e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Παρασκευή 25 Απριλίου 2008

Το πένθος της κτίσης


Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας

«Τι υμάς ελύπησα; ή εν τίνι παρώργισα; προ εμού, τις υμάς ερρύσατο εκ θλίψεως; και νυν τι μοι ανταποδίδοτε; πονηρά αντί αγαθών· αντί στύλου πυρός, σταυρώ με προσηλώσατε· αντί νεφέλης, τάφον μοι ωρύξατε· αντί του μάννα, χολήν μοι προσηνέγκατε· αντί του ύδατος, όξος με εποτίσατε».
Αυτό είναι το πικρό παράπονο, που θα μπορούσε ν’ απευθύνει ο Ιησούς από το ύψος του Σταυρού Του προς όλους εμάς, κατ’ αυτήν την όλο ένταση αισθημάτων, οδύνη καρδίας και βαθύ συγκλονισμό, πανίερη στιγμή. Και θα μπορούσε να προσθέσει ακόμη πολλά, φέρνοντας οπωσδήποτε τον καθένα μας ενώπιον των ευθυνών, μα και των ενοχών του: «Τους τυφλούς σου εφώτισα, τους λεπρούς σου εκαθάρισα, άνδρα όντα επί κλίνης ηνωρθωσάμην».

Ιδού, λοιπόν, πού οδηγείται τώρα πια ο Ουράνιος προς τον Άνθρωπο Έρως: Καρφώνεται στον Σταυρό σαν τον πιο επικίνδυνο εγκληματία, γνωρίζοντας τον πιο ατιμωτικό για την εποχή εκείνη θάνατο. Ιδού, ταυτόχρονα, πού οδηγεί η απανθρωπιά του ανθρώπου, η παράνοια του αποστατημένου πλάσματος: Δεν διακρίνει την «πάλιν και πολλάκις» εκπεφρασμένη και αδιάκοπη προς αυτόν πατρική ευεργεσία του Θεού – Δημιουργού. Δεν πτοείται από το συντελούμενο λάθος, την απρεπή και πρωτοφανή δικαστική πλάνη. Δεν υποψιάζεται από την τριγύρω αγωνία της φύσης, το μετά το «Τετέλεσται» πένθος της κτίσης…

Και συνεχίζει ο σήμερα Εσταυρωμένος Ιησούς να «κείται εις πτώσιν και ανάστασιν πολλών (…) και εις σημείον αντιλεγόμενον» (Λκ 2,34), να τανύζεται και πάλι σε πολλούς και ποικίλους νεώτερους Σταυρούς, επί είκοσι τώρα αιώνες… Η ασθένεια της ανθρώπινης αχαριστίας στην πλήρη της άνθιση μέχρι και σήμερα, διότι δεν παύουν – αλίμονο – να Τον αμφισβητούν είτε ως Θεάνθρωπο διάφοροι νεόκοποι χριστομάχοι, είτε ως ανανεωτή της κάθε μιας ανθρώπινης ψυχής πλείστοι όσοι από μας τους κατ’ όνομα Χριστιανούς κι εδώ κυρίως εστιάζεται η όλη αναστατική – αποστολική προσπάθεια της Εκκλησίας διαιώνια. Διότι, αφ’ ενός μεν, οι κάθε λογής και απόχρωσης άμεσοι χριστομάχοι «ως εκλείπει καπνός εκλιπέτωσαν, ως τήκεται κηρός από προσώπου πυρός» (ο Ιησούς, άλλωστε, από τη μεγαλοπρέπεια της ανεξικακίας Του παραγράφει το μέγα τους αυτό ατόπημα με το «άφες αυτοίς, ου γαρ οίδασι τι ποιούσι» (Λκ 23,34), αφ’ ετέρου δε, είναι απόλυτα αναγκαίο πια, εδώ και τώρα, να εγκαταλείψει την καταχθόνια εμπειρία η καθεμιά εσταυρωμένη ύπαρξη, κατά την ώρα τη μεγαλειώδη της επερχόμενης Ανάστασης. Ν’ αντιμετωπισθεί, με άλλα λόγια, η λανθάνουσα του καθενός μας χριστομαχία, η οποία εκφράζεται συνήθως (και στην «αθωότερη» έκδοσή της) ως πνευματική ραθυμία. Η εμμονή σε μια τέτοια ασθενή νοοτροπία, μια τέτοια έκπτωση από την αυθεντικότητα της ανθρώπινης φύσης –βέβαιο προθάλαμο παντός κακού– οδηγεί και πάλι τον Ιησού στην δοκιμασία του Πραιτωρίου, Τον χλευάζει ανεπίτρεπτα, Τον ραπίζει αλύπητα, Τον σπρώχνει αδιάντροπα στον Κρανίου Τόπο, Τού επιτείνει τον πόνο από τα καρφιά της αχαριστίας μας. Γι’ αυτό ακριβώς και ο υμνογράφος της Μεγάλης Δευτέρας, υποδεχόμενος με υψηλή ποίηση τον Νυμφίο της Εκκλησίας, επεσήμαινε: «(...) μακάριος ο δούλος, όν ευρήσει γρηγορούντα, ανάξιος δε πάλιν, όν ευρήσει ραθυμούντα».

Παράλληλα, ο παραπονεμένος λόγος Εκείνου, ενώπιον του χαλκευμένου Κριτηρίου, αποτελεί (ή θα έπρεπε ν’ αποτελεί) εγερτήριο σάλπισμα αλλά και τύψη (απαρχή, δηλαδή, μετάνοιας) για τον όποιο επίδοξο ή νεοφανή σταυρωτή, ίσως – ίσως για τον καθένα μας: «Ει κακώς ελάλησα, μαρτύρησον περί του κακού, ει δε καλώς, τι με δέρεις;» (Ιω 18,23).
Η πιο έντιμη, ευπρεπής, μα και άκρως ριζοσπαστική στάση όλων μας πάντως, μπροστά στην Εσταυρωμένη Αγάπη κατ’ αυτές τις οριακές ώρες της θεϊκής συγκατάβασης, είναι να επανέλθουμε στον εαυτό μας επιτέλους, επανευρίσκοντας το νόημα της Ζωής, το οποίο θ’ αλατίσει τον αβίωτο βίο μας. Που σημαίνει, ότι άμεσα ο καθένας χρειάζεται να ευαισθητοποιηθεί κατ’ αρχήν από το πονεμένο εκείνο «Διψώ» ή το σπαρακτικό «Τετέλεσται» του Μεγάλου Αθώου και να προβεί, δίχως καθυστερήσεις και υπεκφυγές, σε γόνιμη αυτομεμψία και στην απόταξη της πνευματικής μαλθακότητας και ραθυμίας, έχοντας πάντα κατά νου τη σοφότατη νουθεσία του ιερού Αυγουστίνου:

«Από τους δύο ληστές ο ένας σώθηκε. Μην απελπίζεσθε! Από τους δύο ληστές ο ένας χάθηκε. Μην επαναπαύεσθε»!

Δεν υπάρχουν σχόλια: