Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ
Τα σπίτια τους δίπλα-δίπλα. Στην ίδια αυλή, σχεδόν ταυτόχρονα πήραν τα πρώτα βήματα, αφού γεννήθηκαν με λίγες εβδομάδες διαφορά. Η Φιορούλα είχε ίσια καστανά προς το ξανθό μαλλιά και ωραία πράσινα μάτια! Της Μαρούλας τα μαλλιά, μαύρα και πολύ σγουρά, παρόμοιο χρώμα και τα μάτια της. Μαζί έπαιζαν, μαζί έπεφταν κι η μια παρηγορούσε την άλλη όταν έκλαιγε.
Μα και οι γονείς τους αγαπημένοι! Πρωτοξάδελφα οι πατεράδες. Η μάνα της Φιορούλας από το διπλανό χωριό και της Μαρούλας από τα ριζοχώρια. Αλλά ταίριασαν από την αρχή και ζούσαν πολύ αρμονικά. Τα σπίτια και των δυονών ευρύχωρα με πολύ μεγάλο περιβόλι, όπου υπήρχαν πολλά καρποφόρα δέντρα και με κήπο που χειμώνα καλοκαίρι έσπερναν κι φύτευαν εποχιακά λαχανικά. Με τις κοτούλες τους, τις κατσίκες τους και τα κουνέλια τους! Καλονοικοκυραίοι με τα όλα τους! Λίγο πιο έξω από το χωριό είχαν ελιές, αμπέλια και χωράφια που έσπερναν σιτάρι και άλλα.
Η ζωή κυλούσε μονότονα, αλλά αρμονικά για τις δύο οικογένειες. Μεγάλωσαν οι μικρές, πήγαν σχολείο, στην ίδια τάξη στο ίδιο θρανίο. Αχώριστες πάντα. Έτσι μεγάλωσαν. Δεν ήταν πολύ «των γραμμάτων», έτσι μετά το Δημοτικό η Φιορούλα πήγε μαθητευόμενη στην κυρία Τούλα, μια καλή μοδίστρα στο χωριό. Η Μαρούλα, μαθήτευε στην κυρία Πηγή κέντημα και «κοπανέλια».
Δύσκολη και λεπτή τέχνη τα κοπανέλια. Μια μικρή περιγραφή: Πάνω σε μεγάλο τετράγωνο, συνήθως, αλλά όχι πάντα, μαξιλάρι, έμπηγαν πολλές καρφίτσες σε…στρατηγικές θέσεις όπου έπιαναν από αρκετές καρφίτσες, ανάλογα με το σχέδιο που θα έφτιαχναν, το πολύ λεπτό νήμα που κατέληγε σε γυαλισμένα ξυλάκια για να δουλεύονται εύκολα και με πολύ μεγάλη μαεστρία και τέχνη έπλεκαν αυτό που ήθελαν. Συνήθως, φαρδιές ή στενές δαντέλες, για τραπεζομάντηλα καλά, για γιακάδες ή για μαντήλια της κεφαλής ή κασκόλ και άλλα.
Τους πήρε χρόνια για να τελειοποιήσουν την τέχνη της Μοδίστρας η Φιορούλα και της Κεντήστρας η Μαρούλα. Εξαιρετικά δύσκολη και λεπτή η τέχνη της Κεντήστρας, όχι μόνο στις διάφορες βελονιές για ασπρόρουχα, προίκες συνήθως αλλά και το μετρητό κέντημα! Αν πεις δε για τα κοπανέλια, αυτό πια φοβερά λεπτό και δύσκολο «κέντημα», (μολονότι πλεκόταν) κι ήταν ελάχιστες που κατείχαν την υψηλή αυτή τέχνη όχι μόνο στα χωριά αλλά σε ολόκληρο το Νησί. Επί πλέον, την συμπαθούσαν πολύ όλοι όσοι την γνώριζαν την Μαρούλα. Ήταν σεμνό κορίτσι, πολύ υπεύθυνη στη δουλειά της με τον καλό το λόγο για όλους και με το γλυκό χαμόγελο πάντα στο ωραίο της πρόσωπο.