e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 6 Φεβρουαρίου 2018

10 χρόνια ανελλιπούς συνεργασίας της Διονυσίας Μούσουρα με το "Νυχθημερόν". Νέο διήγημα: "Η μπροστέλα"

Φεβρουάριος 2008 – Φεβρουάριος 2018!
Συμπληρώνεται δεκαετία από τότε που ο φίλτατος πατήρ π. Καποδίστριας μου έκανε την τιμή να μου προτείνει συνεργασία στο, σχετικά, νέο, τότε, ηλεκτρονικό περιοδικό που ο ίδιος με κέφι και μεράκι είχε ιδρύσει, το Νυχθημερόν!
Έκτοτε, ανελλιπώς, χωρίς καμιά απουσία, δέκα ολόκληρα χρόνια τώρα, κάθε μήνα, μοιράζομαι μαζί σας «Αναμνήσεις και Νοσταλγίες» από την παλιά Ζάκυνθο, με επίκεντρο, ει δυνατόν, τον γενέθλιο τόπο, το Μπανάτο!
Ψάχνοντας στο σεντούκι της Μνήμης, ανέσυρα κι έφερα στην επιφάνεια μνήμες και θύμησες σχεδόν ξεχασμένες. Μοιράστηκα μαζί σας, πολλά, πάρα πολλά! Συμβάντα, βιώματα και παθήματα προσωπικά αλλά και αυτά πολλών Ζακυνθινών, που η ίδια θυμάμαι ή που άλλοι μου διηγήθηκαν.
Κι όλοι εσείς, Ζακυνθινοί και όχι μόνο, εντός κι εκτός Ζακύνθου και Ελλάδας, με τιμάτε, διαβάζοντας με. Τα πρώτα χρόνια, σχολιάζατε κι εγώ σας απαντούσα πάντα. Μετέπειτα, για τεχνικούς και τεχνολογικούς λόγους, έγινε κάπως δύσκολο να γίνονται σχόλια.
Από αυτήν Ενότητα, προέκυψε το βιβλίο μου Γνεφολογήματα που εκδόθηκε το 2014 από τις εκδόσεις Περίπλους και παρουσιάστηκε στη Ζάκυνθο την ίδια χρονιά. Ήταν, το έκτο κατά σειρά βιβλίο μου. Τον Ιούλιο του 2017, παρουσιάστηκε στην Ζάκυνθο, από τον Ναυτίλο, με έδρα τη Μελβούρνη, το όγδοο βιβλίο μου, με τίτλο Ταξίδια που δεν τελείωσαν, στο οποίο συμπεριλαμβάνονται αρκετά από τα νεότερα διηγήματα του Νυχθημερόν.
Θα ήθελα με την ευκαιρία των Γενεθλίων αυτής της Ενότητας, να ευχαριστήσω θερμά, αρχικά τον π. Παναγιώτη για την όμορφη ευκαιρία που μου έδωσε να επικοινωνώ μαζί σας, μέσω των γραπτών μου και αφετέρου Όλους εσάς για την τιμή που μου κάνετε να με διαβάζετε! Υπόσχομαι, να συνεχίσω για όσο Εσείς με διαβάζετε και μου το επιτρέπει ο Χρόνος!
Σας ευχαριστώ
δ. μ.
Η μπροστέλα

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ
-Λοιπόν, όπως είπαμε κυρά Βαγγελιώ, σύμφωνοι; Θα περάσεις λίγο αλάργα, τάχα κάπου πας. Κοίτα να ΄ναι πρωί, γύρω στο κολατσιό. Γιατί αν είναι όντως όπως λένε, εκείνη την ώρα πρέπει να είναι έξω να σκουπίζει τσι αυλές. Στάσου λίγο να πεις Καλημέρα, πες και δυο κουβέντες έτσι αόριστες, κόψε καλά την κίνηση και κίνα για πάρα πέρα.
-Κι αν δεν την δω;
- Ε, αν δεν την δεις τότε θα προχωρήσεις και θα φύγεις και θα περάσεις την άλλη και την παράλλη. Και κοίτα καλά, αν είναι έξω η μάνα της, τσιμουδιά, καλημέρισε την κι αν σου πιάσει κουβέντα, ξέρεις εσύ, άλλα αντ΄ άλλων θα της λες.
-Το νου σου μην πονηρευτεί.
-Αν περάσεις κάμποσες μέρες και δεν φανεί η κοπέλα, πέρνα μια μέρα, όλο και κάποιος θα ΄ναι απέξω, πιάσε κουβέντα, ότι τάχα μου έρχεσαι από το διπλανό χωριό κι είσαι κατάκοπη, αν σου πουν να πιείς ένα καφέ ή λίγο νερό να ξαποστάσεις, μην πεις όχι, ευκαιρία μπορεί να δεις και την κοπέλα.
-Εντάξει κυρά Τασία μου, είπε η Βαγγελιώ, αλλά τόσα πολλά σουλάτσα, φτωχή γυναίκα είμαι κι εγώ, άσε που με πήρανε και τα χρόνια και τα πόδια μου πονάνε από τ' αρθριτικά.
-Μην ανησυχείς, φέρε μου εσύ καλά μαντάτα και δεν θα σ΄ αφήσω έτσι. Εκτός από το ρεγάλο σου, θα σου δώσω και πάρα πάνω, θα δεις.
Έτσι η κυρά Βαγγελιώ η προξενήτρα των γύρω χωριών, ανέλαβε να κατασκοπεύσει τη Γωγώ να διαπιστώσει αν φοράει μπροστέλα ή όχι.
Μέγα δείγμα η μπροστέλα πως αν ήταν όντως νοικοκυρεμένη και συμμαζωμένη κοπέλα, οπωσδήποτε θα φορούσε μπροστέλα για να κάνει τις δουλειές της!
-Αχ Γεωργία μου, έλεγε η Τασία στη γειτόνισσα, πού ακούστηκε γυναίκα χωρίς μπροστέλα; Άμα βλέπεις τέτοια στη σημερινή νεολαία, να φεύγεις. Η γυναίκα που θα πάρει ο Νικόλας μου θα είναι κοπέλα με τα όλα της! Από σπίτι νοικοκυρεμένο, από σόι που να μην έχει ακουστεί για ζητήματα ηθικής και τέτοια, σεμνή και ταπεινή και, ε, να 'χει και το κατιτίς της, όχι και με το βρακί στον πισινό. Γιατί έχουμε να προικίσουμε και την Ανθούλα μας. Να πάρει προίκα σε μετρητό ο Νικόλας μου να προικίσουμε την Ανθούλα μου και να μείνουν τα λιόφτα κι η σταφίδα στην φαμελιά. Όχι, όμως, να πάρει όποια κι όποια μόνο για την προίκα, τα 'παμε αυτά.
Ξαμολήθηκε η κυρά Βαγγελιώ για την κατασκοπία. Μα, πονηρούτσικη όπως ήταν, τι δηλαδή έτσι θα παιδευόταν, έπρεπε να ζήσει κι εκείνη, πέρασε μία πέρασε δύο πέρασε τρεις από το σπίτι πουθενά η Γωγώ κι αποφάσισε να λάβει άλλα μέτρα.
Πιάνει έναν χωριανό που έμενε εκεί κοντά και του είχε λίγη εμπιστοσύνη, το και το του λέει, έχεις δει εσύ την Γωγώ με μπροστέλα καμιά φορά σαν γείτονας που είσαι;
-Τι λες κυρά Βαγγελιώ μου τώρα, άλλη έγνοια δεν είχα παρά να παραμονεύω τι φορεί η μια κι η άλλη. Τώρα που το λες, όμως, θα 'χω το νου μου κι αν πάρει κάτι το μάτι μου θα σου πω.
Περνούσαν οι μέρες, οι βδομάδες και τίποτα νέα η προξενήτρα για την Τασία η οποία άρχισε να ανησυχεί.
Ανησυχεί κι η προξενήτρα που εν τω μεταξύ είχε κι άλλα προξενιά να φροντίσει, δεν μπορούσε να χάνει τον καιρό της με την μπροστέλα της Γωγώς, αμάν μωρέ και τούτη η Τασία έγνοια που την μάρανε μην δεν φορεί μπροστέλα η νύφη για να την έχει δούλα η ίδια.
Η κοπέλα ήταν όμορφη και καλή, αλλά και μορφωμένη, είχε πάει και δυο τάξεις στο Γυμνάσιο! Μοναχοκόρη την είχε η Μάνα της, μη στάξει και μη βρέξει οι γονέοι και τ΄ αδέλφια της, σιγά και μην την είχαν να σαρώνει τσι αυλές και να φορεί μπροστέλα λες κι είναι δουλικό!
Απηύδησε η κυρά Βαγγελιώ να περνοδιαβαίνει και να μην βλέπει καθόλου τη Γωγώ, την πίεζε κι η Τασία, έτσι σκέφτηκε να βάλει μπροστά τα μεγάλα σχέδια να τελειώνει. Πάει και πιάνει την Μάνα της Γωγώς και της κάνει χαρτί και καλαμάρι το πιθανό προξενιό και τσι απαίτησες της υποψήφιας πεθεράς.
Ε, ρε, άστραψε και βρόντηξε η Μάνα που θεώρησε προσβλητικό τέτοιο προξενιό για το παιδί της. Ακούς εκεί θράσος στην εποχή που ζούμε, είχε ήδη μπει η νέα δεκαετία, 1961 πια κι η Τασία ήθελε νύφη με μπροστέλα για τον κανακάρη της, μωρέ σιγά τον άνδρα, αμ, δεν σφάξανε! Ξαποστέλνει και την προξενήτρα και φεύγει με κάποια ανακούφιση η κυρά Βαγγελιώ.
Ο γείτονας εν τω μεταξύ, άρχισε να σκέφτεται πως δεν θα ήταν άσχημη εκλογή να την γυρέψει ο ίδιος για τον μικρό του γιο που μόλις είχε απολυθεί από φαντάρος.
Ξανά-μανά η κυρά Βαγγελιώ στο σπίτι της Γωγώς, αγριεύει μόλις την είδε η Μάνα, την καθησυχάζει η προξενήτρα πως όχι, όχι, δεν ήρθε πάλι για τον… μπροστελάκια, αλλά για το γιο του γείτονα του Βασίλη! Εκείνος εκτιμάει την φαμελιά της και θέλει να συμπεθερέψουνε γιατί πιστεύει πως ταιριάζουν οι φαμελιές και τα παιδιά και θα ζήσουν καλά! Μόνο την κοπέλα θέλουν, ούτε προίκα ούτε τίποτα! Ο γιος του έχει καλή τέχνη, είναι Τορναδόρος, θα τον βοηθήσει ο πατέρας του ν' ανοίξει μαγαζί στη χώρα και θα ζήσουν εκεί τα παιδιά γιατί είχε ένα παλιό σπιτάκι πριν τους σεισμούς στη χώρα, πήρε αρωγή και το 'χτισε, ό,τι πρέπει για το καινούριο ανδρόγυνο!
Χαράς ευαγγέλια όλοι κι ιδιαίτερα η κυρά Βαγγελιώ, που την ευχαρίστησε και με το πάρα πάνω ο Βασίλης, που εξ αιτίας της παίρνει τέτοια κοπέλα ο γιος του! Έβαλε μόνο έναν όρο η προξενήτρα να μην ανακοινώσουν το συνοικέσιο μέχρι να πάει η ίδια τσι νοβιτές στην Τασία, μην το μάθει ξάφνου και πάθει κόρπο! Δυσκολεύτηκε λίγο να πείσει την Τασία πως ήταν για το καλό του γιου της που δεν έστρεξε το προξενιό και κείνη θα του 'βρει καλύτερη κοπέλα. Μωρέ και μπροστέλα θα φορεί και τσεμπέρι, θα ιδεί!
δ.μ.

Δεν υπάρχουν σχόλια: