e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνοφυλετισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων
Εμφάνιση αναρτήσεων με ετικέτα Εθνοφυλετισμός. Εμφάνιση όλων των αναρτήσεων

Πέμπτη 12 Σεπτεμβρίου 2019

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης καλεί σε αντίσταση στις τάσεις εθνοφυλετισμού στην εκκλησιαστική ζωή της Ορθοδοξίας

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟ
Γραφείο Τύπου και Επικοινωνίας


“Ο εθνοφυλετισμός ωδήγησεν εις την εξασθένησιν της  συνειδήσεως περί της ευχαριστιακής πραγματώσεως  της Εκκλησίας. Εν ονόματι εθνικιστικών σκοπιμοτήτων εθυσιάσθη η προτεραιότης της εσχατολογικής ταυτότητος της Εκκλησίας και η ευχαριστιακή Εκκλησιολογία. Η εργαλειοποίησις της Θείας Ευχαριστίας και η μετατροπή της εις μέσον ασκήσεως εκκλησιαστικής πολιτικής και πιέσεων, - όπως γίνεται σήμερον εις την περίπτωσιν του Ουκρανικού Αυτοκεφάλου από την Εκκλησίαν της Μόσχας- αποδεικνύει την συνέχισιν της παρουσίας εθνοφυλετικών κριτηρίων εις την εκκλησιαστικήν ζωήν της Ορθοδοξίας, την ανάγκην αντιστάσεως εις τοιαύτας τάσεις  και της επιστροφής εις τας αρχάς της ευχαριστιακής συγκροτήσεως και συνοδικής λειτουργίας της Ορθοδόξου  Εκκλησίας”, επισήμανε ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος,   στην ομιλία του, κηρύσσοντας, σήμερα, Πέμπτη, 12 Σεπτεμβρίου, στην Χάλκη των Πριγκηποννήσων, την έναρξη των εργασιών του Συνεδρίου που συνδιοργανώνουν το Τμήμα Θεολογίας της Θεολογικής Σχολής του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης και η Ιερά Θεολογική Σχολή της Χάλκης, με θέμα: “Το πρόβλημα του εθνοφυλετισμού στην Ορθόδοξη Εκκλησία: Από το Βουλγαρικό Σχίσμα μέχρι σήμερα”. Το Συνέδριο πραγματοποιείται στο πλαίσιο της συνεργασίας του Τμήματος Θεολογίας και της Σχολής της Χάλκης, την οποία χαιρέτησε και επευλόγησε ο Παναγιώτατος, για τη διοργάνωση κατ’έτος, με την ευκαιρία της εορτής της Ινδίκτου, διεθνούς συνεδρίου με θέμα την ιστορία της Αγίας του Χριστού Μεγάλης Εκκλησίας, και την προσφορά της στην Ορθοδοξία, την θεολογία και τον πολιτισμό.

“Η Αγία του Χριστού Μεγάλη Εκκλησία δεν υπηρέτησε ποτέ τον εθνικισμόν, αυτήν την αλλοτρίωσιν της συνειδήσεως της καθολικότητος της Εκκλησίας και την κατάργησιν της αρχής της συνοδικότητος εν αυτή”, είπε, μεταξύ άλλων, ο Παναγιώτατος και σε άλλο σημείο της ομιλίας του επισήμανε: “Εις την ζωήν της Εκκλησίας ο εθνοφυλετισμός αποτελεί πραγματικήν «ανατροπήν των αξιών». Αντί το έθνος να υπηρετή την χριστιανικήν αλήθειαν, αξιολογεί και κρίνει την Εκκλησίαν με κριτήριον την χρησιμότητα και τας υπηρεσίας της προς το κράτος. Ως εγράφη υπό του μακαριστού Μητροπολίτου Τυρολόης και Σερεντίου Παντελεήμονος, ο εθνοφυλετισμός αποτελεί «όχι μόνον παρέκκλισιν από της υγιούς αγάπης προς το έθνος και το κράτος, αλλά συνιστά πραγματικόν εμπόδιον εις την συνεργασίαν των Ορθοδόξων τοπικών Εκκλησιών εις τον κόσμον και τον μεγαλύτερον εχθρόν της ενότητος της Εκκλησίας» («Ἡ γεωγραφική δικαιοδοσία κατά τό Ὀρθόδοξον Κανονικόν Δίκαιον – Τό φαινόμενον τοῦ ἐθνοφυλετισμοῦ κατά τούς προσφάτους χρόνους», Κληρονομία, τόμος 32, τεῦχος Α – Β, 2000, σ. 359 – 377, ἐδῶ σ. 371).

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπενθύμισε την απόφαση της Μεγάλης Συνόδου του 1872 με την οποία καταδίκασε τον εθνοφυλετισμό της Βουλγαρικής Εξαρχίας ως αίρεση, ως βαθύ τραύμα στο σώμα της Ορθοδόξου Εκκλησίας και κύριο εμπόδιο για την ενότητά της. 

“Όλοι γνωρίζομεν ότι και μετά την καταδίκην ταύτην ο εθνοφυλετισμός εσυνέχισε να επηρεάζη αρνητικώς την ταυτότητα και την ενότητα της Ορθοδοξίας, παρέμεινε «μόνιμο αγκάθι» εις τας σχέσεις των Ορθοδόξων Εκκλησιών. Αι συνεχείς τριβαί μεταξύ των Ορθοδόξων Αυτοκεφάλων Εκκλησιών, τα δυσεπίλυτα προβλήματα της εκκλησιαστικής οργανώσεως της Ορθοδόξου Διασποράς, αι εξελίξεις μετά την διάλυσιν του Ανατολικού Συνασπισμού και ιδίως η κρίσις εις την πρώην Γιουγκοσλαβίαν, ωδήγησαν εις την παγίωσιν της απόψεως εις τον λοιπόν χριστιανικόν κόσμον, ότι η Ορθοδοξία είναι καθ᾿ εαυτήν εθνοκεντρική και εθνικιστική, ότι ταυτίζεται με «ορθοδοξισμόν». […]

Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον, παρά το γεγονός ότι ευρέθη εν τω μέσω της «θυέλλης των εθνικισμών» του 19ου και των αρχών του 20ου αιώνος, δεν ενέδωσεν εις τον πειρασμόν του εθνοφυλετισμού. Επέκρινε, με απόλυτον πιστότητα εις την κανονικήν παράδοσιν και εις τα εκκλησιολογικά κριτήρια, τας εθνικιστικάς τάσεις, αι οποίαι προκαλούν πάντοτε ανατροπήν της κανονικότητος εις την ζωήν της Εκκλησίας, και παρέμεινεν υπερεθνικόν και αληθώς οικουμενικόν, αγωνιζόμενον πάντοτε να διαφυλάξη την Ορθοδοξίαν από την μετατροπήν της εις μίαν προτεσταντικού τύπου «συνομοσπονδίαν» αυτοκεφάλων κρατικών Εκκλησιών”.

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Παναγιώτατος αναφέρθηκε στη θέση του Μητροπολίτου Γέροντος Περγάμου, ο οποίος επισήμανε ότι: «Ο μεγαλύτερος κίνδυνος για την ενότητα της Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι σήμερα ο εθνοφυλετισμός. Στη σύγχρονη πραγματικότητα, οι περισσότερες από τις αυτοκέφαλες Εκκλησίες έχουν διαμορφωθεί ιστορικά με βάση τις αρχές του έθνους-κράτους και της Προτεσταντικής αρχής «cuius regio eius religio» ή τις ιδέες του ευρωπαικού Διαφωτισμού περί έθνους. Η ευχαριστιακή εκκλησιολογία δεν προσφέρεται για τέτοιες απόψεις.  Η βάση για την ενότητα της Εκκλησίας δεν είναι το έθνος, αλλά η γεωγραφική περιοχή: όλοι εκείνοι που ζούν σε ένα συγκεκριμένο τόπο,  ανεξάρτητα από την εθνικότητά τους, ανήκουν εκκλησιαστικά στον ένα Επίσκοπο εκείνης της περιοχής, και η ύπαρξη ενός εθνικού κράτους δεν οδηγεί αναγκαστικά σε νέα και ανεξάρτητη Εκκλησία» (Κόσμου Λύτρον. Τά Ἀγαθονίκεια. ἐκδ. Εὐεργέτις, Μέγαρα 2014, σελ. 184).

Ο Πατριάρχης Βαρθολομαίος τόνισε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο, ως ορατό κέντρο της ενότητος των Ορθοδόξων Εκκλησιών, ενσαρκώνει την αλήθεια της καθολικότητος και της αυθεντικής οικουμενικότητος.

“Ο υπερεθνικός χαρακτήρ του, ουδόλως μειώνει την σημασίαν της ιδιοπροσωπίας των ορθοδόξων λαών διά την ζωήν της Εκκλησίας. Η καταδίκη του εθνοφυλετισμού δεν σημαίνει υποτίμησιν ή και απόρριψιν των πολιτισμικών στοιχείων, τα οποία ανήκουν εις την ταυτότητα των λαών και συνιστούν βάσιν και δυνατότητα επικοινωνίας και αλληλοεμπλουτισμού. Απλώς, αυτή η ποικιλία, η οποία είναι ποιμαντικώς απαραίτητον στοιχείον διά την ανάπτυξιν της ορθοδόξου Διασποράς, πρέπει να λειτουργή επί τη βάσει των ιερών κανόνων και της εκκλησιολογικής τάξεως και να μη καθίσταται άξων και ύψιστον κριτήριον οργανώσεως της εκκλησιαστικής ζωής. […]

Εις την παράδοσιν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η ορθή εκτίμησις της ιδιοπροσωπίας των λαών συνυπάρχει με το οικουμενικόν πνεύμα, την ανοικτοσύνην και τον αγώνα διά την ειρήνην. Η ταύτισις της Ορθοδοξίας με ορθοδοξισμόν αποτελεί αντιστροφήν των πραγματικών ιστορικών δεδομένων. Είναι όντως παράλογον, η Ορθοδοξία, η οποία εσεβάσθη τον ιδιαίτερον πολιτισμόν των λαών οι οποίοι εξεχριστιανίσθησαν και προβάλλει την καθολικότητα της τοπικής εκκλησιαστικής κοινότητος ανεξαρτήτως της φυλετικής και γλωσσικής κοινωνικής συγκροτήσεώς της, να χαρακτηρίζεται ως εθνικιστική”.

Στη συνέχεια ο Οικουμενικός Πατριάρχης υπογράμμισε: “Η αυθεντική ορθόδοξος πίστις και παράδοσις είναι αδύνατον να αποτελέσουν πηγήν εθνικιστικών τάσεων. Οσάκις ο εθνοκεντρισμός ενεφανίσθη και εμφανίζεται εις το πλαίσιον της Ορθοδοξίας, είχε και έχει οθνείας ρίζας. Ο μακαριστός καθηγητής του Τμήματός σας Νικόλαος Ματσούκας εθεώρει, ορθώς, την οικουμενικότητα και τον κοσμοπολιτισμόν ως «τα ουσιαστικά χαρακτηριστικά» της Ορθοδοξίας (Ἑλληνορθόδοξη Παράδοση καί δυτικός πολιτισμός. Θεσσαλονίκη 1985, σ. 48)”.

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του ο Παναγιώτατος ευλόγησε τους Συνέδρους και ευχήθηκε κάθε επιτυχία στις εργασίες του Συνεδρίου, συγχαίροντας της Πρυτανικές Αρχές του Αριστοτελείου Πανεπιστημίου και το Τμήμα Θεολογίας για τη διοργάνωσή του.

Προηγουμένως τις εργασίες του Συνεδρίου χαιρέτησαν ο Ηγούμενος της Ι.Μ.Αγίας Τριάδος Χάλκης, όπου εδρεύει η Σχολή, Επίσκοπος Ερυθρών Κύριλλος, ο νέος Πρύτανης του Α.Π.Θ. Καθηγ.Νικόλαος Παπαϊωάννου, με μήνυμα που έστειλε, ο Κοσμήτορας της Θεολογικής Σχολής Α.Π.Θ. Καθηγ. Θεόδωρος Γιάγκου, και ο Πρόεδρος του Τμήματος Θεολογίας Α.Π.Θ. Καθηγ. Παναγιώτης Σκαλτσής.

Παρέστησαν οι Μητροπολίτες Γέρων Δέρκων Απόστολος και Μύρων Χρυσόστομος, Πρόεδρος και Ταμίας της Εφορείας της Ιεράς Θεολογικής Σχολής αντιστοίχως, ο Επίσκοπος Αλικαρνασσού Αδριανός, κληρικοί, Πανεπιστημιακοί Καθηγητές και Φοιτητές της Θεολογικής Σχολής του Α.Π.Θ.

Οι εργασίες του Συνεδρίου θα ολοκληρωθούν αύριο, Παρασκευή, 13 Σεπτεμβρίου. 








Δευτέρα 26 Φεβρουαρίου 2018

Κυριακή της Ορθοδοξίας: προκλήσεις στην ορθή πίστη, τότε και σήμερα


Οι Πατέρες της Εκκλησίας όρισαν να εορτάζεται ο θρίαμβος του oρθοδόξου δόγματος την πρώτη Κυριακή των Νηστειών, για να δείξει στους πιστούς πως ο πνευματικός μας αγώνας θα πρέπει να συνδυάζεται με την ορθή πίστη για να έχει πραγματικό αποτέλεσμα, δηλαδή την σωτηρία του ανθρώπου. Η σωτηρία μας πηγάζει μόνο από την αλήθεια, σε αντίθεση με την πλάνη και το ψεύδος, που οδηγούν στην απώλεια.

Συγκεκριμένα, την Κυριακή της Ορθοδοξίας, η Εκκλησία μας εορτάζει την αναστήλωση των εικόνων και τη λήξη της εικονομαχίας. Κατά την περίοδο της εικονομαχίας πολεμήθηκε η προσκύνηση των εικόνων ως δήθεν «ειδωλολατρική», ενώ στην πραγματικότητα με αυτήν αποδίδουμε τιμή στο εικονιζόμενο πρόσωπο. Επίσης, οι εικόνες έχουν ποιμαντική αξία, καθώς απεικονίζονται αγιογραφικές παραστάσεις, βοηθώντας τους πιστούς να αναχθούν σε υψηλές πνευματικές θεωρίες με εποπτικό τρόπο.

Η Εκκλησία μας, από την θεμελίωσή της έως και σήμερα, πάντα αντιμετώπιζε προκλήσεις. Όπως τότε, έτσι και σήμερα, πάντα υπάρχουν κάποιοι που προσπαθούν να απομακρύνουν τον πιστό λαό μακριά από την ορθή πίστη, αλλοιώνοντας τις έννοιες, παίζοντας με τις λέξεις και απομονώνοντας αποσπάσματα από τις Γραφές. Το ίδιο έπρατταν οι Φαρισαίοι, πειράζοντας τον Ιησού, το ίδιο διάφοροι αιρετικοί ανά τους αιώνες, το ίδιο και σήμερα προσπαθούν μερικοί. Άλλωστε, ο ίδιος ο Κύριος μας, Ιησούς Χριστός, μας προειδοποίησε για τους ψευδοδιδασκάλους, που θα εμφανιστούν.

Ο Χριστός μάς «παρέδωσε» Μία Εκκλησία ενωμένη, Μία Εκκλησία για όλα τα έθνη, Μία κοινωνία μαθητών Του εν αγάπη, τους οποίους διαδέχθηκαν οι επίσκοποι ως ποιμένες της Εκκλησίας (αποστολική διαδοχή). Όπου αγάπη και ενότητα εκεί και ο Χριστός.

Κάποτε η πρόκληση ήταν η εικονομαχία. Σήμερα η Εκκλησία αντιμετωπίζει άλλου είδους προκλήσεις, που αφορούν την εκκλησιαστική ενότητα, όπως ο εθνοφυλετισμός, ο φονταμενταλισμός και ο γεροντισμός, έχοντας σοβαρό αντίκτυπο ακόμα και στην ίδια την πίστη.

Μέσω του εθνοφυλετισμού, η μεν πολιτική εξουσία χρησιμοποιεί την πίστη ως ένα εργαλείο επιβολής της πολιτικής της, οι δε λαοί θεωρούν την πίστη τους ως μια αποκλειστικά εθνική τους υπόθεση. Αποτέλεσμα είναι οι αντιπαραθέσεις και η διάσπαση της ενότητας που απαιτείται, ώστε η Ορθοδοξία να μπορεί να εκφράζεται ως «Μία, Αγία, Καθολική και Αποστολική Εκκλησία», δίνοντας αποτελεσματικά την μαρτυρία της στον σύγχρονο κόσμο!

Χαρακτηριστικό του φονταμενταλισμού είναι η φαρισαϊκή και τυπολατρική εμμονή στην παράδοση, που στην ουσία καταργεί την καθαυτή παράδοση. Ο φονταμενταλισμός εκμεταλλεύεται την ευσέβεια, οδηγεί σε βίαιες ή αυτοκαταστροφικές συμπεριφορές για την επιβολή απόψεων, δημιουργεί σχίσματα.

Βοηθός του φονταμενταλισμού είναι ο γεροντισμός, όπου «φωτισμένοι γέροντες» εμφανίζονται ως «χαρισματικοί», απολυτοποιούνται ως μοναδικοί γνώστες της αλήθειας δημιουργώντας φανατικούς και τυφλά υπάκουους οπαδούς. Στην ουσία ο δήθεν «χαρισματικός γέροντας» θέτει τον εαυτό του πάνω από τον Χριστό.

Ο φονταμενταλισμός και ο γεροντισμός αποσιωπούν εντέχνως πως θεμελιώδης αρχή της Εκκλησίας είναι το συνοδικό Της πολίτευμα, ως έκφραση αγάπης και ενότητας των μελών Της. Οι φονταμενταλιστές διατείνονται πως το σύνολο σχεδόν των ιεραρχών και ιερέων της Εκκλησίας βρίσκονται σε πλάνη και πως μόνο λίγοι «γέροντες» κατέχουν την αλήθεια της πίστης και όχι ο θεσμοθετημένος τρόπος με τον οποίο «μιλάει» η Εκκλησία, από την εποχή των Αποστόλων έως σήμερα, δηλαδή οι Σύνοδοί Της. Ενώ η Εκκλησία εκφράζεται μέσα από την εν Αγίω Πνεύματι συνοδικότητα των μελών της, οι φονταμενταλιστές προσπαθούν να αποκόψουν το πιστό λαό από την Εκκλησία και να τον απομακρύνουν από την ενοριακή ζωή.

Εργαλείο του φονταμενταλισμού και του γεροντισμού είναι τα ψευδή και φανταστικά αφηγήματα, που προκαλούν φόβο και αβεβαιότητα για το μέλλον. Ο φονταμενταλιστής προσπαθεί να τρομοκρατήσει τον πιστό λαό ότι δήθεν «προδίδεται» η πίστη και η Εκκλησία, ενώ ο ίδιος έχει ήδη προχωρήσει σε αίρεση και προδοσία της Εκκλησίας, εισάγοντας νέα εκκλησιολογία, αντίθετη της θεσμοθετημένης από τους Αγίους Πατέρες, ακολουθώντας τελικά το πνεύμα του πιο «προχωρημένου» προτεσταντισμού, όπου κάθε πάστορας με το ποίμνιό του μπορεί να αποτελεί και μια ξεχωριστή «εκκλησία».

Ενώ χρέος του χριστιανού είναι η ιεραποστολή, δηλαδή να μην κρατά την ορθή πίστη μόνο για τον εαυτό του, αλλά να την μεταλαμπαδεύει σε όλο το κόσμο, οι φονταμενταλιστές θέλουν έναν φοβικό χριστιανό, κλεισμένο στον εαυτό του και στα στενά εθνικά του όρια, σαν να ήρθε ο Χριστός στην γη μόνο για λίγους και όχι για όλους τους ανθρώπους.

Δυστυχώς, ο γεροντισμός και ο φονταμενταλισμός έχουν κάνει την εμφάνισή τους ακόμη και στο Άγιο Όρος, με πιο χαρακτηριστικό παράδειγμα τούς σχισματικούς καταληψίες του κεντρικού κτηρίου της Μονής Εσφιγμένου. Τα άτομα που διαμένουν παράνομα εκεί έχουν δημιουργήσει την δική τους «ιδιαίτερη ομάδα». Ισχυρίζονται πως, από τους περίπου 2.000 μοναχούς του Αγίου Όρους και το σύνολο των Ορθοδόξων Χριστιανών, μόνο αυτοί είναι ορθόδοξοι και κατέχουν την αλήθεια. Τα μέλη της ομάδας-σέκτας πρέπει να υπακούν τυφλά στις διαταγές του «γέροντα»-επικεφαλής τους, ακόμα και αν πρόκειται για πράξεις βίας.

Από όλα τα παραπάνω γίνεται φανερό πως οι σύγχρονες προκλήσεις, που προσπαθούν να διασπάσουν την εκκλησιαστική ενότητα, δημιουργούν ένα κακέκτυπο της Ορθοδοξίας, που ουδεμία σχέση έχει με την αυθεντική ορθή πίστη, όπως μας την παρέδωσαν οι Απόστολοι και οι Πατέρες της Εκκλησίας.

Η πρόκληση σήμερα για τον χριστιανό είναι μεγάλη, καθώς καλείται να παραμείνει σταθερός στην αυθεντική παράδοση, αποφεύγοντας τη στοχευμένη, από μερικούς, διαστρέβλωσή της. Αυτήν την παράδοση μέσα από την οποία οι πατέρες και οι πρόγονοί του, δίνοντας ακόμα και την ίδια τους την ζωή, του κληρονόμησαν το δικαίωμα να ζει και να πιστεύει ορθόδοξα και ελεύθερα!

Αρχιμανδρίτης Βαρθολομαίος
Καθηγούμενος Ιεράς Μονής Εσφιγμένου

Τρίτη 30 Ιανουαρίου 2018

Γνωριμία με τον μαρτυρικό Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Ιωάννη μες από συνεντεύξεις του [video]








Ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος και Μητροπολίτης Σκοπίων κ. Ιωάννης (κοσμικό όνομα Ζόραν Βρανισκόφσκι, σλαβομ.: Зоран Вранишковски, γεν. 28 Φεβρουαρίου 1966, Μοναστήρι, Γιουγκοσλαβία), είναι Σλάβος Ορθόδοξος κληρικός και επικεφαλής της μόνης κανονικά αναγνωρισμένης Ορθόδοξης εκκλησίας στην επικράτεια της ΠΓΔΜ, της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, η οποία ζητά επανένωση με το Πατριαρχείο της Σερβίας και τις υπόλοιπες Ορθόδοξες εκκλησίες, θεωρώντας σχισματική την διεθνώς αποκλεισμένη, αυτοαποκαλούμενη Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Ο Βρανισκόφσκι σπούδασε στη Σχολή Πολιτικών Μηχανικών στα Σκόπια, απ' όπου αποφοίτησε το 1990. Τον ίδιο χρόνο, γράφτηκε στη Σχολή Ορθόδοξης Θεολογίας του Πανεπιστημίου του Βελιγραδίου. Από εκεί αποφοίτησε τον Ιούνιο του 1995 και στη συνέχεια ξεκίνησε μεταπτυχιακές σπουδές. Από το 2008, σπουδάζει για την απόκτηση Διδακτορικού διπλώματος, με διδακτορική διατριβή που έχει ως θέμα "Η ενότητα της Εκκλησίας και τα σύγχρονα εκκλησιολογικά προβλήματα".

Ο Βρανισκόφσκι έγινε μοναχός το Φεβρουάριο 1998, με το όνομα Γιοβάν (Ιωάννης). Λίγο αργότερα χειροτονήθηκε διάκονος και στη συνέχεια, ιερέας. Τον Ιούλιο του 1998, χειροτονήθηκε επίσκοπος με τον τίτλο του Επισκόπου της Ντρεμβίτσα, και τοποθετήθηκε ως εφημέριος στη Μητρόπολη Πρεσπών και Πελαγονίας. Τον Μάρτιο του 2000, εξελέγη Επίσκοπος της Βέλες.

Ο Ιωάννης, το 2005 τοποθετήθηκε Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος από τον Πατριάρχη της Σερβίας. Ο Ιωάννης αρνήθηκε να αναγνωρίσει, θεωρώντας σχισματική και αντικανονική, την αυτοαποκαλούμενη Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία, και έμεινε σε κοινωνία με τις υπόλοιπες Ορθόδοξες εκκλησίες, οι οποίες επίσης δεν αναγνωρίζουν την Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία.

Το 2004 καταδικάστηκε σε 18 μήνες φυλάκιση με την κατηγορία πως ήταν υποκινητής εθνοτικού και θρησκευτικού μίσους, διχόνοιας και της μισαλλοδοξίας, από τους οποίους εξέτισε τους 8, καθώς το Ανώτατο Δικαστήριο έκρινε κάποια σημεία της κατηγορίας ως αντισυνταγματικά.

Το 2006 καταδικάστηκε πάλι σε 2 χρόνια φυλάκισης, αυτή την φορά με την κατηγορία της υπεξαίρεσης 57.000 ευρώ από μια δωρεά. Αρχικά, το Δικαστήριο αντέκρουσε το κατηγορητήριο, αλλά η υπόθεση επέστρεψε για νέα εκδίκαση. Στη δεύτερη δίκη, οι κατηγορούμενοι αθωώθηκαν από το κατηγορητήριο, αλλά η υπόθεση επέστρεψε για μια τρίτη εκδίκαση. Την τρίτη δίκη, ο Ιωάννης καταδικάστηκε 2 έτη φυλάκισης. Φυλακίστηκε στις 8 Αυγούστου 2006 και εξέτισε 256 ημέρες ποινής.

Με απόφαση του Δικαστηρίου των Σκοπίων, ο Ιωάννης αποφυλακίστηκε στις 19 Ιανουαρίου 2015. Οι πιστοί στην π.Γ.Δ.Μ. τον υποδέχθηκαν με συγκίνηση, ενώ ο ίδιος μετέβη στην Ρωσία για αποθεραπεία ύστερα από πρόσκληση του Πατριάρχη κ. Κυρίλλου.

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης και άλλα μέλη της Αρχιεπισκοπής Αχρίδος έχουν δεχτεί σωματικές επιθέσεις, ενώ σε πολλές περιπτώσεις οι εκκλησίες της Αρχιεπισκοπής έχουν καταστραφεί.

[πηγή: Βικιπαίδεια]

Πέμπτη 18 Ιανουαρίου 2018

Αρχιεπίσκοπος Ιερώνυμος: "Αυτή την ώρα δεν χρειάζονται συλλαλητήρια και φωνές, αλλά εθνική συναίνεση, συνεννόηση και ομοψυχία"

Εκ της Εκκλησίας της Ελλάδος


Ο Πρωθυπουργός κ. Αλέξης Τσίπρας συναντήθηκε σήμερα το απόγευμα στην Ιερά Αρχιεπισκοπή Αθηνών με τον Μακαριώτατο Αρχιεπίσκοπο Αθηνών και πάσης Ελλάδος κ.Ιερώνυμο και τον ενημέρωσε για την πορεία των διαπραγματεύσεων σχετικά με την ονομασία της Π.Γ.Δ.Μ. 

Ο Πρωθυπουργός άκουσε με μεγάλη προσοχή τις απόψεις του Αρχιεπισκόπου, ενώ έδειξε ιδιαίτερο ενδιαφέρον για την εκκλησιαστική πτυχή του όλου ζητήματος, που αφορά στην ονομασία της σχισματικής Εκκλησίας των Σκοπίων. 

Ο Πρωθυπουργός επανέλαβε τον σεβασμό του στις τοποθετήσεις και τις ανησυχίες της Ιεράς Συνόδου της Εκκλησίας της Ελλάδος και διαβεβαίωσε τον Αρχιεπίσκοπο ότι θα τον κρατά ενήμερο για την πορεία των διαπραγματεύσεων. Του ζήτησε δε να συμβάλει, ώστε να διασφαλιστεί κλίμα εθνικής ομοψυχίας και υπευθυνότητας, χωρίς κραυγές και άγονες αντιπαραθέσεις. 

Από την πλευρά του, ο Αρχιεπίσκοπος διετύπωσε τις θέσεις της Εκκλησίας της Ελλάδος και δεν παρέλειψε να επισημάνει την εμπιστοσύνη του προς τους, εκ του Συντάγματος, καθ’ύλην αρμόδιους, να χειριστούν τα εθνικά μας ζητήματα με αίσθημα ευθύνης. Υπογράμμισε μάλιστα ότι αυτή την ώρα δεν χρειάζονται συλλαλητήρια και φωνές, αλλά εθνική συναίνεση, συνεννόηση και ομοψυχία.

Πέμπτη 11 Ιανουαρίου 2018

Επιστολή του Αρχιεπισκόπου Αθηνών στον Πρωθυπουργό Τσίπρα για το όνομα του κράτους των Σκοπίων

Ἐξοχώτατε Κύριε Πρωθυπουργέ,

Μετά τήν ἀνατολή τοῦ νέου ἑνιαυτοῦ τῆς χρηστότητος τοῦ Κυρίου καί στό πλαίσιο τῆς πρώτης μας αὐτῆς ἐπικοινωνίας μέσα στό 2018, προαγόμαστε νά ἐκφράσουμε τίς θερμότερες εὐχές μας γιά οἰκογενειακή καί προσωπική εὐτυχία, ἀλλά καί ἐπιτυχία στό εὐθυνοφόρο ἔργο Σας πρός ὄφελος ὅλου τοῦ ἑλληνικοῦ λαοῦ.

Μέ τήν παροῦσα ἐπιστολή ἀπευθυνόμαστε πρός Ἐσᾶς, προκειμένου νά Σᾶς καταστήσουμε κοινωνό τοῦ εὐλόγου προβληματισμοῦ μας ἐντός τῶν πλαισίων τῆς ἱστορικῆς εὐθύνης τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος. Δέν διέλαθε τῆς προσοχῆς μας ἡ ἔντονη διπλωματική κινητικότητα κατά τίς τελευταῖες ἡμέρες στό ζήτημα τῆς ὀνομασίας τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων, ἡ ὁποία κινεῖται παράλληλα πρός τίς πρόσφατες ἐκκλησιαστικές διεργασίες γύρω ἀπό τό ζήτημα τῆς σχισματικῆς, αὐτοτιτλοφορούμενης «Ἐκκλησίας τῆς Μακεδονίας». Συνέπεια τῶν διεργασιῶν αὐτῶν ἦταν τό Ἀνακοινωθέν τῆς Διαρκοῦς Ἱερᾶς Συνόδου τῆς Ἐκκλησίας τῆς Ἑλλάδος τῆς 15ης Δεκεμβρίου 2017. Στούς χειρισμούς τῆς κατ' ἐξοχήν ἁρμόδιας Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως, θέλουμε νά ἐπισημάνουμε ὅτι τό ζήτημα τῶν Σκοπίων, ἔχει καί τήν ἐκκλησιαστική του παράμετρο, τήν ὁποία θεωροῦμε πολύ σοβαρή, καί ἡ ὁποία ἀπηχεῖ τήν τακτική κάποιων λαῶν τῆς Βαλκανικῆς πρῶτα νά ὀργανώνονται γύρω ἀπό κάποιο ἐκκλησιαστικό ὀργανισμό (κανονικό ἤ σχισματικό), ἔπειτα δέ νά οἰκοδομοῦν τήν κρατική τους ὀντότητα.

Υἱοθετῶντας τήν τακτική αὐτή, ὁ Πρόεδρος τῆς ἑνιαίας Γιουγκοσλαυίας Κροάτης Τῖτο, ἔσπευσε παράλληλα μέ τήν πολιτική δημιουργία τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων καί κατά τίς διπλωματικές ἀφορμές τῆς ἐποχῆς, νά προκαλέσει καί νά ἐνθαρρύνει τήν ἐκκλησιαστική ἀπόσχιση τῆς περιοχῆς (1958 καί 1967) ἀπό τό Πατριαρχεῖο Σερβίας, κανονικό ἔδαφος τοῦ ὁποίου λογίζεται ἕως σήμερα γιά τήν οἰκογένεια τῶν Ὀρθοδόξων Ἐκκλησιῶν, καί τή δημιουργία σχισματικῆς Ἐκκλησίας μέ ὄνομα ἀκριβῶς τό ἴδιο μέ τήν ἱδρυθείσα «Σοσιαλιστική Δημοκρατία τῆς Μακεδονίας». Παρά τή μή ἀναγνώριση τῆς Ἐκκλησίας αὐτῆς ἀπό καμία ἄλλη Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία, ἡ σκοπιμότητα παραμένει καί νομίζουμε, εἶναι προφανής.

Ἡ Ἐκκλησία τῆς Ἑλλάδος, χωρίς νά ἐπιθυμεῖ τήν ὁποιαδήποτε ἀνάμειξή της στίς ἐνέργειες τοῦ Ὑπουργείου Ἐξωτερικῶν, χωρίς ταυτόχρονα νά ἀπεμπολεῖ τή διαχρονική μαρτυρία λόγου καί αἵματος τοῦ Κλήρου καί τοῦ λαοῦ της ὑπέρ τῆς Ἑλληνικότητας τῆς Μακεδονίας, ἡ ὁποία τῆς ἀπαγορεύει νά ἀποδεχθεῖ τή χρήση τοῦ ὀνόματος «Μακεδονία» ἀπό ὁποιονδήποτε ἄλλον, ἀποφάσισε στή συνεδρία της τῆς 9ης Ἰανουαρίου τ.ἔ., νά ἐπισημάνει τόν κίνδυνο τῆς πιθανότητας μετακυλίσεως τοῦ προβλήματος τῆς ὀνομασίας τοῦ γειτονικοῦ Κράτους, ἀπό τό πολιτικό στό ἐκκλησιαστικό ἐπίπεδο καί τήν ἐπιβίωση ἑνός ἰδιότυπου ἀλυτρωτισμοῦ στή γείτονα χώρα μέσῳ τοῦ τίτλου τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας τῶν Σκοπίων. Ἐν ὄψει αὐτοῦ, θερμῶς παρακαλοῦμε νά ληφθοῦν ὑπ' ὄψη τά ἀνωτέρω, ὥστε στά πλαίσια τῆς συμφωνίας περί τοῦ ὀνόματος τοῦ Κράτους τῶν Σκοπίων, νά ὑπάρξει μέριμνα καί γιά τήν ἀντίστοιχη ὀνομασία τῆς σχισματικῆς Ἐκκλησίας, ἀπό τόν τίτλο τῆς ὁποίας πρέπει νά ἀπαληφθεῖ ὁ ὅρος «Μακεδονία» καί τά παράγωγά του.

Γνωρίζοντας τό σεβασμό καί τήν εὐαισθησία Σας γιά τά θέματα τῆς Ἐκκλησίας μας καί βέβαιοι γιά τήν εὐμενῆ ἐξέταση τῆς κατά τά ἀνωτέρω ἐπισημάνσεως, εὐχόμαστε τήν Εὐλογία τοῦ Θεοῦ στά ἀγαθά Σας ἔργα καί εἰδικότερα, ἐπιτυχία στό ἐγχείρημα πού ἀναλάβατε, τῆς ἐξομαλύνσεως καί ἀμβλύνσεως τῶν ὑφισταμένων χρονίων διαφορῶν στό ζήτημα τῶν Σκοπίων καί διατελοῦμε μετ' Εὐχῶν καί Τιμῆς.

† Ὁ Ἀθηνῶν Ι Ε Ρ Ω Ν Υ Μ Ο Σ, Πρόεδρος

Ὁ Ἀρχιγραμματεύς
† Ὁ Μεθώνης Κλήμης

Παρασκευή 22 Δεκεμβρίου 2017

Περί τη «Μακεδονική Εκκλησία». Ο «ΜΑΚΕΔΟΝΙΣΜΟΣ» ΕΝ ΕΤΕΡΑ ΠΟΝΗΡΗ ΜΟΡΦΗ

του καθηγητή Αριστείδη Πανώτη


Ο Απόστολος των Εθνών Παύλος θεωρεί κάθε τι που χτυπά κατά πρόσωπο το έργο του Χριστού «σκόλοπα», δηλαδή «αγκάθι» δαιμονικής ενέργειας που παρεμβάλλεται τη σωστική λειτουργία της Εκκλησίας για να παρακωλύσει το έργο της (Β΄ Κορ. ιβ΄ 7). Ο «Αντίδικος» αυτός έχει χαρακτήρα σατανικού πειρασμού και ταυτοποιείται ως «Άγγελος Σατάν» και δοκιμάζειι τον Ίδιο τον Ιησού Χριστό από το Σαραντάριο όρος μέχρι τον ελαιώνα της Γεσθημανής. Στην πορεία της Εκκλησίας μέσα στο κόσμο «εμφανίζεται ως άγγελος φωτός!» (Β΄ Κορ. 11:14) με διάφορα προσωπεία και συνεχώς αλλάζει μεταμφιέσεις για να αποκρύπτει τα ίχνη των πανουργιών του και να «εισενέγκη» στους ανθρώπους σε πειρασμούς υποσκάπτοντας την εσωτερική ενότητα εθνών και θεσμών.

Τον 19ο αιώνα εξ αφορμής της ανασυντάξεως των λαών της ανατολικής Ευρώπης σε έθνη στα άλλοτε εδάφη της παρηκμασμένης πλέον Οθωμανικής αυτοκρατορίας, αρχίζει με τις λεγόμενες «αυτοκέφαλες» διοικήσεις και η «φυγοκέντριση» τοπικών Εκκλησιών από τη Μητέρα Εκκλησία της Κων/πόλεως. Παράδειγμα η αυθαίρετη εκκλησιαστική ανεξαρτητοποίηση της Παλαιάς Ελλάδος στην οποία πρωτοστάτησε τότε η ετερόδοξη Βαυαρική βασιλεία της. Τότε επικρατούσε στη Ευρώπη το πολιτειοκρατικό δόγμα πως: «Σε όποιον ανήκει η βασιλεία ανήκει και η θρησκεία» ( Cuius region, eius religio) και για να τεθεί η Εκκλησία των ελευθερωθεισών περιοχών υπό τον απόλυτο έλεγχο του νέου κράτους χαλκεύτηκε επαναστατική ρήξη των τοπικών Μητροπόλεων και Επισκοπών με το θεσμικό κέντρο τους, το Οικουμενικό Πατριαρχείο και ανενόχλητοι οι ελέγχοντες την εξουσία για να αποδυναμώσει την ισχύ του κλήρου δήμευσαν την από αιώνων εκκλησιαστική περιουσία. Αυτή η μέθοδος είχε εφαρμοστεί και στην ομόδοξη Εκκλησία στη Ρωσία από τον Μεγάλο Πέτρο όταν θέλησε να εφαρμόσει μεταρρυθμίσεις στην επικράτειά του. Γνώρισε τη μεγάλη επιρροή στον θρησκευόμενο ρωσικό λαό του πατριαρχικού θεσμού και γι' αυτό όταν απεβίωσε ο 10ος Πατριάρχης Μόσχας Αδριανός (1690-1700) δεν επέτρεψε την εκλογή διαδόχου του, αλλά διόρισε ο ίδιος Διοικούσα Μικρά Σύνοδο απόλυτα ελεγχόμενη από λαϊκό Επίτροπό του εδρεύουσα στην Αγία Πετρούπολη. Το ίδιο έπρατταν και οι διάδοχοί του τσάροι, γιατί πίστευαν πως ήταν οι μόνοι κληρονόμοι της ορθόδοξης βασιλείας της Μεσαιωνικής Ρωμιοσύνης και με αυτή την ιδεοληψία εμβολίασαν και τη τσαρική διπλωματία που με εργαλείο τον «Εθνοφυλετισμό» υπηρέτησαν τους στόχους τους μέσα στις κατά τόπους Ορθόδοξες Εκκλησίες διαδίδοντας έντεχνα τον Πανσλαβισμό τους.

Πρώτοι προσήλυτοι στην ιδεοληψία αυτή ήταν βουλγαρογενείς αρχιερείς που παρ' ότι μαθήτευσαν στην ελληνική παιδεία αναδείχθηκαν από το Φανάρι κατάλληλοι να ποιμάνουν τα πληρώματα των Μητροπόλεων τους χωρίς φυλετικές διακρίσεις. Δυστυχώς όμως τους παρέλαβε ο βουλγαρικός εθνικισμός ο οποίος άντλησε επιχειρήματα από τον «Αντιτόμο» που εξέδωσε το 1852 ο πολύς Φαρμακίδης και τους εφοδίασε με τη διαιρετική «Εκκλησιολογία» για να πολεμηθεί ο αποστολικός θεσμός της Εκκλησίας Κωνσταντινουπόλεως. Και αυτός μεν όταν έμαθε επίσημα ότι είναι ο θεωρητικός του Βουλγαρικού Σχίσματος έπεσε εμβρόντητος και απεβίωσε (Βλέπε Α.Π. «Συνοδικόν» τόμος Β΄. σ. 98), αλλά πρόσφερε σοβαρή εκδούλευση και στη «Εθνοφυλετική» πλάνη που καταδικάστηκε μεν Συνοδικά το 1872 αλλά και ενέπνευσε και την εκάστοτε Μοσχοβίτικη εκκλησιαστική τακτική μέχρι σήμερα με εσωτερικές «διαγνώμες» των ιεραρχών της έμπρακτα να κατεδαφίζει την κανονική αποστολή και τα προνόμια του Οικουμενικού Πατριαρχείου μέσα στην Ορθοδοξία γιατί διακονούνται από το Γένος μας. Έτσι σήμερα βλέπουμε ότι όχι μόνον το Πατριαρχείο Μόσχας κινείται προς την κατεύθυνση αμφισβητήσεως των δικαίων του Κωνσταντινουπόλεως, αλλά και ο αραβόφωνος εκκλησιαστικός παράγοντας και τώρα στις αμφισβητήσεις προς τη Μητρότητα της Μεγάλης Εκκλησίας εισέρχεται και ο βουλγαρικός εκκλησιαστικός παράγοντας.

Πολυδιήγητη είναι η διαχρονική Ιστορία των σχέσεων των Βουλγάρων με τους Σέρβους στο χώρο των Βαλκανίων. Η Εθναρχούσα Σερβική Εκκλησία κατόρθωσε να συνάξει τις σκόρπιες σερβικές οικογένειες σε εθνική ενότητα και η «Συνθήκη του Βερολίνου» το 1878 αναγνώρισε την ομοιογένειά της και συστήθηκε πάλι η νέα κρατική οντότητα των Σέρβων. Αυτή η διεθνής αναγνώριση σχεδόν αμέσως τιμήθηκε από το Οικουμενικό Πατριαρχείο και με την εκκλησιαστική αυτονομία, που είχε η Μητρόπολη Καρλοβακίων όσο βρισκόταν μέσα στα ευρωπαϊκά όρια της Αυστροουγγαρίας. Η περιοχή του οθωμανικού νομού Καβάδαρ, που αντιστοιχούσε με εκείνη του Βαρδαρίου, ήταν πολυεθνικής συνθέσεως σε πληθυσμό γιατί στρατιωτικά και εμπορικά ήταν κομβικής σημασίας για τον έλεγχο της νότιας Σερβίας. Εκεί υπήρχαν Σερβογενείς και Βουλγαρογενείς ορθοδόξοι καθώς και περί τους 60.000 Ελληνορθόδοξους στις πατριαρχικές επαρχίες του Οικουμενικού Πατριαρχείου στις οποίες εκ παραδόσεως εκλέγονταν και ελληνικής καταγωγής αρχιερείς. Κατά την τάξη του Συνταγματίου του Οικουμενικού Πατριαρχείου τον 19ο αιώνα υπήρχαν εκεί τρεις Μητροπόλεις: Η Πρεσπών και Αχριδών με έδρα το Κρούσοβο, η της Πελαγονίας με έδρα το Μοναστήρι (Μπίτολα) και η των Σκοπίων, όπου ο Μητροπολίτης φημιζόταν ως «Υπέρτιμος και Έξαρχος Άνω Μακεδονίας». Οι Ορθόδοξοι της περιοχής αποτελούσαν το 89% του πληθυσμού, όμως λόγω του Βουλγαρικού σχίσματος χωρίζονταν σε Έλληνες και Σέρβους «Πατριαρχικούς», ενώ οι Βούλγαροι αποτελούσαν τους «Εξαρχικούς». Στις πατριαρχικές επαρχίες το Φανάρι έστελνε πάντοτε φερέλπιδες και άλκιμους ιεράρχες άριστα καταρτισμένους θεολογικά και γλωσσικά και με εκκλησιαστικό φρόνημα για να ασκήσουν τα ποιμαντικά καθήκοντά τους. Το 1895, εξελέγη μητροπολίτης Πρεσπών και Αχριδών ο χιακής καταγωγής επίσκοπος Κλαυδιουπόλεως Αμβρόσιος Σταυρινός. Το φθινόπωρο του 1896, μετά το μυστηριώδη θάνατο του Σέρβου μητροπολίτου Σκοπίων Μεθοδίου δημιουργήθηκε εκεί τεταμένη κατάσταση και στάλθηκε από το Πατριαρχείο ως έξαρχος στα Σκόπια ο Αχρίδος για να ειρηνεύσει η περιοχή από τις οχλήσεις των Εξαρχικών της Σόφιας ως «ο καταλληλότερος παντός άλλου επί τόπου ευρισκόμενος ιεράρχης για να διερευνήσει την υπόθεση». Η κατάσταση εκεί είχε εκτραχηλιστεί σε σοβαρή αντιδικία Σέρβων και Εξαρχικών και το Φανάρι ως Μητέρα Εκκλησία υπέδειξε μέση κατάσταση και το Νοέμβριο του 1896 κατέστησε τον από Αχρίδος Αμβρόσιο σε μητροπολίτης Σκοπίων. Όμως η εκλογή αυτή ήταν ανεπιθύμητη στους Σέρβους της περιοχής γιατί ήθελαν ιεράρχη από τη Σερβική Ιεραρχία διάδοχο του Μεθοδίου και ζήτησαν από την Υψηλή Πύλη να αναγνωρίσει η εκεί σερβική εθνότητας ως μειονότητα για να τοποθετηθεί στη Μητρόπολη Σκοπίων Σέρβος ιεράρχης που θα ήταν αποδεκτός από τον επιτόπιο σερβικό παράγοντα. Μάλιστα υπέδειξαν ως κατάλληλο και το πρόσωπο του κοσμήτορα της  Θεολογικής Σχολής του Βελιγραδίου, αρχιμανδρίτη Φιρμιλιανού ο οποίος μετά από πολλές περιπέτειες εξελέγη τον Οκτώβριο του 1899 μητροπολίτης Σκοπίων. Τότε ο Αμβρόσιος καταστάθηκε στη Μητρόπολη Πελαγονίας με έδρα το Μοναστήρι και συνεργάστηκε με το ελληνικό τοπικό στοιχείο και τις ελληνικές προξενικές αρχές για τη προώθηση στην εκεί ομογένεια της ελληνικής παιδείας για να αντιμετωπιστεί η βουλγαρική προπαγάνδα που διεκδικούσε μαχητικά την όλη περιοχή. Οι ελληνογενείς πληθυσμοί της περιοχής με τούς ιεράρχες τους πρόβαλαν μεγάλη αντίσταση στις ένοπλες διεκδικήσεις των Εξαρχικών μετά τη γνωστή Εξέγερση του Ίλιντεν 1903 και έγραψαν τις λαμπρές σελίδες πατριωτισμού με το Μακεδονικό Αγώνα (1904-1908). Δυστυχώς όμως και μετά τους Βαλκανικούς πολέμους και τη Συνθήκη του Βουκουρεστίου του 1913 δεν μετριάστηκε ο λυτρωτικός παροξυσμός των Εξαρχικών. Κατά τον Α΄ Παγκόσμιο Πόλεμο προσχώρησαν στις λεγόμενες «Κεντρικές Δυνάμεις» (Γερμανία και Αυστρία) και ο Γερμανός στρατηγού φον Γκάλβιτς πολέμησε τους Σέρβους και κατέλαβε το 1915 Μοναστήρι προς ικανοποίηση των βουλγαρόφωνων. Όμως το 1916 ο Γάλλος στρατηγός Σαράιγ εκδιώκει τους Εξαρχικούς από εκεί και ανακτάται η περιοχή από τους Σέρβους που τελικά αναγνωρίστηκε ως σερβικό έδαφος το 1919 με τη Συνθήκη του Νεϊγύ. Αυτά τα συμβάντα τα έζησε ο τότε αρχιδιάκονος Αθηναγόρας Σπύρου του Πελαγονίας Χρυσόστομο Καβουρίδη και έχω γράψει σχετικά. Εμείς οι Έλληνες μόνον μέσα στον 20ο αιώνα δεχθήκαμε τρις φορές (1912-13, το 1916-18 και το 1941-44) τις βουλγαρικές βαρβαρότητες της «εθνοφυλετικής» κακοδοξίας τους.

Στο διάστημα του Μεσοπολέμου, το 1934 η Γ΄ Κομμουνιστική Διεθνής, γνωστή ως Κόμιντερ, διαμόρφωσε «Μακεδονισμό» κατά τις βουλγαρικές επιδιώξεις προς καθοδήγηση των πρακτόρων της στην Ελλάδα και στη Σερβία. Το 1941 οι Βούλγαροι εθνικιστές συμμάχησαν με το Ναζιστικό κράτος και πέτυχαν ως αντάλλαγμα την αμαχητί κατάληψη ελληνικών και σερβικών εδαφών το 1941-1944, όπου με πρωτοφανή σκληρότητα επιδόθηκαν σε γενοκτονίες και σε ληστείες μονών για να επιβάλουν τη κυριαρχία τους. Όμως ο Κροάτης αντάρτης Ιωσήφ Μπρόζ, γνωστός ως Τίτο, αντελήφθηκε ότι ο πόλεμος έκλεινε υπέρ των Συμμάχων και το 1943 άρχισε να οργανώνει σε λαϊκό ομόσπονδο κράτος τη Γιουγκοσλαβία σύμφωνα με τις υποδείξεις της Γ΄ Κόμιντερ. Στη νέα κρατική οντότητα για τη νότια χώρα του στηρίχθηκε πλησιέστερα προς το βουλγαρικό λυτρωτισμό παρά στους Σέρβους. Όμως η Ορθόδοξη Εκκλησία των Σέρβων στάθηκε προστάτης της πατροπαράδοτης ευσεβείας του λαού της και ζήτησε την επιστροφή στην προπολεμική «Συναλληλία» των σχέσεων Εκκλησίας και Πολιτείας και στο νέο λαϊκό Γιουγκοσλαβικό κράτος με τη στήριξη του κλήρου και του λαού κάτι που ενόχλησε το «στρατάρχης» και αποφάσισε να τους διχάσει εκκλησιαστικά. Το ίδιο σχέδιο εφήρμοσε στην αρχή και ο Λένιν στη Ρωσία. Για να το πετύχει το νέο καθεστώς αγκάλιασε τους δήθεν «προοδευτικούς» και με λαοσυνάξεις αμφίβολης συνθέσεως και με παρτιζάνους, που αυτοκλήθηκαν «Κληρικολαϊκές Συνελεύσεις», επιχείρησε το 1945-1946 να κλονίσει την εκκλησιαστική σταθερότητα και ενότητα των ορθοδόξων χριστιανών της προς νότο Σερβικής Εκκλησίας με το πλαστογράφημα του «Μακεδονισμού» της Κόμιντερ ρωσικής κατασκευής. Έτσι το 1958 εφευρέθηκε ο «σκόλοπας» της σχισματικής «Μακεδονικής Εκκλησίας» που επί 60 χρόνια παραμένει «ακοινώνητος» για την Οικουμενική Ορθοδοξία. Και τούτο διότι η πραγματική «Εκκλησιολογική» της υπόσταση ειναι «εθνοφυλετική» και εμπνέεται από τις Σαμουήλειες χιμαιρικές ελπίδες για τη «μεγάλη Βουλγαρία». Στη πραγματικότητα ο «σκόλοπας» αυτός όσο διαπράττει ακάνονη εισπήδηση παραμένει αντιεκκλησιαστικό εκτόπλασμα μέσα στο κανονικό έδαφος της αδελφής Εκκλησίας της Σερβίας. 

Τώρα που αρχίζει να ξεκαθαρίζει ο ορίζοντας στο κράτος των Σκοπίων οι Βουλγαρογενείς «Μακεδόνες» αιφνίδια απέκτησαν στέρηση του μητρικού θηλασμού τους και ζητούν από τους εν Σόφια «σιτευτούς» της Μόσχας να αγνοηθούν οι Ιεροί Κανόνες και η Εκκλησιαστική Ιστορία! Μήπως φαντάστηκαν πvς μπορεί να επιβεβαιωθεί εκείνο που είπε ο Λακεδαιμόνιος στρατηγός Λύσανδρος: «Ό,τι δεν κατορθώνει η δορά του λέοντος, το επιτυγχάνει η δορά της αλεπούς»; Όμως τηn κανονική τάξη την περιφρουρεί υπεύθυνα η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία και εκ παλαιού γνωρίζει : πως «η Ιστορία είναι καθρέπτης ενός λαού» και ότι το «βλέμμα το χαμηλό είναι συνήθως και βλέμμα πονηρό»!  

Παρασκευή 17 Νοεμβρίου 2017

Δικαίωση του πολυταλαίπωρου Αρχιεπισκόπου Αχρίδος από το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων


Στις 16 Νοεμβρίου, τρέχοντος έτους, το Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων, στο Στρασβούργο, ανακοίνωσε την ετυμηγορία του, σχετικά με τον αριθμό υπόθεσης 3532/07: «Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος κατά της Πρώην Γιουγκοσλαβικής Δημοκρατίας της Μακεδονίας (ΠΓΔΜ)».

Η ετυμηγορία κατέληξε στο συμπέρασμα ότι «η ΠΓΔΜ παραβίασε το άρθρο 11 (ελευθερία του συνέρχεσθαι και του συνεταιρίζεσθαι), σε συνδυασμό με το άρθρο 9 (ελευθερία σκέψης, συνείδησης και θρησκείας), της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου», η οποία προέκυψε από την άρνηση της αρμόδιας αρχής να νομιμοποιήσει την Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος, ως χωριστή θρησκευτική κοινότητα.

Η ΠΓΔΜ η οποία έχασε την υπόθεση στο δικαστήριο, είναι υποχρεωμένη να αποζημιώσει την Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδας με το ποσό των 9.500 ευρώ.

Αυτή είναι η μεγαλύτερη νίκη της δικαιοσύνης για την Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδας τα τελευταία 15 χρόνια, όταν άρχισαν οι κρατικοί διωγμοί όχι μόνο κατά του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και Μητροπολίτου Σκοπίων κ.κ. Ιωάννου, αλλά και κατά των άλλων Επισκόπων, κληρικών, μοναχών και πιστών της Εκκλησίας.

Και χωρίς να είχε επιβληθεί η παραπάνω ποινή από το δικαστήριο, η Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή Αχρίδας είναι μια αναπόφευκτη πραγματικότητα της θρησκευτικής ζωής στη χώρα.

Η ελευθερία, η οποία είναι το υψηλότερο κριτήριο του ορθόδοξου χριστιανισμού, διατηρείται με αυτοθυσία, όχι μόνο με νομοθετικές πράξεις, αλλά είναι θετικό το γεγονός όταν μερικές φορές το κριτήριο αυτό επιβεβαιώνεται και από το νόμο.

Ως εκ τούτου, η εν λόγω απόφαση του Ευρωπαϊκό Δικαστήριο Ανθρωπίνων Δικαιωμάτων για τις παραβιάσεις διαφόρων άρθρων της Ευρωπαϊκής Σύμβασης για τα Δικαιώματα του Ανθρώπου από τη ΠΓΔΜ, σε βάρος της Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή  Αχρίδας είναι μια ικανοποίηση, όχι μόνο για τους πιστούς της Εκκλησίας, αλλά επίσης είναι μια μεγάλη προειδοποίηση για τη νέα κυβέρνηση να μην κυβερνά με ολοκληρωτισμό και βίαιο τρόπο, όπως έκανε η προηγούμενη κυβέρνηση.

Από το γραφείο της Ιεράς Συνόδου της Ορθόδοξης Αρχιεπισκοπής Αχρίδος

Παρασκευή 19 Σεπτεμβρίου 2014

Η Σύνοδος της Σερβικής Εκκλησίας προς τον σχισματικό Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος Στέφανο / Одговор на писмо Његовог Високопреосвештенства г. Стефана, Архиепископа охридског у расколу



Ιερά Σύνοδος
της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας
αριθ. 1120
09 Σεπτεμβρίου 2014
Βελιγράδι

Προς τον Σεβασμιώτατο κ. Στέφανο
σχισματικό Αρχιεπίσκοπο Αχρίδος
Σκόπια

Αντικείμενο: Η απάντηση μας στη δική Σας επιστολή


          Σεβασμιώτατε,
          λάβαμε την επιστολή Σας, αριθ. 18 από 25 Ιουλίου 2014, με την οποία μας ενημερώνετε για τις εγκληματικές πράξεις - όπως εσείς τις ονομάζετε - του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και Μητροπολίτη Σκοπίων κ.κ. dr. Ιωάννη.
          Αυτή η επιστολή Σας πολύ μας λύπησε. Εμείς περιμέναμε από Σας να μας ενημερώσετε αν κάνατε κάτι, και τι, σχετικά για την απελευθέρωση του Μακαριωτάτου, φυλακισμένου και βασανισμένου Αρχιεπισκόπου Αχρίδος και Μητροπολίτη Σκοπίων κ.κ. Ιωάννη. Αντί για αυτό, Εσείς μας στέλνετε «πληροφορίες» για ψεύτικες εγκληματικές πράξεις αυτού του σεβαστού Ιεράρχη, και ακούσαμε ότι τις στείλατε και σε άλλους Προκαθημένους Ορθοδόξων Εκκλησιών, ακόμα και σε πολλούς Αρχιερείς σε όλο το κόσμο.
          Αν και αυτή η δική Σας συκοφαντική εκστρατεία δεν αξίζει απάντηση, χάριν της αλήθειας μπροστά στην ιστορία, ως απάντηση στις ψεύτικες κατηγορίες στις οποίες με το δικό Σας τρόπο αναφέρατε, πρέπει να γνωρίζετε τα παρακάτω γεγονότα:
          1. Ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Ιωάννης από το σχίσμα προσήλθε στην ένωση με την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία στις 22 Ιουνίου 2002, μετά από την πρόσκληση του Μακαριστού Προκατόχου μας Πατριάρχου Παύλου, απευθυνόμενη στους Αρχιερείς, ιερείς, μοναχούς και το πιστό λαό στη ΠΓΔΜ. Σε αυτή την πρόσκληση ανταποκρίθηκε ο τότε Μητροπολίτης Βελεσσών και Παραβαρδαρίου Ιωάννης, αλλά μπορούσατε και έπρεπε και Εσείς να ανταποκριθείτε, όπως και οι άλλοι Αρχιερείς οι οποίοι είναι σε σχίσμα με την Ορθόδοξη Εκκλησία. Είναι γνωστό σε όλους, και το επιβεβαιώνετε και Εσείς, ομολογώντας στην επιστολή Σας, ότι τα εκκλησιαστικά και πολιτικά δικαστήρια για τον Μητροπολίτη Ιωάννη άρχισαν εφόσον προσήλθε στην ένωση με την Εκκλησία. Εσείς οι ίδιοι λέτε ότι η σύνοδος Σας τον καθαίρεσε(!) στις 10 Ιουλίου 2003, και τα πολιτικά δικαστήρια άρχισαν να τον διώκουν από το 2004. Από αυτό φαίνεται ξεκάθαρα ότι και οι εκκλησιαστικοί και οι πολιτικοί δικαστικοί διωγμοί στην ουσία ξεκίνησαν από την ώρα που έγινε δεκτός στην ένωση με την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία και έγινε Έξαρχως του Πατριάρχη Σερβίας στην Εκκλησία της ΠΓΔΜ.
          2. Ήδη στη πρώτη παράγραφο όπου αρχίζετε να καταγράφετε «τις εγκληματικές πράξεις» του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Ιωάννη, γράφετε ότι κάποιο ποσό από τα 375.540 δενάρια που προορίζονταν για τις εισφορές στην Αρχιεπισκοπή, αυτός τα ξόδεψε «για άλλους σκοπούς». Παρόμοια γράφετε στην συνέχεια και για τα υπόλοιπα χρήματα για τα οποία τον επιβαρύνετε ότι, ή τα ξόδεψε χωρίς σκοπό ή τα μετέφερε σε λογαριασμούς εκκλησιαστικών εταιρειών. Μόνο για κάποιο ελάχιστο ποσό τον κατακρίνετε ότι το έχει λάβει για τον εαυτό του. Αν είναι έτσι, έχετε απάντηση στο ερώτημα πώς αυτός, με ολόκληρο το ποσό από 4.940.790 δενάρια το οποίο με δικαστική απόφαση ήταν υποχρεωμένος να Σας το επιστρέψει, δηλ. πώς μπορούσε να πράξει καινούργια εγκληματική πράξη και μάλιστα «ξέπλυμα χρημάτων»; Επειδή, σε όλους είναι φανερό και Εσείς το ομολογείτε ότι το μεγαλύτερο μέρος του ποσού είχε ξοδευθεί στη περίοδο μεταξύ 1998 – 2002, όταν αυτός ήταν μαζί Σας.
          Είναι κατανοητό γιατί ούτε λόγο δεν κάνετε για αυτή την «εγκληματική πράξη», επειδή ξέρετε ότι πλήρως είναι στημένη από την κυβέρνηση της ΠΓΔΜ, και εν γνώση Σας και πιθανόν με την πρότασή Σας. Με αυτό δεν αφήνετε χώρο να Σας πιστέψει κανείς ότι η εγκληματική πράξη την οποία αποδίδεται στον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη μπροστά στο νόμο είναι πραγματικά εγκληματική πράξη και όχι εκδίκηση της εκκλησίας Σας και της κυβερνήσεώς Σας στον άνθρωπο ο οποίος θυσιάζεται για την ενότητα της Εκκλησίας και για το καλό του λαού του.
          Εμείς πολύ καλά ξέρουμε με πιο τρόπο μαζεύτηκαν τα χρήματα για να αγορασθεί εκκλησιαστικός χώρος στα Σκόπια. Ξέρουμε ποιοι ακριβώς βοήθησαν σε αυτό. Τα συγκεντρωμένα χρήματα καταθέτηκαν στο λογαριασμό, στο Σύλλογο για βελτίωση των πολιτικών και θρησκευτικών ελευθεριών «Αναστασία», ακριβώς επειδή Εσείς κάνατε το παν ώστε η αυτόνομη Αρχιεπισκοπή Αχρίδος να μην νομιμοποιηθεί ως θρησκευτική οργάνωση στο δικαστήριο της χώρας Σας, και για αυτό, αυτή δεν μπορεί να είναι νομικό πρόσωπο, και ως εκ τούτου δεν μπορεί να έχει ούτε δικό της λογαριασμό. Και τώρα το δικαστήριο με την πρότασή Σας καταδίκασε τον Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Ιωάννη, δυο Επισκόπους, δυο ιερείς, τέσσερις μοναχές και δέκα λαϊκούς, μεταξύ των οποίων την μητέρα και την αδελφή του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη επειδή ξέπλυναν ήδη ξοδεμένα χρήματα, χρήματα τα οποία Εσείς αναφέρατε ότι έχουν «καταχραστεί» από την «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία».
          Η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία γνωρίζει πολύ καλά από που προέρχονται τα χρήματα τα οποία ήταν αντικείμενο της τελευταίας καταδίκης. Είμαστε βέβαιοι ότι Σας είναι πολύ γνωστό ότι αυτά τα χρήματα δεν είναι τα ίδια για τα οποία κατακρίνετε τον Αρχιεπίσκοπο Ιωάννη ότι τα είχε καταχραστεί από την «Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία». Είμαστε βέβαιοι ότι αυτό είναι γνωστό και στην Εισαγγελία και στα δικαστήρια της χώρας Σας, επειδή σε όλους είναι ολοφάνερο ότι ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ιωάννης δεν μπορούσε να καταχραστεί το ποσό των 4.940.790 δεναρίων, επειδή αυτό είναι το ποσό τεσσάρων ετήσιων προϋπολογισμών. Όταν το δικαστήριο των Βελεσσών τον καταδίκασε, αυτό το ίδιο δικαστήριο στη καταδίκη απαρίθμησε που είναι ξοδεμένο το ποσό των 4.940.790 δεναρίων. Πώς είναι δυνατόν να ξεπλένονται ήδη ξοδεμένα χρήματα; Αντί να ντρέπεστε επειδή τα δικαστήρια στη ΠΓΔΜ αποφασίζουν πολιτικές καταδίκες και αυτό με την προτροπή Σας, πάνω από όλα Εσείς στέλνετε επιστολές όχι μόνο σε μας αλλά και στους Αρχιερείς άλλων τοπικών εκκλησιών για να δικαιολογήσετε τις εγκληματικές Σας πράξεις.
          3. Επίσης, Εσείς μνημονεύετε και άλλη εγκληματική πράξη για την οποία ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ιωάννης καταδικάστηκε και έμεινε στην φυλακή. Να Σας υπενθυμίσουμε: ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννη πέντε φορές καταδικάστηκε με ποινή φυλάκισης εκ μέρους των δικαστηρίων Σας. Γιατί δεν αναφέρετε ότι για την εγκληματική πράξη «απολυταρχία» καταδικάστηκε με ένα χρόνο φυλάκισης; Γιατί δεν αναφέρετε ότι καταδικάστηκε για «αναζωπύρωση θρησκευτικού και εθνικού μίσους» με δεκαοκτώ μήνες φυλάκισης; Ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ιωάννης τα τελευταία δέκα χρόνια ήταν εφτά φορές, ή φυλακισμένος ή προφυλακισμένος, ή συνολικά πέντε χρόνια στη φυλακή. Και να μην ξεχάσουμε ότι και αυτό ήταν εξ αιτίας Σας. Λοιπόν, δεν είναι ευγενικό να υποβιβάζετε και με ψέματα να βεβηλώνετε την μαρτυρία του.
          Όταν λέμε με ψέματα αναφερόμαστε σε αυτό που Εσείς δηλώνετε σε σχέση με τα 57.180 ευρώ (όχι γερμανικά μάρκα, όπως λανθασμένα γράφετε στην επιστολή Σας), δωρεά του κ. Τρίφουν Κόστοφσκι, τα οποία σύμφωνα με την δική Σας ψεύτικη δήλωση, κατέληξαν «στα χέρια του Ιωάννη, δηλαδή στο προσωπικό του λογαριασμό στη τράπεζα στη Βουλγαρία». Δεν είναι μυστικό - επειδή το δημόσιο, και σε Σας και σε μας, ήταν πληροφορημένο για αυτό - ότι αμέσως μετά την σύλληψη του υπαλλήλου της Μητροπόλεως Παραβαρδαρίου την οποία εσείς αναφέρετε, ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης κατάθεσε στο δικαστήριο ολόκληρο ποσό από 57.180 ευρώ μαζί με το τόκο για δυο μηνών, όσο τα χρήματα ήταν στη τράπεζα. Όταν τελείωσε η δικαστική διαδικασία, Σας έδωσαν αυτά τα χρήματα και Εσείς τα πήρατε.
          Λοιπόν, δεν υπάρχει κανένας λογαριασμός στη Βουλγαρία, αλλά υπάρχει κάτι άλλο. Για αυτή την εγκληματική πράξη «απόκρυψη» ο Αρχιεπίσκοπος κ.κ. Ιωάννης είχε αφεθεί ελεύθερος δυο φορές, και τελικά την τρίτη φορά υπό την πίεση των κρατικών οργάνων στην χώρα Σας, ήταν καταδικασμένος. Την πρώτη φορά η καταδίκη απορρίφτηκε επειδή δεν υπήρχε εισήγηση με την οποία ο Αρχιεπίσκοπος θα έπρεπε να διωχθεί. Μετά έγινε πλαστογραφία στην οποία Εσείς συμμετείχατε και υποβλήθηκε πρόταση με προηγούμενη ημερομηνία, αν και η αλλαγή ημερομηνίας είναι απαγορευμένη από το νόμο. Αλλά, μόνο και μόνο για να καταδικαστεί ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης, Εσείς προσωπικά όπως και η κυβέρνησή Σας παραβιάζετε τους νόμους της χώρας. Εντελώς το ίδιο έγινε και με την δεύτερη καταδίκη για απόκρυψη με την οποία ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης καταδικάστηκε σε τριάντα μήνες φυλάκιση όπου και βρίσκεται μέχρι και σήμερα. Για αυτή την εγκληματική πράξη το δικαστήριο επίσης δυο φορές τον απελευθέρωσε και τελικά υπό την πίεση Σας, και υπό την πίεση της κυβερνήσεως της χώρας Σας τον καταδίκασε.
          Αλλά, αναρωτιέστε καθόλου γιατί η Βουλγαρία δεν τον παρέδωσε στην κυβέρνησή Σας όταν τον συνέλαβαν επί την βάση του εντάλματος; Επειδή με το θέμα αυτό ασχολήθηκε ένα ανεξάρτητο δικαστήριο το οποίο και αποφάσισε ότι «η καταδίκη τον αρμοδίων οργάνων της ΠΓΔΜ είναι συνέπεια βαριάς και συγκρουόμενης θρησκευτικής μισαλλοδοξίας, συνδεδεμένη με διαφορετικές απόψεις των επίσημων αντιπροσώπων της «Μακεδονικής εκκλησίας» με τις θρησκευτικές απόψεις του Αρχιεπισκόπου Ιωάννου Βρανίσκοφσκι, που έχει ως κίνητρο την απόφασή του να δεχθεί την λειτουργική και κανονική ένωση με την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία το 2002». Αυτή είναι η αλήθεια κ. Στέφανε, αυτή είναι η αλήθεια την οποία Εσείς και οι δικοί Σας στη σύνοδο την ξέρετε καλά, αλλά επίτηδες την παραβλέπετε και χρησιμοποιείτε συκοφαντίες εναντίον του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Ιωάννη.
          4. Όσο για τους αρχιερείς της συνόδου Σας, όλο και περισσότεροι είναι αυτοί οι οποίοι δεν συμφωνούν μαζί Σας ότι πρέπει να συνεχίσετε την ανελέητη και απαράδεκτη δίωξη εναντίον του Αρχιεπισκόπου κ.κ. Ιωάννη. Εσείς γνωρίζετε ότι αυτοί το λένε αυτό και δημόσια. Μάλιστα λάβαμε ειδήσεις ότι μόνο Εσείς επίμονα εναντιώνεστε στο να βγει από την φυλακή ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης. Και αυτό πιθανώς από δυο αιτίες: πρώτα, επειδή δεν έχετε θάρρος να κοιτάξετε τον Αρχιεπίσκοπο κ.κ. Ιωάννη κατάματα μετά από όλα που αδίκως κάνατε σε αυτόν, και δεύτερο, επειδή ξέρετε ότι η άνοδός Σας στον αρχιεπισκοπικό θρόνο δεν έχει αναγνωριθεί όχι μόνο από τον Πατριάρχη Σερβίας, αλλά ούτε και από κανέναν άλλο Προκαθήμενο οποιασδήποτε τοπικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.
          Για αυτό, διαμέσου της κυβερνήσεως της χώρας Σας μας προτείνατε ακραίως ανάρμοστη πρόταση με την οποία προτείνετε την απελευθέρωση του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη υπό τον όρο αυτός να εγκαταλείψει την ΠΓΔΜ. Ο Μακαριώτατος Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης δεν συμφωνεί με αυτό, και ας μην απελευθερωθεί πρόωρα, και όχι μόνο αυτός, αλλά και εμείς θεωρούμε ότι τέτοιου είδους πίεση πάνω στην Εκκλησία μας είναι απαράδεκτη.
          Εσείς ήδη πολλές φορές ακούσατε ότι μέχρι την απελευθέρωση του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη από την φυλακή δεν μπορεί να γίνει καμία διαπραγμάτευση για την λύση της αντικανονικής κατάστασης της εκκλησίας Σας. Αλλά επειδή είμαστε βέβαιοι ότι ακριβώς Εσείς Σεβασμιώτατε συντελείτε περισσότερα από όλους, στο ότι η εκκλησία Σας και στο εξής να παραμένει σε σχίσμα, έχουμε το δυσάρεστο καθήκον να Σας ενημερώσουμε ότι η Ιερά Σύνοδος της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας βάση των αποφάσεων της Ιεραρχίας, αριθ. 50/7 από 15 Σεπτεμβρίου 1967, και αριθ. 41/125-2 από 21 Μαΐου 2003, στη Συνεδρία της στις 26 Αυγούστου 2014, αποφάσισε με την υπ. αριθ. 1191/857 απόφαση, να αρχίσει εκκλησιαστικό δικαστήριο εναντίον Σας, ως το κατεξοχήν υπεύθυνο πρόσωπο για την επίμονη παραμονή της εκκλησίας Σας στο σχίσμα.
          Σας χαιρετούμε αδελφικώς με την ελπίδα ότι θα αλλάξετε την απαράδεκτή Σας προσέγγιση σε σχέση με το κανονικό καθεστώς της εκκλησίας Σας.

Ο Πρόεδρος της Ιεράς Συνόδου,
Πατριάρχης Σερβίας
Ειρηναίος


Τετάρτη 27 Αυγούστου 2014

Δικαστική διαδικασία κατά του σχισματικού αρχιεπισκόπου της ΠΓΔΜ Στέφανου

Η Ιερά Σύνοδος της Σερβικής Ορθόδοξης Εκκλησίας ανακοίνωσε ότι «κατά τη διάρκεια της σημερινής (26.08.2014) διευρυμένης συνεδρίασής της, αποφάσισε να κινήσει εκκλησιαστική-δικαστική διαδικασία κατά του σχισματικού αρχιεπισκόπου Στέφανου, προκαθήμενου της λεγόμενης "Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας", η οποία βρίσκεται σε σχίσμα με την Ορθόδοξη Εκκλησία, λόγω της εμμονής της τελευταίας να συνεχίζει το σχίσμα και της μη χριστιανικής ανάμιξης της στη δίωξη κατά του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος Ιωάννη, νόμιμου προκαθήμενου της αυτόνομης Αρχιεπισκοπής της Αχρίδος και των ιερέων και των πιστών αυτής, καθώς και για άλλες πολλές δραστηριότητες που έρχονται σε αντίθεση με τους εκκλησιαστικούς κανόνες».

Οι διώξεις εις βάρος του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη από τις διωκτικές αρχές της ΠΓΔΜ έχουν επικριθεί έντονα από διεθνείς οργανισμούς, ενώ την αποφυλάκιση του έχουν ζητήσει τόσο η Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία όσο και ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, χωρίς ωστόσο οι εκκλήσεις τους να έχουν γίνει ακουστές.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία της ΠΓΔΜ αυτονομήθηκε το 1959 από την Σερβική Ορθόδοξη Εκκλησία και το 1967 αποσχίσθηκε από αυτήν, κηρύσσοντας το αυτοκέφαλο της με την ονομασία "Μακεδονική Ορθόδοξη Εκκλησία", η οποία δεν αναγνωρίζεται από καμία Ορθόδοξη Εκκλησία του κόσμου.

Η "Ορθόδοξη Αρχιεπισκοπή της Αχρίδος", επικεφαλής της οποίας είναι ο Αρχιεπίσκοπος Αχρίδος Ιωάννης, δεν αναγνωρίζεται από τις αρχές της ΠΓΔΜ και η δράση της είχε θεωρηθεί ότι είναι "απειλητική" για τη χώρα.


Παρασκευή 30 Νοεμβρίου 2012

Ο σχισματικός Vanco Umlenski ζήτησε από το δικαστήριο να συνεχισθούν οι διωγμοί κατά του Αρχιεπισκόπου Αχρίδος Ιωάννη

Προχθές, 28 Νοεμβρίου 2012, στο Εφετείο Δικαστήριο των Σκοπίων, πραγματοποιήθηκε νέα πολιτική δικαστική διαδικασία εναντίον του διωγμένου Αρχιεπίσκοπου Αχρίδος Ιωάννη και εναντίον των άλλων Επισκόπων, ιερομονάχων, μοναζουσών και πιστών τής Ιεράς Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, στη ΠΓΔΜ.

Κύριο χαρακτηριστικό στη δικαστική διαδικασία αυτή ήταν η παρουσία και συμμετοχή του εκπροσώπου της σχισματικής λεγόμενης «Μακεδονικής Ορθόδοξης Εκκλησίας («ΜΟΕ»)! Έτσι, και πάλι, σε αυτή την δίωξη ως κύριος φορέας των δικαστικών διώξεων εναντίον του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη και της Ι. Αρχιεπισκοπή Αχρίδας παρουσιάζεται ακριβώς η σχισματική λεγόμενη «Μακεδονική Εκκλησία»!

Ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης αθωώθηκε στα δικαστήρια δύο φορές, και η τρίτη φορά -με πολιτική απόφαση- το δικαστήριο τον καταδίκασε σε φυλακή! Πολύ ενδεικτικά, το δικαστήριο μέχρι σήμερα δεν έχει απαντήσει, αν τα χρήματα για τα οποία τον κατηγορούν, ο Αρχιεπίσκοπος τα έχει πάρει για τον εαυτό του ή τα έχει χρησιμοποιήσει για τα έξοδα της Μητροπόλεως όπου ήταν Μητροπολίτης!

Ενώ είναι σαφές ότι ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης δεν έχει πάρει τίποτε από τους σχισματικούς, στη ερώτηση του Γενικού Εισαγγελέα, τι θέλει η λεγόμενη «Μακεδονική Εκκλησία», ο εκπρόσωπος της, ο σχισματικός ιερέας Vanco Umlenski, απάντησε ότι επιμένει: ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης να πληρώσει στους σχισματικούς, όπως ο ίδιος είπε, 270 χιλιάδες ευρώ! Την ίδια στιγμή, ο δικαστής απαγόρευσε στον δικηγόρο του Αρχιεπισκόπου να θέτει ερωτήσεις στον εκπρόσωπο της σχισματικής εκκλησίας!

Ως εκ τούτου, είναι πολύ προφανές ότι μεταξύ του δικαστή, του εισαγγελέα και του εκπροσώπου της σχισματικής λεγόμενης «Μακεδονικής Εκκλησίας», υπάρχει συνωμοσία προκειμένου να συνεχίσει η δίωξη κατά του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη και της Ι. Αρχιεπισκοπής Αχρίδας μέχρι εξοντώσεως! Στα τελευταία δέκα χρόνια ο Αρχιεπίσκοπος Ιωάννης πέρασε πολλά δικαστήρια για τα ίδια χρήματα! Ο δικαστής αρνήθηκε να άρει την παράνομη προφυλάκιση του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη, για να τον μεταφέρουν σε φυλακή, μόνο και μόνο να αποδυναμώσουν ακόμη περισσότερο την υγεία του και να προκαλέσουν μεγαλύτερη ζημιά!

Η σχισματική Εκκλησία της ΠΓΔΜ από τη μία πλευρά δηλώνει ότι θέλει να γυρίσει στη ενότητα της Εκκλησίας, αλλά, από την άλλη πλευρά, παρά τις προειδοποιήσεις από όλες τις τοπικές Εκκλησίες ότι με τις διώξεις εναντίον του Αρχιεπίσκοπου Ιωάννη στα τελευταία χρόνια δεν πέτυχε και δεν θα πετύχει τίποτα προς την ενότητα, επιμένει στις διώξεις εναντίον του Αρχιεπισκόπου Ιωάννη και της Ι. Αρχιεπισκοπής Αχρίδος, διώξεις οι οποίες είναι πρωτοφανείς στις ευρωπαϊκές δημοκρατίες.