e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 28 Μαρτίου 2017

Η Παναγία ως Ευαγγελίστρια και Mater Dolorosa (Από το «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου» στο «ω, γλυκύ μου έαρ»)

Ομιλία του ΔΙΟΝΥΣΙΟΥ ΖΑΦΕΙΡΟΠΟΥΛΟΥ, εκπαιδευτικού – θεολόγου, κατά την θεομητορική – μεγαλοβδομαδιάτικη σύναξη του Μορφωτικού Κέντρου Λόγου “Αληθώς”, στον Ναό της Παναγούλας εν Βανάτω της Ζακύνθου, την Κυριακή Δ΄ Νηστειών, 26η Μαρτίου 2017
Σεβασμιότατε Μητροπολίτη Δωδώνης κ.κ. Χρυσόστομε, σεβαστοί πατέρες, κυρίες, κύριοι, φίλες και φίλοι του «Αληθώς», αγαπητοί μου, μας συγκέντρωσε κάτω από τη σκέπη του ιερού ναού της Παναγίας μας, η θερμή αγάπη του Πρωτοπρεσβυτέρου του Οικουμενικού Θρόνου και Γενικού Αρχιερατικού Επιτρόπου της Μητροπόλεως μας, πατέρα Παναγιώτη Καποδίστρια, ο οποίος γράφει ιστορία καλλίκαρπη με τις πνευματικές συνάξεις που πραγματοποιεί.
Η σημερινή εκδήλωση είναι αφιερωμένη στο πρόσωπο της Κυρίας Θεοτόκου, της Παντοβασίλισσας του κόσμου, της Παντοχαράς των καρδιών μας, της ταπεινής κόρης της Ναζαρέτ, που δέχθηκε αρχαγγελική επίσκεψη και άκουσε ύμνο μοναδικό και ασύγκριτα υπέροχο, το «χαίρε κεχαριτωμένη ο Κύριος μετά σου». Είναι η Μαρία, Νύμφη Άνασσα, χαράς ημών αιτία», καθώς την ύμνησε ο Άγιος Νεκτάριος. Και καθώς είπε ο Ελύτης στη συλλογή του « Ήλιος ο πρώτος», την καλούμε «να αράξει εδώ η ευαγγελίστρια».
Πλησιάζει την Eυαγγελίστρια μάνα ο άνθρωπος, ως υπάκουο και όχι ως απείθαρχο παιδί. Μυστικά της ψιθυρίζει, θέλω να ζήσω, ζωή μισή δεν θέλω πια να ζω. Και εκείνη του μεταφέρει την καλή αγγελία, ότι ο Υιός του Θεού, Υιός της παρθένου γίνεται και έκτοτε άνοιξε της σωτηρίας ημών το κεφάλαιον.
Η Παναγία κατεβαίνει από τη θέση του τέμπλου και των εικόνων της και ευαγγελίζεται στον άνθρωπο, που παλεύει να ανακαλύψει το Θεό, τα σημεία στα οποία φαίνεται η παρουσία Του. Είναι αυτή, η οποία στη Ναζαρέτ άφησε τη λογική αυτού του κόσμου, λέγοντας, «γένοιτό μοι κατά το ρήμα σου».
Κι έρχεσαι εσύ, μητέρα του Θεού και των ανθρώπων, να καλέσεις τον άνθρωπο να ψηλαφήσει το Θεό μέσα από τη χαρά, τη χαρά που προήλθε εξ ασπόρου βλαστήσας γαστρός, και φυλάξας ταύτην, ώσπερ ήν άφθορον. Και ιδού νέαν έδειξεν κτίσιν εμφανίσας ο κτίστης. Τώρα ο άνθρωπος καλείται να χαρεί, γιατί δεν έχει ημερομηνία λήξης. Παίρνουμε τη ζωή από κάποιον άλλο φορέα της ζωής, δηλαδή γεννιόμαστε από γονείς και δεν είμαστε αυτοφυείς, κατά τον ίδιο τρόπο και στην πνευματική μας γέννα παίρνουμε ζωή από το Χριστό, που κοινωνείται σε κάθε λειτουργία και γινόμαστε μέτοχοι ζωής αιωνίου. Το γεγονός, ότι ο Χριστός έγινε άνθρωπος εκ Πνεύματος Αγίου και Μαρίας της παρθένου, αποτελεί για πάντα μια ένδειξη, ότι ο άνθρωπος είναι τόσο πελώριος, τόσο μυστηριωδώς βαθύς, ώστε όχι μόνο μπορεί να περιέχει, ως ναός, τη θεία παρουσία, αλλά μπορεί και να ενωθεί με το Θεό, να γίνει «θείας κοινωνός φύσεως», κατά τον Απ. Πέτρο. Και μάλιστα το εκπληκτικό και το εξαίσιο, το θαυμαστό και θαυμάσιο, είναι ότι όσο πολύ και αν παρεξέκλινε ο άνθρωπος από την κλίση του, όσο ανάξιος και αν έγινε γι αυτήν, ποτέ δεν θα έχει μια σχέση με το Θεό κατώτερη απ’ αυτήν της πατρότητας και δεν θα πάψει ποτέ να έχει τη θέση του υιού ή της θυγατέρας του Υψίστου. Ο Χριστός καλεί το κάθε πρόσωπο ξεχωριστά. Ο Χριστός ζει και πεθαίνει για τον καθένα μας, δεν τον ενδιαφέρουν, οι μάζες, αλλά ο κάθε άνθρωπος.
Ο Μονογενής Υιός της Παναγίας, λέει στον άνθρωπο, «ουκέτι υμάς καλώ δούλους, αλλά φίλους» και ευαγγελίζεται σ’ όλους τη χαρά της φιλίας, κατά την οποία θεραπεύεται ο πόνος της μοναξιάς. Η αγάπη είναι ακριβώς αυτό που καταργεί την μοναξιά, αυτό που φέρνει το εγώ στον άλλο. Ο φίλος της Παναγίας και του Χριστού, γίνεται αυθεντικός φίλος του ανθρώπου, καθώς ξέρει να μοιράζεται μαζί του, τον εαυτό του, τα αγαθά του, το χρόνο του, τις ανησυχίες του, τη δημιουργικότητά του, τη χαρά του, τη λύπη του, την πίκρα του, την απόγνωσή του, την ελπίδα του, την δύναμή του, την αρετή του, την πίστη του.
Έρχεται η κυρά η Παναγιά με τον Μονογενή της στους νέους, που αναζητούν ερωτικό σύντροφο, στα ζευγάρια, μπαίνει στις οικογένειες, για να φέρει την καλή αγγελία της υπακοής και να αισθανθούν χαρά με την υπέρβαση κάθε μορφής ατομικισμού, με μια διαρκής θυσιαστική άσκηση στην αγάπη. Να χαρούν και να βιώσουν, καθώς έλεγε ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος, ότι «η γυναίκα και ο άνδρας δεν είναι δύο άνθρωποι, αλλά ένας άνθρωπος. Δεν είμαστε δυο σώματα μετά τον γάμο, αλλά γίναμε ένα» και συνεχίζει «τίποτα ας μην είναι για την γυναίκα πολυτιμότερο από τον άνδρα της και ο άνδρας ας μην ποθεί τίποτα περισσότερο από τη γυναίκα του. Τίποτα δεν συγκροτεί τόσο αρμονικά τη ζωή μας, όσο ο έρωτας του άνδρα και της γυναίκας». Και θα έλθει ο Άγιος Μάξιμος ο Ομολογητής, πάλι πάνω στο ευαγγελικό πνεύμα να ερμηνεύσει, ότι όταν αναζητούμε απλώς συντρόφους, βιώνουμε την απρόσωπη επιθυμία. Η συζυγία κάνει την απρόσωπη επιθυμία πόθο για τον συγκεκριμένο άνθρωπο και μας βγάζει από την αντικειμενοποίηση. Ο πόθος δια του αθλήματος της αγάπης, δηλαδή μέσα από το μυστήριο του γάμου, την ταπείνωση, την άσκηση, την υπομονή, κάνει την σχέση να λειτουργεί στο επίπεδο των προσώπων. Το αποτέλεσμα αυτό που ομολογεί και περιγράφει το Άσμα Ασμάτων «βάλε με σφραγίδα στην καρδιά σου, ωσάν σφραγίδα στο μπράτσο σου. Νερά ποτάμια δεν μπορούν να σβήσουν την αγάπη» ή καθώς ποιητικά απέδωσε ο Οδυσσέας Ελύτης «ό,τι αγαπώ γεννιέται αδιάκοπα, ότι αγαπώ βρίσκεται στην αρχή του πάντα».
Η παρθένος κόρη με τον Μονογενή της παίρνουν τον άνθρωπο από το χέρι και με τον ευαγγελισμό, τον οδηγούν στη χαρά της θεογνωσίας, της αυτογνωσίας και της αδελφογνωσίας, ούτως ώστε να φύγει ο άνθρωπος από την αλλοτρίωση και να πάει στην καλή αλλοίωση, να φύγει από το εγώ και να πάει στο εμείς, η συνάντηση με τον άλλον να είναι ευλογία και χαρά και όχι πίκρα και οδύνη, να αγγίξεις όχι τυπικά το χέρι του άλλου, αλλά ουσιαστικά την καρδιά του, να περάσεις από την ακοινωνησία στην επικοινωνία, από το στείρο μονόλογο στο γόνιμο διάλογο, να συναγωνιστείς τον άλλον όχι στην κακία, αλλά στις αρετές, να ζήσεις την ενότητα και όχι τη διαίρεση, την άσκηση που οδηγεί σε διεξόδους και όχι την κακή χρήση της ελευθερίας που οδηγεί στη σχιζοφρένεια, να χαίρεσαι την συνύπαρξη με τον άλλον, με τον οποίο είσαι συνοδοιπόρος στη βασιλεία του θεού. Η εξυγίανση της ηθικής είναι πηγή χαράς, όχι μόνο για την θεραπεία της ανθρώπινης φύσης, αλλά επεκτείνεται και στην κτίση που περιβάλλει τον άνθρωπο, καθώς ο άνθρωπος μαθαίνει να είναι διαχειριστής και όχι καταχραστής της φύσης.
Η μητέρα του Θεού βγαίνει από τα προσκυνητάρια της και αυτή τη χαρά ευαγγελίζεται στους ανθρώπους. Αυτή βίωνε ο πνευματικός του Αγίου Παϊσίου του Αγιορείτου π. Τύχων και έλεγε, «έχω τόση χαρά, που δεν ξέρω πού να τη βάλω, θα την φυλάξω για ώρα ανάγκης».
Και για την ώρα της ανάγκης δηλ. του πόνου και της θλίψης, πάλι έρχεται η κυρά η Παναγιά, ως μητέρα του πάθους. Καθώς λέει ο ποιητής Τάκης Βαρβιτσιώτης «ω Παναγίτσα ηλιόκαλη δική μας, παρηγοριά μας και καταφυγή μας» και ο Αλ. Παπαδιαμάντης, που έγραψε ικετήριο κανόνα στην Υπεραγία Θεοτόκο την Γοργοεπήκοο, αναφωνεί: «προς σε μόνην, Άχραντε, προστρέχω, την αρωγόν την εμήν και προστάτιδα».
Είναι η μάνα που είδε τον Υιό της στο σταυρό και τώρα ενισχύει τον άνθρωπο, που κουβαλά τους προσωπικούς του σταυρούς και τον οδηγεί από το σταυρό στην Ανάσταση, από την Μ. Παρασκευή στο λαμπροφόρο πέρασμα. Στο Γολγοθά δεν βλέπουμε μια μητέρα που λιποθυμά ή μια μητέρα που διαμαρτύρεται ή εκλιπαρεί για έλεος. Στα πόδια του Ιησού, που βρίσκεται στο σταυρό, βλέπουμε τη μητέρα του Θεού να στέκεται σιωπηλή, παραιτημένη από το δικό της θέλημα, να ταυτίζεται απόλυτα με τη θεία και την ανθρώπινη βουλή του Υιού της. Αυτή η ευλογημένη διαχείριση του πόνου την οδήγησε στο μνήμα το κενό, στο δώρο της συνάντησης με τον Αναστημένο Ιησού. Σιωπηλά ευαγγελίζεται η ίδια, λέγοντας προσωπικά και εμπιστευτικά στον καθένα, «μη φοβάσαι, παιδί μου, τον πόνο, μην δείχνεις δειλία, μην χάνεις το κουράγιο σου, αντιμετώπισε το άγχος και την αγωνία, σήκωσε τον προσωπικό σου σταυρό, που θα σε οδηγήσει στην ψηλάφηση της λαμπροφόρου αναστάσεως. Η άρση του σταυρού γίνεται, όχι γιατί δεν μπορείς να κάνεις διαφορετικά, αλλά εμπνεόμενος από την αναστάσιμη ελπίδα, ότι αυτός ο πόνος είναι αναιρετικός αμαρτίας, οφειλή λαθών, κλειδί της βασιλείας των ουρανών, διάβαση στο προσωπικό σου πάσχα. Η σημερινή αποτυχία, ασθένεια, δυσκολία, ταραχή είναι μια παραχώρηση Θεού, που σου δίνεται για μια επανεξέταση της πορείας σου, για μια πνευματική ανασυγκρότηση, για μια επανατοποθέτηση του βίου σου».
Η πονεμένη Παναγία έρχεται ως παραμυθία, να προτείνει την εκούσια παράδοση του ανθρώπου στο Θεό, κατά τις ώρες της λύπης, της θλίψης, των στεναγμών, της οδύνης και του πένθους. Ο πονεμένος συνήθως γνωρίζει να συμπονά και η Παναγία του πάθους, που τελικά χόρτασε την ανάσταση έρχεται στην πονεμένη καθημερινότητα των ανθρώπων να ευαγγελισθεί, ότι τώρα πλέον δεν υπάρχει απελπισία και τρόμος, μόνο ένα φόβος αγγίζει την καρδιά, μήπως η χαρά και το αναστάσιμο φως δεν είναι τόσο πλούσια από λάθη και αστοχίες.
Ο μεγαλύτερος πόνος, ο θάνατος, νικήθηκε με το θάνατο του Χριστού. Η νίκη είναι μόνιμη. Το μεσοδιάστημα από την ανάσταση του Χριστού μέχρι την καθολική ανάσταση είναι συνέχιση του πολέμου με το κακό, το οποίο υπάρχει ακόμη, αλλά ψυχορραγεί ανάμεσα στην αποφασιστική μάχη, που έχει ήδη κερδηθεί και την τελική νίκη της ζωής που δεν έχει ακόμη ολοκληρωθεί. Είναι αυτό που ακούμε το βράδυ της Μ. Παρασκευής «βασιλεύει, αλλ’ ουκ αιωνίζει άδης του γένους των βροτών», «ο άδης βασιλεύει πάνω στο ανθρώπινο γένος, αλλά η βασιλεία του δεν θα είναι παντοτινή» (στ΄ ωδή). Το ίδιο μας λέει ο Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος στον κατηχητικό του λόγο, που διαβάζεται στην αναστάσιμη λειτουργία και που δεν εμφανίζει το θάνατο να έχει καταργηθεί, αλλά να είναι ανίσχυρος «πού σου, θάνατε, το κέντρον; Πού σου, άδη, το νίκος; Ανέστη Χριστός και συ καταβέβλησαι», «πού είναι, θάνατε, το φαρμακερό κεντρί σου; Που είναι, άδη, η νίκη σου; Ο Χριστός αναστήθηκε και εσύ έχεις κατανικηθεί». Από την τωρινή φάση της ιστορίας δεν εξαλείφθηκε ο θάνατος, αλλά τα άδεια σάβανα του Χριστού προμηνύουν την τελική κατάργησή του και η μητέρα Του αναφωνεί με τον υμνογράφο «θανάτου εορτάζομεν νέκρωσιν, άδου την καθαίρεσιν, άλλης βιοτής της αιωνίου απαρχήν», «γιορτάζουμε την νέκρωση του θανάτου, τη συντριβή του άδη, την αρχή μιας άλλης καινούργιας ζωής, της αιώνιας» (ζ΄ ωδή Κυριακής του Πάσχα).
Η μητέρα του Θεού και των ανθρώπων στους δρόμους του κόσμου μεταφέρει χαράς ευαγγέλια, ως μητέρα του πάθους δεν αφαιρεί τον προσωπικό έρωτά της για το Θεό και τελικά γίνεται προάγγελος της αναστάσιμης χαράς. 
Εγκάρδιες ευχαριστίες προς όλους και όλες που αγαπάτε την Παναγία μας και ήλθατε να ακούσετε τον σημερινό ομιλητή. Καλή πορεία προς το Πάσχα.