e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Κυριακή 20 Μαρτίου 2022

"Εκεί που κυλάει η καθημερινή ζωή…" - Κυριακή του παραλυτικού

Γράφει ο π. Βασίλειος Αργυριάδης

Δεύτερη Κυριακή της Μεγάλης Τεσσαρακοστής σήμερα και στο ευαγγελικό ανάγνωσμα, ακούσαμε την περικοπή της θεραπείας του παραλυτικού της Καπερναούμ.

Ο Χριστός διδάσκει σε ένα σπίτι κι ο κόσμος που έχει μαζευτεί είναι πάρα πολύς. Τέσσερις άνθρωποι φέρνουν στον Κύριο έναν παραλυτικό, ξαπλωμένο σε φορίο, αλλά δεν μπορούν να πλησιάσουν. Αποφασίζουν να ανέβουν στη σκεπή του κτιρίου, κάνουν ένα άνοιγμα εκεί και κατεβάζουν με σχοινιά τον ανήμπορο άνθρωπο. Ο Κύριος θαυμάζει την επιμονή και την προσπάθειά τους —«ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν», γράφει το κείμενο— και λέει στον παραλυτικό «τέκνον, ἀφέωνταί σοι αἱ ἁμαρτίαι σου». Ανάμεσα στους ακροατές του Χριστού υπάρχουν και κάποιοι γραμματείς, οι οποίοι σκέφτονται «Μα ποιος είναι αυτός ο βλάσφημος, που λέει ότι συγχωρεί αμαρτίες; Μόνο ο Θεός μπορεί κάτι τέτοιο…». Ο Ιησούς, που καταλαβαίνει τι βάζουν με το νου τους οι γραμματείς, τους ρωτάει: «Τι μου είναι πιο εύκολο; Να πω ‘σου συγχωρούνται οι αμαρτίες’ ή να πω ‘σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και προχώρα;’». Και χωρίς να περιμένει απάντηση, λέει στον παραλυτικό: «Σήκω, πάρε το κρεβάτι σου και πήγαινε στο σπίτι σου».

Δύο κόσμοι φιγουράρουν ανεπαίσθητα στο φόντο του σημερινού ευαγγελικού επεισοδίου. Ο ένας κόσμος είναι οι άνθρωποι που μεταφέρουν τον παραλυτικό. Ο άλλος, ο κόσμος των γραμματέων. Ο πρώτος είναι ένας κόσμος χωρίς καθόλου λόγια, μέσα στη διήγηση. Τέσσερις άνθρωποι που βάζουν το κεφάλι κάτω, σηκώνουν το κρεβάτι του ανήμπορου ανθρώπου και πάνε να συναντήσουν τον Ιησού. Κι όταν βλέπουν κόσμο πολύ, δεν αποθαρρύνονται — σκαρφίζονται μια ιδέα για να ξεπεράσουν το πρόβλημα˙ μια ιδέα αλλόκοτη, κάπως παράλογη. Όμως η αφοσίωσή τους είναι τέτοια, που την κάνουν πράξη. Ανεβαίνουν στη σκεπή και κάνουν μια τρύπα και κατεβάζουν τον άνθρωπό τους με σχοινιά. Κι όλοι μπορούμε να φανταστούμε πόσο κόπο, πόσο αγώνα και ιδρώτα θα πρέπει να τους κόστισε αυτή η υπόθεση. Στην προσπάθειά τους, ο Χριστός είδε πίστη — «ἰδὼν τὴν πίστιν αὐτῶν»…

Ο δεύτερος κόσμος, ο κόσμος των γραμματέων, είναι ένας κόσμος θεωρίας. Όλοι ξέρουμε τι ήταν οι γραμματείς. Ήταν οι «θεωρητικοί» του Νόμου. Ήξεραν τις περίπλοκες νομικές διατάξεις της εβραϊκής πίστης και τα θεολογικά ζητήματα της εποχής τους. Μ’ αυτά πάλευαν κι όλο αυτά συζητούσαν. Στην ευαγγελική περικοπή, εμφανίζονται να ζούνε μέσα στο μυαλό τους. Όλοι οι άλλοι βρίσκονται μπροστά σε ένα παράδοξο θέαμα και σε μια εικόνα πόνου: τέσσερις άνθρωποι κατεβάζουν ένα κρεβάτι από τη σκεπή˙ ένας ανήμπορος άνθρωπος, καθηλωμένος σε ένα φορίο, μπροστά στον Ιησού. Κι εντούτοις, οι γραμματείς ασχολούνται μέσα στο μυαλό τους με θεωρίες — τάχα ποιος δικαιούται και ποιος όχι να μιλά και να συγχωρεί αμαρτίες; Μια θεωρητικοποίηση είναι η δική τους ανταπόκριση απέναντι στον δάσκαλο και την ίδια την πραγματικότητα της στιγμής. Κι ο Χριστός στα θεωρητικά τους ερωτήματα, τούς τείνει κι αυτός ένα θεωρητικό ερώτημα. Μόνο που την απάντηση στο ερώτημα δεν τη δίνει με λόγια. Αφήνει το ερώτημα σχεδόν μετέωρο στον αέρα. Την απάντηση τη δίνει πάνω στο σώμα του παραλυτικού, πάνω στη σάρκα της ίδιας της στιγμής.

Όλα αυτά έχουν σημασία και για μας σήμερα. Διότι και για μας, περισσότερο ίσως από ποτέ, η πίστη φαντάζει σαν μια υπόθεση του μυαλού, της θεωρίας, των συλλογιστικών ενατενίσεων. Δεν είναι παράδοξο αυτό. Οι στοχαστές που μελετούν την πορεία του ανθρώπινου πολιτισμού, μας λένε πως ιδιαίτερα από την εποχή που επινοήθηκε η τυπογραφία κι έκτοτε, ο ανθρώπινος πολιτισμός έγινε πιο «θεωρητικός», πιο διανοητικός. Τα θεωρητικά συστήματα, οι ιδεολογίες, οι διανοητικές επεξεργασίες των πραγμάτων απέκτησαν μεγαλύτερο εκτόπισμα στις κοινωνίες των ανθρώπων. Έτσι και οι χριστιανοί διαχωρίζουμε συχνά την καθημερινή ζωή και το πάλαισμά της (τις αγωνίες, τον ιδρώτα, τον κόπο της βιοπάλης, τις ανάγκες των διπλανών) από τη χριστιανική μας πίστη. Λογίζουμε για πίστη διάφορα σχήματα και εικόνες που έχουμε στο μυαλό μας, σχήματα καμωμένα με «παραδοχές», «πεποιθήσεις» και εξωραϊσμούς, και πασχίζουμε να χωρέσουμε τη ζωή μας σ’ αυτά τα σχήματα. Όμως η σημερινή περικοπή μάς θυμίζει ίσως πως η πίστη, ως δυναμική συνάντησης με τον Χριστό, είναι μια υπόθεση πράξης, μια υπόθεση που έχει τον τόπο της εκεί που κυλάει η καθημερινή ζωή. Τον Χριστό τον συναντάει κανείς εκεί που διακονείται ο πλησίον, στη σάρκα της ίδιας της καθημερινής ζωής και πράξης.

Κάποτε πλησίασε κάποιον ιερέα ένας νεαρός πατέρας, ευλαβής και καλοπροαίρετος, κρατώντας στην αγκαλιά του το δίχρονο παιδάκι του. «Τι ωραία που μάς τα είπατε στο κήρυγμα!», του είπε, «αλλά πόσο δύσκολη είναι για μας η πνευματική ζωή, μ’ όλα αυτά που περνάμε καθημερινά με τα παιδιά, τις δουλειές μας, τη ρουτίνα και τις αγωνίες μας…». Ο ιερέας κατάλαβε πως εκείνος ο νεαρός πατέρας αντιλαμβανόταν την «πνευματική ζωή» σαν μια γωνιά της ζωής του, που για εικόνα της πρέπει να είχε ένα προσευχητάρι, με αναμμένο καντήλι και λιβανάκι, ησυχία και χαμηλό φωτισμό, και τον ίδιο γονατιστό να προσεύχεται… Προσπάθησε να του εξηγήσει πως μια τέτοια εικόνα αφορά στην προσευχή ίσως (αν και εξιδανικευμένα ωραιοποιημένη κι αυτή), αλλά όχι απαραιτήτως στη συνάντησή μας με τον Χριστό. Διότι τον Χριστό δεν τον συναντάμε σε προκατασκευασμένες εικόνες του μυαλού μας. «Το πώς θα συναντηθείς με τον Χριστό, θα το αποφασίσει ασφαλώς Εκείνος», του είπε, «αλλά κοιτάζεις μάλλον αλλού, αν είσαι στραμμένος σε τέτοιους εξωραϊσμούς. Οι αρτηρίες της πνευματικής ζωής αιματώνονται όταν ξυπνάς στις τρεις τα χαράματα από το παιδί σου που κλαίει, και σε πιάνει απελπισία από την κούραση˙ όταν ‘πήζεις’ στη δουλειά κι ωστόσο κάνεις προσπάθεια να μην είσαι απότομος με τη γυναίκα σου — όταν παλεύεις να δώσεις χρόνο στη γυναίκα σου, χρόνο που δεν έχεις και που πρέπει να εφεύρεις από το υστέρημά σου, για να ακούσεις τις αγωνίες της ή ακόμα και κουβέντες περιττές (για σένα περιττές, για κείνη ευεργετικές)˙ όταν είσαι φορτωμένος σακούλες και δεν βρίσκεις τα κλειδιά να ανοίξεις την πόρτα, κι αντί να βλαστημάς την ώρα και τη στιγμή, λες ένα ‘Κύριε ελέησον’ ή έστω κρατάς το στόμα σου κλειστό… Πνευματική ζωή είναι να καλοδέχεσαι όλο τον κόπο και τον αγώνα της καθημερινότητας — κόπο και αγώνα να διακονήσεις την καθημερινότητά σου, την καθημερινότητά σας, τους οικείους σου, τους παραέξω, ακόμα και τους αγνώστους. Όλα τα άλλα είναι θεωρίες μάλλον. Θεωρίες σαν αυτές που αναμασούσαν μονολόγιστα μέσα στο μυαλό τους οι γραμματείς κι οι Φαρισαίοι…», είπε στο τέλος και χαμογέλασε.

Τελικά, αυτό που λέμε ‘πνευματική ζωή’ μάλλον δεν υπάρχει. Υπάρχει μόνο ζωή. Μέσα στη σκληρή καθημερινότητα αυτής της μίας ζωής είναι κρυμμένη η συνάντηση με τον Χριστό… Γιατί όπως έχει πει κι ένας σοφός, «πίστη ο Χριστός ονόμασε τον κόπο και τον αγώνα μας για τους αδελφούς». Κι αυτός ο κόπος δεν είναι θεωρία του μυαλού˙ είναι πράξη, καταμεσής της καθημερινής ρουτίνας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: