Άρθρο του π. ΠΑΝΑΓΙΩΤΗ ΚΑΠΟΔΙΣΤΡΙΑ
Η συμπλήρωση 1700 ετών από τη σύγκληση της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου στη Νίκαια της Βιθυνίας, το έτος 325 μ.Χ., προσφέρει την δυνατότητα νεότερης ανάγνωσης και επανατοποθέτησης ενός κορυφαίου γεγονότος της εκκλησιαστικής Ιστορίας. Πρόκειται για ένα συνοδικό ορόσημο, το οποίο συνδυάζει τη θεολογική διασαφήνιση, τη θεσμική σταθερότητα και την κανονική ωρίμανση της Εκκλησίας, εντός του ιστορικού πλαισίου της μετακωνσταντίνειας εποχής έως τους σύγχρονους καιρούς.
Η Σύνοδος συγκλήθηκε με πρωτοβουλία του αυτοκράτορα Κωνσταντίνου του Μεγάλου, μετέπειτα Αγίου Ισαποστόλου, είχε δε ως κύριο θέμα την αντιμετώπιση των θεολογικών συνεπειών της αρειανικής διδασκαλίας, όπως αυτές εκφράστηκαν από τον Άρειο, έναν πρεσβύτερο εξ Αλεξανδρείας. Ο Άρειος υποστήριζε ότι ο Υιός δεν είναι συναΐδιος ούτε ομοούσιος με τον Πατέρα, αλλά αποτελεί δημιούργημα, αν και ανώτερο από την υπόλοιπη κτίση. Η διδασκαλία αυτή αμφισβητούσε την ενότητα της Αγίας Τριάδος και ανέτρεπε τη σωτηριολογική βάση της χριστιανικής πίστης.
Η συνοδική απάντηση υπήρξε σαφής και αποφασιστική. Το δογματικό κείμενο που προέκυψε διακήρυξε την πλήρη θεότητα του Υιού με τη φράση: «Θεὸς ἀληθινὸς ἐκ Θεοῦ ἀληθινοῦ, γεννηθέντα οὐ ποιηθέντα, ὁμοούσιον τῷ Πατρί». Η χρήση του όρου «ὁμοούσιος», αν και δεν προέρχεται από τη βιβλική γλώσσα, αποδείχθηκε κρίσιμη για την αποφυγή θεολογικής ασάφειας και κατοχύρωσε την αποστολική παράδοση, όπως αυτή αποδίδεται στην Επιστολή Ιούδα: «ἐπαγωνίζεσθαι τῇ ἅπαξ παραδοθείσῃ τοῖς ἁγίοις πίστει» (Ιούδα 3).
Ο Άγιος Αθανάσιος ο Μέγας, που συμμετείχε στη Σύνοδο ως διάκονος, ανέδειξε στα κατοπινά έργα του την καθοριστική σημασία της ομοουσιότητας για τη σωτηρία του ανθρώπου. Στο έργο του Κατά Αρειανών (PG 26, 141C), διατυπώνει με θεολογική πληρότητα την πατερική αρχή: «Ὅ,τι οὐκ ἔλαβεν, οὐκ ἐθεράπευσεν». Η ένσαρκη παρουσία του Λόγου, όπως διακηρύσσεται στο Κατά Ιωάννην Ευαγγέλιο (1:3), θεμελιώνει τον χαρακτήρα της δημιουργίας και της απολύτρωσης: «πάντα δι’ αὐτοῦ ἐγένετο».
Πέραν της δογματικής διατύπωσης, η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος προχώρησε και σε κανονικές ρυθμίσεις με λειτουργικό και εκκλησιολογικό περιεχόμενο. Ξεχωρίζει η απόφαση για την ενιαία ημερομηνία τέλεσης του Πάσχα, χωρίς εξάρτηση από το ιουδαϊκό ημερολόγιο, γεγονός που αποσκοπούσε στη λειτουργική ενοποίηση της Εκκλησίας. Ο ίδιος ο Κωνσταντίνος, απηύθυνε σχετική επιστολή του προς τις Εκκλησίες (Vita Constantini III, 20· PG 20).
Ο Ευσέβιος Καισαρείας, σύγχρονος και αυτόπτης μάρτυρας των εν λόγω γεγονότων, παρέχει στις ιστορικές πηγές του [Εκκλησιαστική Ιστορία (HE X, 5· PG 20) και Βίος Κωνσταντίνου], μαρτυρίες για την ευρύτητα της συμμετοχής και τη θεολογική σοβαρότητα της Συνόδου. Ο ιστορικός αναγνωρίζει την επιμέλεια των Πατέρων στην επίτευξη διατύπωσης κοινώς αποδεκτής, με βάση την παράδοση και το εκκλησιαστικό φρόνημα.
Η συμβολή της Α΄ Οικουμενικής Συνόδου δεν περιορίζεται σε ένα ιστορικό πλαίσιο. Η θεολογική της διατύπωση για τον Λόγο, ως ομοούσιο με τον Πατέρα, διατηρεί ενεργό τον ρόλο της στη χριστολογική κατανόηση και την λειτουργική πράξη της Εκκλησίας. Η ομολογία αυτή παραμένει στοιχείο δομής της πίστεως, ανεξαρτήτως εποχικών παραγόντων.
Σε ακαδημαϊκό επίπεδο, η μελέτη της Συνόδου προσφέρει πληθώρα ερευνητικών πεδίων. Μεταξύ αυτών εντοπίζονται: η σημασία των όρων «ουσία» και «υπόσταση», η θεολογική χρήση φιλοσοφικής ορολογίας, η πολιτικοεκκλησιαστική δυναμική της εποχής του Κωνσταντίνου, καθώς και η επίδραση της Νικαίας στις μεταγενέστερες Οικουμενικές Συνόδους. Οι συνοδικές πράξεις και τα πατερικά κείμενα συνιστούν πηγές πρωτογενούς σημασίας για την ιστορικοθεολογική προσέγγιση.
Η Α΄ Οικουμενική Σύνοδος κατέχει διαρκή θέση στη ζωή της Εκκλησίας. Η πιστότητα στη δογματική ομολογία, η φροντίδα για την ποιμαντική ενότητα και η υπευθυνότητα των συνοδικών αποφάσεων συγκροτούν ένα συνεκτικό πλαίσιο συνοδικότητας. Η απόφαση της Συνόδου περί της ομοουσιότητας, εκτός από δογματική θέση, θεμελιώνει τη χριστιανική εμπειρία της σωτηρίας. Το ήθος αυτής της πορείας εκφράζεται και από τον λόγο του αποστόλου Πέτρου: «σωφρονήσατε οὖν καὶ νήψατε εἰς τάς προσευχάς» (Α΄ Πέτρου 4:7).
Η Σύνοδος της Νικαίας διατυπώνει μία πίστη που παραμένει ενιαία, διαρκής, άφθιτη και αναλλοίωτη. Η δογματική διαύγεια και η εκκλησιολογική συνοχή της αποτελούν σταθερές βάσεις για τον θεολογικό στοχασμό και την διαιώνια διακονία της Εκκλησίας. Η επέτειος των 1700 ετών έκτοτε, παρέχει στον σύγχρονο πιστό ή διανοητή την δυνατότητα θεολογικής εμβάθυνσης και συνειδητής προσήλωσης στην αποστολική παράδοση. Μακάρι όλοι να εγκύπτουμε στα διδάγματά της δημιουργικά! Έτσι η Ορθοδοξία καθίσταται όντως Ορθοπραξία!
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου