Όπως όλοι οι άνθρωποι, έτσι και οι χριστιανοί νιώθουμε έντονη την εξάρτηση από τα βάρη της ζωής. Ανεξαρτήτως ηλικίας, οι υποθέσεις, οι μέριμνες, οι στόχοι μας είναι στον παρόντα κόσμο και χρόνο. Η καθημερινότητά μας είναι έτσι δομημένη και από εμάς τους ίδιους, αλλά και από τον πολιτισμό στον οποίο ζούμε, με αποτέλεσμα να σκεφτόμαστε το πρόγραμμα που έχουμε μπροστά μας και ο νους μας να βαραίνει. Κι εκεί όπου υπήρχε η δυνατότητα να έχουμε και την επιλογή της εξόδου από το εγώ και από τις έγνοιες, η εποχή μας μάς έχει προμηθεύσει με τον διαδικτυακό κόσμο, ως υποκατάστατο της τυχόν πλήξης, της τυχόν αναζήτησης νοήματος στις σχέσεις μας. Έτσι, σταδιακά υποδουλωνόμαστε στην ευκαιρία να είμαστε μόνοι μας και περιεργαζόμενοι την εικονική πραγματικότητα και ζωή.
Τρεφόμαστε από τα βάρη. Μας δίνουν μια σχετική ευχαρίστηση. Νιώθουμε ότι χάρις σ’ αυτά η ζωή έχει ένα νόημα. Αγχωνόμαστε. Παλεύουμε σαν να εξαρτώνται όλα από εμάς. Επικρίνουμε όσους στέκονται εμπόδιο είτε πραγματικό είτε στη φαντασία μας, διότι δεν είναι όπως τους θέλουμε ή θεωρούμε ότι μας υποβλέπουν. Και απολαμβάνουμε διά του εαυτού μας έναν πολιτισμό, ο οποίος έχει κατά βάθος μία μηδενιστική προσέγγιση της ζωής μετά θάνατον, ώστε να μένουμε στην αντίληψη ότι όλα είναι εδώ.
Αυτό έχει ως συνέπεια να μη νοιαζόμαστε για τον κόσμο ευρύτερα. Η κοινωνική δικαιοσύνη, η αλήθεια, η αγάπη που εψύγη δεν μας αγγίζουν. Απέναντι στον πλησίον μας αρκούμαστε σε μία βοήθεια. Και όλα έχουν να κάνουν με μας, με το δίκιο μας, με την εικόνα μας. Μ’ αυτή τη νοοτροπία πορεύονται τα παιδιά μας, τα οποία τα υπερπροστατεύουμε και πάντοτε τα δικαιολογούμε, καθότι στο πρόσωπό τους θεραπεύουμε τις τύψεις μας για τα όσα δεν είμαστε, για τα όσα πράττουμε, για τα όσα δεν αντέχουμε. Εκείνα να είναι οι βασιλιάδες. Εκείνα να κάνουν ό,τι τους ευχαριστεί, αφού η δική μας ευχαρίστηση είναι σχετική και λίγη στους συμβιβασμούς της ζωής. Δεν νιώθουμε όμως ότι με αυτόν τον τρόπο δεν τα βοηθούμε να προχωρήσουν αυθεντικά στη ζωή. Να καταλάβουν ότι το νόημά της είναι η αγάπη και όχι μία γκρινιάρικη απαίτηση ότι όλα πρέπει να είναι δικά τους.
Ο ασκητικός λόγος της Εκκλησίας είναι απόσταγμα εμπειρίας ζωής. Χορταίνουμε από το χέρι του Θεού. Αυτός μεριμνά και προνοεί. Όσο κι αν τα βάρη της ζωής μάς σπρώχνουν έξω από τη σχέση μαζί Του ή στην θέασή Του ως του χορηγού και τροφοδότη μόνο, δηλαδή σε μία σχέση «λαμβάνειν», η πίστη σ’ Αυτόν ως εμπιστοσύνη μάς δείχνει ότι «ουκ επ’ άρτω μόνον ζήσεται άνθρωπος» (Ματθ. 4, 4). Διαλέγοντας τον τρόπο της αγάπης, νιώθουμε ότι η ζωή δεν έχει νόημα όταν ικανοποιούμε τις ανάγκες μας ή όταν δραπετεύουμε κλεισμένοι στον εαυτό μας και στην προσωπική μας οθόνη, αλλά στη συνάντηση με τον Θεό και τον πλησίον, στον καλό λογισμό, στη μαρτυρία της αλήθειας χωρίς το όποιο κόστος να μας εμποδίζει, στην ανατροφή των παιδιών μας με μέτρο, στην αρχή μετανοίας για ό,τι μάς νικά. Και η φωνή Του θα ηχεί παρηγορητικά στην ψυχή μας: «δεύτε προς με πάντες οι κοπιώντες και πεφορτισμένοι, καγώ αναπαύσω υμάς» (Ματθ. 11, 28).
π. Θεμιστοκλής Μουρτζανός
Δημοσιεύθηκε στην «Ορθόδοξη Αλήθεια», στο φύλλο της Τετάρτης 4 Ιουνίου 2025
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου