e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 3 Νοεμβρίου 2025

Ο αρραβωνιαστικός της Ρηνούλας

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ

Μικρή ερωτεύτηκε η Ρηνούλα, μικρή αρραβωνιάστηκε, μικρή παντρεύτηκε, όχι αυτόν που ερωτεύτηκε και μικρή χήρεψε.

Αυτός που ερωτεύτηκε, ύστερα από λίγο, παντρεύτηκε άλλην που είχε μαγαζί και σπίτι δικό της.

Αυτός που παντρεύτηκε δεν είχε στον ήλιο μοίρα.

Οι γονείς της προσπάθησαν να εμποδίσουν αυτόν το γάμο, το ίδιο και οι γονείς του νεαρού.

Η Ρηνούλα βιαζόταν να παντρευτεί για να εκδικηθεί, όπως νόμιζε, αυτόν που την παράτησε.

Οι γονείς του Γιακουμή, του γαμπρού, ήθελαν να πάρει κορίτσι από τον τόπο τους ήταν νησιώτες και η Ρηνούλα από τη Β. Ελλάδα. Υπολόγιζαν να επαναπατριστούν σε 2-3 χρόνια και στο νησί τους υπήρχαν πολλές όμορφες κοπέλες, γιατί να πάρει «την ξένη» ο Γιακουμής τους; Μετανάστες  στη Μελβούρνη οι γονείς, όπου γεννήθηκαν και τα παιδιά.

Ο Γιακουμής, όμως, την είδε σε μια εκδήλωση, κομψή, όμορφη, αεράτη, καλλίγραμμη και ξετρελάθηκε. Ποσώς τον απασχολούσε αν εκείνη δεν ήταν ερωτευμένη μαζί του, αλλά με τον πρώην αρραβωνιαστικό.

-Σημασία έχει, ότι εγώ αγαπάω, έλεγε, αδιαφορώ τι κάνει το άλλο άτομο.

Έτσι, αψηφώντας και οι δύο την άρνηση των γονιών τους, αποφάσισαν να παντρευτούν, καθένας για δικούς του λόγους, που δεν είχαν σχέση με τους λόγους για τους οποίους, συνήθως,  παντρεύονται δυο νέοι.  

Τι να κάνουν οι γονείς, αναγκαστικά υποχώρησαν. Πιστεύοντας ο Γιακουμής ότι αν κάνουν γρήγορα παιδιά και όχι ένα, αλλά δυο - τρία, θα έδενε δια βίου τη Ρηνούλα, αυτό ακριβώς έκανε. Ούτε  5 χρόνια παντρεμένοι, δύο παιδιά και ένα στην κοιλιά.  Οι πολλές ευθύνες, το γεγονός ότι έπρεπε να δουλεύει πολύ για να τα βγάλουν πέρα, και το ότι η Ρηνούλα που, αναπόφευκτα, παραμελούσε τον εαυτό της και την εμφάνισή της, πού και πώς να βρει καιρό και διάθεση με τη μια εγκυμοσύνη μετά την άλλη, έκαναν το Γιακουμή να μην την βλέπει πια σαν το όμορφο ελκυστικό κοριτσόπουλο που παντρεύτηκε. Έτσι άρχισε να συχνάζει σε μέρη όχι κατάλληλα για οικογενειάρχες. Μεγάλες απουσίες από το σπίτι, ξενύχτια και αδιαφορία για την οικογένεια.

Οδηγώντας  μεθυσμένος ο Γιακουμής μια νύχτα,  από μια ακόμα κραιπάλη, αγκάλιασε με φοβερή ταχύτητα ένα μεγάλο δένδρο κι εκεί άφησε την τελευταία του πνοή.

Η Ρηνούλα, έγκυος, επί πλέον, είχε την Μαρία 4 χρονών και το Γιωργάκη 2.

Σαν έμαθε τα νέα, μέσα στη νύχτα, πάγωσε και έμεινε άφωνη. Οι δυο Αστυνομικοί που της χτύπησαν νυχτιάτικα την πόρτα, ένας άνδρας και μια γυναίκα, στάθηκαν εκεί για πολλή ώρα. Διαπιστώνοντας την εγκυμοσύνη της και τα δυο μικρά που κοιμόνταν στο δωμάτιο, της μιλούσαν  με κατανόηση και συμπάθεια.

Την ρώτησαν αν ήθελε να ειδοποιήσουν κάποιον δικό της, μα η Ρηνούλα όχι μόνο δεν μπορούσε να μιλήσει, αλλά και να μιλούσε τι να έλεγε ότι δεν έχει κανέναν;

Ο πατέρας τη, λίγο μετά το γάμο, αποφάσισε να γυρίσει στο χωριό του. Είχε πεθάνει η μητέρα της από καρκίνο, την έθαψε στο χωριό και ήθελε να πάει κοντά  να της ανάβει το καντήλι.

 Οι γονείς του Γιακουμή, διαπιστώνοντας ότι και εκεί που είναι οι σχέσεις με τη νύφη και το γιο δεν ήταν οι καλύτερες,  έφυγαν για το Νησί τους, όπως είχαν προγραμματίσει πριν από το γάμο.

Όταν αποφάσισαν να φύγουν, πρότειναν στο Γιακουμή και στη Ρηνούλα να πάνε μαζί τους.

Ότι έγινε,  έγινε, αφού παντρεύτηκαν και έκαναν οικογένεια, τουλάχιστον να τους έχουν κοντά τους, να τους προσφέρουν ότι βοήθεια μπορούσαν.

Ανένδοτοι και οι δύο αρνήθηκαν ρητά και κατηγορηματικά.

-Εδώ είναι η πατρίδα μας, εδώ θα μείνουμε. Εδώ γεννηθήκαμε εμείς εδώ  και τα παιδιά μας, τι δουλειά έχουμε στα χωριά σας;

Έτσι, αυτές τις δύσκολες ώρες, ολομόναχη η Ρηνούλα χωρίς πόρτα να χτυπήσει.

Ευτυχώς, ενδιαφέρθηκαν οι συμπατριώτες των γονιών της αλλά και του μακαρίτη, φρόντισαν για την κηδεία και πλήρωσαν όλα τα έξοδα. Λίγες μέρες μετά χωρίστηκαν σε δυο ομάδες και χτύπησαν κάθε Ελληνική πόρτα στη Μελβούρνη ζητώντας βοήθεια για την έγκυο χήρα με τα δυο ορφανά. Συγκέντρωσαν ένα σεβαστό ποσόν, φιλάνθρωποι και γενναιόδωροι οι άνθρωποι τότε,  έβαλαν το χέρι βαθιά στην τσέπη και έδωσαν όσα μπορούσαν.

Κατόπιν,  έψαξαν και αγόρασαν με τα χρήματα από τον έρανο, κατάλληλο σπίτι, (ήταν λογικές και προσιτές οι τιμές τότε), σε περιοχή με πολλούς Έλληνες, ώστε να στεγαστεί η χήρα με τα ορφανά και να μην έχει τον εφιάλτη του ενοικίου.

Εν τω μεταξύ, είχαν ενημερωθεί και οι γονείς του Γιακουμη και ο πατέρας της για τη συμφορά που τους βρήκε. Ο πατέρας της δεν κατάφερε να έρθει, αλλά ήρθαν τα πεθερικά από την Ελλάδα, να πάνε στον νιόσκαφτο τάφο του παιδιού τους.

Η Ρηνούλα, τους προσκάλεσε να μείνουν μαζί της κάτι που με χαρά δέχτηκαν.

Μια καινούρια σχέση δημιουργήθηκε ανάμεσα στη Ρηνούλα και στους γονείς του Γιακουμή. Βλέποντας την τόσο αφοσιωμένη στην οικογένεια και μαθαίνοντας, από γνωστούς και φίλους, τα καμώματα του Γιακουμή, συμπόνεσαν το κορίτσι. Έμειναν αρκετό καιρό, μέχρι να τακτοποιηθεί η Ρηνούλα με τα τρία πλέον, παιδιά. Δέθηκαν πολύ με τα εγγόνια τους, ιδιαίτερα με τη Μαρία και το Γεωργάκη και βοηθούσαν όσο και όπως μπορούσαν.

Στο 40ήμερο Μνημόσυνο του Γιακουμή, η εκκλησία ήταν γεμάτη κόσμο και πολλοί πέρασαν μετά από το σπίτι για τον καφέ. Εκείνα τα χρόνια δεν είχε καθιερωθεί ακόμα, το τραπέζι μετά την εκκλησία. Ένας καφές στο σπίτι και σπιτίσια  παξιμάδια, απλά πράγματα.

Κάποια στιγμή κοιτάζοντας τον κόσμο η Ρηνούλα, νόμισε πως ονειρεύεται. Την έπιασε τρέμουλο και πάγωσε βλέποντας εκεί το Νίκο, τον πρώην αρραβωνιαστικό της.

Τα έχασε κυριολεκτικά και δεν ήξερε πώς να αντιδράσει, δεν πίστευε στα μάτια της.

-Θεέ και Κύριε! Αν, όντως, είναι αυτός πώς βρέθηκε εδώ και τι γυρεύει;

-Τι να κάνω αναρωτήθηκε, αν πάω να τον διώξω θα δημιουργηθεί θέμα και κουτσομπολιά, ρεζίλι θα γίνουμε. Έτσι όπως στεκόταν εκεί αναποφάσιστη, την πλησιάζει ευγενικά και δειλά ο Νίκος και της γνέφει να μη μιλήσει. Προσφέρει τυπικά το χέρι του να συλλυπηθεί.

 Εκείνη τη στιγμή πλησιάζει η πεθερά της. Ψύχραιμος ο Νίκος, συστήνεται σαν κολλητός φίλος του Γιακουμή. Συγκινείται η μάνα, τον αγκαλιάζει και τον εκθειάζει αργότερα στη Ρηνούλα!

-Τι ευγενικός και αξιοπρεπής κύριος και πόσο τυπικός! Με το που ήπιε δυο γουλιές καφέ, σηκώθηκε να φύγει λέγοντας:

-Αν δεν ενοχλώ, θα ήθελα να περάσω καμιά μέρα να τα πούμε με την ησυχία μας.

-Να έρθεις, να έρθεις παιδί μου, οι φίλοι του παιδιού μου και δικοί μας φίλοι, έτσι δεν είναι Ρηνούλα μου;

Άναυδη η Ρηνούλα, απλά ένευσε καταφατικά.

Έτσι ο Νίκος, κερδίζοντας την εμπιστοσύνη των πεθερικών της, σαν «καλός φίλος» του Γιακουμή, μπαινόβγαινε εύκολα και συχνά στο σπίτι. Φρόντισε να κερδίσει και την εμπιστοσύνη των παιδιών, τους μιλούσε, έπαιζε μαζί τους, σε κάθε επίσκεψη θα τους έφερνε και κάτι. πότε καραμέλες/σοκολάτες και τέτοια κι άλλοτε μικρά αλλά ωραία και χρήσιμα παιχνίδια. Πάντα ευγενικός και μετρημένος.

Μια μέρα, τον άκουσε να λέει στα πεθερικά της, πως ατύχησε στο γάμο του, 2 χρόνια πριν τον εγκατέλειψε η γυναίκα του, ευτυχώς και δεν υπήρχαν παιδιά.

 Όλο και τον συμπαθούσαν περισσότερο οι γονείς του Γιακουμή. Τα άκουγε όλα αυτά η Ρηνούλα και δεν ήξερε τι να σκεφτεί, ούτε πού το πάει ο Νίκος. Κάπου χαιρόταν, γιατί δεν τον είχε βγάλει από την καρδιά της, κάπου φοβόταν.

Μια μέρα που ήταν μόνη με την πεθερά της,

-Πολύ καλός κύριος ο Νίκος Ρηνούλα μου. Χαράς στη γυναίκα που θα τον πάρει.

Άλλος άνθρωπος τελείως ο Νίκος από εκείνον που θυμόταν η Ρηνούλα, που την εγκατέλειψε για την άλλη με τα λεφτά.

Ο χαμός του Γιακουμή, δεν της στοίχισε και πολύ. Ρέμπελος, γυναικάς, ανεπρόκοπος, και πάνω απ΄ όλα δεν τον είχε αγαπήσει. Για να εκδικηθεί το Νίκο δέχτηκε να τον παντρευτεί.  

Και ως εκ θαύματος, μετανοημένος και αποφασισμένος, από ότι έδειχνε, να της αφοσιωθεί ο Νίκος, μπήκε πάλι στη ζωή της. Ελεύθεροι και οι δυο πια.

Με τον καιρό, τον είχαν συνηθίσει και τα παιδιά και έφτασε η μέρα που η ίδια η πεθερά της της είπε:

-Ξέρω, παιδί μου ο Γιακουμης ήταν άνδρας σου και πατέρας των παιδιών σου,  μα δεν υπάρχει πια, κι εσύ νέα κοπέλα 27 χρονών. Αναπόφευκτα κάποια στιγμή θα φτιάξεις τη ζωή σου και ποιος ξέρει κόρη μου σε τι χέρια θα πέσεις κι εσύ και τα εγγόνια μου.

-Ο Νίκος, σοβαρός, προδομένος και αυτός και φαίνεται να σε συμπαθεί, φροντίζει τα παιδιά και τον έχουν αγαπήσει. Μην τον αφήσεις να φύγει και τον πάρει άλλη. Η κυρά Τύχη, δε μας χτυπάει δυο φορές την πόρτα.

Ξεθάρρεψε  η Ρηνούλα, αν ήταν και με τις ευχές των πεθερικών της, ακόμα καλύτερα.

Είχαν μιλήσει ιδιαιτέρως με το Νίκο, κάμποσες φορές. Είχε μετανιώσει πολύ που άφησε τη Ρηνούλα, την αγαπούσε, αλλά κι εκείνος δεν μπορούσε, τώρα, να εξηγήσει τι έπαθε τότε και γιατί δελεάστηκε από το σπίτι και το μαγαζί της πρώην του.

Όμως, ανήκουν στο παρελθόν όλα αυτά και είναι έτοιμος τώρα να επανορθώσει και να σταθεί άξιος σύζυγος στο πλευρό της και πατέρας των παιδιών της.

Έτσι, ένα βραδάκι, χωρίς γλέντια και φανφάρες και με τις ευλογίες των πεθερικών και των κοινών φίλων, ο «αρραβωνιαστικός» που την πρόδωσε χρόνια πίσω, έγινε σύζυγός της.

Λίγους μήνες μετά, επέστρεψαν στην πατρίδα τους οι γονείς του πρόωρα χαμένου Γιακουμή, ήσυχοι ότι τόσο η Ρηνούλα, που την είχαν βάλει στην καρδιά τους, όσο και τα εγγόνια τους, βρίσκονταν πια σε καλά χέρια.

Ήρεμη και χαρούμενη κυλούσε η ζωή της νέας οικογένειας. Ο Νίκος δούλευε διευθυντής σε μια καλή Ιδιωτική εταιρία και η Ρηνούλα φρόντιζε τα παιδιά και το κοριτσάκι που απέκτησαν με το Νίκο.

Εδώ, θα μπορούσαμε να πούμε...και ζήσανε αυτοί καλά κι εμείς  εδώ καλύτερα!

Όμως, μόνο στα παραμύθια συμβαίνει αυτό.

Λίγα χρόνια αργότερα, με οικονομίες, είχαν αγοράσει ένα παραθαλάσσιο σπίτι στο Phillip Island, ώστε να πηγαίνουν τα Σαββατοκύριακα και στις διακοπές και να χαίρονται όλοι την εξοχή και τη θάλασσα.

Ένα πανέμορφο μέρος γύρω στα 150 χιλιόμετρα έξω από τη Μελβούρνη. Εκτός από τις ωραίες παραλίες με τους μεγάλους Βράχους, ήταν ξακουστό για τους Πιγκουίνους που ζούσαν εκεί. Πολύ τουριστικό μέρος, χιλιάδες Αυστραλοί και όχι μόνο επισκέπτονταν την περιοχή, για να θαυμάσουν τους μικρούς πιγκουίνους, όπου κάθε βράδυ μόλις νύχτωνε γυρνούσαν κοπάδια-κοπάδια, (ένα υπέροχο θέαμα), από τα βάθη των ωκεανών, όπου ψάρευαν την τροφή τους,  στις φωλιές τους και στους νεοσσούς τους, για να ξαναφύγουν πάλι το πρωί.

Βραχώδες «νησί» όπου όταν είχε φουρτούνα τα κύματα έφταναν τόσο ψηλά που σκέπαζαν τα πανύψηλα Βράχια.

Παρά τις εντολές και τις ταμπέλες παντού για την επικινδυνότητα των Βράχων, και την απαγόρευση να ζυγώνει κανείς εκεί πάνω, ιδιαίτερα όταν είχε αέρα δυνατό και φουρτούνιαζε η θάλασσα,  δυστυχώς, πολλοί άνθρωποι κάθε ηλικίας, είχαν χάσει τη ζωή τους.

Στεκόταν εκεί ψηλά, και αψηφώντας τα τεράστια κύματα, απολάμβαναν το μοναδικό θέαμα, όπου σκάζοντας επάνω τους το θεόρατο κύμα, τους παρέσυρε μαζί του στα ατέρμονα βάθη του άγριου ωκεανού.

Ένα τέτοιο μεγάλο κύμα, παρέσυρε και τον Νίκο μια μέρα.

Είχε περάσει τα 70 και τόσο η Ρηνούλα που έτρεμε μην τον χάσει όσο και όλα τα παιδιά κι εγγόνια, προσπαθούσαν με κάθε τρόπο να τον αποτρέψουν να ανεβαίνει και να στέκεται εκεί ψηλά γνωρίζοντας τον αληθινό κίνδυνο.

Μα ο Νίκος, χαμπάρι δεν έπαιρνε. Με το που έφταναν στο σπίτι τους και τακτοποιούσαν τα πράγματα, άρπαζε από το χέρι τη Ρηνούλα του, αγνοώντας τις διαμαρτυρίες της και τραβούσε για τα Βράχια

Εκείνη την ημέρα,  η θάλασσα ήταν σχετικά ήρεμη  όταν έφτασαν κι ανέβηκαν.

Απόλαυσαν για λίγο τη θέα και η Ρηνούλα επέμενε να φύγουν, ο Νίκος όμως ανένδοτος.

Απελπίστηκε κάποια στιγμή και κατέβηκε εκείνη, αφού για πολλοστή φορά τον παρακάλεσε να φύγουν.

Δεν είχε φτάσει στους πρόποδες, όταν ξεσηκώθηκε φοβερός άνεμος, συμβαίνουν αυτά εδώ δυστυχώς. Γαλήνη τη μια στιγμή, θύελλα την άλλη.

Τρομακτική η βουή καθώς τα κύματα έρχονταν με ιλιγγιώδη ταχύτητα από τα βάθη του ωκεανού.

 Τρόμαξε η γυναίκα γιατί διαισθάνθηκε τι θα συμβεί.

Πισωγύρισε με την ελπίδα πως ο Νίκος της θα είχε αρχίσει να κατεβαίνει.

Σκαρφάλωνε με την ψυχή στο στόμα και την αγωνία στην ψυχή.

Πρόλαβε μόνο να δει να παρασύρουν το Νίκο της τα θεόρατα κύματα, πριν  η ίδια, καταρρεύσει στα Βράχια.  

δ.μ.

 

Δεν υπάρχουν σχόλια: