e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Ιωάννης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Ιωάννης. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Τετάρτη 26 Ιουλίου 2023

Πατριάρχης Σερβίας Πορφύριος: Στο ίδιο έργο θεατής


Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου

Ο Πατριάρχης Σερβίας Πορφύριος απέστειλε πανταχούσα προς θρησκευτικούς ηγέτες και εκπροσώπους διεθνών οργανώσεων, που υπερασπίζονται τα ανθρώπινα δικαιώματα, καλώντας τους να συνδράμουν στην αποφυλάκιση του καθηγουμένου της Λαύρας των Σπηλαίων του Κιέβου μητροπολίτη Παύλου (της προσκείμενης στη Ρωσία ομάδας του Ονουφρίου).

Τετάρτη 10 Μαΐου 2023

Το εξάμβλωμα της Σερβικής Εκκλησίας στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδος

Του Παναγιώτη Αντ. Ανδριόπουλου

Ένας χρόνος πέρασε από την ιστορική απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου για την αποκατάσταση της λειτουργικής κοινωνίας  με την Εκκλησία των Σκοπίων, η οποία βρισκόταν σε σχισματική κατάσταση πάνω από μισό αιώνα.

Τρίτη 21 Μαρτίου 2023

Ο Επιφάνιος Κιέβου έστειλε επιστολή στον Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Στέφανο

Σεβασμιώτατε Αρχιεπίσκοπε Αχρίδος, εν Χριστώ τω Θεώ λίαν αγαπητέ και περιπόθητε αδελφέ και συλλειτουργέ της ημών Μετριότητος κύριε Στέφανε, την Υμετέραν Σεβασμιότητα, εν ονόματι του Κυρίου ημών εγκαρδίως κατασπαζόμενοι, υπερήδιστα προσαγορεύομεν.

Τρίτη 19 Μαρτίου 2019

Το Σκοπιανό από ορθόδοξη σκοπιά


Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Ρωμανός Αναστασιάδης

Μια σπουδαία σχετικά πρόσφατη εκκλησιαστική είδηση πέρασε «στα ψιλά», αφού δεν προβλήθηκε όπως θα έπρεπε από τις γνωστές μεγάλες σελίδες εκκλησιαστικής ειδησεογραφίας ούτε και συζητήθηκε στα μέσα κοινωνικής δικτύωσης όπως άλλα ήσσονος σημασίας θέματα...

Όπως λοιπόν διαβάζουμε στο ρεπορτάζ του Αντ. Τριανταφύλλου στην ιστοσελίδα της εφημερίδας ΔΗΜΟΚΡΑΤΙΑ:

«Κίνηση φιλίας της σχισματικής Εκκλησίας Αχρίδος σε Ελλάδα και Φανάρι

Σε μια κίνηση φιλίας προς τον ελληνικό λαό και παράλληλα σεβασμού προς το Οικουμενικό Πατριαρχείο προχώρησε η λεγόμενη ως σχισματική Εκκλησία της Αχρίδος, με επικεφαλής τον Αρχιεπίσκοπο Στέφανο.
     Η Ιερά Σύνοδός της αποφάσισε την αλλαγή τίτλου στον επίσκοπο Ιάκωβο, στον οποίο αρχικά είχε αποδώσει τον τίτλο του «Πολυανής», προκαλώντας την αντίδραση του ελλαδίτη μητροπολίτη Πολυανής και Κιλκισίου Εμμανουήλ. 
     Οι εκκλησιαστικές Αρχές στα Σκόπια -που για λόγους όχι εκκλησιαστικούς είμαστε σε σχίσμα μέχρι τώρα- αποφάσισαν να διαγράψουν από τον τίτλο του δικού τους επισκόπου το «Πολυανής», αλλάζοντάς τον σε «Στοβίων», όταν πληροφορήθηκαν ότι πιθανόν θίγεται το Οικουμενικό Πατριαρχείο.
     Θετική αίσθηση σε πολιτικό και διπλωματικό επίπεδο προκαλεί και το γεγονός ότι ο μητροπολίτης του γειτονικού κράτους αναφέρει ρητώς την ευέλικτη στάση της Εκκλησίας τους ως προς το όνομα, κάτι που φαίνεται και από το επιστολόχαρτο που δημοσιεύει η «δημοκρατία», όπου λέγεται «Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, Ιερά Μητρόπολις Στρωμνίτσης» και μέσα στην επιστολή αναφέρεται: «Αφού ημείς, η Ιεραρχία της ΑγιωτάτηςΑρχιεπισκοπής Αχριδών, εξεφράσαμεν ευελιξείαν ως προς το εφ’ εξής όνομα της Εκκλησίας ημών ώστε να θριαμβεύση και ο εν τω μέσω ημών Κύριος της Δόξης, ο εις ενότητα πάντας καλέσας...».
     Ο μητροπολίτης Στρωμνίτσης εξηγεί στον μητροπολίτη Κιλκισίου τους λόγους για τους οποίους δόθηκε στον επίσκοπο Ιάκωβο ο τίτλος «Πολυανής»: «Εδίδομεν δε τούτον τον τίτλον μόνο διότι η αρχαία Πολυανή τυγχάνει η σημερινή παλαιά Δοϊράνη, ήτις ως γνωστόν ευρίσκεται εντός των ορίων της Επαρχίας Στρωμνίτσης και δι’ ουδένα άλλον λόγον». 
     Ο μητροπολίτης Ναούμ καταλήγει: «Είμεθα βέβαιοι, άγιε αδελφέ και πολυτίμητε γείτον Ιεράρχα, ότι δια της πράξεως ταύτης αναπαύονται τα σπλάχνα της Σεβασμιότητος υμών και καθησυχάζει η ευαίσθητος περί τα ζητήματα των δικαίων του Οικουμενικού Πατριαρχείου έντιμος συνείδησις υμών».
     Αξίζει να σημειωθεί ότι η στάση των εκκλησιαστικών Αρχών στα Σκόπια έρχεται σε πλήρη αντίθεση με αυτή του Πατριαρχείου Βουλγαρίας, το οποίο, αν και βρίσκεται σε κοινωνία με όλες τις Εκκλησίες, επιμένει στην ονομασία του επισκόπου Αδριανουπόλεως σε δικό της ιεράρχη, η οποία είναι επαρχία και αυτή του Οικουμενικού Πατριαρχείου».


Πολλοί θα σκέφτηκαν: «Από συμφέρον το έκαναν, για να κερδίσουν αυτό που ζητάνε! Μας κοροϊδεύουν». Όμως, γιατί να είναι έτσι; Γιατί δεν έκανε το ίδιο η Βουλγαρία με τη δική της περίπτωση;

Εκτός φυσικά από τη διπλωματική και πολιτική πλευρά του θέματος, που δείχνει μια ευελιξία και διαλλακτικότητα των βόρειων γειτόνων μας σε ζητήματα που μπορούν να προκαλέσουν τριβές στις σχέσεις τους με τον Ελληνισμό, υπάρχει και η σημαντική εκκλησιαστική παράμετρος, την οποία θα επιχειρήσουμε να αναδείξουμε. Και αυτή συνίσταται στο μέγιστο εκκλησιολογικό πρόβλημα που ταλανίζει τη χώρα αυτή εδώ και μισό αιώνα, από το 1967, όταν η λεγόμενη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία - Αρχιεπισκοπή Οχρίδας», επιθυμώντας την χειραφέτησή της από το Πατριαρχείο της Σερβίας, αυτοανακηρύχθηκε ως «αυτοκέφαλη». Συνέπεια αυτής της αντικανονικής πράξης ήταν να περιέλθει, δυστυχώς, η Εκκλησία αυτή σε σχισματική κατάσταση τόσο προς τη Σερβική όσο και προς όλες τις Κανονικές Ορθόδοξες Εκκλησίες ανά τον κόσμο.

Αυτό που πρέπει να σημειώσουμε ευθύς εξαρχής, και έχει ιδιαίτερη σημασία, είναι ότι το Πατριαρχείο Σερβίας, αντιδρώντας σε αυτή την απόσχιση, απλά ανακήρυξε την Εκκλησία των Σκοπίων ως σχισματική, χωρίς όμως να προχωρήσει ποτέ σε καθαιρέσεις και αφορισμούς των Κληρικών και των πιστών που ανήκουν σε αυτήν. Μάλιστα, όταν η Σερβική Εκκλησία, μετά τη διακοπή του διαλόγου με τους σχισματικούς, προχώρησε το 2005 στην ανασύσταση της δικής της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, εξέλεξε ως επικεφαλής με τον τίτλο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων τον Ιωάννη, προερχόμενο από τη σχισματική «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία», στην οποία είχε τον τίτλο του Επισκόπου Βέλες. Ο Ιωάννης εκάρη μοναχός και χειροτονήθηκε σε όλους τους βαθμούς της Ιερωσύνης στους κόλπους της σχισματικής «Μακεδονικής Εκκλησίας». Μάλιστα η εις Επίσκοπον χειροτονία του το έτος 2000 έγινε από τον νυν Προκαθήμενο της Εκκλησίας αυτής, τον Στέφανο, ο οποίος εξελέγη επικεφαλής της το 1999 έχοντας και αυτός λάβει όλους τους βαθμούς της Ιερωσύνης μέσα στη σχισματική Εκκλησία των Σκοπίων. Όταν το Πατριαρχείο Σερβίας δέχθηκε στη δικαιοδοσία του τον Ιωάννη και τον εγκατέστησε Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος δεν προχώρησε φυσικά σε αναχειροτονία του, γεγονός που αποδεικνύει ότι στη συγκεκριμένη περίπτωση, η οποία σημειωτέον έγινε επί Πατριαρχίας του αειμνήστου Πατριάρχου των Σέρβων Παύλου, η Σερβική Εκκλησία εφήρμοσε ορθά την πάγια τάξη και παράδοση της Εκκλησίας ως προς την αποδοχή χειροτονηθέντων από σχισματικούς, κάτι που τώρα, χωρίς πειστικά επιχειρήματα, αρνείται να αποδεχθεί στην περίπτωση της Εκκλησίας της Ουκρανίας... 

Η αξία του Εκκλησιαστικού Ζητήματος των Σκοπίων έγκειται στην εξής τραγωδία: Ένας ολόκληρος λαός (το 80% των Ορθοδόξων της χώρας αυτής, οι οποίοι ανήκουν στη λεγόμενη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία») παραμένει σε κατάσταση σχίσματος, χωρίς να έχει καμία δογματική διαφορά από τις Κανονικές Ορθόδοξες Εκκλησίες, μόνο και μόνο επειδή θέλησαν να ανεξαρτητοποιηθούν εκκλησιαστικά από τους Σέρβους, οι οποίοι ανέκαθεν επιχείρησαν τον βίαιο «εκσερβισμό» τους, όπως άλλωστε είχαν πράξει στο παρελθόν και με τους Ρωμηούς της περιοχής αυτής (ενδιαφέροντα για το θέμα ιστορικά στοιχεία στην εργασία του εκπαιδευτικού Νικολάου Μάννη με τίτλο «Ο τελευταίος Έλληνας Μητροπολίτης της Βόρειας Μακεδονίας»).

Εκείνο που πρέπει να αντιληφθούμε ως Έλληνες είναι ότι συνιστά απάτη και αυταπάτη η συνείδηση που επικρατεί σε πολλούς από εμάς ότι οι φίλοι μας οι Σέρβοι δεν αναγνωρίζουν τη «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία» επειδή τάχα οι Σκοπιανοί χρησιμοποιούν τον όρο «Μακεδονία». Άλλωστε, τόσο η Σερβία, ως Κράτος και ως Εκκλησία, όπως και η Ρωσία, τους αποκαλεί πάντοτε σκέτο «Μακεδονία», χωρίς καν το γεωγραφικό προσδιορισμό «Βόρεια» που οι ίδιοι αποδέχθηκαν πλέον να είναι η επίσημη ονομασία τους. Ο λόγος της αντίδρασης των Σέρβων στην αυτοκέφαλη αυτή Εκκλησία είναι παρόμοιος με εκείνον της αντίδρασης των Ρώσων στην κανονικώς πλέον ανακηρυχθείσα αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας. Δηλαδή η επιθυμία τόσο της Σερβίας όσο και της Ρωσίας να ασκούν εκκλησιαστική, πολιτιστική και πολιτική επιρροή σε κράτη και έθνη διαφορετικά από εκείνες (να το σημειώσουμε αυτό, διαφορετικά έθνη!) κυρίαρχα και ανεξάρτητα και σαφώς διακεκριμένα ιστορικώς από τις ίδιες. Λόγος δηλαδή κάθε άλλο παρά εκκλησιολογικά και θεολογικά ορθόδοξος...

Εν προκειμένω, πρέπει να ανοίξουμε το μυαλό και την καρδιά μας, να ερευνήσουμε σε βάθος και από τις πηγές όλα τα ιστορικά δεδομένα (η προαναφερθείσα εργασία του Νικολάου Μάννη συνιστά μια πολύτιμη ιστορική αποδελτίωση) και να καταλάβουμε κάποιες αλήθειες, όντας Ορθόδοξοι Χριστιανοί και έχοντας κατανοήσει τον λόγο της Αγίας Γραφής, ότι «ο Θεός θέλει πάντας ανθρώπους σωθήναι και εις επίγνωσιν αληθείας ελθείν». Μόνο η αλήθεια ελευθερώνει και μόνο η αλήθεια υπηρετεί το αληθές εθνικό συμφέρον του κάθε λαού, χωρίς υστερικές παραχαράξεις της Ιστορίας και φοβικά σύνδρομα που δεν τιμούν το μεγαλείο και την εγγενή οικουμενικότητα του Ελληνισμού.

Το 53% περίπου των πολιτών της «Βόρειας Μακεδονίας» είναι ένας λαός Ορθόδοξος, όπως είναι και οι Σέρβοι και οι Βούλγαροι. Στα χρόνια του Μακεδονικού Αγώνα, τότε που η σχισματική Βουλγαρική Εξαρχία επιδίωκε τη βίαιη «βουλγαροποίηση» όλης της Μακεδονίας (Βόρειας, Νότιας, Ανατολικής και Δυτικής), οι δικοί μας Μακεδονομάχοι ενέπνευσαν στον Ορθόδοξο αυτό σλαβόφωνο λαό την ιδέα ότι είναι απόγονοι του Μεγάλου Αλεξάνδρου, για να μην πάνε με το μέρος των Εξαρχικών Βουλγάρων! Πόσοι από εμάς το γνωρίζουν αυτό σήμερα και γιατί δεν λέγεται από κανένα σχεδόν αυτή η αλήθεια;

Τα εγκλήματα που έχουν διαπράξει στο παρελθόν κατά του Ελληνισμού τόσο οι Βούλγαροι όσο και οι Σέρβοι ομόδοξοι λαοί είναι καταγεγραμμένα ανεξίτηλα σε μαύρες σελίδες της νεώτερης Ιστορίας... Αλλά μέσα στη μεγάλη αγαπώσα αγκαλιά της Μητρός -και ιδίως ημών των εν Κρήτη (οι οποίοι καυχιόμαστε ότι υπάρχουν στο νησί μας ξεχωριστές Επαρχίες της)- Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας όλοι τελικά χώρεσαν, όλοι έτυχαν της συγγνώμης και της θεραπείας των σχισμάτων, ώστε πλέον, δόξα τω Θεώ, να είμαστε σε κανονική εκκλησιαστική κοινωνία με τις Εκκλησίες της Βουλγαρίας και της Σερβίας. Έχουν κάνει άραγε περισσότερα ή χειρότερα οι πιστοί της «Μακεδονικής Εκκλησίας» απέναντί μας, ώστε να αρνούμαστε να ασχοληθούμε με αγάπη, σοβαρότητα και κατανόηση στο δικό τους εκκλησιαστικό πρόβλημα και να θεραπεύσουμε μια εκκλησιολογική ανορθογραφία που λυπεί το Πνεύμα του Θεού μας;

Είναι γνωστό ότι εδώ και αρκετά χρόνια η Εκκλησία αυτή, επιθυμώντας πολύ να εξέλθει από τη σχισματική κατάσταση που την έχει καταδικάσει η αδιαλλαξία της Σερβικής Εκκλησίας, έχει απευθύνει Έκκλητο, σύμφωνα με τους Ιερούς Κανόνες και την Τάξη της Εκκλησίας, προς τη Μεγάλη Εκκλησία, προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη. Το απηύθυνε και ξανά πρόσφατα δείχνοντας μεγάλη κατανόηση στο θέμα του ονόματος θέλοντας να λέγονται «Αρχιεπισκοπή Αχριδών» με σύνορα τα σύνορα του κράτους τους. Θα έπρεπε να νιώθουμε μέσα μας περηφάνια ως Έλληνες διότι το Κέντρο της Ορθοδοξίας είναι στο Φανάρι, στο Πατριαρχείο του Γένους μας, και από εμάς ζητούν τη λύση στο πρόβλημά τους.

Έχει δικαίωμα το Οικουμενικό Πατριαρχείο να επέμβει και να δώσει τη λύση, όπως στην περίπτωση της Ουκρανίας; Ασφαλώς, ναι! Όχι μόνο διότι η Κωνσταντινούπολη μπορεί να δέχεται το έκκλητο από όλες τις Εκκλησίες, ακόμη και από εκείνες που ποτέ δεν ήταν στην κανονική της δικαιοδοσία, όπως διεξοδικώς έχει αναλυθεί με ιστορικά και νομοκανονικά τεκμήρια από εγκρίτους ακαδημαϊκούς τον τελευταίο καιρό, με αφορμή το ουκρανικό. Αλλά και διότι, εν προκειμένω, όπως και στην περίπτωση της Ουκρανίας, η Εκκλησία της «Βόρειας Μακεδονίας» προέρχεται από την κανονική δικαιοδοσία του Οικουμενικού Θρόνου, τις οποίες ιστορικές της Επαρχίες πολύ πιο πρόσφατα, από ότι στην Ουκρανία, κάνοντας χρήση της πάντοτε μακρόθυμης οικονομίας της αγάπης τις παραχώρησε με Τόμο στην Εκκλησία της Σερβίας. Και τούτο έγινε αφενός λόγω των βιαιοπραγιών των Σέρβων, όπως προαναφέραμε, και αφετέρου λόγω του γεγονότος ότι την εποχή εκείνη η «Βόρεια Μακεδονία» είχε περιέλθει πολιτικά στο Βασίλειο της Γιουγκοσλαβίας (ουσιαστικά δηλαδή στο Βασίλειο της Σερβίας). Τώρα πλέον κανένας από αυτούς τους συγκυριακούς λόγους της παραχώρησης δεν υφίσταται, συνεπώς κανονικώς και δικαιωματικώς το Οικουμενικό Πατριαρχείο μπορεί και οφείλει να θεραπεύσει και αυτή την εκκλησιαστική τραγωδία, αν θέλουμε να είμαστε συνεπείς με τις ευθύνες που χάρισε η Εκκλησία στο Γένος μας, αν θέλουμε να είμαστε πραγματικοί Χριστιανοί.

Τετάρτη 9 Ιανουαρίου 2019

Η χριστουγεννιάτικη Σύναξη της Θεοτόκου 2018 (8.1.2019) στην Αρχιεπισκοπή Αχρίδος






Κατά την δεύτερη μέρα των Χριστουγέννων, σύμφωνα με το ιουλιανό ημερολόγιο (26.12.2018/8.1.2019), ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων κ. Ιωάννης λειτούργησε στη Μονή της Κοιμήσεως της Θεοτόκου στο χωριό Λαγόβο, Πρίλεπ της FYROM. Μετά την Ευχαριστιακή Σύναξη παρατέθηκε εόρτια τράπεζα για όλους τους επισκέπτες.

Χριστούγεννα 2018 (7.1.2019) στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος | Рождеството Христово прославено во Православната Охридска Архиепископија

Τα Χριστούγεννα του 2018 γιορτάστηκαν δεόντως στην Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, κατά το ιουλιανό ημερολόγιο, δηλαδή στις 7 Ιανουαρίου 2019.

Ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων κ. Ιωάννης, για την γιορτή της Γεννήσεως του Χριστού προέστη της Ευχαριστιακής Συνάξεως στο Σταυροπηγιακό Μοναστήρι "Άγιος Ιωάννης ο Χρυσόστομος" στη Νιζέπολη της Μπίτολα.








*     *     *

Ο Επίσκοπος Polog-Kumanovo και Debar-Kichevo κ. Ιωακείμ λειτούργησε στην Οχρίδα.






  *     *     *

Ο Επίσκοπος Bregalnica και Bitola κ. Μάρκος λειτούργησε στο Στιπ.






  *     *     *

Ο Επίσκοπος Stobi και Strumica κ. Δαβίδ λειτούργησε στα Σκόπια.






*     *     *
  
Οι Χριστουγεννιάτικες λειτουργίες εξυπηρετήθηκαν και σε όλους τους άλλους χώρους λατρείας της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος.

Δευτέρα 1 Οκτωβρίου 2018

"Να συγκληθεί νέα Αγία και Μεγάλη Σύνοδος για να διορθωθούν οι ατέλειες της προηγούμενης" έφη Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος για τη θεραπεία του ουκρανικού σχίσματος


Κατά το διήμερο που πέρασε, 29 και 30 Σεπτεμβρίου 2018, στη Νιζέπολη (Μπίτολα) πραγματοποιήθηκαν εορτασμοί για τη συμπλήρωση 1000 χρόνων της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος. Ο οικείος Αρχιεπίσκοπος, Μακ. Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων Ιωάννης, στην επετειακή ομιλία του, μεταξύ άλλων, αναφέρθηκε, εμμέσως πλην σαφώς, στο πώς αντιλαμβάνεται την επιχειρούμενη από το Φανάρι θεραπεία του εκκλησιαστικού σχίσματος στην Ουκρανία. Είπε χαρακτηριστικά:

"[......]

Ο εθνοφυλετισμός έχει κάνει και εξακολουθεί να δημιουργεί μεγάλες αναταράξεις στην Εκκλησία. Καταδικάστηκε στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 1872, αλλά, δυστυχώς, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα δεν εξαφανίστηκε από την Εκκλησία. Είναι ανεκτός για έναν αιώνα και μισό, αλλά τα τελευταία χρόνια κάποιοι στην Εκκλησία, για τους δικούς τους γνωστούς λόγους σαν να το ξεχνάνε αυτό. Είναι απαράδεκτο, ακόμη και υποκριτικό, Εκκλησίες, που εδώ και χρόνια είναι σε σχίσμα, χωρίς μετάνοια να γίνουν δεκτοί ακόμα και να ανταμείβονται, μόνο και μόνο για την επιμονή τους σε σχίσμα.

[......]

Δεν είναι δυνατόν να μην έχουμε φροντίδα για το τι συμβαίνει στην Εκκλησία οπουδήποτε στον κόσμο. Η Εκκλησία είναι μία και μόνο σαν μια μπορεί να είναι του Χριστού. Λόγο όλα αυτά που είπαμε, περνούμε το δικαίωμα να στείλουμε το μήνυμα αυτό: κανείς στο σώμα της Εκκλησίας ας μην κάνει προβλήματα βαρύτερα από αυτά που μπορεί να λύσει, επειδή αυτά τα προβλήματα απειλούν να συντρίψουν την εκκλησιαστική ειρήνη, τόσο απαραίτητη για την εκκλησιαστική αναβάθμιση.

Εμείς, οι οποίοι γιορτάζουμε αυτό το μεγάλο ιωβηλαίο, πράγματι σε περιορισμένες συνθήκες στις οποίες μας οδήγησαν οι αρχές αυτής της χώρας και στους οποίους αντισταθήκαμε στην αλυτρωτική τους πολιτική την οποία για πολλά χρόνια διατήρησαν προς την γειτονική Ελλάδα, έχουμε κάθε δικαίωμα να μιλούμε για αυτό που είναι καλά γνωστό σε όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την ενότητα της Εκκλησίας, στη πίστη, στα δόγματα, και στην κανονική τάξη.

Το σχίσμα είναι πρόβλημα ολόκληρης της Εκκλησίας, δεν είναι μόνο πρόβλημα για εκείνους που έχουν χωριστεί, είναι επίσης ένα πρόβλημα για εκείνους από τους οποίους έχουν χωριστεί. Ως εκ τούτου, είναι κατανοητή η φροντίδα της πρωτόθρονης Εκκλησίας για την θεραπεία όλων των σχισμάτων που υπάρχουν στην Ορθοδοξία, αλλά κανείς δεν μπορεί να δικαιολογεί τη θεραπεία ενός σχίσματος με δημιουργία ενός άλλου σχίσματος. Επομένως, πρέπει να συγκληθεί μια νέα Αγία και Μεγάλη Σύνοδος για να διορθωθούν οι ατέλειες της προηγούμενης.

[......]"

Πώς γιορτάστηκε στη Νιζέπολη (Μπίτολα) η επέτειος των 1000 χρόνων από την ίδρυση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος (1080-2018)


Φέτος, 2018, συμπληρώνονται 1000 έτη από την ίδρυση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, η οποία ιδρύθηκε το 1018, από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο. Αυτό το σημαντικό γεγονός η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος το γιόρτασε με διάφορους τρόπους.

Ο κυρίως εορτασμός των 1000 χρόνων από την ίδρυση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, με εκκλησιαστική μεγαλοπρέπεια, έλαβε χώρα στις 29 και 30 Σεπτεμβρίου 2018, στην Σταυροπηγιακή μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, στην Νιζέπολη, Μπίτολα.

Στις 30 Σεπτεμβρίου τελέστηκε Αρχιερατική Θεία Λειτουργία προεξάρχοντος του Μακ. Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και Μητροπολίτη Σκοπίων κ. Ιωάννου, συλλειτουργούντων των Αρχιερέων, Μητροπολίτου Μαυροβουνίου κ. Αμφιλοχίου (Σερβική Εκκλησία), Αρχιεπισκόπου Λούμπλιν και Τσέλμ κ. Άβελ (Ορθόδοξη Εκκλησία της Πολωνίας), Επισκόπου Σούμπερκ κ. Ησαΐα (Ορθόδοξη Εκκλησία της Τσεχίας και Σλοβακίας), των Επισκόπων Βράνιας κ. Παχωμίου, Ράσκα και Πριζρένης κ. Θεοδοσίου, Κρούσεβατς κ. Δαβίδ, Μοχακίου κ. Ησυχίου, Διοκλείας κ. Μεθοδίου (Σερβική Εκκλησία), των Επισκόπων Πόλογκ-Κουμάνοβο και Τοποτηρητή Δέμπαρ-Κίτσεβο κ. Ιωακείμ, Μπρεγαλίτσης και Τοποτηρητή Μπίτολα κ. Μάρκου, Στοβίων και Τοποτηρητή Σρώμνιτσας κ. Δαβίδ (Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος), του πρωτοπρεσβύτερου Σπυρίδωνος, αντιπροσώπους του Αρχιεπισκόπου Τυράννων, Δυρραχίου και πάσης Αλβανίας κ. Αναστασίου (Ορθόδοξη Εκκλησία της Αλβανίας), και πολλούς ιερείς από διάφορες τοπικές εκκλησίες.

Η Αρχιερατική Θεία Λειτουργία εμπλουτίστηκε με ψαλμωδία φημισμένων πρωτοψαλτών από την Σερβία, την Ελλάδα και την Βουλγαρία, τον πρωτοψάλτη Νικόλαο Popmihajlov με την χορωδία «Mojsije Petrovic» (Βελιγράδι), τον άρχοντα πρωτοψάλτη Γρηγόριο Παπαεμμανουήλ με την χορωδία «Οι Δομέστικοι» (Δράμα), και τον πρωτοψάλτη Νικόλαο Αντώνοβ (Σόφια). Παρών ήταν και ο εκπρόσωπος του γραφείου διαθρησκευτικών σχέσεων της Κυβερνήσεως της Σερβίας, κ. Marko Nikolic.

Η Μυσταγωγία αυτή, αναμφίβολα είναι ο πιο όμορφος τρόπος να εορταστεί μια τέτοια μεγάλη επέτειος. Προηγήθηκε εσπερινός προεξάρχοντος του Αρχιεπισκόπου Λούμπλιν και Τσελμ κ. Άβελ, με την παρουσία, συμπροσευχομένων Αρχιερέων. Στον όρθρο προεξάρχων ήταν ο Μητροπολίτης Μαυροβουνίου κ. Αμφιλόχιος.

Μετά την Θεία Λειτουργία παρατέθηκε κέρασμα για όλο τον λαό και μετά ακολούθησε επίσημο πρόγραμμα. Την εκδήλωση άνοιξε ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων κ. Ιωάννης με μια εμπνευσμένη ομιλία. Ακολούθησε η διάλεξη της καθηγήτριας κας. Αγγελικής Δελικάρη. Το πρόγραμμα συμπεριελάμβανε εκκλησιαστική υμνογραφία από των προαναφερθέντων χορωδιών καθώς και παραδοσιακή μουσική από τα μέλη της ορχήστρας «Pece Atanasoski» με γυναικεία φωνητική ομάδα.

ΑΚΟΛΟΥΘΕΙ ΠΛΟΥΣΙΑ ΦΩΤΟΘΗΚΗ ΑΠΟ ΤΟΝ ΕΣΠΕΡΙΝΟ,  ΑΡΧΙΕΡΑΤΙΚΟ ΣΥΛΛΕΙΤΟΥΡΓΟ ΚΑΙ ΤΗΝ ΕΟΡΤΙΑ ΕΚΔΗΛΩΣΗ




















































Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων Ιωάννης

Ομιλία για την επέτειο 1.000 χρόνων από την ίδρυση της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος

Σεβασμιώτατοι, Θεοφιλέστατοι, αγαπητοί ιερείς, λαέ του Θεού,

προνομιακή είναι η γενιά αυτή που μπορεί να γιορτάσει τέτοια μακρόχρονη επέτειο. 1000 χρόνια είναι πολύ σε σύγκριση με την ανθρώπινη ζωή, η οποία κατά μέσο όρο διαρκεί μεταξύ 70 και 80 έτη, όπως λέει ο ψαλμωδός. Αλλά τι είναι 1000 χρόνια για τον Θεό; Δεν είναι καν μια σταγόνα στον ωκεανό της αιωνιότητας, στην οποία κυριαρχεί μόνο η Αγία Τριάδα. Αλλά από την άλλη πλευρά 1000 χρόνια επέτειος μιας Εκκλησίας, δεν είναι ασήμαντο γεγονός ενώπιον του Θεού. Αυτό είναι ακριβώς το μισό του χρόνου, από τότε που ο Θεός έγινε ένας από εμάς, είναι το μισό του χρόνου από τη στιγμή που ο Χριστός έλαβε επάνω του την κτιστή φύση με ένα μόνο σκοπό, να της χαρίσει την αιωνιότητα.

Η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος κινείται σε αυτό το δρόμο προς την αιωνιότητα, τον οποίο άνοιξε ο ίδιος ο Θεάνθρωπος, το διεύρυναν οι άγιοι Απόστολοι, το πότισαν με το αίμα τους οι άγιοι μάρτυρες, το προετοίμασαν επαρκώς οι άγιοι Πατέρες, και έβαλαν την άσφαλτο οι αξιομακάριστοι προκάτοχοι μας από το κλήμα των αρχιεπισκόπων Αχρίδος, από τους οποίους κάποιοι έχουν ανακηρυχθεί άγιοι.

Προχωρώντας μέσα στο χρόνο η Αρχιεπισκοπή αυτή συνάντησε όχι λίγους πειρασμούς, αλλά επίσης και πνευματικά υγιείς άνδρες και λαμπρά παραδείγματα των Αρχιεπισκόπων που δεν παραστράτησαν από το δρόμο που χάραξε ο ίδιος ο Χριστός, οι οποίοι μετάτρεψαν σε νίκες τα εμπόδια στημένα από τους πειρασμούς, αλλά επίσης σε νίκες για το λαό που οδήγησαν και για ολόκληρη την Εκκλησία του Θεού.

Πιθανώς θα ήταν μάλλον υπερβολικό το ζήτημα να ξέρουμε τα πάντα για την ιστορική διαδρομή αυτής της ενδόξου Αρχιεπισκοπής για μια περίοδο 1000 χρόνων. Αλλά αυτά τα γεγονότα που η ιστορία πέτυχε να τα καταγράψει είναι αρκετά για να κάνουμε μια αξιόπιστη ανασυγκρότηση της ανάπτυξης της εκκλησιαστικής ζωής στα εδάφη που υπάγονται στη δικαιοδοσία της Εκκλησίας αυτής.

Διοικητικά ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα Βασίλειο Β΄ τον Βουλγαροκτόνο, το 1018. Και η προηγούμενη αρχιεπισκοπή στην περιοχή αυτή, η Πρώτη Ιουστινιανή, ιδρύθηκε από τον αυτοκράτορα, καθώς από τον αυτοκράτορα ιδρύθηκε και η Αρχιεπισκοπή Σινά. Αυτές είναι οι τρεις εκκλησίες στην ιστορία της Εκκλησίας, που διοικητικά ιδρύθηκαν από έναν αυτοκράτορα.

Λέμε διοικητικά, επειδή από τους πρώτες αιώνες του Χριστιανισμού, οι περιοχές αυτές έχουν ζυμωθεί με το ευαγγελικό κήρυγμα και τη ζωή σύμφωνα με αυτό. Κάποιοι εκ των Επισκόπων, της Ηράκλειας (σημερινή Μπίτολα), Στόβι (σημερινή Βέλες), Μπαργκάλα (σημερινή Στιπ), Σκούπι (σημερινή Σκόπια), Τιβεριούπολη (σημερινή Στρώμνιτσα), έχουν υπογράψει τις πράξεις των Οικουμενικών και Τοπικών Συνόδων.

Δεν μπορούμε να μην θυμηθούμε το έργο του πρώτου Σλάβου Επισκόπου Κλήμεντος, ο οποίος ποτέ δεν είχε τον τίτλο Αχρίδος, αλλά επειδή στην Άνω Ιερουσαλήμ έφυγε από την σλαβική Ιερουσαλήμ - Αχρίδος, αργότερα ονομάστηκε Αχρίδος. Σε αυτή την γιορτή, δεν μπορούμε να μην θυμηθούμε τον Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Λέων, ο οποίος στα χρόνια πριν και μετά το μεγάλο σχίσμα με την Ρωμαιοκαθολική Εκκλησία, έγραψε άρθρα και επιστολές στις οποίες λεπτομερώς εξηγούσε τα λάθη που κάνει η Εκκλησίας της Δύσης. Και ο Θεοφύλακτος, ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, αυτός ο πολυπροικισμένος άνθρωπος καθιέρωσε εορταστικές τελετές πολλών αγίων από την περιοχή αυτή. Το όνομά του είναι συνώνυμο για την εκπαίδευση στο Μεσαίωνα. Η δική του γραπτή διαθήκη ήταν χρήσιμη ανάγνωση για πολλούς θεολόγους, αλλά ιδιαίτερα χρήσιμη για τους ανθρώπους της εκκλησίας στην εποχή μας, αν και από τη στιγμή που έζησε έχουν περάσει πολλοί αιώνες.

Το άγιο πρόσωπο του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος Κωνσταντίνου Καβάσιλα πιο εντυπωσιακά το γνωρίζουμε από τις τοιχογραφίες του ναού «Η Θεοτόκος Περίβλεπτος» στην Αχρίδα, όπου βρίσκεται ακριβώς δίπλα στον  Άγιο Κλήμεντα, αλλά ζωγραφισμένοι σε μερικές εκκλησίες της Αχρίδος είναι και οι αρχιεπίσκοποι Αχρίδος: Νικόλαος και Πρόχορος και μάλιστα με φωτοστέφανο αγίων.

Η Αρχιεπισκοπή αυτή ήταν το φυτώριο της παιδείας στις Σλαβικές Εκκλησίες. Ήταν μεταδότης του βυζαντινού πολιτισμού ανάμεσα στους Σλάβους. Ακολουθώντας αυτή την παράδοση, πιστεύουμε ότι στις μέρες μας, η κανονική Εκκλησία στις περιοχές αυτές πρέπει να διατηρεί αυτή την παράδοση. Οι ακολουθίες στη Αρχιεπισκοπής Αχρίδος ήταν στα ελληνικά και στα σλαβικά. Γι\' αυτό το λόγο καλέσαμε χορωδία από τη γειτονική Ελλάδα για να συμμετάσχουν στην πραγματοποίηση αυτής της εκδήλωσης. Για την συμμετοχή τους, τους ευχαριστούμε ειλικρινά.

Όπως ιδρύθηκε από την αυτοκρατορική αρχή, το 1018, έτσι η ίδια καταργείται από την αυτοκρατορική αρχή το 1767. Έτσι, η συνέχεια της αδιάλειπτης διοικητικής ύπαρξης έχει ακυρωθεί εδώ και αρκετούς αιώνες. Αυτό βεβαίως δεν σημαίνει ότι καταργήθηκε η Εκκλησία, διότι την Εκκλησία μπορεί να την καταργήσει μόνο Αυτός που την ίδρυσε και Αυτός είναι ο Χριστός. Αλλά, οργανωτικά ως αυτοκέφαλη Εκκλησία, η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος πλέον δεν υφίσταται εδώ και 251 χρόνια.

Το άθεο κομμουνιστικό καθεστώς της πρώην Γιουγκοσλαβίας επέτρεψε σε αυτά τα εδάφη να οργανωθεί σαν υπόδουλη στο καθεστώς, εθνική Εκκλησία, αλλά, όλες οι Ορθόδοξες Εκκλησίες είδαν ότι αυτή είναι ένα κομμουνιστικό κατασκεύασμα, και δεν τη αναγνώρισαν, ούτε τότε και παραμένει μη αναγνωρισμένη μέχρι και σήμερα.

Ο εθνοφυλετισμός έχει κάνει και εξακολουθεί να δημιουργεί μεγάλες αναταράξεις στην Εκκλησία. Καταδικάστηκε στη Σύνοδο της Κωνσταντινούπολης το 1872, αλλά, δυστυχώς, από τον 19ο αιώνα μέχρι σήμερα δεν εξαφανίστηκε από την Εκκλησία. Είναι ανεκτός για έναν αιώνα και μισό, αλλά τα τελευταία χρόνια κάποιοι στην Εκκλησία, για τους δικούς τους γνωστούς λόγους σαν να το ξεχνάνε αυτό. Είναι απαράδεκτο, ακόμη και υποκριτικό, Εκκλησίες, που εδώ και χρόνια είναι σε σχίσμα, χωρίς μετάνοια να γίνουν δεκτοί ακόμα και να ανταμείβονται, μόνο και μόνο για την επιμονή τους σε σχίσμα.

Αν θυμηθούμε ότι η Εκκλησία γεννιόταν δια του μαρτυρίου, πρώτιστος μέσω των παθών του Χριστού, και μετά με το μαρτύριο των αποστόλων Του και εκείνων που ήταν πρόθυμοι να μαρτυρήσουν για την πίστη, δεν θα μας εκπλήσσει γιατί το μόνο κριτήριο της αυθεντίας στην Εκκλησία είναι η ετοιμότητα για το μαρτύριο. Η εκκλησία επέζησε στις πιο δύσκολες καταστάσεις, μόνο και μόνο επειδή ήταν πάντα έτοιμη να μαρτυρήσει δια του αίματος.

Ο πρώτος που βάπτισε τους πολίτες της Αχρίδος, που τότε ονομαζόταν Λύχνιδος, ήδη τον τρίτο αιώνα μετά Χριστού, ήταν ο ιερομάρτυς  Έρασμος. Έβαλε ζύμη σε αυτή την περιοχή, για να ξέρουμε πώς θεμελιώνεται η Εκκλησία, η οποία όταν θεμελιώνεται σε μαρτυρικό αίμα οι πειρασμοί δεν μπορεί να την κλονίσουν.

Η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, η οποία σήμερα είναι η κανονική Εκκλησία των περιοχών που κάποτε ήταν υπό τη δικαιοδοσία της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος είναι αυτόνομη Εκκλησία στο κανονικό έδαφος της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Αυτή δεν είναι ιδρυμένη από κάποιον αυτοκράτορα, αλλά λαμβάνει την αυτονομία με κανονικό τρόπο από εκείνη την Εκκλησία η οποία είχε το δικαίωμα να της δώσει αυτή την αυτονομία.

Από τη μία πλευρά, είναι υποχρεωμένη να διατηρεί την παράδοση της περιώνυμης  Εκκλησίας της Αχρίδος, αλλά από την άλλη πλευρά να ξέρει πώς να μαρτυρεί τον Λόγο στο παρόν, στο δρόμο προς το ειρηνικό λιμάνι της Βασιλείας του Θεού.

Ως εκ τούτου, σε αυτήν την λαμπρή στιγμή θα θέλαμε να ευχαριστήσουμε τους Επισκόπους της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδας, τον κλήρο, και κυρίως τον λαό του Θεού, οι οποίοι με αξιοπρέπεια υπέφεραν τους διωγμούς έναντι της Εκκλησίας σε αυτό το τόπο, απαράδεκτες για τις συνθήκες του 21ου αιώνα. Ακριβώς αυτός ο λαός είναι που παραξενεύεται, αλλά όχι λιγότερο και εμείς οι Επίσκοποι και ιερείς, πώς είναι δυνατόν στην Εκκλησία να γίνουν αφορμές για διαφωνίες και μάλιστα εκεί που στην εποχή μας πιθανώς να μην μπορεί να υπάρχουν λύσεις;

Δεν είναι δυνατόν να μην έχουμε φροντίδα για το τι συμβαίνει στην Εκκλησία οπουδήποτε στον κόσμο. Η Εκκλησία είναι μία και μόνο σαν μια μπορεί να είναι του Χριστού. Λόγο όλα αυτά που είπαμε, περνούμε το δικαίωμα να στείλουμε το μήνυμα αυτό: κανείς στο σώμα της Εκκλησίας ας μην κάνει προβλήματα βαρύτερα από αυτά που μπορεί να λύσει, επειδή αυτά τα προβλήματα απειλούν να συντρίψουν την εκκλησιαστική ειρήνη, τόσο απαραίτητη για την εκκλησιαστική αναβάθμιση.

Εμείς, οι οποίοι γιορτάζουμε αυτό το μεγάλο ιωβηλαίο, πράγματι σε περιορισμένες συνθήκες στις οποίες μας οδήγησαν οι αρχές αυτής της χώρας και στους οποίους αντισταθήκαμε στην αλυτρωτική τους πολιτική την οποία για πολλά χρόνια διατήρησαν προς την γειτονική Ελλάδα, έχουμε κάθε δικαίωμα να μιλούμε για αυτό που είναι καλά γνωστό σε όλες τις τοπικές Εκκλησίες. Δεν υπάρχει τίποτα πιο σημαντικό από την ενότητα της Εκκλησίας, στη πίστη, στα δόγματα, και στην κανονική τάξη.

Το σχίσμα είναι πρόβλημα ολόκληρης της Εκκλησίας, δεν είναι μόνο πρόβλημα για εκείνους που έχουν χωριστεί, είναι επίσης ένα πρόβλημα για εκείνους από τους οποίους έχουν χωριστεί. Ως εκ τούτου, είναι κατανοητή η φροντίδα της πρωτόθρονης Εκκλησίας για την θεραπεία όλων των σχισμάτων που υπάρχουν στην Ορθοδοξία, αλλά κανείς δεν μπορεί να δικαιολογεί τη θεραπεία ενός σχίσματος με δημιουργία ενός άλλου σχίσματος. Επομένως, πρέπει να συγκληθεί μια νέα Αγία και Μεγάλη Σύνοδος για να διορθωθούν οι ατέλειες της προηγούμενης.

Το ιωβηλαίο που γιορτάζουμε πρέπει να μας κάνει υπεύθυνους όλους εμάς οι οποίοι ζούμε σε αυτή τη χώρα να προσεγγίσουμε σοβαρά την ιστορία και τα ιστορικά γεγονότα. Δυστυχώς, η αδιαφορία σχετικά με αυτά τα ιστορικά γεγονότα καθιστούσε τις κρατικές αρχές αυτής της χώρας ως περίγελο στον κόσμο. Την ιστορική αλήθεια δεν μπορεί να την παραποιήσει κάποιος ειδικά στη σύγχρονη εποχή μας. Απλώς ο χρόνος τρέχει τόσο γρήγορα ώστε να μην αφήνει ατελείωτα κενά για πλαστογραφία και αναλήθειες.

Παίρνουμε την ευκαιρία σε αυτό το σημείο, να ευχαριστήσουμε τους εκπροσώπους των τοπικών Εκκλησιών που μας τίμησαν με τη συμμετοχή τους σε αυτή τη λειτουργική εορτή. Αλλά αυτή η γιορτή δεν είναι μόνο δική μας. Αυτή είναι μια γιορτή ολόκληρης της Εκκλησίας του Θεού που ζει ως ένα σώμα, ως ένας οργανισμός. Η Αρχιεπισκοπή Αχρίδος λειτουργούσε ως τοπική εκκλησία, αλλά πάντα στην ενότητα της Μιας, Αγίας, Καθολικής και Αποστολικής Εκκλησίας. Ούτε μια στιγμή στην ιστορία δεν ήταν σε σχίσμα, για αυτό ευχόμαστε αυτό να είναι αφορμή, το σχίσμα στο οποίο βρίσκονται τα αδέλφια μας σε αυτή τη χώρα, να ξεπεραστεί, αλλά οπωσδήποτε πάνω στις εκκλησιολογικές και κανονικές αρχές στις οποίες βασίζεται η Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ευχόμαστε κάποια άλλη γενιά που θα γιορτάσει το ιωβηλαίο με περισσότερα χρόνια της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, να μην αναφέρει πια το πρόβλημα του σχίσματος, ακριβώς επειδή αυτή η επέτειος θα μας κάνει όλους πιο σοβαρούς για να μπορούμε να συμβάλουμε ώστε να ξεπεραστεί αυτή η αφύσικη κατάσταση.

Μετάφραση: Επίσκοπος Στοβίων Δαυίδ


*     *     *     *     *

Αγγελική Δεληκάρη

Επίκ. Καθηγήτρια της Μεσαιωνικής Ιστορίας των Σλαβικών Λαών στο Τμήμα Ιστορίας και Αρχαιολογίας του ΑΠΘ

1000 χρόνια από την ίδρυση της αρχιεπισκοπής Αχρίδος

Το 1018 ο Βυζαντινός αυτοκράτορας Βασίλειος Β΄ o Βουλγαροκτόνος κατέλυσε το κράτος του Σαμουήλ (976-1018) και ενσωμάτωσε τα εδάφη του στη Βυζαντινή αυτοκρατορία, δημιουργώντας το θέμα Βουλγαρίας με πρωτεύουσα τα Σκόπια. Ως εκκλησιαστική έδρα του θέματος επέλεξε την Αχρίδα, ιδρύοντας ταυτόχρονα και την αυτοκέφαλη αρχιεπισκοπή Αχρίδος. Αυτό σήμαινε ότι ο νέος αυτός εκκλησιαστικός οργανισμός υπαγόταν απευθείας στον αυτοκράτορα και όχι στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως, απολαμβάνοντας ανάλογο καθεστώς με την αρχιεπισκοπή Κύπρου. Μάλιστα η έδρα της, δηλαδή η πόλη της Αχρίδος, ταυτιζόταν με την αρχαία και βυζαντινή Λυχνιδό που ήταν γνωστή βυζαντινή επισκοπή ήδη πριν από τον 4ο αιώνα.
Προκειμένου να καθορίσει τα όρια και τη δικαιοδοσία της αρχιεπισκοπής Αχρίδος ο αυτοκράτορας εξέδωσε τρία σιγίλλια  μεταξύ των ετών 1019 και 1025. Στην ενέργεια αυτή προέβη μετά από σχετικό αίτημα του πρώτου αρχιεπισκόπου Αχρίδος, του Ιωάννη, που ήταν σλαβικής καταγωγής. Αν και δυστυχώς δεν σώζεται το πρωτότυπο των σιγιλλίων του Βασιλείου Β΄, ωστόσο το κείμενό τους παραδίδεται εμβόλιμο σε χρυσόβουλλο λόγο του Μιχαήλ Η΄ (που χρονολογείται το έτος 1272 ή 1273).
Στα σιγίλλια του Βασιλείου Β΄ καταγράφονται αναλυτικά οι επισκοπές που ανήκαν στη δικαιοδοσία της Αχρίδος. Πρόκειται για τις επισκοπές Καστοριάς, Γλαβενίτζης, Μογλαινών, Στρουμμίτζης, Βουτέλεως, Μωροβίσδου, Βελεβουσδίου, Τριαδίτζης, Νύσσης, Βρανίτζεβου, Βελεγράδων, Σιρμίου, Σκοπίων, Πριζρένης, Λιπαινίου, Σερβίων , Δρίστρας, Βιδύνης, Ράσου, Ωραίας, Τζερνίκου, Χιμαίρας, ακολουθεί η μητρόπολη Δυρραχίου, η επισκοπή Δρυϊνουπόλεως, στη συνέχεια υπάρχει το δυσανάγνωστο όνομα μιας επισκοπής, και τέλος οι επισκοπές Βοθρωτού, Ιωαννίνων, Κοζίλης, Πέτρου, Ριγών, Σταγών και Βερροίας.
Ουσιαστικά ο Βυζαντινός αυτοκράτορας προσπάθησε να συμπεριλάβει εκκλησιαστικά το σύνολο των εδαφών που κατέκτησε σε μια εκκλησιαστική αρχή. Η ενέργειά του αυτή μάλλον οφειλόταν σε καθαρά πολιτικούς λόγους, και ο ίδιος αποσκοπούσε μέσω ενός συγκροτημένου, αυτοκέφαλου (αλλά περιορισμένου σε σχέση με το Οικουμενικό Πατριαρχείο) εκκλησιαστικού καθεστώτος να πετύχει και τον βαθμιαίο εκβυζαντινισμό ολόκληρου του πληθυσμού της περιοχής αυτής. Βέβαια με τον τρόπο αυτόν ανέθετε στον αρχιεπίσκοπο Αχρίδος ένα μεγάλο έργο, καθώς η περιοχή του ποιμνίου του εκτεινόταν προς βορρά μέχρι τον Δούναβη, προς νότο έως τη Θεσσαλία, ανατολικά έφτανε στη Ρίλα και δυτικά στην Αδριατική θάλασσα (περιλαμβάνοντας έτσι εδάφη του πρώην βουλγαρικού κράτους, της Σερβίας και της Αλβανίας). Ο αρχιεπίσκοπος Αχρίδος, αν και ήταν κατοχυρωμένος με βάση τα σιγίλλια να ασκεί δικαιοδοσία σε μια τόσο ευρεία περιοχή, είναι πολύ πιθανόν, εξαιτίας της μεγάλης απόστασης πολλών επισκοπών από την έδρα του, να περιοριζόταν ίσως στην εκλογή των αρχιερέων του στις πιο απομακρυσμένες από αυτές και να παρεμβαίνει, μόνον εφόσον προέκυπταν σοβαρά προβλήματα, καθώς και να συμβουλεύει τους αρχιερείς του, όταν υπήρχε ανάγκη. Σίγουρα οι απομακρυσμένοι επίσκοποι της Αχρίδος δεν θα είχαν τη δυνατότητα να παρευρίσκονται συχνά, ίσως και ποτέ, σε συνόδους της αρχιεπισκοπής και να λαμβάνουν αποφάσεις από κοινού με τους υπόλοιπους αρχιερείς της.
Η αρχιεπισκοπή όλους αυτούς τους αιώνες της παρουσίας της άλλαζε συχνά σύνορα, αφού περιελάμβανε συνοριακές περιοχές του βυζαντινού κράτους, μερικές από τις οποίες έπαυαν για κάποια διαστήματα να βρίσκονται υπό βυζαντινό έλεγχο και περνούσαν στα χέρια ξένων ηγεμόνων. Επίσης επρόκειτο για περιοχές του Ιλλυρικού, στις οποίες η Ρώμη προσπαθούσε συνεχώς να προσεταιριστεί τους ηγεμόνες τους και να τους αποκόψει από το ορθόδοξο δόγμα. Γι’ αυτό, τουλάχιστον τους δύο πρώτους αιώνες, η επιλογή των αρχιεπισκόπων Αχρίδος αποτελούσε σημαντικό μέλημα των Βυζαντινών αυτοκρατόρων. Επιλέγονταν πρόσωπα μορφωμένα που έχαιραν πλήρους εμπιστοσύνης του αυτοκράτορα και ανήκαν στο στενό περιβάλλον της αυτοκρατορικής Αυλής. Βέβαια από τον 13ο αιώνα δεν ισχύει πάντα αυτό εξαιτίας της λατινικής κατάκτησης της Κωνσταντινουπόλεως, της πρόσκαιρης αύξησης της ακτινοβολίας του κράτους της Ηπείρου αλλά και της κατάκτησης εδαφών της αρχιεπισκοπής από ξένους (Βούλγαρους και Σέρβους ηγεμόνες). Το Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως πάντως θεωρούσε ότι οφείλει να ασκεί έλεγχο, όσον αφορά την επιλογή των προκαθημένων της Αχρίδος. Οι αρχιεπίσκοποι Αχρίδος εκτός από τη δράση τους ως εκκλησιαστικοί άνδρες διακρίθηκαν ιδιαίτερα για το συγγραφικό έργο και την υπεράσπιση των δικαίων της Ορθοδοξίας. Ο διάδοχος του πρώτου αρχιεπισκόπου Αχρίδος, Ιωάννη, ο Λέων (περί το 1037-†1055/1056), συμμετείχε ενεργά στη διένεξη μεταξύ της Κωνσταντινουπόλεως και της Ρώμης σχετικά με τη διαμάχη για τα άζυμα. Ο Θεοφύλακτος Αχρίδος (περί το 1089 ή 1092-†1126), μια από τις σημαντικότερες και πολυγραφότατες προσωπικότητες που αρχιεράτευσαν εκεί, συνέγραψε ανάμεσα σε πολλά έργα και τον εκτενή Βίον του Αγίου Κλήμη, το σημαντικότερο κατά τη γνώμη μου κείμενο σχετικά με την κυριλλο-μεθοδιανή αποστολή στη Μεγάλη Μοραβία και την πρόσληψη της κληρονομιάς της στην περιοχή της Αχρίδος, όπως επίσης και το Μαρτύριο των εν Τιβεριουπόλει μαρτυρησάντων. Κατά την αρχιερατεία του Ιωάννη Κομνηνού (περί τα έτη 1140-1164) , που ήταν γόνος της γνωστής βυζαντινής αυτοκρατορικής οικογένειας  η αρχιεπισκοπή ταυτίστηκε με την παλαιά αρχιεπισκοπή Πρώτης Ιουστινιανής. Αν και η σύνδεση ήταν εσφαλμένη το κύρος και η αίγλη της αρχιεπισκοπής αυξήθηκαν. Μέσα από το πολύ σημαντικό έργο και την αλληλογραφία ενός από τους γνωστότερους αρχιεπισκόπους Αχρίδος, διαπρεπούς κανονολόγου της εποχής, του Δημητρίου Χωματηνού (περί το 1216-περί το 1236), μπορεί κάποιος να παρακολουθήσει όχι μόνο την εκκλησιαστική αλλά και την κοινωνική ιστορία της αρχιεπισκοπής. Οι σχέσεις του με σημαντικές προσωπικότητες της εποχής και ξένους ηγεμόνες, όπως ο Θεόδωρος Δούκας, ηγεμόνας του κράτους της Ηπείρου, ο Στέφανος Νιέμανιτς, ο Στέφανος Radoslav και άλλοι, φανερώνουν την εκτίμηση που έτρεφαν προς το πρόσωπο του αρχιεπισκόπου αλλά και τον φόβο ορισμένων από τη διεθνή ακτινοβολία της αρχιεπισκοπής.
Στον ναό της Θεοτόκου Περιβλέπτου (1294/1295) της Αχρίδος μπορεί κάποιος να θαυμάσει την απεικόνιση του αρχιεπισκόπου Αχρίδος Κωνσταντίνου Καβάσιλα με τον Κλήμη Αχρίδος. Ο Κωνσταντίνος Καβάσιλας υπήρξε μία από τις εξέχουσες προσωπικότητες που έδρασε για αρκετά χρόνια στην εκκλησιαστική περιφέρεια της Αχρίδος, αρχικά ως επίσκοπος Γρεβενών, έπειτα ως επίσκοπος Τιβεριουπόλεως [= Στρουμίτζης], στη συνέχεια ως μητροπολίτης Δυρραχίου και τέλος ως αρχιεπίσκοπος Αχρίδος. Ανήλθε δύο φορές στον αρχιεπισκοπικό θρόνο της Αχρίδος (την πρώτη κατά τη βασιλεία του Θεόδωρου Β΄ Λάσκαρη (1254-1258) και τη δεύτερη κατά τη βασιλεία του Μιχαήλ Η΄ Παλαιολόγου (1259-1282), και, όπως φαίνεται, αγιοποιήθηκε μάλλον πολύ γρήγορα.
Η κατασκευή του άμβωνα του ναού της Αγίας Σοφίας στην Αχρίδα συνδέεται με τον αρχιεπίσκοπο Γρηγόριο Α΄ (μάλλον ήδη από τις αρχές του 1312 έως τα τέλη του 1314/αρχές του 1315 ή κατ’ άλλους 1332). Εκεί στους κίονες διακρίνονται τέσσερα μονογράμματα μέσα σε κύκλους, στα δύο από τα οποία διαβάζεται Γριγόριος ή Γριγόριως, ενώ στα άλλα δύο αρχιεπίσκοπος Βουλγάρων.
Κατά την περίοδο της σερβικής κατοχής της Αχρίδος οι σχέσεις της αρχιεπισκοπής με τον Σέρβο ηγεμόνα Στέφανο Δουσάν φαίνεται πως ήταν αρμονικές. Ο αρχιεπίσκοπος Νικόλαος (1334?-1365)  εγκαινίασε μια νέα περίοδο συνεργασίας και εμπιστοσύνης με τους Σέρβους. Στην κτητορική απεικόνιση (χρονολογείται μεταξύ των ετών 1347-1350) στο παρεκκλήσι του Αγίου Ιωάννου του Προδρόμου της εκκλησίας της Αγίας Σοφίας της Αχρίδος, ο αρχιεπίσκοπος Νικόλαος εμφανίζεται να μεσολαβεί στον Ιωάννη Πρόδρομο, παρουσιάζοντας τον Ιωάννη Ολίβερο (διοικητή της Αχρίδος) και τα μέλη της οικογένειάς του (τη σύζυγό του Άννα-Μαρία και τους γιους του, Damjan και μάλλον τον Krajko).
Την κτητορική δραστηριότητα του Νικολάου φαίνεται ότι συνέχισε ο διάδοχός του Γρηγόριος Β΄ (1364/1365-1378), όπως προκύπτει από δύο επιγραφές, στις οποίες εμφανίζεται το όνομά του. Η πρώτη βρίσκεται πάνω από την πύλη του παρεκκλησίου της βόρειας πτέρυγας της εκκλησίας της Θεοτόκου Περιβλέπτου, το οποίο είναι αφιερωμένο στον άγιο Γρηγόριο τον Θεολόγο και χρονολογείται το έτος 1364/1365. Ο Γρηγόριος μνημονεύεται εκεί ως αρχιεπίσκοπος Πρώτης Ιουστινιανής. Επίσης στην εκκλησία του παλαιού Αγίου Κλήμη στη συνοικία Bolnička στην κτητορική επιγραφή (έτος 1378) που βρίσκεται πάνω από τη νότια πύλη στη μέσα πλευρά της διαβάζουμε ότι ο ναός αυτός οικοδομήθηκε και ανιστορήθηκε κατά την αρχιερατεία του παναγιωτάτου αρχιεπισκόπου Πρώτης Ιουστινιανής και πάσης Βουλγαρίας κυρ Γρηγορίου, όταν διοικητής της πόλης Αχρίδος ήταν ο Andrea Gropa.
Θα μπορούσε κάποιος να μιλά ώρες ολόκληρες για τη δράση των αρχιεπισκόπων Αχρίδος όλους αυτούς τους αιώνες, για τη διεθνή ακτινοβολία της αρχιεπισκοπής και για τους τίτλους των αρχιεπισκόπων που απεικόνιζαν τη δικαιοδοσία τους είτε την πραγματική είτε την πλασματική. Σκοπός των αρχιεπισκόπων ήταν η προβολή της Αχρίδος σε έναν ευρύ χώρο στα Βαλκάνια και η ανάκληση στη μνήμη του ενδόξου παρελθόντος της εκκλησιαστικής περιφέρειάς τους. Σε μία ποιμαντορική επιστολή του αρχιεπισκόπου Ζωσιμά Αχρίδος στις 11 Ιουνίου του 1708 σχετικά με μια δωρεά του Μεγάλου Κομίσου της Ουγγροβλαχίας κυρίου Γεωργίου Καστριώτη, χρησιμοποιείται ένας εκτενής αρχιεπισκοπικός τίτλος: Ζωσιμᾶς ἐλέῳ θεοῦ ἀρχιεπίσκοπος τῆς ᾱ Ἰουστινιανῆς Ἀχριδῶν καὶ πάσης Βουλγαρίας, Δακίας Μεδιτερρανῶν, Ῥιπενσίας, Πραιβαλίας, Δαρδανίας, Μυσίας τε ἀνωτέρω καὶ τῶν λοιπῶν πατριάρχης. Η αναφορά των επαρχιών αυτών παραπέμπει στη Νεαρά 11 (του έτους 535) του Ιουστινιανού Α΄, με την οποία ο Βυζαντινός αυτός αυτοκράτορας ίδρυε την αρχιεπισκοπή της Πρώτης Ιουστινιανής. Εκεί καταγράφονται όλες αυτές οι περιοχές του τίτλου του Ζωσιμά ως επαρχίες υποκείμενες στην Πρώτη Ιουστινιανή.
Ιδιαίτερη μνεία θα πρέπει να γίνει για τους κατεξοχήν αγίους της αρχιεπισκοπής Αχρίδος, τους μαθητές των αγίων Κυρίλλου και Μεθοδίου, άγιο Κλήμη και όσιο Ναούμ. Η αποστολή τους στην Αχρίδα από τον Βούλγαρο ηγεμόνα Βόρη Α΄ σηματοδοτεί την έναρξη της δεύτερης φάσης - αν μου επιτρέπεται αυτή η χρονική διάκριση - του εκπολιτιστικού έργου της κυριλλομεθοδιανής αποστολής στους Σλάβους. Αυτό που ο άγιος Κλήμης και ο όσιος Ναούμ επιχείρησαν να κάνουν στην περιοχή αυτή είναι ουσιαστικά να διασώσουν, να διαφυλάξουν και να μεταλαμπαδεύσουν τον σλαβικό πολιτισμό που δημιουργήθηκε στη Μεγάλη Μοραβία. Ο άγιος Κλήμης χειροτονήθηκε επίσκοπος Βελίτζης (σημερινό Βέλες) το έτος 893 ή 894 κατόπιν αιτήματος στο Πατριαρχείο Κωνσταντινουπόλεως του Βούλγαρου τσάρου Συμεών (893-927). Η πρώτη γνωστή μνεία του Κλήμη ως επισκόπου Βελίτζης εντοπίζεται στον κώδικα Assemanianus (μέσα του 11ου αιώνα). Εκεί σημειώνεται ότι στις 27 Ιουλίου, ημέρα μνήμης του αγίου Παντελεήμονα, τιμάται επίσης και ο άγιος Κλήμης Βελίτσης (Klimenta episkopa Velič’skago). Αν και δεν έλαβε ποτέ τον τίτλο της αρχιεπισκοπής Αχρίδος, για τον απλούστατο λόγο ότι στην εποχή του δεν υφίστατο η αρχιεπισκοπή, αλλά ούτε και τον τίτλο της βυζαντινής επισκοπής Λυχνιδού, ωστόσο η περιοχή της δικαιοδοσίας του ήταν πολύ εκτεταμένη και η σημαντικότερη πόλη της επισκοπής του ήταν η Αχρίδα. Η αναδρομική χρήση του τίτλου του αρχιεπισκόπου Αχρίδος όσον αφορά τον άγιο Κλήμη, σχετίζεται με το ιεραποστολικό, το ποιμαντορικό, το κτητορικό και το συγγραφικό έργο του στην περιοχή της Αχρίδος. Τόσο στην καρδιά του ποιμνίου του, όσο και των μετέπειτα αρχιεπισκόπων Αχρίδος διατηρήθηκε ζωντανή η μνήμη του ως του πρώτου ποιμένα της αρχιεπισκοπής. Ήταν τιμή και ευλογία για τους αρχιεπισκόπους να συμπεριλαμβάνουν τον άγιο στους προκατόχους τους, να τον απεικονίζουν στις τοιχογραφίες των εκκλησιών της, να ζητούν από αυτόν βοήθεια και φώτιση να συνεχίσουν το έργο τους εκεί.
Με την κατάκτηση των Βαλκανίων από τους Οθωμανούς και την προσωρινή κατάργηση των Εκκλησιών της Βουλγαρίας και της Σερβίας, φαίνεται ότι αναβαθμίστηκε ο ρόλος της αρχιεπισκοπής Αχρίδος, αφού πιθανότατα περιέλαβε εκ νέου στη δικαιοδοσία της μερικά από τα εδάφη που είχε απολέσει κατά το παρελθόν. Γεγονός πάντως παραμένει ότι η αρχιεπισκοπή Αχρίδος κατόρθωσε να επιβιώσει από το 1018 έως σήμερα σε μια περιοχή που οι εξελίξεις στο πέρασμα του χρόνου δεν ήταν πάντοτε ευνοϊκές γι’ αυτήν. Ωστόσο πρέπει να γίνει αποδεκτό, ότι ούτε η βουλγαρική, ούτε η σερβική ούτε τέλος η οθωμανική κατοχή κατάφεραν να αλλοιώσουν ουσιαστικά τον χαρακτήρα, τη δράση αλλά κυρίως την ταυτότητά της. Έλληνες, Σλάβοι και άλλες εθνότητες συνυπήρξαν αρμονικά στον χώρο της αρχιεπισκοπής ανά τους αιώνες. Ευχόμαστε από καρδιάς μακροημέρευση και μακάρι το όραμα του ιδρυτή της να λειτουργήσει ως ενωτικός παράγοντας όλων των εθνών που βρέθηκαν κάτω από την πνευματική σκέπη της και να φωτίζει πάντα τον δρόμο της αγάπης και της συνεργασίας.

Κυριακή 8 Απριλίου 2018

Ανάσταση και η Λειτουργία του Πάσχα 2018 στην πόλη Μπίτολα της FYROM

Άγιον Πάσχα, 8.4.2018, στην Σταυροπηγιακή Μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου. Προέστη ο Μακ. Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων κ. Ιωάννης.