Φωτογραφίζει και γράφει ο π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗΣ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑΣ
Σύμφωνα με τον ιστορικό της Ζακύνθου Ντίνο Κονόμο [βλ. Ζάκυνθος (Πεντακόσια Χρόνια) 1478-1978, Αθήνα 1979, τ. 2 (Ύπαιθρος Χώρα), σ. 82 εξ.], πρόκειται για «εκκλησάκι, με νάρθηκα, της Παναγίας, καμωμένο με πελέκι, μέσα σ’ ένα πέτρινο βράχο, από το μοναχό Αθανάσιο Γκίνη στα μέσα περίπου του 17ου αιώνα στην τότε τοποθεσία Σκουταρέα. Το εκκλησάκι βρίσκεται στη μέση σχεδόν του βράχου, όπου, σύμφωνα με την παράδοση των χωριανών, βρέθηκε σε μια χαραματιά παλιά εικόνα της Παναγίας. Η εικόνα θεωρείται θαυματουργή. Έτσι, πάνω στη ράχη του βράχου αυτού και μέσα στα κυπαρίσσια, έχτισαν οι Καληπαδιώτες εκκλησία, μοναστήρι και καμπαναριό της Σπηλούλας. Οι σεισμοί του 1953 σώριασαν σ’ ερείπια τα κτίρια αυτά, οι χωριανοί όμως ξανάχτισαν την εκκλησία και μέσα σ’ αυτήν υπάρχει τώρα η παλιά εικόνα της Παναγίας, μέσα σε λαμπρή αργυρόγλυπτη επένδυση.»
Σήμερα, όλο το κτιριακό και οικοπεδικό συγκρότημα της Σπηλούλας αποτελεί ιδιωτικό χώρο, ανήκοντας στην Οικογένεια Καλλίνικα από το παρακείμενο χωριό Καληπάδος, είναι όμως προσβάσιμη στους επισκέπτες και προσκυνητές.
Πρόκειται για έναν υπέροχο τόπο από άποψη φυσικού περιβάλλοντος. Επειδή μάλιστα κείται πάνω σ’ έναν κατάφυτο από λιοστάσια και πεύκα λόφο, έχει καταπληκτική θέα από την γειτόνισσα Κεφαλονιά μέχρι το Μαραθονήσι και από την απέναντι Κυλλήνη μέχρι τα χωριά της Ρίζας της Ζακύνθου.
Χάριν των αναγνωστών μας, μεταφέρουμε εδώ δύο ποιήματά μας, που έχουν προέλθει παλαιότερα από την εμπειρία με τον ευφρόσυνο λατρευτικό τόπο της Σπηλούλας.
ΕΠΙ ΤΟΠΟΥ
Εκεί που τότε σημαίνονταν Όρθροι
να:
Κοκοράκια
ταφεία λυγμών
θωπείες αγιάτρευτες
και θορυβώδεις.
Άβατα βάτα φράζουνε τη Σπηλούλα
μέχρι που νάρθει
βράχου κελλιώτης
σκαπανέας μοναχός
ολομόναχος.
Βίγλα ελέους λογχίζει
ως έπρεπε
νέους πειρατές
νιο μυρίζει φως
φοβερά προστασία
μέντα νεαρή.
Τ’ άηχα χνάρια
τα ρητά και τ’ άρρητα
τα δυσνόητα
ουσίες
αφές
φωτιές υποχθόνιες προαισθάνομαι.
Φρέαρ της νήψης κοχλάζει δες
αστείρευτο.
Νίψου το έαρ.
[Από το βιβλίο του Π. Κ. «Έσχατος Φίλος», ιδίοις αναλώμασι, 2001, σ. 56 εξ.]
Παναγιώτη Καποδίστρια
Εκεί που τότε σημαίνονταν Όρθροι
να:
Κοκοράκια
ταφεία λυγμών
θωπείες αγιάτρευτες
και θορυβώδεις.
Άβατα βάτα φράζουνε τη Σπηλούλα
μέχρι που νάρθει
βράχου κελλιώτης
σκαπανέας μοναχός
ολομόναχος.
Βίγλα ελέους λογχίζει
ως έπρεπε
νέους πειρατές
νιο μυρίζει φως
φοβερά προστασία
μέντα νεαρή.
Τ’ άηχα χνάρια
τα ρητά και τ’ άρρητα
τα δυσνόητα
ουσίες
αφές
φωτιές υποχθόνιες προαισθάνομαι.
Φρέαρ της νήψης κοχλάζει δες
αστείρευτο.
Νίψου το έαρ.
[Από το βιβλίο του Π. Κ. «Έσχατος Φίλος», ιδίοις αναλώμασι, 2001, σ. 56 εξ.]
ΤΟ ΠΑΤΗΜΑ
Στη Μεγάλη Πέτρα με τ’ απολιθώματα
και τις αμφιβολίες
των οστρακόδερμων ανέμων και των κοχυλιών
πρωτεύουσα πάλαι ποτέ
βαστάει καλά το Μακελειό.
Έψαυες τότε πάνω απ’ τη Σπηλιά
το Πάτημα της Παναγίας
κι αναθάρρευες
σα να περπάτησε αρχαίο πουλί
σε ώρα παλίρροιας
παρασυρμένο από την ευωδιά του εφτάζυμου.
Τώρα
τσιμενταρίστηκαν αυλή και προσδοκία
ασφαλαχτός το ψέμα της αγάπης
φυτρώνει ολόγυρα
και παραπέρα θες δε θες βαστάει ακόμη
το Μακελειό των Εωσφόρων.
[Από το βιβλίο του Π. Κ. «Mater Dolorosa», εκδ. το δίγαμμα, 2005, σ. 34]
Στη Μεγάλη Πέτρα με τ’ απολιθώματα
και τις αμφιβολίες
των οστρακόδερμων ανέμων και των κοχυλιών
πρωτεύουσα πάλαι ποτέ
βαστάει καλά το Μακελειό.
Έψαυες τότε πάνω απ’ τη Σπηλιά
το Πάτημα της Παναγίας
κι αναθάρρευες
σα να περπάτησε αρχαίο πουλί
σε ώρα παλίρροιας
παρασυρμένο από την ευωδιά του εφτάζυμου.
Τώρα
τσιμενταρίστηκαν αυλή και προσδοκία
ασφαλαχτός το ψέμα της αγάπης
φυτρώνει ολόγυρα
και παραπέρα θες δε θες βαστάει ακόμη
το Μακελειό των Εωσφόρων.
[Από το βιβλίο του Π. Κ. «Mater Dolorosa», εκδ. το δίγαμμα, 2005, σ. 34]
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου