Του π.
Δημητρίου Μπόκου
Οἱ ἀπόστολοι τοῦ Χριστοῦ ξεχύθηκαν νὰ κηρύξουν «εἰς πᾶσαν τὴν γῆν» καὶ νὰ διαδώσουν τὸ Εὐαγγέλιο «εἰς τὰ πέρατα τῆς Οἰκουμένης» μὲ μόνο ἐφόδιο τὴν πίστη τους. Ἡ πίστη στὸν μόνο Σωτήρα Χριστὸ τοὺς ἔδωσε τὴν πρωτοφανῆ δύναμη νὰ ἀντιπαλέψουν τὸν πανίσχυρο ἀντίθεο κόσμο. «Διὰ πίστεως κατηγωνίσαντο βασιλείας, …ἐνεδυναμώθησαν ἀπὸ ἀσθενείας, ἐγενήθησαν ἰσχυροὶ ἐν πολέμῳ, παρεμβολὰς ἔκλιναν ἀλλοτρίων» (Ἑβρ. 11, 33-34). Μὲ αὐτὴ θριάμβευσαν στὸν πόλεμο κατὰ τοῦ διαβόλου. Νίκησαν κατὰ κράτος τὴ θεωρούμενη ἀνίκητη δυναστεία τοῦ κακοῦ.
Καὶ ἂν αὐτὰ ἰσχύουν γιὰ ὅλους τους ἀποστόλους,
περισσότερο ἀπὸ ὅλους ἰσχύουν γιὰ τὸν ἀπόστολο Παῦλο. Ὁ Παῦλος ὑπῆρξε ἐπιφανής.
Ἔλαβε τὴν ἑλληνικὴ μόρφωση τῆς ἐποχῆς του, ἀλλὰ ὑπῆρξε ἐντριβὴς καὶ στὴν
πνευματικὴ παράδοση τῶν Ἰουδαίων, ἀφοῦ ἀνῆκε στὴν ἐξέχουσα τάξη τῶν Φαρισαίων.
Διακατεχόταν μάλιστα ἀπὸ ἰδιαίτερο θρησκευτικὸ ζῆλο γιὰ τὰ πατροπαράδοτα ἔθη
τοῦ λαοῦ του καὶ διακρίθηκε στοὺς πρώτους διωγμοὺς κατὰ τῶν Χριστιανῶν.
Ὅταν ὅμως ὁ Χριστὸς τὸν ἁλίευσε μὲ ἐξόχως θαυμαστὸ
τρόπο, ὁ Παῦλος θεώρησε ὅσα εἶχε ἐπιτύχει μέχρι τότε ἐντελῶς ἄχρηστα καὶ
ἐπιζήμια. Σκύβαλα. Σκουπίδια. Ἀκολούθησε μὲ φλογερὴ πίστη τὸν Χριστὸ καὶ ἡ ζωή
του ὁλόκληρη καταδαπανήθηκε γιὰ τὴ διάδοση τοῦ Εὐαγγελίου. Θεώρησε τὴν πίστη
του στὸν Χριστὸ τὸ σημαντικότερο πράγμα ποὺ τοῦ συνέβη καὶ ἀπέρριψε τὴ νομικὴ
δικαιοσύνη, τὴ μέχρι τότε δηλαδὴ προσπάθειά του νὰ δικαιωθεῖ ἀπὸ τὴν ἀκριβῆ
τήρηση τοῦ μωσαϊκοῦ νόμου, τὴν ὁποία βασικὰ εἶχε κατορθώσει. Ἡ δικαίωση ποὺ ἐπιδίωκε,
ἐφαρμόζοντας μὲ κόπο καὶ ἱδρώτα τὶς διατάξεις τοῦ νόμου, ἀποδείχθηκε τελικὰ
οὐτοπία. Ἔτσι λοιπὸν διακήρυξε ὅτι ὁ ἄνθρωπος δικαιώνεται καὶ σώζεται μὲ τὴν
πίστη. «Ὁ δὲ δίκαιος ἐκ πίστεως ζήσεται» (Ἑβρ. 10, 38).
Λέει ὁ Σέρβος ἅγιος Ἰουστῖνος Πόποβιτς: «Ἡ
δικαίωσή μας ἐνώπιον τοῦ Θεοῦ ἐπιτυγχάνεται διὰ τῆς πίστεως. Ἡ μετοχή μας στὰ σωτήρια
πάθη τοῦ Χριστοῦ πραγματοποιεῖται διὰ τῆς πίστεως. Τὴν ἐπίγνωση, τὴν αἴσθηση
τῆς ἀναστάσεως τοῦ Χριστοῦ καὶ τὶς δυνάμεις Του τὶς ἀποκτοῦμε διὰ τῆς πίστεως» (Δογματική, σ. 215-216). Ἡ πίστη αὐτὴ
δὲν εἶναι θεωρητική, διανοητική, ὅπως ἡ πίστη τῶν δαιμόνων, οἱ ὁποῖοι βέβαια
δὲν ἀρνοῦνται τὴν ὕπαρξη τοῦ Θεοῦ. Εἶναι πίστη μὲ ἔργα, δηλαδὴ μετοχὴ
στὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, ἀφοῦ ὁδηγεῖ στὸ νὰ συμπάσχουμε μαζί του. Ποιὸς
πιστεύει στὸν Χριστό; Ἐκεῖνος ποὺ μὲ τόλμη ρίχνεται στοὺς κινδύνους γιὰ χάρη
του, μετέχοντας ἔτσι στὸ πάθος του.
Ὁ ἀπόστολος Παῦλος ἀπεμπόλησε τὴ νομικὴ ἐγωιστικὴ
αὐτοδικαίωσή του καὶ προτίμησε νὰ δικαιωθεῖ ἀπὸ τὸν Θεὸ «διὰ πίστεως
Χριστοῦ». Μὲ αὐτὴν ὁδηγήθηκε στὴ γνώση τῆς Ἀναστάσεως. Στὴν κοινωνία «τῶν
παθημάτων αὐτοῦ». Ἔζησε «συμμορφούμενος τῷ θανάτῳ αὐτοῦ», πάσχοντας
ὅπως καὶ ὁ Χριστός. Μὲ τέτοια πίστη ἔζησαν ὅλοι οἱ ἀπόστολοι, ὅλοι οἱ ἅγιοι,
μετέχοντας στὰ πάθη τοῦ Χριστοῦ, «πάντοτε τὴν νέκρωσιν τοῦ Κυρίου Ἰησοῦ ἐν
τῷ σώματι περιφέροντες» (Β΄ Κορ. 4, 10).
Μὲ τὴν πίστη αὐτὴ ὁ Χριστός, «ὁ μάρτυς ὁ πιστός»
(Ἀποκ. 1, 5), δικαιώνει ὅσους ἐπιλέγουν νὰ τὸν πιστεύουν καὶ νὰ
συμπάσχουν μαζί του. Ἀπὸ τὸν πρωτομάρτυρα Στέφανο μέχρι τοὺς Χριστιανοὺς τῆς
ἐνορίας Προφήτου Ἠλία Δαμασκοῦ, ποὺ μόλις πρὶν λίγο, τὴν προηγούμενη Κυριακὴ
(22-6-2025), θανατώθηκαν μαρτυρικά, ἐπειδὴ ἀκριβῶς ἔφεραν τὸ ὄνομα τοῦ Χριστοῦ.
Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου