e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 13 Αυγούστου 2018

Αρχιερατική Παράκληση προς την Παναγία τη Σγουροπουλιά Καλαμακίου εν Ζακύνθω


Δειλινό Δευτέρας, 13ης Αυγούστου 2018, στον Ενοριακό Ναό Παναγίας της Σγουροπουλιάς Καλαμακίου Ζακύνθου, όπου εφημερεύει ο π. Παναγιώτης Φωτεινόπουλος. Χοροστάτησε του Παρακλητικού Κανόνος και της Αρτοκλασίας ο οικείος Μητροπολίτης Σεβ. Ζακύνθου κ. Διονύσιος Δ΄, ο οποίος ομίλησε κατάλληλα προς το εκκλησίασμα. Ακολούθησε δείπνο με νηστίσιμα στην ταβέρνα Στάνη των Αδελφών Τάσου και Πέτρου Τζίμη.
























Πατριαρχική Παράκληση στην Κουμαριώτισσα Νιχωρίου και παρουσίαση της τουρκικής έκδοσης της νεανικής ποιητικής ανθολογίας Βαρθολομαίου «Şiirler»

ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ 
Ἐκκλησιαστικαί Εἰδήσεις 








































[Φωτογραφίες: Ηλίας Κουλουρίδης]

Τό ἀπόγευμα τῆς Δευτέρας, 13ης Αὐγούστου, ἡ Α. Θ. Παναγιότης, ὁ Πατριάρχης, ἐχοροστάτησεν εἰς τόν Ἱερόν Ναόν Κοιμήσεως τῆς Θεοτόκου Κουμαριωτίσσης Νεοχωρίου, κατά τήν Ἀκολουθίαν τοῦ Παρακλητικοῦ Κανόνος πρός τήν Ὑπεραγίαν Θεοτόκον. 
     Κατά τήν ἐπακολουθήσασαν δεξίωσιν ἐν τῷ αὐλείῳ χώρῳ τοῦ Ἱ. Ναοῦ, τόν Πατριάρχην καλωσώρισαν διά καταλλήλων προσφωνήσεων ὁ Ἱερατικῶς Προϊστάμενος Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτης κ. Ἀγαθάγγελος Σῖσκος, Βιβλιοφύλαξ τῶν Πατριαρχείων, καί ὁ Ἐντιμολ. Ἄρχων Μ. Χαρτοφύλαξ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μ. Ἐκκλησίας κ. Παντελεήμων Βίγκας, Πρόεδρος τῆς Κοινότητος, ἐκθέσας τά πεπραγμένα τῶν πολυσχιδῶν δραστηριοτήτων αὐτῆς κατά τό τελευταῖον χρονικόν διάστημα. 

Ἀκολούθως, ἐπραγματοποιήθη ἡ παρουσίασις τῆς ἐκδόσεως εἰς τήν τουρκικήν γλῶσσαν τῆς ποιητικῆς ἀνθολογίας τῶν νεανικῶν χρόνων τοῦ Παναγιωτάτου, ὑπό τόν τίτλον «Şiirler», ὑπό τοῦ μεταφραστοῦ αὐτῆς Ἐλλογ. κ. Σταύρου Γιωλτζόγλου, Συντονιστοῦ Ἐκπαιδεύσεως τῆς Ὁμογενειακῆς Παιδείας, καί ἡ ἀπαγγελία ποιημάτων ἑλληνιστί καί τουρκιστί. 
     Ἀπαντητικῶς, ὁ Πατριάρχης ηὐχαρίστησεν ἐπί ταῖς ἐκδηλώσεσι καί ἐξέφρασε τήν Πατριαρχικήν εὐαρέσκειαν καί τά συγχαρητήριά Του πρός τούς ὁμιλητάς, διά τό ἐπιτελούμενον ὑποδειγματικόν ἔργον τῆς εἰρημένης Κοινότητος, ὡς καί πρός τούς ἐπιμελητάς τῆς ἐκδόσεως. Τέλος, ηὐλόγησε τούς προσελθόντας πιστούς, εἰς οὕς διένειμεν ἱερά ἐνθύμια.

*     *     *

Ἡ Α. Θ. Παναγιότης, ὁ Πατριάρχης, ἐδέξατο εἰς ἀκρόασιν: 
- Τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Σαμουήλ Ἐφέν, Κληρικόν τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως, ὑποβαλόντα σέβη καί ἐξαιτησάμενον τήν ἁγίαν Πατριαρχικήν εὐχήν καί εὐλογίαν ἐπί τοῖς ὀνομαστηρίοις αὐτοῦ. 
- Τόν Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτην κ. Φιλόθεον Μαροῦδαν, Κληρικόν τῆς Ἱ. Μητροπόλεως Γερμανίας, ἐκ Dortmund. 
- Τόν Ἐλλογ. κ. Πασχάλην Βαλσαμίδην, Ἐπίκουρον Καθηγητήν τοῦ Δημοκριτείου Πανεπιστημίου Θράκης. 
- Τόν Ἐλλογ. κ. Γεώργιον Πηλιχόν, Ἱστορικόν τέχνης – Συγγραφέα, ἐξ Ἀθηνῶν, μετά τοῦ Ἐντιμ. κ. Ἐμμανουήλ Τουφεξῆ, Διευθυντοῦ τοῦ ἐν Ἑλλάδι Παραρτήματος «AGAPE HELLAS», καί τοῦ Ἐντιμ. κ. Tamir Aharale, Προέδρου τοῦ Ἱδρύματος «International March of the living», ἐκ Tel Aviv.
- Tόν Ἐντιμ. κ. Ἄγγελον Πνευματικόν, Πολιτευτήν, ἐξ Εὐβοίας. 
- Τήν Εὐγεν. κ. Ἐλισάβετ Καβαλιεράκη, Στέλεχος τοῦ Εὐρωπαϊκοῦ Κοινοβουλίου, ἐκ Βρυξελλῶν.
- Tόν Ἐντιμ. κ. Παῦλον Τροχόπουλον, Στέλεχος τοῦ Πειραματικοῦ Ἐργαστηρίου Βεργίνας.

Μήνυμα Οικουμενικού Πατριάρχου στην 100ετηρίδα της Ουκρανικής Ορθόδοξης Εκκλησίας του Καναδά


MESSAGE 
by His All-Holiness Ecumenical Patriarch Bartholomew on the Occasion of the 100th Anniversary of the Ukrainian Orthodox Church in Canada 
(Saskatoon, August 9-12, 2018)


It is with heartfelt joy that we communicate with you in order to convey our warmest congratulations, as well as those of the Ecumenical Patriarchate collectively, on the occasion of the 100th anniversary of the establishment of your communities on Canadian soil. The Ukrainian immigrants to Canada, as faithful sons and daughters of the pious Ukrainian people, always sought to organise themselves around the Church, which they rightly considered as the spiritual life-giving source of their existence. Their spiritual life, as well as their social and cultural being, had as its beginning and end the life of their ecclesial communities.

The Ecumenical Patriarchate, as the Mother Church, has always shown its pastoral care throughout the centuries for the Ukrainian people, who were baptized and enlightened directly through the providence and missionary activity of our Ecumenical Throne, in their homeland as well as in the diaspora. It is with deep respect and gratitude that we commemorate as an esteemed hierarch Metropolitan Wasyly Fedak of blessed memory for having brought your communities in Canada under our pastoral omophorion, and we rejoice with you today that they are now enjoying their fitting place within our Ecumenical Patriarchate. We also wish to honor His Eminence Metropolitan Emeritus John, whom we mention in our prayers and praise for his long and devoted ministry, as well as for his exemplary and faithful archpastoral service.

Today, we are particularly involved and preoccupied by settling the current Ukrainian ecclesiastical problem. We desire with all our heart the restoration of unity for the divided ecclesiastical body in Ukraine. As in the past, the Church of Constantinople—while exercising its canonical rights and pastoral care—worked to successfully resolve difficult and complicated ecclesiastical problems, always guided by what is beneficial for the people of God and the preservation of the unity of the Orthodox Church as a whole.

On this day of celebration, we share in your joy and paternally encourage all of you from the Mother Church: the shepherds, to continue their pastoral ministry; the priests, their priestly vocation in the preaching of the divine word; and the laity in the diakonia, to remain faithful to our Life-Giving and Charitable Lord Jesus Christ and to the Mother Church of Constantinople. Rest assured always that we, your Patriarch, love you, keep you close to our heart and pray continuously for your illumination, wellbeing, success and salvation.

While we may not be present physically, we join you in spirit and prayer, and thus offer to you our blessing through our representatives, His Eminence Metropolitan Sotirios of Toronto and His Excellency Archbishop Job of Telmessos, for your jubilee celebration, praying that our Lord guide you by his Light and Grace for the continuation of your diakonia to the Holy Church.

May the Grace of our Lord Jesus Christ and the love of God the Father and the communion of the Holy Spirit—together with our paternal love and wholehearted Patriarchal blessings—be with all of you, our dearly beloved brothers and chosen children of the Holy and Great Church of Christ.
*     *     *
11.8.2018



















12.8.2018

















Επικήδειος Λόγος για τον κοιμηθέντα Μητροπολίτη Θεοδωρουπόλεως Γερμανό

ΛΟΓΟΣ ΕΠΙΚΗΔΕΙΟΣ 
ΕΚΦΩΝΗΘΕΙΣ ΕΝ ΦΑΝΑΡΙΩι
ΤΗι ΙΓῃ ΑΥΓΟΥΣΤΟΥ ˏΒΙΗ΄
ΥΠΟ ΔΙΑΚΟΝΟΥ ΒΟΣΠΟΡΙΟΥ 
ΕΠΙ ΤΗι ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΘΕΟΔΩΡΟΥΠΟΛΕΩΣ ΚΥΡΟΥ ΓΕΡΜΑΝΟΥ ΕΞΟΔΙΩι ΑΚΟΛΟΥΘΙΑι

«τῶν τοιούτων ἐστὶν ἡ βασιλεία τῶν οὐρανῶν» [Μτθ.ιθ΄,14].

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα,
Σεπτὴ τῶν Ἱεραρχῶν χορεία,
Λαὲ τοῦ Κυρίου ἠγαπημένε,
     Tῷ ἀναξιωτέρῳ πάντων, ἐμοί, ἔλαχεν ἡ ὑπὸ τῆς Ἁγιωτάτης Μεγάλης τοῦ Χριστοῦ Ἐκκλησίας ἀνάθεσις τῆς ἀπ’ ἄμβωνος καὶ ἐπ’ ἐκκλησίᾳ ἐπικηδείου ἀγορεύσεως πρὸς τιμὴν τοῦ προκειμένου ἡμῖν πανσεβάστου νεκροῦ τοῦ μακαριστοῦ καὶ ἐν Ἁγίοις ἤδη Θεοδωρουπόλεως Μητροπολίτου κυροῦ Γερμανοῦ, Ὑπερτίμου καὶ Ἐξάρχου Ῥοδόπης, οὗ καὶ τὰς σεπτὰς εὐχὰς ἐπικαλούμενος ἄρχομαι τοῦ λόγου, δεδοικὼς ὡς ἄγευστος τοῦ πατριαρχικοῦ καὶ ὑπὸ γιγάντων τοῦ ἕλληνος λόγου κοσμηθέντος θείου ἄμβωνος, ὡς χθαμαλὸς καὶ ἐν ἁμαρτίαις κυηθείς, ὡς ἄπειρος καὶ ἄτεχνος ὁμιλητής, ὡς παντελῶς ἀδυνατῶν περιγράψαι τὸ τῆς ἁγιότητος ἐμφανὲς ἐκτύπωμα, ὡς ἀτελὴς θεολογικῶς καὶ ἀσθενὴς ἐκκλησιαστικῶς.
     Ἐν ἐπιγνώσει τῆς τοιαύτης μου καταστάσεως δικαίως, ὡς καὶ ἕτεροι πρὸ ἐμοῦ, δημοσίως διερωτῶμαι· πῶς ἐξᾶραι δυνήσομαι Ἁγιον Ἀρχιθύτην Θεοδωρουπόλεως; Πῶς καταλλήλως ὑμνῆσαι φιλόθεον Ἀρχιερέα τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ; Πῶς πλέξαι λόγον ἁρμόδιον τῷ τῆς ἱεραρχίας ἀσκητικοτάτῳ, τῷ πάντῃ ἀκτήμονι; Πῶς διδάξαι Λαὸν τοῦ Θεοῦ ἐξ ἀφορμῆς τῆς θανῆς ἀνδρὸς κατὰ Θεὸν σπουδαίου, δωρηθέντος ἡμῖν ἐν ἐσχάτοις χρόνοις; Θαρρῶν ὅμως προσέρχομαι ἐπὶ τὸ ἀνατεθέν μοι ἔργον, ὡς ἔμπειρος ἄλλοθεν τοῦ γεγραμμένου· «ὅπου Θεὸς βούλεται, νικᾶται φύσεως τάξις».
     Καὶ ἐν ἀρχῇ λόγον ποιήσομαι περὶ τοῦ βίου τοῦ μακαρίᾳ τῇ λήξει Ἱεράρχου, γεννηθέντος μὲν ὡς γνωστὸν ἐν Μακροχωρίῳ Κωνσταντινου-πόλεως τῇ 17ῃ Σεπτεμβρίου τοῦ 1930, φέροντος δὲ τὸ ὄνομα Ἰωάννης, ἐκ τῆς οἰκογενείας Ἀθανασιάδου καὶ ἐξ εὐλαβῶν γονέων, τοῦ Κωνσταντίνου καὶ τῆς Ἑλλάδος. Ὡς ἡ μεγίστη πλειονότης τῶν γόνων τῆς ὁμογενείας ὡδηγήθη κὶ ἐκεῖνος καὶ εἰσήχθη ἐνωρὶς εἰς τὸν στίβον τῆς ἐκπαιδεύσεως φοιτήσας μὲν ἀρχικῶς εἰς τὴν Ἑξατάξιον Ἀστικὴν Σχολὴν τῆς Κοινότητος Μακροχωρίου, ἐν συνεχείᾳ δὲ ἐπ’ ὀλίγον εἰς τὸ γυμνασιακὸν τμῆμα τῆς Πατριαρχικῆς Μεγάλης τοῦ Γένους Σχολῆς καὶ ἀκολούθως, ἐμφανοῦς γενομένης προφανῶς τῆς θείας κλήσεώς του, εἰς τὸ Γυμνάσιον καὶ τὸ Λύκειον τῆς Ἱερᾶς Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης, ἐκ τῶν ὁποίων ἐπιτυχῶς ἀπεφοίτησεν τῷ 1954, κατόπιν τετραετοῦς φοιτήσεως. 
     Κατὰ τοὺς χρόνους ἐκείνους εἶναι γνωστὸν πὼς ἡ Κωνσταντινουπολίτις Ἐκκλησία ἐκοσμεῖτο ὑπὸ πολλῶν ἀξίων, λογίων, πεφωτισμένων καὶ ἁγίων Ἱεραρχῶν, ἐν οἷς καὶ ὁ πολὺς Καππαδόκης Ἰάκωβος Παπαπαϊσίου, ὁ ἀπὸ Ἴμβρου καὶ Τενέδου Μητροπολίτης Δέρκων καὶ ἐγγραφεὶς εἰς τὰς δέλτους τῆς ἐκκλησιαστικῆς ἱστορίας διὰ τοῦ προσωνυμίου, ὅπερ τῷ ἀπέδιδον αἱ λαϊκαὶ μάζαι πιστῶν καὶ ἀπίστων, ἤτοι Aziz İakovos. Φαίνεται δὲ πὼς ἡ πεπνυμένη προσωπικότης τοῦ Ἱεράρχου ἐκείνου ἐθέλξατο τὰ μάλα καὶ μεγάλην ἤσκησε ῥοπὴν καὶ εἰς τὴν νεαρὰν καὶ ἐκ Θεοῦ ἀφορισθεῖσαν ψυχὴν τοῦ Ἰωάννου Ἀθανασιάδου, ὥστε εἰς λίαν πρώιμον ἡλικίαν νὰ ζητήσῃ οὗτος διὰ τῆς νενομισμένης ἐκκλησιαστικῆς ὁδοῦ τὴν ἔνταξίν του εἰς τὸν ἱερὸν κλῆρον χερσὶν εὐλογηταῖς τοῦ ἔκτοτε ἠγαπημένου Γέροντός του, Δέρκων Ἰακώβου, ὃς καί, τὴν 11ην Ὀκτωβρίου 1953, ἓν ἔτος πρὸ τῆς περατώσεως τῶν λυκειακῶν σπουδῶν τοῦ τότε ὑποψηφίου, προέβη πράγματι εἰς τὴν χειροτονίαν τοῦ Ἰωάννου εἰς Διάκονον, μετωνομάσας αὐτὸν εἰς Γερμανόν, πρὸς τιμὴν τοῦ ἀοιδίμου Πατριάρχου Γερμανοῦ τοῦ Δ΄, τοῦ καὶ ἱδρυτοῦ τῆς τροφοῦ του Θεολογικῆς Σχολῆς τῆς Χάλκης.
     Μετὰ τὴν ὁλοκλήρωσιν τῶν σπουδῶν του προσελήφθη ὡς Διάκονος εἰς τὴν Μητρόπολιν Δέρκων. Ὑπηρέτησεν δὲ παρὰ τῷ χειροτονήσαντι αὐτὸν Μητροπολίτῃ ἐπὶ μακρόν, προχειρισθεὶς ἐν συνεχείᾳ καὶ Ἀρχιδιάκονος αὐτοῦ. Ἐκ τῆς ὑπευθύνου διοικητικῆς ταύτης θέσεως ἐβίωσεν εἰς τὴν ἐν Θεραπείοις ἕδραν τῆς Μητροπόλεως Δέρκων καὶ τὴν τρομακτικὴν βραδιὰν τῶν Γεγονότων τῆς 6ης Σεπτεμβρίου 1955, κατὰ τὴν ὁποίαν κρυβεὶς θαυματουργικῶς διέφυγε τὸν κίνδυνον ἀπωλείας καὶ τῆς ζωῆς του ἀκόμη, ὁπότε θὰ εἶχεν καταστῇ μάρτυς τῆς πίστεως καὶ τοῦ Γένους.  
     Ἡ ἐκκλησιαστικῶς ἰσχυρὰ προσωπικότης τοῦ Δέρκων Ἰακώβου Παπαπαϊσίου, ὁρισθέντος πρὸς τοῖς ἄλλοις ὑπὸ τοῦ ἀοιδήμου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου ὡς Προέδρου καὶ τῆς ἐν τῇ Ἀρχιεπισκοπῇ καὶ ταῖς πλησιοχώροις Μητροπόλεσι «Πνευματικῆς Διακονίας», ἀποδεικνύεται σὺν τοῖς ἄλλοις καὶ ἐκ τῶν ἐκκλησιαστικῶν ἀνδρῶν τοὺς ὁποίους οὗτος ἀνέδειξεν. Διότι πλὴν τοῦ ἡγιασμένου Γερμανοῦ Ἀθανασιάδου, ἀνεδείχθη παρ’ αὐτῷ καὶ ὁ Ἴμβριος τὴν καταγωγὴν καὶ ὁμώνυμος αὐτοῦ Ἰάκωβος (Δημήτριος) Κουκούζης, ὁ τὴν 1ην Ἀπριλίου 1959 ἐνθρονισθεὶς ἐν Νέᾳ Ὑόρκῃ ὡς Βορείου καὶ Νοτίου Ἀμερικῆς Ἀρχιεπίσκοπος. Εἰς δὲ τὴν πολυεύθυνον ἐν Ἀμερικῇ διακονίαν τοῦ νέου Ἀρχιεπισκόπου, βοηθὸς καὶ στηρικτὴς ἐστάλη παρὰ τοῦ Δέρκων Ἰακώβου ὁ νεαρὸς Ἀρχιδιάκονός του Γερμανός. Τὴν δὲ 15ην Αὐγούστου 1966, κατόπιν αἰτηθείσης καὶ ἀσμένως ὑπὸ τοῦ Aziz Ἰακώβου παραχωρηθείσης ἀδείας, ὁ Ἀμερικῆς Ἰάκωβος ἐχειροτόνησεν εἰς Πρεσβύτερον τὸν ἀδελφὸν αὐτοῦ Γερμανόν, ἐπὶ τῷ σκοπῷ ὅπως ἐπιστρέφων ὁ ἴδιος εἰς Εὐρώπην συνοδεύσῃ καὶ ὡς Πρεσβύτερος ἐξυπηρετήσῃ λειτουργικῶς κατὰ τὸ πολυήμερον ταξίδι τῆς ἐπιστροφῆς δι’ ὑπερωκεανίου λεγομένου πλοίου τοὺς πολυαρίθμους Ἕλληνας ταξιδιῶτας ἐπανακάμπτοντας ἐξ Ἀμερικῆς εἰς Πειραιᾶ διὰ θαλάσσης. Μικρὸν δὲ μετὰ τὴν ἐπιστροφὴν εἰς τὴν Βασιλίδα, τὴν 29ην Ὀκτωβρίου τοῦ αὐτοῦ ἔτους 1966, ὁ Γέροντάς του τὸν προχειρίζει εἰς τὸ ὀφφίκιον τοῦ Ἀρχιμανδρίτου καὶ τὸν ὀνομάζει Πρωτοσύγκελλον εἰς τὴν ὑπ’ ἐκεῖνον Ἱερὰν Μητρόπολιν Δέρκων.   
     Ἐκ τῆς νέας θέσεώς του ὁ 36 τότε ἐτῶν Γερμανὸς ἐκτυλίσσει τὸν χαρισματικὸν αὐτοῦ χαρακτῆρα καὶ θέτει τὰ θεμέλια τῆς τῷ ὄντι ἀθορύβου πλὴν ἐντυπωσιακῆς κατὰ Χριστὸν ποιμαντικῆς αὐτοῦ παρουσίας ἐν Κωνσταντινουπόλει, ἥτις ἑνὶ ἢ ἑτέρῳ τρόπῳ θὰ διαρκέσῃ μέχρι τῆς σεπτῆς κοιμήσεώς του. Τὸν Γέροντά του ὑπηρέτησεν πιστῶς καὶ μετὰ σπανίου καὶ ὑποδειγματικῆς ἀφοσιώσεως καὶ αὐταπαρνήσεως, ἔχων ἀπόλυτον συνείδησιν ὅτι ἐν τῷ προσώπῳ τοῦ Ἐπισκόπου ὁ ἐκκλησιαστικὸς ἀνὴρ ὑπηρετεῖ τὴν Ἐκκλησίαν καὶ δι’ Ἐκείνης τὸν Σωτῆρα Κύριον Ἰησοῦν Χριστόν. Παραλλήλως οὐδέποτε ἔπαυσεν νὰ ἐπισκέπτεται κατ’ οἶκον τοὺς πιστούς, τοὺς πονεμένους, τοὺς ἀδυνάτους, τοὺς μοναχικούς, τοὺς ἀσθενείς, τοὺς γέροντας, παρηγορῶν καὶ ἐνισχύων αὐτούς, οὐ μόνον πνευματικῶς ἢ ἠθικῶς, ἀλλὰ μετὰ βεβαιότητος φρονοῦμεν καὶ ὑλικῶς, ὑπήκων εἰς τὴν σχετικὴν εὐαγγελικὴν προτροπήν. Ταυτοχρόνως ἐνδιεφέρετο ἰδιαιτέρως διὰ τὸ μέλλον καὶ τὸν ἐπαγγελματικὸν καὶ ἐν γένει προσανατολισμὸν τῶν νέων τῆς Μητροπόλεως, ἀγωνιῶν εἰλικρινῶς διὰ τὴν ἀποκατάστασίν των καὶ τὴν ἐν τῷ βίῳ κατὰ Χριστὸν πορείαν των. Ἡ δὲ τοιαύτη πολιτεία του τὸν ἔφερεν εἰς τὸ κέντρον τῶν συζητήσεων τῆς ὁμογενείας, ὅπου ὁμολογεῖτο ἐνθουσιωδῶς ἡ ἁγιότης τοῦ ἀνδρὸς καὶ τὸ σπάνιον παράδειγμα τοῦ κατὰ Χριστὸν βίου του. 
     Τότε ἤρξατο βραδέως αὐξουμένη καὶ ἡ ἀπαίτησις τοῦ Λαοῦ τοῦ Θεοῦ, ὅπως ἴδῃ τὸν ἅγιον λευίτην περιβεβλημένον τῇ δόξῃ τοῦ Ἐπισκόπου τῆς Ἐκκλησίας Χριστοῦ. Τῇ ἀπαιτήσει αὕτῃ ἤρχετο ὡς ἀπάντησις ἡ ὑπὸ τοῦ Δέρκων Ἰακώβου ῥῆσις «οὐκ ἐπέστη καιρός». Τοῦ καιροῦ τελικῶς ἐπιστάντος τὴν 11ην Ἰανουαρίου τοῦ 1972, ὀλίγους μῆνας πρὸ τῆς κοιμήσεως του πολιοῦ ἀοιδήμου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου, ὅτε ἡ Ἁγία καὶ Ἱερὰ Σύνοδος ἐξελέξατο τὸν Γερμανὸν ὡς Ἐπίσκοπον Ἀριανζοῦ, Βοηθὸν παρὰ τῷ πλευρῷ τοῦ Γέροντός του Δέρκων Ἰακώβου. Τὴν δὲ χειροτονίαν ἐτέλεσεν, ὡς προεξάρχων καὶ ὑπερήφανος Πατήρ, ὁ ἴδιος ὁ τότε Δέρκων Ἰάκωβος κατὰ τὴν 6ην Φεβρουαρίου 1972, συμπαραστατοῦμενος ὑπὸ τῶν ἀειμνήστων Νεοκαισαρίας Χρυσοστόμου Κορωναίου, Μιλήτου Αἰμιλιανοῦ Τσακοπούλου, Μύρων Χρυσοστόμου Κωνσταντινίδου καὶ Λύστρων Καλλινίκου Ἀλεξανδρίδου. Ἀλλ’ ἡ εἰς Ἐπίσκοπον ἐκλογὴ καὶ χειροτονία τοῦ Γερμανοῦ δὲν συνετέλεσεν οὐδόλως εἰς τὴν ἀλλαγὴν τῶν συνηθειῶν τοῦ βίου του. Ἀντιθέτως, ὁ τιμημένος ἀρχιερατικὸς σάκκος καὶ τὸ βαρύτιμον ἐγκόλπιον ἐσκιάζοντο ὑπὸ τῆς ἐλλάμψεως τοῦ προσώπου τοῦ φέροντος. Ἡ ταπείνωσις ηὐξήθη, ἡ ἐλεημοσύνη ἐπεξετάθη, ἡ νηστεία ηὐστηροποιήθη, ἡ ἀσκητικότης συστηματοποιήθη, ἡ ἀγάπη ἐγενικεύθη, ἡ νῆψις ἀπεκαλύφθη. 
     Μίαν πενταετίαν μετὰ τὴν εἰς Ἐπίσκοπον χειροτονίαν τοῦ Ἀριανζοῦ Γερμανοῦ, τὸν Φεβρουάριον τοῦ 1977, ὁ Γέροντάς του ὑποβάλλει τὴν παραίτησίν του ἐκ λόγων γήρατος. Νέος Ποιμενάρχης τῆς Θεοσώστου Μητροπόλεως Δέρκων ἐκλέγεται ὁ νῦν Σεβασμιώτατος Μητροπολίτης Γέρων Νικαίας κ. Κωνσταντῖνος, μετὰ τοῦ ὁποίου θὰ ὑπάρξῃ ἀνέφελος καὶ ἀγαστὴ συνεργασία ἐπὶ τῇ βάσει τῆς ἀγάπης τοῦ Χριστοῦ. Τὸν Μάρτιον τοῦ 1980 ὁ Ἀριανζοῦ Γερμανὸς ἀπορφανίζεται πνευματικῶς ἀποχαιρετῶν ἐκ τοῦ κόσμου τούτου τὸν θανόντα εὐεργέτην καὶ Πατέρα του, τὸν πρώην Δέρκων Ἰάκωβον. Συνεχίζει νὰ καθοδηγεῖται πνευματικῶς ὑπὸ μόνου τοῦ μακαριστοῦ, φιλομονάχου καὶ ἀσκητοῦ Μητροπολίτου τότε ἤδη Σηλυβρίας ἀειμνήστου Αἰμιλιανοῦ (Τιμιάδου), ἀναστήματος κὶ ἐκείνου τοῦ Aziz Ἰακώβου καί, μετὰ καὶ τὴν ἐκείνου κοίμησιν τῷ 2008, ὑπὸ τοῦ Πανοσιολ. Ἀρχιμανδρίτου κ. Ἡλία Μαστρογιαννοπούλου. Τὴν 5ην Φεβρουαρίου τοῦ 1987 ἐξελέγη ὑπὸ τῆς ὑπὸ τὴν προεδρίαν τοῦ ἀειμνήστου Πατριάρχου Δημητρίου Ἁγίας καὶ Ἱερᾶς Συνόδου Τιτουλάριος Μητροπολίτης τῆς πάλαι ποτὲ διαλαμψάσης Μητροπόλεως Θεοδωρουπόλεως, ἥτις Μητρόπολις ἐν τῷ προσώπῳ αὐτοῦ ἀπεκατεστάθη τὸν Ὀκτώβριον τοῦ 1990 εἰς τὸ Συνταγμάτιον τῶν ἐν ἐνεργείᾳ Μητροπόλεων τοῦ Θρόνου. Τρεῖς μῆνας ἀργότερον, τὸν Ἰανουάριον τοῦ 1991 διορίζεται ὑπὸ τοῦ μακαριστοῦ Πατριάρχου Δημητρίου Ἡγούμενος τῆς Ἱερᾶς Πατριαρχικῆς καὶ Σταυροπηγιακῆς Μονῆς Ἁγίας Τριάδος νήσου Χάλκης, διακόνημα τὸ ὁποῖον εὐόρκως θὰ ὑπηρετήσῃ μέχρι τοῦ ἔτους 1995, ὅτε καὶ ἐμφανὴς ἤρξατο γενέσθαι ἡ ἀσθενικὴ φύσις τῆς κράσεώς του.
     Πράγματι, ἦτο ἐμφανὲς ὅτι ὁ ἤπιος καὶ μειλίχιος χαρακτὴρ τοῦ ἐνώπιον ἡμῶν προκειμένου σήμερον πολυσεβάστου νεκροῦ συνεβάδιζεν καὶ συνυπῆρχεν μετὰ τῆς ἀσθενικῆς κράσεως τοῦ εὐφυῶς ἀποκληθέντος περιβλήματος τῆς ἐν ἡμῖν ἀύλου φύσεως, τοῦ σαρκίου του δῆλον ὅτι. Ἡ ἀδύναμος ὅμως φύσις τοῦ χοϊκοῦ καὶ δερματίνου χιτῶνος τῆς ἀτελείας, ἥτις κατὰ τὰ τελευταία πολλὰ ἔτη τὸν παρουσίαζεν ἡμῖν κεκυφότα, δὲν ἠμπόδισεν τὸν Ἅγιον Ἀρχιθύτην νὰ διακριθῇ ἐπὶ σκληρᾷ, ἐπιμόνῳ καὶ ἀκαταπονήτῳ ἀσκήσει, νηστεύων αὐστηρῶς κατά τε τὰς νενομισμένας περιόδους καὶ ἐκτάκτως, εὐλογίᾳ τοῦ πνευματικοῦ του πατρός, προσευχόμενος ἀδιαλείπτως κατὰ τὴν παύλειον ῥῆσιν, νύκτα καὶ πρωὶ καὶ μεσημβρίαν ὑπὲρ ἑαυτοῦ, ὑπὲρ τῶν ἐγγὺς καὶ τῶν μακράν, ὑπὲρ ζώντων καὶ κεκοιμημένων, ὑπὲρ τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὑπὲρ εὐσταθίας τῶν Ἁγίων τοῦ Θεοῦ Ἐκκλησιῶν, ὑπὲρ εἰρήνης καὶ καταστάσεως τοῦ σύμπαντος κόσμου, ἀναπαυόμενος ἐπ’ ὀλίγον καὶ ἐπὶ σκληρᾶς ἐπιφανείας καὶ οὐχὶ μαλακοῦ στρώματος, ὡς οὐ δώσων ὕπνον τοῖς ὀφθαλμοῖς αὐτοῦ καὶ τοῖς βλεφάροις αὐτοῦ νυσταγμὸν καὶ ἀνάπαυσιν τοῖς κροτάφοις [Ψαλ. 131, 4]. Τὴν κέλευθον τῆς ἀσκητικῆς βιωτῆς ὁ Ἅγιος Πατὴρ ἤρξατο βαδίζειν ἐκ νεαρᾶς προφανῶς ἡλικίας, δι’ ὃ καὶ ἀφενὸς μὲν ἐνωρίς διηκρίθη ἐπ’ ἀσκήσει, ἀφετέρου δὲ κατώρθωσεν νὰ μὴ γίνηται ἐμφανὲς τὸ μέγεθος τῆς καθημερινῆς ἀσκήσεως, τὸ ὁποῖον δὲν ἐβασταζεν ὡς βάρος, ἀλλ’ ἐβίου ὡς φυσικὸν καὶ εὐχάριστόν τινα τρόπον ζωῆς καὶ δὴ τῆς κατὰ Χριστὸν τοιαύτης. Ἐγνώριζεν ὁ μακαριστὸς Γέρων ἐκ τῶν συναξαρίων, ἐκ τῶν βίων τῶν Ἁγίων, ἐκ τῆς διδασκαλίας τῶν Πατέρων, ἐκ τῆς ἐμπειρίας δῆλον ὅτι τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας ὅτι ἡ ἐν ὑπακοῇ ἄσκησις ἀποτελεῖ ἀτραπὸν ἀσφαλῆ καὶ βεβαίαν διὰ τὴν πτῶσιν τῆς ἀρρώστου φιλαυτίας, τὴν πάταξιν τοῦ ἐωσφορικοῦ ἐγωισμοῦ, τὴν ἐπίτευξιν τῆς ταπεινώσεως, οὐ μὴν ἀλλὰ καὶ τῆς ἀπαθείας, διὰ τῆς μεταστροφῆς τῶν παθῶν τῆς φθαρτῆς σαρκός, εἰς ἀγάπην Χριστοῦ, καὶ διὰ τῆς ἀγάπης Ἐκείνου εἰς ἀγάπην τοῦ πλησίον, τοῦ μακράν, τοῦ Ἀνθρώπου γενικῶς, τῆς θείας δημιουργίας τελικῶς. 
     Ἡ ἀγάπη τοῦ Ἁγίου Πατρὸς ἐξεδηλώθη πρῶτον διὰ τῆς τελείας ταπεινώσεως καὶ τῆς ἀπολύτου ὑπακοῆς εἰς τὸ θέλημα τῆς Ἐκκλησίας. Ὑπηρετῶν τὸν Ἅγιον Γέροντά του πλήρως καὶ ἄνευ λογισμῶν, ἐβίωσεν ἐπὶ ἔτη τὸ ἀπαραίτητον προπαιδευτικὸν στάδιον τοῦ ὑποτακτικοῦ. Ἡ δὲ ἄνευ ὅρων ὑπακοή του, ἠλευθερώσατο αὐτὸν ἐκ τοῦ ἰδίου θελήματος, καὶ κυρίως ἐπέτρεψεν εἰς αὐτὸν νὰ ἐπικεντρωθῇ εἰς τὴν καλλιέργειαν καὶ ἀνάπτυξιν τῆς ἀρετῆς τῆς ἀγάπης. Ἡ ἀγάπη του αὕτη σὺν τῷ χρόνῳ μεγιστοποιήθη, ἐφόσον ὁ Ἅγιος μεθοδικῶς ἐπολέμησεν τὴν φυσικὴν πάντων ῥοπὴν εἰς τὴν κατάκρισιν καὶ τὴν καταλαλιάν. Ὑπήκουσεν ἐν πλήρει ταπεινώσει εἰς τὴν Δεσποτικὴν ἐντολὴν καὶ ἔμμεσον ὑπόσχεσιν «μὴ κρίνετε, ἵνα μὴ κριθεῖτε» [Ματθ. 7, 1]!  Χαρακτηριστικαὶ εἰσὶ δύο εὐρέως διαδοθεῖσαι ἀνέκδοτοι διηγήσεις μαρτυροῦσαι τὴν νῆψιν τοῦ Ἁγίου Πατρὸς καὶ τὴν ὑπερβατικὴν ἐκ μέρους αὐτοῦ ἀντιμετώπισιν πάσης ἐπηρείας τοῦ Ἀντικειμένου. Διηγοῦνταί τινες Πατέρες καὶ ἀδελφοί, ὅτι ὑποστὰς καὶ βραδύτερον ἀντιληφθεὶς τὴν ὑπὸ λωποδύτού τινος κλοπὴν τοῦ ἰσχνοῦ του κομβίου χρημάτων, οὐδόλως ἐμέμψατο τὸν πράξαντα τὸ τοιοῦτον ἔγκλημα, ἀλλ’ ἀντιθέτως ἀφενὸς μὲν ἐδικαιολόγησεν τὴν πρᾶξιν ὡς ἀναγκαίαν, ἐφόσον ὁ κλέπτης εὑρίσκετο προφανῶς ἐν ἐσχάτῃ ἐνδεία καὶ ἀνάγκην τοῦ ποσοῦ, ἀφετέρου ἐμέμφετο ἑαυτὸν ὡς μὴ προνοήσαντα τὴν ἡμέραν ἐκείνην νὰ ἔχῃ περισσότερα χρήματα μεθ’ ἑαυτὸν πρὸς ἀναψυχὴν τοῦ ἐν δεινῇ ἀνάγκῃ εὑρισκομένου ληστοῦ. Ἀπεκαλύφθη δὲ τὸ γεγονὸς κατὰ θείαν παραχώρησιν, ἀφοῦ φθάσας ὁ θεῖος Γέρων εἰς τὰ πρόπυλα τοῦ Πανσέπτου Πατριαρχικοῦ Οἴκου ἐπιβαίνων μισθωτοῦ ὀχήματος καὶ ἀναζητήσας τὸ κομβίον του πρὸς ἀποπληρωμὴν τοῦ κομίστρου δὲν τὸ ηὗρεν, τούτου κλαπέντος ἤδη, ὁπότε ἠναγκάσθη διηγηθῆναι τὸ γεγονὸς πρὸς ἀπόσπασιν δανεικῶν δι' ἀποπληρωμὴν τοῦ ὁδηγοῦ. Καὶ ἑτέρα θαυμαστὴ διήγησις δέον ὅπως κατὰ τὴν ἐπίσημον ταύτην στιγμὴν ἀκουσθῇ· τοῦ Ἁγίου Θεοδωρουπόλεως καθημένου πρὸ ἐτῶν εἰς τὴν Ἀρχιδιακονικὴν τράπεζαν ἐν τοῖς Πατριαρχείοις, γευματίζοντος λιτῶς καὶ σιωπῶντος ἐπὶ τῆς μεταξὺ τῶν τότε συνδαιτυμόνων περὶ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας τῆς Ἁγίας τοῦ Θεοῦ Σοφίας συζητήσεως καὶ τῶν πέριξ αὐτῆς ἀρχιτεκτονικῶν προσκτισμάτων τῆς ὀθωμανικῆς περιόδου, ἐρωτηθεὶς ἀντέτεινεν ὅτι ἐκεῖνον ἀπασχολεῖ ὁ θαυμαστὸς τρόπος τὸν ὁποῖον ὁ Κύριος τῶν Δυνάμεων θὰ ἐπιλέξῃ περὶ τῆς μεταστροφῆς τοῦ γηγενοῦς πληθυσμοῦ εἰς τὴν ἀληθῆ πίστην τοῦ Σωτῆρος Χριστοῦ! Ὁποία γνησία καὶ πηγαία ἀγάπη πρὸς ἀλλογενεὶς καὶ ἀλλοδόξους, ἀληθῶς δὲ ἀδελφοὺς πλασθέντας ἐκ τοῦ αὐτοῦ στοργικοῦ Θεοῦ Πατρός!    
     Ὁ πλέον ὡστόσον ἐμφανὴς τρόπος ἀγάπης τοῦ προκειμένου πανσεβάστου Ἱεράρχου πρὸς τὸν πλησίον ἀδιακρίτως, οὐ μόνον πρὸς τὸν ὁμογενῆ δῆλον ὅτι πλησίον, ὑπῆρξεν ἡ ἐκουσία ἀκτημοσύνη του, τὴν ὁποίαν ἐθεραύπευεν συστηματικῶς διὰ τῆς συνεχοῦς ἀσκήσεως τῆς ἀρετῆς τῆς ἐλεημοσύνης. Ὡς ἄλλος ὑπὸ Βίκτορος Οὐγκὼ περιγραφόμενος Ἐπίσκοπος Μυριήλ, εἶχεν κατεστρωμένον κατάλογον ὀνομάτων πενομένων καὶ ἐν ἀνάγκαις ὄντων, ἵνα μὴ τῷ διαφύγῃ τις, καὶ τακτικῶς διεμοίραζε ἐν ἀπολύτω σιγή, διακρίσει καὶ μυστικότητι τὸν μισθὸν αὐτοῦ ἅπαντα σχεδόν. Εἰς ἑορτὰς χριστιανικάς (Χριστούγεννα - Πάσχα κττ.) ἢ εἰς τὰ ὀνομαστήρια τῶν βοηθουμένων οὐχὶ σπανίως ἠμφανίζετο πρὸ τῆς θυρὸς τῶν οἰκειῶν των κραδαίνων δῶρα διὰ πάντα τὰ μέλη τῆς οἰκογενείας ὡς καὶ τὸ εἰθισμένον «φακελάκι» τὸ περιέχον ἔκτακτον βοήθειαν ἕνεκα τῶν ἡμερῶν. Συνδεθεὶς οἰκογενειακῶς μετὰ πολλῶν ὁμογενῶν, δὲν ἦτο σπάνιον, ὑπήκων εἰς ἐσωτερικὴν πληροφορίαν, νὰ ἐμφανισθῇ εἰς τὸν προθάλαμον μονάδος ἐντατικῆς θεραπείας, ἄνευ εἰδοποιήσεως ἢ προσκλήσεώς τινος, ἵνα μεταδώσῃ τὰ ἄχραντα μυστήρια εἰς ψυχορραγοῦντα καὶ ἔπειτα ἀμέσως παραδώσαντα τὸ πνεῦμα. 
     Πάντα ταῦτα καὶ πολλὰ ἕτερα καταδεικνύουν τὴν πνευματικὴν κατάστασιν τοῦ κοιμηθέντος Ἁγίου Ἀρχιερέως καὶ δὴ καὶ τὸ ὕψος τῆς ταπεινώσεως εἰς τὸ ὁποῖον ὁ τίμιος ἐργάτης τοῦ ἀμπελῶνος Κυρίου εἶχεν φθάσει. Ὡς δὲ γνωστόν «ὁ Θεὸς ταπεινοῖς δίδωσι χάριν» [Καθ. Επ. Ἰακ. δ΄. 6]. Ἡ δὲ χάρις τοῦ Θεοῦ ἦτο διαρκῶς ἐμφανὴς εἰς τὸ φαιόν, χαρίεν καὶ ἤρεμον πρόσωπον αὐτοῦ. Τὸ ἔτος 1995 ὁ προσκυνητὸς Δεσπότης καὶ Αὐθέντης ἡμῶν, Ὑμεῖς Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα, εὐφυῶς ἐπιλέγετε καὶ ὀνομάζετε αὐτὸν πνευματικὸν τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ἀναθέσας αὐτῷ ὡς ἀξιωτάτῳ τὸ μυστήριον τῆς ἐξομολογήσεως τῶν πιστῶν τῆς τε ὑφ’ Ὑμᾶς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως καὶ τῶν παρακειμένων αὐτῇ Ἱερῶν Μητροπόλεων τῇ κανονικῇ συγκαταθέσει τῶν οἰκείων τότε ποιμεναρχῶν. Ἡ εἰδησις ἀγγέλεται χαρμοσύνως τῷ τῆς Ἐκκλησίας πληρώματι τὴν 18ην Ἰανουαρίου 1996. Τὸ βαρὺ καὶ πολυεύθυνον τοῦτο ψυχοσωτήριον διακόνημα τοῦ θείου μυστηρίου τῆς μετανοίας καὶ ἐξομολογήσεως τῶν λογικῶν προβάτων μετὰ πολλῆς σπουδῆς, ἐνάγχου ἐπιμελείας καὶ εἰλικρινοῦς ἀγωνίας ὑπηρέτησεν ὁ σεβαστὸς Πατήρ. Ὁ ἴδιος γράφει εἰς τὰς 2 Φεβρουαρίου τοῦ 1996 Ὑμῖν Παναγιώτατε: «Βασίζομαι πρωτίστως εἰς τὴν χάριν τοῦ Θεοῦ τὴν τὰ ἀσθενῆ θεραπεύουσαν καὶ τὰ ἐλλείποντα ἀναπληροῦσαν, εἰς τὰς εὐχὰς καὶ Εὐλογίας, τὴν Πατρικὴν συμπαράστασιν τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος…» καὶ εἰς ἕτερον σημεῖον: «Ἀπαιτεῖται θερμὴ προσευχή, μελέτη, προσοχή, πρόθυμος αὐτοπροσφορά…», καὶ ἀλλοῦ: «Ἤρχισα τὸ ὑπεύθυνον ἔργον καὶ συνεχίζω. Εὐελπιστῶ…»  
     Οἱ λαβόντες πεῖραν τῆς εἰς τὸν Ἅγιον Θεοδωρουπόλεως ἐξομολογήσεως ὁμιλοῦσι περὶ μοναδικῆς πνευματικῆς ἐμπειρίας, περὶ ἐσωτερικοῦ βιώματος ἀποκαλύψεως τῆς χάριτος τοῦ Θεοῦ. Κάμουν λόγον διὰ φιλόστοργον καὶ φιλάδελφον Πατέρα καὶ οὐχὶ ἀνακριτικὸν ἐξομολόγον. Ὁμιλοῦν περὶ μιᾶς κάποιας ἰδιαιτέρας ποιμαντικῆς, ἐξομολογητικῆς καὶ θεραπευτικῆς μεθόδου τοῦ τιμίου Πατρός, ἑστιάζοντος πάντοτε εἰς τὴν ἀπάλυνσιν καὶ ἐπίλυσιν τοῦ ψυχικοῦ προβλήματος τοῦ τυχόντος πεφορτισμένου ἀδελφοῦ, ἐν διακρίσει πολλῇ καὶ ἐν ἀποφυγῇ ἐπιπόνων καὶ ἀδιακρίτων λεπτομερειακῶν ἐρωτήσεων ἀνακριτικῆς φύσεως. Ὁ σεβάσμιος Γέρων ἐγνώριζεν καὶ ἦτο ἡτοιμασμένος νὰ ἀκούσῃ. Ἦτο ὀλιγόλογος, οὐσιώδης, ἐπιστηρικτικός. Κατεῖχεν τὴν μέθοδον τῆς πνευματικῆς νουθεσίας καὶ τῆς εὐγενοῦς καὶ διακριτικῆς ὑποδείξεως, ὡς παιδαγωγὸς εἰς Χριστόν, τῶν τρόπων τῆς ἐσωτερικῆς κατὰ Χριστὸν καλλιεργείας καὶ πνευματικῆς ἀνελίξεως. Διεκρίνετο ἐμφανῶς καὶ κατὰ τὴν ἐπίσημον ὥραν τοῦ ἱεροῦ μυστηρίου διὰ τὴν ταπείνωσιν, τὴν ὑπομονήν, τὴν κατανόησιν, τὴν ἀνεκτικότητα, τὴν κατ΄ οἰκονομίαν ἐπιείκειαν, τὴν ἀποδοχὴν τῶν αδυναμιῶν τοῦ προσερχομένου Κυρίῳ. Εἰς πάντα ταῦτα ἐβοηθεῖτο φυσικῶς καὶ ὑπὸ τοῦ ἀκατακρίτου καὶ ἀνυποκρίτου τοῦ σπουδαίου του χαρακτῆρος. Οὐδέποτε ἐξεφράζετο ἐν ἀπολυτότητι. Πάντοτε ὑπῆρξεν ἀγαθός. Ἡ ἐναργής, πάλλευκος καὶ χαρίεσσα ψυχή του διευθετοῦσεν ἐν ἰλαρότητι ἀνεκφράστῳ τὰ χαρακτηριστικὰ τοῦ ἡγιασμένου προσώπου του, σαστίζοντας ἀρχικῶς τὸν προσερχόμενον εἰς τὸ θεῖον μυστήριον, ὁ ὁποῖος ἐν συνεχείᾳ ῥᾳδιότερον κατέθετεν τὰ βάσανα τοῦ ἐσωτέρου κόσμου αὐτοῦ.
     Μία τοιαύτη ἡγιασμένη προσωπικότης δὲν θὰ ἠδύνατο νὰ διέλθῃ ἀπαρατήρητος καὶ εἰς τὸ ἐξωτερικόν. Ὅτε οἱ ἐξ Ἑλλάδος προσκυνηταὶ ηὐξήθησαν καὶ ὅσοι ἐξ αὐτῶν εἶχον τὴν εὐλογίαν νὰ τὸν ἴδουν ἔμενον ἐνεοὶ καὶ ἐκστατικοὶ ἐκ τῆς θεωρίας καὶ τῆς ἐμπειρίας Ἀρχιερέως ταπεινοῦ, ἀκάκου, ἀσκητικοῦ, σιωπῶντος. Ὅτε ἐλειτούργει, ἐμφανεστάτη ἦτο ἡ ταπεινὴ λειτουργική του παρουσία. Ὅτε προσήρχετο ὡς ἁπλοῦς πιστός, ἐθεάτο ἐν σιγῇ καὶ διακρίσει πάντοτε ἐντὸς τοῦ Ἱεροῦ Βήματος προσευχόμενος ἐνθέρμως καὶ μεταρσιούμενος ἐσωτερικῶς. Κατὰ τὴν ἔξοδόν του ἐκ τοῦ Ναοῦ ἐξεδήλωνεν ἑτέραν καλῶς καλλιεργηθεῖσαν ἀρετήν του, ἐκείνην τῆς ἀφανείας, λάτρης ἄλλωστε τῆς ἐφαρμογῆς τῆς περιφήμου ῥήσεως «λάθε βιώσας». Ὁ τῆς Πόλεως ἡμῶν τῆς Βασιλίδος ἐγνωσμένως ἐραστής, Πανοσιολογιώτατος Ἀρχιμανδρίτης κ. Δοσίθεος Κανέλλος, Καθηγούμενος τῆς ἐν Εὐρυτανίᾳ Ἱερᾶς Μονῆς Παναγίας Τατάρνης, διῃσθάνθη ἀπὸ ἐτῶν τὸ μέγεθος τοῦ πνευματικοῦ ἀναστήματος τοῦ ἀνδρὸς καὶ ἐσκιαγράφησεν αὐτὸν ἐν τῷ εὐπωλήτῳ, σπουδαίῳ καὶ πολυτίμῳ πονήματι αὐτοῦ τῷ ὑπὸ τὸν δημώδη τίτλον «Θέλω νὰ πιῶ ὅλο τὸν Βόσπορο», ὀνομάζοντας αὐτὸν ὡς τὸν «ταπεινὸν καὶ προσευχόμενον ἐπίσκοπον τῆς Πόλης». Ἀλλὰ καὶ ἑτέρῴ τινι τρόπῳ ἐγνώσθη εἰς τὴν Γείτονα ἡ ἡγιασμένη παρουσία τοῦ προκειμένου σεβασμίου Ἱεράρχου. Αἱ ἀνὰ τὰ ἔτη κανονικαὶ ἄδειαι ἀπουσίας αὐτοῦ ἐκ τῶν καθηκόντων του, εἶχον προορισθέντα σκοπὸν τὸ προσκύνημα. Μετέβαινεν ἐπὶ ἔτη πολλὰ εἰς τὸ Κατοικητήριον τῆς Θεοτόκου, τὸν Ἀμπελῶνα τῆς Κυρίας τῶν Ἀγγέλων, εἰς τὸ ἡγιασμένον ὄρος τοῦ Ἀθωνος, τὴν ἐν Ἁγίῳ Ὄρει Μοναστικὴν Πολιτείαν. Ἐπεσκέφθη ἁπάσας τὰς Ἱερὰς ἐκεῖσε Μονάς, τὰς Σκήτας, πολλὰ Καθίσματα καὶ Κελλία. Ἦτο φιλομόναχος, φιλακόλουθος λίαν, ἀσκητικὸς καὶ καλογερικὸς ὁ ἴδιος τὴν ὄψιν, ὥστε ἐταίριαζεν ἀπολύτως ἐξωτερικῶς τε καὶ ἐσωτερικῶς εἰς τὰ τοῦ Ἁγιωνύμου Ὄρους. Τακτικῶς ἐπεσκέπτετο καὶ τοὺς συγγενεὶς αὐτοῦ εἰς Ἀθήνας ἢ Θεσσαλονίκην. Ἐκεί, μόλις ἐγένετο ἀντιληπτὴ ἡ παρουσία του, ἔσπευδον πάντες οἱ κοπιῶντες καὶ πεφορτισμένοι, δι’ ἐξομολόγησιν, διὰ λόγους ψυχικοῦ κουφισμοῦ, διὰ βίωσιν τῆς ἐν Κωνσταντινουπόλει ἁγιότητος.
     Ὡς Κωνσταντινουπολίτης Ἀρχιερεὺς ὁ θανῶν ἐπέδειξεν ὡς γνωστὸν πλήρη ἀφοσίωσιν εἰς τὸν ἑκάστοτε Πρῶτον, συμμετεῖχεν εἰς τὰς παντείας δυσκολίας καὶ θλίψεις τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὑπῆρξεν διδακτικὸς καὶ μόνον διὰ τῆς σιγώσης παρουσίας του, διακριτικῶς ἀσυμβίβαστος, πιστὸς εἰς τὴν Θείαν περὶ τοῦ Γένους Πρόνοιαν, ἀταλάντευτος εἰς τὴν ἐλπίδα περὶ τοῦ μέλλοντος τῆς ἐνταῦθα ὁμογενείας, συμμέτοχος τῆς προσπαθείας τῆς Ἐκκλησίας ἵνα προσεγγίσῃ τὸν ἕτερον ὡς καὶ ἐπὶ ἔτη δραστήριος καὶ καταλυτικὸς συμμέτοχος εἰς τὴν Ἐπιτροπὴν τοῦ μετὰ τοῦ İslâm διαλόγου. 

Παναγιώτατε Πάτερ καὶ Δέσποτα·

Ὁ κοιμηθεὶς Ἱεράρχης, ὡς Ἅγιος Θεοδωρουπόλεως, ὑπῆρξεν τῷ ὄντι τὸ ἐν τῇ Πόλει Θεῖον Δῶρον. Ἀποτελεῖ καὶ θὰ ἀποτελεῖ διαχρονικὸν παράδειγμα δοθὲν ἡμῖν παρὰ Κυρίου. Παράδειγμα διὰ τὸν εὐσεβῆ κλῆρον, παράδειγμα διὰ τὴν ἐνταῦθα ὁμογένειαν, παράδειγμα διὰ σύμπαν τὸ Γένος. Ἀπόδειξις αὐτοῦ σπουδαία καὶ κατὰ τὴν παράδοσιν τῆς Ἁγίας ἡμῶν Ἐκκλησίας ἀποτελεῖ ἡ ἀπὸ ἐτῶν συναρθεῖσα φωνὴ λαοῦ ἡ ἀξιώνουσα περὶ αὐτοῦ τό «Ἄγιος»! Λόγιος ἐκκλησιαστικὸς κάλαμος ἀναφερθέντος ἐναρέτου κληρικοῦ γράφει ἐν ἐσχάταις ὥραις· «Σήμερον ἐκοιμήθη εἷς Ἐπίσκοπος καὶ ἐγεννήθη εἷς ἅγιος· ὁ ἅγιος Γερμανὸς ὁ Κωνσταντινουπολίτης. Θὰ προσευχόμεθα πρὸς αὐτὸν λέγοντες· Ἅγιε τοῦ Θεοῦ πρέσβευε ὑπὲρ ἡμῶν».

Γερμανὸς Θεοδωρουπόλεως Ἀρχιθύτης θεῖος,
βίου ἁγίου ἐξαντλήσας τρίβον,
εἰρηνικῶς ἐκοιμήθη Αὐγούστου δεκάτῃ 
Λαὸς δὲ παγκοίνως βοᾷ βίου αὐτοῦ ἁγιότητος πέρι. 

Κηδεύτηκε στο Φανάρι ο Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως Γερμανός [video]


Λίγο πριν από μεσημέρι της Δευτέρας, 13ης Αυγούστου 2018, στον Πατριαρχικό ναό του Αγίου Γεωργίου εν Φαναρίω. Της εξοδίου Ακολουθίας προέστη ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος Α΄.





ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΝ ΠΑΤΡΙΑΡΧΕΙΟΝ
Ἐκκλησιαστικαί εἰδήσεις

Μετά τῆς δεούσης ἐκκλησιαστικῆς τάξεως προεπέμφθη εἰς τήν αἰωνιότητα ἐκ τοῦ Πανσέπτου Πατριαρχικοῦ Ναοῦ, ὁ ἀείμνηστος Μητροπολίτης Θεοδωρουπόλεως κυρός Γερμανός, τήν Δευτέραν, 13ην Αὐγούστου.  
Τήν πρωΐαν, ἐτελέσθη ἡ Θεία Λειτουργία ἱερουργοῦντος τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στεφάνου.
Ἀκολούθως, καί περί ὥραν 11ην, ἐτελέσθη ἡ ἐξόδιος ἀκολουθία προεξαρχούσης τῆς Α. Θ. Παναγιότητος, τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου, συμπαραστατουμένου ὑπό τῶν Σεβ. Μητροπολιτῶν Γέροντος Νικαίας κ. Κωνσταντίνου, Γέροντος Δέρκων κ. Ἀποστόλου, Γέροντος Πριγκηποννήσων κ. Δημητρίου, Τρανουπόλεως κ. Γερμανοῦ, Καλλιουπόλεως καί Μαδύτου κ. Στεφάνου καί  Σηλυβρίας κ. Μαξίμου. 
Τό πένθος τῆς Μητρός Ἐκκλησίας ἔφερον οἱ Σεβ. Μητροπολῖται Φιλαδελφείας κ. Μελίτων καί Ἰκονίου κ. Θεόληπτος.
Τόν ἐπικήδειον λόγον ἐξεφώνησεν ὁ Ἱερολ. Πατριαρχικός Διάκονος κ. Βοσπόριος Μαγκαφᾶς.
Παρέστησαν συμπροσευχόμενοι ὁ Σεβ. Ἀρχιεπίσκοπος Ἀνθηδῶνος κ. Νεκτάριος, Ἐπίτροπος τοῦ Παναγίου Τάφου ἐν τῇ Πόλει, ὁ Θεοφιλ. Ἐπίσκοποι Ἁλικαρνασσοῦ κ. Ἀδριανός καί Ἀραβισσοῦ κ. Κασσιανός, Κληρικοί τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς, τῆς Ἁγιωτάτης Ἀρχιεπισκοπῆς Κωνσταντινουπόλεως καί τῶν παρακειμένων Ἱ. Μητροπόλεων, Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, ὁ Ἐντιμ. κ. Γεώργιος Γαϊτάνης, Πρόξενος τῆς Ἑλλάδος ἐνταῦθα, παράγοντες τῆς Ὁμογενείας, συγγενεῖς τοῦ ἐκλιπόντος ἐκ τοῦ ἐξωτερικοῦ καί πολλοί πιστοί ἐντεῦθεν.  
Ὁ ἐνταφιασμός τοῦ ἀειμνήστου Ἱεράρχου ἐγένετο ἐν τῷ ἐν Μακροχωρίῳ Κοιμητηρίῳ τῆς Θείας Ἀναλήψεως ὑπό τοῦ Σεβ. Μητροπολίτου Γέροντος Δέρκων κ. Ἀποστόλου.

49η Παναγία της Ζακύνθου

Παναγία η Καρδιώτισσα. Λεπτομέρεια από μεγαλομεγέθη εικόνα (104Χ64 εκ., χωρίς την κορνίζα). Την Γλυκοφιλούσα αυτήν Παναγία κρατούν εντός μενταγιόν δύο ολόσωμοι Αρχάγγελοι. Εικονίζεται επίσης ο Ιωάννης ο Πρόδρομος. 
     Η εικόνα προέρχεται από τον προσεισμικό Ναό της Αγίας Βαρβάρας των Κήπων και σήμερα φυλάσσεται στο Μητροπολιτικό Μέγαρο Ζακύνθου. 
     Ακολουθεί ολόκληρη η εικόνα: