e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 27 Αυγούστου 2019

Τα Εγκώμια της Παναγίας στο Θεομητορικό Μνήμα "Γεθσημανή τω χωρίω" [video - photos]


Τήν Τρίτην, 14ην / 27ην μηνός Αὐγούστου 2019, παραμονήν τῆς ἑορτῆς τῆς Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου, ἔλαβε χώραν ἡ τελετή τῶν Ἐγκωμίων τῆς Θεοτόκου εἰς τόν χῶρον τοῦ Πανσέπτου Μνήματος αὐτῆς ἐν Γεθσημανῇ.
 Διά τήν τελετήν ταύτην ἐξεκίνησεν ἡ Ἁγιοταφιτική Ἀδελφότης ἀπό τοῦ Πατριαρχείου ὑπό τόν ἡγούμενον αὐτῆς Μακαριώτατον Πατριάρχην Ἱεροσολύμων κ.κ. Θεόφιλον καί ἐπορεύθη διά τῆς Ὁδοῦ τοῦ Μαρτυρίου, γενομένη δεκτή ὑπό τῶν ἡγουμένων τῶν Μονῶν Ἁγίου Χαραλάμπους, Πραιτωρίου, Ἁγίων Θεοπατόρων Ἰωακείμ καί Ἄννης καί Ἁγίου Στεφάνου, πρός τήν Γεθσημανῆν.
 Ἐνταῦθα, μετά μικράν στάσιν εἰς τό ἡγουμενεῖον, ἔλαβε χώραν ἡ πρό τῆς εἰσόδου τοῦ Ναοῦ τοῦ Θεομητορικοῦ Μνήματος ὑποδοχή τοῦ Πατριάρχου καί ἡ εἴσοδος εἰς τόν Ναόν ἐν τῇ ψαλμῳδίᾳ τοῦ  Ἐν τῇ Γεννήσει τήν Παρθενίαν ἐφύλαξας…
Μετά τήν ἔνδυσιν τοῦ Πατριάρχου, τῶν Ἀρχιερέων καί τῶν Ἱερέων, ἤρχισε ἡ τελετή τῶν Ἐγκωμίων, τοῦ Ἐπιταφίου μετενεχθέντος ἐκ τοῦ χώρου τῆς Πλατυτέρας εἰς τό μέσον τοῦ Ναοῦ, διά τριῶν Στάσεων:  Α) “Ἡ ἁγνή ἐν τάφῳ κατετέθης βαβαί”, Β) “Ἄξιόν Ἐστιν μεγαλύνειν σε τήν Θεοτόκον”, Γ) “Αἱ γενεαί πᾶσαι ὕμνον τῇ ταφῇ σου…” τῆς Α´ ὑπό τοῦ Μακαριωτάτου καί τῶν λοιπῶν Στάσεων ὑπό τῶν παρεπιδημούντων Ἀρχιερέων τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος:  τῆς Β´ Στάσεως ὑπό τοῦ  Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Βεροίας, Ναούσης καί Καμπανίας κ. Παντελεήμονος  καί τῆς Γ´ ὑπό τοῦ  Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Σερρῶν κ. Θεολόγου καί ραίνοντος τό μύρον ὑπό τοῦ Σεβασμιωτάτου Μητροπολίτου Θεσσαλιώτιδος καί Φαναριοφερσάλων κ. Τιμοθέου. 
Μετά τά Εὐλογητάρια καί πρό τῶν Αἴνων ἐκήρυξε τόν θεῖον λόγον ὁ Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Σερρῶν κ. Θεολόγος.
Μετά τούς Αἴνους καί τήν Δοξολογίαν, ὁ Ἐπιτάφιος μετηνέχθη εἰς τήν εἴσοδον τοῦ Ναοῦ, ἔνθα ἀνεπέμφθη δέησις, μεθ᾽ ἥν ὁ Ἐπιτάφιος καί πάλιν ἐτοποθετήθη εἰς τήν θέσιν αὐτοῦ διά προσκύνησιν ὑπό τῶν χιλιάδων πιστῶν.
Τῆς τελετῆς ληξάσης, ὁ καθηγούμενος Σεβασμιώτατος Ἀρχιεπίσκοπος Ἀβήλων κ. Δωρόθεος ἀνέψυξε τήν Πατριαρχικήν Συνοδείαν καί τόν λαόν μέ κέρασμα εἰς τό ἡγουμενεῖον.
Ἐκ τῆς Ἀρχιγραμματείας







































Αγρυπνία για την Κοίμηση της Θεοτόκου στο Κίεβο, υπό τον Προκαθήμενο Ουκρανίας Επιφάνιο


Σήμερα το εσπέρας, 27 Αυγούστου 2019, παραμονή της εορτής της Κοιμήσεως της Θεοτόκου (με το παλαιό ημερολόγιο) έγινε η καθιερωμένη Αγρυπνία στον χρυσότρουλο Ναό του Αγίου Μιχαήλ Κιέβου. Προεξήρχε ο Προκαθήμενος της Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας, Μακ. Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας κ. Επιφάνιος.
















































Блаженнійший Митрополит Епіфаній очолив Всенічне бдіння напередодні свята Успіння Божої Матері 

27 Серпня 2019

28 серпня увесь православний світ святкує величне Дванадесяте свято – Успіння Пресвятої Богородиці.

Напередодні свята, 27 серпня, Блаженнійший Митрополит Київський і всієї України Епіфаній очолив Всенічне бдіння в кафедральному храмі Православної Церкви України – Свято-Михайлівському Золотоверхому соборі.

Його Блаженству співслужили намісник монастиря архієпископ Вишгородський Агапіт та всечесна братія Золотоверхої обителі.

Примітною особливістю успенського всенічного бдіння було винесення перед полієлеєм на середину храму прикрашеної квітами плащаниці Божої Матері.

Звучало величання свята: «Величаємо Тебе, Пренепорочна, Мати Христа Бога нашого, і всеславне славимо успіння Твоє».

Під час полієлею Предстоятель помазував всіх освяченим єлеєм.

Завтра, 28 серпня, чекаємо кожного з вас о 9:00 на Божественній літургії, яку очолить Митрополит Епіфаній у храмі Успіння Пресвятої Богородиці (Пирогощі) м. Києва.

Прес-служба Київської Митрополії
Української Православної Церкви (ПЦУ)

Λίγα λόγια για τον Οικουμενικό Πατριάρχη και το «ουκρανικό ζήτημα»



Του δημοσιογράφου Κώστα Ονισένκο

Είναι πάγια απορία των ρωσικών «ελίτ» το γιατί μια πληθυσμιακά «μικρή» χώρα όπως η Ελλάδα κατέχει τα ηνία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Μπορεί στις διμερείς σχέσεις ή στις δημόσιες ρητορικές της η ρωσική ηγεσία να εκφράζεται με συμπάθεια για τον ελληνικό λαό και την ορθόδοξη ιστορία μας, ωστόσο δεν αποτελεί μυστικό ότι αυτό ακριβώς το γεγονός αντιμετωπίζεται με απόλυτη εχθρότητα ως προς το εσωτερικό ακροατήριο. Οι Ρώσοι ηγέτες εκφράζουν αυτή την απορία ως ένα επιχείρημα για το «πόσο αδικούνται» οι ίδιοι καθώς «έχουν 150 εκατομμύρια ποίμνιο» ενώ ο «Πατριάρχης της Κωνσταντινούπολης», όπως αποκαλούν τον Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο, έχει «μόλις πέντε εκατομμύρια διασκορπισμένα σε όλο τον κόσμο». Παρά το γεγονός ότι οι ίδιοι τον αποκαλούν προσβλητικά «Τούρκο Πατριάρχη», «Πατριάρχη της Ισταμπούλ» κ.λπ, οι ίδιοι στο πρόσωπό του βλέπουν έναν Έλληνα.

Η ρωσική ηγεσία θεωρεί εαυτήν «τρίτη Ρώμη», στυλοβάτη της Ορθοδοξίας και άλλα παρόμοια, που ρέπουν έντονα ως προς τον μεγαλοϊδεατισμό. Και αυτή η πορεία της «τρίτης Ρώμης» θα μπορούσε να έχει μια κάποια καλύτερη τύχη, αν δεν σκόνταφτε πάνω στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Εκατομμύρια δολάρια υφαρπάχθηκαν από την ισχνή ρωσική οικονομία και εστάλησαν για την διάδοση της «ρωσικής ιδέας στον Χριστιανισμό», αγόρασαν γαίες στην Παλαιστίνη, εξαγόρασαν συνειδήσεις στην Ευρώπη, έχτισαν «κάστρα» στο Άγιο Όρος, ίδρυσαν και διέφθειραν Μέσα Μαζικής Ενημέρωσης. Όλα αυτά τα οικονομικά μέσα όμως δεν στάθηκαν ικανά για να λυγίσουν την επιμονή του Οικουμενικού Πατριαρχείου στους θεσμούς. Η σύγκρουση της ρωσικής Εκκλησίας με το Πατριαρχείο κρατάει για έναν αιώνα και όποιος θέλει μπορεί να βρει εύκολα ιστορικές πηγές για να μάθει περισσότερα.

«Ένας Τούρκος πολίτης που ζει σε μουσουλμανική χώρα. Δεν έχει λόγο να κάνει κουμάντο στους σλάβους, πολυπληθής κομμάτι Ορθοδόξων». Αυτή είναι το σκεπτικό των επιθέσεων που δέχεται ο Οικουμενικός Πατριάρχης από τους κυβερνώντες της ρωσικής εκκλησίας και του ρωσικού κράτους. Και το αγαπημένο τους επιχείρημα: «Δεν έχει εξουσία. Εμείς έχουμε». Ένα επιχείρημα που απευθύνεται από την πλούσια και διεφθαρμένη ρωσική ελίτ προς τον ταλαιπωρημένο πλην υπερήφανο λαό. Έναν λαό που είναι διατεθειμένος να κάνει «λίγο υπομονή ακόμα» στα καθημερινά του προβλήματα προκειμένου να αντιμετωπιστεί ένας ακόμα «εξωτερικός εχθρός», όπως τόσοι και τόσοι εχθροί που επινοεί το Κρεμλίνο για να αποπροσανατολίσει τους πολίτες του από την διαδικασία καταλήστευσης του εθνικού πλούτου, που λαμβάνει χώρα τα τελευταία 20 χρόνια.

Τα τελευταία χρόνια αυτής της σύγκρουσης, οι ρώσοι πράκτορες (ρασοφόροι και μη) επιδόθηκαν στην προσπάθεια απαξίωσης του Πατριαρχείου. Το κρεσέντο της επίθεσης, που φαίνεται πλέον να οδηγεί σε σοβαρή ρήξη, αφορά την απόφαση στην αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας. Σε αυτό το σημείο παραθέτω τμήμα δήλωσης του Ρώσου προέδρου Β. Πούτιν: «Φτιάξανε αυτή την «Ενωμένη διχαστική εκκλησία» της ενορίας του Ισταμπούλ. Δεν τους αρέσει η ενορία της Μόσχας, θα υπάρχει η ενορία του Ισταμπούλ (χειροκροτήματα). (…) Και τώρα κοιτάξτε τι εξάρτηση δημιουργείται από την Τουρκία. Από το «τούρκικο πατριαρχείο». Εκεί υπάρχουν και διορισμοί και λεφτά, το βασικότερο απ΄όλα. Πιστεύω ότι είναι το μόνο κίνητρο του Βαρθολομαίου: να καθυποτάξει αυτή την περιοχή και μετά να βγάζει και χρήματα από αυτό».

Εντύπωση προκάλεσε όχι μόνον το γεγονός ότι ο ρώσος πρόεδρος αποφάσισε να επέμβει σε θέματα που υποτίθεται ότι είναι εντελώς έξω από τις αρμοδιότητές του και οι -σχεδόν αγοραίες- εκφράσεις του αλλά και το γεγονός ότι επέλεξε να εστιάσει ειδικά στις εθνικότητες (Τουρκία, Μόσχα) και όχι στην ιεραρχία της Ορθόδοξης Εκκλησίας. «Το Ποίμνιο του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης είναι διασκορπισμένο σε όλο τον κόσμο, και κυρίως είναι άτομα ελληνικής εθνικότητας ή καταγωγής» είπε σε μια από τις συνεντεύξεις του ο Μητροπολίτης Βολοκολάμσκ Ιλαρίωνας, Πρόεδρος του Τμήματος Εξωτερικών Εκκλησιαστικών Σχέσεων της ρωσικής Εκκλησίας. Σε άλλο σημείο λέει: «Προσπαθεί (σ.σ. ο Οικουμενικός Πατριάρχης) να αρπάξει το ποίμνιό μας», «πρόκειται για εγκλήματα που γίνονται με τα χέρια του Πατριάρχη της Κωνσταντινούπολης στο έδαφος μιας άλλης τοπικής εκκλησίας».

Λέγοντας «Το Πατριαρχείο δεν έχει την εξουσία» οι ρώσοι ηγήτορες εννοούν «οι Έλληνες δεν έχουν την εξουσία». Και θα ήθελαν αυτό να είναι πραγματικότητα, θα ήθελαν η Καινή Διαθήκη να μην είχε γραφτεί στην ελληνική γλώσσα, να μην είναι αναγκασμένοι οι ιερείς τους να μαθαίνουν ελληνικά, να μην είχε γραφτεί στην Πάτμο η Αποκάλυψη. Θα ήθελαν το Άγιο Όρος να μην αποτελεί ελληνικό έδαφος (σε αυτό θα αναφερθώ εκτενέστερα άλλη φορά).

Θα ήθελαν ακόμα και η γραφή τους να μην είναι ένα ευγενικό δώρο των Ελλήνων. Και φυσικά, οι Έλληνες να μην βρίσκονται στην κεφαλή του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Και εφόσον η πραγματικότητα δεν τους βολεύει, προσπαθούν να την αλλάξουν, διαθέτοντας κονδύλια για να υποβαθμίσουν την εξουσία του Πατριαρχείου, ειδικά τα τελευταία χρόνια.

Και ειδικά τα τελευταία χρόνια διότι, πρώτον, η Ρωσική εκκλησία φαίνεται καθαρά να αποτελεί ένα από τα εργαλεία της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής και, δεύτερον, λόγω της ένοπλης εισβολής του ρωσικού στρατού στην Ουκρανία και της κατάληψης της Κριμαίας, το Κρεμλίνο αναζητά όλους τους μοχλούς πίεσης που μπορεί να βρει προκειμένου να συγκρατήσει τις αντιδράσεις της διεθνούς κοινότητας απέναντι στην γκανγκστερική συμπεριφορά του.

Στη βάση της ρωσικής συμπεριφοράς στο εκκλησιαστικό βρίσκεται μια σοβαρή παρανόηση που διέπει τη ρωσική εξωτερική πολιτική στο σύνολό της: Το δίκαιο του ισχυρού (μια έννοια αντεστραμμένη της Ισχύος του Δικαίου). Τα χρόνια του σύγχρονου ρωσικού κράτους οι σχέσεις μέσα και έξω από το αυτό κτίζονται με μόνο υλικό την επιβολή. Επιβολή είτε μέσω οικονομικών συναλλαγών, είτε μέσω ωμής βίας. Όσον αφορά το εσωτερικό της χώρας, αυτός ο τρόπος επίλυσης των θεμάτων αποτελεί κανόνα. Κατά συνέπεια, οι ρωσικές «ελίτ», με απόλυτη ειλικρίνεια, δεν μπορούν να κατανοήσουν το γιατί τα εκατομμύρια πετρέλαιο- ρούβλια που σκορπούν δεν μπορούν να υπερνικήσουν μερικά κατασκονισμένα έγγραφα. Τα έγγραφα αυτά είναι οι Κανόνες και βάσει αυτών το Οικουμενικό Πατριαρχείο αποτελεί την μόνη πηγή κανονικού δικαίου για την Ορθόδοξη Εκκλησία.

Με την απόφαση για παροχή αυτοκεφαλίας στην Ουκρανική Εκκλησία, η Ρωσική Εκκλησία διέκοψε την κοινωνία της με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Με «κοσμικούς όρους» αυτό σημαίνει διακοπή διπλωματικών σχέσεων. Η Ρωσική Εκκλησία πιθανότατα περίμενε σε αυτή την απόφαση περισσότερη στήριξη από τις «φιλικά προσκείμενες» εκκλησίες της Βουλγαρίας και Σερβίας. Ωστόσο προς το παρόν φαίνεται να μένει μόνη και απομονωμένη. Οι άλλες Εκκλησίες, ακόμα και αν βλέπουν θετικά την ρωσική εκκλησία, δεν φαίνονται διατεθειμένες να συγκρουστούν με το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να βρεθούν επίσης στην απομόνωση. Γιατί καλές οι φιλίες και τα δωράκια αλλά ο καθένας έχει να κοιτάξει το «σπίτι» του. Και κάπως έτσι η Ρωσική εκκλησία ακολουθεί την μοναχική πορεία της ρωσικής εξωτερικής πολιτικής.

Γιατί όμως τόσο έντονη αντίδραση λόγω της Ουκρανίας; Υπάρχει πληθώρα αιτιών, ωστόσο θα σταθούμε σε τέσσερις:

1️⃣ Σύμφωνα με τα επίσημα στοιχεία, οι ενορίες στην Ουκρανία αποτελούν το ένα τρίτο του συνόλου της Ρωσικής Εκκλησίας. Και μάλιστα το πιο δυναμικό κομμάτι του, γιατί, σε αντίθεση με τον γερασμένο πληθυσμό της Ρωσίας, η Ουκρανική επαρχία έχει πολύ μεγαλύτερη ανάπτυξη και καλύτερο δημογραφικό. Αυτό έχει επέκταση στην συνολική ισχύ της Εκκλησίας πληθυσμιακά, οικονομικά κ.λπ. 
2️⃣ Δεύτερον, οι -ελεγχόμενοι από τη Ρωσία- ιερείς μπορούν να χρησιμοποιούνται από το Κρεμλίνο ως ένα φερέφωνο που θα περνάει την άποψή του και θα δρα αποσταθεροποιητικά στην Ουκρανία, με φόντο τον πόλεμο που εξελίσσεται στα ανατολικά της χώρας. Αυτό είναι ένα επιχείρημα που έχει ακουστεί από ρωσικά «χείλη», ότι δηλαδή θα πρέπει να υποστηρίζονται οι φιλορώσοι εντός της Ουκρανίας ως εργαλείο ρωσικών συμφερόντων, αντί να ενταχθούν στη Ρωσία. Μια τέτοια ιδέα φαίνεται να επικρατεί και όσον αφορά τις αποσχισθείσες εμπόλεμες περιοχές του Ντονέτσκ και Λουγάνσκ, αλλά και αυτό είναι θέμα για ξεχωριστό άρθρο. 
3️⃣ Το 988 μ.Χ., όταν ο λαός του Κιέβου ασπάστηκε τον Χριστιανισμό, στη θέση της Μόσχας υπήρχαν μόνοι βάλτοι και δάση, ενώ το Πατριαρχείο Μόσχας ιδρύθηκε μόλις το 1589. Άρα, με την αναγνώριση της αυτονομίας της Εκκλησίας του Κιέβου και πάσης Ουκρανίας, η Μόσχα χάνει την ηγεμονία της (από ιστορικής άποψης) στον σλαβικό χώρο. 
4️⃣ Και τέταρτο αίτιο, το οποίο περισσότερο αφορά το συγκεκριμένο άρθρο, είναι η ποιότητα της ίδιας της εκκλησίας. Και σε αυτό θέλω να σταθώ.

Είναι σχεδόν σοκαριστική η αντίδραση των Σλάβων που επισκέπτονται για πρώτη φορά ελληνικές εκκλησίες. Η διαφορά από τις δικές τους εκκλησίες είναι ποιοτική. Και μιλάω για την συμπεριφορά των πιστών απέναντι στην πίστη και στους κληρικούς. Οι άντρες δεν πέφτουν στα γόνατα, οι γυναίκες δεν φορούν μαντίλες στα κεφάλια. Οι ναοί δεν μοιάζουν με εμπορικά καταστήματα πώλησης εκκλησιαστικών ειδών. Οι περισσότεροι Έλληνες ιερείς είναι ευγενικοί και δεν απαιτούν μια δουλική υποταγή απέναντι σε ένα πλήθος από κανόνες που λίγοι ξέρουν και καταλαβαίνουν. Ο ιερέας δεν έρχεται για να επιβάλει και να απαγορεύσει, αλλά για να βοηθήσει. Και αυτό είναι ένα στοιχείο του Ελληνισμού, ένα στοιχείο φωτός απέναντι στον σκοταδισμό. Και ένας πιστός που νιώθει αγαλλίαση και αγάπη αντί για φόβο και ενοχή είναι ένας πιστός που δεν κατευθύνεται εύκολα προς τη μια ή την άλλη κατεύθυνση. Είναι ένας πιστός – απειλή για ένα απολυταρχικό και κλεπτοκρατικό κράτος, όπως είναι η σημερινή Ρωσία. Ακόμα και η ιδέα ότι υπάρχει αυτού του είδους η Ορθοδοξία, είναι απειλή. Και αυτό ίσως, ένα από τα τελευταία εφευρήματα της Ρωσικής Εκκλησίας είναι η κατηγορία ως «σχισματικού» το ίδιο το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

«Χάνοντας» σε θεσμικό επίπεδο, η λοιδορία και τα αντιθεσμικά χτυπήματα εναντίων του Οικουμενικού Πατριάρχη αφενός και η υποκίνηση βίας μέσα στην Ουκρανία (με θρησκευτική χροιά) αφετέρου είναι οι τακτικές που αναμένεται να ακολουθήσει το Κρεμλίνο. Η Ουκρανία, από την πλευρά της, θα συνεχίσει να κάνει αυτό που κάνει τα τελευταία πέντε χρόνια: θα πολεμάει για την επιβίωσή της απέναντι σε έναν προβληματικό γείτονα. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης φαίνεται επίσης να μην υποχωρεί. Το γιατί έχει κρατήσει μια τόσο σθεναρή στάση απέναντι στους επιθετικούς Ρώσους είναι ένα ερώτημα που με έχει απασχολήσει αρκετά. Έχω λάβει διάφορες απαντήσεις σε αυτό. Θα παραθέσω μια από αυτές τις απαντήσεις. Μου την έδωσε πρόσφατα ο ηγούμενος της Μονής Ξενοφώντος Αλέξιος, στο Άγιο Όρος:

«Οι Ρώσοι μπορεί να έχουν και πολλά χρήματα και δύναμη και όλα αυτά τα σημαντικά πράγματα που λέτε. Αυτά όμως είναι πράγματα κοσμικά, που δεν έχουν τόσο μεγάλη ουσία. Ο Πατριάρχης κατέχει την εξουσία αιώνων διακυβέρνησης όλων των Οικουμενικών Πατριαρχών που πέρασαν ανά τους αιώνες και οδήγησαν την Εκκλησία μας. Αυτή η δύναμη είναι πολύ μεγαλύτερη, ακόμα και αν δεν γίνεται εύκολα κατανοητή από τον απλό άνθρωπο». Και αυτή η δύναμη, έχω να προσθέσω σε αυτό το σημείο, ονομάζεται και Θεσμός. Μια έννοια ξένη προς την αντίληψη του Κρεμλίνου.

Και ποιο είναι μέχρι στιγμής το αποτέλεσμα; Κατά τη διάρκεια ενός αιώνα ο Οικουμενικός Πατριάρχης, για τους Ρώσους (και τους άλλους λαούς που εξουσίαζαν), ήταν ο «Πατριάρχης της Ιστανμπούλ». Σήμερα, για μεγάλο μέρος αυτών των ανθρώπων ο Βαρθολομαίος έγινε Οικουμενικός Πατριάρχης. Ένας άνθρωπος που δεν δίστασε να τα βάλει με τους «δυνατούς» για να υπερασπιστεί το δίκιο ενός πληγωμένου λαού. Να υπερασπιστεί και τον ρόλο του ίδιου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, εν τέλει.

Προφανώς οι διαφωνίες μέσα στο Σώμα της Εκκλησίας δεν έχουν τελειώσει και ούτε πρόκειται ωστόσο οι διαφωνίες αυτές λύνονται μέσα από τους Κανόνες και όχι μέσω της ισχύος. Και τους κανόνες αυτούς κάποτε τους έγραψαν Έλληνες και μέχρι σήμερα, με τη βοήθεια του Θεού, φυλάττονται από Έλληνες. Εν προκειμένω από την Αυτού Θειοτάτη Παναγιότητα, αρχιεπίσκοπο Κωνσταντινουπόλεως, Νέας Ρώμης και Οικουμενικό Πατριάρχη Βαρθολομαίο Α΄.

Απάντηση στα φληναφήματα του Μητροπολίτου της εν Σιγκαπούρη παρουσίας του Πατριαρχείου Μόσχας


«ἡ βασιλεία ἡ ἐμὴ οὐκ ἔστιν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου» (Ιω 18, 37)


Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ρωμανός Αναστασιάδης,
Κληρικός του Οικουμενικού Πατριαρχείου εν Κρήτη.

Άμεση απάντηση θέλησα να δώσω στα φληναφήματα του Μητροπολίτου της εν Σιγκαπούρη εκκλησιαστικής παρουσίας του Πατριαρχείου Μόσχας, θυγατρός Εκκλησίας της Μεγάλης του Χριστού Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Και δεν το κάνω για τον Σεβασμιώτατο. Προφανώς δεν είμαι άξιος να ελέγξω ένα Ιεράρχη! Αλλά το κάνω για τον ευλογημένο λαό του Θεού, ο οποίος με κάθε τρόπο τους τελευταίους μήνες γίνεται βορά στην κάθε είδους ανθελληνική και αντιεκκλησιαστική προπαγάνδα που εκτοξεύουν οι αδελφοί μας εκ Βορρά υπερασπιζόμενοι ποιον;;; Την Εκκλησία! Σαν να την αγαπούν πιο πολύ από εμάς που τους την διδάξαμε! Γι’ αυτόν τον φιλότιμο και ευσεβή ελληνικό όπου γης λαό γράφω διαρκώς, διότι η προπαγάνδα και το ψεύδος ξεπέρασαν, με αφορμή το Ουκρανικό, κάθε προηγούμενο.


Ας έχει δόξα ο Θεός που τόσους μήνες, με το Ουκρανικό ζήτημα, έσπασε το απόστημα της υποκρισίας και της μισαλήθειας, διότι εν ονόματι μιας ελεεινής και ντροπιαστικής εκκλησιαστικής «ειρήνης» θέλατε να αλλάξετε ολόκληρη την Ορθόδοξη Εκκλησιολογία σε προτεσταντική. Μάλιστα! Εσείς οι ίδιοι! Οι οποίοι σε λίγο θα μας πείτε ότι η Αγία Τριάς δεν έχει αρχή τον Πατέρα αλλά όλα εκεί μέσα σε αυτήν την Παναγία σχέση είναι ένα «μπάχαλο»! Βλασφημία! Ομοούσια τα πρόσωπα, τρία! Αλλά όχι ίδια! Η σύγχυση των ιδιωμάτων έφερε αιρέσεις στην Εκκλησία. Και σήμερα η σύγχυση της ευθύνης κάθε Εκκλησίας φέρνει νέα εκκλησιολογική αίρεση. Είναι ευθύνη ημών των διδαξάντων να την σταματήσουμε εδώ και τώρα!

Πού ακούστηκε «δόξα τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι και τω Πατρί»; «Δόξα τω Πατρί και τω Υιώ και τω Αγίω Πνεύματι», μάθαμε. Και δεν είναι τυχαία η σειρά. Τέτοια σειρά έχουν και οι Εκκλησίες οι κατά τόπους. Πρώτη είναι η Εκκλησία Κωνσταντινουπόλεως! Η γεννήτρια και πρόβολος όλων των κατά τόπους νεωτέρων θυγατέρων Εκκλησιών, η ποτνία και βασιλίς ανάμεσα στις αδελφές της, τις Πρεσβυγενείς. Έτσι είναι! Το λένε οι Κανόνες, το διδάσκουν οι Τόμοι, το απέδειξε η Πράξη της Εκκλησίας.

Η κάθε Εκκλησία έχει τα όριά της. Όρια συγκεκριμένα από τον Τόμο της. Τέτοια όρια έχει και η Ρωσία. Ο μόνος που έχει υπερορίως δικαιοδοσία είναι ο Κωνσταντινουπόλεως. Πώς; Με έκκλητο, με Σταυροπήγια, με Άγιο Μύρο. Κανείς άλλος! Το δέχεσθε, δεν το δέχεσθε αδελφοί και πατέρες εκ Βορρά, το ίδιο μας κάνει! Δεν θα αλλάξουμε τους Κανόνες εμείς για να προσκυνήσουμε τον αρρωστημένο ιμπεριαλισμό σας. Από την Κωνσταντινούπολη πήρατε την πίστη και τον Τόμο. Να έχετε την ταπείνωση της μαθητείας και της υπακοής. Αλλιώς η ευλογία του Θεού είναι παραμύθι!

Έξω λοιπόν από αυτά τα όρια που σας έδωσε ο Τόμος δεν μπορείτε να δράτε εκκλησιαστικώς ούτε και με το δήθεν αγαθό πρόσχημα της ιεραποστολής! Δεν έχετε αυτήν την ευθύνη! Έτσι φτάσαμε στο επίσης αιρετικό: «όπου Ρώσος και Ρωσική Εκκλησία»! Πού είναι οι Κανόνες και η συνείδηση της Εκκλησίας και των σύγχρονων ομολογητών για να σας διαψεύσουν; Ποιος θα πει σε αυτόν τον λαό ότι τον εξαπατούν μέσω προπαγάνδας και ψεύδους μεγάλοι και ισχυροί επηρεαζόμενοι από ποταπά ελατήρια;

Λάθος σας που βρεθήκατε και στην Ιαπωνία και στην Κορέα και στη Σιγκαπούρη! Αλλά εάν είχατε ελάχιστη εκκλησιαστική συνείδηση θα λέγατε: ναι, βρεθήκαμε σε καιρούς ακμής μας, όμως τα εδάφη αυτά δεν μας ανήκουν. Η Ασιανή διοίκηση είναι του Κωνσταντινουπόλεως. Πώς μπορούμε υπό το κανονικό του ωμοφόριο να συνδράμουμε; Αλλά πού τέτοια ευαισθησία! Θέλει Χριστό μια τέτοια ευαισθησία! Όχι μαμωνά! Η κοσμική σας δύναμη σας χαρίζει παντοδυναμία εν Εκκλησία; Ο Κύριος άλλα είπε προς Πιλάτον για την Βασιλεία Του.

Δεν είναι Σιγκαπούρης, ο Σεβασμιώτατος. Είναι εν Σιγκαπούρη Ιεράρχης του Μόσχας. Δεν μπορεί ο Μόσχας να δημιουργεί επισκοπές και επαρχίες όπου θέλει ανά τον κόσμο. Ό,τι δεν ανήκει στα όρια των τοπικών Εκκλησιών ανήκει στον Κωνσταντινουπόλεως, κατά τον κη’ Κανόνα της εν Χαλκηδόνι Δ΄ Αγίας και Οικουμενικής Συνόδου. Τώρα το μαθαίνετε αυτό;

Λέτε για τους αχειροτονήτους στο Ουκρανικό! Μα καλά, δεν έχετε ίχνος φόβου Θεού; Δεν Τον ντρέπεσθε; Εσείς με αυτούς είχατε διάλογο μέχρι τελευταία και υποσχόσαστε αναγνώριση των χειροτονιών χωρίς καμία άλλη διατύπωση! Τα λένε οι ίδιοι! Έχουν στοιχεία, σας αποκαλύπτουν! Για κάνετε ένα κόπο να διαβάσετε: «Μητροπολίτης Μακάριος Μαλέτιτς: οι τοπικές Εκκλησίες δεν πρέπει να έχουν αμφιβολίες για τις χειροτονίες».  Με τόσα επιχειρήματα κατά καιρούς έχουμε αποδείξει την αντικανονικότητα των κατηγοριών σας. Το ανυπόστατό τους. «Ου με πείσεις καν με πείσης». Εσείς τα δικά σας...

Μιλάτε για παραβιάσεις στα ανθρώπινα δικαιώματα. Δεν έχετε αιδώ; Για διαβάστε αυτό το άρθρο; Τι λέει; (Η «μαύρη» προπαγάνδα της Ρωσίας για την Αυτοκέφαλη Εκκλησία Ουκρανίας).

Δεν αναφέρομαι σε όσα αφορούν στον άγιο Κορέας. Είναι δικά του. Εγώ ως αναγνώστης, αλλά και έχοντας μέριμνα για τον ευλογημένο ελληνικό λαό ως Έλλην παπάς, καταγγέλλω με ταπείνωση τα ψέμματα, την παραποίηση της εκκλησιαστικής Ιστορίας και της Αλήθειας των Κανόνων, την προπαγάνδα, τους άνομους τρόπους με τους οποίους επιχειρείτε στη γλώσσα μας να παραπλανήσετε, ει δυνατόν, και τους εκλεκτούς!

Όμως φτάνει! Αρκετά με τον φόβο τους, συνέλληνες! Φοβούνται την Κρίση της Ιστορίας η οποία ξεκινά αντίστροφη μέτρηση! Εμείς εδώ, γερά, όλοι μαζί, ενωμένοι, γύρω από τον Οικουμενικό Πατριάρχη μας, την κορωνίδα του Γένους μας, τον Θεσμό-προβολή της Ιστορίας μας, της ματωμένης Ιστορίας μας. Εμείς, ως Ρωμηοσύνη, έχουμε Πρώτο! Και το εν Ελλάδι Αυτοκέφαλο τμήμα είναι ο Καλός Σαμαρείτης αυτού του Πρώτου. Είναι ο Κυρηναίος του εις τόπον και τύπον Χριστού Πατριάρχου μας. Διότι το αίμα νερό δεν γίνεται, κι αν γίνεται δεν πίνεται!

Αποκαλυπτική συζήτηση για το Ουκρανικό με τον Μητροπολίτη Μεσσηνίας κ. Χρυσόστομο


Ακολουθεί συζήτηση για το Ουκρανικό του Αντώνη Ελευθεριάδη* με τον Σεβ. Μητροπολίτη Μεσσηνίας και Καθηγητή του Πανεπιστημίου Αθηνών κ. Χρυσόστομο (Σαββάτο):


Α. Ελευθεριάδης: Σεβασμιώτατε, αισθάνομαι βαθιά ικανοποίηση να συνομιλώ μαζί σας γύρω από εκκλησιαστικά θέματα, υψηλού πνευματικού ενδιαφέροντος, θέματα που αναφέρονται σε κομβικά προβλήματα που συνταράσσουν συθέμελα τις συνειδήσεις των σημερινών κοινωνιών, ιδιαίτερα της νεολαίας.

Έχω την εσωτερική πεποίθηση ότι κάθε συζήτηση μαζί σας είναι άριστος δείκτης σωστών κατευθύνσεων, ρεαλισμού και διδαγμάτων, χρήσιμων για τον ατομικό, κοινωνικό και εθνικό βίο μας. Είστε ένα επιφανές μέλος της σεπτής Ιεραρχίας της Αυτοκεφάλου Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ελλάδος με επικεφαλής έναν Αρχιεπίσκοπο, τον Ιερώνυμο Β΄, προσεκτικό και επαρκώς μελετημένο θεολογικά και επιστημονικά, ιδιαίτερα στο χώρο της χριστιανικής αρχαιολογίας.

Διατηρώ δε την προσδοκία ότι η Ιεραρχία της τοπικής μας Εκκλησίας είναι ικανή να ανταποκριθεί στις προσδοκίες σύμπαντος του λαού του Θεού και να αντιμετωπίσει τις προκλήσεις της απαιτητικής εποχής μας, γιατί περιλαμβάνει στις τάξεις της άξιους Ιεράρχες,  ενάρετους θεολόγους, μορφωμένους κληρικούς μελετητές, καλούς συγγραφείς, άριστους ιεροκήρυκες, συνετούς ποιμένες της λογικής ποίμνης του Κυρίου.

Ας μου επιτραπεί, Σεβασμιώτατε, ύστερα από την εισαγωγική μου «φλυαρία», να θέσω στο τραπέζι της πρώτης συζήτησής μας ένα ζήτημα που δημοσιογραφικά παρουσιάζει μικρό ενδιαφέρον, θεολογικά όμως και εκκλησιολογικά είναι καίριο και εξόχως σοβαρό. Είναι η αναγνώριση εκ μέρους της Εκκλησίας της Ελλάδος της Αυτοκεφαλίας της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, θέμα που θα συζητηθεί ασφαλώς στη Σύνοδο της προσεχούς Ιεραρχίας.

Επειδή όμως το Ουκρανικό δεν είναι δυνατόν να εξαντληθεί σε μια ολιγόλεπτη συζήτηση, να μου επιτρέψετε να το περιορίσω σε μία περίπτωση που ζυγίζει όμως τόνους σωτηριολογικής σπουδαιότητας. Επ' αυτού λοιπόν θα ζητούσα να ακούσω την άποψή σας και γενικότερα τη δική σας θέση πάνω στο λεγόμενο Ουκρανικό Εκκλησιαστικό Πρόβλημα.

Σεβασμιώτατε, με την ευκαιρία μιας κοινωνικής συνάντησης γνώρισα κάποιον Ορθόδοξο Ουκρανικής ιθαγένειας. Σπουδαγμένος στο πανεπιστήμιο του Κιέβου, επιστήμων της πληροφορικής. Μου συστήθηκε με το όνομα Oleh Kyriyenko.

Ο Ολέγ γεννήθηκε και μεγάλωσε σε οικογένεια που εκκλησιαστικά υπαγόταν στον σχισματικό  Φιλάρετο Ντενισένκο «Πατριάρχη Κιέβου». Οι πιστοί γύρω από τον Φιλάρετο υπερβαίνουν τα 12 εκατομμύρια.

Γνώρισε αργότερα μια Ελληνίδα Ορθόδοξο και παντρεύτηκαν στην Ουκρανία. Στην συνέχεια ήρθαν και εγκαταστάθηκαν στην Ελλάδα. Εδώ για την ελλαδική Εκκλησία ήταν αυτός μεν άγαμος και η γυναίκα του ανύπανδρος και ο γάμος άκυρος. Απέκτησαν δυο παιδιά που δεν μπορούσαν να τα βαπτίσουν στην ενορία τους, επειδή ήταν σχισματικοί. Πήγαν στα Σκόπια για να βαπτίσουν τα παιδιά τους.

Με την αναγνώριση τώρα της ενωμένης ουκρανικής εκκλησίας φαίνεται πως η περιπέτειά τους πρόκειται να λήξει.

Ποιες σκέψεις λοιπόν σας γεννούν τέτοιες ιστορίες και ποια πρέπει να είναι η στάση της Εκκλησίας της Ελλάδος απέναντι στην πρωτοβουλία της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως που με εκκλησιαστικά και φιλάνθρωπα κριτήρια ένωσε τις διεστώσες εκκλησιαστικές διαφορετικότητες στην Ουκρανία και ανακήρυξε την Αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας;

Σεβ.  Μεσσηνίας:  Το θέμα της Αυτοκεφαλίας της Ουκρανικής Εκκλησίας, όπως και κάθε άλλου Αυτοκεφάλου, έχει όχι μόνο εκκλησιαστική αλλά και πολιτική διάσταση. Η πολιτική διάσταση του Αυτοκεφάλου σχετίζεται με όλη εκείνη τη διαδικασία, η οποία αφορά την «έκφραση» και κατάθεση του αιτήματος του λαού μέσω των πολιτικών αρχόντων των ώστε να αποδοθεί Αυτοκεφαλία στην αντίστοιχη Ορθόδοξη Εκκλησία του συγκεκριμένου Κράτους και την μετά ταύτα στήριξη του Αυτοκεφάλου από την πολιτική ηγεσία του Κράτους.

Η εκκλησιαστική διάσταση του Αυτοκεφάλου είναι πιο περίπλοκη αλλά και περισσότερο ουσιαστική ως προς την διαδικασία ανακήρυξης και εγκαθίδρυσής του. Οι προϋποθέσεις, οι αρχές και οι εκκλησιολογικοί όροι του Αυτοκεφάλου, προέρχονται μέσα από μια διαχρονική διαδικασία με την οποίαν εκχωρήθηκαν Αυτοκεφαλίες, και οι οποίες έχουν αποτυπωθεί και περιγραφεί στους αντιστοίχους Τόμους των Αυτοκεφαλιών, ήδη από τον 16ο αιώνα στο χώρο της Ορθόδοξης Εκκλησιολογίας, (βλ. Αυτοκέφαλο Εκκλησίας της Μόσχας), ενώ εφαρμόστηκαν συχνά–πυκνά, κατά τον 19ο και 20ό αιώνα, με τις αντίστοιχες πάντοτε ιδιαιτερότητες και ιδιομορφίες ανακήρυξης κάθε ενός Αυτοκεφάλου.

Κύριος «διαχειριστής» του όλου ζητήματος της Αυτοκεφαλίας, σύμφωνα με την κανονική παράδοση, ήταν και είναι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δηλαδή ο Οικουμενικός Πατριάρχης και η περί Αυτόν Αγία και Ιερά Σύνοδος, οι οποίοι και μεριμνούν για την όλη διαδικασία απόδοσης της Αυτοκεφαλίας στην κάθε Ορθόδοξη Εκκλησία ενώ μετά ταύτα επιβλέπουν και την εφαρμογή και λειτουργία της Αυτοκεφαλίας, σύμφωνα πάντοτε με τους όρους που διαλαμβάνονται στον συγκεκριμένο Τόμο παραχώρησης της Αυτοκεφαλίας.

Μια αντίστοιχη διαδικασία προς την Αυτοκεφαλία ακολουθήθηκε και για την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία, με τις αντίστοιχες ιδιαιτερότητες εξαιτίας των ιστορικών και πολιτικών συνθηκών και των εκκλησιαστικών δεδομένων.

Είναι γνωστό ότι εξαιτίας διαφόρων ιστορικών και πολιτικών εξελίξεων στην Ουκρανία δημιουργήθηκαν διάφορες εκκλησιαστικές ομάδες με τις οποίες διαιωνιζόταν ένα σχίσμα και ο λαός εκκλησιαστικά ήταν διηρημένος και διεσπασμένος για πολλά χρόνια. Έπρεπε λοιπόν αυτή η πολυετής και μακροχρόνια σχισματική κατάσταση να «θεραπευθεί» εκκλησιαστικά και μάλιστα με τη συμβολή της πολιτικής ηγεσίας της Χώρας. Όπερ και εγένετο.

Η «θεραπεία» της συγκεκριμένης σχισματικής κατάστασης έπρεπε να επιτευχθεί μέσα από τη συνοδικότητα και όχι μέσα από «πολιτικούς» ελιγμούς ή «κοσμικές» μεθοδεύσεις και με τις αρχές της κανονικότητας και της εκκλησιαστικής παράδοσης. Επιπλέον η «θεραπεία» αυτή έπρεπε να ενεργοποιηθεί σε «καιρούς και χρόνους» ώριμους, ώστε το Αυτοκέφαλο να μπορεί να λειτουργήσει εκκλησιολογικά και ανεξάρτητα από τις όποιες αντιδράσεις, πρωθύστερες ή μεθύστερες (βλ. Αυτοκέφαλο Εκκλησίας Αλβανίας ή Εκκλησίας της Ελλάδος).

Έτσι λοιπόν και για το Αυτοκέφαλο στην Ουκρανία ακολουθήθηκε μια αντίστοιχη κανονική διαδικασία απόδοσης Αυτοκεφαλίας από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως Μητέρα Εκκλησία, αφού η περιοχή της Ουκρανίας ανέκαθεν αποτελούσε κανονικό έδαφος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, έστω και αν υπό όρους και προσωρινά ανατέθηκε στο Πατριαρχείο Μόσχας η εκκλησιαστική διαχείριση της συγκεκριμένης επαρχίας με την Πράξη του 1686. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο λοιπόν είχε και έχει το αποκλειστικό δικαίωμα, όταν κρίνει ότι ο «καιρός» είναι κατάλληλος εκκλησιαστικά και πολιτικά, για τη συγκεκριμένη εκκλησιαστική του επαρχία, να παραχωρήσει υπό όρους το Αυτοκέφαλο, αποκόπτοντας αυτήν από το δικαιοδοσιακό του σώμα και να την καταστήσει «Θυγατέρα» Εκκλησία.

Θα πρέπει να αναφέρουμε επίσης ότι η υπό όρους απόδοση της Αυτοκεφαλίας δε σημαίνει υποτίμηση της συγκεκριμένης Αυτοκέφαλης Εκκλησίας αλλά έκφραση της «προστατευτικής και προληπτικής μέριμνας» της Μητέρας Εκκλησίας προς τη «Θυγατέρα» Εκκλησία, μέχρι η δεύτερη να αποκτήσει «πείρα» λειτουργίας και εφαρμογής του συστήματος της Αυτοκεφαλίας, γι’ αυτό και οι όροι αυτοί μπορούν να αναθεωρηθούν, όταν, εξαιτίας της ωριμότητάς της, της αποδοθεί και η πατριαρχική αξία.

Α. Ελευθεριάδης: Σύμφωνα με την προηγούμενη αναφορά σας, δεν υπάρχει παρέκκλιση από τα κανονικά δικαιώματα που ασκεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο  παλαιόθεν.

Σεβ. Μεσσηνίας: Με βάση λοιπόν τις παραπάνω ιστορικές και εκκλησιολογικές αναφορές δεν υφίσταται καμία κανονική παρέκκλιση ως προς την αρχή και το ποιος παραχωρεί το Αυτοκέφαλο στην συγκεκριμένη Εκκλησία της Ουκρανίας αλλά και κάθε άλλο Αυτοκέφαλο.

Ο τρόπος λοιπόν επίλυσης των προβλημάτων που σχετίζονται με την επίτευξη μιας ενωμένης τοπικής Εκκλησίας προκειμένου να οδηγηθεί με τρόπο κανονικό στην Αυτοκεφαλία είναι αποκλειστικό δικαίωμα και αρμοδιότητα του Οικουμενικού Πατριαρχείου και κανενός άλλου Ορθόδοξου Πατριαρχείου ή Αυτοκέφαλης Εκκλησίας.

Α. Ελευθεριάδης: Εφόσον έτσι έχουν τα πράγματα, γιατί η Ρωσική Εκκλησία αντιδρά τόσο έντονα σε βάρος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, και μάλιστα προσωπικά εναντίον του Οικουμενικού Πατριάρχη Βαρθολομαίου;

Σεβ. Μεσσηνίας: Εξαιτίας της μη αναγνώρισης από μέρους του Πατριαρχείου Μόσχας του κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριαρχείου στη συγκεκριμένη περιοχή της Ουκρανίας και στη βάση της  παρερμηνείας του γράμματος και του πνεύματος του Τόμου του 1686. Με το σκεπτικό αυτό το Πατριαρχείο Μόσχας δημιούργησε διάφορες μεθοδεύσεις ώστε αφενός να «αποδομηθεί» το συγκεκριμένο Αυτοκέφαλο και αφετέρου να «διεθνοποιηθεί» το όλο ζήτημα, παγία και συνήθης άλλωστε τακτική του Πατριαρχείου Μόσχας στα διάφορα διορθόδοξα προβλήματα που κατά καιρούς αναφύονται. Και οι δυο αυτοί σκοποί βέβαια οργανώθηκαν όχι με μέσα εκκλησιαστικά αλλά με κοσμικά και με αποκλειστική μέριμνα την υπονόμευση της όλης διαδικασίας του Αυτοκεφάλου της Εκκλησίας της Ουκρανίας.

Α. Ελευθεριάδης: Το Πατριαρχείο της Μόσχας και μερικοί δικοί μας θεολόγοι επικαλούνται το επιχείρημα ότι  στην ενωμένη Ουκρανική Εκκλησία πολλοί επίσκοποι είναι «αχειροτόνητοι», στερούνται δηλαδή της αποστολικής διαδοχής, ή και ανήθικοι.

Σεβ.  Μεσσηνίας: Ας δούμε λοιπόν το σκεπτικό του επιχειρήματος της «αποδόμησης» του Αυτοκεφάλου από μέρους του Πατριαρχείου Μόσχας, και ελαχίστων δικών μας κληρικών. Το επιχείρημα είναι ότι έγινε «αντικανονική» αναγνώριση αχειροτόνητων (ή και ανηθίκων) σχισματικών Ουκρανών ιεραρχών. Το θέμα νομίζω ότι είναι ανάγκη να προσεγγισθεί με βάση την κανονική και πατερική παράδοση της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Διαφεύγει μάλλον, ή ηθελημένα δεν αναφέρεται από τους υποστηρικτές του παρόντος επιχειρήματος, ότι η ένταξη σχισματικών ομάδων και παρεκκλησιαστικών οργανώσεων στην κανονικότητα είναι μια διαδικασία η οποία υπαγορεύεται από την αρχή της «εκκλησιαστικής οικονομίας» (βλ. Μεγ. Βασιλείου περί της αναγνώρισης-αποκατάστασης επισκόπων οι οποίοι προέρχονταν ή χειροτονήθηκαν από αιρετικούς - Ζ’ Οικουμενική Σύνοδος), με την οποίαν εκφράζεται η φιλάνθρωπη διάθεση και έκφραση της Εκκλησίας προς εκείνους οι οποίοι επιζητούν «εν μετανοία» την ένταξή τους στο σώμα της Εκκλησίας.

Η ενεργοποίηση αυτής της φιλάνθρωπης διάθεσης εκκλησιολογικά «προκαλείται» με την άσκηση από μέρους τους της εκκλήτου προσφυγής προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο Οποίος αποκλειστικά και μόνο Αυτός έχει το κανονικό και αναφαίρετο δικαίωμα αλλά και την αρμοδιότητα να κρίνει το αίτημα των συγκεκριμένων σχισματικών (βλ. εκκλησιολογικά και ως ανηθίκων), «εν Συνόδω» να το εξετάσει και να αποφανθεί  για τον τρόπο αποκατάστασης και ένταξής τους στους κόλπους της Εκκλησίας. Το ποιος είναι ή δεν είναι σχισματικός άλλωστε, σύμφωνα με το κανονικό δίκαιο, καθορίζεται και προσδιορίζεται από τη Σύνοδο και όχι από μεμονωμένα πρόσωπα ή ομάδες.

Η έκκλητος προσφυγή λοιπόν, ως διαδικασία στα πλαίσια άσκησης της εκκλησιαστικής και φιλάνθρωπης οικονομίας από την Εκκλησία, θεραπεύει «πάσα νόσο» εκκλησιαστική ή κανονική γι’ αυτό και οι μέχρι πρότινος σχισματικοί επίσκοποι της Ουκρανίας εντάχθηκαν στην κανονικότητα, δηλαδή στην Εκκλησία, έτσι όπως υπαγορεύεται και περιγράφεται από το κανονικό δίκαιο της Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Α. Ελευθεριάδης: Ορισμένοι λέγουν ότι θα μπορούσε μία Πανορθόδοξη Σύνοδος να είχε επιληφθεί του ζητήματος. Είναι σωστό αυτό;

Σεβ. Μεσσηνίας: Η δεύτερη μέθοδος «αποδόμησης» του συγκεκριμένου Αυτοκεφάλου από μέρους του Πατριαρχείου Μόσχας  είναι η «διεθνοποίηση» του όλου θέματος. Αφορά δηλαδή την ανάπτυξη μιας επιχειρηματολογίας περί απόδοσης Αυτοκεφαλίας μόνο από Πανορθόδοξη Σύνοδο.

Ήταν ένα θέμα το οποίο συζητήθηκε κατ’ επανάληψη στις Προσυνοδικές Διασκέψεις και μάλιστα υποστηρίχθηκε σθεναρά από τους εκπροσώπους του Οικουμενικού Πατριαρχείου, το οποίο γνώριζε ότι θυσίαζε τα δικαιώματά του εν ονόματι της Πανορθόδοξης ενότητας. Αντίθετα όμως προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο, το Πατριαρχείο Μόσχας αντιδρούσε επίμονα στην υιοθέτηση συγκεκριμένου κειμένου περί μιας πανορθοδόξης διαδικασίας ανακήρυξης Αυτοκεφάλου όπως και για την εισαγωγή ενός συγκεκριμένου κειμένου προς έγκριση στην Αγία και Μεγάλη Σύνοδο της Ορθοδόξου Εκκλησίας (Κρήτη 2016), με επιχειρήματα μάλιστα τα οποία υποτιμούσαν ή υποβάθμιζαν την όλη διαδικασία.

Σήμερα λοιπόν, με βάση τη συνήθη ανακολουθία του, το Πατριαρχείο Μόσχας επαναφέρει το αίτημα για πανορθόδοξη επίλυση του θέματος, παραπληροφορώντας και πολλές άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες, για το δίκαιο του συγκεκριμένου αιτήματος αλλά και με το επιχείρημα ότι «απαιτείται» μια γρήγορη και εσπευσμένη επίλυση δήθεν του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου με μια Πανορθόδοξη Σύνοδο προκειμένου να αποφευχθεί το σχίσμα. Το ερώτημα που τίθεται  όμως είναι συγκεκριμένο. Πότε άλλοτε και για ποιο Αυτοκέφαλο κατά το πρόσφατο παρελθόν (βλ. Αυτοκέφαλο Τσεχίας – Σλοβακίας) συνεκλήθη Πανορθόδοξη Σύνοδος με σκοπό είτε την ανακήρυξη του είτε την αναγνώριση του;

Απορία προκαλεί όμως το γεγονός ότι κάποιες από τις Ορθόδοξες Εκκλησίες, επαναλαμβάνουν άκριτα τα ίδια επιχειρήματα του Πατριαρχείου Μόσχας είτε περί αντικανονικότητας των ενταχθέντων  σχισματικών (ή και «ανηθίκων») Ουκρανών επισκόπων στους κόλπους της κανονικής Εκκλησίας είτε περί της ανάγκης σύγκλησης Πανορθόδοξης Συνόδου, αγνοώντας ή παραθεωρώντας defacto και dejure τις παραπάνω υφιστάμενες κανονικές αρχές και την πατερική παράδοση για τα συγκεκριμένα ζητήματα.

Α. Ελευθεριάδης: Σύμφωνα με το Κανονικό Δίκαιο, η απόφαση του Οικουμενικού Πατριάρχη για Αυτοκεφαλία κάποιας Εκκλησίας υπόκειται στην κριτική Συνόδου τοπικής Εκκλησίας ή είναι αρκετή η μνημόνευση από τον Πρώτο κάθε Τοπικής Ορθόδοξης εκκλησίας του Πρώτου μιας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας  που όρισε ο Οικουμενικός Πατριάρχης με την αναγραφή του ονόματός του στα Δίπτυχα;

Σεβ. Μεσσηνίας: Αυτό αποτελεί  επίσης μια νέα επιχειρηματολογία για τα κανονικά δεδομένα μιας Αυτοκεφαλίας.

Προβάλλεται δηλαδή το πρωτόγνωρο επιχείρημα της συνοδικής αναγνώρισης του συγκεκριμένου Αυτοκεφάλου από τις τοπικές Συνόδους των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών, κάτι το οποίο ουδέποτε και για κανένα άλλο Αυτοκέφαλο δεν εφαρμόστηκε μέχρι σήμερα.

Η αναγνώριση ενός Αυτοκεφάλου από τις λοιπές Ορθόδοξες Εκκλησίες, χωρίς άλλη συνοδική απόφαση, είναι η αδιαφιλονίκητη συνεπαγωγή αναγνώρισης αφενός του αναφαίρετου κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριάρχου να ανακηρύσσει μόνο Αυτός Αυτοκεφαλίες και αφετέρου της μόνης κανονικής υποχρέωσης του Πρώτου κάθε τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να συμπεριλάβει στα Δίπτυχα το όνομα του Προκαθημένου της νέας Αυτοκέφαλης Εκκλησίας. Αυτή η μνημόνευση είναι αποκλειστικό δικαίωμα του Πρώτου κάθε τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και δεν το ασκεί «κατ’ εξουσιοδότηση» συνοδική.

Επίσης η προτεινόμενη ως διαδικασία αναγνώρισης Αυτοκεφάλου από τοπική Σύνοδο μιας άλλης Ορθόδοξης Εκκλησίας συνεπάγεται την εκχώρηση του αναφαίρετου δικαιώματος του Πρώτου στη τοπική Σύνοδο της συγκεκριμένης Ορθόδοξης Εκκλησίας, ώστε η Σύνοδος να αποφασίσει για την εγγραφή στα Δίπτυχα του Προκαθημένου της νέας Αυτοκεφάλου Εκκλησίας, και την άμεση αμφισβήτηση του κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριάρχου να εκχωρεί Αυτοκεφαλίες, μάλιστα σε Εκκλησίες οι οποίες ήταν στα όρια της δικής του δικαιοδοσίας. Επιπλέον η υιοθέτηση μιας τέτοιας διαδικασίας θέτει στη κρίση μιας άλλης τοπικής Συνόδου τη συνοδική απόφαση περί Αυτοκεφαλίας η οποία ελήφθη από Σύνοδο υπό την προεδρία του Οικουμενικού Πατριάρχη.

Α. Ελευθεριάδης: Ούτως εχόντων των πραγμάτων, πού οφείλεται η συνεχιζόμενη αμφισβήτηση από τη Μόσχα του κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριάρχη να εκχωρήσει την Αυτοκεφαλία της Ουκρανικής Εκκλησίας και ποια  είναι η «αλάλητη» σκοπιμότητά της;

Σεβ. Μεσσηνίας: Πίσω από όλες αυτές τις μεθοδεύσεις μια και μοναδική επιδίωξη υπάρχει από μέρους του Πατριαρχείου Μόσχας. Η αμφισβήτηση του αδιαμφισβήτητου κανονικού δικαιώματος του Οικουμενικού Πατριάρχου, ως Πρώτου στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ανατολής, να εκχωρεί Αυτοκεφαλίες και να εκδικάζει έκκλητες προσφυγές όχι μόνο ιεραρχών των επαρχιών του αλλά και των λοιπών Ορθοδόξων Εκκλησιών.

Την ίδια μεθοδολογία αμφισβήτησης του πρωτείου του Κωνσταντινουπόλεως στην Ανατολή εφήρμοσε και κατά το παρελθόν το Πατριαρχείο Μόσχας με τα κείμενα του Διαλόγου με τους Ρωμαιοκαθολικούς (βλ. Κείμενο Ραβέννας) και με την όλη διαδικασία προετοιμασίας και σύγκλησης της Αγίας και Μεγάλης Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας (Κρήτη, 2016).

Νομίζω λοιπόν ότι είναι πολυτέλεια με τέτοιου είδους μεθοδεύσεις ο Ουκρανικός λαός να μην μπορεί να βιώσει την εκκλησιαστική του ενότητα αλλά να βρίσκεται σε μια αγωνία συνεχούς σχίσματος ενώ συγχρόνως να εμφωλεύει και ο κίνδυνος δημιουργίας εσωτερικών διχοστασιών σε κάποιες άλλες τοπικές Ορθόδοξες Εκκλησίας προκειμένου να ικανοποιηθούν οι επιδιώξεις του Πατριαρχείου Μόσχας περί «τρίτης Ρώμης» αλλά και οι «φόβοι» και οι επιφυλάξεις κάποιων Προκαθημένων.

Ο φίλος σας λοιπόν Ολέγ, κ. Ελευθεριάδη, ας είναι βέβαιος πως στην Ελλάδα η Ορθόδοξη Εκκλησία είναι η συνέχεια της Μίας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας, ενωμένη δογματικά και κανονικά με την Μητέρα Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως. Τόσο ο γάμος όσο και η βάπτιση των παιδιών αναγνωρίζονται πλέον από την Ορθόδοξη Εκκλησία ως κανονικώς γενόμενα.

* Ο Αντώνης Ιακώβου Ελευθεριάδης είναι καθηγητής δρ. Φιλολογίας και Θεολόγος

Πηγή: pronews.gr