e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Παρασκευή 7 Νοεμβρίου 2025

«Προσωρινή Εξαρχία» – ο Δούρειος Ίππος της Μόσχας για την Εκκλησία της Ουκρανίας

Επιμέλεια σύνταξης: «Ορθόδοξη Ουκρανία»

Σύντομη περίληψη για όσους δεν τους αρέσει να διαβάζουν πολλά:

- Η Ορθοδοξία στην Ουκρανία δεν είναι ακόμη ενιαία για έναν λόγο: οι οπαδοί του Πατριαρχείου Μόσχας απορρίπτουν όλες τις αποφάσεις του Πατριαρχείου Κωνσταντινουπόλεως σχετικά με την Ουκρανία, απορρίπτουν την ίδια την εξουσία και τα δικαιώματα του Πατριάρχη Κωνσταντινουπόλεως και εξακολουθούν να εξαρτώνται οικειοθελώς από τη Μόσχα. Παράλληλα, με τη συμπεριφορά τους αυτή, κατηγορούν υποκριτικά το Οικουμενικό Πατριαρχείο, την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας και το Ουκρανικό Κράτος.

- Το σχέδιο μιας «προσωρινής Εξαρχίας» υπό το ωμοφόριο του Oικουμενικού Πατριάρχου για μέρος των υποστηρικτών του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία είναι ένας ρωσικός «Δούρειος Ίππος», στον οποίο κρύβεται το παλιό όνειρο της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας να καταστρέψει τα θεμέλια της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, να αμφισβητήσει τον Τόμο για την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας της Ουκρανίας, να προκαλέσει μακροχρόνια συστηματική αναστάτωση στις σχέσεις μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ουκρανίας.

- Αυτό το σχέδιο προωθείται ακριβώς τη στιγμή που το δικαστήριο πρόκειται να εξετάσει το ζήτημα της κατάργησης της εγγραφής της Μητρόπολης της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ουκρανία, καθώς αποσκοπεί στη διατήρηση της δομής που εξαρτάται εσωτερικά και πνευματικά από τη Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία, καθώς και στη δημιουργία εμποδίων στην ενοποίηση των κοινοτήτων και των ιεραρχών της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας (Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία) με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.

- Αν στην περιφέρεια του Μητροπολίτου Ονουφρίου υπάρχει πράγματι αίτημα για «προσωρινή Εξαρχία», τότε γιατί να μην λειτουργεί το Σταυροπήγιο του Αγίου Ανδρέα στην Κίεβο, το οποίο έχει ήδη δημιουργηθεί και δεν είναι γεμάτο από πιστούς που υποτίθεται ότι έχουν τέτοια ανάγκη;

* * *

Ο ιστότοπος «Orthodox Times» (ΟΤ) με έδρα την Ελλάδα, ο οποίος ασχολείται με την εκκλησιαστική ζωή, παρά την γενικά αντικειμενική εικόνα που παρουσιάζουν οι δημοσιεύσεις του για τα γεγονότα στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στις αυτοκέφαλες Εκκλησίες, τα τελευταία χρόνια έχει μετατραπεί σε πλατφόρμα όπου δημοσιεύονται τακτικά προφανώς πληρωμένα άρθρα. Αυτές οι δημοσιεύσεις διαδίδονται με στόχο την υποστήριξη της θέσης ορισμένων ιεραρχών του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τη δυσφήμιση άλλων. Ταυτόχρονα, τα γεγονότα παραποιούνται εν όλω ή εν μέρει, χρησιμοποιούνται αναφορές σε ανώνυμες πηγές, οι οποίες στην πραγματικότητα είτε είναι επινοημένες από τους συντάκτες της δημοσίευσης είτε αναφέρουν φήμες που έχουν ακούσει οι συντάκτες. Τέτοιες δημοσιεύσεις συχνά υπογράφονται είτε με ονόματα ανύπαρκτων προσώπων είτε με ονόματα προσώπων άγνωστων σε όλους, πράγμα που σημαίνει ότι οι πραγματικοί συντάκτες των κειμένων δεν φέρουν καμία ευθύνη για αυτά.

Δυστυχώς, το περιβάλλον των ελληνικών ιστότοπων για τη ζωή της Εκκλησίας είναι από καιρό γνωστό για την αρκετά διαδεδομένη πρακτική της δημοσίευσης πληρωμένου υλικού, προπαγάνδας και ψευδών πληροφοριών προς όφελος όσων πληρώνουν για αυτό. Ένα χαρακτηριστικό και θλιβερό παράδειγμα είναι ο ιστότοπος «Ρομφαία», ο οποίος εδώ και πολλά χρόνια λειτουργεί με σαφήνεια προς όφελος των συμφερόντων του Πατριαρχείου Μόσχας. Δυστυχώς, αυτό το πρόβλημα δεν έχει λείψει ούτε από τον γενικά αξιοσέβαστο ιστότοπο «ΟΤ».

Ένα άμεσο παράδειγμα αυτής της προπαγάνδας είναι μια σειρά δημοσιεύσεων αυτού του ιστότοπου τα τελευταία χρόνια, που στοχεύουν στο πρόσωπο και τη δραστηριότητα του Μητροπολίτη Κιέβου και πάσης Ουκρανίας Επιφανίου. Επίσης, αβάσιμες επιθέσεις στις δημοσιεύσεις δέχτηκε ο Μητροπολίτης Χαλκηδόνος Εμμανουήλ, ο οποίος ήταν πρόεδρος της Ενωτικής Συνόδου στο Κίεβο τον Δεκέμβριο του 2018, και ως εκ τούτου το όνομά του και η προσωπικότητά του συνδέονται με την ανάπτυξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ο τελευταίος προσέφυγε στη νομική προστασία του ονόματός του από τις ψευδείς πληροφορίες που διαδόθηκαν από το «ΟΤ». Ορισμένες από τις δημοσιεύσεις έφτασαν ακόμη και σε κατηγορίες εναντίον του Παναγιωτάτου Οικουμενικού Πατριάρχου Βαρθολομαίου, ότι υποτίθεται ότι εκτιμά εσφαλμένα την κατάσταση στην Ουκρανία – προφανώς επειδή ο Πατριάρχης δεν ακούει τις ψευδείς πληροφορίες που διαδίδουν οι συντάκτες των δημοσιεύσεων και τα ενδιαφερόμενα πρόσωπα που βρίσκονται πίσω από αυτές τις δημοσιεύσεις.

Στις 4 Νοεμβρίου 2025, όταν στη Ρωσία είναι επίσημη αργία, το «ΟΤ» δημοσίευσε ένα εκτενές άρθρο, υπογεγραμμένο από τον «θεολόγο Πολ (Πάβελ) Λίμπερμαν». Η αναζήτηση στο Google δεν δίνει κανένα σχετικό αποτέλεσμα για ένα τέτοιο πρόσωπο. Στον ουκρανικό θρησκευτικό χώρο (και ο συγγραφέας ισχυρίζεται ότι γνωρίζει καλά την ουκρανική εκκλησιαστική ζωή), ένα τέτοιο πρόσωπο δεν ήταν μέχρι τώρα γνωστό. Αυτά τα στοιχεία δίνουν λόγο να πιστεύουμε ότι το όνομα και το πρόσωπο του συγγραφέα είναι πλασματικά.

Ποια είναι η ουσία του άρθρου του «Πολ (Πάβελ) Λίμπερμαν, θεολόγου», με τίτλο: «Ουκρανικό: Πιθανή λύση η δημιουργία μιας προσωρινής Εξαρχίας από το Οικ. Πατριαρχείο»;

Η ουσία του μακροσκελούς άρθρου, το οποίο ισχυρίζεται ότι έχει ιδιαίτερη κατανόηση του ουκρανικού εκκλησιαστικού προβλήματος και ότι γνωρίζει τον καλύτερο τρόπο για την επίλυσή του, συνοψίζεται στις ακόλουθες θέσεις.

1. Παρά την απόφαση του Οικουμενικού Πατριαρχείου και τον Τόμο, η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία δεν έγινε ενιαία.

2. Η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας δεν κατάφερε να ενώσει όλους τους ορθόδοξους, μέρος των οποίων παραμένει υπό τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας. Η διαδικασία μετάβασης από το Πατριαρχείο Μόσχας στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας αντιμετωπίζει πολλά προβλήματα και πολιτικοποίηση, συνοδεύεται από βία και δεν ανταποκρίνεται στο κανονικό και ευαγγελικό πνεύμα.

3. Οι ορθόδοξοι που δεν επιθυμούν να ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά δεν επιθυμούν να παραμείνουν στη δικαιοδοσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, πρέπει να βρουν τη θέση τους στο πλαίσιο της «προσωρινής Εξαρχίας του Οικουμενικού Πατριαρχείου», η οποία πρέπει να δημιουργηθεί για αυτούς και η οποία υποτίθεται ότι αποτελεί τρόπο να ενωθούν οι ορθόδοξοι στην Ουκρανία με κανονικό και ειρηνικό τρόπο.

4. Η δημιουργία μιας τέτοιας «προσωρινής Εξαρχίας» φέρεται να έχει κάθε λόγο βάσει των δικαιωμάτων του Οικουμενικού Πατριάρχη στο έκκλητο και στην Εξαρχία και το Σταυροπήγιο στην Ουκρανία, όπως αναφέρεται στον Τόμο για την αυτοκεφαλία.

Ας αναλύσουμε αυτές τις θέσεις και ας δείξουμε ότι καθεμία από αυτές είναι ψευδής ή ημι-ψευδής, και ότι όλες μαζί οδηγούν σε θεμελιωδώς λανθασμένα συμπεράσματα, παρασύροντας τους αναγνώστες σε τέτοια συμπεράσματα.

Λοιπόν.

1. Γιατί η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία δεν είναι ακόμα ενωμένη;

Τον Οκτώβριο του 2018, η Αγία και Ιερά Σύνοδος του Οικουμενικού Πατριαρχείου, με την απόφασή της, ανακάλεσε επίσημα και οριστικά κάθε υποχρέωση που απορρέει από το γράμμα του Πατριάρχη Διονυσίου Δ', με το οποίο ο Πατριάρχης Μόσχας είχε μόνο το δικαίωμα να χειροτονεί Μητροπολίτη Κιέβου τον υποψήφιο που είχε προηγουμένως εκλεγεί στο Κίεβο, αλλά ο ίδιος ο Μητροπολίτης, όπως και η Μητρόπολη του Κιέβου, παρέμεναν υπό το ωμοφόριο του Οικουμενικού Πατριάρχη. Η Ρωσική Εκκλησία και η αυτοκρατορική κυβέρνηση δεν τήρησαν ποτέ αυτούς τους όρους, διότι αμέσως εκτίμησαν την αναγκαστική άδεια του Πατριάρχη Διονυσίου (είναι ευρέως γνωστή η ιστορία της αποστολής της επιστολής του υπό την πίεση του πρέσβη του Βασιλείου της Μοσχοβίας και της οθωμανικής κυβέρνησης) ως πλήρη μεταβίβαση της Μητρόπολης του Κιέβου στο Πατριαρχείο της Μόσχας – κάτι που στην πραγματικότητα δεν συνέβη ποτέ!

Έτσι, ανακαλώντας την επιστολή και τις υποχρεώσεις που αυτή συνεπαγόταν και δηλώνοντας ότι στην Ουκρανία, από τη στιγμή της λήψης της απόφασης από τη Σύνοδο (Οκτώβριος 2018), αποκαθίσταται η δικαιοδοσία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η Σύνοδος άνοιξε τον δρόμο για τη σύγκληση της Ενωτικής Συνόδου τον Δεκέμβριο του 2018. Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος έστειλε προσωπικά σε όλους τους ορθόδοξους επισκόπους της Ουκρανίας, ως υποκείμενους σε αυτόν ανεξάρτητα από την προηγούμενη δικαιοδοσία τους («ουκρανική ορθόδοξη εκκλησία ως μέρος της ρωσικής ορθόδοξης εκκλησίας», «ουκρανική αυτοκέφαλη ορθόδοξη εκκλησία» ή «ουκρανική ορθόδοξη εκκλησία του πατριαρχείου Κιέβου»), επιστολές με πρόσκληση για τη συμμετοχή τους στην Ενωτική Σύνοδο. Ο Πατριάρχης όρισε ως πρόεδρο της Συνόδου τον ειδικό του Έξαρχο (εξουσιοδοτημένο εκπρόσωπο) Μητροπολίτη Εμμανουήλ. Στην επιστολή του προς τον Μητροπολίτη Ονούφριο, ο Πατριάρχης τόνισε ιδιαίτερα ότι ο τελευταίος μπορεί να προταθεί στη Σύνοδο ως υποψήφιος για Προκαθήμενος της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας (αυτό απαγορεύτηκε ρητά στους επικεφαλής της «ουκρανικής αυτοκέφαλης ορθόδοξης εκκλησίας» και της «ουκρανικής ορθόδοξης εκκλησίας του πατριαρχείου Κιέβου»), αλλά από τη στιγμή της Συνόδου μόνο ο ιεράρχης που θα εκλεγεί από τη Σύνοδο θα γίνει ο μοναδικός κανονικός Μητροπολίτης Κιέβου και πάσης Ουκρανίας.

Όπως είναι γνωστό, από τους προσκεκλημένους στην Ενωτική Σύνοδο ιεράρχες, συμμετείχαν όλοι οι επίσκοποι από τις δικαιοδοσίες της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κιέβου, οι οποίοι είχαν προηγουμένως λάβει επίσημα την απόφαση να διαλύσουν τις δομές τους, που ήταν καταχωρημένες από το κράτος, προκειμένου να ενταχθούν στην ενιαία δομή της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Από τους επισκόπους της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας (Ουκρανική Ορθόδοξη Εκκλησία) στη Σύνοδο παρευρέθηκαν μόνο δύο, αν και προηγουμένως είχαν υποβάλει επιστολές στον Οικουμενικό Πατριάρχη περισσότεροι από δέκα (αυτό είναι ένα σημαντικό στοιχείο, το οποίο θα επαναφέρουμε αργότερα).

Έτσι, η Σύνοδος στο Κίεβο συγκλήθηκε εξαρχής ως Σύνοδος ΟΛΩΝ των ορθόδοξων αρχιερέων της Ουκρανίας, και όχι μόνο ενός μέρους αυτών. Ως εκ τούτου, η απόφαση αυτής της Συνόδου και ο Τόμος που εκδόθηκε μετά τα αποτελέσματα της Συνόδου αποτελούν ιδρυτικό έγγραφο για όλους τους ορθόδοξους στην Ουκρανία, και όχι μόνο για ένα μέρος αυτών.

Όσον αφορά τους αρχιερείς και τις υποκείμενες σε αυτούς δομές, οι οποίοι δεν παρευρέθηκαν στη Σύνοδο και δεν εκτέλεσαν τις αποφάσεις της, δηλαδή όλους όσους εξακολουθούν να απορρίπτουν τον Τόμο για την αυτοκεφαλία, για αυτούς αναφέρεται σαφώς στο ίδιο το κείμενο του Τόμου: Τὰ δὲ πρὸς τὴν ἐσωτερικὴν ἐκκλησιαστικὴν διοίκησιν ἀφορῶντα ἀνακρίνεσθαι, ἐκδικάζεσθαι καὶ καθορίζεσθαι ἀπολύτως ὑπ’ αὐτοῦ (δηλαδή του Προκαθημένου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας – συντ.) καὶ τῆς Ἱερᾶς Συνόδου, ἀκολούθως τῇ εὐαγγελικῇ καὶ τῇ λοιπῇ, κατὰ τὴν ἱερὰν Παράδοσιν καὶ τὰς σεβασμίας κανονικὰς διατάξεις τῆς Ἁγίας Ὀρθοδόξου ἡμῶν Ἐκκλησίας, διδασκαλίᾳ καὶ τῇ προτροπῇ τοῦ ς´ κανόνος τῆς Α´ ἐν Νικαίᾳ Οἰκουμενικῆς Συνόδου, τῆς ὁριζούσης ὅτι, «ἐὰν μέντοι τῇ κοινῇ πάντων ψήφῳ, εὐλόγῳ οὔσῃ, καὶ κατὰ κανόνα ἐκκλησιαστικόν, δύο ἢ τρεῖς δι’ οἰκείαν φιλονικείαν ἀντιλέγωσι, κρατείτω ἡ τῶν πλειόνων ψῆφος». Επομένως, το γεγονός ότι μέρος των επισκόπων στην Ουκρανία, λόγω της δικής τους τάσης για διαμάχες, δεν αποδέχτηκαν τις αποφάσεις της Συνόδου και τις διατάξεις του Τόμου, δεν μπορεί σε καμία περίπτωση να θέσει υπό αμφισβήτηση αυτές τις αποφάσεις και τις διατάξεις, ούτε να τις καταστήσει άκυρες.

Στην ιστορία υπάρχουν πολλά παραδείγματα όπου οι αντίπαλοι της αλήθειας, λόγω της απουσίας τους από τη Σύνοδο, προσπάθησαν να αμφισβητήσουν τις αποφάσεις της, αλλά η Εκκλησία ποτέ δεν δέχτηκε την απουσία μέρους των κανονικά προσκεκλημένων μελών της Συνόδου ως λόγο για την άρνηση των ίδιων των αποφάσεων της Συνόδου. Συγκεκριμένα, στην Γ΄ Οικουμενική Σύνοδο αρνήθηκαν να συμμετάσχουν στις συνεδριάσεις ο αρχιεπίσκοπος Κωνσταντινουπόλεως Νεστόριος και οι οπαδοί του, ωστόσο η συνοδική καταδίκη του Νεστοριανισμού που εκδόθηκε τότε ήταν νόμιμη και γενικά δεσμευτική, ως απόφαση της Οικουμενικής Συνόδου. Κατά τη διάρκεια των συνεδριάσεων της Δ΄ Οικουμενικής Συνόδου, μέχρι τη στιγμή της επίσημης λήξης της, περίπου το ένα τρίτο των συμμετεχόντων την εγκατέλειψαν, αλλά αυτό δεν παραβιάζει σε καμία περίπτωση την αυθεντία και την ισχύ των δογματικών και κανονικών αποφάσεων της Συνόδου.

Επίσης, πρέπει να υπενθυμίσουμε εδώ την άμεση διάταξη του Τόμου, η οποία υποχρεώνει ΟΛΕΣ τις ορθόδοξες δομές στην Ουκρανία και όλους τους ορθόδοξους να ανήκουν στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας: “ὁμογνωμόνως, ὁρίζομέν τε καὶ ἀνακηρύττομεν, ἵνα σύμπασα ἡ ἐν τοῖς ὁρίοις τοῦ πολιτικῶς συγκροτηθέντος καὶ τέλεον ἀνεξαρτητοποιηθέντος Κράτους τῆς Οὐκρανίας περιλαμβανομένη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, μετὰ τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, Ἀρχιεπισκοπῶν, Ἐπισκοπῶν, μοναστηρίων τε καὶ ἐνοριῶν καὶ πάντων τῶν ἐν αὐταῖς ἐκκλησιαστικῶν καθιδρυμάτων, τελοῦσα ὑπὸ τὸν Δομήτορα τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καὶ Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας θεάνθρωπον Κύριον καὶ Σωτῆρα ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν, ὑπάρχῃ τοῦ λοιποῦ κανονικῶς αὐτοκέφαλος, ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος, Πρῶτον ἐν τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς πράγμασιν ἔχουσα καὶ ἐπιγιγνώσκουσα τὸν ἑκάστοτε κανονικὸν Προκαθήμενον αὐτῆς, φέροντα τὸν τίτλον «Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας»”. Αυτό δεν είναι πρόταση, ούτε προαιρετική δυνατότητα, αλλά κανονική επιτακτική απαίτηση.

Οι επίσκοποι που δεν αποδέχθηκαν την πρόσκληση για τη Σύνοδο και δεν συμμορφώθηκαν με τις διατάξεις του Τόμου, ο οποίος τους υποχρεώνει (δεν τους ζητά, δεν τους προτείνει, αλλά τους υποχρεώνει!) να είναι μέλη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, αναγνωρίζονται από το Οικουμενικό Πατριαρχείο ως επίσκοποι χωρίς έδρες, οι οποίοι προσωπικά υπάγονται στη δικαιοδοσία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας και απλώς διαμένουν στην Ουκρανία, αλλά δεν έχουν δικαιοδοσία σε αυτήν. Αυτό αποδεικνύεται και από το Επίσημο Ημερολόγιο του Οικουμενικού Πατριαρχείου, όπου όλοι οι ιεράρχες υπό την εξουσία του Μητροπολίτη Ονουφρίου βρίσκονται στην ενότητα των ιεραρχών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας.

Ποιος είναι ο κύριος λόγος για τον οποίο αυτοί οι ιεράρχες παρέμειναν υπό το Πατριαρχείο Μόσχας; Έχει διακηρυχθεί σαφώς και επανειλημμένα από αυτούς σε δηλώσεις και έγγραφα: αυτοί οι ιεράρχες – και ο καθένας από αυτούς ξεχωριστά, και όλοι τους συνολικά ως ενιαία κοινότητα – δεν αναγνώρισαν τις αποφάσεις της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τον Οκτώβριο του 2018, δεν αναγνώρισαν και δεν αναγνωρίζουν το τετελεσμένο γεγονός ότι όλοι όσοι έλαβαν χειροτονία κατά τη διάρκεια της ξεχωριστής ύπαρξης της Ουκρανικής Αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας και της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Πατριαρχείου Κιέβου, μαζί με τους τότε ηγέτες τους Μακάριο και Φιλάρετο, έχουν αποκατασταθεί. Επομένως, όλοι τους είναι αληθινοί αρχιερείς, ιερείς και διάκονοι της Ορθόδοξης Εκκλησίας. Οι οπαδοί του Μητροπολίτη Ονουφρίου δεν αναγνώρισαν και δεν αναγνωρίζουν όλα αυτά. Ακριβώς για αυτόν τον λόγο, και όχι για κάποιον άλλο, οι ιεράρχες και ο κλήρος της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία όχι μόνο δεν θέλουν να ενωθούν με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, αλλά δεν θέλουν καν να ξεκινήσουν οποιεσδήποτε διαπραγματεύσεις μαζί της.

Παράλληλα, η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας έχει καλέσει επίσημα πολλές φορές και συνεχίζει να καλεί όσους παραμένουν υπό τη δικαιοδοσία του Μητροπολίτη Ονουφρίου να συμμετάσχουν σε διάλογο. Σε αυτές τις εκκλήσεις ανταποκρίνονται μόνο οι κοινότητες και οι ιερείς, και ήδη πάνω από 2000 κοινότητες από το 2019 έχουν συμμορφωθεί οικειοθελώς με τις διατάξεις του Τόμου και έχουν ενταχθεί στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.

Συχνά στις δηλώσεις τους, οι εκπρόσωποι της δικαιοδοσίας με επικεφαλής τον Μητροπολίτη Ονούφριο αναφέρουν ότι αναμένουν κάποια «πανορθόδοξη απόφαση» σχετικά με την Ουκρανία – όπως και εκείνοι στις αυτοκέφαλες Εκκλησίες που απορρίπτουν το δικαίωμα του Οικουμενικού Πατριάρχη να ανακηρύξει μόνος του νέα αυτοκεφαλία και απαιτούν, όπως κάνει πρωτίστως η Μόσχα, να συμφωνήσουν όλοι οι Προκαθήμενοι σε μια τέτοια απόφαση πριν από την ανακήρυξη της αυτοκεφαλίας (κάτι που στην πραγματικότητα δεν συνέβη ποτέ και δεν θα είναι ποτέ δυνατό να επιτευχθεί!).

Συνοψίζοντας όλα τα παραπάνω, καταλήγουμε στο συμπέρασμα.

Η Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία δεν είναι ενωμένη, επειδή μέρος των ορθόδοξων, και κυρίως οι επίσκοποι που τους διοικούν, δεν αναγνωρίζουν ούτε τις αποφάσεις της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τον Οκτώβριο του 2018, ούτε της Ενωτικής Συνόδου του 2018, ούτε τον Τόμο για την αυτοκεφαλία του 2019. Συνεχίζουν να θεωρούν πιο έγκυρες τις λανθασμένες αποφάσεις του Πατριαρχείου Μόσχας σε θέματα που αφορούν την αυτοκεφαλία της Εκκλησίας στην Ουκρανία. Επίσης, αρνούνται κατηγορηματικά να επικοινωνούν, όχι μόνο επίσημα, αλλά και ανεπίσημα, με την Ορθόδοξη Εκκλησία στην Ουκρανία, θεωρώντας την ως κοσμική πολιτική οργάνωση και όχι ως Εκκλησία.

Όλα αυτά είναι προφανή και σαφή για όποιον έχει καθαρό μυαλό και δεν έχει προκαταλήψεις απέναντι στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Ωστόσο, ο ανώνυμος συγγραφέας του άρθρου στο «ОТ» και οι δυνάμεις που βρίσκονται πίσω από αυτό το άρθρο επιμένουν να παρουσιάζουν την υπόθεση ως εάν μόνο η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας να ευθύνεται για το γεγονός ότι οι υποστηρικτές του Πατριαρχείου Μόσχας παραμένουν σε αυτό και δεν επιθυμούν την ενότητα.

2. Το άρθρο στο «ОТ» κατηγορεί την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας ότι, τάχα, εξαιτίας της δεν ολοκληρώθηκε η διαδικασία ενοποίησης και ότι η αιτία για αυτό είναι η βία και η απουσία του ευαγγελικού πνεύματος.

Θα ήθελα να θέσω τα εξής ερωτήματα σε όλους τους υποκριτές που κρύβονται πίσω από το άθλιο κείμενο του «ΟΤ»:

- Είναι τότε υπεύθυνος και ο Οικουμενικός Πατριάρχης για το γεγονός ότι η απόφασή του και ο Τόμος δεν έχουν ακόμη γίνει αποδεκτοί από τον Πατριάρχη Μόσχας και μια σειρά άλλων αυτοκέφαλων Εκκλησιών;

- Είναι επίσης υπεύθυνος ο Οικουμενικός Πατριάρχης για το γεγονός ότι η Ορθόδοξη Εκκλησία της Τσεχίας και της Σλοβακίας δεν έχει ακόμη (εδώ και περισσότερο από ένα τέταρτο του αιώνα!) εκτελέσει τις διατάξεις του Τόμου που της έχει χορηγηθεί;

- Είναι τότε υπεύθυνος ο Οικουμενικός Πατριάρχης για το γεγονός ότι η Εκκλησία της Βόρειας Μακεδονίας, αφού έλαβε από αυτόν και την Μητέρα Εκκλησία την αποκατάσταση της εκκλησιαστικής κοινωνίας, ακολούθησε έναν μη κανονικό δρόμο και δέχτηκε την «αυτοκεφαλία» που δεν κήρυξε ο Οικουμενικός Πατριάρχης, αλλά ο Σέρβος Πατριάρχης, και δεν κάνει τίποτα για να διορθώσει τη θέση της;

Πίσω από όλα αυτά τα παραδείγματα κρύβεται στην πραγματικότητα η ευθύνη του Πατριαρχείου Μόσχας, το οποίο με κάθε δυνατό μέσο ενθαρρύνει τις Τοπικές Εκκλησίες να αντισταθούν στο Οικουμενικό Πατριαρχείο και στις αποφάσεις του. Τόσο το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και το Πατριαρχείο Αλεξανδρείας και η Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας είναι θύματα της επιθετικότητας της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας. Είναι κυνικό και ανήθικο να κατηγορούμε το θύμα της επιθετικότητας για το γεγονός ότι δέχτηκε επίθεση από τον επιτιθέμενο.

Αν κάποιος το έχει ξεχάσει ή ζει στις φαντασιώσεις του, πρέπει να του υπενθυμίσουμε ότι η Ρωσία διεξάγει έναν πόλεμο εξόντωσης κατά της Ουκρανίας και ότι το Πατριαρχείο της Μόσχας είναι ένα από τα κύρια εργαλεία σε αυτόν τον πόλεμο. Δεν είναι γνωστό σε όλους ότι οι ρωσικές αρχές πάντα έλεγχαν και χρησιμοποιούσαν την Εκκλησία της Ρωσίας ως πολιτικό εργαλείο και συνεχίζουν να το κάνουν; Το κείμενο στο «ОТ» είναι γραμμένο έτσι, σαν να μην υπάρχει ούτε ο πόλεμος της Ρωσίας κατά της Ουκρανίας, ούτε το πρόβλημα ότι η ιεραρχία της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας είναι ένα εργαλείο της ρωσικής εξουσίας που χρησιμοποιείται σε αυτόν τον πόλεμο.

Το «πρόβλημα της βίας» σε σχέση με την εν Ουκρανία Ρωσική Εκκλησία είναι ένα θέμα που δημιουργήθηκε τεχνητά από τη ρωσική προπαγάνδα, όπως και η «καταπίεση των ρωσόφωνων στην Ουκρανία» και άλλες παρόμοιες κατηγορίες. Ναι, πράγματι, σε μεμονωμένες περιπτώσεις καταγράφονται περιστατικά βίας, αλλά αυτά αποτελούν εξαιρέσεις και όχι γενικό φαινόμενο. Ταυτόχρονα, το πρόβλημα της χρήσης της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας στην Ουκρανία ως εργαλείου υβριδικού πολέμου, ως πηγής προπαγάνδας του «ρωσικού κόσμου», είναι απολύτως συστηματικό και πραγματικό, όπως αποδεικνύουν εκατοντάδες περιπτώσεις κατηγοριών κληρικών και λαϊκών της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας για συνεργασία με τον επιτιθέμενο, για κατασκοπεία και δολιοφθορά προς όφελος της Ρωσίας. Και αυτά τα γεγονότα δεν υπάρχουν μόνο στην Ουκρανία, αλλά και σε άλλες χώρες της Ευρώπης.

Πράγματι, σε ένα μικρό ποσοστό των περιπτώσεων, όταν μια θρησκευτική κοινότητα, σύμφωνα με το νόμο και εφαρμόζοντας το Τόμο, επιθυμεί, κατόπιν εθελοντικής απόφασης της συντριπτικής πλειοψηφίας των ενοριτών, να προσχωρήσει στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας, η μειοψηφία των υποστηρικτών του Πατριαρχείου Μόσχας προσπαθεί με κάθε τρόπο να δημιουργήσει εμπόδια, μεταξύ άλλων προκαλώντας σωματική βία. Αλλά αυτή η βία είναι αποτέλεσμα προκλήσεων από τους υποστηρικτές του Πατριαρχείου Μόσχας και σίγουρα δεν είναι ένα γενικό ή σκόπιμο φαινόμενο.

Είναι ενδιαφέρον σε αυτό το πλαίσιο ότι όσοι βρίσκονται πίσω από τη δημοσίευση του «ΟΤ» δεν εξηγούν καθόλου: πώς σκοπεύουν να εξασφαλίσουν τη μετάβαση των κοινοτήτων από τη δικαιοδοσία του Πατριαρχείου Μόσχας στην προτεινόμενη από αυτούς «προσωρινή Εξαρχία», ώστε να μην προκύψουν συγκρούσεις, για τις οποίες επικρίνουν την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας; Πιστεύουν ότι η ίδια η ονομασία «προσωρινή Εξαρχία» θα κάνει όλους τους υποστηρικτές του Πατριαρχείου Μόσχας πιστούς στην αλήθεια και την ειρήνη – κάτι που μέχρι τώρα κανείς δεν έχει καταφέρει να επιτύχει πλήρως;

3. Όσον αφορά την ίδια την ιδέα μιας «προσωρινής Εξαρχίας», ως υποτιθέμενου δρόμου προς την ενότητα.

Γιατί αυτή η ιδέα προέκυψε ακριβώς τώρα και γιατί οι υποστηρικτές της ανησυχούν τόσο πολύ ότι «αύριο θα είναι αργά»; Η απάντηση είναι απλή: επειδή ακριβώς τώρα το κράτος, εφαρμόζοντας τον νόμο, προχώρησε στη νομική κατάργηση της εγγραφής της δομής που ηγείται ο Μητροπολίτης Ονούφριος. Η προηγούμενη έξαρση της δραστηριότητας των ίδιων δυνάμεων στην Ουκρανία σημειώθηκε το καλοκαίρι του 2024, ακριβώς τότε που επρόκειτο να ψηφιστεί αυτός ο νόμος. Τότε καταβλήθηκαν όλες οι δυνάμεις για να μην επιτραπεί η ψήφισή του. Για το σκοπό αυτό, ακόμη και ο ίδιος ο Μητροπολίτης Ονούφριος προσποιήθηκε ότι ήταν έτοιμος να συζητήσει κάτι με το Οικουμενικό Πατριαρχείο. Όλα αυτά όμως συνέβησαν ακριβώς μέχρι τη στιγμή που ο νόμος ψηφίστηκε. Αμέσως μετά, όλη η προαναφερθείσα δραστηριότητα εξαφανίστηκε, επειδή ο στόχος για τον οποίο πραγματοποιήθηκε δεν επιτεύχθηκε.

Τώρα που το δικαστήριο πρέπει να ξεκινήσει την εξέταση της αγωγής του κράτους για τη διαγραφή της Μητρόπολης με επικεφαλής τον Ονούφριο, η δραστηριότητα έχει και πάλι αυξηθεί. Για ποιο λόγο; Για έναν και μόνο σκοπό: να σώσει τα απομεινάρια του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία από την ανάγκη να συμμορφωθούν με τον Τόμο και να ενωθούν με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.

Εδώ θα ήθελα επίσης να υπενθυμίσω την ιστορία της Ρωσικής Αρχιεπισκοπής στην Ευρώπη – είναι γνωστό σε όλους ότι για μεγάλο χρονικό διάστημα έλαβε κανονική υποστήριξη από τον Οικουμενικό Πατριάρχη, ο οποίος την προστάτευσε από τις διώξεις δύο ρωσικών εκκλησιαστικών δομών – του Πατριαρχείου Μόσχας υπό την εξουσία του Κρεμλίνου και της μοναρχικής εκκλησιαστικής οργάνωσης «Ρωσική Ορθόδοξη Εκκλησία Εκτός Ρωσίας». Όμως, μόλις η ανάγκη για προστασία έπαψε να υφίσταται, ένα σημαντικό μέρος της Αρχιεπισκοπής δεν συμμορφώθηκε με την εντολή της Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου, αλλά επέστρεψε απευθείας στην υποταγή της Ρωσικής Εκκλησίας.

Τώρα υπάρχουν επίσκοποι της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας, οι οποίοι -ενώ το φθινόπωρο του 2018 διέκοψαν συλλογικά τις σχέσεις τους με το Οικουμενικό Πατριαρχείο, απέρριψαν την απόφαση της Αγίας και Ιεράς Συνόδου του Οικουμενικού Πατριαρχείου από τον Οκτώβριο του 2018 και αγνόησαν την πρόσκληση για την Ενωτική Σύνοδο και τις αποφάσεις της και απέρριψαν τον Τόμο για την αυτοκεφαλία- για προφανείς συναλλακτικούς λόγους θα ήταν σε σχετικά μικρή αριθμητική πλειοψηφία πρόθυμοι να αποδεχθούν το καθεστώς της «προσωρινής Εξαρχίας», προκειμένου να προστατευθούν από την εφαρμογή του νόμου. Αλλά όταν και μόλις αλλάξουν οι συνθήκες, δεν είναι προφανές ότι όσοι μέχρι τώρα περιφρονούν το Οικουμενικό Πατριαρχείο και όλες τις αποφάσεις του, πολύ γρήγορα θα επιστρέψουν στην εξουσία της Ρωσικής Εκκλησίας που τους είναι οικεία; Και τι θα τους εμποδίσει να το κάνουν; Είναι οι ίδιοι ιεράρχες που υπέγραψαν την επιστολή προς τον Οικουμενικό Πατριάρχη τον Απρίλιο του 2018 σχετικά με την αυτοκεφαλία, αλλά στη συνέχεια δεν προσήλθαν στη Σύνοδο (και ίσως να είναι ακόμη και τα ίδια πρόσωπα).

Όσοι υποστηρίζουν την ιδέα της «προσωρινής Εξαρχίας» δεν μπορούν να μην καταλαβαίνουν ότι στην πράξη η δημιουργία της θα σημαίνει τη δημιουργία μιας ΝΕΑΣ θρησκευτικής οργάνωσης. Δηλαδή, αντί των δύο υφιστάμενων σήμερα εγγεγραμμένων δικαιοδοσιών -της αυτοκέφαλης Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας και της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας- θα εμφανιστούν τρεις. Είναι λογικό να αυξάνουμε τη διαίρεση, όταν ο στόχος είναι η ενότητα;

Επίσης, οι συντάκτες της ιδέας δεν εξηγούν με κανέναν τρόπο τι θα αλλάξει στο καθεστώς της ιεραρχίας και του κλήρου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας από την άποψη των πιθανών μελών της υποθετικής «Εξαρχίας». Γιατί τώρα οι επίσκοποι και οι κληρικοί της Ρωσικής Ορθόδοξης Εκκλησίας δεν αναγνωρίζουν το ιερατικό αξίωμα του κλήρου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, αλλά αφού λάβουν την «προσωρινή Εξαρχία» θα αρχίσουν να το αναγνωρίζουν; Άλλωστε, δεν θα υπάρξουν νέες πράξεις έναντι του κλήρου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας – όλα όσα έπρεπε να γίνουν για την ομαλοποίηση της θέσης αυτών των κληρικών έχουν ήδη γίνει οριστικά από το Οικουμενικό Πατριαρχείο.

Επομένως, αν οι ιεράρχες του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία δεν αναγνωρίζουν τώρα τους κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, ποιος λόγος θα τους κάνει να αλλάξουν γνώμη; Αν αυτός ο λόγος είναι μόνο η αλλαγή της διοικητικής τους υπαγωγής, τότε η σημερινή τους στάση είναι καθαρή υποκρισία. Διότι αν είναι έτοιμοι να αναγνωρίσουν αύριο τους κληρικούς της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, όταν οι ίδιοι γίνουν κληρικοί του Οικουμενικού Πατριαρχείου, τότε πρέπει να τους αναγνωρίσουν και τώρα – αφού είναι αναγνωρισμένοι από το Οικουμενικό Πατριαρχείο!

Και πρέπει να θυμηθούμε ακόμα ένα επιχείρημα. Στην πραγματικότητα, σε μια συγκεκριμένη μορφή, δηλαδή στη μορφή του Σταυροπηγίου με επικεφαλής τον Έξαρχο, το Οικουμενικό Πατριαρχείο είναι ήδη παρόν στο Κίεβο από το 2019. Αν πιστέψουμε τους συντάκτες του κειμένου στο «ОТ», τότε στο περιβάλλον της δικαιοδοσίας του Πατριαρχείου Μόσχας στην Ουκρανία υπάρχει ένα αρκετά σημαντικό αίτημα για τη δυνατότητα να μην ανήκει κανείς ούτε στο Πατριαρχείο Μόσχας, ούτε στην Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας. Αν υπάρχει πράγματι ένα τέτοιο αίτημα, τότε πού είναι οι πιστοί του Πατριαρχείου Μόσχας που θέλουν τόσο πολύ να ανήκουν στην «προσωρινή Εξαρχία»; Γιατί υπάρχει τόσο πολύ ελεύθερος χώρος σε όλες τις λειτουργίες στην εκκλησία του Αγίου Ανδρέα; Σύμφωνα με τη λογική των εμπνευστών του κειμένου στο «OT», αυτός ο μικρός, αλλά γνωστός ιστορικός ναός στην πρωτεύουσα της Ουκρανίας δεν θα έπρεπε να χωράει όλους όσους επιθυμούν να εγκαταλείψουν τις ενορίες του Πατριαρχείου Μόσχας στο Κίεβο για να παρακολουθήσουν τη λειτουργία του Εξάρχου του Οικουμενικού Πατριάρχη. Η απουσία τέτοιου μαζικού ενδιαφέροντος σε μια πόλη με πληθυσμό άνω των τριών εκατομμυρίων ανθρώπων ήδη από τώρα και στην πράξη αποδεικνύει ότι οι απαιτήσεις για «προσωρινή Εξαρχία» είναι εντελώς εικονικές, επινοημένες από τη φαντασία εκείνων που, κατ αρχήν, δεν ικανοποιούνται με την ύπαρξη της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, όπως ορίστηκε από τη Σύνοδο και τον Τόμο.

4. Σχετικά με το δικαίωμα της εκκλήτου και το δικαίωμα για Εξαρχία και Σταυροπήγιο.

Ναι, τόσο το δικαίωμα της εκκλήτου όσο και το δικαίωμα για Εξαρχία και Σταυροπήγιο αναφέρονται στο Τόμο και στο Καταστατικό της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Ωστόσο, όλα αυτά δεν μπορούν σε καμία περίπτωση να αντιβαίνουν στη βάση του Τόμου, η οποία αναφέρεται στην αρχή: “ἵνα σύμπασα ἡ ἐν τοῖς ὁρίοις τοῦ πολιτικῶς συγκροτηθέντος καὶ τέλεον ἀνεξαρτητοποιηθέντος Κράτους τῆς Οὐκρανίας περιλαμβανομένη Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία, μετὰ τῶν Ἱερῶν Μητροπόλεων, Ἀρχιεπισκοπῶν, Ἐπισκοπῶν, μοναστηρίων τε καὶ ἐνοριῶν καὶ πάντων τῶν ἐν αὐταῖς ἐκκλησιαστικῶν καθιδρυμάτων [...] ὑπάρχῃ τοῦ λοιποῦ κανονικῶς αὐτοκέφαλος, ἀνεξάρτητος καὶ αὐτοδιοίκητος, Πρῶτον ἐν τοῖς ἐκκλησιαστικοῖς πράγμασιν ἔχουσα καὶ ἐπιγιγνώσκουσα τὸν ἑκάστοτε κανονικὸν Προκαθήμενον αὐτῆς, φέροντα τὸν τίτλον «Μακαριώτατος Μητροπολίτης Κιέβου καὶ πάσης Οὐκρανίας»”. Στην Ουκρανία υπάρχει και ο Έξαρχος του Οικουμενικού Πατριάρχη, και το Πατριαρχικό Σταυροπήγιο που διευθύνει. Αλλά αυτοί οι θεσμοί δημιουργήθηκαν με την υποστήριξη και τη συγκατάθεση του Συνόδου της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, για την υποστήριξή της, και όχι σε αντίθεση με το Τόμο και όχι ως εναλλακτική λύση της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας. Εάν υπό το πρόσχημα μιας «προσωρινής Εξαρχίας» δημιουργηθεί στην πραγματικότητα μια παράλληλη με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας δικαιοδοσία, ειδικά όταν αυτό θα γίνει χωρίς την κανονικά παραχωρηθείσα από την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας συγκατάθεση, αυτό θα παραβιάσει σαφώς τόσο τον Τόμο όσο και την ίδια την αρχή της αυτοκεφαλίας. Και γενικά, αυτό θα είναι κάτι που θα υπερβαίνει τα όρια της κανονικής τάξης, καθώς θα σημαίνει ότι όλοι οι ιεράρχες και κληρικοί που, για υποκειμενικούς λόγους, είναι δυσαρεστημένοι με τη δική τους κανονική ιεραρχία, μπορούν να δημιουργήσουν μια παράλληλη δομή. Ένα τέτοιο προηγούμενο δεν θα φέρει τάξη στην Ουκρανία, αλλά σίγουρα θα φέρει ακόμη περισσότερο χάος στον ήδη πολύ ταραχώδη ορθόδοξο κόσμο.

Παρεμπιπτόντως, σε μια περίπτωση απολύτως ανάλογη με την Ουκρανία, όπου δημιουργήθηκε μια παράλληλη ιεραρχική δομή του Πατριαρχείου Μόσχας εντός του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας, κανείς δεν προτείνει στους κληρικούς και τους ιεράρχες του Πατριαρχείου Μόσχας που «δεν είναι έτοιμοι να ενωθούν τώρα» να δημιουργήσουν μια «προσωρινή Εξαρχία». Αντίθετα, το Οικουμενικό Πατριαρχείο καταδικάζει σαφώς, απερίφραστα και κατηγορηματικά τις παράνομες δραστηριότητες του Πατριαρχείου Μόσχας στο έδαφος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας.

Ομοίως, στην περίπτωση του σκανδάλου στο μοναστήρι της Αγίας Αικατερίνης στο Σινά, όπου η αδελφότητα διχάστηκε ως προς τη στάση της απέναντι στον αρχιεπίσκοπο-ηγούμενό της, καθώς και στην περίπτωση του πρώην μητροπολίτη Πάφου Τυχικού της Κύπρου, ο οποίος απομακρύνθηκε από το αξίωμά του από τη Σύνοδο της Εκκλησίας της Κύπρου λόγω πολυάριθμων παραβάσεων, κανείς δεν σκέφτηκε να δημιουργήσει για τους δυσαρεστημένους μια «προσωρινή Εξαρχία». Σε αυτές τις περιπτώσεις, ο Οικουμενικός Πατριάρχης και η Αγία και Ιερά Σύνοδος κάλεσαν απευθείας τους παραβάτες να υποταχθούν στην εκκλησιαστική τάξη και στις αποφάσεις των αυτοκέφαλων Εκκλησιών τους.

Όσον αφορά το δικαίωμα της εκκλήτου, ακόμη και στο ίδιο το κείμενο του Τόμου αναφέρεται ότι το δικαίωμα αυτό αφορά την έφεση κατά δικαστικών αποφάσεων. Επιπλέον, το δικαίωμα της εκκλήτου εφαρμόζεται όταν έχει εξαντληθεί η δυνατότητα προσφυγής κατά δικαστικών αποφάσεων εντός της Τοπικής Εκκλησίας. Και εφαρμόζεται με τέτοιο τρόπο, ώστε ο Οικουμενικός Πατριάρχης να δέχεται στο κλήρο της Αρχιεπισκοπής Κωνσταντινουπόλεως εκείνους τους κληρικούς για τους οποίους έχει λάβει θετική απόφαση.

Έχει καταδικαστεί ποτέ κάποιος από τους ιεράρχες και κληρικούς του Πατριαρχείου Μόσχας που βρίσκονται στην κανονική επικράτεια της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας από το εκκλησιαστικό δικαστήριο της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, ή έχει κάποιος από αυτούς ήδη ασκήσει έφεση κατά της απόφασης αυτής και δεν έχει λάβει προστασία; Δεν υπάρχει κανένας τέτοιος. Επομένως, πριν εφαρμόσουν το δικαίωμα της εκκλήτου προσφυγής, σύμφωνα με τη διαδικασία, οι ιεράρχες και οι κληρικοί που βρίσκονται στην Ουκρανία και σκοπεύουν να συνεχίσουν να υπηρετούν στην Ουκρανία, πρέπει να απευθυνθούν στην αρμόδια εκκλησιαστική αρχή της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας – στον Προκαθήμενο και στην Ιερά Σύνοδο, και σε περίπτωση έφεσης, εάν δεν ικανοποιηθούν από την απόφαση του Προκαθημένου και της Συνόδου, στο Αρχιερατικό Συμβούλιο, και σε περίπτωση αναιρέσεως, στο Τοπικό Συμβούλιο. Μόνο αφού εξαντλήσουν όλες τις δυνατότητες στην Ουκρανία, οι ιεράρχες και οι κληρικοί θα πρέπει να απευθύνονται στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Και όχι να αγνοούν τη δομή της Ορθόδοξης Εκκλησίας της Ουκρανίας, που καθορίστηκε με την απόφαση της Ενωτικής Συνόδου και του Τόμου, και, απορρίπτοντάς την, να απευθύνονται αμέσως στον Οικουμενικό Πατριάρχη. Γιατί είναι υποκριτικό να αρνείσαι αυθαίρετα ορισμένες αποφάσεις και ενέργειες του Πατριάρχη και της Συνόδου (Τόμος), αλλά να περιμένεις από αυτούς κάτι άλλο (σε αντίθεση με τον Τόμο), που είναι επωφελές για τον εαυτό σου.

5. Συμπέρασμα.

Συνολικά, το κείμενο στο «ΟΤ» μαρτυρά την έντονη προσπάθεια ορισμένων δυνάμεων να δημιουργήσουν έστω και μια μικρή διαφωνία μεταξύ του Οικουμενικού Πατριαρχείου και της Ουκρανίας. Όσοι βρίσκονται πίσω από το κείμενο επιθυμούν διακαώς να εμποδίσουν την εκκλησιαστική ενότητα στην Ουκρανία. Θέλουν επίσης να δώσουν αφορμή για την πραγματική αναθεώρηση του Τόμου για την αυτοκεφαλία και της ίδιας της αρχής της αυτοκεφαλίας και των κανονικών εδαφών. Με αυτές τις συζητήσεις, ακόμη και αν, όπως και πολλά προηγούμενα παρόμοια σχέδια, δεν οδηγήσουν σε τίποτα, οι εμπνευστές επιδιώκουν να επηρεάσουν το περιβάλλον των οπαδών του Μητροπολίτη Ονουφρίου. Να τους επηρεάσουν ώστε να συνεχίσουν, με την απατηλή ελπίδα για «άλλη λύση», να μην εκτελούν τις διατάξεις του Τόμου για την αυτοκεφαλία και να μην ενωθούν με την Ορθόδοξη Εκκλησία της Ουκρανίας.

Μέχρι τώρα, ο Παναγιώτατος Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος, με σοφία, προσοχή, σύνεση, σεβόμενος τους εκκλησιαστικούς κανόνες, συνειδητοποιώντας τις συνέπειες και φροντίζοντας για το πραγματικό καλό της Εκκλησίας του Χριστού, έλαβε αποφάσεις σχετικά με την Ουκρανία. Πιστεύουμε ότι έτσι θα συνεχίσει και στο μέλλον. Και στους πονηρούς που κρύβονται πίσω από τις παραγγελμένες δημοσιεύσεις στο «ΟΤ», ας ανταποδώσει ο Κύριος όπως πρέπει.


Δεν υπάρχουν σχόλια: