e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην 25ετηρίδα της Αγιορειτικής Εστίας


Παρουσία του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου πραγματοποιήθηκε απόψε, Κυριακή 28 Σεπτεμβρίου 2025, στο «Ολύμπιον» της Θεσσαλονίκης, η επετειακή εκδήλωση για τα 25 χρόνια λειτουργίας της Αγιορειτικής Εστίας.

Η επετειακή εκδήλωση  συγκέντρωσε εκπροσώπους της Εκκλησίας, του πολιτικού κόσμου, της αυτοδιοίκησης, της επιστημονικής κοινότητας και πλήθος κόσμου, επιβεβαιώνοντας την διατύπωση του Οικουμενικού Πατριάρχη στην ομιλία του, πως «Ό,τι εκφράζει το Άγιο Όρος δεν έχει ημερομηνία λήξεως, γιατί είναι αληθινό».

Κατά την διάρκειά της εκδήλωσης προβλήθηκε ντοκιμαντέρ για το έργο του φορέα, ενώ χαιρετισμούς απηύθυναν ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεος και εκπρόσωπος της Ιεράς Κοινότητας του Αγίου Όρους.

Την κεντρική ομιλία εκφώνησε ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης και Πρόεδρος του Δ.Σ. της Αγιορειτικής Εστίας, Στέλιος Αγγελούδης, ο οποίος ανέδειξε την εξέχουσα σημασία του φορέα  ως διαύλου σύνδεσης της πόλης με το Άγιον Όρος: «Η αγιοτόκος πόλη της Θεσσαλονίκης, η συμβασιλεύουσα του Βυζαντίου, η πόλη με την αδιάκοπη ιστορική παρουσία των 2.500 ετών, η πόλη του Αγίου Δημητρίου του Μυροβλύτη και του Αγίου Γρηγορίου του Παλαμά, η πόλη με τις δεκάδες βυζαντινές και μεταβυζαντινές εκκλησίες, η δική μας πόλη, κατέχει ένα μοναδικό προνόμιο σε σχέση με τις υπόλοιπες πόλεις της χώρας μας, τη γειτνίαση της με το Άγιον Όρος».

Ο κ. Αγγελούδης χαρακτήρισε το Άγιο Όρος ως «το Α και το Ω για την χριστιανοσύνη, την Κιβωτό της Ορθοδοξίας» και πρόσθεσε: «Η φροντίδα της Υπεραγίας Θεοτόκου σκεπάζει όλους τους μοναχούς που υπηρετούν και φροντίζουν το Περιβόλι της αλλά και όλους όσοι το διακονούν. Αυτή η ιδιαίτερη ευλογία του καθαγιασμένου Αγίου Όρους στεφανώνει εδώ και αιώνες την πόλη μας και μεταλαμπαδεύει σε όλους τους κατοίκους της, την χάρη και την ευλογία του. Μια ευλογία μοναδική η οποία έθεσε τα θεμέλια για να συνδεθεί η πόλη μας με την Αθωνική Πολιτεία, με σχέσεις ισχυρές και μακραίωνες και να γίνει η πύλη του Αγίου Όρους. Για τους Αγιορείτες, η Θεσσαλονίκη αποτέλεσε την πρωτεύουσα τους έξω από τα σύνορα τους και για τους Θεσσαλονικείς το Άγιον Όρος αποτελεί το καταφύγιο τους. Καταφύγιο πνευματικό που τους διέσωσε –και συνεχίζει να διασώζει– σε όλες τις δύσκολες στιγμές. Αυτή την μακραίωνη σχέση ήρθε να συνεχίσει και να ενισχύσει η ίδρυση της Αγιορειτικής Εστίας».

Αναφερόμενος στα 25χρονα της Αγιορειτικής Εστίας ο Δήμαρχος Θεσσαλονίκης τόνισε: «Το έργο της, έργο ικανών και αφοσιωμένων στελεχών, διεθνώς καταξιωμένων συνεργατών, ατόμων και φορέων, μετρήσιμο και εντυπωσιακό σε μέγεθος και ποιότητα, παραμένει ως μία πολύτιμη πολιτιστική, επιστημονική και πνευματική παρακαταθήκη στη Θεσσαλονίκη. Οι δραστηριότητες της Αγιορειτικής Εστίας στην πρώτη εικοσιπενταετία της ζωής της, υπερκάλυψαν τους στόχους που έθεσαν από την πρώτη στιγμή οι συνιδρυτές, με προγράμματα, δράσεις και εκδηλώσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό. Αποτελεί μεγάλη τιμή για εμένα προσωπικά να βρίσκομαι ως Δήμαρχος της Πόλης, στην Προεδρία της Αγιορειτικής Εστίας και από την πρώτη στιγμή που ανέλαβα αφιερώθηκα πλήρως στα καθήκοντα μου με διαρκή παρουσία και αγάπη για τον φορέα και η αφιέρωση μου αυτή θα συνεχιστεί καθ’ όλη τη διάρκεια της θητείας μου».

Εξέφρασε δε τις ευχαριστίες του προς την Ιερά Κοινότητα, το σύνολο των Ιερών Καθιδρυμάτων και των Μοναχών του Αγίου Όρους επισημαίνοντας: «Η λειτουργία της Αγιορειτικής Εστίας, βρήκε θερμή ανταπόκριση και συνάντησε την εμπιστοσύνη και την υποστήριξη του συνόλου της Αθωνικής Πολιτείας, γεγονός που επέτρεψε και στήριξε το πλούσιο και σύνθετο έργο του φορέα».

Ο Γέρων Νικόδημος Αγιοπαυλίτης εκ μέρους της Ιεράς Κοινότητας επισήμανε: «Με βαθιά συγκίνηση και ιδιαίτερη χαρά τιμούμε την 25η επέτειο της αδιάλειπτου λειτουργίας της Αγιορείτικης Εστίας, που αποτελεί γέφυρα μεταξύ της μοναστικής κοινότητας και της Θεσσαλονίκης». Θύμισε τη γέννηση της ιδέας για την ίδρυση της Αγιορείτικης Εστίας το 1997 στο πλαίσιο της Πολιτιστικής Πρωτεύουσας και επισήμανε ότι το Οικουμενικό Πατριαρχείο υπήρξε αρωγός στην προσπάθεια. «Η λειτουργία της κατέστησε τη Θεσσαλονίκη φάρο δραστηριότητας παγκοσμίως. Κάνοντας έναν απολογισμό της 25ετιας νιώθουμε ικανοποιημένοι  για την τέλεση σημαντικότατων δράσεων σε όλους τους τομείς: συνεδρίων, πολυάριθμων εκθέσεων που ανέδειξαν το Άγιο όρος όχι μόνο στη Θεσσαλονίκη αλλά και στην υπόλοιπη Ελλάδα και το εξωτερικό. Πραγματώνει έτσι τον ρόλο της ως πρεσβεία πνευματικού πολιτισμού. Η Θεσσαλονίκη ως πύλη του Αγίου Όρους πλούτισε δια της Αγιορείτικης Εστίας». Ο εκπρόσωπος της Ιεράς κοινότητας στάθηκε και στη συνεργασία του φορέα με πανεπιστήμια της Ελλάδας και του εξωτερικού και εξήρε τη συμβολή του Δήμου Θεσσαλονίκης.

Στον χαιρετισμό του ο Μητροπολίτης Θεσσαλονίκης Φιλόθεος ανέφερε μεταξύ άλλων: «Σας καλωσορίζουμε στη σπουδαία  αυτή επετειακή στιγμή. Η παρουσία του Αγίου Όρους εκπροσωπείται μέσω της Αγιορείτικης Εστίας που αναδεικνύεται σε φάρο πολιτισμού, δίνοντας στους κατοίκους της Θεσσαλονίκης και τους επισκέπτες της πολης τη δυνατότητα να αισθανθούν το ευωδιαστό μοσχοθυμίαμα  του Περιβολιού της Παναγίας. Θα συνεχίσει να πορεύεται με δημιουργικότητα και πιστότητα στη διαδρομή της».

Από την πλευρά του ο διευθυντής της Αγιορειτικής Εστίας Αναστάσης Ντούρος παρουσίασε τους σημαντικότερους σταθμούς στην 25ετή πορεία του θεσμού (εκθέσεις στην Ελλάδα και το εξωτερικό, εκδόσεις, επιστημονικές διοργανώσεις) και παρατήρησε: «Προσωπικά θεωρώ ότι δύο είναι οι μεγάλες επιτυχίες της Αγιορειτικής Εστίας: η πρώτη αφορά τη διάρκεια και τη συνέχειά της. Σε μια χώρα όπου νέοι φορείς δημιουργούνται διαρκώς, μετά από κάποιο -χρονικό διάστημα ξεχνιούνται ή διακόπτουν τη λειτουργία τους, το να έχει ένας φορέας διάρκεια, είναι από μόνο του ένα σημαντικό γεγονός. Το ότι σήμερα βρισκόμαστε εδώ, συγκεντρωμένοι όλοι μαζί και εορτάζουμε τη συμπλήρωση των 25 ετών της Αγιορειτικής Εστίας -και μάλιστα αναφέροντας το πλούσιο πρόγραμμα δράσεων και εκδηλώσεων που έχουν πραγματοποιηθεί – είναι πραγματικά μια μεγάλη επιτυχία.
    »Η δεύτερη επιτυχία αφορά την ανάπτυξη των διαπροσωπικών σχέσεων εντός του φορέα. Οι δράσεις και οι εκδηλώσεις κάποιες φορές θα γίνουν με επιτυχία και άλλες με λιγότερη επιτυχία. Αυτό που έχει μεγαλύτερη σημασία είναι το γεγονός της ανάπτυξης μιας υγιούς σχέσης μεταξύ μας και μεταξύ των συνεργατών μας. Μια σχέση αγάπης και κατανόησης. Αυτό θα κουβαλάμε στον υπόλοιπο βίο μας, αυτή είναι και θα είναι η χαρά μας και αυτή είναι και η ζώσα θεολογία που έχουμε διδαχθεί από τους πατέρες της εκκλησίας μας. Πιστεύω ότι αυτό το έχουμε κατακτήσει σε μεγάλο βαθμό στην Αγιορειτική Εστία και είμαι πολύ χαρούμενος για το κατόρθωμα αυτό».

Ο κ. Ντούρος αναφέρθηκε και στις μελλοντικές δράσεις του θεσμού (ολοκλήρωση της καταγραφής των εικονογραφικών προγραμμάτων των εκκλησιών του Αγίου Όρους, ψηφιοποίηση αρχείου, καταγραφή της βιβλιοθήκης, παρουσίαση μεγάλων εκθέσεων με επίκεντρο το Άγιον Όρος, όπως αυτή για τον Φώτη Κόντογλου τον Οκτώβριο), καθώς και στο σχέδιο για τη δημιουργία ενός νέου σύγχρονου κτιρίου στην αυλή της Αγιορειτικής Εστίας.

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης Βαρθολομαίος στην ομιλία του τόνισε: «Με πολλή χαρά και συγκίνηση βρισκόμαστε στην αγιοτόκο πόλη της Θεσσαλονίκης, συνεορτάζοντες την λαμπρά επέτειο. Αποτελεί ευκαιρία δοξολογίας προς τον Θεό που ευλόγησε την ίδρυση του θεσμού αυτού. Μεταφέρουμε την ευλογία της Εκκλησίας της Κωνσταντινούπολης».

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης αναφέρθηκε στη γέννηση της Αγιορειτικής Εστίας το 1997 και το έργο της για την ανάδειξη των θησαυρών του Αγίου Όρους, «κειμήλια πίστεως, εικόνες, αριστουργήματα βυζαντινής τέχνης καρπούς πνευματικού κόπου», όπως είπε, χαρακτηρίζοντας τον θεσμό πολιτισμική παρακαταθήκη της αγιώνυμης πολιτείας. «Καθ’ όλη την 25ετία λειτούργησε ως κιβωτός του αγιορείτικου πολιτισμού», τόνισε, αναφερόμενος στις δράσεις της Εστίας, όπως εκθέσεις που προβάλλουν τη μακραίωνη μοναστική παράδοση, επιστημονικά εργαστήρια, συνέδρια, επιστημονικές μελέτες. «Η αγιορειτική ζωή αποτελεί κέντρο ερευνών και πολιτισμού και είναι σημαντική για άπαντα τον χριστιανισμό και την οικουμένη όλη», επισήμανε και αναφέρθηκε στην πολύτιμη αρωγή του Δήμου Θεσσαλονίκης. «Η Θεσσαλονίκη αναδείχθηκε σε γεωγραφικό και πνευματικό μεσότοπον», είπε χαρακτηριστικά, τονίζοντας ότι η πόλη «φέρει βαρύτιμο πνευματική παρακαταθήκη και  λειτουργεί ως τόπος συνάντησης της παράδοσης με τον σύγχρονο κόσμο».

Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου εἰς τόν ἑορτασμόν τῆς ἐπετείου συμπληρώσεως 25 ἐτῶν ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας ὑπό τόν τίτλον: 
«Μοναχισμός καί Πολιτισμός: ἡ μαρτυρία τοῦ Ἁγίου Ὄρους» 

(Θεσσαλονίκη, 28 Σεπτεμβρίου 2025)

* * *

Ἱερώτατε Μητροπολῖτα Θεσσαλονίκης κ. Φιλόθεε, Ποιμενάρχα τῆς Θεοσώστου ταύτης Ἐπαρχίας,

Τιμιώτατοι λοιποί ἀδελφοί Ἱεράρχαι, 

Ὁσιώτατοι Ἀγιορεῖται Πατέρες, 

Ἐντιμότατε Δήμαρχε καί Πρόεδρε τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας κύριε Στυλιανέ Ἀγγελούδη,

Ἐξοχώτατοι καί Ἐντιμότατοι ἐκπρόσωποι τῶν Ἀρχῶν,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες ὀφφικιάλιοι, 

Τέκνα ἐν Κυρίῳ ἀγαπητά,

Μετά πολλῆς χαρᾶς καί συγκινήσεως εὑρισκόμεθα σήμερον ἐν μέσῳ ὑμῶν, ἐν τῇ ἁγιοτόκῳ πόλει τῆς Θεσσαλονίκης, συνεορτάζοντες τήν λαμπράν ἐπέτειον συμπληρώσεως εἰκοσι-πέντε ἐτῶν ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς «Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας». Ἡ ἐπέτειος αὐτή ἀποτελεῖ δι᾽ ἡμᾶς εὐκαιρίαν δοξολογίας πρός τόν ἀγαθοδότην Θεόν, ὁ Ὁποῖος εὐλόγησε τήν ἵδρυσιν καί τήν καρποφόρον πορείαν τοῦ θεσμοῦ τούτου. Συγχαίρομεν ἀπό καρδίας πάντας τούς συμβαλόντας εἰς τήν καλήν μαρτυρίαν τοῦ πολυτίμου τούτου φορέως: τήν Ἱεράν Κοινότητα τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τόν Δῆμον Θεσσαλονίκης, τά μέλη τοῦ Διοικητικοῦ Συμβουλίου τῆς Ἑστίας, καί σύνολον τήν χορείαν τῶν ἐπιστημόνων, τῶν μελετητῶν, τῶν συνεργατῶν καί πάντων τῶν ἐργαζομένων εἰς τήν Ἁγιορειτικήν Ἑστίαν. Μεταφέρομεν τήν εὐλογίαν τῆς Μητρός Κωνσταντινουπολίτιδος Ἐκκλησίας καί ἐκφράζομεν τάς θερμάς πατρικάς ἡμῶν εὐχάς πρός πάντας ὑμᾶς.

Καρπός συνεργασίας τοῦ Δήμου Θεσσαλονίκης μετά τῆς Ἱερᾶς Κοινότητος τοῦ Ἁγίου Ὄρους,  ὡς συνέχεια καί διαιώνισις τῆς σπουδαίας ἐκθέσεως «Θησαυροί τοῦ Ἁγίου Ὄρους», ἡ ὁποία διωργανώθη τό 1997, ἡ Ἁγιορειτική Ἑστία ἱδρύθη τό ἔτος 2000 διά νά ἀποκαλύψῃ εἰς τό εὐρύ κοινόν τά κειμήλια τῆς πίστεως, λείψανα μαρτύρων καί ὁσίων, ἱεράς εἰκόνας καί συναφῆ ἀριστουργήματα βυζαντινῆς τέχνης, ἀλλά, τό κυριώτατον, βιώματα ἀρετῆς, ἄρωμα ἁγιότητος, καρπούς πνευματικοῦ κόπου, τήν τιμαλφεστάτην, δηλαδή, πνευματικήν καί πολιτισμικήν παρακαταθήκην τῆς Ἁγιωνύμου Πολιτείας. Ἡ Ἁγιορειτική Ἑστία κατέστη οὕτω μόνιμος θεσμός, ὁ ὁποῖος ἔκτοτε διαχειρίζεται καί προβάλλει τούς πολυτίμους αὐτούς θησαυρούς, ἀναδεικνύων τήν ζῶσαν παράδοσιν τοῦ Ἁγίου Ὄρους εἰς τόν σύγχρονον κόσμον.

Καθ´ ὅλην τήν παρελθοῦσαν εἰκοσιπενταετίαν, ἡ Ἁγιορει-τική Ἑστία ἐλειτούργησεν ὡς κιβωτός τοῦ Ἁγιορειτικοῦ πολιτισμοῦ. Αἱ πολυάριθμοι δράσεις της μαρτυροῦν περί τῆς πολυδιαστάτου διακονίας της. Διοργανοῦνται ἐκθέσεις, αἱ ὁποῖαι προβάλλουν τήν μακραίωνα μοναστικήν παράδοσιν καί τήν μεγάλην πνευματικήν παρακαταθήκην τῆς Ἀθωνικῆς Πολιτείας. Ἐξεδόθη ἐξειδικευμένη σειρά βιβλίων περί τοῦ Ἁγίου Ὄρους, τοῦ Ὀρθοδόξου μοναχισμοῦ καί τοῦ βυζαντινοῦ πολιτισμοῦ. Πραγματοποιοῦνται διεθνῆ συνέδρια εἰς ἐτησίαν βάσιν, ἐπιστημονικά ἐργαστήρια, ὁμιλίαι καί ποικίλαι ἄλλαι ἐκδηλώσεις διά νά ὑποστηριχθοῦν καί νά προβληθοῦν οἱ στόχοι τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας. Εἶδον τό φῶς τῆς δημοσιότητος σπουδαῖαι ἐπιστημονικαί μελέται καί ἐκυκλοφορήθησαν ἀνάτυπα ἐκ τῶν βιβλιοθηκῶν τῶν Ἱερῶν Μονῶν. Ἐν ὀλίγοις, ἡ Ἁγιορειτική Ἑστία ἀποτελεῖ ἕν ζῶν κέντρον ἐρευνῶν, πολιτισμοῦ καί πνευματικῆς διακονίας, τοῦ ὁποίου ἡ συμβολή εἶναι μοναδική καί σημαντική δι᾽ ἅπαντα τόν Ὀρθόδοξον κόσμον καί τήν οἰκουμένην ὅλην.

Ἐξ ἀρχῆς εὐλογήσαμεν ἐκ Φαναρίου θερμῶς τάς ἀναλη-φθείσας ὑπό τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας πρωτοβουλίας. Ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία ἔθεσεν ὑπό τήν αἰγίδα της ποικίλας δράσεις της, καί προθύμως ἐστήριξε τήν πορείαν της. Δοξάζομεν τόν Δωρεοδότην Θεόν, διότι ὁ θεσμός οὗτος, ὑπό τήν στοργικήν σκέπην τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου καί μέ τήν πολύτιμον ἀρωγήν τοῦ Δήμου Θεσσαλονίκης, ἐξειλίχθη εἰς ἕνα δίαυλον μεταλαμπαδεύσεως τῆς ἁγιορειτικῆς μαρτυρίας εἰς τὴν κοινωνίαν. Καί οὕτως ἡ Θεσσαλονίκη ἀνεδείχθη καί πάλιν εἰς γεωγραφικόν καί πνευματικόν «μεσότοπον», καί τοῦτο οὐδόλως τυχαίως, διότι ἡ Νύμφη τοῦ Θερμαϊκοῦ, ὑπῆρξε δι᾽ αἰῶνας μεθόριον καί ἱστορική γέφυρα μεταξύ τοῦ ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ καί τοῦ ἔξω κόσμου. Ἐνταῦθα ἔζησε καί ταύτην τήν πόλιν ἐποίμανεν ὁ Ἅγιος Γρηγόριος ὁ Παλαμᾶς, τό ἀγλάϊσμα τῶν θεολόγων τοῦ 14ου αἰῶνος, ὁ ὁποῖος ἀπό τήν ἡσυχίαν τῆς ἀθωνικῆς ἐρήμου, ἀνῆλθεν εἰς τόν Θρόνον τῆς Συμβασιλευούσης, καί μετέφερεν εἰς τό ποίμνιον, διά τῆς διδασκαλίας του καί τῆς ποιμαντικῆς του, τήν ἡσυχαστικήν ἐμπειρίαν. Καί σήμερον, ἡ πόλις τῆς Θεσσαλονίκης, ὑπό τήν σκέπην τοῦ Ἁγίου Μεγαλομάρτυρος Δημητρίου καί πλήθους Ἁγίων, φέρει βαρύτιμον πνευματικήν παρακαταθήκην καί ἐξακολουθεῖ νά λειτουργῇ ὡς τόπος συναντήσεως τῆς παραδόσεως μετά τοῦ σύγχρονου κόσμου.

Κάθε προσπάθεια προβολῆς τοῦ πνευματικοῦ πολιτισμοῦ τῆς Ὀρθοδοξίας εἶναι ἔργον ἀγαθόν καί ἀξιάγαστον. Συστατικόν τιμαλφέστατον τῆς ὀρθοδόξου παραδόσεως εἶναι ὁ μοναχισμός, ἡ δυναμική ἔκφρασις τοῦ ἀσκητικοῦ πνεύματος τῆς Ἐκκλησίας καί τῆς ἐσχατολογικῆς ὁρμῆς τῆς ζωῆς της. Ὁ μοναχισμός «ἀνήκει στήν καρδιά τῆς Ἐκκλησίας», ἀποτελεῖ μίαν ἐκ τῶν ζωτικῶν ἐκφάνσεων τῆς ζωῆς της, ἀρρήκτως συνυφασμένος μετά τῆς ἁγίας ἀποστολῆς της. Εἶναι, ὅπως ἔχει λεχθῆ προσφυέστατα, «ὁ καρπός τοῦ ἀσκητικοῦ ἰδεώδους ὁλόκληρης τῆς Ἐκκλησίας, γιατί δέν εἶναι κίνημα παρά τήν Ἐκκλησία ἤ πάνω ἀπό τήν Ἐκκλησία, ἀλλά σάρκα ἀπό τή σάρκα της καί καύχημά της». Εἰς τήν Ὀρθοδοξίαν ἡ ἄσκησις δέν ἀποτελεῖ ἀτομικόν κατόρθωμα, ἀλλά εἶναι ἐκκλησιαστική ἀρετή καί συνδέεται μέ τήν εὐχαριστιακήν ταυτότητα τῆς Ἐκκλησίας. Εἰς τάς Ἱεράς Μονάς διασώζεται ἡ ἀλήθεια τῆς «εὐχαριστιακῆς πραγματώσεως» τῆς Ἐκκλησίας, ἡ ὁποία συνδέεται ἀρρήκτως μέ τόν ἐσχατολογικόν χαρακτῆρα καί προσανατολισμόν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Ἡ ζωή τοῦ μοναχοῦ ἐκτυλίσσεται «μεταξύ ἀσκήσεως καί Εὐχαριστίας». Ὄντως, ὁ μοναχός εἶναι εὐχαριστιακός καί ὁ «ἀληθινά ἐσχατολογικός» πιστός.

Εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας, οἱ ἀσκηταί καί αἱ μοναχικαί ἀδελφότητες ὑψοῦνται ὡς προμαχῶνες τῆς εὐσεβείας, προφητικαί φωναί πού καλοῦν πρός μετάνοιαν καί λιτανεύουν ἀδιαλείπτως ἐν ταῖς ἐρήμοις καί τοῖς ὄρεσι τήν χαράν τῆς ἐλθούσης χάριτος καί τήν ἐλπίδα τῆς ἐρχομένης Βασιλείας τοῦ Θεοῦ. Ὁ μοναχός ἀγωνίζεται καθ᾽ ἡμέραν νά ζήσῃ τό Εὐαγγέλιον, νά νεκρώσῃ τά πάθη, νά φυλάξῃ τάς ἐντολάς τοῦ Κυρίου, νά ἀποκτήσῃ διά τῆς Θείας χάριτος τήν νῆψιν καί τήν εἰρήνην. Αὐτή ἡ εἰρήνη, «ἡ πάντα νοῦν ὑπερέχουσα» (Φιλιπ. δ´, 7), δίδεται παρά τοῦ Χριστοῦ εἰς τάς ψυχάς τῶν μοναστῶν ὡς καρπός μετανοίας, καί μαρτυρεῖται ἀπό τό χαροποιόν πένθος πού καταυγάζει τά πρόσωπα τῶν γνησίων ἀσκητῶν μέ οὐράνιον φῶς. 

Ὁ μοναχισμός ὡς σάρξ ἐκ τῆς σαρκός τῆς Ἐκκλησίας, κηρύσσει πρός ἅπαντας τό «οὐ γάρ ἔχομεν ὧδε μένουσαν πόλιν, ἀλλά τήν μέλλουσαν ἐπιζητοῦμεν» (Ἑβρ. ιγ´, 14). Ὁ Ὀρθόδοξος μοναχός, βεβαίως, δέν ἀποστρέφεται τόν κόσμον, ἀλλ᾽ ἀντιθέτως βιώνει τήν ἐσωτάτην κοινωνίαν μετά τοῦ Θεοῦ καί δι’ Αὐτοῦ μετά παντός τοῦ κόσμου. Ἀναχωρεῖ ἐκ τοῦ κόσμου ὄχι διότι ἀπορρίπτει τόν κόσμον, ἀλλά διότι ἕλκεται ἀπό τόν Χριστόν. Ἐν Χριστῷ καθίσταται ὁ πλέον κοινωνικός ἄνθρωπος, καθότι κοινωνεῖ ἀμέσως, διά τῶν ἀκτίστων ἐνεργειῶν, πρός τό πλέον κοινωνικόν Ὄν, τόν ἐν Τριάδι Δημιουργόν τοῦ παντός. Ἐν τῇ προσευχῇ αὐτοῦ, ὡς μέλος ἀδιάσπαστον τοῦ Σώματος τοῦ Χριστοῦ, ὁ μοναχός δακρύει καί χαίρει «μετά τῶν κλαιόντων καί χαιρόντων» (Ρωμ. ιβ´,15). Ἐν τῇ μυστικῇ σιωπῇ του, ὑψώνει τάς χεῖρας καί περιπτύσσεται ἐν πνεύματι ὅλην τήν κτίσιν, καθικετεύων τόν Κύριον ὑπέρ τῆς σωτηρίας τοῦ κόσμου. Τό καρδιακόν «Κύριε Ἰησοῦ Χριστέ, ἐλέησόν με» εἶναι ἡ δέησίς του πρός Κύριον ὑπέρ συνόλου τοῦ ἀδαμιαίου γένους καί πάσης τῆς κτίσεως. Ὅσον δέ ὁ μοναχός προκόπτει εἰς τήν ὁδόν τῆς κατά χάριν θεώσεως, τοσοῦτον περισσότερον καθίσταται εὐεργέτης τοῦ συνόλου, διότι ἡ ἁγιότης ἑνός μέλους ἀποτελεῖ πλοῦτον καί χάριν δι᾽ ἅπαντα τά μέλη. Ὡς ἔχει προσφυῶς γραφῆ, ὁ μοναχός «ἐνῷ χωρίζεται ἀπ᾽ ὅλα, ἑνώνεται μέ ὅλα· ἐνῷ ἀπομακρύνεται ἀπό τόν κόσμο γίνεται παγκόσμιος».  

 Εἰς τόν σύγχρονον κτητικόν πολιτισμόν τοῦ ἔχειν καί τοῦ κατέχειν, ὁ ἁγιορειτικός μοναχισμός μέ τήν λιτότητά του, τήν οἰκοφιλικήν σχέσιν του μέ τό φυσικόν περιβάλλον, τήν εὐχαριστιακήν χρῆσιν τοῦ κόσμου, δίδει σήμερον ἐμπράκτως τήν μαρτυρίαν τοῦ σεβασμοῦ τῆς ἱερότητος καί ὡραιότητος τῆς δημιουργίας. Εἰς τήν τύρβην καί τάς μερίμνας τῆς συγχρόνου ζωῆς, ἀποκτᾷ ἰδιαιτέραν ἀξίαν ἡ ἀλήθεια τῆς «ἡσυχίας», ὅπως αὐτή ἐκφράζεται εἰς τό Γεροντικόν μέ τήν πηγαίαν ἀπορίαν τοῦ Ἀββᾶ Ἀρσενίου: «Παρέβαλέ ποτε ὁ Ἀββᾶς Ἀρσένιος εἰς τόπον, καί ἦσαν ἐκεῖ κάλαμοι, καί ἐκινήθησαν ὑπό τοῦ ἀνέμου· καί λέγει ὁ γέρων τοῖς ἀδελφοῖς· τί ἐστιν ὁ σεισμός οὗτος; καί λέγουσι· κάλαμοί εἰσι· λέγει οὖν αὐτοῖς ὁ γέρων· φύσει ἐάν κάθηταί τις ἐν ἡσυχίᾳ, ἀκούσει δέ φωνήν στρουθίου, οὐκ ἔχει καρδία τήν αὐτήν ἡσυχίαν· πόσω μᾶλλον ὑμεῖς, ἔχοντες τόν σεισμόν τῶν καλάμων τούτων;» (Γεροντικόν, σ. 7.).

Αὐτό τό μήνυμα διά τήν ἀλήθειαν τῆς ἡσυχίας καί τῆς εὐχαριστιακῆς σχέσεως μέ τήν δημιουργίαν μεταδίδει σιωπηλῶς τό Ἅγιον Ὄρος, μέ τάς σπουδαίας Ἱεράς Μονάς, τάς Σκήτας, τά κελλία, τούς Κοινοβιάτας μοναχούς καί τούς «ἐν ἐρημίαις … καί ὄρεσι καί σπηλαίοις καί ταῖς ὀπαῖς τῆς γῆς» (Ἑβρ. ια´,38) ἀσκουμένους. 

Ἡ ἀδιαφορία διά τήν πνευματικήν ζωήν χαρακτηρίζεται ὡς στῖγμα διά τήν ἐποχήν μας, ἰδίως εἰς τάς ἐκκοσμικευμένας κοινωνίας. Ἐνώπιον τῆς συρρικνώσεως τοῦ ἀνθρώπου εἰς βιολογικήν μονάδα, καί τῆς θεωρήσεως τῆς ζωῆς ὡς ἀγῶνος διά τήν κάλυψιν τῶν ὑλικῶν ἀναγκῶν καί τήν ἱκανοποίησιν τῶν αἰσθήσεων, τό Ἅγιον Ὅρος συμβολίζει τό «ζητεῖτε τά ἄνω… τά ἄνω φρονεῖτε, μή τά ἐπί γῆς» (Κολ. γ´, 1-2), τήν ὑπέρβασιν τῆς ἀδιεξόδου προσκολλήσεως εἰς τό ἐγώ καί τάς ἀκορέστους ἐπιθυμίας του. Ὡστόσον, εἶναι ἐξόχως σημαντικόν ὅτι πλέον σήμερον, αἱ ἱεραί μοναί τοῦ Ἁγίου Ὅρους ἀποτελοῦν πόλον ἕλξεως, τόπον παρηγορίας καί «θεραπείας τῶν τῆς καρδίας ἀλγηδόνων». Οὐδείς ἐκ τῶν προσκυνητῶν καί τῶν ἐπισκεπτῶν τῶν Ἀθωνικῶν μοναστηρίων ἀποχωρεῖ χωρίς νά ἔχῃ βιώσει ἐσωτερικήν ἀναγέννησιν, χωρίς νά ἔχουν κλονισθῆ αἱ κοσμικαί βεβαιότητές του. Δέν εἶναι τυχαῖον ὅτι πολλοί ἐξ αὐτῶν συνειδητοποιοῦν ὅτι ἡ αὐθεντική ἀσκητική βιοτή εἶναι πηγή ἐσωτερικῆς ἐλευθερίας καί ἐναλλακτική πρότασις ζωῆς ἔναντι τῆς εὐδαιμονιστικῆς αὐτοπραγματώσεως. Ὅ,τι εἶναι, ὅ,τι ἐκφράζει, ὅ,τι συμβολίζει τό Ἅγιον Ὄρος δέν ἔχει ἡμερομηνίαν λήξεως, διότι εἶναι ἀληθινόν. 

Ἐπιθυμοῦμεν νά ἀναφερθῶμεν καί εἰς τήν ἐξαίρετον πνευματικὴν σχέσιν Ἁγίου Ὄρους καί Οἰκουμενικοῦ Πατριαρ-χείου, ὑπό τήν ἀμεσωτάτην ἐποπτείαν, προστασίαν καί δικαιοδο-σίαν τοῦ ὁποίου εὑρίσκεται. Ὁ ἐκάστοτε Οἰκουμενικός Πατρι-άρχης, ὡς ὁ κανονικός κυριάρχης Ἐπίσκοπος τοῦ Ἁγίου Ὄρους, εἶναι ὁ πνευματικός πατήρ καί προστάτης τῶν ἐκεῖσε ἐγκαταβιούντων μοναχῶν. Πᾶσα προσπάθεια διασαλεύσεως ταύτης τῆς ἁρμονικῆς σχέσεως ἀπεδείχθη ἱστορικῶς πηγή προβλημάτων καί πλανῶν πού ἔθεσαν εἰς κίνδυνον τήν εὐστάθειαν καί εὐθυδρομίαν τῆς Μοναστικῆς Πολιτείας. Εἰς κάθε ἀναδυομένην ἀπειλήν, ἡ ἄγρυπνος μέριμνα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί ἡ ἀνά τούς αἰῶνας πρός αὐτήν πιστότης τῶν Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων ἀπεσόβησαν κινδύνους καί διετήρησαν τό Περιβόλαιον τῆς Παναγίας ἄμωμον τόπον προσευχῆς καί ἀσκήσεως.

Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον χαίρει διά τήν πνευματικό-τητα τοῦ Ἁγιορειτικοῦ μοναχισμοῦ καί ἀδιαλείπτως γρηγορεῖ ὑπέρ αὐτοῦ. Ὁμοίως δέ ἐκτιμᾷ βαθύτατα καί τάς πρωτοβουλίας, τούς φορεῖς καί τά ἔργα, δι’ ὧν τό Ἅγιον Ὄρος ἐπικοινωνεῖ πρός τόν λοιπόν κόσμον. Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, ἡ Ἁγιορειτική Ἐστία, καθ’ ὅλην τὴν λειτουργίαν αὐτῆς, επί εν τέταρτον αιώνος, πραγματώνει τήν ἐξακτίνωσιν τῆς Ἀθωνικῆς διακονίας πρὸς τούς ἐκτός, καταδεικνύουσα ὅτι ἡ κληρονομία τοῦ Ἁγίου Ὄρους δέν εἶναι μουσειακόν κατάλοιπον τοῦ παρελθόντος, ἀλλά πηγή ζῶσα, τρέφουσα τό σήμερον καί τό αὔριον τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ πολιτισμοῦ. Ἡ μέχρι σήμερον εὔκαρπος πορεία τοῦ θεσμοῦ τούτου ἐφανέρωσεν ὅτι ἡ πνευματικότης καί οἱ πολύτιμοι θησαυροί τοῦ Ἁγίου Ὄρους δύνανται νά προβληθοῦν δημιουργικῶς καί ἐν τῷ κόσμῳ, νά ἐκτιμηθοῦν ὑπό τῶν συγχρόνων ἀνθρώπων, καί νά ἐμπνεύσουν τούς νεωτέρους εἰς ἀναζήτησιν τοῦ ἁγίου καί ὑψηλοῦ νοήματος τῆς ζωῆς.

Ἐπί τῇ συμπληρώσει τῶν εἰκοσιπέντε ἐτῶν λειτουργίας τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἐστίας, ἐπαναβεβαιοῦμεν τήν Πατριαρχικήν εὐαρέσκειαν καί πατρικήν ἡμῶν στοργήν πρός πάντας τούς συντελεστάς διά τόν ἀκάματον μόχθον πού κατέβαλον καὶ καταβάλλουν. Ἡ Μετριότης ἡμῶν, θεωροῦσα τούς πλουσίους καρπούς τῆς Ἱερᾶς ταύτης ἀποστολῆς, χαίρει καί συγχαίρει. 

Ἐντιμότατε κύριε Διευθυντά τῆς Ἁγιορειτικῆς Ἑστίας, προτρέπομεν ὑμᾶς, τούς ἐπιστήμονας, τούς ἐρευνητάς καί πάντας τούς συνεργάτας ὑμῶν, νά συνεχίσετε μετά τοῦ αὐτοῦ ζήλου καί τῆς αὐτῆς ἀφοσιώσεως τό σπουδαῖον ὑμῶν ἔργον. Αἱ προκλήσεις τῆς συγχρόνου ἐποχῆς καθιστοῦν τήν διακονίαν πάντων ὑμῶν ἔτι μᾶλλον ἀναγκαίαν· ὁ κόσμος διψᾷ διά τό ὕδωρ τό ζῶν, τό ὁποῖον ἀναβλύζει ἐκ τῆς ἀενάου πηγῆς τῆς Ὀρθοδοξίας, καί τό Ἅγιον Ὅρος ἀποτελεῖ μίαν ἐκ τῶν πλουσιωτάτων αὐτῆς φλεβῶν. Μή παύσητε νά στρέφετε τόν νοῦν καί τήν καρδίαν τῶν συνανθρώπων μας πρός τό Ἁγιώνυμον Ὄρος καί τά δῶρα του: τά δῶρα τῆς πίστεως, τῆς προσευχῆς, τῆς ἀσκήσεως, τῆς Ὀρθοδόξου παραδόσεως. 

Ἐν τῷ πνεύματι τούτῳ, καταστέφομεν πάντας ὑμᾶς διά τῆς Πατριαρχικῆς ἡμῶν εὐλογίας, δεόμενοι ὅπως, πρεσβείαις καί ἱκεσίαις τῶν Ὁσίων Ἁγιορειτῶν Πατέρων, ἡ ἀδιάλειπτος προστασία τῆς Ὑπεραγίας Δεσποίνης ἡμῶν Θεοτόκου, τῆς Κυρίας καί προστάτιδος τῆς Βασιλίδος τῶν πόλεων καί τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους, κρατύνῃ πάντας ὑμᾶς. Αμήν!

________

Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου








Δεν υπάρχουν σχόλια: