e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 6 Σεπτεμβρίου 2022

Της αγάπης κλεμμένα τριαντάφυλλα

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ

Πάντα αγαπούσα τα λουλούδια, πάντα φύτευα λουλούδια. Από τα πολύ νεανικά μου χρόνια, όταν μετά τους σεισμούς του 1953, χτίσαμε δικό μας σπίτι στην Μπόχαλη και είχα άπλετο χώρο μπροστά, αλλά και πεζούλια γύρω για γλάστρες! Τον πολύ ευρύχωρο χώρο μπροστά, τον μετέτρεψα σε ένα μικρό παράδεισο, φυτεύοντας ό,τι λουλούδι υπήρχε, αφήνοντας μόνο, ένα μικρό μονοπάτι στη μέση που οδηγούσε στην κυρία είσοδο του σπιτιού, κάτι σαν τις παλιές μαΐστρες. Στα πεζούλια δε, τενεκέδες, πού να βρεθούν λεφτά για γλάστρες, με μπουγαρινιές, γραντούκες, γαρυφαλλιές και πολλά ακόμη! Για πότισμα, κουβαλούσα νερό από την Κάναλη, πότε με έναν «πετρόσιγλο», όπως τους λέγαμε, δηλαδή τενεκέ πετρελαίου, χωρούσε πολύ νερό αλλά πολύ βαρύς, πότε με δυο μικρότερους σίγλους και «στεφάνι» στη μέση για ισορροπία! Μεγάλη κούραση, αλλά μεγαλύτερη η αγάπη για τα φιόρα μου και η ικανοποίησή μου να τα βλέπω να ομορφαίνουν τον τόπο και να μοσχοβολούν .

Γιατί, ναι, ήταν μόνο δικά μου! Σχεδόν όλοι οι Μποχαλιώτες έλεγαν:

-Καλή κοπέλα η Σούλα του παπά, αλλά, μην τολμήσει κανείς και κόψει φιόρο από τον κήπο της, γιατί είναι ικανή να κλαίει όλη μέρα. 

Πού να τολμήσω να θυμώσω ή να φωνάξω, την οργή μου την έκανα δάκρυα.

Κι εδώ που τα λέμε, είχαν δίκιο. Την ίδια νοοτροπία, έχω ακόμα. Το θεωρώ ιεροσυλία να κόψω φιόρα και να τα βάλω μέσα στο βάζο! Πίστευα και πιστεύω, πως είναι σαν να τους κόβω τη ζωή, σαν να ακρωτηριάζω το φυτό. Προτιμούσα, να κάνουν τον κύκλο της ζωής τους, εκεί, στη μάνα τους και ελεύθερα έξω στη φύση, να απολαμβάνουν τον ήλιο, τη βροχή, το αεράκι και να τα απολαμβάνω κι εγώ. Και όχι να τα στριμώχνω σ΄ ένα βάζο σε ανήλιαγο δωμάτιο που ούτε να αναπνεύσουν δεν μπορούν όπως στο φυσικό τους χώρο!

Αν παρέμενα στη Ζάκυνθο εκείνα τα χρόνια και δεν είχα οικογένεια, θα μου προσάπτανε τον τίτλο της «στριμμένης γεροντοκόρης», μπορεί να είχαν και δίκιο οι άνθρωποι!

Όταν ήρθαμε στη Μελβούρνη, εδώ όπου είχα, έστω και μικρή στην αρχή, οικονομική ευχέρεια, από το πρώτο σπίτι που αγοράσαμε, φύτεψα, μπροστά, τριανταφυλλιές από άκρη σε άκρη! Στο δεύτερο σπίτι, πολύ μεγαλύτερος ο χώρος, αλλά μόνο γύρω στη μεγάλη βεράντα μπροστά έβαλα γλάστρες κανονικές, όχι τενεκέδες πια, με όμορφα λουλούδια, γιατί είχαμε ένα μεγαλόσωμο και παιχνιδιάρικο σκυλί, τον Γκάσπερ. Κείνα τα χρόνια, τα σκυλιά ήταν πολύ φιλικά, ελεύθερα και γύριζαν παντού, έτσι, άθελά του ποδοπατούσε ότι και να φύτευα κάτω. Στο τρίτο σπίτι που αγοράσαμε κάπου 40 χρόνια πριν και ζω μέχρι σήμερα, άπλετοι και μεγάλοι εσωτερικοί αλλά και εξωτερικοί χώροι και πάντα είχαμε μικρό σκυλάκι, μέχρι και σήμερα. Έτσι, όλος ο μεγάλος κήπος μπροστά, αλλά και πίσω, πλημμυρισμένοι με λουλούδια στο έδαφος και ατέλειωτες γλάστρες!

Η ίδια νοοτροπία. Μέσα στο σπίτι μου, ποτέ δε θα δεις λουλούδια σε βάζα, εκτός από εκείνα που μου προσφέρουν κατά καιρούς, έξω όμως, υπάρχουν πάντα ανθισμένα λουλούδια ό,τι εποχή και να είναι! Κι εγώ τα κοιτάζω με αγάπη, τα χαίρομαι και τα καμαρώνω, μέχρι αναπόφευκτα να κλείσει ο κύκλος της ζωής τους και να γείρουν τα κεφαλάκια τους να κοιμηθούν το δικό τους μεγάλο ύπνο!

Πολλά χρόνια πίσω, μπροστά, σε όλο το μήκος της πρόσοψης, κάπου 25 μέτρα, είχα φυτέψει πολύχρωμες τριανταφυλλιές, γύρω στις 15 περίπου!

(Σήμερα, υπάρχουν, μονόχρωμες ολόλευκες τριανταφυλλιές κατά μήκος της πρόσοψης όπου σχηματίζουν Γ με άλλες, ολόλευκες και αυτές).

Τις φρόντιζα σαν κόρη οφθαλμού και ήταν υγιέστατες, όμορφες και ανθοφορούσαν για πολλούς μήνες το χρόνο. Όπως ήταν πολύχρωμες, τότε, πανδαισία χρωμάτων!

Κέρβερος εγώ, κανείς δεν τολμούσε να απλώσει χέρι! Δε θα ήταν υπερβολή, αν έλεγα, πως μετρούσα πόσα τριαντάφυλλα είχε κάθε τριανταφυλλιά! Ώσπου, ξαφνικά, διαπιστώνω πως από την εκατόφυλλη κατακόκκινη τριανταφυλλιά, έλλειπε ένα μεγάλο τριαντάφυλλο! Ενοχλήθηκα πολύ, αλλά το προσπέρασα. Την επόμενη μέρα, το ίδιο! Συνεχίζει το κακό για πολλές μέρες.

Δυστυχώς, για μένα, εργαζόμουν κι έφευγα νωρίς το πρωί, το ίδιο και τα άλλα μέλη της οικογένειας, τα παιδιά μου πήγαιναν Σχολείο ακόμη.

Ώσπου μια Κυριακή, (γιατί και το Σάββατο Ελληνικό Σχολείο τα παιδιά, εγώ ψώνια, λάτρα του σπιτιού κ.λπ.), αποφασίζω να μην κουνηθώ, αλλά να παραφυλάξω από το παράθυρο του δωματίου μου που ήταν στην πρόσοψη του σπιτιού, να πιάσω τον κλέφτη. Γύρω στις 9.30 π.μ. βλέπω έναν ηλικιωμένο καλοντυμένο κύριο, να κοιτάζει γύρω μήπως τον βλέπει κανείς και να κόβει ένα τριαντάφυλλο!

Τρέχω βιαστικά έξω και τον προλαβαίνω. Σάστισε ο άνθρωπος όταν με είδε, μάλλον θα έδειχνα κακές διαθέσεις, σταματάει και περιμένει να φτάσω κοντά του. Τον καλημερίζω και πριν προλάβω να πω άλλη λέξη, πιάνει το χέρι μου, προσπαθεί να το φιλήσει, αλλά το τράβηξα, και με δάκρυα στα μάτια μου ζητάει συγνώμη. Κάπως κλονίστηκα κι εξαφανίστηκε η επιθετική μου διάθεση.

Τον προσκαλώ μέσα, καθόμαστε στη βεράντα, προτείνω καφεδάκι, προτίμησε τσάι, αφήνω να συνέλθει λίγο γιατί φαινόταν πολύ ταραγμένος. Αφού ήπιε λίγες γουλιές τσάι κι έφαγε το σπιτικό παξιμάδι που του πρόσφερα, με τα μάτια πολύ βουρκωμένα, μου ζητάει συγνώμη, και,

-Ποτέ μου δεν είχα απλώσει χέρι σε ξένο κήπο. Άλλωστε, δε χρειάστηκε. Η Λύντα μου και εγώ, είχαμε πάντα τον ωραιότερο κήπο στη γειτονιά, έτσι όπως ο δικός σας, στον πάρα πάνω δρόμο μένουμε.

-Και τι μεσολάβησε; ρωτάω εγώ. Τι έγινε ο ωραίος σας κήπος;

-Ένα χρόνο πριν, η Λύντα μου προσβλήθηκε από καρκίνο των πνευμόνων. Δεν είχε βάλει ποτέ τσιγάρο στο στόμα της, αλλά δυστυχώς, κάπνιζα αρειμανίως εγώ. Κι εκείνη, εισέπνεε ότι απέρριπτα εγώ.

-Δεν γνωρίζαμε τότε, πόσο κακό έκανε το τσιγάρο και στους παθητικούς καπνιστές. Ήμαστε νέοι, αρχές του -50 και οι μεγάλες Καπνοβιομηχανίες με τις διαφημίσεις τους, πουθενά δεν ανέφεραν για τις ζημιές στην υγεία μας.

-Δεν ξέρω αν ήσαστε εδώ τότε, αλλά και στα Νοσοκομεία μέσα, καπνίζανε ακόμα και οι γιατροί και όλο το Προσωπικό! Σήμερα που κοντεύει να μπει το 1980, βλέπουμε τα αποτελέσματα, δυστυχώς.

-Όχι, τότε δεν ήμουν εδώ, το 1968 ήρθα, αλλά θυμάμαι, (κάπνιζα κι εγώ τότε), πως το τσιγάρο ελεύθερο παντού! Μόνο στις Εκκλησίες δεν καπνίζαμε. Όμως κι εκεί, με το Δι' Ευχών, τρέχαμε όλοι έξω να ανάψουμε τσιγάρο!

Έτσι συνέχισε για κάμποση ώρα η κουβεντούλα μας με τον κ. Μόρρισον. Φτάσαμε και στο σήμερα. Η Λύντα ήταν πια στο τελευταίο στάδιο του καρκίνου. Η αναπνοή της γινόταν όλο και πιο δύσκολη. Οι γιατροί συμβούλευσαν τον Μπίλι, να την βάλει στο Νοσοκομείο, γιατί θα χειροτερεύει και ο ίδιος δε θα ήταν σε θέση πια να την φροντίζει.

-Δεν το δέχτηκα. Παντρευτήκαμε από μεγάλο έρωτα πολύ νέοι κι οι δυο, συμμαθητές, μόλις τελειώσαμε το Γυμνάσιο, πιάσαμε δουλειά και παντρευτήκαμε, μολονότι οι γονείς μας είχαν κάποιες διαφωνίες. Δεν αποκτήσαμε παιδιά, οι δυο μας μια ζωή, πώς να την αφήσω να σβήσει στο Νοσοκομείο;

-Εδώ, μαζί μου, στο σπίτι μας, θα την φροντίζω με την αγάπη μου και με βοήθεια Νοσοκόμων και άλλων Κρατικών υπηρεσιών.

-Χίλια συγνώμη κ. Διονυσία, αλλά η Λύντα μου, πιστεύει πως το τριαντάφυλλο που της προσφέρω κάθε πρωί είναι από τον δικό μας κήπο. Είναι πολύ αδύναμη δεν μπορεί να βγει έξω. Αγνοεί πως ο όμορφος κήπος μας, δεν υπάρχει πια, αγριάδες και χόρτα μόνο, ευτυχώς, έρχεται άτομο από τη Δημαρχία και καθαρίζει κάθε τόσο.

Με δάκρυα και στα δικά μου μάτια πια, του ζήτησα να περνάει όποτε θέλει και να κόβει ό,τι και όσα θέλει.

Συνέχισε να κόβει ένα τριαντάφυλλο κάθε πρωί να το πηγαίνει στη Λύντα του, τη μοναδική γυναίκα της ζωής του! Λίγες εβδομάδες αργότερα, χτύπησε την πόρτα μου ένα απόγευμα.

-Δε θα χρειαστεί να κόψω άλλο τριαντάφυλλο… Η Λύντα μου ξεψύχησε στην αγκαλιά μου χθες βράδυ. Κοιμάται ήσυχη πια.

Αφού τον βοήθησα να κόψει μια αγκαλιά τριαντάφυλλα για την επόμενη μέρα, που θα γινόταν η κηδεία, του ζήτησα, όταν ηρεμήσει, να περάσει μια μέρα, θα υπάρχουν ακόμα ανθισμένα τριαντάφυλλα, να τα κόψουμε και να πάμε μαζί στη Λύντα του! 

Έχουν περάσει πολλά χρόνια από τότε. Δεν ξέχασα ποτέ ούτε τον Μπίλι ούτε τη Λύντα του. Μα, τώρα μόνο ήρθε το πλήρωμα του χρόνου, για να γράψω την ιστορία, για της αγάπης τα κλεμμένα τριαντάφυλλα!

δ.μ.


Δεν υπάρχουν σχόλια: