Δήλωση για τον δημόσιο λόγο, τη ρητορική μίσους και την Τεχνητή Νοημοσύνη έκανε ο Αρχιεπίσκοπος Θυατείρων και Μεγάλης Βρετανίας κ. Νικήτας, εκπροσωπώντας τη Διάσκεψη Ευρωπαϊκών Εκκλησιών (CEC), στη Συνάντηση Υψηλού Επιπέδου με Θρησκευτικούς Ηγέτες στις 17 Νοεμβρίου 2025.
«Αποτελεί ιδιαίτερη τιμή για την ελαχιστότητά μου να εκπροσωπώ τη Διάσκεψη Ευρωπαϊκών Εκκλησιών και να μοιραστώ μαζί σας ορισμένες σκέψεις», τόνισε στην αρχή της παρέμβασής του, αναφερόμενος στο κλίμα του δημόσιου διαλόγου. Όπως υπογράμμισε, «ο τόνος του δημόσιου διαλόγου έχει καταστεί πλέον διχαστικός και τραχύς», ενώ ο διάλογος «που διέπεται από σεβασμό… έχει υποκατασταθεί από βιαστικές κρίσεις, συναισθηματικές αντιδράσεις, λεκτικές επιθέσεις και ένα είδος “λασπολογίας”».
Ο Αρχιεπίσκοπος επεσήμανε ότι τα κοινωνικά δίκτυα έχουν ενισχύσει τόσο τον καλό όσο και τον επιβλαβή λόγο: «Έχουν την ικανότητα να διασπείρουν οργή, μίσος και παραπληροφόρηση με τόσο ιλιγγιώδη ταχύτητα, ώστε να καθίσταται σχεδόν αδύνατο να το συλλάβει ο νους». Γι’ αυτό, όπως είπε, «καθίσταται ευθύνη των θρησκευτικών ηγετών να καθοδηγήσουν τους ανθρώπους στη χρήση της τεχνολογίας με ηθική και υπευθυνότητα» και να βοηθούν στην «διάκριση της αλήθειας από τη χειραγώγηση και κάθε είδους ψεύδος».
Ιδιαίτερη αναφορά έκανε στην Τεχνητή Νοημοσύνη και τις προκλήσεις της. Παραδέχτηκε ότι «τα τρέχοντα συστήματα Τεχνητής Νοημοσύνης είναι σχετικώς αποτελεσματικά στον εντοπισμό εμφανών μορφών ρητορικής μίσους», αλλά «συχνά δυσκολεύονται να εντοπίσουν λεπτές ή σύνθετες εκφράσεις μίσους», ειδικά σε γλώσσες όπως η ελληνική, όπου υπάρχει «έλλειψη ή παντελής απουσία συνόλων δεδομένων σχολιασμένων από ειδικούς». Η ανισορροπία αυτή, πρόσθεσε, «ενέχει τον κίνδυνο δημιουργίας νέων μορφών ψηφιακής ανισότητας». Για τον λόγο αυτόν, «η Εκκλησία… οφείλει να υπενθυμίζει στην κοινωνία ότι η τεχνολογία πρέπει να παραμένει ανθρωποκεντρική, καθοδηγούμενη από τη συμπόνια, την ηθική ευθύνη και την ιερότητα της ζωής».
Μιλώντας εκ μέρους των Εκκλησιών – μελών της CEC, ο Αρχιεπίσκοπος Νικήτας δήλωσε: «Στις κοινότητες που απαρτίζουν την CEC, απορρίπτουμε κάθε μορφή ρητορικής μίσους και βίας, είτε αυτή εδράζεται στη θρησκεία, τη φυλή, την εθνικότητα ή οποιαδήποτε άλλη διαφορά». Υπενθύμισε ότι «ο κάθε άνθρωπος είναι πλασμένος “κατ’ εικόνα Θεού” και “καθ’ ὁμοίωσιν” και, ως εκ τούτου, άξιος σεβασμού και συμπόνιας», ενώ υπογράμμισε ότι τα λόγια «μπορούν να θεραπεύσουν και να χτίσουν γέφυρες, μπορούν επίσης να τραυματίσουν και να προκαλέσουν σοβαρές βλάβες… οι οποίες ενδέχεται να μην αποκατασταθούν ποτέ».
Παράλληλα, στάθηκε στην ανάγκη προστασίας της ελευθερίας της έκφρασης με υπευθυνότητα: «Η ελευθερία της έκφρασης… συνοδεύεται από την ευθύνη να χρησιμοποιούμε τις λέξεις και τις εκφράσεις μας με σύνεση και, αν μου επιτρέπεται να προσθέσω, με προσοχή». Κάλεσε δε τους θρησκευτικούς ηγέτες, τους εκπαιδευτικούς και όλους τους διαμορφωτές της κοινής γνώμης να προάγουν «την παιδεία, την ενσυναίσθηση και τη γεφύρωση των χασμάτων», τονίζοντας ότι «η υπέρβαση του μίσους… τυγχάνει ηθική και πνευματική» πρόκληση, που καλεί «σε μετάνοια, ανακαίνιση της συνείδησης και επιστροφή στην αληθινή μας ανθρώπινη φύση κατ’ εικόνα Θεού».
Τέλος, υπενθύμισε ότι και οι χριστιανικές κοινότητες έχουν υπάρξει θύματα ρητορικής μίσους και βίας, υπογραμμίζοντας πως «η αντίδρασή μας δεν πρέπει ποτέ να είναι οργή ή αντεκδίκηση, αλλά διάλογος, παιδεία και προσευχή», ώστε να γίνει κατανοητό ότι «το μίσος εναντίον μίας ομάδας αποτελεί, στην ουσία, απειλή για όλους». Κλείνοντας τη δήλωσή του, σημείωσε: «Με πίστη, παιδεία και γνήσια φιλία, μπορούμε να καλλιεργήσουμε καρδιές ικανές να αγαπούν και να οικοδομήσουν ένα καλύτερο μέλλον για όλους. Αυτή είναι η ελπίδα και το όραμα της Διάσκεψης Ευρωπαϊκών Εκκλησιών».

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου