MSc Θεολογίας - Γενικός Αρχιερατικός Επίτροπος Ι. Μ. Ζακύνθου
Η Ζάκυνθος, στο πλαίσιο των Επτά Νησιών του Ιονίου Πελάγους, αλλά και ως πέρασμα ή σημείο ώσμωσης μεταξύ Ανατολής και Δύσης, αναγεννησιακών τεκταινομένων και βυζαντινών δεδομένων, αποτέλεσε, στο διάβα των ιστορικών χρόνων, τόπο και τρόπο ενός ιδιάζοντος Πολιτισμού εν γένει, πολλώ δε μάλλον εστιάζοντας εν προκειμένω στην εκκλησιαστική ζωή, ιδιαιτέρως δε στα τελούμενα της λειτουργικής - λατρευτικής ζωής.
Έχει υποστηριχθεί από κάποιους “ανατολικίζοντες” ότι οι εκκλησιαστικές ιδιαιτερότητες -μουσικές και τελετουργικές στις εκκλησίες των Ζακυνθίων- στοχεύουν στην συγκίνηση εκ της θεατρικότητος και όχι στην κατάνυξη διά της βυζαντινής απλότητος και της τελετουργικής λιτότητος.
Μπορεί και αυτό να συμβαίνει κατά τι. Ουδείς όμως μπορεί να ψέξει ή να κατηγορήσει ένα νησί ή μιαν ολόκληρη περιφέρεια, εννοώ την Ιόνια, ότι έχει βρει τον προσωπικό βηματισμό της σε μια δική της παράδοση, έναν ιδιάζοντα τρόπο λατρευτικής έκφρασής της και προσέγγισης του θείου, δίχως βέβαια ουδείς να έχει απομειώσει το δόγμα ή να έχει επιφέρει καινά δαιμόνια ως προς τα πιστεύματα της Ορθοδοξίας.
Η συνύπαρξη όμως με χριστιανούς άλλων δογμάτων, είναι λογικό και αναμενόμενο να έχει επηρεάσει τα τελετουργικά των Ορθοδόξων, ως ανάγκη “ισότιμης” συνάντησης με τους Άλλους, οι οποίοι -η Ιστορία έτσι τά ‘φερε- υπήρξαν δίπλα τους επί σειρά δεκαετιών, εννοώ τους Ρωμαιοκαθολικούς ή και τους μισσιονάριους Προτεστάντες.
ΦΩΤΩΝΕ ΣΤΗ ΖΑΚΥΝΘΟ
Αναφέρουμε ευθύς αμέσως χαρακτηριστικό παράδειγμα. Πρόκειται για έναν από τους τέσσερις εόρτιους αφ’ εσπέρας Όρθρους της Ζακύνθου, οι οποίοι ψάλλονται στον Μητροπολιτικό Ναό του Αγίου Νικολάου των Ξένων και Τιμίου Προδρόμου. [Παρενθετικώς, οι τέσσερις αυτοί βραδινοί Όρθροι είναι: α) των Εισοδίων της Θεοτόκου, με το πρώτο “Χριστός γεννάται...”, β) του Αγίου Νικολάου, γ) των Χριστουγέννων και δ) των Θεοφανίων.]
Με κάθε δυνατή μεγαλοπρέπεια, λοιπόν, ψάλλεται το βράδυ της παραμονής των Θεοφανίων, ο κατά παράδοσιν αφ' εσπέρας Όρθρος, χοροστατούντος του Μητροπολίτου Ζακύνθου, στην “Πισκοπή”, δηλ. στον προαναφερθέντα Μητροπολιτικό Ναό, στην πόλη του Τζάντε.
Κατά την εθιμική τυπική διάταξη της βραδιάς, αμέσως μετά την Δοξολογία του Όρθρου τιμάται εξαιρέτως ο οικείος Μητροπολίτης ως εξής: Οι Κληρικοί ιεροφορούντες φελώνιο και πετραχήλιο, οι Άρχοντες του τόπου και όλο το εκκλησίασμα, παιανιζούσης της Φιλαρμονικής του Δήμου Ζακύνθου μεταβαίνουν εν πομπή στο Μητροπολιτικό Μέγαρο. Εκεί, στην αίθουσα του Θρόνου, αφού ο Επίσκοπος ανέλθει στην καθέδρα του, ακούει να ψάλουν μέλη κάποιας Χορωδίας, τα πατροπαράδοτα "Κάλαντα του Δεσπότη" (σύνθεση Π. Γριτζάνη, 1835-1897). Τα Κάλαντα αυτά καταλήγουν ως εξής:
"Λειτουργέ Θεού Υψίστου σού ευχόμαστε να ζεις,
να λαμπρύνεις τη χαρά μας, θεία Φώτα να υμνείς"!
Αμέσως μετά, ο Μητροπολίτης εξέρχεται στον εξώστη του Μεγάρου και από εκεί, εις επήκοον του Λαού που τον αναμένει με μεγάλο ενδιαφέρον, παρά το πάντοτε κρύο της βραδιάς, απευθύνει βαρυσήμαντη ομιλία, την καλύτερη της χρονιάς, σύμφωνα με την απαίτηση του ισχύοντος αυτού εθίμου.
Η αφ' υψηλού αυτή ομιλία προς τον λαό της Ζακύνθου θεωρείται επιρροή από την βατικάνεια συνήθεια και αποτελούσε ανέκαθεν -κατά πάσα πιθανότητα- μιαν ορθόδοξη απάντηση (!!!) των παλαιών ευρηματικών Ζακυνθίων στην αφ' υψηλού ομιλία του Ποντίφικα “urbis et orbis”.
Άμα τη ολοκληρώσει της επισκοπικής Ομιλίας, η Χορωδία αποδίδει την Φήμη του Μητροπολίτου, η Φιλαρμονική τον Εθνικό Ύμνο και τέλος, ο Μητροπολίτης δέχεται όλους, Άρχοντες, Κλήρο και Λαό, οι οποίοι του εκφράζουν ευχές για το νέο έτος, ενώ εκείνος ανταποδίδει γλυκύτητα κερασμάτων και ευλογίες!
Έτσι τιμώνται στη Ζάκυνθο τα Φώτα και ο Επιφανείς Χριστός: Τιμώντας τον "εις τόπον και τύπον" Εκείνου ευρισκόμενον, δηλαδή τον οικείο Επίσκοπο! Μια ιδιότυπη τελετή, η οποία συντελεί και αυτή στην αρτίωση της θρησκευτικής αυτοσυνειδησίας των Ζακυνθίων!
Μια και βρισκόμαστε όμως στην εορτή των Θεοφανίων, αξίζει να αναφέρουμε ότι κάθε τέτοιες ημέρες, οι με την εκκλησιαστική εθιμοτυπία της Ζακύνθου εμπλεκόμενοι, επιμελούνται το πατροπαράδοτο πάλκο του Φωτώνε. Σε όλους τους ναούς στήνεται ειδικό πάλκο και στολίζεται δεόντως. Πάνω σε αυτό, επί συγκεκριμένων τραπεζιών, τίθεται η σκαλουνάδα του Φωτώνε, όπου δεσπόζει ο ασημένιος σταυρός του καπίτολου, η φορητή εικόνα της Βαπτίσεως, τα λαμπρά καντηλιέρια, οι φρεσκοκομμένες σπάθες τριγύρω κομμένες από τους αγρούς, οι ευωδιαστές αγιαστούρες, τσούφες τα πορτοκαλονέρατζα και τα νερατζόφυλλα, η "κόγκα" (δηλαδή, μικρή περίτεχνη, συνήθως αργυρόγλυπτη, αναγεννησιακού τύπου, κολυμβήθρα) και πολύ δημιουργικό μεράκι για την όσο γίνεται αρτιότερη εμφάνιση της εκκλησιάς κατά την επί θύραις μεγάλη εορτή!
Αναθυμούμαστε εδώ ένα παλαιό κείμενο, στο οποίο αποδίδεται η... μετ' επιστήμης ενασχόληση των ζακυνθίων Ιερέων με το πάλκο του Φωτώνε. Ο λόγιος Ανδρέας Α. Αβούρης, διασώζει το ακόλουθο περιστατικό, στο βιβλιαρίδιό του "Τύποι Ιερέων" [τύποις Καθημερινής, Ζάκυνθος 1940, σσ. 14-16]:
"(…)
Την εποχήν εκείνην συνήθειζον -όπως και τώρα- εις τας εκκλησίας την ημέραν των Θεοφανείων να στήνουν εις την μέσην παράλληλα του αρχιεπισκοπικού θρόνου το λεγόμενον πάλκο επί του οποίου ετελείτο η Βάπτισις. Μεταξύ δε των κεντρικών ναών εγεννάτο η άμιλλα εφημερίων και επιτρόπων περί του καλυτέρου, πλουσιωτέρου και υψηλοτέρου πάλκου.
Πάντοτε όμως νικητής ανεδεικνύετο ο παπά Σαράντης με το πάλκο που κατεσκεύαζε εις τους αγίους Πάντας. Κάποια χρονιά όμως που η άμιλλα επρομηνύετο ζωηροτέρα και ελέγετο ότι το πάλκο της Μητροπόλεως θα ήτο το καλύτερο, εβάλθηκε ο παπά Σαράντης να κατασκευάση το πάλκο των αγίων Πάντων ασυναγώνιστο.
Και το κατεσκεύασεν ως εξής.
Εδανείσθη από την κάνεβα του Κομούτου δύο μεγάλα βουτσιά (κρασοβάρελα) και όρθια εστερέωσε εις αυτά ένα πανύψηλο πάλκο σχεδόν ώς το ταβάνι της εκκλησίας. Εμπρός από αυτό εις τας δύο πλευράς ετοποθέτησε τα δύο ορειχάλκινα μανουάλια, και τους πέντε αμφιθεατρικούς πάτους του εγέμισε με άνω των ογδοήκοντα κεριών, με τους πολύχρωμους χάρτινους κρίνους. Εις την μέσην της κορυφής του πάλκου ελαμπύριζεν ο ασημένιος σταυρός του καπίτολου και υπ’ αυτόν η χρυσότευκτος εικών της Βαπτίσεως. Από το έδαφος έως το μέρος που θα ετελείτο η τελετή της βαπτίσεως ήσαν έξη σκαλοπάτια στρωμένα με βαρύτιμον τάπητα. Το όλον δε πάλκο ήτο στολισμένον με νεραντζόφυλλα και τσούφες πορτοκάλια. Εις ένα τέτοιο πάλκο χαρούμενος και υπερήφανος την ημέραν των Θεοφανείων ετέλεσε την Βάπτισιν με πάσαν μεγαλοπρέπειαν ο παπά Σαράντης και ήτο ενθουσιασμένος διότι κατά την κοινήν ομολογίαν το πάλκο της Μητροπόλεως ήτο κατώτερον από το πάλκο των Αγίων Πάντων. Όλην την ημέραν των Φώτων ο παπά Σαράντης, δεν είχε άλλη κουβέντα από το ωραίο πάλκο. Το βράδυ όμως παρά την συνήθεια του αργούσε να υπάγη σπίτι του. Όταν παρήλθεν η ώρα άρχισαν η παπαδιά και τα παιδιά του να ανησυχούν και επήγαν προς ανεύρεσίν του. Μάταια όμως τον ανεζήτησαν εις το σπετσαρίο του Καρακίτσου κι όπου αλλού εσύχναζε.
Τελευταία επήγανε και στο σπίτι του υπηρέτου (νόντσολου) των Αγίων Πάντων. Εκεί τους είπον ότι ο νόντσολος είνε στην εκκλησία με τον παπά. Έτρεξαν εις την εκκλησίαν η θύρα της οποίας ήτο κλεισμένη, αλλά εσωτερικώς κατέλαμπε από άπλετη φωταγωγία. Εκτύπησαν και όταν ο νόντσολος άνοιξε και εμπήκαν είδαν όλα τα κεριά του πάλκου αναμμένα και τον παπά Σαράντη να κάθεται ξαπλωμένος σε μια πολυθρόνα εμπρός από το πάλκο και να θαυμάζη τη φωταγώγησί του.
-Τι κάνεις εδώ και επήγαμε να βουρλιστούμε γυρεύοντάς σε; τού λέει η παπαδιά.
Και ο παπά Σαράντης χωρίς να παύση να κυττάζη το πάλκο τής λέγει.
-Την αυγή που έκανα τη Βάπτισι δε μπορούσα να γοδέρω ετούτο το ωραίο θέαμα και για δαύτο το καμαρώνω τώρα.
(…)"
Μια αξιομνημόνευτη, εξάλλου, ιδιαιτερότητα της Ζακύνθου ως προς τα Φώτα, είναι ότι, κατά την κατάδυση του Τιμίου Σταυρού στο Πόρτο, ο Μητροπολίτης δεν πετά τον Σταυρό, έστω με κορδόνι, για να τον αλιεύσουν οι κολυμβητές, αλλά ο Σταυρός έχει τεθεί ασφαλώς σε κοντάρι και δι’ αυτού ο προεστός Επίσκοπος σταυρώνει ειρηνικά τα νερά, κατόπιν δε οι κολυμβητές τον ασπάζονται όλοι ευλαβικά, δίχως τις εξάρσεις και τον διαγκωνισμό για το ποιος θα τον πρωτοβρεί μέσα στα ύδατα.
ΜΕΓΑΛΟΒΔΟΜΑΔΟ ΖΑΚΥΝΘΟΥ. ΑΠΟ ΤΟΥ ΒΑΓΙΩΝΕ ΣΤΗΝ GLORIA
Κορυφαίες διαφοροποιήσεις έναντι της άλλης Ελλάδας, σημειώνονται κατά τη Μεγάλη Εβδομάδα. Ανάμεσα στα πολλά και διάφορα μικρά, εστιάζουμε στα μεγάλα:
Α) Το κρέμασμα του βαγιού. Παραμονή Βαγιώνε στις 11 το πρωί για το καμπαναρίο της Πισκοπής, στις 12 το μεσημέρι για τα άλλα καμπαναρία του Τζάντε, σε χώρα και χωριά, κρεμιέται αλυσίδα από βαΐα φοινίκων που καταλήγει σε σταυρό από το ίδιο υλικό, μαζί με ευμέγεθες κλαδί ελιάς. Είναι το σένιο (δηλ. σινιάλο ή ειδοποίηση της γιορτής).
Την κυριώνυμη μέρα οι ναοί είναι καταστόλιστοι από κατασκευές βαγιώνε: Αλυσίδες, αλογάκια, σταυροί, ήλιοι, πολλές και διάφορες κατασκευές, τις οποίες ολίγοι τηρητές των τοπικών εθίμων μπορούν πλέον να πλέξουν. Ευτυχώς, στα νεότερα χρόνια υπάρχουν σχετικά βιντεάκια στο διαδίκτυο, κάποιοι μάλιστα, ακολουθώντας τις οδηγίες τους, μαθαίνουν να πλέκουν τις σχετικές συνθέσεις.
Σημειωτέον ότι, στο μέσο του ευαγγελικού αναγνώματος, τότε που ο ιερός Ευαγγελιστής αναφέρει “έλαβαν τα βαΐα των φοινίκων”, όσοι εκ των εκκλησιαζομένων μπορούν ή φθάνουν, ξεκρεμούν τις κατασκευές αυτές και τις παίρνουν μαζί τους για το καλό του σπιτιού. Εννοείται ότι έχουν φροντίσει να σταθούν στις κατάλληλες θέσεις, ώστε να... αρπάξουν ευκολότερα τις συνθέσεις αυτές.
Β) Κατά τα 12 Ευαγγέλια, εσπέρας της Μεγάλης Πέμπτης, ο Εσταυρωμένος δεν εμφανίζεται μετά το Ε΄ Ευαγγέλιο, κατά το βυζαντινό τυπικό, αλλά μετά το 11ο, ούτως ώστε να αποφεύγεται ο προσκυνηματικός συνωστισμός και να καταλήξει η πανεπίσημη και πενθηφόρα αυτή βραδιά με την εμφάνιση του Τιμώμενου, ήτοι του Μεγάλου Αθώου Εσταυρωμένου στην κορύφωση της νύκτας, οπότε, ψαλλομένου τα ζακυνθινού “Ίνα τί εφρύαξαν έθνη...” και λιτανευομένου μέσα στον Ναό, να τεθεί εντέλει για προσκύνηση των πιστών.
Γ) Κορυφαία στιγμή και σκηνή του ζακυνθινού Μεγαλοβδόμαδου είναι η λιτανεία του Εσταυρωμένου, στις 2 μετά το μεσημέρι της Μεγάλης Παρασκευής, από τον Ναό του Αγίου Νικολάου του Μόλου πόλεως Ζακύνθου, ανά τις οδούς της πόλης. Άπαντες μαυροφορούντες, από τον Επίσκοπο έως τον τελευταίο Διάκονο, από τους ιεροψάλτες έως το τελευταίο “δασκαλούδι” (ζακυνθινή έκφραση της λέξης “ιερόπαις”), από όλους τους στύλους των οδών έως τα μπαλκόνια των σπιτιών, από όπου κρέμονται μαύρα βελούδινα υφάσματα, τα ονομαζόμενα “πεύκια”. Δέος και κατάνυξη, ενώ η Φιλαρμονικές παιανίζουν σπαρακτικά το πένθιμο εμβατήριο “Μαραμένα φύλλα”. Αξίζει να σημειωθεί ότι κατ’ αυτή την λιτανεία, κάτω από την ολόμαυρη Ουρανία (το “μπαλδακί”) συλλιτανεύεται η Θρηνωδούσα Παναγία, γνωστή ως “Mater Dolorosa”.
Εντέλει, ενώ κορυφώνεται η λιτανεία, ο Μητροπολίτης, επάνω σε πάλκο ανεβασμένος, υπό το “Ίνα τι...” της Φιλαρμονικής, σταυρώνει τεχνηέντως τα τέσσερα σημεία του ορίζοντα. Η πανίερη και πανσεβάσμια αυτή Τελετή ονομάζεται “Ευλογία του Σύμπαντος”, αποτελεί δε την σημαντικότερη ώρα του ζακυνθινού Μεγαλοβδόμαδου και σήμα κατατεθέν του παγκοσμίως και διαχρονικώς.
Δ) Ο Επιτάφιος στη Ζάκυνθο, στην πόλη κυρίως και όχι στα χωριά, δεν στολίζεται, διότι πρόκειται συνήθως για χρυσοξυλόγλυπτο έργο τέχνης, το οποίο φέρει αφ’ εαυτού τα στολίσματά του. Στα χωριά όμως, όπου δεν υπάρχει η δυνατότητα του χρυσοξυλόγλυπτου, οι δε Επιτάφιοι είναι αυτές ξύλινες κατασκευές, στολίζεται με ό,τι ανθηρότερο και ευωδέστερο προσφέρει η Άνοιξη προς τούτο.
Το επιτάφιο κυριακό Σώμα, στην Ζάκυνθο δεν είναι χρυσοκέντημα σε ύφασμα, αλλά ξύλινη απομίμηση νεκρού Σώματος του Κυρίου, μάλιστα δε αμφίγραπτο και αμφιπρόσωπο. Λέγεται μάλιστα “Αμνός”. Προσωπικά, από τους παλαιούς ιερείς τον έχω ακούσει και “Νήπιο” Χριστό, ίσως επειδή, ενώ μοιάζει με το κυρίαρχο σώμα του Εσταυρωμένου, εδώ τώρα είναι μικρό, ούτως ώστε να χωρά στον Επιτάφιο.
Ε) Μια άλλη πολυσήμαντη τελετουργία της Μεγάλης Εβδομάδας είναι η νύκτα προς το Μέγα Σάββατο. Η Ακολουθία του Επιταφίου στην Πισκοπή άρχεται κατά τις πρώτες ώρες του Μεγάλου Σαββάτου, ούτως ώστε η επιστροφή του λιτανευομένου Επιταφίου να γίνει πριν το γλυκοχάραμα. Δίχως λειτουργική διακοπή, η Ακολουθία περνά στον Εσπερινό του Μεγάλου Σαββάτου, με τα των ζακυνθινών “Τον Κύριον υμνείτε” και το αποστολικό ανάγνωσμα. Έως εδώ τα πάντα ακόμη μαυροφορούν, κυρίως δε το Ιερατείο και όλα τα στολίσματα του Ναού και των δρόμων. Οι θύρες του τέμπλου είναι πάγκλειστες και μόλις είναι η στιγμή του “Ανάστα ο Θεός...”, μέσα σε απόλυτο σκότος, συμβαίνει ένας μέγας τεχνητός σεισμός, ανοίγουν οι θύρες του Τέμπλου κι εμφανίζεται λαμπροφορώντας κόκκινα άμφια ο Μητροπολίτης και οι Ιερείς, μεταφέροντας την Εικόνα της Αναστάσεως και πετώντας προς όλες τις κατευθύνσεις φύλλα δάφνης. Η όλη τελετή ονομάζεται “Gloria”. Έξω, στην Πλατεία του Αγίου Μάρκου, οι χιλιάδες παριστάμενοι και αναμένοντες σπάζουν τα κεραμικά, για να μνημονευτεί ο ψαλμικὸς στίχος “ποιμανεῖς αὐτοὺς ἐν ῥάβδῳ σιδηρᾷ, ὡς σκεύη κεραμέως συντρίψεις αὐτούς” (Ψαλμ. 2, 9) και το εξ αυτού, οιωνιζόμενο Ανάσταση, τροπάριο: “Ἐξέδυσάν με τὰ ἱμάτιά μου, καὶ ἐνέδυσάν με χλαμύδα κοκκίνην, ἔθηκαν ἐπὶ τὴν κεφαλήν μου, στέφανον ἐξ ἀκανθῶν, καὶ ἐπὶ τὴν δεξιάν μου χεῖρα, ἔδωκαν κάλαμον, ἵνα συντρίψω αὐτούς, ὡς σκεύη κεραμέως”, που ψάλλεται την Μεγάλη Πέμπτη.
ΑΓΙΟΣ ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ, Ο ΟΙΚΕΙΟΣ ΚΑΘΕ ΖΑΚΥΝΘΙΝΟΥ
Ο Άγιος Διονύσιος κατέχει ιδιαίτατη θέση στην καθημερινότητα και την πνευματικότητα των Ζακυνθίων. Εκτός από την καθημερινή σχέση τους με το σεπτό Σκήνωμα του Αγίου Πολιούχου, δυο συγκεκριμένα τριήμερα, μέσα σε κάθε χρονιά, είναι αφιερωμένα στη Χάρη Του. Το τριήμερο από 16ης έως 19ης Δεκεμβρίου, οπότε τιμάται η μνήμη Του και το τριήμερο από 23ης έως 26ης Αυγούστου, οπότε θυμόμαστε το ιστορικό γεγονός της Μετακομιδής Του από τα νησάκια Στροφάδες (τόπο της ταφής Του) στο Τζάντε, κάτι που συνέβη στις 24 Αυγούστου 1717.
Και στις δυο περιπτώσεις, στις 11 το πρωί ακριβώς της πρώτης ημέρας, κρουομένων όλων των καμπαναρίων του νησιού και με ειδικά πυροτεχνήματα, τα “μάσκουλα”, ο Καθηγούμενος και οι Πατέρες της Μονής Του, σηκώνουν το σεπτό Σκήνωμα, το “Άγιο Κορμάκι”, κατά την προσφιλή έκφραση των Ζακυνθίων, από την αργυρόγλυπτη λάρνακα της μόνιμης προσκυνήσεώς Του και τίθεται μπροστά στην Αγία Τράπεζα του Καθολικού της Μονής.
Το απόγευμα, εν όψει του πανηγυρικού Εσπερινού, πραγματοποιείται επίσημη Κάθοδος του οικείου Μητροπολίτου, εν πομπή, από το Αρχονταρίκι της Μονής προς το Καθολικό, υποδοχή του στα προπύλαια και είσοδος στον Ναό. Εκεί και πάντα προ του Εσπερινού, εξέρχεται το Σκήνωμα από το ιερό Βήμα, βασταζόμενο από τέσσερις ιεροφορούντες κληρικούς και λιτανεύεται τρις εντός του Ναού, παιανιζούσης της Φιλαρμονικής από το υπερώο. Οι στιγμές είναι εξόχως κατανυκτικές. Τα γόνατα κλίνουν, οι καρδιές ορθανοίγονται έναντι του λιτανευόμενου Βοηθού και Σκεπαστή του λαού του, μάλιστα δε των οδυνομένων και εν πάσαις ανάγκαις όντων. Στο τέλος της τρισσής λιτής αναπέμπεται Δέηση ενώπιόν Του, καθώς τίθεται όρθιος στη “Θύρα” Του, για το τριήμερο προσκύνημα εκ μέρους των πιστών. Ακολουθεί ο εόρτιος Εσπερινός.
Κατά την αυριανή κυριώνυμη μέρα τελείται πολυΑρχιερατική συνήθως Λειτουργία και αξιομνημόνευτη μεγαλοπρεπέστατη λιτάνευση του σεπτού Σκηνώματος ανά την πόλη.
Και στην θερινή και στην χειμερινή εορτή του Αγίου, η απόδοση της πανηγύρεως (πασίγνωστη ως “Μπασίματα του Αγίου”) συμβαίνει στις 11 το πρωί ακριβώς της τρίτης ημέρας: Λιτή τρις εντός του Ναού, Δέηση ενώπιόν Του και επιστροφή στη Λάρνακά του, ενώ όλα τα καμπαναρία του νησιού σημαίνουν χαρμόσυνα.
Μιλάμε για τον οικείο Άγιο των απανταχού Ζακυνθίων, μυστικό καύχημα όλων μας. Είναι η παρηγοριά μας, το αποκούμπι μας, το λιμάνι μας. Δι' Αυτού γνωρίζουμε την κατεξοχήν Αυτο-αγάπη και αναβιβαζόμαστε στα δώματα της θείας Μεγαλειότητας, θωρώντας διά της σωματικής αφθαρσίας Του, την δόξα των Εσχάτων. Τον αγαπάμε πολύ και με ιδιάζοντα τρόπο, Τον τιμάμε μάλιστα υπερβαλλόντως, τόσο που σημειώνεται το εξής παράδοξο της λαϊκής ευσέβειας: Κάποιους δεν ενδιαφέρουν τα περί Θεού, Χριστού, Παναγίας ή άλλων Αγίων κηρυσσόμενα. Εκείνοι γνωρίζουν και αναγνωρίζουν μόνο... τον Άγιο Διονύσιο. Ακραίο μέν, αληθινό δε, ενδεικτικό μάλιστα της λατρευτικής ενατένισης του Αγίου της Συγγνώμης και της Ανεξικακίας!!!
Και κάτι άλλο παράδοξο, ενδεικτικό πάντως των ανωτέρω: Οι προπάτορές μας Ζακυνθινοί καυχώνται για την πίστη προς τον Άγιό τους, θεωρώντας ότι υπερτερούν ανθρωπίνως κατά τι εξαιτίας Του, έναντι των άλλων νησιών της Επτανήσου. Τούτο -προσωπικά θέλω να πιστεύω- δεν ισχύει σήμερα. Χάριν της ιστορίας το καταγράφω, διότι γίνεται καταφανές και υμνογραφικώς. Εξηγούμαι: Ο υμνογράφος Άγγελος Συμμάχιος (έζησε στα τέλη του ΙΖ΄ έως τις αρχές του ΙΗ΄ αιώνα), στην Ακολουθία του για τον Πολιούχο του Τζάντε, ψαλλομένη στις 17 Δεκεμβρίου, μάλιστα δε στον Οίκο του Όρθρου, συγκαλεί για συνεορτασμό τού Αγίου Διονυσίου τις “φίλες γείτονες” Κεφαλληνία και Κέρκυρα, όπως και Αίγινα και τη Μονή Στροφάδων. Εκεί όμως υπάρχει ένα έμμεσο πλην σαφές υπονοούμενο: Ελάτε -λέγει- να συνεορτάσουμε τον δικό μας Άγιο, ενώ εσείς σεμνύνεσθε για τους Αγίους Γεράσιμο και Σπυρίδωνα, οι οποίοι τυγχάνουν... αλλοδαποί, ενώ ο της Ζακύνθου είναι αυτόχθων.
Λέγει κατά λέξιν ο υμνογράφος: “Σιγησάτωσαν ήδη σιγησάτωσαν οι μέχρι δεύρο σφαλερώς λέγοντες, μη είναι τη θεοσώστω Ζακύνθω τον οικείον προστάτην και προς Θεόν πρέσβυν θερμότατον, καθά και εν πολλαίς των επισήμων πόλεων, και χωρών ορθοδόξων. Ένεστι γαρ και μάλα καλώς, ο σεπτός εν Ιεράρχαις Διονύσιος, ο θαυμαστός Αιγίνης πρόεδρος, ταύτης δε γόνος ευκλεής και θρέμμα αξιέπαινον. Ουκ έτι λοιπόν ζηλοί Ζάκυνθος η ευδαίμων Κεφαλληνίαν και Κέρκυραν, τας φίλας γείτονας, διά το αυτάς μέγα σεμνύνεσθαι επί τοις θείοις και ιεροίς λειψάνοις Γερασίμου τε και Σπυρίδωνος, αλλοδαποίς τυγχάνουσι, αλλ’ εκείνας μεν προσφιλώς συγκαλείται προς φαιδράν πανήγυριν του ιδίου αυτόχθονος. Ώσπερ δη και προσφόρως την εν Κυκλάσι προσφωνεί Αίγιναν, συν τη πανσέπτω των Στροφάδων Μονή, τη το θείον και ιερόν αυτού Σκήνος ευτυχώς θησαυρισάση, του αξίως ευφημήσαι, και φαιδρώς πανηγυρίσαι, το κοινόν κλέον νυν, Διονύσιον.” [π. Παναγιώτη Καποδίστρια, Ζακύνθου Εορτοδρόμιον, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου, Ζάκυνθος 1998, σ. 162.]
ΣΥΜΠΕΡΑΣΜΑΤΙΚΑ
Πολλά και ποικίλα θα μπορούσε να καταγράψει ο συστηματικός ερευνητής ως προς τις τελετουργικές ιδιαιτερότητες της Εκκλησίας που παροικεί στη Ζάκυνθο. Ξέχωρα από τα κοινώς παραδεδομένα τελετουργικά έθιμα, κάθε χωριό διακρίνεται για τις δικές του εθιμοτυπίες, μικρές ή μεγαλύτερες, σεβαστές κατά πάντα ως έκφραση της αυτοσυνειδησίας ενός εκάστου, οι οποίες πάντως ενισχύουν τα τελούμενα των πανηγύρεών τους. Επιλέξαμε να σταθούμε ενδεικτικώς σε τρία σημαντικά κεφάλαια των εκκλησιαστικών τελετών της Ζακύνθου: Στα Φώτα, τη Μεγάλη Εβδομάδα και τα δυο εόρτια τριήμερα του Αγίου Διονυσίου.
Λέγεται ότι πολλές από αυτές τις ιδιαιτερότητες εισήχθησαν από τον Αρχιεπίσκοπο Ζακύνθου Διονύσιο Β΄ τον Λάτα (1835-1894) [Βλ. π. Παναγιώτη Καποδίστρια, Ζακυνθινοί Επίσκοποι στον Κόσμο, εκδ. Ιεράς Μητροπόλεως Ζακύνθου, 2004, σσ. 47-65], εξέχοντα και λόγιο ιεράρχη του 19ου αιώνος, ο οποίος είχε μεταβεί, σπουδάσει, χειροτονηθεί Διάκονος και Πρεσβύτερος στους Αγίους Τόπους των Ιεροσολύμων, προσέλαβε νέες τελετουργικές εκδοχές από την Σιωνίτιδα Εκκλησία, και με αυτές εμβολίασε αργότερα ως Ποιμενάρχης, την εκκλησιαστική ζωή του γενέθλιου τόπου του, κατά την εντεκάχρονη αρχιερατεία του, προβαίνοντας σε -μικρές ή μεγαλύτερες- τροποποιήσεις του ισχύοντος τυπικού. Αναφέρουμε δυο εκδεδομένα έργα του, τα οποία -πλην των άλλων θεολογικών συγγραμμάτων του- άπτονται των ιερών τελετουργιών:
Α) “Ἡ Θεία Λειτουργία τοῦ Ἁγίου Ἐνδόξου Ἀποστόλου Ἰακώβου τοῦ Ἀδελφοθέου καί πρώτου Ἱεράρχου τῶν Ἱεροσολύμων ἐκδοθεῖσα μετά διατάξεως καί σημειώσεων", Τύποις Σ. Καψοκεφάλου, Ἐν Zακύνθῳ 1886 [ἀνατύπωση ἀπό τόν Διονύσιο N. Λάτα, 1937].
Β) “Ἀκολουθία Nεκρώσιμος εἰς κοσμικούς ἄνδρας καί γυναῖκας ἐπιδιορθωθεῖσα καί ἐκδοθεῖσα εἰς ἀμφότερα τά γένη ἀρσενικόν καί θηλυκόν ἰδιαιτέρως", Ἐν Ἀθήναις 1891.
Όπως και να έχει το θέμα, το σημαντικό είναι ότι, εντός των πανουργιών και αψιμαχιών των αιώνων, οι Ζακυνθινοί διά των τελετουργικών ιδιαιτεροτήτων τους δεν απεμπόλησαν την Πίστη, αλλά ενίσχυσαν με δυναμούχα στοιχεία την εκφορά της, κάνοντας τα τελούμενα περισσότερο ελκυστικά και συμμετοχικά. Σε αυτό συνεισέφερε και συνεισφέρει ακόμη και ακόμη, το λεγόμενο ζακύνθιο μουσικό ύφος της ψαλτικής, του οποίου τον αναγωγικό χαρακτήρα ουδείς μπορεί να παραθεωρήσει, αποτελεί μάλιστα ένα άλλο πολύ μεγάλο κεφάλαιο μελέτης των ειδικών μουσικολόγων.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου