e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταξίδι στη Νάξο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Ταξίδι στη Νάξο. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Δευτέρα 18 Μαΐου 2020

Πέμπτη 18 Αυγούστου 2016

Προσκυνηματική στάση στην Παναγία Δροσιανή Νάξου

Ταξίδεψε και φωτο-κατέγραψε ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας




































Η Παναγία η Δροσιανή είναι ένα ιστορικό Βυζαντινό μοναστήρι, στη βόρεια άκρη της κοιλάδας της Δρυμαλίας, νότια του χωριού Μονή στη Νάξο και δίπλα από το κοινοτικό κοιμητήριο (νεκροταφείο), που είναι από τα αρχαιότερα των Βαλκανίων (4ος ή 6ος αιώνας).

Ιστορία
Κατά την περίοδο της Φραγκοκρατίας το μοναστήρι και ο πέριξ αυτού χώρος αποτελούσε ιδιαίτερο τιμάριο του οίκου Μπελόνια. Μετά την κατάληψη της Νάξου από τους Τούρκους ο τελευταίος Φράγκος Δούκας της Νάξου και Αιγαίου Πελάγους Ιωάννης Δ΄ Κρίσπης με έγγραφο που εξέδωσε το 1555 εκχώρησε το μοναστήρι στην ελληνική ορθόδοξη εκκλησία.

Σύγχρονη εποχή
Από το Μοναστήρι αυτό το μεγαλύτερο μέρος του ήταν θαμμένο και μόλις τη δεκαετία του 70 έγιναν οι ανασκαφές από την αρχαιολογική υπηρεσία όπου και αποκαλύφθηκε πλήρως. Μέχρι τότε το μόνο μέρος που ήταν ορατό ήταν η κυρίως εκκλησία που ήταν και η πλέον πρόσφατη. Η εκκλησία είναι στην ουσία ένα σύμπλεγμα από τέσσερις εκκλησίες. Είναι Βυζαντινού ρυθμού και όλοι οι χώροι του, εσωτερικά και εξωτερικά είναι σε σχήμα σταυρού.

Υπάρχουν πολλές αγιογραφίες. Αυτές που φαίνονται τώρα είναι και οι παλαιότερες, μιας και τα δύο προηγούμενα στρώματα έχουν αφαιρεθεί και έχουν μεταφερθεί σε μουσεία. Χαρακτηριστικοί είναι οι δύο Παντοκράτορες στον τρούλο, κάτι που αποδίδεται σε προσπάθεια καταπολέμησης του μονοφυσιτισμού: οι δύο μορφές απεικονίζουν η μία την ανθρώπινη και η άλλη τη θεία φύση του Χριστού.

Θρύλοι
Πολλοί οι θρύλοι για το πως κτίστηκε και το πως επελέγη η τοποθεσία. Οι παλαιότεροι κάτοικοι του χωριού μεταφέρουν ότι αν και αρχικά είχε επιλεγεί άλλο μέρος για το κτίσιμο της εκκλησιάς η εικόνα της Παναγίας μεταφερόταν κάθε βράδυ στο συγκεκριμένο μέρος. Η ονομασία «Δροσιανή» εικάζεται ότι προήλθε από το ότι οι κάτοικοι του χωριού σε μια πολύ μεγάλη περίοδο ανομβρίας απευθύνθηκαν στην Παναγία με λειτουργίες και τάματα για να την παρακαλέσουν να βρέξει έτσι ώστε να μην ξεραθούν τα δέντρα και οι μπαξέδες και να ζήσουν οι κάτοικοι που κατ' εξοχήν είναι αγρότες.

Το νεώτερο τμήμα του Μοναστηριού χωρίζεται σε δύο τμήματα και μπροστά από την εικόνα της Παναγίας υπάρχει στο πάτωμα μια τεράστια κυκλική πλάκα από μάρμαρο. Οι θρύλοι έλεγαν πως κάτω από την πλάκα αυτήν υπάρχει μεγάλος θησαυρός που κανείς όμως δεν πήγαινε να την ανασηκώσει γιατί θα τον μαρμάρωνε η θαυματουργή εικόνα της Παναγίας. Δυστυχώς την δεκαετία του 70 κάποιο πρωί βρέθηκε η πλάκα σκαμμένη και βγαλμένη και κανείς ποτέ δεν έμαθε αν έκρυβε κάτι από κάτω.

Οι αρχαιοκάπηλοι όμως δεν σταμάτησαν εκεί. Η εικόνα της Παναγίας εκλάπη και είναι άγνωστο αν η υπάρχουσα στη θέση της είναι η αυθεντική ή κάποιο αντίγραφό της. Σήμερα το Μοναστήρι της Παναγίας της Δροσιανής λειτουργεί υπό τον έλεγχο της αρχαιολογικής υπηρεσίας και δέχεται ετησίως χιλιάδες επισκέπτες.

[Πηγή δημοσιεύματος: Βικιπαίδεια]


Τρίτη 9 Αυγούστου 2016

Προσκυνηματική ανάβαση στη Μονή Χρυσοστόμου της Νάξου

Ταξίδεψε και φωτο-αποτύπωσε ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας








































Η Μονή του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου της Νάξου λειτουργεί από το 1280 ως γυναικεία μονή, χωρίς ποτέ να ερημωθεί από μοναχές και χωρίς να πάψει η λατρευτική ζωή σε αυτήν. Βρίσκεται σ' έναν λόφο στη βορειοανατολική πλευρά της Χώρας της Νάξου (σε απόσταση 3 χλμ από αυτή), παρέχοντας στον προσκυνητή εξαιρετική θέα προς το Αιγαίο και τα υπόλοιπα νησιά.

Είναι ένα κατάλευκο νησιώτικο κτίσμα φρουριακού χαρακτήρα, με χαμηλή δοκαρόφρακτη πύλη και καταχύτη (λαδοζεματίστρα) από την εποχή των πειρατικών επιδρομών. Ο όγκος των κελιών κλιμακώνεται σε αρμονία με το έδαφος με κορύφωση τον ισχυρό τετράγωνο πύργο εντός του οποίου υπάρχει το Παρεκκλήσιο του Αγίου Νικολάου.

Εσωτερικά σχηματίζεται μικρή αυλή, την οποία καθιστά ιδιαίτερα θελκτική η ύπαρξη μιας δροσερής πηγής. Το σχετικά μικρό Καθολικό φέρει ξυλόγλυπτο τέμπλο με σημαντικές βυζαντινές εικόνες, από τις οποίες ξεχωρίζει η μεγάλη Ιερά Εικόνα του Αγίου Ιωάννου του Χρυσοστόμου, η οποία παριστά τον άγιο ένθρονο και φέροντα επί του στήθους Του, στο αρχιερατικό εγκόλπιο, τεμάχιο του Ιερού Του Λειψάνου. Η εικόνα χρονολογείται από το 1818.

Ο ναός αυτός ανακαινίσθηκε στο β΄ μισό του 18ου αι. από τον άρχοντα Ανδρόνικο Πραδούνα.

Στη μονή υπήρχε παλαιότερα αξιόλογη βιβλιοθήκη, ενώ πολλά από τα βιβλία, που μέχρι σήμερα διασώζονται, είχε αποστείλει ο καταγόμενος από τη Νάξο Άγιος Νικόδημος ο Αγιορείτης στην μητέρα του, η οποία, αμέσως μετά την αναχώρηση του αγίου από τη Νάξο, μόνασε στη Μονή του Χρυσοστόμου ως μοναχή Αγάθη.

Καθηγουμένη είναι εδώ και έξι δεκαετίες η σεβαστή Γερόντισσα Θεοκτίστη, η οποία καταβάλλει άοκνες προσπάθειες για το μοναστήρι, το οποίο πανηγυρίζει στην εορτή του Αγίου στις 13 Νοεμβρίου.

[Πηγή στοιχείων: monastiria.gr]

Παρασκευή 29 Ιουλίου 2016

Προσκύνημα στη Σταυροπηγιακή Μονή Φανερωμένης Νάξου {2ο μέρος}

Ταξίδεψε και φωτο-αποτύπωσε ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας 


































Ἄγνωστος παραμένει ὁ ἀκριβής χρόνος ἀνεγέρσεως τῆς Ἱερᾶς Μονῆς. Στόν κώδικά της ὑπάρχει μεταγραφή ἐγγράφου, διά χειρός τοῦ ἀειμνήστου ἐκπαιδευτικοῦ Ἀντωνίου Κατσουροῦ, ἀπό τό κείμενο τοῦ ὁποίου συμπεραίνουμε τά ἑξῆς: 

1) Ἡ Ἱ. Μονή Φανερωμένης προϋπῆρχε τοῦ 1597. Εἶχε ὀνομαστεῖ "Σταυροπήγιο" ἀπό τόν Οἰκουμενικό Πατριάρχη Θεόληπτο. 

2) Ὡς μικρή Μονή, πιθανόν νά προϋπῆρχε δεκάδες χρόνια. Μέ τήν πάροδο τῶν χρόνων, ἀφοῦ ἀπέκτησε σημαντική περιουσία καί ἀρκετούς μοναχούς, ἔγινε Σταυροπήγιο γιά νά τύχει τῶν προνομίων πού ἐδικαιοῦτο ὡς προστατευόμενη Μονή τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου. 

3) Ἡ παράδοση γιά τήν ἀνεύρεση τῆς Ἱερᾶς Εἰκόνας τῆς Παναγίας μας, μᾶς φέρνει σέ χρόνους πολύ μακρινούς, ὅταν οἱ Χριστιανοί τῆς Κωνσταντινουπόλεως καί ἄλλων παραθαλασσίων πόλεων ἔριχναν στή θάλασσα τίς εἰκόνες γιά νά μήν καταστραφοῦν ἀπό τούς Εἰκονομάχους ἤ τούς σταυροφόρους μετά την Δ Σταυροφορία τοῦ 1204. Ἐξ ἄλλου, εἶναι γνωστό, ὅτι καί ἄλλες Εἰκόνες τῆς Νάξου συνδέονται μέ τέτοιες εὐλαβικές παραδόσεις, ὅπως ἡ Παντάνασσα, ἡ Χρυσοπολίτισσα, ἡ Ἁγιά. 

Λίγα χρόνια ἀργότερα, ὁ Μητροπολίτης Παροναξίας Νικηφόρος Μελισσηνός (1613-1617) ἀνέτρεψε τό σιγίλλιον τοῦ 1597 μέ ἄλλο τοῦ 1614 καί πῆρε τό Μοναστήρι ὑπό τήν διοίκηση τῆς Μητροπόλεως. Πολύ ἀργότερα, ὁ Ἐθνομάρτυς καί Ἅγιος Γρηγόριος Ε΄, Πατριάρχης Κωνσταντινουπόλεως, τό ἀποκαθιστᾶ καί πάλι ὡς Σταυροπήγιο (1798). Τό ἴδιο πράττει καί ὁ ἐπίσης Ἐθνομάρτυς Πατριάρχης Κύριλλος ὁ Στ΄, κατά τό ἔτος 1816. Κατά τήν 19ο αἰ. ἡ Ἱ. Μονή ἀκμάζει. Ἡγούμενος ἀπό τό 1816 ἀναλαμβάνει ὁ Δωρόθεος Τζιώτης, πού τό 1826 ἱδρύει δύο ἀλληλοδιδακτικά Σχολεῖα, ἕνα στό Μετόχι τῆς Ἁγίας Κυριακῆς καί ἕνα στούς Ἀκαδήμους τῆς Τραγαίας. 

Στήν Ἁγία Κυριακή λειτουργοῦσε σχολεῖο ἀπό τά τέλη τοῦ 18ου αἰ. Ἀργότερα, ἡγούμενος τῆς Μονῆς ἐκλέγεται ὁ Ἠλίας Γεωργιάδης, μεγάλη πνευματική μορφή, πού ἀναλίσκεται μεταξύ Νάξου καί Πάρου. Ἐκοιμήθη τό 1860 καί ἐτάφη στόν Προφήτη Ἠλία, πλησίον τῆς Φανερωμένης. Μαθητής του καί ἀδελφός τῆς Μονῆς ὑπῆρξε καί ὁ Ἅγιος Ἀρσένιος ὁ ἐν Πάρῳ (1800-1877). 

Μέ τήν ἀνατολή τοῦ 20οῦ αἰώνα, ἡ Μονή ἀρχίζει νά παρακμάζει. Ἡγούμενοι κατά τήν περίοδο αὐτή εἶναι ὁ Κύριλλος Σαραντινός, Ἀνδρέας Παυλάκης, Ἀνδρόνικος Παλυβός, Γρηγόριος Συνοίκης, Ἀλέξανδρος Μοστράτος καί ὁ Ἀντώνιος Παραρᾶς. Ἡγούμενος γιά μικρό διάστημα διετέλεσε καί ὁ μετέπειτα Μητροπολίτης Παροναξίας Ἀμβρόσιος, ὅταν ὑπηρετοῦσε στήν Μητρόπολη ὡς Ἱεροκήρυξ. 

Τρεῖς βασικές αἰτίες ὁδήγησαν τήν Μονή στήν παρακμή: Οἱ συνεχεῖς ἀπαλλοτριώσεις τῶν κτημάτων της ἀπό τό κράτος, οἱ κατά καιρούς ἐκποιήσεις τῆς περιουσίας της καί παραχωρήσεις γιά ἐκκλησιαστικούς σκοπούς ἀπό ὁρισμένους μοναχούς καί ἡ τότε παρακμή τοῦ μοναχισμοῦ. Τήν Μονή ἐπισκέφθηκαν κατά τήν περίοδο τῆς Φραγκοκρατίας - Τουρκοκρατίας ἀρκετοί περιηγητές, μεταξύ τῶν ὁποίων οἱ Γάλλοι μοναχοί Ροβέρτος Σωζέ καί Φραγκίσκος Ταριγιόν καί ὁ Γερμανός Ἰγνάτιος Λίχτζε, πού δημοσιεύουν τίς ἐντυπώσεις τους στόν τύπο τῆς ἐποχῆς. Ἐπίσης, οἱ Τεβενότ καί Ντουλίτ (1874) δίνουν ἀρκετές πληροφορίες γιά τό μοναστήρι. Ἡ Μονή Φανερωμένης εἶχε ὑπό τήν ἐπιστασία της καί τά μετόχια τῆς Ἁγ. Κυριακῆς Νάξου, Ἁγ. Μηνᾶ Νάξου, Ἁγ. Γεωργίου Πάρου καί Ἁγ. Κυριακῆς Πάρου (στήν πραγματικότητα μετόχι τοῦ Ἁγ. Γεωργίου Πάρου).

[Πηγή στοιχείων: Ιστότοπος Ι. Μητροπόλεως Παροναξίας]