Του π. Δημητρίου Μπόκου
Τὴ Βίβλο γενέσεως ἀκοῦμε λίγο πρὶν τὰ Χριστούγεννα ἀπὸ τὸν εὐαγγελιστὴ Ματθαῖο, στὴν ὁποία καταγράφονται ὀνομαστικὰ οἱ κατὰ σάρκα πρόγονοι τοῦ Χριστοῦ. Ἐπιπλέον ἀναφέρουμε καὶ τιμᾶμε ὅλους τοὺς πρὸ Χριστοῦ ἁγίους, γιατὶ μὲ τὴ θεοσεβῆ τους πολιτεία ἑδραίωσαν, ὁ καθένας μὲ τὸν τρόπο του, στὶς ψυχὲς τῶν ἀνθρώπων τὴν πίστη στὸν ἐρχόμενο Υἱὸ τοῦ Θεοῦ, ἐνίσχυσαν τὴν προσδοκία ὅλων τῶν ἐθνῶν καὶ γιγάντωσαν τὸν πανανθρώπινο πόθο γιὰ τὴν ἔλευση τοῦ παγκόσμιου λυτρωτῆ (Κυριακὴ πρὸ τῆς Χριστοῦ Γεννήσεως).
Οἱ ἅγιοι Προπάτορες προπαρασκεύασαν τὸ ἀνθρώπινο γένος για νὰ φέρει στὸν κόσμο τὸν κάλλιστο καρπό του, τὴν Παρθένο Μαρία, θυγατέρα τοῦ Δαυΐδ, τοῦ Ἀβραάμ, τοῦ Ἀδάμ, τοῦ Θεοῦ. «Καυχῶνται ἐν δόξῃ οἱ ἅγιοι, (δι)ὅτι ἐκ σπέρματος αὐτῶν ὑπάρχει καρπὸς εὐκλεής, ἡ ἀσπόρως τεκοῦσά σε». Μὲ τὴ γέννηση τῆς Παναγίας ἔρχεται τὸ πλήρωμα τοῦ χρόνου, ὁ καιρὸς ποὺ περίμενε ὁ Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ, νὰ γίνει ἄνθρωπος, νὰ κατέβει στὴ γῆ.
Ἀρχῆς γενομένης (κατὰ τὸν εὐαγγελιστὴ Λουκᾶ) ἀπὸ τὸν Θεὸ ποὺ «γεννᾶ» τὸν Ἀδάμ, ἡ μακρὰ σειρὰ τῶν διαδοχικῶν γενεῶν διέρχεται ἀπὸ τὸν Ἀβραάμ, «Ἀβραὰμ ἐγέννησε τὸν Ἰσαάκ», φτάνει στὸν Δαυΐδ καὶ κατακλείεται μὲ τὴν Παρθένο, «ἐξ ἧς ἐγεννήθη Ἰησοῦς». Καὶ ἐνῶ στὴν ἀρχὴ ὁ Θεὸς «γέννησε», ἔπλασε τὸν ἄνθρωπο, ἐπίλογος στὴ Βίβλο γενέσεως μπορεῖ ἄριστα νὰ γίνει τὸ «ἄνθρωπος ἐγέννησε Θεόν».
Ἔκτοτε ὁ Χριστὸς αὐτοαποκαλεῖται «Υἱὸς τοῦ ἀνθρώπου», χωρὶς νὰ θεωρεῖ καθόλου ὑποτιμητικὸ τὸν τίτλο αὐτό. Ὁ ἄνθρωπος ποὺ γεννᾶ τὸν Θεό, εἶναι ὁ τελειότερος ὅλων τῶν ἐποχῶν, ἡ Παναγία. Ἁπλὸς ἄνθρωπος ἡ Θεοτόκος, γεννημένη κατὰ τοὺς νόμους τῆς ἀνθρώπινης φύσης, ἐκ «ρίζης φυεῖσα τοῦ Ἰεσσαί», κατάφερε ὡστόσο νὰ ὑπερβεῖ τὰ ἀνθρώπινα μέτρα. «Ὅρους παρῆλθε τῶν βροτῶν τῆς οὐσίας». Εἶναι δικό της κατόρθωμα αὐτό. Γεννήθηκε μὲν «ἐξ ἐπαγγελίας», μὲ ὑπόσχεση τοῦ Θεοῦ καὶ μὲ τρόπο θαυματουργικό, ἀπὸ στείρους, γέροντες γονεῖς, ἀλλὰ εἵλκυσε πάνω της μὲ τὸν δικό της ἐνεργὸ πνευματικὸ ἀγώνα, μὲ τὴ δική της ἐλεύθερη θέληση, τὸν μέγιστο δυνατὸ ἁγιασμό. Γι’ αὐτὸ καὶ προκρίνεται ὡς ἡ μόνη ἄξια νὰ γεννήσει τὸν Υἱὸ τοῦ Θεοῦ.
Τὴν ἁγιασμένη σάρκα τῆς Παρθένου διαλέγει καὶ προσλαμβάνει ἑκούσια ὁ Ὕψιστος Θεὸς γιὰ νὰ σαρκωθεῖ καὶ νὰ καθαρίσει τὸ γένος μας ἀπὸ τὸν «ἰὸν τῆς δρακοντίας κάρας». Ἀπὸ τὸ δηλητήριο τῆς κεφαλῆς τοῦ ἀρχαίου δράκοντα, τοῦ διαβόλου, μὲ τὸ ὁποῖο θανάτωσε τὸν Πρωτόπλαστο. «Σάρκα προσλαβὼν ἐκ Παρθένου» ὁ Θεός, γίνεται «ἴσος τοῖς βροτοῖς», ἀδελφός μας. Δὲν ντρέπεται νὰ μᾶς ἀποκαλεῖ ἀδελφούς του. Ἔγινε ἕνα μὲ τοὺς θνητούς, γιὰ νὰ μᾶς ὁδηγήσει «ἅπαντας πρὸς σέλας ζωηφόρον ἐκ πυλῶν ἀνηλίων». Ἀπὸ τὰ σκοτεινὰ βάθη τῆς ἁμαρτίας.
Ἐπιφύλαξε ὕψιστη τιμὴ στὴν Παρθένο, ἐπιλέγοντάς την ὡς μητέρα του. Ὅμως, τὴν ἴδια τιμὴ ἐπιφυλάσσει καὶ σὲ μᾶς. Καταδέχεται νὰ γίνουμε κι ἐμεῖς μητέρα του, ἀδελφοί του, κατὰ σάρκα συγγενεῖς του.
Διπλὸ τὸ μυστήριο: Δίνει καὶ παίρνει ὁ Χριστός. Δίνει καὶ σὲ μᾶς τὴν ἐκ Παρθένου Σάρκα του, ἀλλὰ συγκατανεύει «νὰ παίρνει σάρκα», μορφὴ καὶ ἀπὸ μᾶς, να τὸν γεννοῦμε μέσα μας κι ἐμεῖς μὲ τὴ θεοπρεπῆ βιωτή μας.
Καλή, εὐλογημένη ἑβδομάδα! Καλὰ Χριστούγεννα!
Χρόνια πολλά!

Δεν υπάρχουν σχόλια:
Δημοσίευση σχολίου