e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Παρασκευή 6 Οκτωβρίου 2023

"Σύναξη", τεύχος 167: Μαγική εκκλησιαστικότητα - Α΄. Μια αυτοαναίρεση

ΠΕΡΙΕΧΟΜΕΝΑ

ΠΡΟΛΟΓΙΚΟ ... σελ. 3

π. ΑΝΤΩΝΙΟΣ ΠΙΝΑΚΟΥΛΑΣ
Ἡ σύγκρουση χάριτος καὶ μαγείας στὴν ὕστερη ἀρχαιότητα ... σελ. 7

ΣΤΡΑΤΗΣ ΨΑΛΤΟΥ
Οἱ θεωρίες τῆς Κοινωνικῆς Ἀνθρωπολογίας γιὰ τὴ μαγεία καὶ τὸ ζήτημα τῆς βούλησης ... σελ. 23

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Ὄχι σὰν ἰὸς ἔξωθεν, ἀλλὰ σὰν καρκίνος ἔνδοθεν ... σελ. 30

π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΘΕΡΜΟΣ
Ροὴ ἐνέργειας ἢ κοινότητα ἁγίων; ... σελ. 37

ΓΙΩΡΓΟΣ ΚΟΡΔΗΣ
Ἱερὴ τῶν εἰκόνων γλώσσα; ... σελ. 43

ΔΙΟΝΥΣΙΟΣ ΣΚΛΗΡΗΣ
Τὸ μυστήριο τῆς εἰκόνας ὡς ὑπέρβαση τῶν πειρασμῶν τῆς μαγείας ... σελ.48

ΠΑΝΤΕΛΗΣ ΛΕΒΑΚΟΣ
Οἱ συγχωρητικὲς εὐχὲς τῶν ἐπισκόπων κατὰ τὴν ἐξόδιο ἀκολουθία ... σελ. 56

π. ΒΑΣΙΛΕΙΟΣ ΧΡΙΣΤΟΔΟΥΛΟΥ
Τὸ θαῦμα τοῦ Μαλντονάντο ... σελ.61

π. ΘΕΟΔΟΣΙΟΣ ΜΑΡΤΖΟΥΧΟΣ
Ἡ ἀλογόμυγα ... σελ. 68

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΓΙΑΜΑΛΗΣ
Ἡ ἐν χρήσει λειτουργικὴ γλώσσα ... σελ. 71

ΓΕΩΡΓΙΟΣ ΜΠΑΣΙΟΥΔΗΣ
«Ὁ Χριστὸς ἐγκαινίασε μία νέα ζωὴ καὶ ὄχι μία νέα θρησκεία» ... σελ. 74

ΘΑΝΑΣΗΣ Ν. ΠΑΠΑΘΑΝΑΣΙΟΥ
Ἀλέξανδρος, Μητροπολίτης Νιγηρίας ... σελ. 79

ΙΩΑΝΝΗΣ ΚΑΡΑΒΙΔΟΠΟΥΛΟΣ
Ὁ ἄρτος τῆς ζωῆς ... σελ. 81

ΔΗΜΗΤΡΗΣ ΜΑΓΡΙΠΛΗΣ
Μὲ τὸ ζόρι ν’ ἁγιάσουμε ... σελ. 82

Ἀναγνώσεις
ΒΑΓΓΕΛΗΣ ΧΑΤΖΗΒΑΣΙΛΕΙΟΥ, ΠΑΝΟΣ ΝΙΚΟΛΟΠΟΥΛΟΣ ... σελ. 84

ΘΕΟΔΩΡΟΣ Ι. ΖΙΑΚΑΣ
Μιὰ ἀνάγνωση τοῦ βιβλίου τοῦ Σωτήρη Γουνελᾶ Τὸ τέλος τοῦ ἀνθρώπου ἢ ἡ παραμόρφωσή του ... σελ. 92

Τὸ Βιβλίο ... σελ. 97

Οἱ συνεργάτες τοῦ 167ου τεύχους ... σελ.109

Προλογικό 167ού τεύχους


Ὁ τίτλος αὐτὸς συνοψίζει τὴν βασικὴ θέση τοῦ ἀφιερώματός μας. Ἡ ἔννοια «μαγικὴ ἐκκλησιαστικότητα» ἀποτελεῖ καθ’ αὑτὴν ἀντίφαση. Ἡ ἐκκλησιαστικότητα δὲν μπορεῖ νὰ ὑπάρξει μὲ μαγικὸ τρόπο. Ἐκκλησιαστικότητα εἶναι ὁ ἀντίποδας τῆς μαγείας.

Ἡ μαγεία ἀκυρώνει τὴν ἐκκλησιαστικότητα. Ἡ Ἐκκλησία ποὺ ἀποδέχεται τὴν μαγεία αὐτoαναιρεῖται. Τελεία.

Ἐξηγοῦμε αὐτὴ τὴ βασικὴ θέση λακωνικὰ καὶ εἰσαγωγικά (τὰ κείμενα τοῦ ἀφιερώματος τὴν διαυγάζουν προσεγγίζοντας συγκεκριμένα ζητήματα), δίνοντας τὸ νόημα ποὺ ἀναγνωρίζουμε στοὺς δύο κρίσιμους ὅρους: τὴν ἐκκλησιαστικότητα καὶ τὴ μαγεία.

Ἐκκλησιαστικότητα εἶναι νὰ ζεῖς τὴ ζωὴ τῆς κοινότητας ἐκείνης ἡ ὁποία λογαριάζει στὰ σοβαρὰ τὸν ζωντανὸ Θεὸ ὡς ζωντανὸ Θεό. Ἐκκλησιαστικότητα εἶναι νὰ πασχίζεις νὰ ἀνταποκριθεῖς στὸ κάλεσμά του, πῶς; Μὲ τὴν ἐλευθερία, τὴν εὐθύνη καὶ τὴν διακινδύνευση ποὺ ἐμπεριέχονται στό (καὶ ὁρίζουν τό) πάλεμα μιᾶς σχέσης μεταξὺ ζωντανῶν καὶ ἐλεύθερων ὑποκειμένων.

Μαγεία εἶναι ἡ ἐμπιστοσύνη στὸ ξόρκι. Εἶναι ἡ προσάραξη σὲ βεβαιότητες τὶς ὁποῖες ἐγγυᾶται (στὴν ὀπτικὴ αὐτή) ἡ ἀκριβὴς ἐκτέλεση μιᾶς συνταγῆς. Εἴτε γίνεται εἴτε δὲν γίνεται κουβέντα γιὰ θεό, στὴ μαγικὴ νοοτροπία ἡ οὐσία βρίσκεται στὴν τελετή, στὸ ἀντικείμενο, στὴν κίνηση. Τὸ ἀποτέλεσμα ἐπέρχεται ἀναπόδραστα, ὅπως κι ἂν ζεῖς, ὅ,τι κι ἂν φρονεῖς, οὐσιαστικά.

Ἡ ἀντιφατικὴ διατύπωση λοιπὸν «μαγικὴ ἐκκλησιαστικότητα» δὲν εἶναι λεκτικὸ παιχνίδι. Ἀποτυπώνει μία χρόνια, πραγματικὴ πραγματικότητα, μιὰ ἀδιανόητη μίξη ἡ ὁποία ἀποτελεῖ καθημερινότητα, μιὰ τραγικὴ αὐτοαναίρεση ἡ ὁποία αὐτοπροβάλλεται ὡς κανονικότητα. Ἡ μαγεία δὲν πέφτει στὸν ἐκκλησιαστικό μας βίο σὰν μετεωρίτης, δὲν σκάει μύτη περιστασιακὰ σὰν κάτι ἔκτακτο, ὅπως ἕνα ἀτύχημα. Παράγεται, ἀναπαράγεται καὶ στηρίζεται ἀπὸ τὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, ἔχει ρίζες βαθιές, εἶναι καθεστὼς ἰσχυρὸ καὶ προσοδοφόρο.

Πρὶν ἀπὸ 25 χρόνια, τὸν Σεπτέμβριο τοῦ 1998, ἡ Σύναξη εἶχε ἐκδώσει τὸ ἀφιέρωμα «Ἡ μαγεία ἐντὸς τῶν τειχῶν: Στρεβλώσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς συνείδησης». Ἦταν τὸ τεῦχος 67. Μὲ τὸν τίτλο ἐκεῖνο τότε ἐκφράζαμε τὴν ἴδια αἴσθηση μὲ αὐτὴν ποὺ ἐκφράζουμε καὶ τώρα. Γράφαμε τότε στὸ Προλογικό:

«… Αὐτό […] ποὺ μᾶς ἀπασχολεῖ ἐδῶ δὲν εἶναι ἡ μαγεία ὡς θρησκευτικὴ ἐπιλογὴ ξέχωρη ἀπὸ τὸν Χριστιανισμὸ ἢ ὡς βασικὴ παράμετρος διαφόρων θρησκειῶν ξέχωρων ἀπὸ τὸν Χριστιανισμό. Μᾶς ἀπασχολεῖ τὸ ὅτι διδαχές, δρώμενα καὶ δρόμοι τῆς Ἐκκλησίας εἰσπράττονται, βιώνονται καὶ τελοῦνται ἀπὸ τὰ ἴδια της τὰ μέλη μὲ τρόπο ποὺ προσιδιάζει στὴ μαγεία καὶ εἶναι ὄχι ἁπλῶς διαφορετικός, ἀλλὰ ἀντίθετος πρὸς τὰ ἐκκλησιαστικὰ κριτήρια […].

Ἡ πάλη τῆς προσωπικῆς συνάντησης Θεοῦ καὶ ἀνθρώπου ξεθωριάζει καὶ ὑποκαθίσταται ἀπὸ αὐτοματισμούς. Πράξεις, ἀντικείμενα, τόποι, λόγια, στιγμὲς θεωρεῖται πλέον ὅτι κουβαλοῦν μέσα τους (χάρη, δηλαδή, σὲ δικές τους ἰδιότητες) μεταφυσικὲς δυνάμεις, ἀπὸ τὶς ὁποῖες ὁ ἄνθρωπος προσδοκᾶ τὴν ἐπέλευση κάποιου ἀποτελέσματος, χωρὶς ὅμως ὁ ἴδιος νὰ μεταβάλλει ριζικὰ τὸν προσανατολισμό του, χωρὶς νὰ μετα-νοεῖ. Καὶ μόνο ἡ κατοχὴ τοῦ τάδε ἱεροῦ ἀντικειμένου ἢ ἡ τέλεση τῶν δείνα ἱερῶν κινήσεων κ.λπ., πιστεύεται ὅτι τίκτουν ἀναπόδραστα συγκεκριμένα ἀποτελέσματα μέσω μιᾶς μεταφυσικῆς χημείας, ὅποια κι ἂν εἶναι ἡ βούληση καὶ ἡ καρδιὰ τοῦ κατόχου, τοῦ χρήστη τους ἢ τῶν τρίτων, γιὰ τὸ “καλὸ” τῶν ὁποίων ἐπιδιώκεται τὸ ἀποτέλεσμα. Καὶ ὁ Θεός, μέσα σ’ αὐτὸ τὸ μαγικὸ πλαίσιο, δὲν ἐκλαμβάνεται ὡς τὸ κατ’ ἐξοχὴν ἐλεύθερο καὶ ἀπρόβλεπτο Πρόσωπο, ἀλλὰ ὡς μιὰ ὕπαρξη (εἴτε προσωπικὴ εἴτε ἀπρόσωπη) ποὺ ὑπόκειται κι αὐτὴ σὲ ὕψιστους μεταφυσικοὺς νόμους κι ἔτσι δεσμεύεται, μέσω τῆς ἐνέργειας μαγικῶν πράξεων ἢ ἀντικειμένων, νὰ ἐνεργήσει καθ’ ὑπαγόρευσιν καὶ νομοτελειακά. Ἡ μαγεία συνήθως θεωρεῖται ὡς ἕνας ἰδιαίτερα μυστηριακὸς χῶρος, στὴν πραγματικότητα ὅμως εἶναι ἡ κατάργηση τοῦ μυστηρίου.

Τὸ ζήτημα αὐτὸ εἶναι ἐξαιρετικὰ δύσκολο, διότι οἱ ἀντιλήψεις ποὺ προαναφέραμε δὲν συνοδεύονται ἀπὸ ρητὴ ἀπόρριψη τῆς Ἐκκλησίας, τῶν ἀντικειμένων καὶ τῶν πράξεών της. Ὁ θιασώτης τους, π.χ., δὲν ἐπιδιώκει νὰ ἀντικαταστήσει τὸν ἁγιασμὸ μὲ ἕνα παγανιστικὸ ματζούνι, τὸν ἀντιμετωπίζει ὅμως ἀκριβῶς σὰν τέτοιο. Οὔτε ἐπιθυμεῖ τὴν κατάργηση τῆς θείας λειτουργίας· ἴσα-ἴσα, μπορεῖ νὰ δηλώνει καὶ ἐξαιρετικὰ φιλακόλουθος. […] Ἐξαιρετικὰ δύσκολο εἶναι τὸ θέμα καὶ γιὰ ἕναν ἄλλο λόγο. Αὐτὸ ποὺ δὲν σπανίζει στὸν χῶρο τῆς Ἐκκλησίας σήμερα εἶναι ἡ τάση ἄκριτης ἀποδοχῆς κάθε ἤδη ὑφιστάμενου καὶ παγιωμένου. Κι ὅταν λέμε “ἄκριτης” ἐννοοῦμε τὴν ἔλλειψη τῶν κριτηρίων τῆς Ἐκκλησίας, ἐκείνων μὲ τὰ ὁποῖα εἶναι χρεωμένα τὰ μέλη της προκειμένου νὰ εἶναι Χριστιανοὶ καὶ ὄχι κάτι ἄλλο. Συχνὰ λοιπὸν καὶ μόνο ἡ διατύπωση τοῦ ἐρωτήματος γιὰ μαγικὲς καὶ ἄλλες στρεβλώσεις τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς στιγματίζεται ὡς ὑπονόμευση τῆς παράδοσης· ἀντὶ νὰ ὁδηγήσει σὲ συζήτηση, ὁδηγεῖ σὲ ἐπίθεση ἐναντίον ἐκείνων ποὺ ἔθεσαν τὸ ἐρώτημα. Ἔτσι, νοσηροὶ νεωτερισμοί, ὄθνια στοιχεῖα ποὺ ἡ Ἐκκλησία εἶχε καταπολεμήσει, ὄχι μόνο νομιμοποιοῦνται στὸ κορμί της, ἀλλὰ καὶ κατηγοροῦνται ὡς νεωτεριστὲς ὅσοι ἀμφισβητήσουν τὴ δεσποτεία τους […]».

Αὐτὰ γράφονταν στὸ τεῦχος 67 (πρὶν ἀπὸ τὸ ὁποῖο φυσικὰ πλῆθος δασκάλων θεολόγων εἶχε καταδείξει λαγαρὰ τὸ πρόβλημα). Τώρα λοιπὸν βρισκόμαστε στὸ τεῦχος 167, καθόσον ἡ μαγεία καλὰ κρατεῖ! Καὶ ἐπανερχόμαστε στὸ πρόβλημα, ἀκριβῶς ἐπειδὴ καί συνεχίζει καί θεριεύει. Κάθε τόσο χρειάζεται νὰ ἐπανερχόμαστε σὲ καίρια θέματα ποὺ ἔχουμε ἐξετάσει παλαιότερα, ὥστε νὰ τὰ δοῦμε στὶς σημερινές τους διαστάσεις καὶ μὲ τὴν συσσωρευμένη ἐμπειρία. Τὸ τῆς μαγείας μέγα κράτος εἶναι ἕνα ἀπὸ αὐτά. Καὶ θὰ μᾶς ἀπασχολήσει σὲ δύο συνεχόμενα τεύχη: σὲ ἐτοῦτο ἐδῶ, καὶ στὸ ἑπόμενο (τ. 168, Δεκεμβρίου 2023) σὺν Θεῷ.

Στὸ παρὸν τεῦχος ἔχουμε τὶς ἑξῆς συμβολές, οἱ ὁποῖες πασχίζουν νὰ βαθύνουν καὶ νὰ πλατύνουν τὸν προβληματισμό:

Ὁ π. Ἀντώνιος Πινακούλας ἐξηγεῖ ποιό εἶναι σήμερα τὸ ἐπίδικο ζήτημα, ἐξετάζοντας τὴν ἀναμέτρηση τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὴν μαγεία κατὰ τὴν ὕστερη ἀρχαιότητα (τὴν ἐποχὴ δηλαδὴ τῆς συνάντησης τῆς Ἐκκλησίας μὲ τὸν μεγάλο κόσμο). Ἀπὸ τὴν ἄλλη, ὁ Στρατὴς Ψάλτου παρουσιάζει πῶς προσεγγίζει τὴ μαγεία ἡ Κοινωνικὴ Ἀνθρωπολογία, ἕνα πεδίο ποὺ διαπλέκεται ἐξαιρετικὰ μὲ τὴν θεολογία καὶ τὴν διαπολιτισμικὴ ἐμπειρία τῆς Ἐκκλησίας. Ὁ δὲ Θανάσης Παπαθανασίου ἀνιχνεύει τὸν παραλογισμὸ τοῦ γεγονότος ὅτι ἡ μαγικὴ νοοτροπία ἔχει βαθιὲς ρίζες στὴν ἴδια τὴν ἐκκλησιαστικὴ ζωή.

Κατόπιν ὁ π. Βασίλειος Θερμὸς σκιαγραφεῖ τὸ προσκύνημα, ἀφ’ ἑνὸς στὸν κοσμικὸ καὶ ἀφ’ ἑτέρου στὸν ἐκκλησιαστικὸ χῶρο, καὶ ἐντοπίζει τὸ εἰδικὸ βάρος τοῦ καθενὸς καὶ τὶς συνοδοὺς στρεβλώσεις. Ὁ Γιῶργος Κόρδης καταδεικνύει τὶς βαθιὲς ἀλλοιώσεις ποὺ ἔχει ὑποστεῖ, στὸ ὄνομα τῆς εὐσέβειας, ἡ θεολογία, ἡ δημιουργία καὶ ἡ χρήση τῶν εἰκόνων. Παράλληλα, ὁ Διονύσης Σκλήρης μελετᾶ, ἐπίσης σὲ σχέση μὲ τὶς εἰκόνες, τὴν ρήξη μὲ τὴν μαγικὴ κατανόηση, ρήξη τὴν ὁποία ὀφείλει νὰ κομίζει καὶ νὰ διακονεῖ ἡ Ἐκκλησία.

Τὸ ἄνοιγμα τῆς θεματικῆς βεντάλιας συνεχίζεται: Ὁ Παντελὴς Λεβάκος ἐξετάζει πῶς προέκυψε καὶ ἐπιβλήθηκε, μὲ συμφραζόμενα ἑνὸς μαγικοῦ αὐτοματισμοῦ, ἡ συγχωρητικὴ εὐχὴ ἡ ὁποία διαβάζεται σὲ κηδεῖες ἀποκλειστικὰ ἀπὸ ἀρχιερεῖς καὶ ὄχι καὶ ἀπὸ πρεσβύτερους. Ὁ π. Βασίλειος Χριστοδούλου πιάνει ἄλλο ἰδιαίτερο νῆμα, τὴν παρουσία τοῦ μαγικοῦ καὶ τὴν ἐννόηση τοῦ θαύματος στὸν κόσμο τοῦ κινηματογράφου – καὶ στὴ συν-είδηση ποὺ ἐκφράζει ἢ καλλιεργεῖ αὐτός. Ὁ π. Θεοδόσιος Μαρτζοῦχος ἐπικεντρώνει στὶς παραμορφώσεις ποὺ ἐπιφέρει τὸ «Ἅγιο Φῶς», τὸ ὁποῖο παραλαμβάνεται ἀπὸ τὰ Ἰεροσόλυμα (τὸ κείμενο ἀποτελεῖ καὶ μία μαρτυρία ὅτι οἱ παραμορφώσεις αὐτὲς ἐπισημαίνονται ἀπὸ τὴν νήφουσα ἐκκλησιαστικὴ συνείδηση ἀπὸ καιρό). Στὴ συνέχεια ὁ Δημήτρης Γιαμαλὴς ἐκθέτει βιωματικὰ πῶς ἡ πεποίθηση περὶ ἱερότητας τῆς ἐν χρήσει λειτουργικῆς γλώσσας ὀλισθαίνει σὲ μαγικὴ ἀντίληψη. Τέλος ὁ π. Γεώργιος Μπασιούδης συνοψίζει τὴν προσφορὰ τοῦ μακαριστοῦ π. Ἀλεξάνδρου Σμέμαν στὸ ὅλο ζήτημα, καθὼς μάλιστα φέτος συμπληρώνονται 40 χρόνια ἀπὸ τὴν ἐκδημία του (13-2-1983).

Αὐτά, προσώρας. Στὸ ἑπόμενο τεῦχος θὰ ἔχουμε τὴ συνέχεια τῆς «Μαγικῆς ἐκκλησιαστικότητας» μὲ μελετήματα γιὰ τὸ θαῦμα, τὴν γυναικεία «ἀκαθαρσία», τὸν ἁγιασμό, τὶς εὐχὲς κατὰ τῆς μαγείας, τὴν ψυχολογία τοῦ μαγικῶς θρησκεύοντος, τὴν ὀρθὴ τιμὴ πρὸς τὰ λείψανα, τὴν πεποίθηση ὅτι ἀρκεῖ καθαυτὴν ἡ ἀνάγνωση τῶν εὐχῶν τῆς θείας λειτουργίας ἀνεξάρτητα ἀπὸ τὴν λογικὴ σειρὰ καὶ θέση τους κ.λπ.

«Ἐν μέρει ἐθνικός, κι ἐν μέρει χριστιανίζων».

Ταιριάζει σὲ πολλοὺς σημερινούς (παραδοσιακοὺς κατὰ δήλωσή τους, μεταμοντέρνους στὸν τρόπο τους), αὐτὴ ἡ σκιαγράφηση τοῦ ἀλαζονικοῦ Μυρτία στὰ μέσα τοῦ 4ου αἰ., διὰ ποιητικῆς ἐνοράσεως Κωνσταντίνου Καβάφη. Ἀπὸ τὸν 4ον αἰώνα μέχρι τὸν 21ο, μιᾶς μαγγανείας δρόμος! Καὶ δεῖτε! Σὲ τούτη τὴν ἄμικτη μίξη, ὁ «ἐθνικὸς» μένει «ἐθνικός», ἐνῶ αὐτὸ ποὺ ἀπομένει ἀπὸ τὸν χριστιανὸ εἶναι ἕνας «χριστιανίζων». Ὅπως ἀκριβῶς στὴν ἄμικτη μίξη μαγείας καὶ ἐκκλησιαστικότητας: ἡττᾶται τὸ δεύτερο συνθετικό.

Μά, τὸ σπουδαιότερο: Ὅλα αὐτὰ ὄχι πρὸς μεμψιμοιρία! Ὅλως ἀντιθέτως, γιὰ λαχτάρα καθάριου ἀγέρα ἀπὸ τὸν ζωντανὸ Θεό, τὸν ἀπελευθερωτὴ ἀπὸ κάθε δουλεία – εἴτε «βέβηλη» εἴτε «ἱερή».

Θ.Ν.Π.

Δεν υπάρχουν σχόλια: