e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

Ο Μητροπολίτης Αξώμης παρηγορώντας Πενθούντες της Addis Ababa λόγω της αεροπορικής τραγωδίας






Την 18η Μαρτίου 2019, ο Σεβ. Μητροπολίτης Αξώμης κ. Δανιήλ, τέλεσε Μνημόσυνο στον Ναό Αγίου Φρουμεντίου Αδδίς Αμπάμπα, υπέρ αναπαύσεως των ψυχών των τριών Ρώσων αδελφών (Alexander, Ekaterina, Sergey), που έχασαν τη ζωή τους κατά το τραγικό αεροπορικό δυστύχημα στην Αιθιοπία. 

Παρευρέθησαν οι γονείς και συγγενείς των αδικοχαμένων Ρώσων αδελφών. Ο Σεβ. κ. Δανιήλ μετέφερε τα θερμά συλλυπητήρια του Μακ. Πάπα και Πατριάρχου Αλεξανδρείας και πάσης Αφρικής κ.κ. Θεοδώρου Β΄ προς τον Πρέσβη της Ρωσικής Ομοσπονδίας στην Αδδίς Αμπάμπα. 

Μετά από παράκληση των συγγενών, ο Μητροπολίτης ανέγνωσε την "Ευχή εις πενθούντας", ενώ τους στήριξε με παρηγορητικούς πνευματικούς λόγους.

Αναμένοντας την εκλογή τους...

Ταπεινὲς σκέψεις ἑνὸς ἐπαρχιώτη ἐφημερίου ἐν ὄψει τῶν νέων Ἀρχιερατικῶν ἐκλογῶν

Μνημόσυνο ἱερὸ Πολυκάρπου Ἀρχιερέως, τοπίκλην Χρυσικοῦ, Ἐπισκόπου γενομένου Τανάγρας

ΓΡΑΦΕΙ Ο π. ΚΩΝ. ΚΑΛΛΙΑΝΟΣ 


Τοὺς ἐναγωνίως ἀναμένοντας, ἀδεφοὺς καὶ συλλειτουργούς, τοὺς ὑποψηφίους πρὸς Ἀρχιερατείαν σκέφτομαι αὐτὲς τὶς κρίσιμες γι’ αύτοὺς  ὧρες. Κι ὁ νοῦς, ἀλλὰ  καὶ  ἡ ψυχή μου ἀπὸ μακρυὰ τοὺς συντροφεύει, καθὼς ἑτοιμάζονται νὰ ἀθληθοῦν καὶ νὰ προσπαθήσουν νὰ παρασταθοῦν ἐνώπιον τοῦ ἐκλογίμου σώματος τῶν Ἱεραρχῶν, ὥστε νὰ τοὺς δοθεῖ ὁ μισθός τους.

Ὄντως κορυφαῖες, λοιπόν, εἶναι αὐτὲς οἱ στιγμές, ποὺ τὶς σφραγίζει ἡ ἔγκοπος ἀγωνία, ἀλλὰ καὶ τὶς ἀπαλύνει ἡ ἱκέσιος  προσευχητικὴ ἔκφραση: «Γενηθήτω τὸ θέλημά σου». Βαρύς, ὄντως, ὁ λόγος, ὅμως ἀναγκαῖος νὰ καταλαγιάσει τὴν κυμαινομένη ἐσωτερικὰ θάλασσα, ποὺ ἡ ἀγωνία παρουσιάζει. Γιατὶ αὐτὸ τὸ βράδυ τῆς παραμονῆς τῆς ἐκλογῆς του, ὁ κάθε ὑποψήφιος ἐπιχειρεῖ, μέσα στὸ ἴδιο κλίμα τοῦ Κήπου τῆς Γεθσημανῆς [πρβλ. Μτθ. 27, 37-39],  νὰ ἁπλώσει μπροστά του ὅλη του ἡ βιοτή. Μὲ λίγα λόγια ν᾿ ἀνοίξει τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς του, ποὺ ἔχει βαθιὰ κρυμμένο μέσα του, νὰ τὸ φυλλομετρήσει καὶ νὰ σταθεῖ πάνω σὲ γεγονότα/σταθμοὺς τοῦ βίου του, ὥστε νὰ προσέξει καλύτερα ὅλη του τὴν ἱερατική, κυρίως, διαδρομή, ἴσαμε τὸ σημεῖο ποὺ φτάνει ἔξω ἀπὸ τὴ μεγάλη κι ἐπιβλητικὴ θύρα τοῦ Συνοδικοῦ Μεγάρου περιμένοντας... Τί, στ᾿ ἀλήθεια; Μὰ τὸ ν᾿ ἀκούσει τὴν εἴδηση ὅτι ἐξελέγη Ἐπίσκοπος... Ὅτι βρέθηκε κι αὐτὸς στῶν Ἀρχιερέων τὸν Σύλλογον. 

Ἀνοίγει, λοιπόν, τὴν παραμονὴ τῶν ἐκλογῶν τὸ βιβλίο τῆς ζωῆς του καὶ γυρίζει ἕνα-ἕνα τὰ φύλλα του, ὅπου ἀποτυπώθηκαν, γραμμένα μὲ κάθε εἰλικρίνεια, ὅλα τὰ καθέκαστα τοῦ βίου του, ἀπὸ τὴν ὥρα ποὺ γνώρισε τὸν κόσμο, ἴσαμε τὴν πιὸ ὑψωμένη στιγμὴ τῆς ζωῆς του: Ἐκείνη τῆς ἀφιερώσεώς του στὴν Ἐκκλησία. Ποὺ προσῆλθε νὰ Τὴν διακονήσει ὡς ταπεινὸς ἱερομόναχος. Κι ἀπὸ μπροστά του περνοῦν οἰ μισοφωτισμένες ὧρες τῆς κουρᾶς του, τῶν χειροτονιῶν του μὲ τοὺς λόγους/ὑποσχέσεις πρὸς τὴν Ἐκκλησία, στὸ ποίμνιο, στοὺς συλλειτουργούς του. Ἔτσι, καταφέρνει νὰ κάμει μιὰ περιδιάβαση αὐτογνωστικοῦ χαρακτήρα, μὲ πυρήνα τὴν προσευχὴ πάντοτε, ὥστε νὰ καταλάβει καλὰ τὸ ποιὸς εἶναι, ὅταν -πάντα μὲ τὸ θέλημά Του- σταθεῖ ἐνώπιόν Του καὶ ψελλίσει: «Καὶ ἤκουσα τῆς φωνῆς Κυρίου λέγοντος· τίνα ἀποστείλω, καὶ τίς πορεύσεται πρὸς τὸν λαὸν τοῦτον; καὶ εἶπα· ἰδοὺ ἐγώ εἰμι· ἀπόστειλόν με». (Ἠσ. 6, 8-9) Κι ἀναγαλλιάζει ἠ ψυχή του καθὼς ξαναθυμᾶται αὐτὰ τὰ θεμελιωμένα λόγια, ποὺ ἀποπνέουν αἰσιοδοξία καὶ γαλήνη στὴν ψυχή του. Ἐπειδὴ μὲ αὐτὸν τὸν λόγο ὡς βακτηρία ὀφείλει νὰ πορευτεῖ καὶ τώρα καὶ αὔριο καὶ πάντα.

Καθὼς ἀναμένουμε τὶς Ἀρχιερατικὲς ἐκλογές, καθώς, δηλαδή, ζοῦμε στὸ γεγονὸς τῆς παραμονῆς (καὶ τῆς ἀναμονῆς), ὁ νοῦς ἀβίαστα πηγαίνει  στὶς παραμονὲς τῶν μεγάλων γιορτῶν, ἀλλὰ καὶ τῶν μεγάλων τοῦ βίου στιγμῶν ( ὅπως  π. χ. εἶναι  ἡ χειροτονία, ἡ πρώτη θ. Λειτουργία, τὸ πρῶτο κήρυγμα κ. ἄ). Περιμένει, λοιπόν, ὁ καθένας ὑπομονετικὰ στὸ στασίδι του, συντροφιὰ μὲ τὴν προσευχή... Καί, ναί, αὐτὲς οἱ στιγμὲς ἐν ἀγωνίᾳ πολλῇ διέρχονται, ὅμως ὅλοι τὸ καταλαβαίνουν, πώς  ὅ,τι ζοῦν, τὸ βιώνουν μέσα στὸ εὔκρατο κλίμα αὐτῆς τῆς γόνιμης ἀγωνίας, ποὺ φανερώνεται πρὸς δόξαν Θεοῦ μόνο, καί,  κυρίως,  προβάλλεται  πρὸς νουθεσίαν καὶ πνευματικὴ ὠφέλεια. Κι αὐτὸ τὸ τελευταῖο, ὅλοι τὸ καταλαβαίνουν πολὺ καλά...

π. κ. ν. κ.

Συνέντευξη Οικουμενικού Πατριάρχου από τον δημοσιογράφο Zivojin Rakocevic για τη σερβική εφημερίδα «Politika»


Παναγιώτατε, σας ευχαριστούμε για το χρόνο σας και την ευγενή σας πρόθεση να δώσετε στους αναγνώστες των «Πολιτικών» απαντήσεις σε πολύ ευαίσθητα θέματα, τα οποία χαρακτηρίζουν τις θέσεις της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο, και συγκεκριμένα – όπως το γνωρίζετε καλά και το αισθάνεσθε – απαντήσεις στις πολύ ενδιαφέρουσες ερωτήσεις για την Εκκλησία της Ουκρανίας. Θα παραδεχτούμε ότι στο Σερβικό κοινό η εξήγησή σας για την κατάσταση αυτή αλλά και τα επιχειρήματά σας δεν έχουν παρουσιαστεί σε ικανοποιητικό βαθμό. Εν αντιθέσει προς αυτό, η άποψη και στάση της Ρωσικής Εκκλησίας επαναλαμβάνεται συνεχώς στα Σερβικά μέσα ενημέρωσης και οι αναγνώστες είναι πλήρως εξοικειωμένοι με αυτά. Με αυτή τη συνέντευξη δράττομαι της ευκαιρίας να ξεκαθαρίσουμε τις θέσεις και τις πρόσφατες ενέργειές σας. Σε αυτή τη συνέντευξη θα θέλαμε να ξεκινήσουμε με κάποια γενικά θέματα και έπειτα να περάσουμε σε πιο συγκεκριμένες ερωτήσεις.

Δημοσ: Πώς θα περιγράφατε τη θέση της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο; Ποιος είναι ο ρόλος σας ως Οικουμενικού Πατριάρχη; Έχω στο μυαλό τον Σέρβο θεολόγο Stojan Gosevic, ο οποίος κάποτε διατύπωσε την άποψη ότι «αν δεν υπήρχε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, θα έπρεπε να το δημιουργήσουμε». Θα μπορούσε να υπάρξει Ορθοδοξία χωρίς το Οικουμενικό Πατριαρχείο της Κωνσταντινούπολης;

Οικ.Πατρ: Κατ’ αρχάς, να σας ευχαριστήσω για τον κόπο σας και τη μέριμνά σας να επισκεφθείτε το Οικουμενικό Πατριαρχείο και να μας δώσετε, μέσω αυτής της συνεντεύξεως, τη δυνατότητα να επικοινωνήσουμε με τον ευσεβή κλήρο και το φιλόχριστο Σερβικό λαό.
     Η θέση της Ορθοδοξίας στο σύγχρονο κόσμο δεν είναι διαφορετική από αυτήν που ήταν κατά τα προηγούμενα χρόνια, αρχής γενομένης από το υπερώο της Πεντηκοστής. Μπορεί σήμερα να έχουμε νέα δεδομένα, κοινωνικά, επιστημονικά κ.λπ., αλλά ο προορισμός και η αποστολή της Εκκλησίας δεν άλλαξαν. Η Εκκλησία είναι η Κιβωτός της σωτηρίας και της αληθείας, όπως την απεκάλυψε ο Τριαδικός Θεός στον κόσμο. Είναι ο χώρος όπου τελεσιουργείται η μεταμόρφωση του ανθρώπου και επιτυγχάνεται η ένωσή του με τον Θεό. Η Εκκλησία, δηλαδή, είναι «η Βασιλεία του Θεού» στον κόσμο. Όλα τα άλλα που βλέπουμε σήμερα, τα οποία μπορεί να εντυπωσιάζουν και να προκαλούν θαυμασμό, όπως έργα φιλανθρωπίας, πολιτισμού, κοινωνικά, ακαδημαϊκά ή και αναπτυξιακά, όσο σημαντικά κι αν φαίνονται, δεν παύουν να είναι παρεπόμενα του βασικού σκοπού και προορισμού της Εκκλησίας. Και φυσικά δεν μπορούν με τίποτα να αντικαταστήσουν τον κυρίαρχο και πρωταρχικό μυστηριακό και σωτηριολογικό χαρακτήρα της Ορθοδόξου Εκκλησίας μας.
     Όσον αφορά τώρα στο ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου στον κόσμο και στην Ορθόδοξη Εκκλησία, θα προτιμούσα, αντί να αναπτύξω μία απάντηση, να προτρέψω όλους τους καλούς σας αναγνώστες να ανατρέξουν στην εκκλησιαστική ιστορία, στους Ιερούς Κανόνες, στην Πατερική μας διδασκαλία και στην Ιερά Παράδοση και εκεί θα διαπιστώσουν ποιος είναι ο ρόλος και η ευθύνη του Οικουμενικού και Αποστολικού Θρόνου. Εμείς, ως ταπεινοί διάκονοι και συνεχιστές του Αποστόλου Ανδρέα, δεν κάνουμε τίποτε παραπάνω από αυτό που οι Ιεροί Κανόνες μάς κληροδότησαν. Η φράση αυτή του γνωστού Σέρβου θεολόγου Stojan Gosevic επαληθεύεται από την πράξη των Οικουμενικών Συνόδων και την Παράδοση της Εκκλησίας μας. Ό,τι είναι και ό,τι έχει το Οικουμενικό Πατριαρχείο το οφείλει στην Εκκλησία. Δεν είμαστε μια αυτοδημιούργητη οντότητα αλλά μια ύπαρξη που προέκυψε αγιοπνευματικώς. 

Δημοσ: Ο κόσμος δείχνει να είναι πλήρως παγκοσμιοποιημένος. Επηρεάζει αυτή η παγκοσμιοποίηση την Ορθοδοξία, δηλαδή την ουσία και την συνοχή της; Από την άλλη πλευρά, μήπως η γενική ρευστότητα όλων των αξιών εξωθεί κάποιες ορθόδοξες κοινότητες να μεταλλαχθούν σε γκέτο;

Οικ.Πατρ: Η παγκοσμιοποίηση είναι ένα φαινόμενο που οι σύγχρονοι μελετητές το ταυτίζουν κυρίως με τον εκσυγχρονισμό και την ανάπτυξη. Κάποιοι θεολόγοι το ταυτίζουν και με την εκκοσμίκευση. Πρόκειται ουσιαστικά για την απελευθέρωση όλων των σύγχρονων κοινωνικών παραμέτρων, όπως για παράδειγμα της οικονομίας, της επικοινωνίας, του πολιτισμού, του εμπορίου, τα οποία αναπάντεχα και ασύδοτα διαχέονται εκτός συνόρων. Όταν όλα αυτά λαμβάνουν χώρα στον τόπο που τα δημιούργησε ή τα αφομοίωσε με το δικό του τρόπο, τότε μιλούμε για ταυτότητα λαών, όταν όμως όλα αυτά προβάλλονται ως ιδανικά και επιχειρείται η επιβολή τους σε άλλους λαούς, τότε μιλούμε για παγκοσμιοποίηση. 
     Η παγκοσμιοποίηση μέσα στην Εκκλησία μεταμορφώνεται σε οικουμενικότητα εν Χριστώ. Όπως είπαμε, ενώ η παγκοσμιοποίηση φαίνεται να είναι μια τάση που ομαδοποιεί τα πάντα, η οικουμενικότητα, αντίθετα, σέβεται και τιμά την ταυτότητα και τα ιδιαίτερα χαρακτηριστικά κάθε λαού αλλά και κάθε προσώπου χωριστά και συγκεκριμένα. Έτσι, η Ορθόδοξη Εκκλησία γενικώς, και το Οικουμενικό μας Πατριαρχείο ειδικώς, δεν επιδιώκουν να μετατρέψουν την ποικιλία των χαρισμάτων των λαών της οικουμένης σε κάτι ομοιογενές και ομοιόμορφο, το οποίο θα διοικείται από μία αρχή, θα διέπεται από μία νοοτροπία και θα ακολουθεί συγκεκριμένη πολιτισμική και εθνική γραμμή. Η Εκκλησία μας κινείται επί τη βάσει της ελευθερίας, της αγάπης και της ενότητας, εν τη ποικιλία των χαρισμάτων και των ιδιαίτερων χαρακτηριστικών.
     Ωστόσο, αυτό που δημιουργεί πρόβλημα στην Εκκλησία αλλά και στην προσωπική μας ζωή είναι η εκκοσμίκευση που προέρχεται από την παγκοσμιοποίηση. Η σύγχρονη τάση εκκοσμικεύσεως δεν είναι τίποτε άλλο παρά μια μορφή παγκοσμιοποιήσεως, που επιδιώκει όλα να τα ρευστοποιήσει και να τα προσαρμόσει σε συγκεκριμένες εθνικές ή πολιτισμικές ιδεολογίες. Όταν αυτό συμβαίνει στο χώρο της Εκκλησίας, τότε επηρεάζεται η συνοχή της αλλά όχι η υπόστασή της. Άλλο είναι η προσοικείωση ενός έθνους προς την Ορθοδοξία  και άλλο η αντίληψη ότι η Εκκλησία αποτελεί αποκλειστική ιδιοκτησία κάποιου έθνους ή ορισμένων εθνών. Ο σεβασμός και η διατήρηση της ταυτότητάς μας είναι φυσικό και αναγκαίο. Το να περιορίζουμε όμως τον Χριστό σε συγκεκριμένα εθνικά πλαίσια, αυτό καταλήγει τελικώς στην άρνησή Του. Το να προτάσσουμε, επίσης, το έθνος έναντι της Εκκλησίας μοιραία οδηγεί στην άρνηση της υπόστασης της Εκκλησίας και του οικουμενικού της χαρακτήρα.
     Όταν, επομένως, ξεφεύγουμε από τα όριά μας, όπως τα έχουν καθορίσει οι Πατέρες της Εκκλησίας, και προσπαθούμε να επιβάλουμε παντού το δικό μας, δηλαδή τα δικά μας χαρακτηριστικά και τη δική μας ταυτότητα, τότε δυστυχώς δημιουργούμε μιας μορφής «γκέτο» όπως λέτε.  

Δημοσ: Θα ήθελα να προχωρήσω σε πιο ευθείες ερωτήσεις, ελπίζοντας ότι δεν θα σας πειράξει η ειλικρίνεια και η αμεσότητά μου. Για περισσότερο από έναν αιώνα το θέμα της αυτοκεφαλίας βασάνιζε την ενότητα την Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Θα μπορέσει να βοηθήσει η οργάνωση αυτή, που αποκαλείτε «νέα δομή της εκκλησίας» στην Ουκρανία, στην αποφυγή της διεύρυνσης αυτής της αντιδικίας; Στις ομάδες των πρώην σχισματικών, οι οποίοι συγκεντρώθηκαν γύρω από τους Φιλάρετο Denisenko και Μακάριο Maletic, προσφέρετε όχι μόνο συγχώρηση αλλά και «ανταμοιβή» για την συμπεριφορά τους. Έχετε σκεφτεί, Παναγιώτατε, πόσο θα επηρεάσει η απόφαση για την παροχή της αυτοκεφαλίας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας τη θέση (τον αγώνα και τα δεινά) των ορθοδόξων στην χώρα αυτή και ότι η Ορθοδοξία μπορεί να χάσει πιο πολλούς πιστούς από αυτούς που είχε προβλέψει το Οικουμενικό Πατριαρχείο; 

Οικ.Πατρ: Όπως πολύ σωστά το λέτε, το ζήτημα της αυτοκεφαλίας βασάνιζε την Ουκρανία για περισσότερο από έναν αιώνα. Αν πάμε δε παλαιότερα, θα διαπιστώσουμε ότι υπήρχαν έντονες και συντονισμένες προσπάθειες ανεξαρτητοποιήσεως του Κιεβινού λαού, του κλήρου, των μοναχών και της τοπικής Ιεραρχίας από την εκκλησιαστική χειραγώγηση του Πατριαρχείου Μόσχας. Αυτές οι προσπάθειες ξεκίνησαν ήδη από το 1325, τότε δηλαδή που μεταφέρθηκε μόνιμα η έδρα της Μητροπόλεως Κιέβου στη Μόσχα, οι οποίες είναι καταγεγραμμένες στην ιστορία και πλέον δεν αμφισβητούνται. Υπήρξαν ακόμη αρκετές προσπάθειες αυτοκεφαλίας κατά το παρελθόν, οι οποίες τελικώς δεν ευοδώθηκαν. Πιστεύουμε ότι ο Θεός το κάθε πράγμα το οικονομεί στην ώρα του. Έτσι και για την Ουκρανία ήρθε η ώρα του Θεού. 
     Σχετικά με το αν η δοθείσα αυτοκεφαλία τελικώς θα βοηθήσει στο θέμα της ενότητας, είμαστε βέβαιοι ότι η χορήγησή της ήταν μια απαραίτητη προϋπόθεση. Μέχρι χθες το μεγαλύτερο μέρος του Ουκρανικού λαού ήταν εκτός Εκκλησίας. Αυτό ήταν κάτι που μας πονούσε. Γι’ αυτό, κατά το παρελθόν, είχαμε κάνει αρκετές προσπάθειες για τη θεραπεία αυτού του προβλήματος. Για παράδειγμα, με πρωτοβουλία μας είχαμε συστήσει μεικτή επιτροπή με Ιεράρχες από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και το Πατριαρχείο Μόσχας, προκειμένου να βρούμε μια λύση. Τελικώς, η επιτροπή αυτή δεν λειτούργησε σχεδόν ποτέ με υπαιτιότητα του Πατριαρχείου Μόσχας κι έτσι το πρόβλημα συνεχώς διογκωνόταν. Κάποιοι χρησιμοποιούσαν τον χαρακτηρισμό του σχισματικού και έτσι ανάπαυαν τη συνείδησή τους ότι όλα είναι εντάξει. Όταν, όμως, κάποιος αδελφός μας χαρακτηρίζεται ως σχισματικός ή αιρετικός, πολλώ δε μάλλον όταν ένας ολόκληρος λαός εκατομμυρίων ανθρώπων ευρίσκεται εκτός κανονικής Εκκλησίας με την αιτιολογία του σχίσματος, τότε καλούμαστε επειγόντως και άνευ ουδεμιάς καθυστερήσεως σε πνευματική και αποστολική αφύπνιση, διότι «εἰ πάσχει ἕν μέλος, συμπάσχει πάντα τά μέλη» (Α´ Κορ. 12, 26).  
     Για κάποιους η ύπαρξη του σχίσματος στην Ουκρανία ήταν η καλύτερη δικαιολογία, για να εγκαταλείψουν τον ευσεβή αυτό λαό, αποποιούμενοι τις ευθύνες τους ενώπιον του Θεού και της ιστορίας. Για μάς, όμως, ήταν ένα κίνητρο και μια κλήση από το Θεό να βρούμε λύσεις σωτηριώδεις και ενωτικές, προκειμένου να επανεντάξουμε το λαό αυτό στην αγιαστική χάρη της Εκκλησίας. Αυτό που κάναμε, επομένως, ήταν το αποστολικό μας χρέος και αυτό το οποίο έπραξαν οι Άγιοι και θεοφόροι Πατέρες των Οικουμενικών Συνόδων, οι οποίοι δημιουργούσαν συνεχώς τις προϋποθέσεις, ασκώντας απεριόριστη εκκλησιαστική οικονομία, για να ενταχθούν οι εκτός Εκκλησίας στους κόλπους της. Με αυτό το πνεύμα θα ήθελα να δείτε και το θέμα της ενότητας. Δεν πρόκειται για «ανταμοιβή» των Ιεραρχών Φιλαρέτου και Μακαρίου, όπως αναφέρετε στο ερώτημά σας. Το θέμα της Ουκρανίας δεν πρέπει να το προσωποποιούμε. Τα πρόσωπα κάποια στιγμή φεύγουν από αυτό τον κόσμο. 
     Αν η όλη υπόθεση αφορούσε αποκλειστικά και μόνο τα δύο αυτά πρόσωπα, να είστε σίγουρος ότι η Εκκλησία θα είχε λειτουργήσει διαφορετικά. Σήμερα, εξαιτίας της αγάπης του Χριστού και της ενότητας της Εκκλησίας, στα πρόσωπα αυτά αναγνωρίστηκε μόνο η Αρχιεροσύνη και όχι η θέση που κατείχαν. Θα μπορούσαμε να μιλούμε για αποκατάσταση, αν το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε αποδεχθεί τον Φιλάρετο ως Πατριάρχη και τον Μακάριο ως Μητροπολίτη Λβίβ. Αυτό όμως δεν συνέβη.  
     Το θέμα λοιπόν της Ουκρανίας θα πρέπει να το δούμε σφαιρικά, εκκλησιολογικά και σωτηριολογικά. Πάνω από τα πρόσωπα και τα εθνικά συμφέροντα προέχει η θεραπεία του προβλήματος. Σήμερα όλος ο ορθόδοξος λαός της Ουκρανίας ανήκει στην κανονικότητα. Υπάρχει η προϋπόθεση της ενότητας και της μετοχής στο κοινό ποτήριο. Τώρα, αν κάποιοι δεν το δέχονται αυτό, θα πρέπει να διερωτηθούν ποιοι διασπούν την ενότητα.

Δημοσ: Όπως γνωρίζετε, κυκλοφορούν πολλές αντιφατικές πληροφορίες για το Ουκρανικό ζήτημα στα μέσα ενημέρωσης. Κάποιοι άνθρωποι βλέπουν τις κινήσεις σας ως πατρικά εμπνευσμένες, ενώ άλλοι σαν μια έκφραση φιλοδοξίας για εξουσία και σαν μια πρόθεση που θα οδηγήσει σε μια «ωμή παραβίαση του Κανονικού Δικαίου». Έχετε σκεφτεί την τραυματισμένη πνευματική υπόσταση της Ανατολική Ευρώπης μετά την κομμουνιστική περίοδο και αν υπάρχουν επήρειες  των επεκτατικών αμερικανικών ιδεών στις κινήσεις σας; Πριν από κάποια χρόνια, με την παρουσία των επικεφαλής όλων των Ορθοδόξων εκκλησιών, υποσχεθήκατε ότι δεν θα παρέμβετε καθόλου  στα προβλήματα των εκκλησιών στην Ουκρανία, γιατί αυτό αποτελεί ένα εσωτερικό θέμα της Ρωσικής Εκκλησίας. Όπως μάθαμε από κορυφαίους θεολόγους της Κωνσταντινουπόλεως, τα πρωτεία δεν προϋποθέτουν τη δομή πυραμίδας στην Εκκλησία αλλά τη συμφωνία του ενός με τους πολλούς, σύμφωνα με τον 34ο κανόνα των Αγίων Αποστόλων, ο οποίος αναφέρει ότι ο πρώτος δεν κάνει τίποτα χωρίς στην σύμφωνη γνώμη των πολλών (εννοώντας την σύνοδο).

Οικ.Πατρ.: Παρακολουθούμε κι εμείς, όσο μας επιτρέπουν οι πολλές μας υποχρεώσεις, τα διάφορα δημοσιεύματα για το Ουκρανικό και πολλές φορές αισθανόμαστε θλίψη για την παραπληροφόρηση και την παραποίηση της αληθείας. Παρά ταύτα, πιστεύουμε ότι τελικά η αλήθεια νικά. Αυτή επικρατεί και διαλάμπει. Με το πέρασμα του χρόνου θα φανούν οι προθέσεις της Μητρός Εκκλησίας και εμού προσωπικώς, οι οποίες ήταν καθαρά εκκλησιολογικές, κανονικές και σωτηριολογικές. Ασφαλώς δεν τίθεται θέμα εξουσιαστικής επιβολής ή εκφράσεως φιλοδοξίας ή, ακόμη χειρότερα, για «ωμή παραβίαση του Κανονικού Δικαίου», όπως το θέτετε στο ερώτημά σας. Η Ουκρανία απέκτησε την αυτοκεφαλία της. Δεν προστέθηκε τίποτα περισσότερο στο Οικουμενικό Πατριαρχείο ούτε και στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Δεν υπήρξε κάποιο κίνητρο ιδιοτέλειας ή υστεροβουλίας. Απλώς κάναμε το εκκλησιαστικό μας καθήκον. Η χάρις του Θεού μάς αξίωσε να διακονούμε την πρώτη θέση της Ορθοδοξίας για σχεδόν τριάντα χρόνια. Από δω και πέρα δεν περιμένομε τίποτε το ανθρώπινο και κοσμικό. Επικαλούμαστε καθημερινά τη χάρη και το έλεος του Θεού στη ζωή μας και στην Εκκλησία μας. Επομένως, δεν ισχύουν τα όσα γράφονται και λέγονται περί φιλοδοξιών και εξουσιαστικών παρεμβάσεων. Ούτε φυσικά υπήρξαν πιέσεις από συγκεκριμένα κράτη για την αυτοκεφαλία της Ουκρανίας. Οφείλω, όμως, να σας βεβαιώσω ότι αρκετοί αρχηγοί κρατών συνεχάρησαν το Οικουμενικό Πατριαρχείο για την απόφασή του αυτή. Άλλοι με επιστολές και άλλοι με δημόσιες δηλώσεις. Όταν ένα κράτος επαινεί μια απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δεν σημαίνει ότι αυτό το κράτος την καθόρισε. Η Εκκλησία μας λειτουργεί ελεύθερα και απαλλαγμένη από εξωτερικές παρεμβάσεις και κοσμικές πιέσεις.
     Όσον αφορά τώρα κάποιες παλαιότερες δηλώσεις μας περί μη παρεμβάσεως στην Ουκρανία, όντως επί τη βάσει των τότε συνθηκών και δεδομένων είχαμε λάβει αυτή την απόφαση. Όμως, στην πορεία τα δεδομένα άλλαξαν. Πέραν του ότι η Μόσχα για 30 χρόνια δεν κατάφερε να κάνει τίποτα, παρά μόνο να μεγεθύνει το χάσμα μεταξύ του Ουκρανικού λαού, έχουμε τις νέες συνθήκες που διαμορφώθηκαν στην Ουκρανία μετά την κατάληψη της Κριμαίας το 2014. Παράλληλα, έχουμε τις αποφάσεις του Ουκρανικού Κοινοβουλίου υπέρ της αυτοκεφαλίας και το αίτημα της Ουκρανικής Κυβερνήσεως για εκκλησιαστική ανεξαρτησία. Και το βασικότερο είναι ότι υπήρξαν αιτήματα από τους Μητροπολίτες Φιλάρετο και Μακάριο για επανεξέταση των περιπτώσεών τους. Αυτό στην πράξη της Εκκλησίας έχει συμβεί πολλές φορές και κανονικώς ορίζεται ως «έκκλητος προσφυγή». Κάθε ορθόδοξος επίσκοπος, που καταδικάζεται από την Εκκλησία του και θεωρεί ότι έχει αδικηθεί, έχει το δικαίωμα, επί τη βάσει των Ιερών Κανόνων 9ου και 17ου της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, να προσφεύγει στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και να ζητά την επανεξέταση της υποθέσεώς του. Όταν, κατόπιν, το Οικουμενικό Πατριαρχείο μελετά συνοδικώς τις αποφάσεις που έχουν ληφθεί εναντίον αυτών των επισκόπων, δεν «παρεμβαίνει ωμά» στα όρια άλλων Εκκλησιών, όπως λένε κάποιοι, αλλά επιτελεί αυτό που τού υπαγορεύουν οι Ιεροί Κανόνες. Αν ανατρέξετε στην εκκλησιαστική μας ιστορία, θα βρείτε άπειρα παραδείγματα τέτοιων περιπτώσεων, δηλαδή αρχιερέων και άλλων κληρικών, που θεώρησαν ότι αδικήθηκαν από την τοπική τους Σύνοδο και προσέφυγαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η μελέτη λοιπόν και επίλυση του Ουκρανικού ζητήματος έγινε και με αυτό το δεδομένο της υπάρξεως της εκκλήτου προσφυγής.
     Ασφαλώς και έχουμε υπόψη μας τον 34ο Κανόνα των Αγίων Αποστόλων, αλλά ο κανόνας αυτός αναφέρεται στους επισκόπους εκάστου έθνους, οι οποίοι θα πρέπει να αναγνωρίζουν ως κεφαλή τον πρώτο τους και να μην πράττουν τίποτε άνευ της γνώμης του και, αντίστοιχα, ο πρώτος εκάστου έθνους να μην ενεργεί δίχως τη γνώμη των επισκόπων του. Ο κανόνας αυτός επιχειρεί να διασφαλίσει την ενότητα και την ομόνοια στην τοπική Εκκλησία. Δεν είναι κανόνας που αφορά τις σχέσεις των κατά τόπους Εκκλησιών αλλά την εσωτερική διακυβέρνηση μιας τοπικής Εκκλησίας. Επομένως, δεν αναφέρεται στη σχέση του Οικουμενικού Πατριάρχη με τις λοιπές Εκκλησίας. Οι σχέσεις αυτές και η θέση του Κωνσταντινουπόλεως στην Ορθόδοξη Εκκλησία καθορίστηκαν από την Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο και παγιώθηκαν από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο της Χαλκηδόνος. Όσοι γνωρίζουν Κανονικό Δίκαιο και όσοι μελετούν τους Ιερούς Κανόνες γνωρίζουν πολύ καλά ποια είναι η θέση και η ευθύνη του εκάστοτε Οικουμενικού Πατριάρχη στην Ορθόδοξη Εκκλησία.

Δημοσ: Πρόσφατα το Οικουμενικό Πατριαρχείο δημοσίευσε το έγγραφο με το οποίο καταδεικνύεται ότι με την απόφαση του 1686 η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν παραχώρησε εδάφη της Μητροπόλεως Κιέβου στο Πατριαρχείο Μόσχας, αλλά μόνο την άδεια της χειροτονίας του Μητροπολίτη Κιέβου. Αυτό το έγγραφο ήταν πραγματικά ασυνήθιστο,  γιατί για πρώτη φορά δόθηκε η αίσθηση ότι το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως παρουσίαζε κάποιο κανονικό επιχείρημα. Στην αναταραχή της Ουκρανίας υπήρχε μια ερώτηση: Το γεγονός ότι στο Πατριαρχείο Μόσχας δεν δόθηκε ποτέ τόμος σε σχέση με την Ουκρανία, μπορεί να αναιρέσει 300 και πλέον χρόνια πατρικής φροντίδας του Πατριαρχείου Μόσχας γι’ αυτή την χώρα; 

Οικ.Πατρ.: Είναι γεγονός ότι δεν υπάρχει κάποιο κανονικό κείμενο, δηλαδή κάποιος Πατριαρχικός Τόμος ή Πατριαρχική και Συνοδική Πράξη παραχωρήσεως της Μητροπόλεως Κιέβου στο Πατριαρχείο Μόσχας. Τα έγγραφα είναι ξεκάθαρα και οι επιστολές του Πατριάρχη Διονυσίου, που εστάλησαν το 1686, είναι σαφέστατες. Όχι μόνο δεν παραχωρούν τη Μητρόπολη Κιέβου στον Μόσχας αλλά και θέτουν ως βασική προϋπόθεση ότι ο εκάστοτε Κιέβου θα συνεχίσει να μνημονεύει τον Κωνσταντινουπόλεως, ως την κανονική του αρχή. Όσοι έχουν στοιχειώδη εκκλησιολογική και κανονική γνώση αντιλαμβάνονται ότι δεν θα ήταν δυνατόν να παραχωρηθεί η Μητρόπολη Κιέβου στον Μόσχας, αλλά ο Μητροπολίτης Κιέβου θα συνέχιζε να μνημονεύει τον Κωνσταντινουπόλεως. Δυστυχώς το Πατριαρχείο Μόσχας κατήργησε μονομερώς την συμφωνία αυτή. Έπαψε το μνημόσυνο του Κωνσταντινουπόλεως, διότι γνώριζε ότι αυτό ήταν το ορατό σημείο της κανονικής δικαιοδοσιακής αναφοράς της Μητροπόλεως Κιέβου στην Κωνσταντινούπολη. Επίσης, είναι γνωστό ότι πριν από την αποστολή των γραμμάτων του Πατριάρχη Διονυσίου οι Ρώσσοι αδελφοί μας είχαν επιχειρήσει να χειροτονήσουν Μητροπολίτες Κιέβου, αλλά πάντοτε εύρισκαν αντιδράσεις από τον κλήρο και το λαό της Μικράς Ρωσίας, που με κανένα τρόπο δεν ήθελε υπαγωγή στη Μόσχα. Μάλιστα, ο Πατριάρχης Μόσχας Νίκων (1652-1658) αντικανονικώς είχε ιδιοποιηθεί τον τίτλο του Πατριάρχη «της Μεγάλης, της Μικράς και της Λευκής Ρωσίας», γεγονός που απεδείκνυε το επεκτατικό πνεύμα που τους είχε κυριεύσει.
     Όμως, τα κείμενα του 1686 δεν είναι τα πρώτα κανονικά κείμενα που παρουσίασε το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όπως λέτε στην ερώτησή σας. Αν ανατρέξετε στο Τόμο παραχωρήσεως αυτοκεφαλίας στην αδελφή Εκκλησία της Πολωνίας, το 1924, θα διαπιστώσετε ότι γίνεται ειδική αναφορά στη Μητρόπολη Κιέβου. Γράφει συγκεκριμένα το Τόμος της Πολωνίας ότι η απόσπαση της Μητροπόλεως Κιέβου και η προσάρτησή της στην Εκκλησία της Μόσχας δεν συνετελέσθη σύμφωνα με τις κανονικές διατάξεις. Δηλαδή το Οικουμενικό Πατριαρχείο, 238 χρόνια μετά, δεν έπαυσε να υπενθυμίζει αυτή την αντικανονική κατάληψη της Μητροπόλεως Κιέβου από τον Πατριάρχη Μόσχας. 
     Βεβαίως, το καθεστώς αυτό ίσχυε για 300 και πλέον χρόνια. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι επήλθε κανονικότητα. Δεν υπάρχει κάποιος κανόνας που να μας λέει ότι η αμαρτία και η αντικανονικότητα με την παρέλευση των ετών κανονικοποιούνται και θεραπεύονται. Από όσο ξέρουμε μάλιστα, «τὸ ἐξ ἀρχῆς ἀνυπόστατον οὐ βεβαιοῦται τῇ χρονίᾳ παραδρομῇ».

Δημοσ: Είναι κάποιοι που υποστηρίζουν ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο μπήκε σε μια ξένη εκκλησιαστική δικαιοδοσία και παρεχώρησε αυτοκεφαλία. Έχει τέτοιο δικαίωμα ή προνόμιο η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως να επεμβαίνει αυτοβούλως όπου θέλει και κυρίως σε εδάφη άλλων Εκκλησιών; Γιατί, εν τοιαύτη περιπτώσει, το Αυτοκέφαλο δεν χορηγήθηκε μετά από συνεννόηση με τις άλλες Ορθόδοξες Εκκλησίες; 

Οικ.Πατρ.: Από όσα αναφέραμε προηγουμένως, αντιλαμβάνεστε ότι δεν μπήκαμε σε ξένη εκκλησιαστική επαρχία. Είχαμε παραχωρήσει την άδεια της χειροτονίας του Μητροπολίτου Κιέβου στον Πατριάρχη Μόσχας, κι αυτό με συγκεκριμένες προϋποθέσεις που δεν έγιναν σεβαστές από την πλευρά της Ρωσσίας. Εισπηδήσεις και υπερόριες παρεμβάσεις το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν έκανε ποτέ στην ιστορία του. Δεν έχουμε επεκτατικές τάσεις. Σας προτρέπω να μελετήσετε την εκκλησιαστική ιστορία από την Δ΄ Οικουμενική Σύνοδο και μετά. Θα διαπιστώσετε ότι η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως συνεχώς μειώνεται και ελαττώνεται. Παράλληλα, διαβάστε και τις αποφάσεις της Συνόδου που έλαβε χώρα στο Ναό της Παναγίας της Παραμυθίας εδώ στην Κωνσταντινούπολη το 1593. Η Σύνοδος αυτή καθόρισε τα όρια του νεοσύστατου τότε Πατριαρχείου Μόσχας. Μελετήστε αν τα όρια αυτά που καθόρισαν οι Άγιοι Πατέρες είναι τα ίδια με τα σημερινά της αδελφής Εκκλησίας της Ρωσίας. Τίθεται λοιπόν ένα ερώτημα εδώ: Μπορεί η κάθε Εκκλησία αυτοβούλως να επεκτείνει τα όριά της και μάλιστα εις βάρος κάποιας άλλης; 
     Εμείς ως Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν κάναμε καμία παρέμβαση. Όπως αναφέραμε και προηγουμένως, το ζήτημα της Ουκρανίας ήταν χρονίζον. Δεν αποφάσισε ξαφνικά η Μητέρα Εκκλησία να ασχοληθεί με ένα ανύπαρκτο πρόβλημα. Το ότι κάποιοι είχαν εξοικειωθεί με την ιδέα του σχίσματος και αδιαφορούσαν για το τεράστιο εκκλησιαστικό πρόβλημα που υπήρχε, αυτό δεν μας απαλλάσσει της ευθύνης για την επίλυσή του.
     Όσον αφορά στην χορήγηση αυτοκεφάλου σε συνεννόηση με τις υπόλοιπες Ορθόδοξες Εκκλησίες, αυτό δεν έγινε, διότι δεν αποτελεί παράδοση στην Εκκλησία μας. Όλοι οι Τόμοι Αυτοκεφαλίας που έχουν παραχωρηθεί στις νεοπαγείς Αυτοκέφαλες Εκκλησίες (Ρωσίας, Σερβίας, Ρουμανίας, Βουλγαρίας, Γεωργίας, Αθηνών, Βαρσοβίας, Τιράνων και Πρέσοφ) έχουν παραχωρηθεί από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, δίχως να υπάρξει κάποια συνεννόηση και κάποια συνεργασία σε πανορθόδοξο επίπεδο. Και πραγματικά προκαλεί εντύπωση το ότι οι Εκκλησίες που έλαβαν τον Τόμο της αυτοκεφαλίας τους μόνο με την υπογραφή του Κωνσταντινουπόλεως, σήμερα διερωτώνται πώς είναι δυνατόν το Οικουμενικό Πατριαρχείο να χορηγήσει μονομερώς Τόμο Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία. Η απάντηση είναι σαφής: με τον ίδιο τρόπο και την ίδια διαδικασία που παρεχώρησε την εκκλησιαστική ανεξαρτησία σε όλες τις νεοπαγείς Εκκλησίες.

Δημοσ.: Όπως γνωρίζετε, η Σύνοδος της Σερβικής Εκκλησίας δήλωσε ότι δεν θα υπάρξει κοινωνία με τους Φιλάρετο Denisenko και Μακάριο Maletic. Μετά την παροχή της αυτοκεφαλίας, δεν είναι σίγουρο ότι οι δύο σχισματικές ομάδες στην Ουκρανία ενώθηκαν και δεν συνεχίζουν να αντιμάχονται η μία την άλλη, ενώ και ο Φιλάρετος Denisenko καταδεικνύει ανοιχτά ότι δεν σχεδιάζει να σεβαστεί υποσχέσεις και επιχειρήματα. Δυο ερωτήματα εγείρονται λοιπόν: Είχατε το δικαίωμα να άρετε ή να μειώσετε τον εκκλησιαστικό αποκλεισμό και να δεχθείτε σχισματικούς, καταδικασμένους από άλλους επισκόπους; Υπάρχει τρόπος ο Φιλάρετος να διατηρήσει τον τίτλο του πατριάρχη και μπορείτε να κάνετε εσείς κάτι γι’ αυτό; Επικριτές των αποφάσεων σας ισχυρίζονται ότι o Φιλάρετος πηγαίνει σε διάφορα μέρη και λειτουργεί με τα πατριαρχικά διακριτικά, ενώ έχει συμφωνηθεί ότι δεν θα το κάνει αυτό, και παρουσιάζεται σαν  «πατριάρχης», έχοντας μειώσει τον ρόλο του αρχιεπισκόπου Επιφανίου σε αυτόν κάποιου «υπουργού εξωτερικών». Με εξέπληξε η εκλογή του νεαρού Επιφανίου από τους Ουκρανούς, ο οποίος προέρχεται από την «παράταξη» του Φιλάρετου, στις 15 Δεκεμβρίου 2018, και από το Συμβούλιο Ενότητας της ίδια μέρας, ως επικεφαλής της Εκκλησίας της Ουκρανίας, και όχι του Συμεών, του μητροπολίτη της κανονικής Ουκρανικής Εκκλησίας.

Οικ.Πατρ.: Δεν υπάρχουν πια σχισματικοί στην Ουκρανία, διότι η Εκκλησία τους αποκατέστησε. Κι εμείς θεωρούμε μεγάλη ευλογία της χάριτος του Παναγίου Πνεύματος το ότι τόσα εκατομμύρια ανθρώπων εισήλθαν και πάλι στην κανονικότητα. Αν μάλιστα ανατρέξετε στα Πρακτικά των Οικουμενικών Συνόδων, θα δείτε ότι αυτό που έπραξε η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως δεν είναι μια καινούργια και πρωτοφανής πράξη. Η αγωνία των Πατέρων μας ήταν να δημιουργούν πάντοτε τις προϋποθέσεις για ενότητα και επανένταξη στην Εκκλησία. Έχοντας ενώπιόν τους τα χείριστα δεδομένα, προσπαθούσαν να εξαγάγουν το βέλτιστο αποτέλεσμα. Σχετικά λοιπόν με το ερώτημά σας αν μπορούσαμε να κάνουνε αυτή την αποκατάσταση, σας απαντώ ευθέως: ασφαλώς και μπορούσαμε, αφού μάλιστα δεν υπήρχαν και δογματικές διαφορές. Ήδη προηγουμένως αναφερθήκαμε στον 9ο και 17ο Κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, που δίδουν το δικαίωμα στον Οικουμενικό Πατριάρχη να μεριμνά για τέτοια θέματα. Το δικαίωμα αυτό ή μάλλον τη μεγάλη αυτή εκκλησιαστική ευθύνη δεν την ανακαλύψαμε εμείς, αλλά την παραλάβαμε. Και οι Άγιοι Πατέρες που τη θέσπισαν, γνώριζαν καλά γιατί το έκαναν. 
     Όσον αφορά στον Φιλάρετο, η Εκκλησία τον αναγνωρίζει ως Μητροπολίτη πρ. Κιέβου. Τώρα στα εσωτερικά της Εκκλησίας της Ουκρανίας δεν επιθυμούμε να παρέμβουμε, αν δεν μας το ζητήσουν. Επομένως, για μας υπάρχει ο Μητροπολίτης πρ. Κιέβου Φιλάρετος. Πατριάρχης Κιέβου δεν υπάρχει και δεν υπήρχε ποτέ. Αλλά και πάλι πιστεύω ότι δεν πρέπει να προσωποποιούμε το ζήτημα. Δεν είναι όλη η Ουκρανία ο Φιλάρετος.

Δημοσ.: Κάποιοι άνθρωποι ισχυρίζονται συχνά ότι ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος, ως «Πάπας της Ανατολής», θεωρεί ότι δεν υπάρχει κανένας στον οποίον πρέπει να δώσει εξηγήσεις ή να επικυρώσει τις αποφάσεις του, γιατί η εξουσία του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως πηγάζει από τις Οικουμενικές Συνόδους. Πολλοί πιστεύουν ότι ο καινούριος τόμος της αυτοκεφαλίας της Εκκλησίας της Ουκρανίας δεν είναι αποδεκτός, λόγω θεολογικών ιδεών και κατασκευών που ενυπάρχουν σε αυτόν, ειδικά αυτών στους οποίους αναφέρεται ότι εσείς είστε η κεφαλή αυτής της Εκκλησίας. Κατά κάποιον τρόπο, το κοινό έχει αποκομίσει την αίσθηση ότι είστε κατά των Σλάβων. Πρόσφατα είχατε αναφέρει ότι «οι αδελφοί μας οι Σλάβοι δεν αποδέχονται το προβάδισμα της μητρός Εκκλησίας». Τι εννοούσατε με αυτό;

Οικ.Πατρ.: Δεν υπάρχει «Πάπας της Ανατολής» στη συνείδηση της Ορθοδόξου Εκκλησίας και ασφαλώς στη δική μας σκέψη και ταπεινή διακονία. Ο εκάστοτε Οικουμενικός Πατριάρχης δεν λειτουργεί μονομερώς και αυτοβούλως, αλλά συνεργάζεται και συναποφασίζει με την Αγία και Ιερά Σύνοδο. Είναι, όμως, γεγονός το ότι οι Οικουμενικές Σύνοδοι έχουν δώσει ευθύνες και υποχρεώσεις στην Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως που δεν έχουν οι άλλες Εκκλησίες. Κι αυτό δεν έχει ανατεθεί στη Μητέρα Εκκλησία από μία Οικουμενική Σύνοδο ή με ένα μόνο Κανόνα. Δεν πρόκειται, επομένως, για σύμπτωση ή για συναφειακή συγκυρία των καιρών εκείνων. Υπάρχουν πολλοί Ιεροί Κανόνες και αρκετές αποφάσεις Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων που επιβεβαιώνουν τα προνόμια αυτά. Την πραγματικότητα αυτή δεν μπορούμε να την αλλάξουμε εμείς, ούτε και  έχουμε τέτοιο δικαίωμα. Τα προνόμια αυτά του Οικουμενικού Πατριαρχείου δεν σχετίζονται με κάποια κοσμική εξουσία αλλά με μια πνευματική διακονία και ευθύνη. Πρόκειται για ένα υψηλό, εκκλησιαστικό και πνευματικό έργο. Έχοντας την εμπειρία της διακονίας στον Πατριαρχικό Θρόνο για τρεις σχεδόν δεκαετίες, μπορώ να σας διαβεβαιώσω ότι ο σταυρός του εκάστοτε Κωνσταντινουπόλεως είναι το πρωτείο του.
     Τους Σλάβους τους αγαπώ και εκτιμώ την ευλάβειά τους και την πίστη τους. Το ότι, όμως, κάποιοι εξ αυτών δεν αποδέχονται το προβάδισμα της Μητρός Εκκλησίας, αυτό είναι γεγονός. Δεν επηρεάζει, ωστόσο, αυτή τους η άρνηση την αγάπη μας προς αυτούς. Τους αγαπούμε και θα συνεχίσουμε να τους αγαπούμε. Μην ξεχνάτε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο χορήγησε Τόμο Αυτοκεφαλίας στην Ουκρανία, που είναι Σλαβικός λαός. Δεν θα δίναμε τέτοια προνόμια, αν δεν τους αγαπούσαμε. Εξάλλου, ο απλός Σλαβικός λαός πολλές φορές μας έχει δείξει την αγάπη του και το σεβασμό του.
     Ο Τόμος που δόθηκε στην Ουκρανία δεν είναι, επίσης, ένα κείμενο, που δημιουργήθηκε για να επιβεβαιώσει τα προνόμια του Κωνσταντινουπόλεως. Αντιθέτως, πρόκειται για ένα κείμενο κανονικό και τεχνικό, το οποίο ακολουθεί την παράδοση της Μητρός Εκκλησίας. Δεν αναγράφεται τίποτε στον Τόμο της Ουκρανίας που δεν συμπεριλαμβάνεται σε άλλους Τόμους. Αυτό το οποίο θέτετε περί του ότι «ο Κωνσταντινουπόλεως είναι κεφαλή της Εκκλησίας», γράφεται ακριβώς και στον Τόμο που δόθηκε στον Μόσχας το 1590. Πολλά στοιχεία, επίσης, του Τόμου της Ουκρανίας υπάρχουν και στον Τόμο της Αυτοκεφαλίας της Σερβίας. Δεν πρόκειται για καινούργιο κείμενο επομένως. Απλώς οι παλαιότεροι ελάμβαναν τον Τόμο και ευχαριστούσαν τον Θεό,  δεν είχαν δε καμία δυσκολία να δεχθούν ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία έχει Πρώτο. Σήμερα κάποιοι μελετούν τον Τόμο της Ουκρανίας μεμονωμένα και όχι με καλή διάθεση. Ωστόσο, το κείμενο αυτό δεν αποτελεί ένα ξένο ή ένα καινούργιο κείμενο  ως προς τους Τόμους των υπολοίπων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών. Υπάρχει ενότητα, συνάφεια και συνέχεια. Έτσι λειτουργεί το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Δημοσ: Έχει ειπωθεί ότι, ιστορικά μιλώντας, οι αυτοκεφαλίες παραχωρούνταν μόνο σε περιοχές οι οποίες ήταν συμπαγείς επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αληθεύει αυτό; Επίσης, μπορούν τα εδαφικά σύνορα και η πολιτική δομή μια περιοχής να είναι ένα μέτρο της θρησκευτικής αποφασιστικότητας και των αρμοδιοτήτων της Εκκλησίας;

Οικ.Πατρ.: Όπως προαναφέρθηκε, όλες οι αναγνωρισμένες Αυτοκέφαλες Εκκλησίες έλαβαν την αυτοκεφαλία τους από το Οικουμενικό Πατριαρχείο, όχι διότι αυτές ανήκαν κάποτε στη δικαιοδοσία του, αλλά διότι η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, επί τη βάσει των Ιερών Κανόνων, έχει την υπερόρια εξουσία και το δικαίωμα να επιλαμβάνεται θεμάτων άλλων τοπικών Εκκλησιών. Αυτό το οποίο λέγεται, ότι δηλαδή κάθε τοπική Εκκλησία μπορεί να χορηγήσει αυτοκεφαλία σε κάποια εδαφική περιοχή της δικαιοδοσίας της, δεν ισχύει κανονικώς και μία τέτοια τακτική δεν επικράτησε ποτέ στην συνείδηση και την πράξη της Ορθοδόξου Εκκλησίας. Προφανώς λέγεται από κάποιους, διότι θέλουν να μειώσουν το ρόλο του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Αυτό, όμως, δεν εκφράζει την εκκλησιαστική πραγματικότητα. Το Πατριαρχείο Γεωργίας, για παράδειγμα, δεν ήταν ποτέ στη δικαιοδοσία μας. Όμως από την Κωνσταντινούπολη έλαβε την αυτοκεφαλία και την Πατριαρχική αξία.
     Σχετικά με τις γεωπολιτικές μεταβολές και τα εδαφικά σύνορα και το κατά πόσο επηρεάζουν τις εκκλησιαστικές αποφάσεις, η πράξη της Εκκλησίας μάς διδάσκει ότι οι αλλαγές αυτές δεν καθορίζουν τις αποφάσεις της, αλλά, ναι, κάποιες φορές, τις επηρεάζουν. Πιο συγκεκριμένα, μία από τις προϋποθέσεις για τη χορήγηση αυτοκεφαλίας είναι και η συγκρότηση του κράτους. Αλλά αυτό δεν σημαίνει ότι όποτε υπάρχει συγκρότηση κράτους δίδεται και αυτοκεφαλία. Απαιτούνται και άλλες προϋποθέσεις κανονικές και εκκλησιαστικές. Η Εκκλησία της Σερβίας απέκτησε την αυτοκεφαλία της, όταν απέκτησε και γεωγραφική κρατική οντότητα και ο ηγεμόνας της Σεβίας, το 1879, μαζί με την τοπική Ιεραρχία ζήτησαν την εκκλησιαστική τους ανεξαρτησία από το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Η Σερβία, όμως, είχε και όλες τις άλλες εκκλησιαστικές και πνευματικές προϋποθέσεις. Δεν απέκτησε την αυτοκεφαλία της από το Οικουμενικό Πατριαρχείο μόνο λόγω της κρατικής δομής και συστάσεώς της. 

Δημοσ.: Ως πρωτόθρονη Εκκλησία, το Οικουμενικό Πατριαρχείο είχε την ισχυρότερη σύνδεση μετά της Σερβικής Ορθοδόξου Εκκλησίας, η οποία έχει αρκετά διαφορετικά σύνορα χωρών εντός των εδαφών της. Αντι-εκκλησιαστικές και νέο-κομουνιστικές δομές, οι οποίες πολλές φορές υποστηρίζονται άκριτα από τις τοπικές αρχές, προσπαθούν να υποστηρίξουν την αυτοκεφαλία πολλών μικρών περιοχών, όπως η ΠΓΔ Μακεδονίας και το Μαυροβούνιο. Τι θα είχατε να πείτε στους Σέρβους της ΠΓΔ Μακεδονίας και του Μαυροβουνίου; Επίσης, φτάνουν οι αρμοδιότητες σας μέχρι την Σλοβενία, όπως ισχυρίζονται τα μέσα ενημέρωσης; Ο Milutin Stancic, ένας πιστός από την Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδας (της οποίας επικεφαλής είναι ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης, ο οποίος υπάγεται στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Σερβίας) θα ήθελε να ρωτήσει κάτι παρόμοιο: «Έχετε σκοπό να χωρίσετε τον Τόμο που δώσατε στην Εκκλησία της Σερβίας, με τον οποίο η Εκκλησία της ΠΓΔ Μακεδονίας ανήκει στην αρμοδιότητα της πρώτης;». Υπάρχει περίπτωση να πάρετε κάποια άλλη απόφαση;

Οικ.Πατρ.: Δυστυχώς, στο σημείο αυτό υπάρχει μεγάλη παραπληροφόρηση. Ταυτίζουν την περίπτωση της Ουκρανίας με τα Σκόπια και το Μαυροβούνιο και αυτό γίνεται τεχνηέντως, διότι θέλουν να στρέψουν την Εκκλησία της Σερβίας εναντίον του Οικουμενικού Πατριαρχείου. Μάλιστα, από όσο μπορούμε να γνωρίζουμε, πολλοί Ιεράρχες της Σερβικής Εκκλησίας κρατούν αποστάσεις από την Ουκρανία, φοβούμενοι ότι αυτό που έγινε εκεί θα επαναληφθεί στο Μαυροβούνιο και στην Αχρίδα. Αλλά σας διαβεβαιώνουμε ότι τα πράγματα δεν είναι έτσι. Η Εκκλησία της Σερβίας είχε συγκεκριμένα γεωγραφικά όρια. Όταν η κρατική υπόσταση της Σερβίας επεκτάθηκε, οι Σέρβοι αδελφοί μας απευθύνθηκαν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και ζήτησαν την εκκλησιαστική υπαγωγή των νέων εδαφών αυτών στη δικαιοδοσία τους. Το Οικουμενικό Πατριαρχείο απάντησε θετικά και εκχώρησε τα εδάφη αυτά με Τόμο, κάτι το οποίο δεν συνέβη με την Εκκλησία της Ρωσίας η οποία κατεπάτησε εδάφη του Οικουμενικού Πατριαρχείου, δίχως να έχει λάβει κάποια κανονική εκχώρηση. Η διαφορά, λοιπόν, με την Ουκρανία, κανονικώς και εκκλησιολογικώς, είναι ότι η Ρωσία εισπήδησε και κατέλαβε τη Μητρόπολη Κιέβου, χωρίς ποτέ να της έχει παραχωρηθεί, ενώ η Σερβία ό,τι έχει της ανήκει κανονικώς και εκκλησιολογικώς. Αυτό σημαίνει ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν πρόκειται να αλλοιώσει το καθεστώς της Εκκλησίας της Σερβίας και τα όριά της, δίχως να υπάρξει συνεννόηση και συνεργασία. Ποτέ το Οικουμενικό Πατριαρχείο δεν παρεμβαίνει στα όρια των άλλων Εκκλησιών, παρά μόνο εάν υπάρχει σχετικό αίτημα και μείζων εκκλησιαστική ανάγκη.
     Σχετικά με τα δημοσιεύματα της Σλοβενίας, τα οποία υπέπεσαν στην αντίληψή μας, λυπούμαστε, διότι ακριβώς εξυπηρετούν συγκεκριμένες σκοπιμότητες. Προτρέπουμε τους ενδιαφερομένους να αναγνώσουν το Τόμο Αυτοκεφαλίας της Ουκρανίας, για να διαπιστώσουν εκεί ότι η νεοσύστατη Αυτοκέφαλη Εκκλησία της Ουκρανίας δεν έχει κανένα κανονικό δικαίωμα επί των Ουκρανών εκτός του Ουκρανικού κράτους. Οι Ουκρανοί πιστοί που ευρίσκονται στα εδάφη συγκροτημένων και αναγνωρισμένων Εκκλησιών υπάγονται στους κατά τόπους Επισκόπους και οι Ουκρανοί της Διασποράς υπάγονται, σύμφωνα με τον 28ο Κανόνα της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, στο Οικουμενικό Πατριαρχείο. Έτσι οι Ουκρανοί της Πολωνίας υπάγονται στον Μακαριώτατο Αδελφό κ. Σάββα και αντιστοίχως οι Ουκρανοί της Σλοβενίας υπάγονται στον τοπικό Επίσκοπο του Πατριαρχείου Σερβίας. Δεν υπάρχει καμία περίπτωση η νεοσύστατος Εκκλησία της Ουκρανίας να στείλει επισκόπους εκτός των ορίων της. Αυτό, λοιπόν, που δημοσιεύθηκε περί εγκαταστάσεως επισκόπων στη Σλοβενία είναι ψευδές.

Δημοσ: Ακόμα, πολλοί ισχυρίζονται ότι η σημερινή Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας έχει μεγαλύτερη αυτονομία από την Μόσχα, από αυτήν που έχει η αυτοκέφαλη Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας από την Κωνσταντινούπολη. Πιστεύετε ότι, αντί της συνήθους και αναμενόμενης αυτοκεφαλίας, παραχωρήσατε στους Ουκρανούς λιγότερα προνόμια και ανεξαρτησία από αυτά που απολαμβάνει η κανονική Εκκλησία της Ουκρανίας υπό το πατριαρχείο Μόσχας;

Οικ.Πατρ.: Η αυτοκεφαλία που δόθηκε στην Ουκρανία είναι ολοκληρωμένη και δεν έχει καμία διαφορά από αυτήν που έλαβαν οι λοιπές νεοπαγείς Αυτοκέφαλες Εκκλησίες.

Δημοσ.: Το θέμα στό Κόσοβο και στη Μετόχια είναι η μεγαλύτερη ανησυχία για τους Σέρβους, μια και πολλές εκκλησίες καί μοναστήρια έχουν καταστραφεί και βασικά ανθρώπινα δικαιώματα έχουν κινδυνεύσει. 

Οικ.Πατρ.: Το Οικουμενικό Πατριαρχείο και εμείς προσωπικώς είμεθα ευθαρσώς εναντίον των βεβηλώσεων και καταστροφών κάθε θρησκευτικού οικοδομήματος. Αυτό, φυσικά, συμπεριλαμβάνει τους Ορθόδοξους, Εβραϊκούς και Μουσουλμανικούς τόπους λατρείας, οι οποίοι δυστυχώς υπόκεινται σε βανδαλισμούς και βεβηλώνονται, απλώς επειδή ευρίσκονται σε περιοχές όπου υφίστανται διαφορές στα θρησκευτικά «πιστεύω», στις παραδόσεις και τις πρακτικές των μονοθεϊστικών κοινοτήτων. Έχουμε επισκεφθεί διάφορα μοναστήρια στό Κόσοβο, στη Μετόχια, στη Γκρακανίκα και στο Δεκάνι, τα οποία χτίστηκαν με το αίμα και την πίστη των ευλαβών Ορθοδόξων Σέρβων. Αυτά αποτελούν ένα υπερήφανο δομικό στοιχείο της πλούσιας Σερβικής ιστορίας και πραγματικά κατατάσσονται μεταξύ των πιο όμορφων μοναστηριών του κόσμου. Είναι, πράγματι, ανεκτίμητα θρησκευτικά κειμήλια των ευσεβών Σέρβων και της ανθρώπινης καλλιτεχνικής δημιουργίας αλλά και του παγκόσμιου πολιτισμού στο σύνολό του. Η καταστροφή τους έχει οδηγήσει στην κατάταξή τους μεταξύ των μνημείων παγκόσμιας κληρονομιάς τηςUNESCO. Συναισθανόμαστε απόλυτα τους αγαπητούς αδελφούς μας Σέρβους και μετέχουμε στον πόνο τους και την απογοήτευσή τους. Δια μέσου αυτής της γνήσιας, αυθεντικής και αδελφικής αλληλεγγύης, ερχόμαστε εμείς εγγύτερα σε αυτούς και αυτοί σε εμάς. Επαινούμε ολοκαρδίως την σταθερή και αδιάκοπη ευλάβειά τους, την οποία προσωπικώς βιώσαμε και γνωρίσαμε από τις προηγούμενες επισκέψεις μας στη Σερβία, και η προσευχή μας είναι να δούμε πολύ σύντομα την ολοκληρωτική αποκατάσταση αυτών των ιερών τόπων. Και εάν ο Θεός το επιτρέψει, θα επισκεφθούμε το Βελιγράδι το επόμενο φθινώπορο, όπου θα εορτάσουμε μαζί την επέτειο των 800 ετών από τήν ανύψωση του Αγίου Σάββα σε Αρχιεπίσκοπο των Σέρβων. Έχουμε κιόλας λάβει πρόσκληση από τον Πατριάρχη Ειρηναίο, στην οποία η απάντησή μας ήταν: «Οποτεδήποτε ο Πατριάρχης μάς καλεί, εμείς πάντα ανταποκρινόμαστε με μεγάλη ευχαρίστηση». 

Δημοσ.: Στον ορθόδοξο κόσμο, ανά τους αιώνες, ο Θρόνος της Κωνσταντινουπόλεως έπαιξε συντονιστικό ρόλο ανάμεσα στις Ορθόδοξες Εκκλησίες. Πώς μπορεί να παίξει αυτόν τον ρόλο και σήμερα; Ποιο είναι το μέλλον αυτού το θέματος;

Οικ.Πατρ.: Όντως το Οικουμενικό Πατριαρχείο εκλήθη κατά το παρελθόν με αίσθημα ευθύνης να συντονίσει αλλά και να αποφασίσει για διορθόδοξα θέματα. Θα συνεχίσει την αποστολή του και την πορεία του μέσα στην ιστορία, έχοντας ρόλο συντονιστικό και αποφασιστικό, ανάλογα βεβαίως με τις περιστάσεις και τα δεδομένα των καιρών. Όπως προσφυώς ελέχθη τελευταία, η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως είναι «άρχουσα και πάσχουσα». Το Φανάρι είναι «κενούμενον και καινοποιούν». Εμείς ζούμε αυτές τις δύο ιδιότητες του Οικουμενικού Θρόνου.
     Το Πατριαρχείο μας έχει ένα μυστηριακό χαρακτήρα, που δεν αρέσει και δεν αναπαύει τους ανθρώπους των οποίων οι πόθοι και οι οραματισμοί εδράζονται επί της αριθμολαγνείας, της μεγαλομανίας της στενής λογικής και της κοινοτυπίας των υλικών συγκινήσεων. Γι’ αυτό δυσκολεύονται να μας κατανοήσουν όσοι είναι εγκλωβισμένοι στη ματαιότητα και στην εκκοσμίκευση.
     Εδώ, στην Πρώτη Εκκλησία, επιτελέστηκε μυστήριο μέγα, το οποίο υπερβαίνει την ανθρώπινη λογική και κατανοείται μόνο υπό το πρίσμα της πίστεως και της συνεργίας του ουρανού και της γης. Εδώ θεμελιώθηκε η αρχή των δογμάτων, από εδώ ξεκίνησε η θεολογία, εδώ κατεγράφη η σοφία των Πατέρων μας, εδώ πραγματοποιήθηκαν οι Οικουμενικές Σύνοδοι, εδώ στοιχειοθετήθηκε η αρχή των Ιερών Παραδόσεών μας, εδώ θεσπίστηκαν οι Ιεροί Κανόνες, εδώ βιώθηκε και άνθησε ο μοναχισμός, εδώ οργανώθηκε ο εκχριστιανισμός των λαών και εδώ ευλογήθηκε η εκκλησιαστική υπόσταση όλων των νεοπαγών κατά τόπους Ορθοδόξων Εκκλησιών, μεταξύ αυτών και της Σερβίας.
     Όλος αυτός ο πολύτιμος και πλούσιος αμητός καθορίζει την πατριαρχική μας πορεία, όπως καθόρισε την πορεία των αοιδίμων προκατόχων μας, και είμαι βέβαιος ότι θα εμπνεύσει και την πορεία των διαδόχων μας. Με αυτά που μας κληροδότησε η Ορθόδοξη Εκκλησία πορευόμαστε για τη δόξα του Χριστού, την ενότητα των Εκκλησιών και τη σωτηρία των ανθρώπων. Με τη χάρη του Θεού, έτσι κινηθήκαμε και η επιθυμία μας είναι έτσι και να τελειώσουμε.

Αγιοκατάταξη των Νεομαρτύρων της Αυτόνομης Εκκλησίας της Εσθονίας


Αποφασίστηκε από την Αγία και Ιερά Σύνοδο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κατόπιν προτάσεως της Ιεράς Συνόδου της Αυτονόμου Εκκλησίας της Εσθονίας και του Προέδρου αυτής, Σεβ. Μητροπολίτου Ταλλίνης και πάσης Εσθονίας κ. Στεφάνου, η καταγραφή στο Αγιολόγιο της Εκκλησίας μας των Εσθονών Νεομαρτύρων, που μαρτύρησαν για το Χριστό και την Εκκλησία Του κατά τα έτη 1944-1955.

Τα ονόματα των νέων Αγίων Νεομαρτύρων είναι: 

Άγιος Πέτρος, Επίσκοπος Τάρτου και Πέτσερι, 
Άγιος Αλύπιος, Αρχιμανδρίτης 
Άγιος Βλαδίμηρος, Πρωτοπρεσβύτερος 
Άγιος Σεραφείμ, Ιερεύς 
Άγιος Ιωάννης, Ιερεύς 
Άγιος Λεωνίδας, Ιερεύς 
Άγιος Ανδρέας 
Άγιος Αλέξανδρος 

Η μνήμη τους ορίστηκε να επιτελείται στις 20 Αυγούστου. 

Ο Ορθόδοξος κλήρος και λαός της Εσθονίας δέχθηκαν την απόφαση αυτή της Μητρός Εκκλησίας της Κωνσταντινουπόλεως με μεγάλη χαρά και πνευματική ικανοποίηση, δοξάζοντας το Θεό για τους Αγίους Του και επικαλούμενοι τις πρεσβείες τους.

Το Σκοπιανό από ορθόδοξη σκοπιά


Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ρωμανός Αναστασιάδης

Μια σπουδαία σχετικά πρόσφατη εκκλησιαστική είδηση πέρασε «στα ψιλά», αφού δεν προβλήθηκε όπως θα έπρεπε από τις γνωστές μεγάλες σελίδες εκκλησιαστικής ειδησεογραφίας ούτε και συζητήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως άλλα ήσσονος σημασίας θέματα...

Όπως λοιπόν διαβάζουμε στο ρεπορτάζ του Αντ. Τριανταφύλλου στην ιστοσελίδα της εφημερίδας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ:

«Κίνηση φιλίας της σχισματικής Εκκλησίας Αχρίδος σε Ελλάδα και Φανάρι

Σε μια κίνηση φιλίας προς τον ελληνικό λαό και παράλληλα σεβασμού προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχώρησε η λεγόμενη ως σχισματική Εκκλησία της Αχρίδος, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο.
     Η Ιερά Σύνοδός της αποφάσισε την αλλαγή τίτλου στον επίσκοπο Ιάκωβο, στον οποίο αρχικά είχε αποδώσει τον τίτλο του «Πολυανής», προκαλώντας την αντίδραση του ελλαδίτη μητροπολίτη Πολυανής και Κιλκισίου Εμμανουήλ. 
     Οι εκκλησιαστικές Αρχές στα Σκόπια -που για λόγους όχι εκκλησιαστικούς είμαστε σε σχίσμα μέχρι τώρα- αποφάσισαν να διαγράψουν από τον τίτλο του δικού τους επισκόπου το «Πολυανής», αλλάζοντάς τον σε «Στοβίων», όταν πληροφορήθηκαν ότι πιθανόν θίγεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
     Θετική αίσθηση σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο προκαλεί και το γεγονός ότι ο μητροπολίτης του γειτονικού κράτους αναφέρει ρητώς την ευέλικτη στάση της Εκκλησίας τους ως προς το όνομα, κάτι που φαίνεται και από το επιστολόχαρτο που δημοσιεύει η «δημοκρατία», όπου λέγεται «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, Ιερά Μητρόπολις Στρωμνίτσης» και μέσα στην επιστολή αναφέρεται: «Αφού ημείς, η Ιεραρχία της ΑγιωτάτηςΑρχιεπισκοπής Αχριδών, εξεφράσαμεν ευελιξείαν ως προς το εφ’ εξής όνομα της Εκκλησίας ημών ώστε να θριαμβεύση και ο εν τω μέσω ημών Κύριος της Δόξης, ο εις ενότητα πάντας καλέσας...».
     Ο μητροπολίτης Στρωμνίτσης εξηγεί στον μητροπολίτη Κιλκισίου τους λόγους για τους οποίους δόθηκε στον επίσκοπο Ιάκωβο ο τίτλος «Πολυανής»: «Εδίδομεν δε τούτον τον τίτλον μόνο διότι η αρχαία Πολυανή τυγχάνει η σημερινή παλαιά Δοϊράνη, ήτις ως γνωστόν ευρίσκεται εντός των ορίων της Επαρχίας Στρωμνίτσης και δι’ ουδένα άλλον λόγον». 
     Ο μητροπολίτης Ναούμ καταλήγει: «Είμεθα βέβαιοι, άγιε αδελφέ και πολυτίμητε γείτον Ιεράρχα, ότι δια της πράξεως ταύτης αναπαύονται τα σπλάχνα της Σεβασμιότητος υμών και καθησυχάζει η ευαίσθητος περί τα ζητήματα των δικαίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου έντιμος συνείδησις υμών».
     Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση των εκκλησιαστικών Αρχών στα Σκόπια έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτή του Πατριαρχείου Βουλγαρίας, το οποίο, αν και βρίσκεται σε κοινωνία με όλες τις Εκκλησίες, επιμένει στην ονομασία του επισκόπου Αδριανουπόλεως σε δικό της ιεράρχη, η οποία είναι επαρχία και αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου».


Πολλοί θα σκέφτηκαν: «Από συμφέρον το έκαναν, για να κερδίσουν αυτό που ζητάνε! Μας κοροϊδεύουν». Όμως, γιατί να είναι έτσι; Γιατί δεν έκανε το ίδιο η Βουλγαρία με τη δική της περίπτωση;

Εκτός φυσικά από τη διπλωματική και πολιτική πλευρά του θέματος, που δείχνει μια ευελιξία και διαλλακτικότητα των βόρειων γειτόνων μας σε ζητήματα που μπορούν να προκαλέσουν τριβές στις σχέσεις τους με τον Ελληνισμό, υπάρχει και η σημαντική εκκλησιαστική παράμετρος, την οποία θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε. Και αυτή συνίσταται στο μέγιστο εκκλησιολογικό πρόβλημα που ταλανίζει τη χώρα αυτή εδώ και μισό αιώνα, από το 1967, όταν η λεγόμενη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία - Αρχιεπισκοπή Οχρίδας», επιθυμώντας την χειραφέτησή της από το Πατριαρχείο της Σερβίας, αυτοανακηρύχθηκε ως «αυτοκέφαλη». Συνέπεια αυτής της αντικανονικής πράξης ήταν να περιέλθει, δυστυχώς, η Εκκλησία αυτή σε σχισματική κατάσταση τόσο προς τη Σερβική όσο και προς όλες τις Κανονικές Ορθόδοξες Εκκλησίες ανά τον κόσμο.

Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε ευθύς εξαρχής, και έχει ιδιαίτερη σημασία, είναι ότι το Πατριαρχείο Σερβίας, αντιδρώντας σε αυτή την απόσχιση, απλά ανακήρυξε την Εκκλησία των Σκοπίων ως σχισματική, χωρίς όμως να προχωρήσει ποτέ σε καθαιρέσεις και αφορισμούς των Κληρικών και των πιστών που ανήκουν σε αυτήν. Μάλιστα, όταν η Σερβική Εκκλησία, μετά τη διακοπή του διαλόγου με τους σχισματικούς, προχώρησε το 2005 στην ανασύσταση της δικής της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, εξέλεξε ως επικεφαλής με τον τίτλο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων τον Ιωάννη, προερχόμενο από τη σχισματική «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», στην οποία είχε τον τίτλο του Επισκόπου Βέλες. Ο Ιωάννης εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε σε όλους τους βαθμούς της Ιερωσύνης στους κόλπους της σχισματικής «Μακεδονικής Εκκλησίας». Μάλιστα η εις Επίσκοπον χειροτονία του το έτος 2000 έγινε από τον νυν Προκαθήμενο της Εκκλησίας αυτής, τον Στέφανο, ο οποίος εξελέγη επικεφαλής της το 1999 έχοντας και αυτός λάβει όλους τους βαθμούς της Ιερωσύνης μέσα στη σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων. Όταν το Πατριαρχείο Σερβίας δέχθηκε στη δικαιοδοσία του τον Ιωάννη και τον εγκατέστησε Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος δεν προχώρησε φυσικά σε αναχειροτονία του, γεγονός που αποδεικνύει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η οποία σημειωτέον έγινε επί Πατριαρχίας του αειμνήστου Πατριάρχου των Σέρβων Παύλου, η Σερβική Εκκλησία εφήρμοσε ορθά την πάγια τάξη και παράδοση της Εκκλησίας ως προς την αποδοχή χειροτονηθέντων από σχισματικούς, κάτι που τώρα, χωρίς πειστικά επιχειρήματα, αρνείται να αποδεχθεί στην περίπτωση της Εκκλησίας της Ουκρανίας... 

Η αξία του Εκκλησιαστικού Ζητήματος των Σκοπίων έγκειται στην εξής τραγωδία: Ένας ολόκληρος λαός (το 80% των Ορθοδόξων της χώρας αυτής, οι οποίοι ανήκουν στη λεγόμενη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία») παραμένει σε κατάσταση σχίσματος, χωρίς να έχει καμία δογματική διαφορά από τις Κανονικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, μόνο και μόνο επειδή θέλησαν να ανεξαρτητοποιηθούν εκκλησιαστικά από τους Σέρβους, οι οποίοι ανέκαθεν επιχείρησαν τον βίαιο «εκσερβισμό» τους, όπως άλλωστε είχαν πράξει στο παρελθόν και με τους Ρωμηούς της περιοχής αυτής (ενδιαφέροντα για το θέμα ιστορικά στοιχεία στην εργασία του εκπαιδευτικού Νικολάου Μάννη με τίτλο «Ο τελευταίος Έλληνας Μητροπολίτης της Βόρειας Μακεδονίας»).

Εκείνο που πρέπει να αντιληφθούμε ως Έλληνες είναι ότι συνιστά απάτη και αυταπάτη η συνείδηση που επικρατεί σε πολλούς από εμάς ότι οι φίλοι μας οι Σέρβοι δεν αναγνωρίζουν τη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία» επειδή τάχα οι Σκοπιανοί χρησιμοποιούν τον όρο «Μακεδονία». Άλλωστε, τόσο η Σερβία, ως Κράτος και ως Εκκλησία, όπως και η Ρωσία, τους αποκαλεί πάντοτε σκέτο «Μακεδονία», χωρίς καν το γεωγραφικό προσδιορισμό «Βόρεια» που οι ίδιοι αποδέχθηκαν πλέον να είναι η επίσημη ονομασία τους. Ο λόγος της αντίδρασης των Σέρβων στην αυτοκέφαλη αυτή Εκκλησία είναι παρόμοιος με εκείνον της αντίδρασης των Ρώσων στην κανονικώς πλέον ανακηρυχθείσα αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Δηλαδή η επιθυμία τόσο της Σερβίας όσο και της Ρωσίας να ασκούν εκκλησιαστική, πολιτιστική και πολιτική επιρροή σε κράτη και έθνη διαφορετικά από εκείνες (να το σημειώσουμε αυτό, διαφορετικά έθνη!) κυρίαρχα και ανεξάρτητα και σαφώς διακεκριμένα ιστορικώς από τις ίδιες. Λόγος δηλαδή κάθε άλλο παρά εκκλησιολογικά και θεολογικά ορθόδοξος...

Εν προκειμένω, πρέπει να ανοίξουμε το μυαλό και την καρδιά μας, να ερευνήσουμε σε βάθος και από τις πηγές όλα τα ιστορικά δεδομένα (η προαναφερθείσα εργασία του Νικολάου Μάννη συνιστά μια πολύτιμη ιστορική αποδελτίωση) και να καταλάβουμε κάποιες αλήθειες, όντας Ορθόδοξοι Χριστιανοί και έχοντας κατανοήσει τον λόγο της Αγίας Γραφής, ότι «ο Θεός θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Μόνο η αλήθεια ελευθερώνει και μόνο η αλήθεια υπηρετεί το αληθές εθνικό συμφέρον του κάθε λαού, χωρίς υστερικές παραχαράξεις της Ιστορίας και φοβικά σύνδρομα που δεν τιμούν το μεγαλείο και την εγγενή οικουμενικότητα του Ελληνισμού.

Το 53% περίπου των πολιτών της «Βόρειας Μακεδονίας» είναι ένας λαός Ορθόδοξος, όπως είναι και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι. Στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, τότε που η σχισματική Βουλγαρική Εξαρχία επιδίωκε τη βίαιη «βουλγαροποίηση» όλης της Μακεδονίας (Βόρειας, Νότιας, Ανατολικής και Δυτικής), οι δικοί μας Μακεδονομάχοι ενέπνευσαν στον Ορθόδοξο αυτό σλαβόφωνο λαό την ιδέα ότι είναι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, για να μην πάνε με το μέρος των Εξαρχικών Βουλγάρων! Πόσοι από εμάς το γνωρίζουν αυτό σήμερα και γιατί δεν λέγεται από κανένα σχεδόν αυτή η αλήθεια;

Τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει στο παρελθόν κατά του Ελληνισμού τόσο οι Βούλγαροι όσο και οι Σέρβοι ομόδοξοι λαοί είναι καταγεγραμμένα ανεξίτηλα σε μαύρες σελίδες της νεώτερης Ιστορίας... Αλλά μέσα στη μεγάλη αγαπώσα αγκαλιά της Μητρός -και ιδίως ημών των εν Κρήτη (οι οποίοι καυχιόμαστε ότι υπάρχουν στο νησί μας ξεχωριστές Επαρχίες της)- Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας όλοι τελικά χώρεσαν, όλοι έτυχαν της συγγνώμης και της θεραπείας των σχισμάτων, ώστε πλέον, δόξα τω Θεώ, να είμαστε σε κανονική εκκλησιαστική κοινωνία με τις Εκκλησίες της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Έχουν κάνει άραγε περισσότερα ή χειρότερα οι πιστοί της «Μακεδονικής Εκκλησίας» απέναντί μας, ώστε να αρνούμαστε να ασχοληθούμε με αγάπη, σοβαρότητα και κατανόηση στο δικό τους εκκλησιαστικό πρόβλημα και να θεραπεύσουμε μια εκκλησιολογική ανορθογραφία που λυπεί το Πνεύμα του Θεού μας;

Είναι γνωστό ότι εδώ και αρκετά χρόνια η Εκκλησία αυτή, επιθυμώντας πολύ να εξέλθει από τη σχισματική κατάσταση που την έχει καταδικάσει η αδιαλλαξία της Σερβικής Εκκλησίας, έχει απευθύνει Έκκλητο, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και την Τάξη της Εκκλησίας, προς τη Μεγάλη Εκκλησία, προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το απηύθυνε και ξανά πρόσφατα δείχνοντας μεγάλη κατανόηση στο θέμα του ονόματος θέλοντας να λέγονται «Αρχιεπισκοπή Αχριδών» με σύνορα τα σύνορα του κράτους τους. Θα έπρεπε να νιώθουμε μέσα μας περηφάνια ως Έλληνες διότι το Κέντρο της Ορθοδοξίας είναι στο Φανάρι, στο Πατριαρχείο του Γένους μας, και από εμάς ζητούν τη λύση στο πρόβλημά τους.

Έχει δικαίωμα το Οικουμενικό Πατριαρχείο να επέμβει και να δώσει τη λύση, όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας; Ασφαλώς, ναι! Όχι μόνο διότι η Κωνσταντινούπολη μπορεί να δέχεται το έκκλητο από όλες τις Εκκλησίες, ακόμη και από εκείνες που ποτέ δεν ήταν στην κανονική της δικαιοδοσία, όπως διεξοδικώς έχει αναλυθεί με ιστορικά και νομοκανονικά τεκμήρια από εγκρίτους ακαδημαϊκούς τον τελευταίο καιρό, με αφορμή το ουκρανικό. Αλλά και διότι, εν προκειμένω, όπως και στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Εκκλησία της «Βόρειας Μακεδονίας» προέρχεται από την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου, τις οποίες ιστορικές της Επαρχίες πολύ πιο πρόσφατα, από ότι στην Ουκρανία, κάνοντας χρήση της πάντοτε μακρόθυμης οικονομίας της αγάπης τις παραχώρησε με Τόμο στην Εκκλησία της Σερβίας. Και τούτο έγινε αφενός λόγω των βιαιοπραγιών των Σέρβων, όπως προαναφέραμε, και αφετέρου λόγω του γεγονότος ότι την εποχή εκείνη η «Βόρεια Μακεδονία» είχε περιέλθει πολιτικά στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας (ουσιαστικά δηλαδή στο Βασίλειο της Σερβίας). Τώρα πλέον κανένας από αυτούς τους συγκυριακούς λόγους της παραχώρησης δεν υφίσταται, συνεπώς κανονικώς και δικαιωματικώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο μπορεί και οφείλει να θεραπεύσει και αυτή την εκκλησιαστική τραγωδία, αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς με τις ευθύνες που χάρισε η Εκκλησία στο Γένος μας, αν θέλουμε να είμαστε πραγματικοί Χριστιανοί.

15νθήμερο "Αγιορείτικης Κουζίνας" στη Θεσσαλονίκη

Σπάει το "άβατο" της Αγιορείτικης Κουζίνας για τους Θεσσαλονικείς, καθώς από σήμερα και για δύο εβδομάδες, θα έχουν τη δυνατότητα να γευτούν ειδικά μενού από την κουζίνα του Αγίου Όρους σε 17 από τα καλύτερα εστιατόρια της πόλης.

Καρπάτσιο αστακού με κρέμα μάραθου, χελιδονόψαρο με σπανακόρυζο, λαυράκι πρασοσέλινο και παντζαρόσουπα βελουτέ με καπνιστό χτένι και χαβιάρι, είναι μόνο τέσσερα από τα δεκάδες πιάτα που επέλεξαν να παρουσιάσουν τα εστιατόρια της Θεσσαλονίκης που συμμετέχουν στο "Δεκαπενθήμερο Αγιορείτικης Κουζίνας".

Πρόκειται για μια γαστρονομική εκδήλωση, που εντάσσεται στο πλαίσιο του θεσμού «Ημέρες Σύγχρονης Μακεδονικής Κουζίνας». Στόχο έχει να αναδείξει τη μακεδονική κουζίνα, να κρατήσει ζωντανή τη γευστική της παράδοση, να συμβάλει στον εκσυγχρονισμό της και να την κάνει ευρύτερα γνωστή στους Έλληνες και ξένους επισκέπτες.

Οι σεφ των εστιατορίων θα δημιουργήσουν πιάτα βασιζόμενοι στις συνταγές του Μοναχού Επιφάνιου Μυλοποταμινού, από το βιβλίο του "Μαγειρική του Αγίου Όρους". Όπως δήλωσε ο ίδιος ο Μοναχός Επιφάνιος στον ραδιοφωνικό σταθμό του Αθηναϊκού και Μακεδονικού Πρακτορείου Ειδήσεων "Πρακτορείο 104,9 FM", οι συνταγές του αποτελούν τη βάση και ο κάθε σεφ χρησιμοποιώντας τα ίδια υλικά και τα ίδια προϊόντα, θα τις αναδείξει με τον δικό του, προσωπικό τρόπο.

«Όταν λέμε "γκουρμέ πιάτο", δεν εννοούμε απαραίτητα μια ξενόφερτη συνταγή, αλλά ούτε και μοριακή κουζίνα. Μια γκουρμέ συνταγή φυσικά και μπορεί να βασίζεται σε αγνά και παραδοσιακά υλικά. Αυτό που την κάνει ιδιαίτερη, είναι ο τρόπος μαγειρέματος και η τελική παρουσίαση του πιάτου» λέει ο μοναχός Επιφάνιος.

Επισημαίνει επίσης ότι «δίνεται η ευκαιρία σε αυτούς που προσπαθούν και θέλουν να αποφύγουν τα κρεατικά και τα γαλακτοκομικά την περίοδο της Σαρακοστής, να δοκιμάσουν φαγητά, από τις τρεις κατηγορίες του βιβλίου: λαδερά, ψάρια, θαλασσινά».

Οι "Ημέρες Μακεδονικής Κουζίνας" θα διαρκέσουν από σήμερα 19 Μαρτίου έως την 1η Απριλίου και τελούν υπό την αιγίδα της Περιφέρειας Κεντρικής Μακεδονίας.

Β.Κ.