e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 4 Ιουλίου 2017

Κολυμπάδες και βλαστάδες

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ 

Φθινόπωρο κ' είχε αρχίσει η συγκομιδή, κοινώς το μάζεμα των ελιών. Ο Ανδρέας με τη Μαρία δεν είχαν δικά τους λιόφυτα. Φτωχοί άνθρωποι, όλο τους το βιος λίγη σταφίδα που τους έδινε ένα μικρό εισόδημα το χρόνο, όπου κι αυτό πήγαινε στην Αγροτική Τράπεζα για χρέη κι ένα μικρό περιβόλι με πορτοκάλια, λεμόνια, μανταρίνια, ίσα για να τρώει η φαμελιά και να δίνουν και στους γειτόνους από λίγα.

Ζούσαν οι δυο τους με τους γονείς του Ανδρέα, μέχρι που συγχωρέθηκαν κι αυτοί με τον καημό πως δεν γνώρισαν εγγόνια, αφού ο Ανδρέας ήταν μοναχοπαίδι. Κατηγορούσαν τη Μαρία γι' αυτό. Ήταν τα χρόνια που δεδομένο θεωρείτο ότι, αν ένα ανδρόγυνο δεν αποκτούσε παιδιά, φταίχτης μόνο και πάντα ήταν η γυναίκα, στην οποία έπεφτε όλη η κατακραυγή, όχι μόνον από τον άνδρα και τη φαμελιά του, αλλά σχεδόν και την κάθε μικρή ή μεγάλη κοινωνία του τόπου που ζούσαν.

Όσο ζούσαν οι γέροι προσπαθούσε ο Ανδρέας να μην τα βάζει κι αυτός, φανερά τουλάχιστον, με τη Μαρία - αρκετές επιθέσεις και μπηχτές δεχόταν από τα πεθερικά που δεν έχαναν ευκαιρία να της το θυμίζουν. Ιδιαίτερα όταν η αδελφή της Μαρίας γέννησε δίδυμα με το που παντρεύτηκε. Πήγαν να συγχαρούν τους συμπεθέρους και με ύφος ιερομάρτυρα η πεθερά ιδιαίτερα, αναστενάζοντας απανωτά και πολύ μελοδραματικά ούτε λίγο ούτε πολύ είπε πως… λάθος αδελφή διάλεξαν για τον μοναχογιό τους.

Η Μαρία έσκυβε το κεφάλι κι ένιωθε φοβερά υπεύθυνη και ένοχη που δεν κάρπιζε η μήτρα της, για την ανικανότητα της να «πιάσει» παιδί. Για να ισορροπεί κάπως την κατάσταση σκοτωνόταν όλη μέρα να φροντίζει τόσο τον άνδρα της όσο και τα πεθερικά - δούλα είχε καταντήσει, να τρέχει στο αμπέλι και στο περιβόλι και να κάνει εκείνη, κλάδεμα, σκάψιμο, τρύγο κι ό,τι άλλο χρειαζόταν, ενώ ο Ανδρέας πέρναγε τις περισσότερες ώρες του στο καφενέ του χωριού μπεκροπίνοντας και παίζοντας πρέφα για να πνίγει τον καημό του με την παντρειά που έκανε.

Κάποιοι από το χωριό τον συμπονούσαν για την ατυχία του, άλλοι όμως τον κάκιζαν που άφηνε τη γυναίκα του να φορτώνεται όλες τις βαριές δουλειές, έτσι αδυνατούλα κι αδύναμη που ήταν κι εκείνος κοπροσκύλιαζε μέρα-νύχτα.

- Άντε και να πιάσει παιδί με τόσον κόπο και τόσα βάρη που σηκώνει όλη μέρα. Αλλά τι να περιμένει το κορίτσι με τον αχαΐρευτο που παντρεύτηκε! Μωρέ, κάτι ξέρει ο Θεός και δεν του δίνει παιδί. Έτσι κουβέντιαζαν πολλοί χωριανοί, άνδρες και γυναίκες.

Λες και δεν έφταναν όσοι τα 'βαζαν με τη Μαρία, ακόμα κι οι γονείς της δεν έδειχναν την απαιτούμενη συμπαράσταση στο παιδί τους. Η μεν μάνα της την ορμήνευε να σκύβει το κεφάλι και να μην αντιμιλάει ό,τι και να ακούει, γιατί μπορεί να μη φταίει, αλλά κι εκείνοι έχουν τα δίκια τους, ο δε πατέρας της από φόβο μπας και την στείλουν πίσω και τι να την κάνει μετά, αφού όλος ο κόσμος ξέρει το κουσούρι της, προσπαθούσε να αποδείξει σε όλους με την άσχημη συμπεριφορά του απέναντί της ιδιαίτερα μπροστά στα πεθερικά και στο σόι του Ανδρέα πως κι ο ίδιος δεν την συγχωράει.

Όσο ζούσαν τα πεθερικά η Μαρία προσπαθούσε με νύχια και με δόντια να αποφεύγει τους καυγάδες με τον Ανδρέα, γιατί είχε να αντιμετωπίσει και τους τρεις. Όταν όμως άφησαν τα εγκόσμια οι γέροι που τους γεροκόμησε η Μαρία σαν την πιο στοργική κόρη, άλλαξαν τα πράγματα. Είχε μεγαλώσει και ωριμάσει η ίδια κι έβλεπε πόσο άδικοι ήταν όλοι μαζί της. Τι έφταιγε αυτή σε τελευταία ανάλυση; Σάμπως το 'ξερε πως δεν θα έπιανε παιδί; Όλα όσα κρατούσε μέσα της τόσα χρόνια άρχισε δειλά στην αρχή, πιο θαρραλέα όπως περνούσαν τα χρόνια, να τα βγάζει και να κάνουν ομηρικούς καβγάδες με τον Ανδρέα που ήταν τεμπελόσκυλο κι ούτε στις εξωδουλειές δεν πήγαινε -ως όφειλε σαν άνδρας- παρά τα περίμενε όλα από κείνην. Άσε που άρχισαν να μπαίνουν και ψύλλοι στ' αυτιά της μήπως έφταιγε εκείνος και γι' αυτό δεν δέχτηκε ποτέ να πάνε σε γιατρό!

Κόντευε τα 45 ο Ανδρέας όταν άνοιξε Κοινοτικό Ιατρείο στο χωριό τους. Ο γιατρός νέος, τόσο σε ηλικία όσο και στο επάγγελμα, γεμάτος ενθουσιασμό κι ζήλο! Θέλησε να γνωρίσει από κοντά όλους τους κατοίκους που κλήθηκε να φροντίζει για όσο διάστημα θα υπηρετούσε εκεί. Ο ίδιος καταγόταν από ένα ορεινό χωριό της Βόρειας Ελλάδας κι ερωτεύτηκε το όμορφο νησί. Άρχισε, λοιπόν, όχι μόνο τις εξερευνήσεις για να γνωρίσει καλά τον τόπο, αλλά και τις επισκέψεις σε κάθε σπίτι χωριστά για να εξοικειωθεί με τους κατοίκους. Ενθουσιάστηκαν οι χωριανοί από την προθυμία του γιατρού και το σεβασμό που τους έδειχνε.

Πήγε να γνωρίσει και «τους άκληρους», όπως αποκαλούσαν την Μαρία και τον Ανδρέα στο χωριό. Αφού γεύτηκε τις ωραίες νοστιμιές και τα τραταρίσματα της της νοικοκυράς, έπιασε κουβέντα και με τους δυο ο γιατρός. Αρπάχτηκε από τη μοναδική αυτή ευκαιρία η Μαρία κι ανάφερε τον καημό τους που δεν είχαν παιδί. Επιφυλακτικός ο γιατρός απέφυγε τις πολλές ερωτήσεις, ρώτησε μόνο αν είχαν επισκεφτεί γιατρό να εξεταστούν, μήπως είχε κάποιο πρόβλημα ο ένας από τους δυο, που μπορεί και να διορθωνόταν. Αντέδρασε κάπως άσχημα ο Ανδρέας, εκείνος μια χαρά ήταν, η γυναίκα του θα είχε κουσούρι. Ζήτησε από τον Ανδρέα όμως, να περάσει καμιά μέρα από το Κοινοτικό Ιατρείο να του κάνει μια εξέταση αίματος, μήπως έχει αναιμία γιατί του φάνηκε κάπως χλωμός.

Στο ιατρικό ιστορικό που χρειάστηκε να του πάρει, υπό εχεμύθεια του είπε ο Ανδρέας ότι είχε περάσει παρωτίτιδα όταν ήταν στο Στρατό, κοινώς «παραμαγούλες». Παρακάλεσε το γιατρό να μην το αποκαλύψει σε κανέναν γιατί θα είναι πολύ δύσκολη η θέση του μετά, τόσο από τους χωριανούς όσο κι από τη Μαρία. Όλοι γνώριζαν και πίστευαν, πως άνδρας που πέρασε παραμαγούλες, έμενε στείρος. Θορυβήθηκε ο γιατρός γιατί ενώ λόγω ιατρικού απορρήτου δεν θα πρόδιδε το μυστικό του ασθενή του, ταυτόχρονα όμως μίλησε πολλή ώρα στον Ανδρέα και του εξήγησε πόσο άδικο είχε και πόσο άσχημα έκανε που το έκρυψε από τη γυναίκα του, όχι μόνο πριν το γάμο ως όφειλε, αλλά ούτε μετά το γάμο με τις γνωστές συνέπειες. Μικρή η κοινωνία του χωριού είχε ενημερωθεί για την κατακραυγή του ίδιου και της οικογένειας του επειδή δεν «έπιασε» παιδί η Μαρία.

Για πρώτη φορά ο Ανδρέας, άρχισε κάπου να νιώθει τύψεις. Οι σκέψεις του τριβέλιζαν το μυαλό μέρα-νύχτα κι έχασε την ηρεμία του. Όταν λίγους μήνες αργότερα πήγε να εξομολογηθεί για να κοινωνήσει του Αγίου Ανδρεός, όπως συνήθιζε κάθε χρόνο, δεν άντεξε το βάρος του μυστικού που χρόνια κουβαλούσε μέσα του και το φανέρωσε στο γέρο ιερέα. Ο καλός παπάς τον ορμήνεψε να πάνε μαζί με τη Μαρία μια μέρα και θα τον βοηθήσει εκείνος όχι μόνο να το ομολογήσει στη γυναίκα του, αλλά κι ο ίδιος ο ιερέας θα της μιλούσε. Έμεινε άφωνη η Μαρία με αυτά που άκουσε. Ντράπηκε μπροστά στον παπά να ξεσπάσει.

Από κείνη την ημέρα όμως όλα άλλαξαν. Σήκωσε ψηλά το κεφάλι η Μαρία, αλλά παράλληλα δεν μπορούσε να συγχωρήσει τον Ανδρέα, όχι μόνο που της στέρησε την μητρότητα, αλλά και για τη μίζερη ζωή που πέρασε όλα αυτά τα χρόνια. Πώς να του συγχωρήσει ότι, γνωρίζοντας πως εκείνος είναι ο φταίχτης, δεν έκανε τίποτα για να την προστατέψει από τα πεθερικά και όλους που την έβλεπαν με μισό μάτι. Επί πλέον την κατηγορούσε κι εκείνος κι ας γνώριζε την αλήθεια.

Οι καβγάδες στο ανδρόγυνο καθημερινοί κι όλο πιο άσχημοι. Άκουγε η γειτονιά, σχολίαζαν όλοι και οι πάντες κατέκριναν τον Ανδρέα για την ανανδρία του και για την αδικία. Άλλοι πάλι έλεγαν αφού πέρασε έτσι η ζωή τους τι το 'θελε ο χριστιανός και της είπε τώρα την αλήθεια; Κι οι καβγάδες όλο και περίσσευαν. Η Μαρία όμως ήταν καλός και ήσυχος άνθρωπος, αλλά της ήρθε κεραμίδα αυτό που έμαθε τόσο αργά. Κάποιες φορές σκεφτόταν πως και νωρίτερα να το μάθαινε δεν θα άλλαζε τίποτα, αφού -έτσι και αλλιώς- το διαζύγιο ούτε σαν έννοια δεν το γνώριζε, αλλά τουλάχιστον δεν θα είχε υποστεί τόσα βάσανα από την πεθερά, ακόμα κι από τους δικούς της. Κι ούτε θα γινόταν δούλα σε όλους κι από πάνω να την βλέπουν όλοι με μισό μάτι και να της φέρονται τόσο άσχημα.

Όμως, μεγάλος γιατρός ο κυρ Χρόνος, επουλώνει ή τουλάχιστον μαλακώνει όλες τις πίκρες κι όλες τις πληγές. Βοήθησε κι ο Ανδρέας που, αναγνωρίζοντας επιτέλους, πόσο άδικος στάθηκε, συμπονούσε τη γυναίκα του, ανάλαβε εκείνος τις εξωδουλειές, περιόρισε το κρασί κι έγινε καλός νοικοκύρης, έστω κι αργά.

Ήταν πάλι εποχή που μάζευαν ελιές οι χωριανοί. Κι όπως πάντα, τους πήγαιναν αρκετές ελιές ώστε να τις φτιάξουν με διάφορους τρόπους για να έχουν να πορευτούν όλη τη χρονιά μέχρι την καινούρια σοδειά. Έτσι, έπεσε με τα μούτρα στη δουλειά το ανδρόγυνο. Η Μαρία έβρασε αρκετές μαύρες χοντρές ελιές για να τις απολαύσουν φρέσκες. Έβαλαν μπροστά να κάνουν άλλες τσακιστές-βλαστάδες, άλλες «μαραμένες» στο μαλαθούνι (:καλάθι), με μπόλικο αλάτι, στρώση ελιές στρώση αλάτι, άλλες κολυμπάδες κ.λπ.

Ο Ανδρέας είχε μπροστά του ένα μεγαλούτσικο μαλαθούνι με πράσινες ωραίες ελιές και καθισμένος έξω τις τσάκιζε μία-μία πάνω σε μια ίσια πέτρα που είχαν για αυτό το σκοπό και δίπλα ένα μεγάλο τενεκέ γεμάτο νερό όπου τις έριχνε μέσα. Τι έγινε και τι έφταιξε και πιάνει τρικούβερτο καβγά το ανδρόγυνο. Φώναζε ο ένας φώναζε ο άλλος, άκρη δεν έβγαζες. Από τις πολλές φωνές μαζεύτηκαν γύρω κάμποσοι από τους γειτόνους να δουν τι συμβαίνει. Διαπιστώνοντας πως δεν έτρεχε και τίποτα σοβαρό, το διασκέδαζαν κι οι ίδιοι όπως λίγο πολύ το διασκέδαζε και το αντρόγυνο, ιδιαίτερα η Μαρία που επίτηδες τον τσίγκλαγε, μισοαστεία μισοσοβαρά.

Φουντώνει άσχημα κάποια στιγμή ο Ανδρέας γίνεται κατακόκκινος σαν τον… πιπιριόνο (:κόκκινη πιπεριά), τον βλέπει η Μαρία και… Xριστιανέ μου πώς κάνεις έτσι; Θα σε εύρη «κόλπο» μάτια μου (:εγκεφαλικό) και δεν θα προλάβεις να φας ούτε Κολυμπάδες, μήτε Βλαστάδες. Και τότε ο Ανδρέας έτσι φουντωμένος και κατακόκκινος, είπε εκείνο το ωραίο: Kαι τι σε κόφτει εσένα, αν δεν τις φάω εγώ θα τις φάνε άλλοι!

Αποφορτίζεται η ατμόσφαιρα, ξεσπάνε όλοι οι παρευρισκόμενοι σε γέλια κι εκείνο το… αν δεν τις φάω εγώ θα τις φάνε άλλοι, έγινε κάτι σαν σλόγκαν, για τους χωριανούς που το έλεγαν σε παρόμοιες περιπτώσεις και από κάποιους παλιούς, λέγεται ακόμη.

δ.μ. 

"Αγία και Μεγάλη Σύνοδος: Νέα Εκκλησιολογία ή Πιστότητα στην Παράδοση;". Μελέτημα του Επισκόπου Αβύδου Κυρίλλου (Κατερέλου)


Δευτέρα 3 Ιουλίου 2017

Βαρυσήμαντο Μήνυμα του Αγίου Όρους περί της Αγίας και Μεγάλης εν Κρήτη Συνόδου


Ανακοίνωσις της Εκτάκτου Διπλής Ιεράς Συνάξεως Αγίου Όρους από 17/30-6-2017, προς ενημέρωσιν παντός ενδιαφερομένου. Άπαντες οι εκπρόσωποι και προϊστάμενοι των είκοσι (20) Ιερών και Ευαγών Μονών του Αγίου Όρους Άθω.

ΚΑΡΥΑΙ ΤΗι 17ῃ/30ῇ Ἰουνίου 2017 
ΑΡ. ΠΡΩΤ. Φ.2/32/1400 2/7

Μήνυµα τοῦ Ἁγίου Ὄρους περὶ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης ἐν Κρήτῃ Συνόδου 

Ἡ κατὰ τὴν σήµερον 17ην / 30ὴν Ἰουνίου 2017 ἐν Καρυαῖς συγκληθεῖσα ΣϚ΄ (206η) Ἔκτακτος Διπλῆ Ἱερὰ Σύναξις τοῦ Ἁγίου Ὄρους, ἀποτελουµένη ἐξ εἴκοσιν Ἐκτάκτων καὶ τῶν εἴκοσι Τακτικῶν Ἀντιπροσώπων παρὰ τῇ Ἱερᾷ Κοινότητι, ἐν συνεχείᾳ τῶν ἤδη γνωστοποιηθέντων κατὰ τὸ τελευταῖον διάστηµα ἐπισήµων κειµένων τοῦ Ἁγίου Ὄρους – τόσον τῶν θέσεων αὐτοῦ πρὸ τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου, ὅσον καὶ τῆς ἀποτιµήσεως τῶν τελικῶν κειµένων τῆς Συνόδου – ἐξ αἰσθήµατος εὐθύνης καὶ σεβασµοῦ πρὸς τὴν Ἁγίαν ἡµῶν Ἐκκλησίαν καὶ τὸ πλήρωµα Αὐτῆς κινουµένη, γνωρίζει τὰ ἀκόλουθα.

Διαρκῶς παρατηρεῖται µιὰ ὑποβόσκουσα ταραχὴ προκαλουµένη ἀπὸ ἀντιδράσεις κατὰ ἀποφάσεων τῆς Ἁγίας καὶ Μεγάλης Συνόδου (Κρήτη, 2016). Προτείνονται ἀποτειχίσεις καὶ διακοπαὶ τοῦ µνηµοσύνου τῶν οἰκείων ἐπισκόπων.

Ἐπειδὴ εἴµεθα ἀποδέκται αὐτῶν τῶν ἀνησυχιῶν, καὶ εὑρισκόµενοι ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας, ἀπευθύνοµεν πρὸς ὅλους τὸν χαιρετισµὸν τοῦ Ἀναστάντος Χριστοῦ: Εἰρήνη ὑµῖν.

Δὲν ὑπάρχει λόγος ταραχῆς, ἐφ᾿ ὅσον εὑρίσκεται µεθ᾿ ἡµῶν ὁ Ἀναστὰς Κύριος.

Ἡ Σύνοδος ἔγινε µετὰ ἀπὸ πολυχρόνιον προετοιµασίαν. Πρὸ τῆς Συνόδου τὰ προετοιµασθέντα κείµενα ἐκοινοποιήθησαν πρὸς γνῶσιν τῶν πιστῶν καὶ µὲ τὴν δυνατότητα ἐκφράσεως κάποιας γνώµης.

Τὸ Ἅγιον Ὄρος ἐπὶ σειρὰν ἐτῶν µετὰ σαφηνείας διετύπωσε τὰς ἀπόψεις του διὰ τοὺς γινοµένους διαλόγους µετὰ τῶν ἑτεροδόξων Χριστιανῶν.

Κατὰ τὰς ἐργασίας τῆς Συνόδου οἱ ἀρχιερεῖς ἐξέφρασαν τὰς προσωπικάς των ἀπόψεις. Κάποιοι ἐξ αὐτῶν διετύπωσαν τὰς ἀντιρρήσεις των µὲ σεµνὸν τρόπον, χωρὶς νὰ διακόπτουν τὰς σχέσεις των µὲ τὴν Ἐκκλησίαν. Ὅλα εἶναι καταγεγραµµένα.

Ἡ Ἐκκλησία πάντοτε παραµένει "στύλος καὶ ἑδραίωµα τῆς ἀληθείας". Ἡ Ἐκκλησία κατὰ τὸν Ἅγιον Ἰωάννην τὸν Χρυσόστοµον "χειµάζεται, ἀλλ᾿ οὐ καταποντίζεται· κλυδωνίζεται, ἀλλ᾿ οὐ γίνεται ὑποβρύχιος· δέχεται βέλη, ἀλλ' οὐ δέχεται τραύµατα"· εἶναι ὁ ἴδιος ὁ Θεάνθρωπος. Ὅλοι οἱ Ἅγιοι ζῶντες ἐν Χριστῷ µᾶς παραπέµπουν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ µᾶς ἀναπαύουν.

Τὸ Πνεῦµα τὸ Ἅγιον ὅλον συγκροτεῖ τὸν θεσµὸν τῆς Ἐκκλησίας. Αὐτὸ τὰ ἀσθενῆ θεραπεύει καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῖ. Παραµένοντες εἰς τὴν Ἐκκλησίαν καὶ αἰσθανόµενοι ἐλλιπεῖς καὶ ἀσθενεῖς δεχόµεθα τὴν θεραπείαν καὶ τὴν ὑγείαν.

Ἐὰν ὡς ἄνθρωποι παρεκκλίνωµεν, ἡ χάρις τοῦ Πνεύµατος µᾶς ἐπαναφέρει εἰς τὸν ὀρθὸν δρόµον. Δι᾿ αὐτὸ κάθε φόβος εἶναι περιττός, ὡς φανέρωσις ὀλιγοπιστίας, ἐφ' ὅσον εὑρισκώµεθα ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας τοῦ Χριστοῦ.

Ἄλλωστε καὶ οἱ τέσσαρες Πατριάρχαι τῆς Ἀνατολῆς διὰ τῆς ἱστορικῆς των ἐγκυκλίου (1848) µᾶς καθησυχάζουν ὁµολογοῦντες ὅτι "παρ' ὑµῖν οὔτε Πατριάρχαι, οὔτε Σύνοδοι ἐδυνήθησαν ποτὲ εἰσαγαγεῖν νέα, διότι ὁ ὑπερασπιστὴς τῆς θρησκείας ἐστὶν αὐτὸ τὸ σῶµα τῆς Ἐκκλησίας, ἤτοι αὐτὸς ὁ λαός, ὅστις ἐθέλει τὸ θρήσκευµα αὐτοῦ αἰωνίως ἀµετάβλητον καὶ ὁµοειδὲς τῷ τῶν Πατέρων αὐτοῦ". Δὲν δικαιολογοῦνται ἄρα ταραχαὶ καὶ ἀπογνώσεις, αἱ ὁποῖαι ὁδηγοῦν εἰς σχίσµατα.

Ἀνήκοµεν εἰς τὴν Ἐκκλησίαν, Σῶµα Χριστοῦ. Αὐτὸ τὸ Σῶµα ἔχει τοιαύτην ὑγείαν, ὥστε πάντοτε προσλαµβάνει καὶ ἀφοµοιώνει τὰ στοιχεῖα ποὺ αὐτὸ ἀποδέχεται. Ὅπως ἀποβάλλει ὅσα αὐτὸ θεωρεῖ ξένα.

Ἔχοµεν ἐµπιστοσύνην εἰς τὴν ἀγάπην τοῦ Χριστοῦ, ὄχι εἰς ἀτοµικάς καὶ ἑώλους δοξασίας, αἱ ὁποῖαι ὁδηγοῦν ἐκτὸς Ἐκκλησίας καὶ δηµιουργοῦν τὰς κολάσεις τῶν αἱρέσεων.

* * *

Δι᾿ ὅλων αὐτῶν δὲν θέλοµεν νὰ προτείνωµεν ἐφησυχασµὸν ἀδιαφορίας, ἀλλὰ νὰ ὑπογραµµίσωµεν τὴν σηµασίαν τῆς ἐγρηγόρσεως καὶ τῆς πίστεως. Θεωροῦµεν δὲ ἀχαριστίαν πρὸς τὸν Θεὸν καὶ ἔλλειψιν ἀγάπης πρὸς πάντας τοὺς ἀδελφοὺς — τοὺς ἐγγὺς καὶ τοὺς µακρὰν — ἐὰν δὲν τονίζωµεν µετὰ πάσης παρρησίας καὶ σαφηνείας τὸν πλοῦτον τῆς Χάριτος ποὺ ἀπολαµβάνοµεν ζῶντες ἐντὸς τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας. Καὶ αὐτὸ δὲν εἶναι ἰδικόν µας κατόρθωµα ἀλλὰ δωρεὰ τοῦ ἑνὸς Κυρίου καὶ Θεοῦ καὶ Σωτῆρος ἡµῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ, ὁ ὁποῖος µὲ τρόπον µοναδικὸν καὶ ἀπόλυτον ὁµιλεῖ διὰ τὸν Ἑαυτόν Του:

Ἐγώ εἰµι ἡ ὁδός, ἡ ἀλήθεια καὶ ἡ ζωή. Χωρὶς ἐµοῦ οὐ δύνασθε ποιεῖν οὐδέν.

Ἐγώ εἰµι ὁ ποιµὴν ὁ καλός, ὁ ὁποῖος θυσιάζει τὴν ψυχήν του ὑπὲρ τῶν προβάτων.

Ὅσοι ἦλθον πρὸ ἐµοῦ κλέπται εἰσὶ καὶ λησταί, ἀλλ' οὐκ ἤκουσαν αὐτῶν τὰ πρόβατα. Δὲν θὰ τοὺς ἀκολουθήσουν, διότι δὲν γνωρίζουν τῶν ἀλλοτρίων τὴν φωνήν.

Ἐκπλήσσονται οἱ ἀκούοντες καὶ ὁµολογοῦν· "οὐδέποτε οὕτως ἐλάλησεν ἄνθρωπος" (Ἰω. 7, 46).

Αὐτὸς δὲν εἶναι ἁπλῶς ἄνθρωπος ἀλλὰ Θεάνθρωπος.

Αὐτὸς εἶναι ὁ µόνος Ἅγιος, µόνος Κύριος, ὁ Ἰησοῦς Χριστός. "Οὐκ ἔστιν ἐν ἄλλῳ οὐδενὶ ἡ σωτηρία" (Πράξ. 4, 12).

Αὐτὸς δὲν ἔρχεται νὰ κρίνη, ἀλλὰ νὰ σώση τὸν κόσµον. Σταυροῦται διὰ τὴν σωτηρίαν τῶν σταυρωτῶν του.

Οὗτος τὰς ἁµαρτίας ἡµῶν φέρει καὶ περὶ ἡµῶν ὀδυνᾶται. Τὰ πάντα προσίεται, ἵνα σώση τὸν ἄνθρωπον. Τὰ πάντα ὑποµένει διὰ νὰ σώση τοὺς πάντας.

Ἦλθε· τὸν εἴδαµε, τὸν ἀκούσαµε καὶ αἱ χεῖρες ἡµῶν ἐψηλάφησαν.

Ἔπαθε, ἀνέστη καὶ ἀνελήφθη. Ἔστειλε τὸ Πνεῦµα τὸ Ἅγιον τὴν ἡµέρα τῆς Πεντηκοστῆς καὶ πάντες ἤρξαντο φθέγγεσθαι ξένοις ρήµασι, ξένοις δόγµασι, ξένοις διδάγµασι τῆς Ἁγίας Τριάδος.

Συγκροτεῖται ἡ Ἐκκλησία µὲ ὅλην τὴν ξένην καὶ θείαν εὐπρέπειαν. Καταργεῖται ἡ φυλακὴ τοῦ χρόνου καὶ εἰσερχόµεθα εἰς τὴν ἐλευθερίαν τῶν ἐσχάτων.

Εἰς κάθε Θείαν Λειτουργίαν λάµπει ἡ χάρις τῆς Πεντηκοστῆς καὶ ὁ Θεάνθρωπος Κύριος εἶναι ὁ προσφέρων καὶ προσφερόµενος καὶ προσδεχόµενος καὶ διαδιδόµενος διὰ τὴν σωτηρίαν τοῦ σύµπαντος κόσµου.

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εἶναι ἡ φανέρωσις τῆς ἀφάτου ἀγάπης τοῦ Θεοῦ πρὸς τὸν ἄνθρωπον. Αὐτὸ µᾶς σώζει καὶ µᾶς χρεώνει ἀναποφεύκτως διὰ τὴν µαρτυρίαν αὐτῆς τῆς ἀγάπης.

* * *

Ἀντιθέτως οἱ δοκοῦντες ἄρχειν τῶν ἐθνῶν (ὡς θρησκευτικοὶ ἢ ὡς κοσµικοὶ ἄρχοντες) κατακυριεύουσι καὶ κατεξουσιάζουσι τῶν ἀνθρώπων. Ὡς ψευδεῖς ποιµένες δὲν θυσιάζουν τὴν ψυχήν των ὑπὲρ τῶν προβάτων, ἀλλὰ τὰ πρόβατα διὰ τὴν θεωρίαν των. Καταδικάζουν καὶ ἐξοντώνουν τοὺς ἄλλους ὡς αἰτίους τοῦ κακοῦ, διὰ νὰ διορθώσουν τὸν κόσµον.

-Ἄλλοι κατακαίουν τοὺς θεωρουµένους ὡς αἱρετικοὺς καὶ ἀπίστους.
-Ἄλλοι τοὺς ἀνθρώπους τῆς κατωτέρας καταγωγῆς καὶ φυλῆς.
-Τρίτοι τοὺς ἐχθροὺς τοῦ λαοῦ. . .

Ὅλοι βασιλεύουν, ἀλλ' οὐκ αἰωνίζουν. Βασανίζουν τοὺς ἀνθρώπους καὶ παρέρχονται, ἀλλὰ ἐµφανίζονται µὲ ὑποτροπιάζουσαν τὴν ἰδίαν ἀσθένειαν.

Διὰ τῆς σαρκώσεως τοῦ Θεοῦ Λόγου καὶ τῆς ἐλεύσεως τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος δηµιουργεῖται ἡ Ἐκκλησία. Καὶ ἐγκαινιάζεται "ἡ σκηνὴ τοῦ Θεοῦ µετὰ τῶν ἀνθρώπων" (Ἀπ. 21, 3), τὸ µικρὸν ποίµνιον µὲ τὴν θεϊκὴν ἀποστολήν.

Δὲν ὑπάρχει µὲ ἄλλον τρόπον ἡ Τριαδικὴ θεότης καὶ µὲ ἄλλον ἡ Ἐκκλησιαστικὴ ἑνότης. "Καθὼς σὺ πάτερ ἐν ἐµοί, κᾀγὼ ἐν σοί, ἵνα καὶ αὐτοὶ ἐν ἡµῖν ἓν ὦσιν" (Ἰω. 17, 21).

Πάντα ἐνεργεῖ τὸ Πνεῦµα τὸ Ἅγιον. Οἱ σεπτοὶ Πατέρες τῷ Θείῳ Πνεύµατι συνδιασκεψάµενοι θεογράφως διεχάραξαν τὸ δόγµα τῆς θεότητος τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ καὶ τοῦ Ἁγίου Πνεύµατος, καθὼς καὶ τὴν θεοτοκίαν τῆς Ἀειπαρθένου Μητρὸς τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ.

Ὅλη ἡ ζῶσα οἰκοδοµὴ τῆς Ἐκκλησίας ἑδράζεται εἰς τὸ θεµέλιον τῆς πίστεως. Κάθε ἀλλοίωσις εἰς τὴν ἀλήθειαν τοῦ δόγµατος προκαλεῖ ρωγµὰς καὶ ἀλλοιώσεις εἰς τὸν χῶρον τῆς ζωῆς.

* * *

Μὲ τὴν ἀποµάκρυνσιν τῆς Ρώµης ἀπὸ τὴν µίαν καὶ ἁγίαν Ἐκκλησίαν ἀκολουθοῦν αἱ γνωσταὶ ἀλλοιώσεις εἰς τὸν δυτικὸν κόσµον:

Ἡ Ἐκκλησία νοεῖται καὶ διοργανώνεται ὡς κράτος. Ἡ θεολογία καλλιεργεῖται ὡς σχολαστικὴ φιλοσοφία καὶ ἡ πνευµατικὴ ζωὴ ὡς ἠθικὴ ἄσκησις ἐντὸς τοῦ προσκαίρου κόσµου διὰ τῆς κτιστῆς χάριτος.

Προκαλεῖται ὁ χωρισµὸς θεολογίας καὶ ζωῆς, ἱερωσύνης καὶ γάµου. Ἀκολουθεῖ ὅλη ἡ σειρὰ τῶν γνωστῶν ἐπιπτώσεων. . .

Ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία παραµένει πάντοτε ἐντὸς τοῦ πληρώµατος τῆς λειτουργικῆς χάριτος. Ἐδῶ δὲν θεωρεῖται ἡ θεολογία φιλοσοφικὴ ἀπασχόλησις· οὔτε πλησιάζεις διανοητικῶς τὸ µυστήριον τῆς ζωῆς, ἀλλὰ βαπτίζεσαι ὁλόκληρος εἰς τὰ νάµατα τῆς χάριτος.

Ὅταν ἐπιµένης προσευχόµενος, ὅπως ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαµᾶς: "φώτισόν µου τὸ σκότος", δέχεσαι τὸν θεῖον φωτισµὸν ὡς ἀνάπαυσιν πνευµατικὴν καὶ ἀντιλαµβάνεσαι τὸ σχόλιον τοῦ ἰδίου Ἁγίου: Εἶναι ἄλλο τὸ φῶς διὰ τὰ αἰσθητὰ καὶ ἄλλο διὰ τὸν νοῦν τοῦ ἀνθρώπου. Ὅταν ὅµως πνευµατικῆς εὐµοιρήσωσιν χάριτος, ὅταν γίνουν οἱ ἄνθρωποι κοινωνοὶ τῆς θείας χάριτος, τότε διὰ τῶν αἰσθήσεων καὶ τοῦ νοῦ βλέπουν τὰ ὑπὲρ πᾶσαν αἴσθησιν καὶ νοῦν µυστήρια· ὅπως ὁ Θεὸς γνωρίζει καὶ οἱ τὰ τοιαῦτα πάσχοντες.

Ζῶντες ἐν Ἁγίῳ Ὄρει πολιτευόµεθα "κατὰ τὰς τῶν Ἁγίων θεοπνεύστους θεολογίας καὶ τὸ τῆς Ἐκκλησίας εὐσεβὲς φρόνηµα"· ὄχι κατὰ τὰς ἀκαδηµαϊκὰς θεολογίας τῶν διανοουµένων καὶ τὰς ἀντιλήψεις τῆς κάθε ἐποχῆς. Ἡ κοινωνίατῶν Ἁγίων περιβάλλει τοὺς πιστούς καὶ τὸ εὐσεβὲς φρόνηµα τῆς Ἐκκλησίας τοὺς κατευθύνει.

Εἴµεθα ἠλεηµένοι ὡς τέκνα τῆς σταυρουµένης καὶ διὰ τοῦτο δεδοξασµένης Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας. Ἐξ αὐτῆς ἐδέχθηµεν ὅλα τὰ ἀγαθά. Τὴν ἀντικρύζοµεν διαρκῶς αἱµάσσουσαν µὲ τὸ πλῆθος τῶν Μαρτύρων καὶ τῶν Ὁσίων της. Παραµένοµεν εὐγνώµονες καὶ ἄγρυπνοι κρατοῦντες τὰς παραδόσεις. Ἀπολαµβάνοµεν τὴν χάριν τῆς ἐλευθερίας τοῦ Πνεύµατος καὶ τὴν ἐν Χριστῷ ἀδελφοσύνην ἐντὸς τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας.

Ἐὰν ἡ Χριστιανικὴ Αὐτοκρατορία παρῆλθεν ὡς ἱστορικὸν γεγονός, παραµένει ἐσαεὶ ἡ αὐτοκρατορία τῆς ἀγάπης, ἡ ὁποία οὐδέποτε ἐκπίπτει. Εὑρισκόµεθα εἰς αὐτὸν τὸν Παράδεισον. Ὁµολογοῦµεν τὴν χάριν, κηρύττοµεν τὸν ἔλεον, οὐ κρύπτοµεν τὴν εὐεργεσίαν.

Ὅπως ὁ Κύριος εἶναι Μοναδικός, ὁµοίως οἱ µαθηταί Του ἔχουν τὴν µοναδικὴν ἀποστολὴν νὰ ἐξαγγείλουν τὸ χαρµόσυνον µήνυµα ὅτι "ὁ θάνατος τεθανάτωται". Ὅλα τὰ ἄλλα εἶναι σχετικὰ καὶ ἀσήµαντα διὰ τὸν ἄνθρωπον.

Αὐτοὶ ποὺ ἐντὸς τῆς Ἐκκλησίας ψάλλουν, διότι τὸ ζοῦν: "Θανάτου ἑορτάζοµεν νέκρωσιν, Ἅδου τὴν καθαίρεσιν, ἄλλης βιοτῆς, τῆς αἰωνίου, ἀπαρχὴν καὶ σκιρτῶντες ὑµνοῦµεν τὸν αἴτιον", δὲν ἀντιπροσωπεύουν µίαν θρησκευτικὴν ἄποψιν, οὔτε εἶναι δυνατὸν νὰ προτρέπωνται νὰ ἀποφεύγουν τὸν προσηλυτισµόν, διότι θυσιάζουν τὴν ζωήν των διὰ νὰ ἀναγγείλουν εἰς τὸν κόσµον ὅτι "ἑάλω ὁ θάνατος θανάτῳ".

Τὸ πολύτιµον ποὺ ἔχει ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία – καὶ τὴν τρέφει – εἶναι ἡ ἀλήθεια τῆς πίστεως. Καὶ δὲν ἔχει ἄλλον τρόπον νὰ προσφέρη τὴν ἀγάπην Της ἐκτὸς ἀπὸ τὴν πασχάλιον πρόσκλησιν: "Δεῦτε πάντες ἀπολαύσατε τοῦ συµποσίου τῆς πίστεως".

"Εἰ δὲ Χριστὸς οὐκ ἐγήγερται, κενὸν ἄρα τὸ κήρυγµα ἡµῶν, κενὴ καὶ ἡ πίστις". Θὰ ἔπρεπε τότε νὰ ἐξέλθωµεν εἰς τὰς ὁδοὺς καὶ εἰς τὰς ρύµας συνεργαζόµενοι µετὰ τῶν ἄλλων καταδίκων εἰς τὴν χώραν τῆς σκιᾶς τοῦ θανάτου ἐπιζητοῦντες βελτίωσιν τῶν συνθηκῶν τῆς συµφορᾶς.

Ἀλλὰ ἄπαγε τῆς βλασφηµίας! "Νῦν πάντα πεπλήρωται φωτός". Καὶ ὅλοι ἀναµένουν βοήθειαν ἐκ τῶν τῆς Ἀναστάσεως τὴν πεῖραν εἰληφότων. Δὲν εἴµεθα µόνοι. Ὁ Ἀναστὰς Κύριος ἀψευδῶς µεθ' ἡµῶν ἐπηγγείλατο ἔσεσθαι µέχρι τερµάτων αἰῶνος.

Αὐτὴν τὴν χαρὰν τῆς µεθ' ἡµῶν παρουσίας τοῦ καταργήσαντος τὸν θάνατον προσφέρει ἡ Ἐκκλησία µὲ τὴν ἀτελεύτητον σειρὰν τῶν ἁγίων, µαρτύρων καὶ ὁσίων της. Καὶ τὸ Ἅγιον Ὄρος µὲ τὴν λειτουργικήν του ζωὴν καὶ παρουσίαν παραµένει πάντοτε µία µαρτυρία τῆς Ὀρθοδόξου πίστεως καὶ ἐλπίδος δι' ὅλον τὸν κόσµον.

Τῷ δὲ ἐκ νεκρῶν Ἀναστάντι Χριστῷ τῷ Θεῷ ἡµῶν δόξα καὶ κράτος εἰς τοὺς αἰῶνας τῶν αἰώνων. Ἀµήν.

Ἅπαντες οἱ ἐν τῇ Ἐκτάκτῳ Διπλῇ Ἱερᾷ Συνάξει Ἀντιπρόσωποι καὶ Προϊστάµενοι τῶν Κ´ Ἱερῶν καὶ Εὐαγῶν Μονῶν τοῦ Ἁγίου Ὄρους Ἄθω

Κυριακή 2 Ιουλίου 2017

Αρχιερατική Λειτουργία και Λιτανεία στο γραφικό παρεκκλήσιο της Βλαχέραινας Αργασίου Ζακύνθου


Πρωί Κυριακής, 2ας Ιουλίου 2017, πανηγύρισε το γραφικό παρεκκλήσιο της Βλαχέραινας, στο καταπράσινο και θαλασσοφίλητο Αργάσι του Τζάντε. Της Ευχαριστιακής Συνάξεως προέστη ο οικείος Μητροπολίτης Σεβ. Ζακύνθου κ. Διονύσιος Δ΄, ενώ συμμετείχε πλήθος προσκυνητών από τα πέριξ. Ακολούθησε η πατροπαράδοτη Λιτανεία της περίπυστης Εικόνας της Παναγίας στο ύπαιθρο της περιοχής.






















Παράκληση προς την Θεομήτορα στην Παλαιά Βλαχέραινα εν Βανάτω της Ζακύνθου


Κατά το σημερινό αεράτο (μετά τον δριμύ καύσωνα) δειλινό της Κυριακής, 2ας Ιουλίου 2017, πραγματοποιήθηκε στην Ενορία μας, εδώ στο Μπανάτο της Ζακύνθου η από 25ετίας καθιερωθείσα υπαίθρια Μικρή παράκληση προς την Παναγία, στον μικρό -πλην όμως φιλικότατο- ευκτήριο οίκο της Παλαιάς Βλαχέραινας, με Αρτοκλασία. Ο τελετουργός Εφημέριος ομίλησε κατάλληλα προς τους πάμπολλους πιστούς, που έφθασαν ώς εμάς, όχι μόνον από την Ενορία μας, αλλά και από τα πέριξ. Ακολούθησε κέρασμα, το οποίο προσέφερε ευγενικά η κ. Στέλλα Στραβοπόδη (υπεύθυνη ευπρέπειας του ναϋδρίου) με την καλή οικογένειά της. 
[Φωτογραφίες: Διονύσης Νικ. Κοντονής]

























































Τα Καταθέσια της Εσθήτος της Παναγίας εν Βλαχέρναις στον φερώνυμο Ναό του Μπανάτου Ζακύνθου (+ ο πατροπαράδοτος "κουμπόστος")


Κυριακάτικο πρωινό της 2ας Ιουλίου 2017, στον πανηγυρίζοντα Ναό της Παναγίας Βλαχέραινας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Πάμπολλοι Ενορίτες και πιστοί από διάφορες περιοχές του νησιού έφθασαν προσκυνητές ώς τη Χάρη Της, τιμώντας και δοξάζοντας το ιστορικό γεγονός της Καταθέσεως της θεομητορικής Εσθήτος στον εν Κωνσταντινουπόλει Ναό των Βλαχερνών. 
          Λειτούργησε ο Εφημέριος π. Παναγιώτης Καποδίστριας, ο οποίος και ομίλησε επίκαιρα προς το πυκνό εκκλησίασμα. Παράλληλα τέλεσε επιμνημόσυνη δέηση για τους εξής μεταστάντες: α) Μητροπολίτη από Ζακύνθου κυρό Παντελεήμονα Μπεζενίτη (τρία χρόνια μετά), β) Πρωτοπρεσβύτερο Παναγιώτη Σπουργίτη (δύο χρόνια μετά), γ) Οικονόμο Παναγιώτη Έκτορα (ο οποίος διέμενε εν ζωή παραδίπλα από τον εν λόγω ναό της Βλαχέραινας), δ) ζεύγος Τιμόθεο και Νίκη Παράσχη, κτήτορες του ναού και ε) Κωνσταντίνα Σκουλογένη, εξ Αμερικής, Μεγάλη Ευεργέτιδα του ναού. Αιωνία αυτών η μνήμη!
          Έψαλαν υποδειγματικά και κατανυκτικά οι Ιεροψάλτες κ.κ. Δημήτριος Κάνδηλας, Ιωάννης Κλάδης και Διονύσιος Μούσουρας. 
          Ακολούθησε πλούσιο κέρασμα στις αυλές του Ναού, όπου μάλιστα προσφέρθηκε σε όλους ο παραδοσιακός "κουμπόστος", δηλαδή βρασμένο στάρι με ζάχαρη, ένα αγαπημένο έδεσμα της εορτής της Βλαχέραινας εν Ζακύνθω. Για την παρασκευή του μόχθησε κυρίως η κ. Γεωργία Δρογγίτη με την καλή και ευσεβή οικογένειά της. 
[45 φωτογραφίες: Νίκη Μακρυπόδη και Κώστας Μπουργάνης]