e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 17 Μαρτίου 2008

Αφιέρωμα στη Μάνα μου

Γράφει η Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά

«η μητέρα δεν έχει ηλικία, κουβαλάει για τον καθένα
τη μνήμη της νεότητας του κόσμου.»

Περασμένα μεσάνυχτα κι όλη η... πολυκατοικία ησυχάζει.
Μολονότι η ημέρα ήταν σωματικά εξαντλητική και συναισθηματικά πολύ φορτισμένη, ο Μορφέας αρνείται να έλθει. Είναι στο σπίτι του αδελφού, στην Αθήνα.
Σηκώνομαι αθόρυβα για να μην ενοχλήσω τους άλλους που, οπωσδήποτε, νιώθουν το ίδιο όπως κι εγώ. Πηγαίνω στην κουζίνα ψηλαφιστά χωρίς ν' ανάψω φως. Κοιτάζω γύρω να βρω χαρτί και μολύβι. Νιώθω επιτακτική την ανάγκη να γράψω, να γράψω... Βρίσκω μολύβι, μα όχι χαρτί... Την επιτακτική ανάγκη να γράψω, καλύπτει το κουτί με τις χαρτοπετσέτες, τραβάω μερικές έξω κι αρχίζω να γράφω χωρίς να σκέφτομαι, τα μάτια τρέχουν ασταμάτητα, μουτζουρώνουν τα γράμματα, μα δεν είναι εμπόδιο αυτό, τα ξαναγράφω σε άλλη κι άλλη... Λίγοι στίχοι, αυτοί που θα διαβάσετε πάρα κάτω... οι χαρτοπετσέτες βρίσκονται ακόμα. Δεν δημοσιεύτηκαν ποτέ πουθενά, είναι τόσο προσωπικοί... Είναι η πρώτη φορά που, εκτός από τ΄ αδέλφια, τους μοιράζομαι με άλλους.
Πάνε 15 χρόνια από τότε. 22 του Μάρτη του 1993, τα μαντάτα με βρήκαν απρόοπτα και αναπάντεχα στο δρόμο... Σταμάτησα να πάρω τηλέφωνο από θάλαμο, να δω τι κάνει η μάνα, μιλώ στον ανιψιό μου, μικρό παιδί, έχουν ήδη τηλεφωνήσει στο σπίτι, μα εγώ δεν πήγα ακόμα και δεν το γνωρίζω... Η γιαγιά πέθανε... έτσι απλά, με τον αυθορμητισμό και την αθωότητα που διακρίνει τα παιδιά.
Η εντολή στον αδελφό, είναι ρητή και κατηγορηματική: Μην την θάψετε, μπαίνω στο αεροπλάνο και έρχομαι. Εγωιστικό; Ίσως, μα δεν μπορώ να σκεφτώ λογικά
Πέθανε η μαμά μου!!! Αυτό μόνο κυριαρχεί σε ολόκληρο το είναι μου, τίποτα άλλο.
Υπερπόντιο το ταξίδι... Μελβούρνη-Αθήνα... Έχω παγώσει, αδυνατώντας να συνειδητοποιήσω την πραγματικότητα...
Το κατευόδιο στην Αθήνα, η ταφή στο αγαπημένο Νησί. Περνώ πρώτα από την Αγία Δύναμη, πάω να βρω τον παπάκη μου, να του πω τις νοβιτές... Προσεύχομαι να πάρω κουράγιο, παίρνω ένα μικρό λουλούδι από το εικονοστάσι να το πάω στη μάνα... Επιμένω ν' ανοίξουν το φέρετρο... Αγκαλιάζω την αγαπημένη... και της μιλώ, της μιλώ ψιθυριστά πολλή ώρα, μέχρι που με απομακρύνουν... Ακουμπάω τρυφερά το λουλούδι στα σταυρωμένα χέρια της...
Πρέπει να βρίσκομαι σε κατάσταση σοκ... Αυτές είναι οι μόνες θύμησες από κείνη την ημέρα, τίποτα άλλο... Μέρες μετά, ακούγοντας τ΄ αδέλφια να μιλούν για τον τάδε Μητροπολίτη, τους τάδε ιερείς, κ.λπ., που χοροστάτησαν και παρευρέθηκαν στην ακολουθία, ρωτάω απορημένη γι' αυτά που λένε... Προφανώς και τα τρία παιδιά του παπά Σπύρου, κληρονομήσαμε το αστείρευτο χιούμορ του...
-Η αδελφή μας χάζεψε, (λένε, δήθεν μεταξύ τους ),
της λέω πως τη μάνα μας τη διαβάσαμε εμείς, χωρίς παπάδες και δεν με πιστεύει... άκουσε, λέει, για δεσπότη και παπάδες.
Την άλλη μέρα, πολύ νωρίς, αναχωρούμε όλοι για Κυλλήνη, να προλάβουμε το πρώτο φέρι-μποτ γι' απέναντι. Φυσούν δυνατοί άνεμοι, 10 μποφόρ, απαγορευτικό και τα πλοία δεμένα... Τόσο ισχυροί, όπου αυτά που έρχονται, δεν μπορούν να πλησιάσουν στο λιμάνι και αγκυροβολούν μακριά.
Οι ώρες περνούν αργά μέσα σε αγωνία, όλοι κι όλα έτοιμα στο Νησί για την ταφή. Οι πολυπληθείς φίλοι, περιμένουν με υπομονή κάτω στο λιμάνι.
Κάποτε, κοπάζουν τόσο οι άνεμοι, όσο χρειάζεται για να αρθεί το απαγορευτικό.
Μολονότι αρκετοί που περίμεναν στην αποβάθρα του Νησιού από το πρωί κι είναι απόγευμα πια, αναγκάστηκαν να φύγουν, έχουν μείνει ακόμα πολλοί. Στο χωριό, μαθεύτηκε πως φτάσαμε και μαζεύτηκαν...
Λειτουργώ εντελώς μηχανικά, χωρίς πλήρη συναίσθηση των γεγονότων... Οι αθόρυβοι λυγμοί μέσα στην εκκλησία του Μπανάτου, τραντάζουν όχι μόνο το σώμα μέχρι το πιο μικρό κόκαλο, αλλά περισσότερο τη ψυχή... κι αυτή δεν έχει κόκαλα...
Μηχανικά παραμένει εκτεταμένο το χέρι, δεχόμενο τα συλλυπητήρια όλων και τα λόγια παρηγοριάς, χωρίς να βλέπω πρόσωπα, χωρίς ν΄ ακούω λόγια.
Μα, μέχρι τότε, η μάνα είναι εκεί δίπλα μου, την βλέπω, την αγγίζω...
Κάποια στιγμή, στο ύστατο χαίρε πριν την ταφή, βλέπω τον πάτερ Παναγιώτη να υψώνει ένα φτυάρι γεμάτο χώμα και να το ρίχνει στο πρόσωπο της μάνας... Μέχρι τότε, ο πόνος σιωπηλός, αθόρυβος, μα ξαφνικά χάνω τον έλεγχο... Μη... Όχι... ουρλιάζω...
Δε γίνεται να το κάνουν αυτό στη μάνα...πονάει, δεν βλέπουν, δε νιώθουν...
Δεν κλαίνε πια μόνο τα μάτια... Ολόκληρο το είναι συμμετέχει στην αβάσταχτη, την υπερβολική οδύνη...
Με απομακρύνουν απαλά κι ο πάτερ μού ψιθυρίζει ό,τι πρέπει... Με προτρέπει να ρίξω κι εγώ.... Πώς να πετάξεις χώμα στο πρόσωπο της αγαπημένης...
Αργά πια, παίρνουμε το δρόμο του γυρισμού... Φτάσαμε στην Αθήνα μετά τις 11 το βράδυ, καταπονημένοι όλοι πέφτουμε για ύπνο.
Μόνο που εμένα με αποφεύγει ο Μορφέας...
Χαράζει η καινούρια μέρα, πρώτη μέρα με την αγαπημένη, όχι πλέον επί αλλά υπό της γης... κι εμένα να γράφω στις κίτρινες χαρτοπετσέτες...


Στη Μνήμη της Μάνας μου

Μάνα δικιά μου

(Λίγες ώρες μετά το στερνό Αντίο)

Κι ήτανε ήπια, γαλήνια η μορφή Σου
Καθώς το δρόμο πήρες το μακρύ
Το δρόμο το μοναχικό
Όπου δεν έχει γυρισμό.

Πίσω δε γύρισες καθόλου να κοιτάξεις
Κι αν επροσπάθησα τα μάτια Σου να δω
Δεν το κατόρθωσα, έφυγες μόνη για να φτάσεις
Αφήνοντας σε μένα το λυγμό.

Δεν ωφελεί να σε κοιτώ, να σου μιλώ
Να προσπαθώ να σε ξυπνήσω
Εσύ, δεν με κοιτάς, δεν με ζητάς
Μάταια προσπαθώ για να σε συγκινήσω.

Κι ήτανε, τόσα ακόμα να σου πω,
Ίσως τα άργησα πολύ
Κι Εσύ κουράστηκες να περιμένεις
Και το φτωχό, το κλάμα το πικρό,

Τις τύψεις που εγώ θα κουβαλώ
Εσύ, μαζί τις παίρνεις.
Βουβό το κλάμα πια δεν ωφελεί
Ίσως εμένα να λυτρώσω προσπαθώ,

Απ΄ όλα αυτά που έπρεπε, κι όμως,
Ίσως δεν μπόρεσα για να σου δώσω
Τι κι αν προσπάθησα τόσες φορές
Αδέξια πάντα να αρθρώσω.

Δεν ξέρω, αγνοώ, αν την καρδιά Σου
Μπόρεσα κάποτε ν' αγγίξω,
Και τώρα τη σεπτή θωριά Σου

μες στη δική μου την καρδιά θα κουβαλώ.

Και ενοχές για όλα αυτά που Σου χρωστώ
Την παρουσία που σου στέρησα
Μάνα δικιά μου.


17 σχόλια:

Ανώνυμος είπε...

Η γιαγιάκα μας έφυγε δυστυχώς πολύ νωρίς.. Πριν ακόμα μεγαλώσουμε και καταλάβουμε πόσο σημαντική ήταν.. Ήταν αυτή που ήξερε πως να κρατήσει την οικογενεια ενωμένη και που ήταν δίκαιη. Η ιδανική γιαγια για όλα τα παιδιά.. όλη μέρα έπλεκε με το βελονάκι της τα πιο ωραία σεμεν που υπάρχουν. Ακόμα και μετά τον θάνατο της είχε προβλέψει και μας άφησε έναν σάκο για την προικα μας όπως έλεγε και ένα σημείωμα για το κάθε εγγονι..
Όλη μέρα μπορεί να τσακωνόμασταν -είχαμε σηκώσει πολλές φορές το Βανατο από τις φωνές μας- αλλά το βράδυ μας διάβαζε βιους Αγίων και μας μάθαινε πως να αγαπάμε και να σεβόμαστε τον Θεό. Μας έμαθε να πηγαινουμε Εκκλησία και να συμμετέχουμε.. Το Πάσχα που δεν θα ξεχάσω ποτέ, ήταν που μας είχε μαζέψει ο π. Παναγιώτης όλα τα παιδια του χωριού για να φτιάξουμε τον Επιτάφιο.. τα αγορια γυριζαν απο σπιτι σε σπιτι και μάζευαν λουλουδια και τα κοριτσια ήμασταν στην Εκκλησία με τον παπά και μας έδειχνε πως να φτιάχνουμε στεφανακια..
Και την άλλη μέρα μας πήγαινε η γιαγια στον Επιτάφιο και εμείς όλο περηφάνεια της δείχναμε που είχαμε φτιάξει τα στεφανακια..
Ευτυχώς που έχουμε έστω και αυτές τις αναμνήσεις για να γεμίζει η καρδιά μας αγάπη.

P. Kapodistrias είπε...

@ Κατερίνα,

καλώς μάς ήρθες και στην διαδικτυωμένη μας Ενορία. Είναι πλέον ο κοινός τόπος συνάντησης των απανταχού συγχωριανών!!!
Γλυκές και συγκινητικές οι σκέψεις σου για την αείμνηστη Παπαδία Νόνα σου Χρυσή. Ας είναι η μνήμη της αιώνια και αλαφρό το χώμα που την σκεπάζει!...

Να ευχαριστήσουμε και τη λογοτέχνιδα θεία σου κ. Διονυσία Μούσουρα-Τσουκαλά, η οποία μάς δίνει την ευκαιρία αυτών εδώ των νοσταλγικών αναμνήσεων. θεωρώ, ότι κάποια στιγμή θα έχουν μεγάλη αξία για όλους μας!!!

Καλημέρα και καλή δύναμη!!!

Ανώνυμος είπε...

Μόνο δάκρυα συγκίνησης μπορεί να κυλήσουν από τα μάτια του αναγνώστη της λογοτεχνικής αναφοράς της αγαπητής Διονυσίας στη μάνα. Και κόμπος νοσταλγίας για την αγαπημένη μορφή της μητέρας όσων από μας την έχουμε χάσει.
Ο τρόπος που η Διονυσία μας ταξιδεύει στο νησί για έναν τόσο ιερό σκοπό, την ταφή της μάνας, γεννά αλυσιδωτές σκέψεις για την πατρίδα που όλοι εμείς οι ξενιτεμένοι στερούμαστε και ποθούμε, γιατί εκεί υπάρχουν τα αγαπημένα πρόσωπα, τα εν ζωή και τα εις Κύριον αποδημήσατα.
Για τη Διονυσία η πατρίδα αυτή είναι η Ζάκυνθος, για μένα είναι η Κύπρος, για άλλους είναι ίσως μια άλλη αγαπημένη γωνιά της Ελλάδας.

Ευχαριστούμε την χαρισματική φίλη που μοιράστηκε μαζί μας τόσο ζεστές και τρυφερές αναμνήσεις.

Τα θερμά μου συγχαρητήρια στον Πατέρα Παναγιώτη για την πολύμοχθη επιμέλεια του «Νυχθημερόν» . Είναι ένα πολυπεριοδικό που χορταίνει την ψυχή με τα ενδιαφέροντα αφιερώματά του.

P. Kapodistrias είπε...

@ Προς κ. Άντρια Γαριβάλδη.

Αγαπητή Κυρία,
ευχαριστούμε για την ευγένεια της επίσκεψής σας στον ιστοχώρο της Ενορίας μας, αλλά και για τα καλά σας λόγια για την όλη μας προσπάθεια.

Ο λόγος της κ. Μούσουρα μάς κάνει παρέα κάθε εβδομάδα, παρέχοντας προς κάθε κατεύθυνση ευκαιρίες νοσταλγικών αναμνήσεων με το ν' αθανατίζει πολύ επιτυχημένα στιγμές και μορφές, οι οποίες ανήκουν πλέον στο Χθες.
Άξια και δίκαια, λοιπόν, αναφέρεσθε με τόσο θερμές εκτιμήσεις στη γραφή της!!!

Ευχόμαστε να έχετε όλα τα Δώρα τ' Ουρανού στη ζωή και στα έργα Σας!!!
Θα χαρούμε να Σάς ξαναέχουμε στην παρέα μας με νεότερους σχολιασμούς!

Χαίρετε, υγιαίνετε και αγαλλιάσθε!

ΑΧΤΙΔΑ είπε...

Με πολύ συγκίνηση διάβασα και θαύμασα τα όσα γράφετε και τις παρουσιάσεις που κάνετε των διαφόρων έργων.Είμαι αγιογράφος και με συγκινούν ιδιαίτερα.Το ποίημα για τη μάνα θα το καταλάβουμε καλύτερα όταν χάσουμε αυτό που έχουμε.Η μητέρα μου ζει ακόμα ,είναι κατάκοιτη μα η παρουσία της μόνο φθάνει.

P. Kapodistrias είπε...

@ Αχτίδα,

καλώς μάς άγγιξες με το φως που κομίζεις.
Ευχαριστούμε για τους καλούς λόγους αποδοχής των παρουσιάσεών μας.
Ο Θεός να ευλογεί και να κατευθύνει τα χέρια σου στην ιερή τέχνη της Αγιογραφίας.

Το ποίημα για την Μάνα, όντως αγγίζει περισσότερο, όσους την έχουν ήδη απωλέσει.
Ας είναι καλά τουλάχιστον (όσο γίνεται!) η δική σου Μάνα!!!

Ανώνυμος είπε...

@ Αχ, Μάνα, Μανούλα, Μαμά...

Καλημερίζω όλους!

Ανώνυμος είπε...

Θα ήθελα να εκφράσω τις ευχαριστίες μου σε όλους εσάς για τα σχόλια σας, σχετικά με το αφιέρωμα στη μάνα μου, υποθέτω, είναι αφιέρωμα σε όλες τις μάνες που φύγανε.
Ιδιαίτερα στον πολύ αγαπητό π. Παναγιώτη για την υπέροχη δουλειά που έκανε φωτογραφίζοντας με τόση τέχνη, προσέξετε ιδιαίτερα τα χρώματα, το εκκλησάκι που βλέπετε εκεί, ακριβώς μέσα εκεί είναι θαμμένοι οι γονείς μου.

Την καλησπέρα μου και την αγάπη μου σε όλους,

Δ.Μ.Τ.

ΦΥΡΔΗΝ-ΜΙΓΔΗΝ είπε...

Στις απόλυτα προσωπικές στιγμές θλίψεως, για απώλειες αγαπημένων η σιωπή είναι επιβεβλημένη.
Ο Θεός να την αναπαύει..

Μεθ' ασπασμών τε και εναγκαλισμών

P. Kapodistrias είπε...

@ Διονυσία,

πράγματι, το δικό σου αφιέρωμα αφορά σε όλες τις μανάδες του κόσμου, οι δε στίχοι σου καθρεφτίζουν τα αισθήματα όλων για την τόσο γλυκιά για τον καθένα και ιερή αυτή μορφή!

P. Kapodistrias είπε...

@ Φύρδην-Μίγδην,

Συμφωνούμε! Η Σιπωπή είναι η αρμόδια διάλεκτος της Αιωνιότητας! Αυτήν, εάν εκμάθουμε, θα έχουμε καταστεί καλύτεροι και πολυτιμότεροι σ' αυτή τη ζωή, στην οποία κληθήκαμε να υπάρξουμε και να δημιουργήσουμε!

Καλημέρα!

Βυτιναιος είπε...

"Μνήμη θανάτου χρησιμεύει τω βίω". (Επιγραφή της πύλης των Δρουγγαρίων της Κωνσταντινουπόλεως).

Ανώνυμος είπε...

Αισθάνομαι την ανάγκη να ευχαριστήσω την κυρία Διονυσία, που μοιράστηκε μαζί μας κάτι τόσο προσωπικό, και το υπέροχο αυτό ποίημα για την αιώνια Μάνα. Νοιώθω τυχερή που έχω ακόμα τη μητέρα μου, αλλά ένοιωσα πόσο πολύτιμη είναι η κάθε στιγμή μαζί της. Το ποίημα αυτό όμως με άγγιξε βαθειά μέχρι που να μή μπορώ να συγκρατήσω τα δάκρυα γιατί τα βίωσα αυτά όταν είχα την άλλη ανυπολόγιστη Απώλεια, αυτή του Πατέρα. Τον έχασα πριν εννέα χρόνια, κι απόψε διαβάζοντας αυτούς τους στίχους, ξαναέζησα συγκλονιστικά και λυτρωτικά, όλη εκείνη την κοσμογονία και την αίσθηση που είχα για όσα δεν πρόλαβα να του πώ, και οτι τίποτα πλέον δεν θα ήτανε ξανά το ίδιο.. Παρ όλα αυτά , νοιώθω οτι όλοι εμείς σ όποια απο τις δύο όχθες, που τις χωρίζει ο θάνατος,κι άν είμαστε, μέσα στην παλάμη του Θεού είμαστε.

Ανώνυμος είπε...

@ Αγαπητή μου Τατιάνα,

Αρχικά, στο μέλλον, σκέτη Διονυσία, χωρίς...λίβανο και σμύρνα, έτσι;

Ξέρεις, όταν σκέφτηκα να μοιραστώ με όλους εσάς, αυτές τις τόσο προσωπικές γραμμές, ένιωθα κάποιους ενδοιασμούς...άρα, τι θα σκεφτείτε για μένα, είναι, ίσως, πρέπον σε τόσο «δημόσιο» χώρο να γραφτούν τόσο προσωπικά πράγματα που άφηναν ακάλυπτο τον έσω κόσμο μου; Βλέπεις, κάπου μάθαμε να κρύβουμε βαθιά τα πραγματικά μας συναισθήματα και να εμφανιζόμαστε άτρωτοι...πόσο γελασμένοι είμαστε...

Τελικά, ναι, ήταν και πολύ πρέπον αν κρίνω από τα όμορφα σχόλια σας...προφανώς, οι ανθρώπινες στιγμές συγκινούν ευαίσθητους ανθρώπους...δεν ξέρετε πόση χαρά μου δίνει αυτή η διαπίστωση, ότι στους χαλεπούς καιρούς μας, υπάρχουν ακόμα άνθρωποι που αγγίζονται από τον πανάρχαιο πόνο απώλειας αγαπημένων. Όσο για τους στίχους, τι να πω, δεν έγραψα «ποίημα», όπως θα διαβάσατε στο κείμενο που προηγείται, δεν ήταν παρά μια έσω, βαθύτερη ανάγκη για έκφραση...

Τολμώ να ομολογήσω, ότι ήταν «θεραπευτικό» και για μένα το ότι τα μοιράστηκα μαζί σας...

Πολλά ευχαριστώ σε όλους σας, η Μητέρα όλων που τιμούμε σήμερα, σκέπη και προστασία σας.

Με ένθερμους χαιρετισμούς,

δ.μ.τ.

P. Kapodistrias είπε...

@ Τατιάνα Κ.,

οι σκέψεις σου (ορθάνοιγμα ψυχής) μάς συγκινούν όλους, αλλά και μάς βοηθούν να εμπεδώσουμε οσονούπω τις Απώλειες που μάς μέλλουν...

Να είσαι καλά, να μάς επισκέπτεσαι, καταθέτοντας λόγον αγαθόν!
Χρόνια πολλά, βοήθειά μας η Παρθένα!

P. Kapodistrias είπε...

@ Διονυσία, καλή μας φίλη, χαίρε και αγάλλου!

Ευχαριστούμε για το κείμενο και περιμένουμε τη συνέχεια!
Την αγάπη μας στους Έλληνες της Μελβούρνης και όλης της Αυστραλίας!!! Ευαγγελισμούς να έχετε στη ζωή και στα έργα σας!

Ανώνυμος είπε...

Πατέρα Παναγιώτη,και
Διονυσία(αφού μου το ζητάτε, αλλιώς θα φοβόμουν μήπως θεωρηθεί έλλειψη σεβασμού), χρόνια πολλά για τη σημερινή μεγάλη μέρα. Εγώ σας ευχαριστώ που σας "γνώρισα". Το διαδίκτυο είναι όπως όλα τ άλλα πράγματα, θέμα χρήσης της ελευθερίας μας. Εγώ το ευλογώ που υπάρχει. Η επικοινωνία είναι αυτό που διψάει η ψυχή μας. Επικοινωνία με τις ανάγκες μας, τα συναισθήματά μας, τους άλλους, το Θεό. Ότι μας έχει πονέσει πολύ, μας έχει χαράξει βαθειά την ψυχή, έχει ανασύρει απο μέσα μας μαζί με τον πόνο της απώλειας, και μιά άλλη "όραση" που συμπεριλαμβάνει κι αυτούς που έφυγαν, μιά που δεν χάθηκαν αλλά εξακολουθούν να υπάρχουν. Όταν διαβάζω μέσα σε συγκλονιστικές λέξεις τα "δικά μου" συναισθήματα και συγκινήσεις, νοιώθω συγγενής μ εκείνον που ένοιωσε τα ίδια. Έτσι η μοναξιά του πόνου αποκτά παρέα. Εγώ όταν είμαι /ήμουν σε μεγάλη ψυχική φόρτιση, ισχυρό πόνο, βίαια συναισθήματα, γράφω ατελείωτα, μετά τα σκίζω ή τα κρύβω. Αυτό με ανακουφίζει. Ένα χαρτί όμως, δέχεται απλά ότι αποτυπώνουμε πάνω του, και μένει βουβό.Είναι αλλιώς να υπάρχει απάντηση. Ευχαριστώ.