e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Σάββατο 13 Δεκεμβρίου 2014

Ας μην αρνηθούμε την πρόσκληση στο Μεγάλο Δείπνο

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
της Κυριακής 14ης Δεκεμβρίου 2014
ΚΥΡΙΑΚΗ ΙΑ’ ΛΟΥΚΑ
(Λουκ. ιδ’, 16-24)

Γράφει ο Αρχιμανδρίτης Αναστάσιος Στεργιώτης


Είναι ασύλληπτα στην περιορισμένη ανθρώπινη διάνοια τα αγαθά της ουράνιας Βασιλείας. Ο Κύριός μας, για να βοηθήσει τον αδύναμο ανθρώπινο νου να τα καταλάβει, χρησιμοποιεί λαμπρές περιγραφές και εύγλωττες παραβολές. Μια τέτοια σημαντική παραβολή είναι και η παραβολή του Μεγάλου Δείπνου. Ο Οικοδεσπότης της αφηγήσεως του Ιησού παρουσιάζεται ως πάμπλουτος εισοδηματίας με λαμπρές κατοικίες, οι οποίες χωρούν άνετα χιλιάδες ανθρώπους για να φιλοξενηθούν. Ο ίδιος ήταν -πέρα από τα πλούτη του- καλός, γενναιόδωρος απλός, συγκαταβατικός.
            Ετοίμασε, λοιπόν, δείπνο μέγα, αντάξιο της καλοσύνης και του πλούτου του. Κανένα έξοδο δεν λυπήθηκε και καμία διάκριση δεν έκαμε σε αυτούς που προσκάλεσε. Τα πάντα είχαν προετοιμαστεί λεπτομερώς: γευστικά φαγητά, εύηχες μουσικές, λαμπρός διάκοσμος, τέλεια εξυπηρέτηση. Θα περίμενε κανείς ότι κανένας δεν θα υπήρχε, που να αρνιόταν την τιμή αυτή.
            Κι όμως υπήρξαν πολλοί που, με διάφορες γελοίες προφάσεις, δεν θέλησαν να παρακαθίσουν σ' αυτό το λαμπρό και τιμητικό γι' αυτούς δείπνο. Ο ένας προφασίστηκε ότι αγόρασε αγρό, ο άλλος βόδια, ο τρίτος ότι ήταν νεόνυμφος. Δεν θα μπορούσαν, άραγε, για ένα μόνο βράδυ να παρευρεθούν στο δείπνο του καλού και φιλόξενου Οικοδεσπότη και την άλλη μέρα το πρωί να ασχοληθούν με τις υποθέσεις τους; Μπορούσαν, αλλά δεν το επιθυμούσαν και γι' αυτό οι προφάσεις, που χρησιμοποίησαν, δεν ήταν μόνο γελοίες, αλλά και άκρως προσβλητικές.
            Δίκαια, λοιπόν, ο Οικοδεσπότης τούς απέρριψε και, αφήνοντάς τους στη μιζέρια τους, στράφηκε σε άλλου είδους καλεσμένους. Ζήτησε από τους υπηρέτες του να μαζέψουν τους ρακένδυτους, τους περιφρονημένους, τους ανάπηρους, τους φτωχούς, τους  άστεγους, τους αλήτες, τους ζητιάνους. Και έτσι όλοι αυτοί μαζεύτηκαν και απόλαυσαν το πλούσιο δείπνο.
            Τα πλούτη και τα πολυτελή φαγητά της παραβολής δεν είναι υλικά. Συμβολίζουν τα ανεκτίμητα πνευματικά Δώρα, που μας προσφέρει η Χάρη του Θεού, ο Οποίος είναι ο Οικοδεσπότης της παραβολής. Και αυτά είναι: το φως της Αγίας Γραφής και του Ευαγγελίου, τα Μυστήρια και ο αγιαστικός χαρακτήρας της Εκκλησίας μας. Είναι η λύτρωση του ανθρώπου από την αμαρτία και το βάρος της ενοχής με την λυτρωτική θυσία του Κυρίου μας. Είναι ο εξοπλισμός μας κατά του Κακού και ο στολισμός μας με πλήθος αρετών.
Ας μην αρνηθούμε λοιπόν, όπως οι ανόητοι πρώτοι καλεσμένοι, τον θησαυρό αυτόν, διότι θα οδηγηθούμε στην απώλεια. Αντίθετα, ας τον αποδεχτούμε με χαρά, για να κερδίσουμε την αιώνια ζωή. Γένοιτο!

Περιβεβλημένος την πατριαρχική λαμπρότητα εν Κερκύρα

ή, πειράζοντας φωτογραφίες της Γιορτής! 












Η ανακήρυξη του Οικουμενικού Πατριάρχου σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου [4ο μέρος: Η βραδιά σε videos]

 Κέρκυρα, εσπέρας 12ης Δεκεμβρίου 2014, στην Ιόνιο Ακαδημία 








Η ανακήρυξη του Οικουμενικού Πατριάρχου σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου [3ο μέρος: Η Συναυλία]

 Κέρκυρα, εσπέρας 12ης Δεκεμβρίου 2014, στην Ιόνιο Ακαδημία 
 Φωτοανταπόκριση: π. Δημήτριος Κοσκινάς 
























Η ανακήρυξη του Οικουμενικού Πατριάρχου σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου [2η φωτοθήκη + η Πατριαρχική Ομιλία]

 Κέρκυρα, εσπέρας 12ης Δεκεμβρίου 2014, στην Ιόνιο Ακαδημία 
 Φωτοανταπόκριση: π. Δημήτριος Κοσκινάς 








































ΟΜΙΛΙΑ
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ κ. κ. Β Α Ρ Θ Ο Λ Ο Μ Α Ι Ο Υ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΤΕΛΕΤΗΝ ΑΝΑΓΟΡΕΥΣΕΩΣ ΑΥΤΟΥ ΕΙΣ ΕΠΙΤΙΜΟΝ ΔΙΔΑΚΤΟΡΑ
ΤΟΥ ΤΜΗΜΑΤΟΣ ΜΟΥΣΙΚΩΝ ΣΠΟΥΔΩΝ ΤΟΥ ΙΟΝΙΟΥ ΠΑΝΕΠΙΣΤΗΜΙΟΥ
(Κέρκυρα, 12 Δεκεμβρίου 2014)

***

Θέμα: «Ἡ Μουσικὴ Μεταρρύθμισις τοῦ 1814,
ἡ Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Σχολὴ τοῦ 1881
καὶ ἡ Μουσικὴ Παράδοσις
τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως»

***

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Κερκύρας καὶ Παξῶν κύριε Νεκτάριε,
Ἱερώτατοι ἀδελφοὶ ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐλλογιμώτατοι κυρία Πρύτανις καὶ κύριοι Καθηγηταὶ τοῦ ἱστορικοῦ Ἰονίου Πανμεπιστημίου,
Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν ἀρχῶν,
Εὐλογημένοι φοιτηταὶ καὶ φοιτήτριαι, ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Εὑρισκόμενοι εἰς τὴν Κέρκυραν, νῆσον μὲ μεγάλην μουσικὴν παράδοσιν, συνεχιζομένην μέχρι σήμερον, ἀλλὰ καὶ εἰς Πανεπιστήμιον ἐν τῷ ὁποίῳ αἱ μουσικαὶ σπουδαὶ κατέχουν κεντρικὴν θέσιν, ἐκφράζομεν πρωτίστως τὴν ἰδιαιτέραν ἡμῶν εὐχαριστίαν διὰ τὴν ἀπονεμομένην εἰς τὴν ἡμετέραν Μετριότητα τιμὴν καὶ διάκρισιν τοῦ τίτλου τοῦ ἐπιτίμου διδάκτορος τοῦ Τμήματος Μουσικῶν Σπουδῶν τοῦ ὑμετέρου περιπύστου Ἰονίου Πανεπιστημίου, τὸ ὁποῖον προσέφερε πολλὰ κατὰ τὴν μακραίωνα ἱστορικὴν πορείαν του, παρὰ τὰς διακυμάνσεις τῶν καιρῶν. Ἀποδεχόμεθα, λοιπόν, εὐχαρίστως αὐτὴν ὡς διάκρισιν ἀναγομένην εἰς τὸ Οἰκουμενικὸν ἡμῶν Πατριαρχεῖον, τὸ ὁποῖον ἔχει νὰ παρουσιάσῃ ἐνώπιον τῆς ἱστορίας μακρὰν ἐκκλησιαστικὴν καὶ ὑμνολογικὴν μουσικὴν παράδοσιν. Διὸ καὶ κρίνομεν ὅτι τὸ ὑμέτερον Μουσικὸν Τμῆμα δικαίως τιμᾷ τὴν ζῶσαν μέχρι σήμερον ἐν ἀκμῇ ἐκκλησιαστικὴν παράδοσιν τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ ἐλέῳ Θεοῦ Προκαθημένου αὐτῆς.
Στοιχοῦντες τῷ ἀκαδημαϊκῷ ἔθει ὅπως ἀπευθύνωμεν πρὸς τὴν ἀγάπην σας λόγον τινὰ συναφῆ πρὸς τὴν ἀπονεμηθεῖσαν ἤδη τιμήν, ὁμοῦ μετὰ τῶν προσωπικῶν ἡμετέρων εὐχαριστιῶν, ἐκρίναμεν νὰ ὁμιλήσωμεν περὶ ἑνὸς ἐπικαίρου μουσικοῦ θέματος, τοῦ ὁποίου ἑορτάζομεν ἐφέτος ἐν τῷ Ἱερῷ ἡμῶν Κέντρῳ τὴν διακοσιοστὴν ἐπέτειον. Πρόκειται περὶ τῆς γνωστῆς μουσικῆς μεταρρυθμίσεως τοῦ ἔτους 1814, εἰς τὴν ὁποίαν θὰ ἀναλυθῶμεν ἐν συναρτήσει πρὸς τὸ ἔργον τῆς Πατριαρχικῆς Μουσικῆς Ἐπιτροπῆς τοῦ 1881, ἐν συναφείᾳ πρὸς τὴν ἐνεστῶσαν μουσικὴν παράδοσιν καὶ τὸ σύγχρονον ἐκκλησιαστικὸν μουσικὸν ὕφος καὶ ἦθος, τὸ ὑμνολογικόν, τὸ τυπικόν, τὸ ἁπλοῦν καὶ συγχρόνως σύνθετον, τὸ μελῳδικόν, ὡς τηρεῖται πιστῶς εἰς τὸν ἡμέτερον ἐν Φαναρίῳ Πάνσεπτον Πατριαρχικὸν Ναὸν τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Γεωργίου τοῦ Τροπαιοφόρου.

***

Ὁ λόγος, πρῶτον, διὰ τὴν γνωστὴν μουσικὴν μεταρρύθμισιν τοῦ ἔτους 1814, τὴν μελετηθεῖσαν καὶ προωθηθεῖσαν ὑπὸ τῆς Μητρὸς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, τῆς Ἐκκλησίας τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, καὶ εἰς τὴν ὁποίαν μουσικὴν μεταρρύθμισιν εἶναι ἀφιερωμένον τὸ ἐκπνέον ἔτος, μὲ ἀφορμὴν τὴν συμπλήρωσιν 200 ἐτῶν ἀπὸ αὐτῆς.
Ἡ μεταρρύθμισις αὕτη ἀφορᾷ εἰς τὴν καταγραφὴν καὶ διδασκαλίαν τῆς ψαλμῳδίας, τῆς ἱερᾶς ὑμνῳδίας. Ἐπειδὴ δὲ ἀπευθυνόμεθα εἰς κοινόν, τὸ ὁποῖον ἀσχολεῖται κυρίως μὲ τὴν κοσμικὴν μουσικὴν τέχνην, ὀφείλομεν, πρὶν εἰσέλθωμεν εἰς τὸ θέμα, νὰ προβῶμεν εἰς ὡρισμένας διευκρινήσεις.
Ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσική, ἐν ἀντιθέσει πρὸς τὴν θύραθεν, δὲν ἔχει στόχον τὴν αἰσθησιακὴν ἱκανοποίησιν τοῦ ἀκροατηρίου, δηλαδὴ μίαν ἁπλῆν μουσικὴν τέρψιν καὶ μίαν συναισθηματικὴν συγκίνησιν. Τὸ βασικὸν αὐτὸ στοιχεῖον τῆς Ὀρθοδόξου λατρείας συνοψίζεται ὑπὸ τοῦ ἐν Ἁγίοις Πατρὸς ἡμῶν Ἰωάννου, Ἀρχιεπισκόπου Κωνσταντινουπόλεως τοῦ Χρυσοστόμου, γράφοντος ἐπιγραμματικῶς: «Οὔκ ἐστιν θέατρον ἡ Ἐκκλησία, ἵνα πρὸς τέρψιν ἀκούωμεν». Ὁ σκοπὸς τῆς ψαλμῳδίας καὶ τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μέλους, ἀκριβέστερον εἰπεῖν, εἶναι ἡ ἀπόδοσις εἰς τὸν Θεὸν πνευματικῆς καρποφορίας. Ἡ ἀπόδο-σις ἀρετῆς.
Διὰ τοῦτο ἐνωρὶς ἡ Ἐκκλησία ἔστρεψε τὴν προσοχὴν αὐτῆς ὄχι τόσον εἰς τὴν μουσικήν, ὅσον εἰς τοὺς ᾀδομένους λόγους, εἰς τοὺς ὕμνους. Λίαν ἐνωρίς, ἐπίσης, ἐμφανίζεται ἡ διάθεσις ἀπομακρύνσεως ἐκ τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς τῶν στοιχείων ἐκείνων τὰ ὁποῖα δὲν ὑπηρετοῦν τὴν πνευματικὴν οἰκοδομὴν καὶ καρποφορίαν, τὴν ἐπιτυγχανομένην διὰ τῆς συλλήψεως τῶν βαθυτέρων νοημάτων τῶν ὕμνων, τὰ ὁποῖα πρέπει νὰ μὴ συγκαλύπτωνται ἀλλὰ νὰ ἀποτελοῦν τὸ κέντρον τῆς λατρείας.
Οὕτως, εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν, καὶ μάλιστα εἰς τὸ κλῖμα τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, κατὰ τεκμήριον, τοὐτέστιν ἐν τῇ συντριπτικῇ πλειονοψηφίᾳ, οὐδόλως θὰ χρησιμοποιηθοῦν τὰ ὄργα-να, ὡς μὴ ὑπηρετοῦντα τὸν σκοπὸν τοῦτον, καὶ θὰ περιορισθῇ ἡ ἀπόδοσις τῆς ὑμνῳδίας εἰς τοὺς χοροὺς τῶν Ἱερῶν Ναῶν καὶ μόνον. Τὸ ἐκκλησιαστικὸν ὄργανον φαίνεται ὅτι ἐγεννήθη εἰς τὴν ἀρχαίαν Ἑλλάδα. Πρόγονος αὐτοῦ θεωρεῖται ἡ ἀρχαία ὕδραυλις, τὰ ἀρχαιότερα ὑπολείμματα τῆς ὁποίας ἔχουν εὑρεθῆ ὑπὸ τῶν ἀρχαιολόγων εἰς τὸ ὑπὸ τὸ ὄρος Ὄλυμπος γνωστὸν Δίον τῆς Πιερίας. Παρότι τὸ ὄργανον τοῦτο ἦτο διαδεδομένον εἰς τὴν κοσμικὴν μουσικὴν τοῦ Βυζαντίου καὶ εἰσήχθη εἰς τὴν Δύσιν ἐξ αὐτοῦ, ἡ Ἀνατολικὴ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, ἤδη ἀπὸ τῆς βυζαντινῆς ἐποχῆς, δὲν τὸ υἱοθέτησεν εἰς τὴν λατρείαν.
Συνεπῶς, ἡ Ἐκκλησιαστικὴ Μουσικὴ δὲν ἀξιολογεῖται ὑπὸ τῶν Πατέρων τῆς Ἐκκλησίας ὡς αὐτοσκοπὸς ἀλλὰ ἁπλῶς τὸ μέσον, ὥστε ὁ λόγος τῶν ὕμνων, διὰ τῆς μουσικῆς αὐτοῦ ἐπενδύσεως, τοῦ μέλους, νὰ καθίσταται προσιτός, εὔληπτος, κατανυκτικός, πνευματικῶς καρποφόρος. Ἡ χρῆσις τῶν ὀργάνων, καθ᾿ ὅσον παράγει μόνον ἦχον μελῳδίας καὶ ὄχι λόγον μετὰ μελῳδίας, ὡς ἡ ψαλμῳδία, ἡ «ᾠδή», ἀποφεύγεται εἰς τὴν λατρείαν. Χαρακτηριστικῶς Γρηγόριος ὁ Νύσσης, γράφει: «Ὥσπερ γὰρ ἐκ τῶν μουσικῶν ὀργάνων μόνος ὁ ἦχος τῆς μελῳδίας προσπίπτει ταῖς ἀκοαῖς, αὐτὰ δὲ τὰ μελῳδούμενα ρήματα οὐ διαρθροῦται τοῖς φθόγγοις· ἐν δὲ τῇ ᾠδῇ τὸ συναμφότερον γίνεται, καὶ ὁ τοῦ μέλους ρυθμὸς καὶ τῶν ρημάτων ἡ δύναμις ἡ συνδιεξαγομένη μετὰ τοῦ μέλους, ἣν ἀγνοεῖσθαι πᾶσα ἀνάγκη, ὅταν διὰ μόνων τῶν μουσικῶν ὀργάνων ἡ μελῳδία γένηται...» (PG 44, 493, 496). Δηλαδή, ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ συνίσταται εἰς τὸν τοῦ μέλους ρυθμὸν καὶ τῶν ρημάτων τὴν δύναμιν, τὸ δὲ μουσικὸν μέρος αὐτῆς διακονεῖ τὴν δύναμιν τῶν λόγων καὶ οὐδέποτε νοεῖται αὐθύπαρκτον.
Ὁ τελικὸς σκοπός, ὅμως, ἐκτείνεται πέραν καὶ τῆς δυνάμεως τῶν λόγων, εἰς τὸ βάθος τῶν πνευματικῶν νοημάτων, δηλαδὴ εἰς τὴν ἕνωσιν τοῦ νοός μας μὲ τὸν Θεόν: «Ἡ δὲ πνεύματι μόνῳ κατορθουμέ-νη ψαλμῳδία, τὴν ὑπερέχουσαν κατάστασιν τῶν ἁγίων ἐνδείκνυται, ὅταν κρεῖττον ᾖ τῆς διὰ τῶν φαινομένων ἐνδείξεως τὸ τῷ Θεῷ προσαγόμενον» (Γρηγόριος Νύσσης, ἔ.ἀ.). Δηλαδή, αὐτὸ τὸ ὁποῖον ἐν τέλει ἔχει σημασίαν εἶναι τί προσφέρει κάποιος μὲ τὸν νοῦν του εἰς τὸν Θεὸν τὴν ὥραν κατὰ τὴν ὁποῖαν ψάλλει ἢ ἀκροᾶται τὴν ψαλμῳδίαν.
Εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν μας τὰ στόματα τῶν ἱεροψαλτῶν γίνονται καὶ ἰδικά μας στόματα. Μεταβιβάζουν πρὸς ἡμᾶς τὴν φωνὴν τῶν Πατέρων καὶ τῶν Ἁγίων τῆς Ἐκκλησίας. Τὸ στόμα τῶν ἱεροψαλτῶν γίνεται ἀναφορεὺς τῆς φωνῆς, τοῦ πόνου, τῆς ἀγάπης καὶ τῆς κραυγῆς τῆς Ἐκκλησίας. Γίνεται ὄργανον ὑμνήσεως καὶ δοξολογίας τοῦ Κυρίου. Διὰ τοῦτο καὶ εἶναι ἀπαραίτητον ὁ ἱεροψάλτης νὰ προσέχῃ ἰδιαιτέρως τὸ στόμα αὐτοῦ, δεδομένου ὅτι μία πηγὴ δὲν εἶναι δυνατὸν νὰ ρέῃ καὶ πικρὸν καὶ γλυκὺ ὕδωρ συγχρόνως.
Ἀπαιτεῖται ἀσφαλῶς συνεχὴς ἐγρήγορσις καὶ πνευματικὸς ἀγών, ὥστε ὁ νοῦς τοῦ ψάλλοντος καὶ τῶν ἀκροωμένων νὰ μὴ μένῃ ἀδρανὴς καὶ ἄκαρπος. Ἐὰν ἡ ψαλμῳδία δὲν κατανοῆται καὶ δὲν γίνεται ἀφορμὴ συγκινήσεως ἀληθινῆς καὶ ἐπηρεασμοῦ τῶν πιστῶν, τότε ἀσφαλῶς καθίσταται ἁπλοῦς τύπος καὶ ὄχι τυπικόν. Ἄλλωστε, ἡ ψαλμῳδία δὲν συνίσταται εἰς τὴν ἁπλῆν ἐφαρμογὴν μουσικῶν κανόνων ἢ εἰς τὴν ἐμμελῆ ἀνάγνωσιν τῆς ἀκολουθίας. Ὁ τύπος οὗτος τῆς ψαλμῳδίας, αὐτὴ ἡ ἀνάγκη τῆς Ἐκκλησίας καὶ τοῦ λαοῦ μας, πρέπει καὶ ὀφείλει νὰ γίνεται τυπικὸν ζωῆς καὶ ὄχι τύπος παρακμῆς, ὁ ὁποῖος παρατηρούμενος ἐσχάτως ἀποτελεῖ δι᾿ ἡμᾶς καὶ τὴν Ἐκκλησίαν ἀφορμὴν προβληματισμοῦ.
Διὰ τοῦτο καὶ διὰ Πατριαρχικῆς ἡμῶν Ἐγκυκλίου πρό τινων ἐτῶν ἐπεστήσαμεν τὴν προσοχὴν τῶν εἰδημόνων, ἤδη δὲ καλλιεργοῦμεν ὅση ἡμῖν δύναμις διὰ τοῦ ἐν Κωνσταντινουπόλει Συνδέσμου τῶν Μουσικοφίλων καὶ διὰ τοῦ ἐν Ἀθήναις Συλλόγου Μουσικοφίλων ἐκ Κωνσταντινουπόλεως τὸ παραδοσιακὸν ὕφος καὶ μέλος τῆς Νέας Μεθόδου, περὶ τῆς ὁποίας θὰ ὁμιλήσωμεν παρακατιόντες, τὸ ὁποῖον, μέλος καὶ ὕφος, ἐτήρησαν σχολαστικῶς καὶ οἱ σύγχρονοι Ἄρχοντες Πρωτοψάλται τῆς Μητρὸς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας Κωνσταντῖνος Πρίγγος, Θρασύβουλος Στανίτσας καὶ Βασιλάκης Νικολαΐδης, τὸ δεκάτομον ἔργον τοῦ ὁποίου ἀναγγέλλομεν καὶ ἀπὸ τοῦ βήματος τούτου, μετὰ συγκινήσεως καὶ χαρᾶς, ὅτι θέλει ἐπανεκδοθῆ ἐκ σημειώσεων καὶ ἐκ «προχείρων» ἐκδόσεων ἐγχειριδίων διδασκαλίας τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν μουσικῆς ὑπὸ τοῦ εἰρημένου ἐν Ἀθήναις ἑδρεύοντος Συλλόγου Μουσικοφίλων.

Ἀδελφοὶ καὶ τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Στόχος καὶ ἡμῶν τῶν συνεχιζόντων τὴν παράδοσιν τῶν μακαρίων ἐκείνων προκατόχων ἡμῶν, εἶναι ὅπως κατὰ τὴν ψαλμῳδίαν ὁ νοῦς «τεκνοποιῇ» καὶ συγκλονίζῃ τοὺς ἀκροωμένους, ὥστε νὰ μεταβάλουν τὴν ζωὴν καὶ νὰ αἰσθάνωνται ὅτι ἡ καρδία των μεταβιβάζεται εἰς τὸν οὐρανόν, νὰ ἀποδίδεται δηλαδὴ ἡ ἀρετὴ τῶν μελωδουμένων ᾀσμάτων καὶ ὕμνων. Φρονοῦμεν ὅτι ἡ ψαλμῳδία δὲν εἶναι μέσον ἁπλῆς ζώσης ἀποδόσεως τῶν ἐπὶ χάρτου ἀποτετυπωμένων. Ἀσφαλῶς, ἡ μουσικὴ κατάρτισις, ἡ γνῶσις τοῦ τυπικοῦ, ἡ καλὴ φωνή, ἡ ὀρθὴ ἐκτέλεσις, εἶναι ἀπαραίτητα, ὥστε οἱ ᾀδόμενοι ὕμνοι «μὴ ἀπαιδεύτῳ φωνῇ τὴν τοῦ πλησίον ἀκοὴν κατακτυπῶσι καὶ διασκεδάζωσι τὴν διάνοιαν» (Κασσιανοῦ τοῦ Ρωμαίου, Πρὸς Κάστορα, ΒΕΠΕΣ 35, σ. 171-2). Καθ᾿ ὅσον «γλυκέα τὰ λόγια τοῦ Θεοῦ ἐν τῷ λάρυγγι» τῶν ἀγαπώντων Αὐτόν, καὶ «ὑπὲρ μέλι καὶ κηρίον» ἐν τῷ στόματι τῶν ἐπιγινωσκόντων Αὐτόν, οὕτω πρέπει νὰ ἡδύνῃ τὸν ἀκροώμενον καὶ ἡ μουσικὴ ἔκφρασίς των, ὥστε ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν τὸ κάλλος καὶ ἡ ἡδύτης τῶν νοημάτων νὰ συμβαδίζῃ μὲ τὴν ἐν μέτρῳ ἡδύτητα τοῦ μέλους, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ τὸ ἐκκλησίασμα νὰ κατανοῇ καὶ νὰ γεύεται καὶ αἰσθητῶς «ὅτι χρηστὸς ὁ Κύριος».

***

Ἐρχόμενοι νῦν εἰς τὴν μουσικὴν μεταρρύθμισιν τοῦ 1814, δὲν ἀναφερόμεθα εἰς τὰ προκαλέσαντα αὐτὴν ἱστορικὰ γεγονότα, ἀλλ᾿ ἁπλῶς ἐπισημαίνομεν τὴν οὐσίαν καὶ τὸν βαθύτερον σκοπὸν καὶ στόχον αὐτῆς.
Τὰ δύο ἱστορικὰ Πατριαρχικὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα ἐξέδωκεν ὁ ἐν Ἀδριανουπόλει μαρτυρήσας ἐν ἔτει 1821 Οἰκουμενικὸς Πατριάρχης Κύριλλος Στ΄, ἡ Πατριαρχικὴ Διακήρυξις, συνοδευομένη ὑπὸ τῆς Πατριαρχικῆς Ἁπανταχούσης, ἐκτυπωθέντα ἀμφότερα εἰς τὸ Πατριαρχικὸν Τυπογραφεῖον ἐν ἔτει 1815 (Πατριαρχικὰ Μονόφυλλα), παρέχουν τὴν μαρτυρίαν τοῦ σκοποῦ τῆς μεταρρυθμίσεως ἐκείνης, τὴν ὁποίαν υἱοθέτησεν, ἐστήριξε καὶ διέδωσεν ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως.
Δηλαδή, τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον ἤθελε νὰ ἀποφύγῃ ἀφ᾿ ἑνὸς μὲν ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ νὰ καταστῇ κτῆμα μόνον μιᾶς μικρᾶς μερίδος τῶν πιστῶν, λόγῳ τῶν μεγάλων δυσχερειῶν εἰς τὴν ἐκμάθησιν αὐτῆς, ἀφ᾿ ἑτέρου δὲ νὰ μὴ παρεκτραπῇ ἀπὸ τοῦ πρωταρχικοῦ σκοποῦ της, ἤτοι τῆς προκλήσεως κατανύξεως καὶ συντριβῆς καρδίας, διὰ τῆς μελῳδικῆς ἐκτελέσεως τῶν ὕμνων καὶ τῶν τροπαρίων τῆς Ἐκκλησίας.
Οὕτως, ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία προέβη, μετ᾿ ἐνδελεχῆ ὑπὸ τῆς Γ΄ Πατριαρχικῆς Μουσικῆς Σχολῆς μελέτην, εἰς τὴν υἱοθέτησιν καὶ διάδοσιν τῆς ἐν ἔτει 1814 ὑπὸ τῶν τριῶν διδασκάλων αὐτῆς, Χρυσάνθου ἐκ Μαδύτου, Γρηγορίου τοῦ Λαμπαδαρίου καὶ Χουρμουζίου τοῦ Χαρτοφύλακος, συντεθείσης καὶ ἐκδοθείσης Νέας Μεθόδου.
Ἡ υἱοθέτησις ἐκκλησιαστικῶς καὶ ἡ ἔκδοσις τῆς Νέας Μεθόδου τῆς ἐκκλησιαστικῆς σημειογραφίας, καθὼς καὶ ἡ σύστασις τοῦ Κοινοῦ Πατριαρχικοῦ Σχολείου εἰς τὸ ἐν Βαλατᾷ Κωνσταντινουπόλεως Σιναϊτικὸν Μετόχιον (ἡ περίφημος Δ΄ Πατριαρχικὴ Σχολή) διὰ τὴν εὐμέθοδον παράδοσιν αὐτῆς ὑπὸ τῶν τριῶν διδασκάλων εἰς τὸ φιλόμουσον πλήρωμα, κλῆρον καὶ λαόν, σηματοδοτοῦν τὴν ἔναρξιν μιᾶς νέας περιόδου εἰς τὴν ἐξέλιξιν τῆς ἱεροψαλτικῆς τέχνης εἰς τὴν Ὀρθόδοξον Ἐκκλησίαν. Ἐξάγεται τὸ συμπέρασμα ὅτι διὰ τῆς Νέας Μεθόδου προέκυψε μία δημιουργικὴ καὶ γοητευτικὴ σύνθεσις τοῦ παλαιοῦ μὲ τὸ νέον, μὲ σεβασμὸν καὶ πιστότητα ταυτοχρόνως εἰς τὴν ὑπερχιλιετῆ ἐκκλησιαστικὴν γραπτὴν μουσικὴν παράδοσιν.
Ἡ μεταρρύθμισις αὕτη τοῦ 1814, ὡς ὑπὸ πάντων ὁμολογεῖται σήμερον, ἐπέτυχε διότι, κινουμένη ἐν τῇ ἐνδεικνυμένῃ μέσῃ ὁδῷ καὶ ἀποφεύγουσα τὰ ἄκρα, συνεδύασεν ἁρμονικῶς δύο στοιχεῖα: τὴν παράδοσιν καὶ τὸν ἐκσυγχρονισμόν, τὴν πρόοδον καὶ τὸν συντηρητισμόν.
 Οἱ τρεῖς Πατριαρχικοὶ διδάσκαλοι ἐπροίκισαν τὴν νέαν μέθοδον μὲ ἁπλότητα, σαφήνειαν καὶ οἰκονομίαν καὶ διέδωσαν αὐτὴν διὰ τῆς ζώσης ἐφαρμογῆς καὶ διδασκαλίας, ἀλλὰ καὶ διὰ τῆς τύποις ἐκδόσε-ως αὐτῆς.
Ὡς ἀναφέρεται εἰς τὸ κείμενον τῆς Πατριαρχικῆς Διακηρύξεως, ἡ ἐπινόησις τῆς Νέας Μεθόδου ἐγένετο «θείᾳ φιλανθρωπίᾳ καὶ χάριτι», «οὐδαμῇ οὐδαμῶς παραχαραττούσης ἢ λυμαινομένης, οὐδὲ πρὸς βραχὺ ἐκπιπτούσης καὶ ἀποκλινούσης» τοῦ παραδοσιακοῦ μέλους. Ἡ μαρτυρικὴ φωτεινὴ προσωπικότης ἐν τῇ ἱστορίᾳ τοῦ καθ᾿ ἡμᾶς Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὁ Πατριάρχης Κύριλλος ὁ Στ΄, κατὰ τὴν βραχεῖαν Πατριαρχίαν αὐτοῦ (1813-1818), ἐπέτυχε, διὰ τῆς συγκλήσεως Γενικῆς Συνοδικῆς Συνελεύσεως, τὴν ἐπίσημον καθιέρωσιν τῆς Νέας Μεθόδου «εἴς τε ὠφέλειαν τῶν Ἱερῶν Ἐκκλησιῶν τὰ μέγιστα συμβαλλομένης καὶ μεγίστης εὐκλείας τῷ Γένει περιποιητικῆς».

***

Τὸ ἔργον τῆς διαδόσεως τῆς νέας μεθόδου ὡλοκληρώθη εἰς μακρὸν διάστημα, τῇ ἀγρύπνῳ μερίμνῃ τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας. Ὁ Πατριάρχης Γρηγόριος Ε΄, τὸ ἕτερον πνευματικὸν ἀνάστημα τῆς Μητρὸς Ἐκκλησίας κατὰ τὴν πολυτάραχον ἐκείνην περίοδον περὶ τὸ 1821, ἐμερίμνησε διὰ τὴν σύστασιν Μουσικοῦ Τυπογραφείου, ἐν τῷ ὁποίῳ ἐξεδόθησαν πολλὰ ἐκκλησιαστικὰ μουσικὰ ἔργα μεγάλων μουσικοδιδασκάλων τῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῆς καθ᾿ ἡμᾶς εὐρυτέρας Ἀνατολῆς.
Ὁ δὲ Πατριάρχης Ἰωακείμ ὁ Γ΄ συνέστησεν ἒν ἔτει 1881 τὴν Πατριαρχικὴν Μουσικὴν Ἐπιτροπήν, ἀποτελουμένην ἀπὸ τοὺς γνωστοὺς μουσικοδιδασκάλους Γεώργιον Βιολάκην, Εὐστράτιον Παπαδόπουλον τὸν Βυζάντιον, Παναγιώτην Κηλτζανίδην, Νικόλαον Ἰωαννίδην, Γεώργιον Πρωγάκην, Ἰωάσαφ μοναχόν, τὸν καλούμενον «καὶ ρῶσσον», καὶ Ἀνδρέαν Σπαθάρην, ὑπὸ τὴν προεδρείαν τοῦ Ἀρχιμανδρίτου Γερμανοῦ Ἀφθονίδου πρὸς ἐμπεριστατωμένην μελέτην τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς, «πρὸς καθαρισμὸν αὐτῆς ἀπὸ παντὸς ξενισμοῦ καὶ πάσης αὐθαιρεσίας» καὶ «ἐκπόνησιν σχεδίου τινὸς τῶν εἰσακτέων τακτοποιήσεων τῆς καθ᾿ ἡμᾶς ἱερᾶς μουσικῆς», κατὰ τοὺς λόγους τῆς μελέτης «Στοιχειώδης διδασκαλία τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς, ἐκπονηθείσης ἐπὶ τῇ βάσει τοῦ Ψαλτηρίου», (ΚΠολις 1888, σελ. 3). Ἡ Ἐπιτροπὴ αὕτη διώρθωσε, συνεπλήρωσε καὶ ἐτελειοποίησε τὴν μέθοδον τῶν τριῶν διδασκάλων διὰ τῆς ὑπ' αὐτῆς ἐκδοθείσης «Στοιχειώδους Μεθόδου πρὸς διδασκαλίαν τῆς Βυζαντινῆς Μουσικῆς» καὶ συνέστησε τὸ γνωστὸν Ἰωακείμειον Ψαλτήριον, ὡς ἐποπτικὸν μέσον «γιὰ τὴν περαιτέρω διδασκαλία τῶν μαθητῶν».
Ὡς εὐστόχως παρατηρεῖ ὁ καθηγητὴς τῆς Ἐκκλησιαστικῆς Μουσικῆς Ἠλίας Ρεδιάδης, ἡ Πατριαρχικὴ Ἐπιτροπὴ «δὲν προσπάθησε νὰ ὁδηγήσει τὴν μουσική μας παράδοση οὔτε στοὺς δρόμους τῆς Ἀνατολῆς, οὔτε στὸ ξεστράτισμα τῆς Δύσης» (Ἡ Πατριαρχικὴ μουσικὴ ἐπιτροπὴ τοῦ 1881. Κατάταξη καὶ ἀξιολόγηση τοῦ ἔργου της, σελ. 104).
Εἶναι ἰδιαιτέρως χαρακτηριστικὴ ἡ ἀναφορὰ εἰς τὸν πρόλογον τῆς Ἐγκυκλίου «τοῖς ἱεροψάλταις τῶν ἐν Κωνσταντινουπόλει ἱερῶν Ἐκκλησιῶν», ἡ ὁποία μέμφεται «τόσον ἐκείνους ποὺ εἰσάγουν τὴν εὐρωπαϊκὴ μουσικὴ στὴν λατρεία, ὅσον καὶ ἐκείνους, οἱ ὁποῖοι εἰσάγουν νεωτέρας συνθέσεις ἐντὸς τῶν Ναῶν», καὶ καθορίζει τὰ μουσικὰ κείμενα, τὰ ὁποῖα «δέον μόνα νὰ ψάλλωνται ἐν ταῖς ἱεραῖς ἀκολουθίαις», καὶ συγχρόνως «ἐξεπόνησε μουσικὸν κείμενον τῆς ἱερᾶς Λειτουργίας τοῦ Χρυσοστόμου ἵνα χρησιμεύσῃ ὡς πρότυπον καὶ ὑπογραμμὸς πασῶν τῶν ἱερῶν ἀκολουθιῶν».
Ἡ Πατριαρχικὴ Μουσικὴ Ἐπιτροπὴ αὕτη, προέβη εἰς ἓν συστηματικὸν πολυσχιδὲς ἔργον, τὸν ὁποῖον ἤνοιξε νέους ὁρίζοντας εἰς τὴν παρ᾿ ἡμῖν ἐκκλησιαστικὴν μουσικὴν ἔρευναν, τακτοποιηθέντων τότε χρονίων αὐτῆς προβλημάτων.

***

Ἡ συμβολὴ τῆς Μεταρρυθμίσεως τοῦ 1814, λοιπόν, ὡς ἐξάγεται ἐκ τῶν βραχεῖ τῷ ρήματι ἐκτεθέντων πρὸς τὴν ἀγάπην σας, διὰ τῆς πρωτοβουλίας τῶν τριῶν Πατριαρχῶν Κυρίλλου τοῦ Στ΄, Γρηγορίου τοῦ Ε΄ καὶ Ἰωακεὶμ τοῦ Γ΄, ὄχι μόνον συνετέλεσε καὶ ὑπῆρξε καθοριστικὴ διὰ τὴν εὐρυτέραν διάδοσιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς μουσικῆς καὶ τὴν περαιτέρω ἀνάπτυξιν τῆς μουσικῆς παιδείας τοῦ Γένους ἀλλὰ καὶ ἀπέτρεψε τὸ «δυστύχημα» νὰ καταστῇ ἡ μουσικὴ κληρονομία τοῦ Γένους ἡμῶν κτῆμα μόνον μιᾶς προνομιούχου ὀλιγομελοῦς τάξεως καὶ συνέβαλεν εἰς τὴν διαφύλαξιν σημαντικοῦ τμήματος αὐτῆς, διότι ἡ ἀσάφεια καὶ τὸ πλῆθος τῶν σημείων τῆς λεγομένης Παλαιᾶς Μεθόδου, ἐν συνδυασμῷ πρὸς τὴν ἔλλειψιν ἢ τὸ χαμηλὸν ἐπίπεδον τῆς μουσικῆς παιδείας, ἥτις ἠκολούθει τὴν γενικωτέραν χαμηλὴν στάθμην τῆς παιδείας τοῦ Γένους κατὰ τὴν δυσχερῆ ἐκείνην ἀπὸ πάσης πλευρᾶς περίοδον, καθίστα τὴν διδασκαλίαν αὐτῆς δύσκολον. Κυρίως ὅμως ἡ Νέα Μέθοδος συνετέλεσεν εἰς τὴν διατήρησιν τοῦ τυπικοῦ καὶ τοῦ παραδοσιακοῦ μέλους.
Ἀσφαλῶς, τὸ ἐπίτευγμα τοῦτο ἔχει καὶ πνευματικάς, διαστάσεις, προεκτάσεις καὶ συνεπείας, ἀποδεικνύει ὅμως καὶ τὴν προθυμίαν καὶ ἱκανότητα τῆς Μητρὸς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας νὰ συλλαμβάνῃ τὰ μηνύματα τῶν καιρῶν καὶ εἰς αὐτὴν ταύτην τὴν ἐκτέλεσιν τῆς θείας λατρείας της, νὰ προσλαμβάνῃ λελογισμένως τὴν νέαν πραγματικότητα καὶ τὰ νέα ἐπιτεύγματα τῆς κοινωνίας, ἐντὸς τῆς ὁποίας ζῇ καὶ κινεῖται, νὰ συνδιαλέγεται ἄνευ ἀντιπαλότητος μὲ προοδευτικὰς ἰδέας καὶ ἀντιλήψεις καὶ νὰ προσαρμόζεται εἰς αὐτάς, ἐμμένουσα ἐν τῇ οὐσίᾳ εἰς τὰ παραδοσιακὰ θεμέλια αὐτῆς καὶ εἰς τὸ πατροπαράδοτον μουσικὸν ἦθος καὶ ἐκκλησιαστικὸν μουσικὸν μέλος, τὸ διδάσκον καὶ συγχρόνως μεταρσιοῦν τὸν μετέχοντα βιωματικῶς τῆς θείας λατρείας πιστόν.

***

Κατὰ τὴν σημερινὴν ἐποχήν, κατὰ τὴν ὁποίαν ἐπιχειρεῖται προσπάθεια παρακάμψεως τῆς Ἐκκλησίας, ἀπεκκλησιοποιήσεως τρόπον τινὰ τῆς κοινωνίας καὶ τοῦ πολιτισμικοῦ πλούτου τοῦ Ὀρθοδόξου λαοῦ μας καὶ ὀργανώσεως τοῦ καθ᾿ ἡμέραν βίου του ἐκτὸς τῆς Ἐκκλησίας, διακηρύττομεν ὅτι τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον καὶ ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία εὐρύτερον προσλαμβάνομεν δημιουργικῶς τὰ ρεύματα τῆς ἐποχῆς καὶ καταβάλλομεν προσπαθείας νὰ τὰ ἀναχωνεύσωμεν ἐντὸς τοῦ ἀπὸ τὰ βάθη τῶν αἰώνων ἐρχομένου ἀστειρεύτου ρεύματος τῆς κοινῆς παραδόσεως, ὑμνολογίας καὶ δοξολογίας τοῦ Ὀνόματος τοῦ Κυρίου.
 Τὸ Οἰκουμενικὸν Πατριαρχεῖον, ὡς γνωστόν, ἐξ εὐγνωμοσύνης καὶ τιμῆς καὶ ἀναγνωρίσεως τῆς σπουδαιότητος τῆς διὰ τῆς Νέας Μεθόδου συνεχιζομένης -πεποίθαμεν- προσπαθείας τῶν μεγαλοφυῶν διδασκάλων Χρυσάνθου, Γρηγορίου καὶ Χουρμουζίου, ἀλλὰ καὶ τῶν Οἰκουμενικῶν Πατριαρχῶν Κυρίλλου τοῦ Στ΄, Γρηγορίου τοῦ Ε΄ καὶ Ἰωακεὶμ τοῦ Γ΄, τῶν υἱοθετησάντων καὶ προωθησάντων εὐρύτερον τὴν κεφαλαιώδη ταύτην ἐκκλησιαστικὴν μουσικὴν μεταρρύθμισιν, ἀφιέρωσε τὸ ἤδη ἐκπνέον ἔτος 2014 εἰς τὸ κορυφαῖον τοῦτο ἐν τῇ ἱστορίᾳ τῆς παραδοσιακῆς ἐκκλησιαστικῆς ἡμῶν μουσικῆς γεγονός, τὸ ὁποῖον ἀπετέλεσε σταθμὸν διὰ τὴν τότε ἐποχὴν καὶ συγχρόνως ἀφετηρίαν διὰ τὸ μέλλον αὐτῆς.
Ὁμιλοῦντες περὶ ἀφετηρίας καὶ ἐν τούτῳ, φρονοῦμεν ὅτι τὸ παράδειγμα τῆς μουσικῆς ἐκείνης ἐκκλησιαστικῆς μεταρρυθμίσεως δέον ὅπως προβληματίζῃ τοὺς εἰδότας εἰς μίμησιν. Νὰ ἐμπνέῃ εἰς ἀναζήτησιν τρόπων, προκειμένου ἡ ἐκκλησιαστικὴ μουσικὴ παράδοσις ἡμῶν νὰ διαδίδεται εὐρύτερον, νὰ διευκολύνεται ἡ ἐκμάθησις αὐτῆς καὶ νὰ γίνεται κτῆμα ὅσον τὸ δυνατὸν περισσοτέρων, πάντοτε ὅμως μετὰ τοῦ δέοντος σεβασμοῦ πρὸς αὐτὴν καὶ εἰς τὴν ἱερότητα τῶν ᾀσμάτων. Εἶναι ἀπαραίτητον ἡ Ἐκκλησία νὰ μεριμνήσῃ καὶ σήμερον, ὥστε ἡ ἐκκλησιαστικὴ τάξις τῶν ἱεροψαλτῶν, ἡ κατέχουσα τὴν μουσικήν, νὰ μὴ ἀποκόπτηται ἀπὸ τὰς εὐρείας μάζας τοῦ λαοῦ ἀλλὰ ἀντιθέτως νὰ αὐξάνεται ἡ συμμετοχὴ τοῦ ἐκκλησιάσματος εἰς τὴν ἱερὰν ψαλμῳδίαν, ὥστε νὰ γίνεται ἡ λατρεία πλέον ζῶσα καὶ δυναμική.
Ἐν τῷ σημείῳ τούτῳ ὀφείλομεν νὰ ὁμολογήσωμεν ὅτι ἐπαρεμυθήθημεν κατὰ τὴν ἀποστολικὴν καὶ συγχρόνως προσκυνηματικὴν Πατριαρχικὴν ἡμῶν ἐπὶσκεψιν ταύτην εἰς τὴν εὐλογημένην νῆσον σας, διαπιστώσαντες ὅτι μὲ τὰς ἐκκλησιαστικὰς χορῳδίας καὶ μὲ τὴν συστηματικὴν σπουδὴν καὶ χρῆσιν, ἐκτὸς τῆς βυζαντινῆς, καὶ τῆς ἐπιτοπίου πολυφωνικῆς χορῳδιακῆς μουσικῆς, ἐπιτυγχάνεται ἡ μαζικωτέρα συμμετοχὴ τοῦ Ὀρθοδόξου Κερκυραϊκοῦ λαοῦ εἰς τὴν λατρείαν. Ἄλλωστε, ὁ ἀοίδιμος ἐκ τῶν προκατόχων ἡμῶν Πατριάρ-χης Ἀθηναγόρας, ὡς Μητροπολίτης Κερκύρας, ἐπέτρεψεν εἰς ὡρισμένας περιπτώσεις μόνον, συνοδευτικῶς καὶ οὐχὶ εἰς ὑποκατάστασιν τοῦ ἱεροῦ ἀναλογίου, τὴν χρῆσιν μουσικοῦ ὀργάνου πρὸς προσέλκυσιν τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν καὶ εἰς ἐξυπηρέτησιν συγκεκριμένων ποιμαντικῶν ἀναγκῶν τῆς ἐποχῆς, χρώμενος τῇ πατροπαραδότῳ οἰκονομίᾳ. Εὐχόμεθα δὲ νὰ ἐνταθῇ πρὸς τὸν ἀνωτέρω σκοπὸν ἡ προσπάθεια τὴν ὁποίαν καταβάλλει ἡ Ἱερὰ Μητρόπολις Κερκύρας καὶ Παξῶν, ὑπὸ τὴν ἐμπνευσμένην ποιμαντορίαν τοῦ Ἱερωτάτου ἀδελφοῦ καὶ συλλειτουργοῦ ἡμῶν Μητροπολίτου κυρίου Νεκταρίου, ἐν συνεργασίᾳ μετὰ τῶν ἐκλεκτῶν κληρικῶν καὶ λαϊκῶν, ἰδίᾳ τῶν ἱεροψαλτῶν, συνεργατῶν αὐτοῦ, πρὸς οὐσιαστικὴν συμμετοχὴν τοῦ λαοῦ εἰς τὴν Θείαν Λατρείαν.
Εὐχαριστοῦντες, Ἐλλογιμωτάτη κυρία Πρύτανις καὶ φίλτατοι κύριοι Καθηγηταί, διὰ τὴν προσγενομένην ἡμῖν καὶ τῇ φιλοστόργῳ Μητρὶ τοῦ Γένους ἡμῶν καὶ τοῦ Γένους τῶν Ὀρθοδόξων τιμὴν τῆς ἀπονομῆς τοῦ τίτλου τοῦ ἐπιτίμου Διδάκτορος τοῦ Μουσικοῦ Τμήματος τοῦ ὑμετέρου Ἰονίου Πανεπιστημίου, τοῦ πολλὰ διαχρονικῶς προσενεγκόντος εἰς τὴν παιδείαν τοῦ Γένους εἰς καιροὺς χαλεποὺς καὶ σήμερον διὰ τῶν ἐν αὐτῷ λειτουργούντων Τμημάτων Ἱστορίας, Ξένων Γλωσσῶν, Μεταφράσεως καὶ Διερμηνείας, Μουσικῶν Σπουδῶν, Ἀρχειονομίας, Βιβλιοθηκονομίας καὶ Μουσειο-λογίας, Πληροφορικῆς καὶ Τεχνῶν, Ἤχου καὶ Εἰκόνος, ἐκφράζομεν τὴν διάπυρον εὐχὴν ὑπὲρ πλουσίας εὐοδώσεως καὶ ἄνωθεν εὐλογίας τοῦ ἐκπαιδευτικοῦ ἔργου σας καὶ πλουσίου τοῦ πνευματικοῦ ἀμητοῦ, ὥστε τὸ Πανεπιστήμιόν σας νὰ ἑτοιμάζῃ στελέχη ἔχοντα ἱκανὰ ἐφόδια, ὥστε καὶ αὐτά, ὅλοι σας φίλοι φοιτηταὶ καὶ ἀγαπηταὶ φοιτήτριαι, νὰ ἐπιβιώσετε καὶ πνευματικῶς κατὰ Χριστόν, καὶ ἠθικῶς κατὰ τὴν παράδοσιν τοῦ Γένους καὶ τῆς εὐλογημένης ἑλληνικῆς οἰκογενείας, ἀλλὰ καὶ ἐπαγγελματικῶς ἐντὸς τῆς συγχρόνου ἀνταγωνιστικῆς καὶ μὴ ἐχούσης «σπλάγχνα οἰκτιρμῶν» κοινωνίας, καὶ νὰ ὠφελήσετε τὸ εὐρύτερον κοινωνικὸν σύνολον μὲ τὴν καρποφόρον, πεποίθαμεν, προσφοράν σας.
Καὶ πάλιν εὐχαριστοῦμεν. Καλὰ Χριστούγεννα!

Η ανακήρυξη του Οικουμενικού Πατριάρχου σε Επίτιμο Διδάκτορα του Τμήματος Μουσικών Σπουδών του Ιονίου Πανεπιστημίου [1η φωτοθήκη]

 Κέρκυρα, εσπέρας 12ης Δεκεμβρίου 2014, στην Ιόνιο Ακαδημία 































































Επίτιμος Διδάκτορας του Ιονίου Πανεπιστημίου αναγορεύτηκε το απόγευμα της Παρασκευής 12 Δεκεμβρίου ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ. Βαρθολομαίος. Σε μία συγκινητική εκδήλωση, η οποία έγινε στην Αίθουσα εκδηλώσεων της Ιονίου Ακαδημίας, η Πρύτανις του Ιονίου Πανεπιστημίου κ. Αναστασία Σαλή-Παπασαλή ανακοίνωσε την απόφαση του τμήματος Μουσικών Σπουδών του Πανεπιστημίου να αναγορεύσει επίτιμο διδάκτορα τον Πατριάρχη, για την προσπάθειά του να διασωθεί το ήθος της μουσικής παράδοσης που η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία εφαρμόζει στους αιώνες και μάλιστα με την ευκαιρία της συμπλήρωσης 200 χρόνων από την αποδοχή από το Πατριαρχείο το 1814 της μεταρρύθμισης της εκκλησιαστικής μουσικής από τους τρεις διδασκάλους, Χρύσανθο, Χουρμούζιο και Γρηγόριο, αλλά και για την σύνολη προσφορά του Πατριάρχη στην Ορθοδοξία και τον κόσμο.

«Γίνεστε ένας από εμάς, Παναγιώτατε, και βάζετε το Πανεπιστήμιο υπό την σκέπη σας για να στηριχθεί και να υπάρχει», είπε χαρακτηριστικά η Πρύτανις.

Τον έπαινο του τιμωμένου διάβασε ο αναπληρωτής καθηγητής του τμήματος Μουσικών Σπουδών κ. Στάθης Μακρής, ενώ την απόφαση του τμήματος διάβασε ο καθηγητής και πρόεδρος του τμήματος Ιωσήφ Παπαδάτος.

Απαντώντας στις τιμητικές προσφωνήσεις ο Οικουμενικός Πατριάρχης σε μία πολύ ενδιαφέρουσα ομιλία του για την συμπλήρωση των 200 χρόνων από την αποδοχή από το Φανάρι της μεταρρύθμισης της εκκλησιαστικής μουσικής, τόνισε ότι η μουσική της πίστης δεν πρέπει να αντιμετωπίζεται μόνο ως μέλος, αλλά κυρίως ως λόγος. Δεν αποσκοπεί στο να τέρψει με τους ήχους της τους ακροατές, αλλά να τους οδηγήσει στο να κατανοήσουν την πνευματική αξία και περιεχόμενο των ύμνων, δηλαδή προηγείται ο λόγος και έπεται η αξία της μουσικής. Ωστόσο αυτό δεν αναιρεί την αξία της τελευταίας, η οποία καλλιεργεί πολιτισμό και ήθος στις καρδιές των ανθρώπων. Αυτός ήταν και ο σκοπός της μεταρρύθμισης της μουσικής. Να δοθεί η ευκαιρία στους ανθρώπους με την απλοποίηση να συμμετέχουν καρδιακά στην θεία λειτουργία, κατανοώντας και ζώντας τα λεγόμενα.

Ο Πατριάρχης παρουσίασε και τις εργασίες της Πατριαρχικής Επιτροπής, η οποία αργότερα οδήγησε και στην αναμόρφωση του ισχύοντος εκκλησιαστικού τυπικού, το οποίο έμεινε γνωστό ως το τυπικό του Βιολάκη, από τον πρωτοψάλτη που συμμετείχε στην επιτροπή. Αυτό το τυπικό είναι εν ισχύι και σήμερα.

Tέλος, σε μία αποστροφή του λόγου του, ο Οικουμενικός Πατριάρχης επεσήμανε ότι η Μεγάλη του Χριστού Εκκλησία προσπαθεί και στο θέμα της μουσικής και σε όλα τα θέματα που έχουν να κάνουν με τη ζωή της Εκκλησίας να ακολουθεί την μέση οδό, χωρίς τον ακραίο συντηρητισμό ή τον εξίσου ακραίο προοδευτισμό και αυτό είναι παράδειγμα πολιτισμού και συνέσεως. 

Προς τιμήν του Πατριάρχη έγιναν συναυλίες από μουσικά σύνολα του Ιονίου Πανεπιστημίου, τόσο με βυζαντινή όσο και με δυτικότροπη εκκλησιαστική μουσική, ενώ ο Πατριάρχης επευφημήθηκε από όλους τους παρευρεθέντας, οι οποίοι κατέκλυσαν την αίθουσα τελετών του Ιονίου Πανεπιστημίου.