e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Τετάρτη 4 Νοεμβρίου 2015

Ο μπούρμπουλας

Γράφει η ΔΙΟΝΥΣΙΑ ΜΟΥΣΟΥΡΑ από τη Μελβούρνη
Ήταν στο πρόσφατο ταξίδι μου στο αγαπημένο μου Φιόρο! Καλοκαιράκι, Ιούλιος μήνας, ζέστη, ευτυχώς όχι αφόρητη, αργότερα κατά τον Αύγουστο σφίξανε οι ζέστες, αλλά μέχρι τότε είχα φύγει ευτυχώς, γιατί δεν την αντέχω και πολύ τη ζέστη.
Χαλαροί και ράθυμοι οι ρυθμοί, κάτι λόγω εποχής κάτι λόγω της οικονομικής κατάστασης. Οι άνθρωποι προσπαθούσαν να πάρουν ανάσα από το πρόσφατο Δημοψήφισμα του ΝΑΙ ή ΟΧΙ (μέχρι σήμερα δεν κατάλαβα ακόμα, τι σήμαινε το ένα τι το άλλο!), τους περιορισμούς και την ταλαιπωρία με το καθημερινό στήσιμο στις Τράπεζες για το «οικονομικό» συσσίτιο των 60 ευρώ την ημέρα, την ανησυχία και το φόβο που επικρατούσε λίγο πολύ σε όλους!
Έμενα στη χώρα, στο σπίτι της αγαπημένης συμμαθήτριας και φίλης Αντωνίας, που βρίσκεται εδώ στην Αυστραλία, στο Σίδνεϊ. Συνήθως μένω στο χωριό, στα αγαπημένα μου ξαδέλφια Κατερίνα και Μανώλη, που μένουν εκατό μέτρα περίπου από το πατρικό μου! Σ' εκείνο το σπίτι, δηλαδή στο χώρο εκείνον, γιατί το σπίτι χτίστηκε πρόσφατα, γεννήθηκα! Και, δυστυχώς, ποτέ δεν γνοιάστηκα να ρωτήσω γιατί γεννήθηκα εκεί, μέχρι πριν λίγες μέρες, που ξαφνικά φοβήθηκα αν φύγουν δυο αγαπημένες μου θείες, γύρω στα 95 η κάθε μια, αλλά με πλήρη διαύγεια, δε θα μάθω ποτέ.
Έτσι, βιάστηκα να πάρω τηλέφωνο, μολονότι τους τηλεφωνώ τακτικά και τα λέμε, για να μάθω! Δυστυχώς, δεν γνώριζαν πώς και υπό ποίες συνθήκες εγώ γεννήθηκα στο Μπανάτο και μάλιστα στο σπίτι του μπάρμπα μου του Νικόλα, αδελφού του παπάκη μου και πατέρα της Κατερίνα και όχι εκατό μέτρα πιο πέρα στο καντούνι τση Γουρούνας, που ήταν το πατρικό της Μαμάς μου, ενώ η αδελφή μου -λίγο μεγαλύτερη μου- γεννήθηκε στη χώρα κι ο αδελφός μας, πολύ αργότερα, στην Μπόχαλη!
Δεν έβγαζα νόημα και τάβαζα με τον εαυτό μου, που, ενώ είχα ακούσει πολλές φορές και από το συχωρεμένο τον μπάρμπα μου τον Νικόλα αλλά και από τους γονείς μου, πως γεννήθηκα σε κείνο το σπίτι, δεν ρώτησα όσο ζούσαν το γιατί. Χαρακτηριστικά θυμάμαι τον μπάρμπα μου τον Νικόλα να μου λέει γελώντας πως μια μέρα κόντεψε να με αρπάξει από τα πόδια, νεογέννητη γαρ, και να με... σβουρίξει από το παράθυρο, δίπατο το σπίτι, γιατί όλο έκλαιγα!
Στην απελπισία μου που δεν έμαθα τίποτα από τις αγαπημένες θείες, πήρα τηλέφωνο την αδελφή μου για παρηγοριά... Κι εκείνη το ίδιο μου είπε, εκεί μεν γεννήθηκα, αλλά πού να θυμάται τώρα 75 χρόνια αργότερα πώς και γιατί! Σκέφτηκα, να της σκαλίσω τη μνήμη, ρωτώντας γιατί γεννήθηκε εκείνη στη χώρα 2 χρόνια πριν από μένα. Και... εγένετο φως! Όταν γεννήθηκε η Μαντούλα, έμεναν στη χώρα, γιατί ήταν Διάκος ο παπάκης μου και υπηρετούσε εκεί. Μετέπειτα, λίγο πριν γεννηθώ εγώ, χειροτονήθηκε Ιερέας και διορίστηκε στην ενορία του Σαρακινάδου, χωριό δίπλα από το Μπανάτο. Έτσι, έμεναν με τον αδελφό του τον Νικόλα, που είχε διώροφο σπίτι στο Μπανάτο και ήταν ανύπαντρος ακόμα! Ουφ! Πάει κι αυτό το μυστήριο του τόπου γέννησης μου!
Στη χώρα λοιπόν πρόσφατα, παρά τις διαμαρτυρίες της Κατερίνας και του Μανώλη που με ήθελαν κοντά τους! Όμως, ένα μικροπρόβλημα υγείας, επέβαλε καθημερινές επισκέψεις στο γιατρό και θα ήταν δύσκολο από το Μπανάτο. Μεσημεράκι λοιπόν, αφού είχαμε τσιμπήσει με φίλους για μεσημεριανό στον Κόκκινο Βράχο, τραβήξαμε όλοι για τα σπίτια μας, να ξεσημεριάσουμε και να βρεθούμε ξανά το βράδυ! Έκανα ό,τι είχα να κάνω, και κάθισα στο κρεββάτι, με τη μπαλκονόπορτα μισόγυρτη για τον ήλιο και πήρα μερικά τηλέφωνα. Κι εκεί που μιλούσα ξέγνοιαστη κι αμέριμνη, διαπιστώνω ξαφνικά... Κύριε των δυνάμεων... μία κοτζάμ κατσαρίδα δίπλα μου πάνω στο κρεββάτι! Αρχίζω να τσιρίζω, τρομάζει η φίλη που μιλούσαμε, άντε και να της εξηγήσω το... δράμα μου...
Κλείνω βιαστικά το τηλέφωνο, παίρνω την παντόφλα, πλησιάζω μετά φόβου Θεού από όσο πιο μακριά μπορούσα, ρίχνω μερικές στο θερίο, ζαλίζεται κάπως, τρέχω βιαστική στη κουζίνα, κόβω κάπου μισό ρολό από το κουζινόχαρτο, το τυλίγω πολλές φορές γύρω στο χέρι και τρέμοντας πιάνω μέσα την κατσαρίδα, αλλά δεν ήξερα τι να την κάνω. Φοβόμουν πως, αν την ρίξω από το μπαλκόνι, θα σκαρφάλωνε. Στην απελπισία μου ανοίγω την πόρτα από το πλυντήριο, την πετώ μέσα όλο με τα χαρτιά, σφραγίζω ερμητικά την πόρτα, κάθομαι να πάρω ανάσα γιατί από την υπερένταση και το φόβο η καρδιά δούλευε με χίλια και τηλεφωνώ στη Μαρία που είχε κάτω μαγαζί να πάρει ό,τι μπορεί και νάρθει επάνω να ψάξουμε μαζί, γιατί φοβάμαι μόνη μπας και η κλεισμένη στο πλυντήριο, είχε φέρει και τη φαμελιά της μαζί!
Ανεβαίνει από τη σκάλα υπηρεσίας η Μαρία με μια θεόρατη σκούπα, σκασμένη στα γέλια... Καλά για μια κατσαρίδα κάνεις έτσι; Συνεχίζει να γελάει, αλλά ψάχνουμε μαζί όλο το σπίτι, δεν βρίσκουμε άλλο θερίο, μου αφήνει το όπλο(!) και φεύγει! Τηλεφωνώ σε καλό φίλο, που θα βρισκόμαστε το βράδυ μαζί με άλλες συμμαθήτριες και συμμαθητές από τα παλιά και τον παρακαλώ να σταματήσει σε μεγάλο σουπερμάρκετ, γιατί εκεί γύρω που έμενα είχε μόνο δύο-τρία μικρά σουπερμάρκετ που δεν θα διέθεταν ποικιλία να μου πάρει το πιο ισχυρό εντομοκτόνο, έτσι για να υπάρχει, χωρίς να του δώσω εξηγήσεις.
Δυο μέρες μετά, πάλι σε σύναξη με όλη την παρέα το βράδυ, ομολογώ το δράμα μου και την κλεισμένη κατσαρίδα στο πλυντήριο! Με φοβίζουν πως αν δεν είχε ψοφήσει θα εισχωρούσε σε κάνα σωληνάκι και θα βούλωνε το πλυντήριο και να ανοίξω την πόρτα να δω τι γίνεται! Λέω, δε θα 'σαστε καλά που θα ανοίξω την πόρτα... Προθυμοποιούνται δύο από την παρέα ό,τι ώρα χωρίσουμε να έλθουν επάνω και να δουν τι γίνεται, μην κάνω και ζημιά στο πλυντήριο, ανηφορίζουμε, παραμένω απόμακρα με τη φίλη εγώ, ανοίγει την πόρτα ο... ανήρ , βγάζει τα τυλιγμένα χαρτιά και πατάει κάτι γέλια ποιος ξέρει πού θα ακούστηκε! Τρέχει η φίλη να δει τι γίνεται και διαπιστώνουμε πως το θερίο, όχι μόνο δεν ήταν κατσαρίδα αλλά μπούρμπουλας και επί πλέον, ζωντανός ακόμα! Ανοίγει το παράθυρο και μην τον είδατε μην τον απαντήσατε τον φίλο!
Ουφ περιπέτειες!... Και εσείς που διαβάζετε τώρα, να σας λείπουν τα ειρωνικά γελάκια. Αρκεί να σας πω πως μέχρι να φύγουν τα παιδιά μου για τα σπίτια τους, τα μάλωνα πως θα φωνάξω βοήθεια καμιά μέρα που θα έχω μεγάλη ανάγκη κι αυτά θα με αγνοήσουν, με το σκεπτικό, πάλι κάνα... ποντικάκι θα είδε η Μαμά! Και αυτό γιατί κάποιες φορές που είδα ποντικάκι, ανεβασμένη στην καρέκλα φώναζα και δεν κατέβαινα μέχρι να συμμαζέψουν το... θερίο! Αδυναμίες είναι αυτές, τι να κάνουμε... Μέσα στο υπνοδωμάτιο μου, ναι, για τώρα μιλάω, έχω μονίμως ισχυρό εντομοκτόνο και, πριν πέσω να κοιμηθώ, ψάχνω παντού, μήπως υπάρχει καμιά αράχνη! Βρήκα κάτι μεγάλες μια-δυο φορές, ακίνδυνες λένε είναι, μωρέ σιγά και μη με νοιάζει εμένα αν είναι ακίνδυνες και μόνο που τις βλέπω έτσι μαύρες και μεγάλες, άντε, να μη σας πω τι παθαίνω... Πού να καταλάβουν κι αυτές πως τα σπίτια είναι για τους ανθρώπους μόνο και μας τρομοκρατούν!
Καλό μας μήνα Νοέμβρη!
Με την αγάπη μου,
δ.μ.

1 σχόλιο:

Ειρήνη Φανίδου είπε...

Εχω τρομάξει πολλές φορές από τα άκακα αυτά μαμούνια σαν είμουνα μικρή! Ο αδελφός μου έβλεπε πόσο φοβόμουνα και πολλές φορές τα έβαζε σε σημεία που θα τα συναντούσα!Πέρασαν χρόνια να τα συνηθίσω στην αυλή και στο υπόγειο του σπιτιού μας! Τώρα μόλις τα ξαναθυμήθηκα!Νάσαι καλά Διονυσία μου ! Νάσαι καλά να μας δίνεις τα ωραία σου γραφτά!