συμμετέχει στο χτίσιμό τους, όπως οι ιδεολογικές κοινότητες ή οι θρησκευτικές (για τις θρησκευτικές φυσικά αυτό ισχύει μονάχα αν το υποκείμενο αποδέχεται την πίστη προσωπικά κι ελεύθερα, και δεν νοεί την θρησκευτική ταυτότητα ως δεδομένο στοιχείο του όπως τα χρωμοσώματά του). Ο νεωτερικός άνθρωπος, βέβαια, δίνει μεγάλη έμφαση στην έννοια της επιλογής, ωστόσο στις μέρες μας καλά κρατούν (ώρες ώρες, μάλιστα, αναζωπυρώνονται) και οι πεποιθήσεις που θεωρούν πηγή νοήματος (πηγή της αλήθειας, θα λέγαμε) τη φυλετική ή την πολιτισμική κοινότητα. Παράλληλα υποβόσκουν στάσεις άκρατου ατομικισμού ή ακραίου μεταμοντερνισμού, που κονιορτοποιούν κάθε έννοια κοινότητας. Σε κάθε περίπτωση, αυτό που μας απασχολεί στο τεύχος αυτό είναι η σχέση του υποκειμένου με την κοινότητα την οποία το ίδιο θεωρεί ζωτικής σημασίας γι’ αυτό. 
          Υποτίθεται ότι το υποκείμενο τελεί σε αρμονική σχέση με τη ζωτική του κοινότητα. Αλλά υποτίθεται. Διότι το ανθρώπινο υποκείμενο, στο μέτρο που είναι φορέας ευθύνης κι όχι σπορά της τύχης, καλείται να παλέψει με την κοινότητά του, υπό τις δύο έννοιες που έχει η διατύπωση: να παλέψει παρέα με την κοινότητά του για να λειάνει τον φυγόκεντρο εγωισμό του, ή να παλέψει με αντίπαλο την κοινότητά του για να μην απολέσει τον εαυτό του. Διότι η σχέση του ανθρώπου με μια κοινότητα δεν σημαίνει ένα και μόνο πράγμα• δεν σημαίνει δηλαδή μόνο ότι το υποκείμενο αληθεύει ως πρόσωπο που ζει τους άλλους ως όρο της ύπαρξής του. Σήμερα η αποκλειστικά θετική εννόηση της κοινότητας δεσπόζει στη θεολογική / εκκλησιαστική ρητορική. Ως θετικό δηλαδή θεωρείται η κοινότητα, ενώ ως αρνητικό η απουσία κοινότητας. Αυτή η ρητορική μπορεί να είναι αγαθών προθέσεων, ωστόσο δυσκολεύει τους ανθρώπους να δουν (ή: να δουν έγκαιρα) ότι εκτός από τη διελκυστίνδα «κοινότητα – ατομικισμός» υπάρχει και η διελκυστίνδα «κοινότητα – κοινότητα», δηλαδή η διαφοροποίηση μεταξύ κοινοτήτων που ελευθερώνουν και κοινοτήτων που σκλαβώνουν. Κοινοτήτων όπου το ανθρώπινο υποκείμενο προκόβει, και κοινοτήτων όπου το υποκείμενο αλέθεται, άλλοτε κατόπιν ήττας του, άλλοτε με τη συναίνεσή του - όσο τραγικό κι αν είναι αυτό [10]. Και βέβαια αυτή η διελκυστίνδα ισχύει και για εκκλησιαστικές κοινότητες. Ο χώρος της πίστης δεν είναι ενιαίο μπετόν αρμέ!
          Όσον αφορά την εννόηση της εκκλησιαστικής κοινότητας, χρειάζεται να μη χάνουμε από τα μάτια μας την εξής αλήθεια. Στο απώτατο παρελθόν η Βιβλική πίστη και στην ύστερη αρχαιότητα ο Χριστιανισμός έφεραν μιαν επανάσταση. Σε έναν κόσμο που κατά βάση ήταν βέβαιος ότι το υποκείμενο αληθεύει μόνο στον βαθμό που παραμένει ενσωματωμένο στην κοινότητα στην οποία βρέθηκε γεννημένο και συνεχίζει την προγονική ταυτότητα (πολιτισμική και θρησκευτική αδιάζευκτα), η Βίβλος όρισε κάτι άλλο ως ιδρυτικό γεγονός της σχέσης ανθρώπου και Θεού. Ο άνθρωπος καλείται να ανταποκριθεί σε μία πρόσκληση, η οποία σημαίνει διάρρηξη άλλων σχέσεων: εκείνων που μυρίζουν αναγκαστικότητα, όπως οι δεσμοί με το αίμα και τη γη. «Φύγε από τη χώρα σου, από τους συγγενείς σου κι από το σπίτι του πατέρα σου», είχε ζητήσει ο Γιαχβέ από τον Αβραάμ «και πήγαινε σε μια χώρα που εγώ θα σου δείξω» [2]. Κρατήθηκε άραγε, εναργής αυτή η επανάσταση, το άλμα στην ελευθερία, με το οποίο δημιουργείται μια νέα κοινότητα, θεμελιωμένη στην πίστη; Όχι πάντα! Ο Χριστός σχολίασε ότι το αποφασιστικό στοιχείο δεν είναι η καταγωγή από τον Αβραάμ (δηλαδή η παλινδρόμηση σε μια προ-Αβραμιαία νοοτροπία), αλλά η ελευθερία του Θεού να φτιάξει νέους συνεχιστές του Αβραάμ από τις πέτρες (Λουκ. 3:8)! Η ευαγγελική οπτική, λοιπόν, έφερε στην ύστερη αρχαιότητα κάτι σχεδόν αδιανόητο: Ότι το άτομο δεν αληθεύει προσηλωμένο υποχρεωτικά στις κοινότητες όπου βρέθηκε γεννημένο, αλλά δύναται κι οφείλει να τις σχετικοποιήσει και να τις ανανοηματοδοτήσει, προκειμένου να ζήσει την αλήθεια η οποία το πείθει - ακόμη κι αν η αλήθεια αυτή έρχεται από αλλού. 
          Η Βιβλική ανάδυση του υποκειμένου εισέβαλε στη γη σε προνεωτερική εποχή, μα κατά κάποιον τρόπο αποτέλεσε προοικονομία της νεωτερικής έμφασης στο υποκείμενο. Μόνο που οδηγεί όχι στην απόρριψη της έννοιας της κοινότητας, αλλά στην οικοδόμηση μιας νέας κοινότητας, η οποία οφείλει να θεμελιώνεται στην προσωπική ελευθερία, πίστη και ευθύνη. Πράγμα που λησμονούν όσες φωνές του εκκλησιαστικού χώρου θεωρούν την θρησκευτική ταυτότητα συμφυή με την εθνική ή τη βιολογική (βλ. αναφορές στο DNA) ταυτότητα – σαν την προ-Αβραμιαία οπτική, την οποία η Βίβλος έχει ανατρέψει εδώ και καιρούς πολλούς!
          Το τεύχος αυτό, λοιπόν, ψηλαφεί διάφορες εκφάνσεις της πάλης με την κοινότητα. Συνεχίζει και συμπληρώνει προβληματισμούς προηγουμένων τευχών μας (76/2000, «Από τη Βαβέλ στη Πεντηκοστή. Ενότητα και διαφορετικότητα στη ζωή της Εκκλησίας»• 82/2002, «Ελευθερία και φόβος στη ζωή και τις δομές της Εκκλησίας»• 117/2011, «Έρημος και κοινωνία» κ.ά.). Και βλέπουμε…
Θ.Ν.Π.
ΥΠΟΣΗΜΕΙΩΣΕΙΣ:
[1] Βλ. Θανάσης Ν. Παπαθανασίου, «Η κοινότητα ως βρόχος. Η αποστολή της Εκκλησίας στη σκοτεινή πλευρά της σελήνης», Πολιτισμός και διαφορετικότητα. Εμείς και οι άλλοι (επιμ. Δημ. Μαγριπλής), εκδ. Σταμούλης, Θεσσαλονίκη 2011, σσ. 333-352.
[2] Γεν. 12: 1 (μτφρ. από τα πρωτότυπα κείμενα, Βιβλική Εταιρία 1997).