e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 25 Φεβρουαρίου 2013

Ugo Foscolo: Ο ακούσιος φιλόσοφος

[Ομιλία της Ιταλίδας φιλολόγου Annamaria Kalofonos, κατά την 7η εκδήλωση του β΄κύκλου του Κέντρου Λόγου Μπανάτου «Αληθώς» / Παναγούλα Μπανάτου Ζακύνθου, 24 Φεβρουαρίου 2013]

Σεβασμιότατε, Αξιότιμοι Άρχοντες, Αγαπητοί Πατέρες, Κυρίες και Κύριοι,
Με μεγάλη μου χαρά είμαι απόψε μαζί σας, για να σας παρουσιάσω μια μελέτη για τον συμπατριώτη μας Φώσκολο. Τώρα που πολιτογραφήθηκα κι εγώ Ζακυνθινιά είναι διπλά συμπατριώτης μου. Σας ομολογώ ότι το έργο μου δεν ήταν εύκολο, διότι ο Φώσκολο είναι ένας από τους κορυφαίους ποιητές της πατρίδας μου, που με το έργο του κατέκτησε μια σπουδαία θέση στο Πάνθεον των μεγάλων της Ιταλίας.
        Για το έργο του έχουν εκδοθεί πληθώρα από δοκίμια, μελέτες, σπουδές και κριτικές. Εγώ όχι ως κριτικός, αλλά ως φιλόλογος πλησιάζω με ταπεινότητα και δέος έναν από τους μεγαλύτερους ποιητές μόνο από αγάπη για τα γράμματα και τη λογοτεχνία δηλώνοντας ότι κάποιες από αυτές δεν τις συμμερίζομαι. Ιδιαιτέρως αναφέρομαι στις σπουδές (μεταξύ των άλλων μια του καθηγητή μου της Ιταλικής γλώσσας στο Πανεπιστήμιο κο Nicοlo’ Μineo)  που σκάβουν στην ψυχή του ποιητή με τα μάτια της ψυχανάλυσης. Είμαι πεπεισμένη ότι αυτές διαστρεβλώνουν το χαρακτήρα της ζωής και του έργου του Φώσκολο. Αντίθετα προσπαθώ να τον ανακαλύψω επενδυόμενη τα ρούχα του ποιητή και διατρέχοντας την πορεία του ανθρώπου σαν σε σκηνή θεάτρου, για να κατανοήσω επιλογές, ιδανικά, συναισθήματα, πολιτικές κινήσεις, ιδέες.
        Ας δούμε λοιπόν ποιος ήταν ο Φώσκολο. Υπενθυμίζω τους σημαντικότερους σταθμούς της ζωής του. Σταθμοί ζωής και ιστορία της εποχής που όπως σε κάθε άνθρωπο τον σημαδεύουν και τον καθοδηγούν σε συγκεκριμένες  επιλογές.

        Βιογραφία         
Ο Νικολό Ούγκο Φώσκολο γεννήθηκε στη Ζάκυνθο στις 6 Φεβρουαρίου του 1778. Στα δέκα του χρόνια χάνει τον πατέρα του Ανδρέα, γιατρός και η δε μητέρα του η Ζακυνθινιά Διαμαντίνα Σπαθή αναγκάζεται να φύγει με τα δυο άλλα αδέρφια του στη Βενετία. Το 1792 ακολουθεί και ο Νικολό μετά από κάποιες σπουδές στη Σπαλάτο (σημερινό Σπλιτ) σε ένα εκκλησιαστικό σχολείο. Η απόδοσή του δεν ήταν καθόλου ικανοποιητική (τον διώχνουν, διότι δέρνει δύο δασκάλους). Θα εξομολογηθεί στον Βιτσέντζο Μόντι ότι δε μετάνιωσε γι’ αυτό που έκανε, αλλά για τα σημαντικά μαθήματα λατινικής γλώσσας που έχασε. Τα πρώτα χρόνια του Νικολό στη Βενετία χαρακτηρίζονται από μεγάλη ένδεια. Περιπλανιέται στους δρόμους και τα καφέ με ένα φθαρμένο πράσινο παλτό ως χαρακτηριστικός τύπος Μποέμ και γίνεται αντικείμενο θαυμασμού από τις γυναίκες (θαυμάστριά του και η κοντέσα Ιζαμπέλα Τεοτόκι Αλμπρίτζι). Η ζωή του σημαδεύτηκε από την πολυτάραχη περίοδο των Ναπολεόντειων Πολέμων. Το 1797 ο Ναπολέων πουλάει τη Βενετία στους Αυστριακούς, τους παραδοσιακούς εχθρούς τους με τη συνθήκη του Καμποφόρμιο και αυτό απογοητεύει τους νέους και τους πατριώτες. Τότε συγγράφει το έργο «Οι τελευταίες επιστολές του Γιάκοπο Όρτις», στο οποίο ο πρωταγωνιστής απογοητευμένος από τα ιστορικά γεγονότα και από την αγάπη αυτοκτονεί.
        Η σκληρή στρατιωτική ζωή δεν τον εμποδίζει να γράφει σονέτα, αλλά και μεγάλα έργα. Το πρώτο του δράμα ο «Θυέστης» έχει μεγάλη επιτυχία, η παράσταση παίχτηκε επί 30 συνεχόμενες βραδιές. Σε ηλικία 18 ετών καταχειροκροτείται από τους θεατές οι οποίοι τον αποθεώνουν φωνάζοντας «Viva il giovane Greco!».
Το 1809 ο Φώσκολο διορίζεται καθηγητής της ρητορικής στο πανεπιστήμιο της Πάβια. Διαφωνεί με την απολυταρχική στροφή του Βοναπάρτη και σε κάθε ευκαιρία επιτίθεται κατά των Γάλλων με συνέπεια να χάσει την πανεπιστημιακή του έδρα μετά από πέντε μήνες. Δύο χρόνια μετά γράφει την τραγωδία «Αίας» που ανεβαίνει στη Σκάλα του Μιλάνο, αλλά οι εχθροί του τον κατηγορούν ότι στρέφεται κατά του Ναπολέοντα και οι παραστάσεις του απαγορεύονται. Το 1812-1813 ο Φώσκολο εξορίζεται από το Μιλάνο και καταφεύγει στη Φλωρεντία, όπου οι δημοκρατικοί και διανοούμενοι τον υποδέχονται με ενθουσιασμό. Γνωρίζεται με τον Ανδρέα Κάλβο και τον επηρεάζει πνευματικά. Στην πολυτάραχη ζωή του Ούγκο σημαντική θέση είχαν οι πολυάριθμες ερωτικές σχέσεις. Η Ιζαμπέλα, ο πρώτος του έρωτας, τον βοήθησε πνευματικά και συνέβαλε στην προβολή του έργου του, ενώ καρπός μιας σύντομης σχέσης του με την Αγγλίδα Σοφία Χάμιλτον το 1805 είναι η Φλωριάνα, το μοναδικό παιδί του. Γνώρισε την απόλυτη ένδεια και, όντας άρρωστος, ο θάνατος τον πρόλαβε, ενώ ετοιμαζόταν να επιστρέψει στη Ζάκυνθο. Πέθανε στο Τάρνχαμ Γκρην, ένα προάστιο του Λονδίνου, στις 10 Σεπτεμβρίου του 1827, πάμφτωχος, λίγο πριν συμπληρώσει τα 50 του χρόνια.
        Η κόρη του Φλωριάνα, άρρωστη και αυτή, πρόλαβε να περισώσει τα γραπτά του, πριν φύγει και η ίδια από τη ζωή 3 χρόνια μετά το θάνατο του πατέρα της. Τα άπαντα του Ποιητή, στην ιταλική επίσημη έκδοση, γεμίζουν 23 τόμους με πολλές χιλιάδες σελίδες. Ο δέκατος τρίτος τόμος περιέχει τα κείμενα που έγραψε ο ποιητής για τα Επτάνησα και την Πάργα: Ένα «κατηγορώ» κατά της Ιερής Συμμαχίας και του Μέτερνιχ, διότι πούλησε την όμορφη πόλη της Ηπείρου στους Τούρκους.
        Το 1871 στην Ιταλία (που είναι πια ενωμένη και καθαρή από τα ξένα στοιχεία) έγινε μετακομιδή των οστών του από το νεκροταφείο του Τσίζγουικ στην εκκλησία της Σάντα Κροτσε στη Φλωρεντία, όπου αναπαύεται με τους επιφανείς της Ιταλίας Δάντη, Αλφιέρι, Μακιαβέλι, Μικελάντζελο, Γκαλιλέο Γκαλιλέι.

Η φιλοσοφική σκέψη στον αιώνα του Διαφωτισμού
Τον δέκατο όγδοο αιώνα, τον αιώνα της βιομηχανικής επανάστασης και της χρυσής εποχής για τη φιλοσοφία με τους μεγάλους Γερμανούς φιλοσόφους και ιδιαιτέρως κατά το δεύτερο μισό του παρατηρούμε πολυπληθείς κοινωνικές ομάδες να κινητοποιούνται με σκοπό την απελευθέρωσή τους από την τυραννία του απολυταρχικού καθεστώτος. Ό,τι άρχισε  στα τέλη του δεκάτου ογδόου αιώνα συνεχίστηκε και έως το τέλος δεκάτου ενάτου που θεωρείται «Γκράντ Σιέκλε» του «τρίτου κράτους» της αστικής τάξης, η οποία θα προσπαθήσει να ξεθεμελιώσει τα απολυταρχικά καθεστώτα αρχίζοντας με τη γαλλική επανάσταση και συνεχίζοντας μετά την παρένθεση της εξουσίας του Ναπολέοντα με πολυάριθμες ευρωπαϊκές επαναστάσεις. Ο δέκατος όγδοος αιώνας, όπως τον αποκαλεί ο Καντ, είναι ο «αιώνας της λογικής», τα πάντα πρέπει να αναλύονται με τη λογική, για να διασωθούν ή να απορριφθούν.  Χάρη στη λογική θα υπάρξει μέλλον καλύτερο από το παρελθόν και το παρόν ο άνθρωπος αισθάνεται υπερήφανος να συμμετέχει σε ένα τόσο μεγάλο σκοπό, να βοηθήσει δηλαδή την ανθρωπότητα. Η νεανική ελπίδα στο αύριο κινεί μάζες και ευαισθητοποιεί ανθρώπους να δραστηριοποιηθούν για τις ιδέες της ελευθερίας της ισότητας και της αδελφοσύνης και πλέκει αυτά τα ιδανικά με την “sensiblerie”, την αισθησιαρχία (συναισθηματικότητα) του Ρουσσώ, που αναγνωρίζει την μεγάλη αξία των αισθήσεων έξω από τις οποίες δε φανταζόταν την ύπαρξη της ψυχής.
 Έτσι ο Ρουσσώ συμπληρώνει τις θεωρίες του Καντ περί λογικής, γιατί ο αστός χάρη σε αυτήν αξιοποιεί την ευαισθησία του, την ηθική, τις γνώσεις του, το παρελθόν και το μέλλον του. Το όπλο του Ρουσσώ ήταν το αίσθημα που στον αιώνα του διαφωτισμού στάθηκε ένα αστικό και επαναστατικό γεγονός. Όποιος το επιδίωκε αρνιόταν την ευγενική ηθική που είχε επικρατήσει επί αιώνες.
«L’ honnete home», ο ευγενής δηλαδή, με τη συμπεριφορά του και την αυτοσυγκράτησή του θεωρείται αφύσικος και μη λογικός γιατί ο άνθρωπος είναι ευαισθησία, αισθήσεις και λογική. Η «Πραγματική φιλοσοφία» φωτίζει το πνεύμα των ανθρώπων και βοηθάει ώστε να καλλιεργεί την ευαισθησία και την αρετή στην καρδιά τους.
Ο Φώσκολο, παιδί αυτού του αιώνα, ενώνει ό,τι προώθησε ο Διαφωτισμός και εισάγει στον κόσμο των λογοτεχνών και ποιητών της Ιταλίας το πρότυπο του ρομαντικού ποιητή. Το μυστήριο της ζωής και η μοίρα των ανθρώπων τον ελκύουν, γι’ αυτό διαβάζει με δίψα, για να γνωρίσει τους αρχαίους Έλληνες, τους Λατίνους, τους Δάντη Πετράρκα, Μακιαβέλι, τους φιλοσόφους του δεκάτου ογδόου αιώνα. Μεταφράζει Όμηρο και Όσσιαν. Η πορεία της ζωής του και τα ιστορικά γεγονότα διαμορφώνουν τον χαρακτήρα του.
Τα χρόνια της Γαλλικής Επανάστασης είχαν ανάψει την σπίθα της ελπίδας για μια ριζική ανανέωση σε κοινωνικό και πολιτικό επίπεδο, η κατάρρευση του παλαιού καθεστώτος και η γέννηση των λαϊκών δημοκρατιών με το τραγικό τους τέλος, καθώς και ο δεσποτισμός του Ναπολέοντα, απογοητεύουν βαθιά τους Ιταλούς, όπως και τον Φώσκολο και όσους είχαν πιστέψει στις επαναστατικές ιδέες.
Μετά την Αποκατάσταση του 1815 ο Φώσκολο γίνεται ακούσιος υποστηρικτής μιας σχολής φιλοσοφικής σκέψης, που θα ονομάζαμε της «ψυχολογικής συντήρησης», στην οποία προσορμίζεται μετά τις νεανικές επιπολαιότητες, την πολιτική συμμετοχή, τις απελπισμένες προσπάθειες να προφυλάξει από απολυταρχισμούς και τυραννίες την πατρίδα, διαδηλώνοντας με κάθε του πράξη τα ιδανικά της ελευθερίας.
Είναι τα χρόνια της Συνθήκης του Καμποφόρμιο, με την οποία ο Ναπολέων, που όλοι πίστευαν ως απελευθερωτή των καταπιεσμένων και κομιστή των ιδανικών της Γαλλικής Επανάστασης, παραχωρούσε τη Βενετία, την πατρίδα του, στον ιστορικό της εχθρό, την Αυστρία.
Είναι η πρώτη μεγάλη απογοήτευση του Φώσκολο και για να αντιδράσει περιπλανιέται ανά την Ιταλία και την Ευρώπη πολεμώντας τα δεινά και υπερασπιζόμενος τα ιδανικά της ελευθερίας, μισητός στην εχθρική αστυνομία που τον θεωρεί επαναστάτη και τη γραφίδα του επικίνδυνη.  Έτσι λοιπόν γεννιέται ο Όρτις, ο νεαρός άνδρας που φεύγει από την τυραννία και την τάξη πραγμάτων, που του είχε αρνηθεί την αγάπη (η λατρεμένη κοπέλα του θα παντρευτεί αυτόν που της έχει υποδειχτεί – την έχουν αναγκάσει). Αν και ο Όρτις είναι το άλτερ-έγκο του Φώσκολο, αυτός δεν αυτοκτονεί. Η ανήσυχη και θυελλώδης ψυχή του θεωρεί ανώφελη τέτοια πράξη. Πιθανότατα υπερέχει η λογική, η παραίτηση του πιο ήσυχου Didimo.
Ο Φώσκολο είναι ο πρώτος Ιταλός ρομαντικός. Η ζωή του δεν ήταν εύκολη από την αρχή της μέχρι το τέλος της. Η οικονομική στενότητα, οι ελευθεριώδεις ιδέες του, οι αισθήσεις, οι αγάπες του, τον καθιστούν ένα ανήσυχο πνεύμα σε πολυετή αναταραχή. Κυβερνώμενος από πάθη, θυμούς, ελαττώματα και προτερήματα αγαπήθηκε και μισήθηκε, ανένδοτος διεκδικεί τις ιδέες του, αλλά η πραγματικότητα και οι ιστορικές συγκυρίες τον απογοητεύουν οικτρά. Ανίκανος για ημίμετρα, με την ψυχή πάντα σε αναταραχή απογοητευμένος και πικραμένος διαμορφώνει μια στάση προσωπικής απελευθέρωσης – λύτρωσης δια μέσου του χαρακτήρα του Didimo Chierico, χαρακτήρα εκ διαμέτρου αντίθετο με το δημιούργημα εκείνο του Όρτις της νεαρής του ηληκίας.

Όρτις και Didimo: Φιλοσοφική εξέλιξη μιας ζωής
Ο Φώσκολο φαντάζεται ότι ο Didimo είναι ο μεταφραστής του «Συναισθηματικού ταξιδιού του Yorik» του Sterne και γράφει: Notizia intorno a Didimo Chierico «Πληροφορίες για τον Didimo Chierico», που συντάχθηκε πριν την εκτύπωση εκείνης της μετάφρασης. Οι Πληροφορίες χωρίζονται σε 15 σύντομα κεφάλαια, που μας δίνουν αποσπασματικές και διάσπαρτες πληροφορίες για την εμφάνιση και την προσωπικότητα του μεταφραστή. Ο Didimo είναι ένας αντι-Όρτις, ένας άνθρωπος χωρίς ρίζες, χωρίς καταγωγή όπως ακριβώς και ο Ούγκο. Εξόριστος από τη λατρεμένη του Ζάκυνθο και ακούσιος πρόσφυγας από την αγαπημένη του Βενετία. Ο ίδιος λέει χαρακτηριστικά: όποιος δεν έχει πατρίδα δεν του ταιριάζει να είναι ούτε ιερέας ούτε πατέρας (Πληροφορίες XII) και ακόμη: εσύ τίποτα άλλο παρά το τραγούδι θα έχεις του παιδιού σου / ώ μητρική μου γη σε μας έγραψε / η μοίρα ταφή χωρίς δάκρυα (Α Ζacinto).  
O Didimo είναι ένας χαρακτήρας ασυνεπής και συμπεριφέρεται ιδιόρρυθμα και εκκεντρικά. Αγαπά την ελευθερία και θαυμάζει τον Δον Κιχώτη, έχει σοφό πνεύμα, αλλά παράλληλα είναι προικισμένος με μια καλή και σκεπτικιστική κοινή λογική που τον κάνει να ατενίζει με ειρωνική αποστασιοποίηση τα γεγονότα της ανθρώπινης ύπαρξης. Συγγραφέας και λόγιος με πλούσια κουλτούρα που συμπεριλαμβάνει εκτός των κλασικών συγγραφέων και τους Δάντη ο Σαίξπηρ και Tasso. Μήπως και σ’ αυτή του την πλευρά δεν αποτυπώνεται ο Φώσκολο; Ο Didimo αναπαράγει ρητά στάσεις του Φώσκολο συχνάζει σε σαλόνια και συναναστρέφεται γυναίκες διότι η φύση τους τείνει πιο πολύ στη συμπόνια: είναι φιλόξενος και εγκάρδιος, εχθρικός στα κουτσομπολιά και τις συκοφαντίες. Περιφρονεί τον πλούτο και κάθε είδος εξωτερικής κολακείας. Επιλέγει δε προσεκτικά τους συνομιλητές του. Η αγάπη του για την πατρίδα είναι συναίσθημα αγνό χωρίς συμβιβασμούς, απόλυτο, τα πάθη του δεν εξαλείφονται, αλλά εκλογικεύονται και φιλτράρονται σε σύγκριση με τον Γιάκοπο Όρτις. Η άλλη όψη του Φώσκολο είναι πιο ώριμη και συνειδητή. Είναι απομακρυσμένος αλλά όχι απαλλαγμένος από τα πάθη της ζωής. Εμφανίζεται λοιπόν όπως ένας Όρτις «περισσότερο απογοητευμένος παρά θεραπευμένος», δεν έχει δηλαδή παραιτηθεί από τις ψευδαισθήσεις, παρόλο που παραμένει σκεπτικός στην πιθανότητα να τις βεβαιώσει στο παρόν. Και ενώ ο Γιάκοπο, συνεπής με τη φύση και τις επιλογές του, έφτανε στην αυτοκτονία, ο Didimo στοχεύει ρεαλιστικά χωρίς ψευδαισθήσεις στην πραγμάτωση μιας προσωπικής αρετής, που προσπαθεί να επιβάλει όχι με την πράξη (που θεωρείται απίθανη αυτή την ιστορική στιγμή), αλλά με τη λογική και την ισορροπία.
Ο Fubini λέει ότι ο Didimo είναι ο αντι-Όρτις ή καλύτερα ο Όρτις ο επιζών, που έχει γίνει λόγιος μεταφραστής, σχολιαστής καλύτερα διευθετημένος στην επιείκεια προς τον εαυτό του και με τους άλλους, αλλά με άθικτα μες την ψυχή του τα ιδανικά και τα συναισθήματα μιας εποχής.
Ο Didimo είναι ένα πρόσωπο της φαντασίας, για δύο λόγους: α) Ο Chierico, επειδή από παιδί έχει σταλεί να γίνει ιερέας, αλλά χωρίς να πάρει ποτέ τις ιερές διαταγές και β) ο Φώσκολο ίσως υπαινίσσεται την «ιερότητα» του λογοτέχνη σαν «ιερέα της ποιήσεως».
Το έργο έχει δανειστεί πολλά από τη μετάφραση του «Συναισθηματικού ταξιδιού» του Στερν, όπου ο Άγγλος συγγραφέας κάνει μια ειρωνική και λαμπρή αναφορά του ταξιδιού του στην Ιταλία.
Σαν ημερολόγιο ταξιδιού είναι πολύ ιδιαίτερο, διότι δε γίνεται ποτέ αναφορά σε κάποια συγκεκριμένη τοποθεσία ή μνημείο, αλλά αντιθέτως αναφέρεται με πολλές λεπτομέρειες στις ανθρώπινες συναντήσεις. Έτσι λοιπόν ο Φώσκολο μαθαίνει την ειρωνεία και τον αυτοσαρκασμό, μια στάση απαραίτητη για να αποστασιοποιηθεί από τα δικά του πάθη.
Στην εισαγωγή της μετάφρασης ο Φώσκολο εισάγει ένα σύντομο αυτοπορτραίτο κρυμμένο στο χαρακτήρα του Didimo Chierico, το καινούργιο αλτερ- -έγκο του, σε σύγκριση με του Όρτις. Τα δύο πρόσωπα φαίνονται το ένα αντίθετο του άλλου: Ο Didimo ιδανικός χαρακτήρας του ώριμου Φώσκολο περιγράφεται σαν κάποιος ο οποίος αισθάνεται τα πάθη, “σαν τη θερμότητα μακρινής φλόγας”. Όπως ήταν ο Όρτις για τα νεανικά χρόνια του Φώσκολο, μια μάσκα δηλαδή, έτσι τώρα και ο Didimο. Όσο ο Όρτις ήταν παθιασμένος και απελπισμένος, τόσο ο Didimo είναι αποστασιοποιημένος από τα πάθη, ειρωνικός και απογοητευμένος. Τα πάθη του είναι μια ανάμνηση χαμένη στην ομίχλη της νεανικής ηλικίας. Λέει ο Φώσκολος: «Ο Didimo είναι ψεύτικη φιγούρα ανθρώπου, ο οποίος μετά τις σπουδές του και τη γνωριμία του με ανθρώπους του πνεύματος, έχοντας παρατηρήσει έθιμα και έχοντας επισκεφθεί πολλές πόλεις, κατανοεί επιτέλους τη ματαιότητα των ανθρώπινων πραγμάτων και το ανούσιο των ταξιδιών και των βιβλίων. Από το τριακοστό έτος της ηλικίας του δε θέλησε πια άλλο να διαβάσει ή να γράψει ούτε να κάνει φιλίες, ούτε να μαθευτεί πού έχει κατοικία. Έζησε άπραγος και ήσυχος, βυθισμένος στις απόψεις του, αλλά χωρίς να προσβάλει κανέναν». Και ακόμη: «Μπορεί κανείς μέσα στις αδικίες να αισθανθεί δίκαιος, δυνατός και ελεύθερος και η αξιοπρέπεια του ανθρώπου εκδικείται περισσότερο να υποφέρει ευγενώς παρά να παραπονιέται και να φωνάζει μάταια».  [Αποσπάσματα από δημοσιευμένα μετά το θάνατό του έργα «Επιστολάριο»]. Δεν υπάρχει πια τίποτα άλλο για το οποίο αξίζει να ζει παρά μόνο η ποίηση, η διαιωνίζουσα και πάνω από όλα παρηγορήτρια τέχνη.
Έτσι λοιπόν ο Φώσκολο αποσύρεται εντός αυτής απασχολούμενος ώρες ατέλειωτες στο διάβασμα των μεσαιωνικών ποιητών και λογοτεχνών, του Δάντη, και του Πετράρκα σε ξένη γη πολλές φορές και εχθρική. Αναφέρω αποσπασματικά: «Ο πόνος σε όποιον στερείται το ψωμί είναι πιο παραιτημένος» από την Εφημερίδα του καλού κόσμου. Και ακόμα «Εδώ (στην Αγγλία) η φτώχεια είναι ντροπή που καμιά αρετή δεν μπορεί να ξεπλύνει».  (Από Ερωτικό Γράμμα).
Στην ξένη γη λοιπόν, μακριά από εκείνη που μετά από τη λατρεμένη Ζάκυνθο είχε μάθει να αγαπάει, για την οποία είχε πολεμήσει και έστω και για λίγο χρονικό διάστημα είχε πιστέψει πως ήταν η πατρίδα του. Η νεανική φλόγα, που στον Όρτις έκαιγε βίαια, το “πολεμικό πνεύμα” (Αlla sera), αργότερα με τον Didimo έγινε θερμότητα μακρινής φλόγας (Didimo Chierico), o Όρτις – Φώσκολο έχει γεράσει στο σώμα το πνεύμα και την ψυχή και γίνεται ο Chierico – Φώσκολο, επιλογή του είναι να σβήσει τα πάθη του με την απομάκρυνσή του από τις ψευδαισθήσεις. Σ’ αυτήν όμως δεν κατέληξε συνειδητά μελετώντας την πραγματικότητα και τις καταστάσεις, για να φτάσει έτσι σε ένα λογικό συμπέρασμα, αλλά ασυνείδητα, δεν επιλέγει ποιο απ’ τα δύο πρόσωπα θέλει να είναι, δεν μπορεί να το κάνει, άλλωστε. Η ιστορία τού επιβάλλει τους όρους της επιλογής: κάτι ανάμεσα στο να διαιωνίσει τα ιδανικά του και της μάταιης δοκιμής του να μην υποφέρει. Έπειτα από άπειρες απογοητεύσεις, θέλοντας κατά κάποιο τρόπο να προστατευτεί, αποφασίζει να ζει ακολουθώντας ιδανικά πιο εύκολα που δεν προδίδουν, με βασικό σκεπτικισμό, παραχωρώντας εμπιστοσύνη μόνο σε αυτό που δεν θα του γυρίσει ποτέ την πλάτη. Ώριμος πια συνειδητοποιεί ότι τα πάθη μάς συναρπάζουν στη δίνη ενός γοητευτικού ανεμοστρόβιλου, αλλά και με την ίδια δύναμη μπορούν να μας καταστρέψουν. Λέει στον Όρτις: «εκείνοι οι οποίοι δεν ήταν ποτέ άτυχοι δεν είναι άξιοι της δικής τους ευτυχίας». Κι ακόμη «Όταν για να ωφελήσουμε ελάχιστα τους άλλους διατρέχουμε τον κίνδυνο να βλάψουμε σοβαρά τον εαυτό μας, το να μπλέξουμε είναι τρέλα για ξύλο» («Επιστολάριο»).
Για τον Φώσκολο η ποίηση είναι το μοναδικό αγαθό, που ποτέ δεν θα τον πληγώσει, αυτό στο οποίο θα μπορεί πάντα να επιστρέφει και να τον δεχτεί στην αγκαλιά του, είτε πρόκειται για τη νεοκλασική, είτε για τη προρομαντική μορφή της.
Ο Φώσκολο, μέσα από τα έργα του και έχοντας στο παρασκήνιο τις προσωπικές του εμπειρίες και τα ιστορικά γεγονότα, διατρέχει την προσωπική του εξέλιξη σε τρεις φάσεις, στις οποίες και ο Gianbattista Vico χωρίζει την ανθρώπινη πορεία:
Ι) Η θεϊκή εποχή, η μαγική και ξέγνοιαστη περίοδος, που πέρασε μικρός στη λατρεμένη του Ζάκυνθο, που χαρακτηρίζεται από αγνή ευαισθησία στην οποία το παιδί «αισθάνεται  χωρίς να συνειδητοποιεί».
ΙΙ) Η ηρωική εποχή που το πάθος και η φαντασία κυριεύουν κάθε πράξη. Εποχή που ο νέος συνειδητοποιεί με ψυχή ταραγμένη και συγκινημένη από τις αγάπες τα πάθη και τους αγώνες για την πατρίδα. Είναι η εποχή του Όρτις.
ΙΙΙ) Η ανθρώπινη εποχή της «εξηγημένης λογικής», στην οποία ο ώριμος πια άντρας έχει χάσει το ζήλο του, διότι έτσι αισθάνεται καλύτερα. Και δεν είναι τυχαίο ότι και στον Vico οι δυο τελευταίες εποχές αντιστοιχούν στην ποίηση και στη φιλοσοφία, στις οποίες βρίσκει καταφύγιο και ο Φώσκολο.
Αν και στο «Οι Τάφοι» επιδίδεται σε ένα υβρεολόγιο εναντίον των φιλοσόφων, διότι αυτοί αρνούνται την ψευδαίσθηση, την αναγκαία κατά το Φώσκολο για να ζήσει ο άνθρωπος, γίνεται ο ίδιος φιλόσοφος μιας νέας φιλοσοφίας απλής, σοφής και όμως πολύ πονεμένης, για να προστατεύσει από άλλες απογοητεύσεις το κουρασμένο και άρρωστο σώμα του.
Αναφέρει στις τελευταίες επιστολές του Jacopo Ortis: «Μετάνοιες του παρελθόντος, ανία του παρόντος και φόβος για το μέλλον, ορίστε η ζωή. Ο θάνατος μόνο, στον οποίο είναι επιτρεπτή η ιερή αλλαγή των πραγμάτων, υπόσχεται ειρήνη».


Βιβλιογραφία

N. Sapegno, Compendio di Storia della Letteratura Italiana, Firenze 1975.
G. Petronio, L'Attivita' letteraria in Italia, Roma 1964.
A. Gianni, M. Balestrieri, A. Pasquali, Antologia Della Letteratura Italiana, Messina-Firenze 1976.
M. Fubini, Prose Varie d'arte, Firenze 1951.
G. Gambarin, Ultime lettere di Jacopo Ortis, 1955.
N. Mineo, Dagli esordi ai Sepolcri,1975.
P. Carli, Epistolario,1949-56.
C. Cordie', Ultime lettere di Jacopo Ortis, Milano 1943.
E. Del Cerro, Epistolario di Ugo Foscolo e Quirina Mocenni Magiotti, 1888.
G. Chiarini, Lettere inedite a Isabella Teotochi Albrizzi, Roma 1902.
A. Marpicati, Lettere a Marzia Martinengo, Firenze 1939.
G. Mestica, Lettere ad Antonietta Fagnani Arese, Firenze 1887.
A. Momigliano, Prose e poesie, Messina 1929.
L. Russo, Prose e poesie, Firenze 1941.
C. F. Goffis, Antologia foscoliana, Torino 1941.
G. Chiarini, Gli amori di Ugo Foscolo, Bologna 1892.
E. Bottasso, Foscolo e Rousseau, Torino 1941.
M. Fubini, Foscolo minore, Roma 1949.
M. Fubini, Ortis e Didimo, Milano 1963.
A. Momigliano, Foscolo e Sterne in Studi di poesia, Bari 1953.
M. Marcazzan, Didimo Chierico, Milano 1930.
G. De Robertis, Foscolo, Sterne e  Didimo in paragone, Firenze1951.
C. Varese, Vita interiore di Ugo Foscolo, Bolgna 1942.
C. Varese, Linguaggio sterniano e linguaggio foscoliano, Firenze 1947.
G. De Robertis, Didimo o del pianissimo (in primi studi manzoniani), Firenze 1949.
W. Binni, Vita e poesia del Foscolo nel periodo fiorentino (La rassegna della Letteratura Italiana),1954.
L. Russo, La nuova incarnazione del Foscolo (nel Tramonto del Letterato), 1960.