e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Πέμπτη 5 Αυγούστου 2010

Η Μαυρούλα

Γράφει η Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά

57 Αύγουστοι πέρασαν από τότε και η μνήμη καλά κρατεί! Εννοώ, από τον Αύγουστο του 1953. Εκείνο τον Αύγουστο, που σημάδεψε για πάντα το πανέμορφο νησί μας και χώρισε το χρόνο, για εμάς τους Ζακυνθινούς, όχι πλέον στο μέχρι τότε: προπολεμικά / μεταπολεμικά, αναφερόμενοι στον Β΄ Παγκόσμιο πόλεμο, αλλά, σε Προσεισμικά / Μετασεισμικά.

Δεν θα αναφερθώ σήμερα στα τραγικά εκείνα γεγονότα, λίγο-πολύ γνωστά σε όλους... Ήταν τότε, που ο φοβερός Εγκέλαδος κατέστρεψε ιστορία 500 χρόνων... Ήταν τότε, που το νησί του πνεύματος, της μουσικής, του πολιτισμού και της ποίησης έπαψε να υπάρχει, λες και το έβαλαν στόχο οι θεοί ζηλεύοντας την τόση ομορφιά του κι ήθελαν να το εκδικηθούν. Ήταν τότε, που η μανία καταστροφής δεν περιορίστηκε στον Εγκέλαδο μόνο. Ακολούθησε η φωτιά, που σιγόκαιγε στη Χώρα απ΄ άκρη σ΄ άκρη για 40 μερόνυχτα, αποτεφρώνοντας ό,τι έβρισκε στο δρόμο της, ό,τι απόμεινε από την οργή του Εγκέλαδου, που η μυρωδιά της καμένης σάρκας γέμιζε την αποπνικτική ατμόσφαιρα...

Η μεγάλη γιορτή της Παναγιάς, τρεις μέρες μετά το κακό... Στήθηκαν πρόχειρες εκκλησίες στα περιβόλια και στα χωράφια, δε γινόταν να μη λειτουργηθεί η Χάρη Της στην μεγάλη Της μέρα. Ανασκουμπώθηκαν οι άνθρωποι, ναι, βρήκαν κουράγιο, ανεξάντλητες οι ανθρώπινες δυνάμεις κι αντοχές σε όλες τις καταστροφές όσο φοβερές κι αν είναι. Υψώσαμε δεήσεις και παρακλήσεις στην Υπέρμαχη, την Πάναγνη, στην των όλων Μητέρα, όλα με κατάνυξη σε μια ύστατη προσπάθεια να αποδοθούν οι τιμές στην Υπεραγία, ανεξάρτητα συνθηκών... Πλύθηκαν τα λίγα ρούχα που είχαν διασώσει όσοι μπόρεσαν, δάνεισαν και σε όσους δεν είχαν κατορθώσει να γλιτώσουν τίποτα από τα ερείπια των σπιτιών τους, έπρεπε όλοι μικροί-μεγάλοι να πάμε παστρικοί και νοικοκυρεμένοι στην επίσημη λειτουργία του Δεκαπενταύγουστου κι ας ήταν στο ύπαιθρο.

Τρόφιμα δεν υπήρχαν. Τότε ήταν δύσκολες οι μεταφορές, γίνονταν μέσω θάλασσας μόνο, δεν είχε φτάσει βοήθεια ακόμα, τα αεροπλάνα που πετούσαν χαμηλά πέταγαν γαλέτες σκληρές και κονσέρβες. Πού να φτάσουν για όλους... Τότε, αναπόφευκτα οι νοικοκυρές άρχισαν να θυσιάζουν τις λίγες κότες ή κουνέλια που επέζησαν της καταστροφής.

Μέναμε στην Μπόχαλη, είχαμε μόνο 2-3 κότες για φρέσκα αυγά και μια μικρή πουλακίδα κατάμαυρη, το μόνο από τα κλωσοπούλια που είχε γλιτώσει. Εκείνη, ήταν δική μου, καταδική μου!!!
Ήταν μεγαλούτσικη, την είχα εξημερώσει, με ακολουθούσε παντού. Μόλις ερχόμουνα από το Σχολείο έτρεχε επάνω μου κακαρίζοντας χαρούμενα και καθόταν δίπλα μου τις πιο πολλές ώρες που διάβαζα στην αυλή παρά τις διαμαρτυρίες της παπαδιάς και τους φόβους της ότι θα κουτσουλίσει. Αυτά βέβαια, πριν την αποφράδα ημέρα... Οι κότες, θυσιάστηκαν σχεδόν αμέσως... Έπρεπε να επιβιώσουμε...

Αποβραδίς, άκουγα τη μαμά μου και τον παπάκη μου να σιγοψιθυρίζουν πίσω απ΄ την πλάτη μου, κάπου σαν να πήρε τ΄ αυτί μου τη λέξη, Μαυρούλα, μα δεν πήγε ο νους μου στο κακό. Μα το κακό δεν άργησε... Ήταν Δεκαπενταύγουστος. Μεγάλη γιορτή. Και η παπαδιά δεν είχε τίποτα να βάλει στο τραπέζι. Η αγαπημένη μου Μαυρούλα, η δική μου, που την πρόσεχα σαν τα μάτια μου, που μου κρατούσε συντροφιά, που της μιλούσα και της έλεγα τις μικρές μου έγνοιες, τους φόβους μου, που με καλωσόριζε τρέχοντας κουνιστή και πλουμιστή τραγουδώντας μου όταν γύριζα από το Σχολείο, (μόλις είχα τελειώσει την Α΄ Γυμνασίου), δεν υπήρχε πια... Έγινε θυσία για το τραπέζι της επίσημης μέρας...

Φυσικά και δεν έφαγα... Φυσικά και δεν κάθισα στο τραπέζι... Έφυγα πέρα κλαίγοντας δάκρυα ανίσχυρου θυμού και παράπονου... Παραφύλαγα πότε θα φάνε. Πήγα και μάζεψα τα... απογυμνωμένα οστά της Μαυρούλας μου... Βρήκα ένα χαρτί και τα τύλιξα με πόνο. Τα πήρα και πήγα και τα έθαψα σε μια γωνιά του περιβολιού. Έφτιαξα έναν μικρό ξύλινο σταυρό και κάθισα εκεί μέχρι το βράδυ κλαμένη, θλιμμένη, απαρηγόρητη, αδιαφορώντας για τα παρακάλια του παπά και της παπαδιάς να πάω μέσα και για τις υποσχέσεις τους πως, όταν φτιάξουν τα πράγματα, θα μου πάρουν άλλη, ολόιδια κοτούλα, αγνοώντας ακόμα και τις ειρωνείες και κοροϊδίες των άλλων γύρω μικρών και μεγάλων...

Ούτε η... Μπιρμπίλω η τσαχπίνα, μια όντως όμορφη κοτούλα, που μου έφερε μετά λίγες μέρες η νόνα μου η Αντριάνα από το Μπανάτο, στάθηκε ικανή να με παρηγορήσει για τη μεγάλη απώλεια... Αναντικατάστατη η μαυρούλα μου... Μα και η νόνα μου η Αδαμαντία από την Κουκουναρία φρόντισε να μου στείλει με το θείο Πέτρο μια μικρή μαυριδερή κοτούλα. Μαθεύτηκε βλέπεις το... μέγα δράμα μου, μα εγώ απαρηγόρητη...

Μαυροφορέθηκα πενθώντας την αγαπημένη μου Μαυρούλα και το άδικο τέλος της... Βρήκα τη μαύρη ποδιά του Γυμνασίου... Έβγαλα το άσπρο γιακαδάκι... Αύγουστος μήνας και φόρεσα ένα ζευγάρι μαύρες κάλτσες του παπάκη μου. Δεν βρήκα άλλες... Έτσι κυκλοφορούσα για κάμποσες μέρες... Όσοι μ΄ έβλεπαν και ήξεραν, είτε γελούσαν φανερά είτε με κοιτούσαν με συμπόνια για τη χαζομάρα μου... Ένας-δυο καθηγητές μου, που με συνάντησαν στη Χώρα μαυροφορούσα, ανηφόρησαν στην Μπόχαλη να μάθουν τι έγινε. Μ΄ ερώτησαν, αλλά μ΄ έπιασαν τα κλάματα και δεν μπόρεσα να μιλήσω... Άσε που ντράπηκα κιόλας μέσα σε τέτοια καταστροφή «να κάνω έτσι για μία κότα»… Μα δεν ήταν όποια κι όποια. Ήταν η Μαυρούλα μου.

Ας πέρασαν 57 χρόνια από τότε... Ολοζώντανα στη μνήμη τα γεγονότα... Δεν ντρέπομαι να ομολογήσω πως ακόμα θυμάμαι τη Μαυρούλα μου και θλίβομαι...

Καλό σας Δεκαπενταύγουστο,
Με την αγάπη μου πάντα,
Δ.μ.τ.

5 σχόλια:

wwwAnnatsoukalakoufou.gr είπε...

Aγαπητή μου Διονυσία , ύστερα από καιρό επικοινωνούμε ξανά και χαίρομαι γι αυτό, ειλικρινά. Κατόρθωσες και με συγκίνησες πάλι με τα όμορφα κείμενά σου. Οι δικές μου μνήμες από τον σεισμό είναι συγκεκριμένες , τότε ήμουν νήπιο. Έντονα θυμάμαι την φωτιά που φαινόταν από το χωριό μου,όταν καιγόταν όλη η χώρα, ουρανομήκης φλόγα , μες τη νύχτα και τρομαγμένη νόμιζα ότι θα φθάσει κοντά μας.Πικρές μνήμες.Εύχομαι να είσαι καλά ,καθώς και η οικογένειά σου. Εγώ με την οικογένειά μου παραθερίζουμε στην Χαλκιδική. Στο χωριό του συζύγου μου.Με αγάπη ,Άννα Τσουκαλά-Κουφού.

Μαρία Σ είπε...

Διονυσία καλημέρα ,πάλι μας συγκίνησες με το κειμενό σου.
Και εγώ είχα μια κοτούλα ολόλευκη που ηταν πάντα στην αγκαλιά μου και ετρωγε από το χέρι μου ,και οταν ελειπα καθόταν στον ωμο του παππού μου.Εζησε πολλά χρόνια ομως ,γύρω στα δέκα λέγανε τότε.
Θύμησες!!θύμησες!!

Daniel είπε...

Γεια σου Άννα μου,
ναι, καιρό έχουμε να επικοινωνήσουμε, χωρίς αυτό να σημαίνει πως δεν υπάρχεις στις σκέψεις μου...
Αν θέλεις,πήγαινε στις παλαιότερες αναρτήσεις, κι εκεί θα βρεις άλλη μια...ζωντανή μαρτυρία για κείνες τις αποφράδες μέρες...Ήμουν κοτζάμ κοπέλα...σχεδόν 13 χρονών...οι μνήμες ολοζώντανες!!!!
Εύχομαι να περνάτε όσο πιο όμορφα γίνεται στις διακοπές σας!!! Εμείς εδώ...παγώνουμε...κατά γενική ομολογία, πολύ κρύος ο φετεινός χειμώνας, καλό είναι και το κρύο, χρειάζεται, ακόμα καλύτερη η ευεργετική βροχή που φέτος, δόξα τω Θεώ, πέφτει μπόλικη-μπόλικη. Τα τελευταία 2-3 χρόνια υποφέραμε πολύ...σε κάποιο στάδιο, η Μελβούρνη έφτασε να έχει αποθέματα νερού μόνο για 6 μήνες...φοβερό!
Πολλές ευχές Άννα μου, να είσαι καλά πάντα με την οικογένεια σου.
Με την αγάπη και τα φιλιά μου,
δ.μ.τ.

Daniel είπε...

Καλησπέρα Μαρία μου,
Σε ευχαριστώ για την επίσκεψη και τον καλό σου λόγο!
Εσένα τουλάχιστον η Ασπρούλα σου, έφυγε...πλήρης ημερών...ενώ η μαυρούλα μου...πάνω στον ανθό της νιότης...
Δύσκολα, μα όμορφα πάντα τα χρόνια της ξεγνιασιάς, γεμάτα θύμησες...έτσι, για νάχουμε και θέματα συζήτησης στα κατοπινά χρόνια.
Καλό Δεκαπενταύγουστο Μαρία μου,

με αγάπη,
δ.μ.τ.

daniel είπε...

Έτσι, γύρισα πίσω σε αυτό το κείμενο, κάπως τυχαία, θα έλεγα και...μ΄ έπιασε ξανά το παράπονο...κοιτώντας την κότα της φωτογραφίας όπου τόσο πετυχημένα πρόσθεσε, όπως πάντα, ο αγαπητός π. Παναγιώτης...
Όμως, η πείνα έτρεχε προφανώς πιο γρήγορα από τη Μαυρούλα μου...και την έπιασε μισοστρατίς...παρά τις φιλότιμες κι απεγνωσμένες, υποθέτω, προσπάθειες της να ξεφύγει...