e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Δευτέρα 18 Δεκεμβρίου 2023

Ο Οικουμενικός Πατριάρχης στην παρουσίαση του νέου βιβλίου του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας

Η Α. Θ. Παναγιότης ο Οικουμενικός Πατριάρχης κ.κ. Βαρθολομαίος, τη Δευτέρα, 18 Δεκεμβρίου 2023, το απόγευμα, παρέστη στην εκδήλωση παρουσίασης του νέου βιβλίου του Σεβ. Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας κ. Μακαρίου, υπό τον τίτλο: «Το Οικουμενικόν Πατριαρχείον Εκκλησία άρχουσα και πάσχουσα», που πραγματοποιήθηκε στο Σισμανόγλειο Μέγαρο της Πόλεως.

Τον Παναγιώτατο υποδέχθηκαν ο Εξοχ. Πρέσβης κ. Κωνσταντίνος Κούτρας, Γενικός Πρόξενος της Ελλάδος, μαζί με τον συγγραφέα.

Για τα θέματα που πραγματεύεται το βιβλίο μίλησαν αναλυτικά και εμπεριστατωμένα, παρουσία πολυπληθούς ακροατηρίου, ο Εξοχ. κ. Ευάγγελος Βενιζέλος, Πανεπιστημιακός Καθηγητής και πρώην Αντιπρόεδρος της Ελληνικής Κυβερνήσεως, ο Εντιμ. κ. Μάξιμος Χαρακόπουλος, μέλος της Βουλής των Ελλήνων και Γενικός Γραμματέας της Διακοινοβουλευτικής Συνέλευσης Ορθοδοξίας, και ο Ελλογιμ. κ. Θεόδωρος Γιάγκου, Καθηγητής Κανονικού Δικαίου στη Θεολογική Σχολή του Α.Π.Θ., ενώ τον συντονισμό της εκδήλωσης είχε ο Σεβ. Μητροπολίτης Δημητριάδος και Αλμυρού κ. Ιγνάτιος. 

Στη συνέχεια, μίλησε ιδιαίτερα συγκινημένος ο συγγραφέας, και ακολούθως αντιφώνησε ο τιμώμενος την ημέρα αυτή Οικουμενικός Πατριάρχης, ο οποίος εόρτασε την 50ή επέτειο από την εκλογή του σε Επίσκοπο, εκφράζοντας την Πατριαρχική ευαρέσκειά του προς τον Σεβ. Αρχιεπίσκοπο Αυστραλίας κ. Μακάριο για το παρουσιαζόμενο βιβλίο, καρπό έμπονης πνευματικής εργασίας.

“Προς τον συγγραφέα απευθύνομεν εγκάρδια συγχαρητήρια διά το εντυπωσιακόν αποτέλεσμα του πνευματικού του μόχθου, καθώς και θερμάς ευχαριστίας διά την πρόφρονα αφιέρωσιν του πονήματός του εις την Αγίαν του Χριστού Μεγάλη Εκκλησίαν και εις το ταπεινόν ημών πρόσωπον. Εις το προλογικόν μας σημείωμα κατεγράψαμεν τας εντυπώσεις ημών εκ της αναγνώσεως του βιβλίου και εξεφράσαμεν την συμφωνίαν ημών με τα όσα αναφέρονται περί της αποστολής, της προσφοράς και του κεντρικού ρόλου του Οικουμενικού Πατριαρχείου διά την ευστάθειαν, την μαρτυρίαν και το μέλλον της Ορθοδοξίας.”

Σε άλλο σημείο της ομιλίας του ο Πατριάρχης επεσήμανε:

“Ο, τι εκφράζεται εις τας σελίδας του παρουσιασθέντος σήμερον βιβλίου είναι εκφάνσεις της ζωής και τοποθετήσεις της Μεγάλης Εκκλησίας ενώπιον συγκεκριμένων προκλήσεων. Ο πρωταγωνιστής είναι η Εκκλησία της Κωνσταντινουπόλεως, η οποία φυλάσσει την πίστιν των Πατέρων, εν πλήρει συνειδήσει της αδιασπάστου ιστορικής συνοχής και συνεχείας και εν επιγνώσει της μεγάλης ιστορικής ευθύνης της διά τα εκκλησιαστικά πράγματα. Ορθώς έχει γραφή, ότι η Ορθόδοξος Εκκλησία κλυδωνίζεται, όταν αμφισβητήται η πανορθόδοξος ευθύνη του Οικουμενικού Πατριαρχείου.”

Ο Παναγιώτατος δεν παρέλειψε να ευχαριστήσει ιδιαιτέρως τους διακεκριμένους ομιλητές, για την αναφορά τους στην επέτειό του.

“Και κατά την επέτειον ταύτην ενθυμούμεθα και μνημονεύομεν ευγνωμόνως εκείνους, εις τους οποίους οφείλομεν, μετά Θεόν, το ζην και το ευ ζην, την αγάπην διά τα γράμματα και την Εκκλησίαν, τον φόβον του Θεού και την κλίσιν προς την ιερωσύνην. Ομού μετά των κατά σάρκα γονέων και των διδασκάλων ημών, μνημονεύομεν την στιγμήν αυτήν, με μέγαν σεβασμόν, τον μακαριστόν γέροντα και πνευματικόν ημών πατέρα Μητροπολίτην Χαλκηδόνος Μελίτωνα. Είη η μνήμη αυτών αιωνία! 

Η μακρά πορεία μας εν τη Εκκλησία μας εδίδαξεν ότι η ακοινώνητος εσωστρέφεια και ο στείρος μονόλογος είναι ασύμβατοι τόσον με τον προικισμόν του ανθρώπου με λόγον, δηλαδή με νόησιν και ικανότητα διαλογικής επικοινωνίας, όσον και με την Ορθόδοξον πίστιν, η οποία δεν επιτρέπει την αδιαφορίαν διά τον συνάνθρωπον και τον κόσμον και τον αυτάρκη αυτοεγκλεισμόν, αλλά μας ωθεί εις έξοδον από τον εαυτόν μας, εις συνάντησιν, εις σχέσιν και κοινωνίαν, εις τον καλόν αγώνα διά την εν Χριστώ μεταμόρφωσιν του κόσμου. Η χριστιανική μαρτυρία αποφεύγει δύο παρεκκλίσεις: την μονοφυσιτίζουσαν «πνευματικότητα της φυγής» από τον κόσμον και την ιστορίαν, και τον νεστοριανίζοντα πειρασμόν του συσχηματισμού με τον κόσμον. Αυταί αι δύο τάσεις αγνοούν την εσχατολογικήν διάστασιν της εκκλησιαστικής ζωής. Δεν μολύνεται η αλήθεια από την ιστορίαν, αλλά οφείλει να την καθαίρη. Αυτό ανήκει εις την αυτοσυνειδησίαν του Οικουμενικού Πατριαρχείου, η οποία αναδεικνύεται σαφώς διά του μετά χείρας βιβλίου του αγίου Αυστραλίας.”

Η εκδήλωση ολοκληρώθηκε με εκκλησιαστικούς ύμνους που έψαλε η χορωδία του Συνδέσμου Μουσικοφίλων Πέραν, υπό τη διεύθυνση του Μουσικολ. Άρχοντος Ά Δομεστίκου της Μ.τ.Χ.Ε. κ. Γεωργίου Κιοσέογλου, νέου Προέδρου του Συνδέσμου. 

Διαβάστε το πλήρες κείμενο της ομιλίας του Οικουμενικού Πατριάρχου και την ομιλία του Αρχιεπισκόπου Αυστραλίας, μετά τις φωτογραφίες που ακολουθούν.

______

Φωτό: Νίκος Παπαχρήστου


























Ὁμιλία τῆς Α. Θ. Παναγιότητος τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριάρχου κ. κ. Βαρθολομαίου κατά τήν παρουσίασιν τοῦ βιβλίου τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Μακαρίου «Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον Ἐκκλησία ἄρχουσα καί πάσχουσα».(Σισμανόγλειον Μέγαρον, 18 Δεκεμβρίου 2023)

Τιμιώτατοι ἀδελφοί Ἀρχιερεῖς,

Ἱερώτατε Ἀρχιεπίσκοπε Αὐστραλίας κύριε Μακάριε,

Ἐξοχωτάτη κυρία Ὑφυπουργέ,

Ἐξοχώτατε κύριε Πρόεδρε,

Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ,

Ἐντιμότατε κύριε Βουλευτά, 

Εὐλαβέστατοι κληρικοί,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι,

Προσφιλέστατοι ἐπισκέπται καί προσκυνηταί ἐξ Ἑλλάδος καί ἀλλαχόθεν,

Τέκνα ἐν Κυρίῳ εὐλογημένα, 

Ἡ ὁμιλία τῆς ἡμῶν Μετριότητος ξεκινᾶ ὀφειλετικῶς μέ τήν ἔκφρασιν εὐχαριστιῶν πρός τούς ὁμιλητάς, δι᾿ ὅσα ἐνδιαφέροντα καί σοφά κατέθεσαν διά τό νέον βιβλίον τοῦ Ἱερωτάτου ἀδελφοῦ ἁγίου Αὐστραλίας κ. Μακαρίου « Τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον Ἐκκλησία ἄρχουσα καί πάσχουσα». Πρός τόν συγγραφέα ἀπευθύνομεν ἐγκάρδια συγχαρητήρια διά τό ἐντυπωσιακόν ἀποτέλεσμα τοῦ πνευματικοῦ του μόχθου, καθώς καί θερμάς εὐχαριστίας διά τήν πρόφρονα ἀφιέρωσιν τοῦ πονήματός του εἰς τήν Ἁγίαν τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησίαν καί εἰς τό ταπεινόν ἡμῶν πρόσωπον. Εἰς τό προλογικόν μας σημείωμα κατεγράψαμεν τάς ἐντυπώσεις ἡμῶν ἐκ τῆς ἀναγνώσεως τοῦ βιβλίου καί ἐξεφράσαμεν τήν συμφωνίαν ἡμῶν μέ τά ὅσα ἀναφέρονται περί τῆς ἀποστολῆς, τῆς προσφορᾶς καί τοῦ κεντρικοῦ ρόλου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου διά τήν εὐστάθειαν, τήν μαρτυρίαν καί τό μέλλον τῆς Ὀρθοδοξίας. 

Ἐπαναλαμβάνομεν καί ἐνώπιόν σας τήν ἄποψιν τοῦ μακαριστοῦ θεολόγου καί Ἀκαδημαϊκοῦ Μητροπολίτου Περγάμου Ἰωάννου, ὅτι τό Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον «ἄφησε καί ἀφήνει ἀνεξίτηλη τή σφραγῖδα του στήν ἱστορία τῆς ἀνθρωπότητος» καί ὅτι ἀποτελεῖ «ἐλπίδα γιά τό παρόν καί τό μέλλον τοῦ σύγχρονου ἀνθρώπου» («Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο. Ἕνα ἱστορικό παράδοξο», εἰς τό ἔργον τοῦ ἰδίου, Κόσμου Λύτρον, Μέγαρα 2014, σ. 275).Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία «δέν ἐνέδωσε ποτέ στόν πειρασμό τοῦ ἐθνικισμοῦ» (ὅ. π., σ. 278), γνωρίζοντας πάντοτε νά ἀποδίδῃ «τά τοῦ Καίσαρος τῷ Καίσαρι καί τά τοῦ Θεοῦ τῷ Θεῷ». Ὁ μακαριστός ἀδελφός προσθέτει μέ νόημα «Ἡ θεία Πρόνοια ἔταξε τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο ἐκεῖ πού εἶναι, γιά νά μή μπορεῖ κανείς νά διαβάλλει καί νά ἀμφισβητεῖ τόν ὑπερεθνικό του χαρακτήρα, βάσει τοῦ ὁποίου καλεῖται νά διαδραματίσει ἀποφασιστικό ρόλο στίς ἡμέρες μας».  (ὅ. π., σ. 279). Πρόκειται περί ἑνός θεσμοῦ, «πού ἀκόμη κι ἄν δέν τόν εἴχαμε δοσμένο ἀπό τή χάρη τοῦ Θεοῦ, καί μάλιστα στό Γένος μας, θά ἔπρεπε νά τόν ἐφεύρουμε» (ὅ. π., σ. 275).

Εἰς τήν ἱστορικήν πορείαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου, «ὁ βίος τά δόγματα μιμεῖται» (Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, PG 49, 190). Αὐτό τεκμαίρεται ἀπό ὅσα γράφονται καί εἰς τό βιβλίον τοῦ Ἁγίου Αὐστραλίας. Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία, πάντοτε πιστή εἰς τήν Παράδοσιν τῆς ἀληθείας, ποτέ δέν ἠγνόησε τά σημεῖα τῶν καιρῶν, τά προβλήματα καί τάς ὑπαρξιακάς ἀνάγκας τοῦ ἀνθρώπου. Ὄντως, δέν ἀρκεῖ μόνον νά ἐπικαλώμεθα τήν παράδοσιν. Ὀφείλομεν νά τήν μελετῶμεν, νά τήν γνωρίζωμεν, νά τήν ἐπικαιροποιῶμεν. Αὐτό εἶναι τό καθῆκον τῆς θεολογίας, ἡ ὁποία εἶναι πάντοτε ἐν διαλόγῳ μέ τήν παράδοσιν καί τόν ἑκάστοτε σύγχρονον κόσμον. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτη τίποτε δέν εἶναι δυνατόν νά εὐδοκιμήσῃ ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ ἄνευ θεολογικοῦ θεμελίου. Ἡ θεολογία παραμένει ὁ σιδηροῦς βραχίων τῆς Ἐκκλησίας εἰς τήν ἐξαγγελίαν τοῦ Εὐαγγελίου καί γενικῶς εἰς τήν ἐγκόσμιον μαρτυρίαν της. 

Ἡ ἀξία τοῦ πονήματος τοῦ Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας εὑρίσκεται καί εἰς τό γεγονός ὅτι προσπαθεῖ νά θεμελιώσῃ τήν θεματικήν ἐπί σταθερᾶς θεολογικῆς βάσεως. Καί ἐπειδή ἡ θεολογία ἔχει καί τήν πρακτικήν της διάστασιν, ὁ λόγος του διακρίνεται διά τήν ποιμαντικήν εὐαισθησίαν καί φαντασίαν. Τό αὐτό ἰσχύει καί διά τά κανονικά θέματα. Καί ἐδῶ ἡ ἑρμηνεία τῶν κανόνων καί ἡ ἀνάδειξις τῆς κανονιστικότητος τῆς μακρᾶς ἐκκλησιαστικῆς πρακτικῆς ἀπαιτεῖ εὐαίσθητον θεολογικόν αἰσθητήριον. Δέν ὑπάρχουν σολομώντειοι λύσεις εἰς τά ἐκκλησιαστικά πράγματα. Καί εἰς τόν χῶρον τῆς κανονικῆς δομῆς καί λειτουργίας τῆς Ἐκκλησίας ἡ παράδοσις δέν εἶναι παρελθόν. Εἶναι ἀεί ζῶσα καί ἀναφέρεται οὐσιαστικῶς εἰς τήν ζωήν τῆς Ἐκκλησίας, εἰς τήν ἑνότητα, τήν ἁγιότητα, τήν καθολικότητα καί εἰς τήν ἀποστολικότητά της. Ἐν τῇ ἐννοίᾳ ταύτῃ, ἡ γνησία παραδοσιακότης εἶναι πηγή ἐμπνεύσεως, δυναμισμοῦ καί πρωτοπορίας, ἀφοῦ δέν ταυτίζει τήν ἀλήθειαν μέ τό παρελθόν. 

Ὅ, τι ἐκφράζεται εἰς τάς σελίδας τοῦ παρουσιασθέντος σήμερον βιβλίου εἶναι ἐκφάνσεις τῆς ζωῆς καί τοποθετήσεις τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας ἐνώπιον συγκεκριμένων προκλήσεων. Ὁ πρωταγωνιστής εἶναι ἡ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἡ ὁποία φυλάσσει τήν πίστιν τῶν Πατέρων, ἐν πλήρει συνειδήσει τῆς ἀδιασπάστου ἱστορικῆς συνοχῆς καί συνεχείας καί ἐν ἐπιγνώσει τῆς μεγάλης ἱστορικῆς εὐθύνης της διά τά ἐκκλησιαστικά πράγματα. Ὀρθῶς ἔχει γραφῆ, ὅτι ἡ Ὀρθόδοξος Ἐκκλησία κλυδωνίζεται, ὅταν ἀμφισβητῆται ἡ πανορθόδοξος εὐθύνη τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου. 

Ἐκλεκτή ὁμήγυρις, 

Ἅπαντες οἱ ὁμιληταί ἀνεφέρθησαν εἰς τήν σημερινήν ἐπέτειον τῆς ἡμῶν Μετριότητος. Τούς εὐχαριστοῦμεν καί τούς εὐγνωμονοῦμεν. Ὑμνοῦμεν καί δοξολογοῦμεν τόν ἀγαθοδότην Θεόν δι᾿ ὅσα ἐπεδαψίλευσεν εἰς ἡμᾶς, διά τάς πολλάς εὐεργεσίας Του, κρατύνων τόν ταπεινόν ἱκέτην Του εἰς ὅλα τά στάδια καί τάς περιστάσεις τῆς ζωῆς του. «Ἀνερμήνευτος γάρ ἡ τοῦ Θεοῦ πρόνοια, καί ἀκατάληπτος αὐτοῦ ἡ κηδεμονία, ἄρρητος ἡ ἀγαθότης καί ἀνεξιχνίαστος ἡ φιλανθρωπία» (Ἰωάννης ὁ Χρυσόστομος, PG 52, 498).

Καί κατά τήν ἐπέτειον ταύτην ἐνθυμούμεθα καί μνημονεύομεν εὐγνωμόνως ἐκείνους, εἰς τούς ὁποίους ὀφείλομεν, μετά Θεόν, τό ζῆν καί τό εὖ ζῆν, τήν ἀγάπην διά τά γράμματα καί τήν Ἐκκλησίαν, τόν φόβον τοῦ Θεοῦ καί τήν κλίσιν πρός τήν ἱερωσύνην. Ὁμοῦ μετά τῶν κατά σάρκα γονέων καί τῶν διδασκάλων ἡμῶν, μνημονεύομεν τήν στιγμήν αὐτήν, μέ μέγαν σεβασμόν, τόν μακαριστόν γέροντα καί πνευματικόν ἡμῶν πατέρα Μητροπολίτην Χαλκηδόνος Μελίτωνα. Εἴη ἡ μνήμη αὐτῶν αἰωνία! 

Ἡ μακρά πορεία μας ἐν τῇ Ἐκκλησίᾳ μᾶς ἐδίδαξεν ὅτι ἡ ἀκοινώνητος ἐσωστρέφεια καί ὁ στεῖρος μονόλογος εἶναι ἀσύμβατοι τόσον μέ τόν προικισμόν τοῦ ἀνθρώπου μέ λόγον, δηλαδή μέ νόησιν καί ἱκανότητα διαλογικῆς ἐπικοινωνίας, ὅσον καί μέ τήν Ὀρθόδοξον πίστιν, ἡ ὁποία δέν ἐπιτρέπει τήν ἀδιαφορίαν διά τόν συνάνθρωπον καί τόν κόσμον καί τόν αὐτάρκη αὐτοεγκλεισμόν, ἀλλά μᾶς ὠθεῖ εἰς ἔξοδον ἀπό τόν ἑαυτόν μας, εἰς συνάντησιν, εἰς σχέσιν καί κοινωνίαν, εἰς τόν καλόν ἀγῶνα διά τήν ἐν Χριστῷ μεταμόρφωσιν τοῦ κόσμου. Ἡ χριστιανική μαρτυρία ἀποφεύγει δύο παρεκκλίσεις: τήν μονοφυσιτίζουσαν «πνευματικότητα τῆς φυγῆς» ἀπό τόν κόσμον καί τήν ἱστορίαν, καί τόν νεστοριανίζοντα πειρασμόν τοῦ συσχηματισμοῦ μέ τόν κόσμον. Αὐταί αἱ δύο τάσεις ἀγνοοῦν τήν ἐσχατολογικήν διάστασιν τῆς ἐκκλησιαστικῆς ζωῆς. Δέν μολύνεται ἡ ἀλήθεια ἀπό τήν ἱστορίαν, ἀλλά ὀφείλει νά τήν καθαίρῃ. Αὐτό ἀνήκει εἰς τήν αὐτοσυνειδησίαν τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ἡ ὁποία ἀναδεικνύεται σαφῶς διά τοῦ μετά χεῖρας βιβλίου τοῦ ἁγίου Αὐστραλίας.

Περαίνοντες τον λόγον, σᾶς συγχαίρομεν ἅπαξ ἔτι, Ἱερώτατε ἀδελφέ, διά τήν παροῦσαν ἔκδοσιν, εὐχόμενοι νά εὕρῃ πολλούς ἀναγνώστας. Ἐκφράζομεν ἐπίσης, τήν ὁλοκάρδιον ευχήν νά εἶναι εὐλογημένη καί ἐπιτυχής κατά πάντα ἡ διεξαγωγή τῶν ἐπετειακῶν ἑορτασμῶν κατά τήν διάρκειαν τοῦ ἐπί θύραις νέου ἐνιαυτοῦ, ἐπί τῇ συμπληρώσει αἰῶνος ὅλου ἀπό τῆς ἱδρύσεως τῆς Ἱερᾶς «Μητροπόλεως», τότε, καί νῦν «Ἀρχιεπισκοπῆς» Αὐστραλίας.

Εὐγνωμονοῦμεν τόν Ἐξοχώτατον πρέσβυν κύριον Κωνσταντῖνον Κούτραν, Γενικόν Πρόξενον τῆς Ἑλλάδος ἐν τῇ Πόλει, διά τήν διάθεσιν τῶν ὡραίων χώρων τοῦ Σισμανογλείου Μεγάρου, διά τήν παροῦσαν ἐκδήλωσιν, ἐκφράζοντες πρός ὑμᾶς, Ἐξοχώτατε, ἐγκαρδίους εὐχάς διά μίαν δημιουργικήν θητείαν. Εὐχαριστίας ἀπευθύνομεν καί πρός τήν χορῳδίαν μας διά τήν ὡραίαν ψαλμῳδίαν. Πάντας ὑμᾶς εὐγνωμονοῦμεν διά τήν πολλήν ἀγάπην σας, διά τήν τιμήν, διά τήν παρουσίαν σας καί ἐξαιτούμεθα τάς προσευχάς σας πρός Κύριον ὑπέρ τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τοῦ ταπεινοῦ διακόνου αὐτῆς Βαρθολομαίου.

Δόξα τῷ Θεῷ πάντων ἕνεκεν.

Καλά Χριστούγεννα!

 

Ὁμιλία Τοῦ Σεβασμιωτάτου Ἀρχιεπισκόπου Αὐστραλίας κ. Μακαρίου  κατά τήν παρουσίαση τοῦ βιβλίου  «Οἰκουμενικόν Πατριαρχεῖον – Ἐκκλησία Ἄρχουσα καί Πάσχουσα»  (Σισμανόγλειον Μέγαρον 18 Δεκεμβρίου 2023)

Παναγιώτατε Πάτερ καί Δέσποτα,

Σεβασμιώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,

Ἐξοχωτάτη κυρία Ὑφυπουργέ, 

Ἐξοχώτατε κύριε Πρόεδρε, 

Ἐξοχώτατε κύριε Πρέσβυ Κωνσταντῖνε Κούτρα,

Ἐντιμότατε κύριε Βουλευτά,

Ἐντιμολογιώτατοι Ἄρχοντες Ὀφφικιάλιοι,

Ἐλλογιμώτατοι κύριοι Καθηγητές,

Εὐλαβέστατοι Πατέρες,

Κυρίες καί Κύριοι,

Ἡ καρδιακή μου ἐπιθυμία εἶναι αὐτήν τή στιγμή νά σιωπήσω, καθώς οἱ ἐκλεκτοί ὁμιλητές εἶπαν τόσα πολλά καί ἐπαινετικά γιά τό Πατριαρχεῖο μας καί τόν Πατριάρχη μας καί -μέσα στήν ὑπερβολή τῆς ἀγάπης τους- καί γιά τήν ἐλαχιστότητά μου. Ὅμως τό χρέος πρός τή Μεγάλη Ἐκκλησία καί τό πανσέβαστο καί τιμιώτατο Πρόσωπο τοῦ Μεγάλου Πατριάρχου μας, μοῦ ἐπιβάλλουν νά ὁμιλήσω κυρίως γιά νά ἐκφράσω αὐτήν τήν ἀέναη εὐγνωμοσύνη καί τήν ἐκ βάθους εὐχαριστία μου, διότι ἄν, διά τοῦ ταπεινοῦ αὐτοῦ πονήματος, προσφέρω μικρόν τι στό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο, τό λέγω μέ παρρησία καί χωρίς ἴχνος ὑπερβολῆς, πρωτύτερα ἔχω πολλαπλῶς, πολυμερῶς καί πολυτρόπως δεχθεῖ τήν εὐεργεσία, τήν προστασία καί τά πολλά δωρήματα τῆς ἀκενώτου Πηγῆς τοῦ Φαναρίου, ὁπότε τό ἀντίδωρον εἶναι καί μικρόν καί ἀσήμαντον.

Ὅμως, αὐτή εἶναι ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία, ἀείποτε θυσιαζομένη, ἐστραυρωμένη, μεμωλωπισμένη, κενουμένη, καθημαγμένη καί αἱμάσουσσα, ἀλλά καί ἐν ταὐτῷ πρωτάριστος, πρωτεύθυνος, πρωτοστατοῦσα, προκαθημένη καί πρωτόθρονος… Καί μέ δυό λέξεις «Ἄρχουσα καί Πάσχουσα», ὄχι ποιητικῇ ἀδείᾳ ἤ συναισθηματικῷ τῷ τρόπῳ ἀλλά κυριολεκτικῶς, οὐσιωδῶς καί κατηγορηματικῶς… Οἱ δύο αὐτές προσηγορίες δέν προσπαθοῦν μέ μιά κάπως λυρική διάθεση νά περιγράψουν ἤ νά χαρακτηρίσουν τήν Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, ἀλλά διαζωγραφίζουν καί ὁριοθετοῦν τήν ταυτότητά Της, ἀφοῦ ἀτυχῶς στίς ἡμέρες μας ὑπάρχει πρόβλημα ταυτότητος καί ἰδιοσυστασίας καί, ὅλοι τό γνωρίζουμε, ὅτι αὐτή ἡ νόσος ἐπιπολάζει καί στόν ἐκκληστικό καί θεολογικό χῶρο. Γι᾽αὐτό διαπιστώνουμε ὅτι κάποιοι ἀναπαύονται, μᾶλλον δέ καί ἐπιχαίρουν μέ τό “πάσχουσα” τῆς Ἐκκλησίας τῆς Κωνσταντινουπόλεως ἀλλά δέν συμβιβάζονται μέ τό “ἄρχουσα”, ἀδυνατοῦντες νά ἀποδεχθοῦν τή μεγάλη ἐκκλησιολογική καί κανονική ἀλήθεια, ὅτι δηλαδή τό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο κατέχει ἀπαραβίαστα προνόμια, τά ὁποῖα παραχωρήθηκαν, τῇ ἐπινεύσει τοῦ Παναγίου Πνεύματος, ἀπό τίς Οἰκουμενικές Συνόδους. 

Ἄν, λοιπόν, μοῦ ἐπιτρέπεται νά πῶ κάτι γιά τό ταπεινό αὐτό πόνημα θά ἔλεγα μόνον ὅτι γράφτηκε ὡς μιά ἀπόπειρα νά παρουσιάσει κάποιες πτυχές καί ἐκφάνσεις τῆς ταυτότητος καί τῆς διακονίας τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας σέ μιά ἐποχή ὅπου τά ἐκκλησιολογικά θεμέλια δυναμιτίζονται ἀπό ἐντελῶς καινοφανεῖς ἀπόψεις, πού ἡ μόνη τους νομιμοποίηση εἶναι ὁ «τύφος τῆς κοσμικῆς ἐξουσίας», κατά τήν ὁρολογία τοῦ Βυζαντινοῦ Κανονολόγου Ἀριστηνοῦ στό σχόλιο του στόν Ϛ’ Κανόνα τῆς ἐν Νικαία Α´ ἁγίας Οἰκουμενικῆς Συνόδου. Εἶναι ἡ ἐκκλησιολογία τῆς ἀριθμητικῆς ὑπεροχῆς, τῆς κρατικῆς ἰσχύος, τῆς οἰκονομικῆς εὐρωστίας, τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ ἐπεκτατισμοῦ. Ἡ Μεγάλη Ἐκκλησία ἔχει νά ἀντιτείνει σέ ὅλα αὐτά ἐκεῖνο πού προσφάτως διεκήρυξε ὁ Οἰκουμενικός μας Πατριάρχης ἀπό τά Μύρα τῆς Λυκίας: «ἡ γνησία καί μόνη Μήτηρ Ἐκκλησία, ἡ ἀποκλειστικῶς ἔχουσα τό προνόμιον τῆς ὑπέρ τῶν πάντων Σταυρικῆς θυσίας, ἡ ποτνία ἐν τοῖς Θρόνοις τῆς καθ᾽ ἡμᾶς Ἀνατολῆς, καί φιλότεκνος μήτρα, ἡ γεννήσασα, ὄχι ἀνωδύνως, τάς ἀπό Βουλγαρίας μέχρι καί Οὐκρανίας κατά τόπους Ἐκκλησίας, εἶναι ἡ τῆς Κωνσταντινουπόλεως Μεγάλη Ἐκκλησία. Καί αὐτό δέν τό λέγει ποιά τις νεωτέρα θεωρία ἐκκλησιολογίας, δέν τό ἐφεῦρεν ὁ ὁμιλῶν, ὁ τάχα Πάπας τῆς Ἀνατολῆς, δέν εἶναι σύγχρονον εὐφυολόγημα ἀντληθέν ἔκ τινος ὑμνολογικῆς γραφίδος, ποιητικῆς ἀδείας ἕνεκα, ἀλλ᾽ εἶναι αὐτό τοῦτο τό βίωμα, ἡ γεῦσις, ἡ αἴσθησις, ἡ παρακαταθήκη τῶν Πατέρων τῶν Οἰκουμενικῶν Συνόδων καί τῶν λοιπῶν σημαντικῶν ἐκ τῶν Τοπικῶν».

Τοῦτο εἶναι τό «βίωμα», ἡ «γεῦσις» καί ἡ «αἴσθησις» καί ἡμῶν τῶν ἐπιγενομένων, τοῦτο εἶναι «ὅ ἀκηκόαμεν, ὅ ἑωράκαμεν τοῖς ὀφθαλμοῖς ἡμῶν, ὅ ἐθεασάμεθα καί αἱ χεῖρες ἡμῶν ἐψηλάφησαν» (Α’ Ἰω. 1, 3), μαθητεύοντες ἐν Φαναρίῳ παρά τούς πόδας Βαρθολομαίου Πατριάρχου τοῦ Πάνυ, «καί ὁ ἑωρακώς μεμαρτύρηκε, καί ἀληθινή αὐτοῦ ἐστιν ἡ μαρτυρία» (Ἰω. 19, 35). Καί ἐξ αὐτοῦ τοῦ λόγου κρινόμεθα καί κατακρινόμεθα, διότι μαρτυροῦμε τήν ἀλήθεια καί, ὅπως ὁ θυμόσοφος λαός μας λέγει, «ἡ ἀλήθεια πονᾶ».

Ἔχω πλήρη τήν συναίσθηση ὅτι τό βιβλίο αὐτό καί ἡ ἐλαχιστότητά μου θά ἐπικριθοῦν καί θά κατακριθοῦν, θά παραποηθοῦν τά λόγια μου καί θά διαστρεβλωθοῦν τά γραφόμενά μου, ἀλλά εἶναι κάτι πού οὐδόλως μέ ἀπασχολεῖ ἤ μέ φοβίζει. Καί οἱ λόγοι εἶναι ἁπλοί. Πρῶτον, τό ἔργο τοῦτο εἶναι μαρτυρία πίστεως, ἀγάπης καί ἀληθείας καί ὅποιος μαρτυρεῖ περί τῆς ἀληθείας δέν ἔχει νά φοβηθεῖ τίποτα. Καί δεύτερον καί σημαντικότερο, τό ἔργο αὐτό ἔχει τήν εὐχή καί τήν εὐλογία τοῦ Πατριάρχου μας, καί τοῦτο εἶναι γιά μένα τό μεῖζον καί τό σπουδαιότερο. Μάλιστα χαίρομαι διότι καταθέτω μιά μαρτυρία στόν δημόσιο λόγο ὡς ἐπιχειρηματολογία καί ἀντίλογο σέ ὅλα αὐτά τά ἕωλα πού λέγονται καί γράφονται γιά νά ἀμφισβητήσουν ἤ νά ἐπικρίνουν τίς ἀποφάσεις τοῦ Πατριάρχου μας καί τῆς Μητρός Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας.

Ἐξάλλου, τό ὑπερσέβαστο πρόσωπο τοῦ Πατριάρχου μας καί ὅ,τι Αὐτό ὑποστασιάζει γιά τήν Ἐκκλησία καί τό Γένος μας ἦταν ἡ κινητήριος δύναμη γιά νά γραφεῖ τό πόνημα τοῦτο, τό ὁποῖο πρέπει νά πῶ ὅτι ἐγράφη μέν ἀπό περίσσευμα καρδίας, ἀλλά καί ἀπό τεράστιο ἔλλειμμα χρόνου καί κάθε φορά πού οἱ ὑποχρέωσεις καί οἱ μέριμνες μέ συνέπνιγαν καί πίστευα ὅτι τό βιβλίο δέν θά τελειώσει ποτέ, ἀπό ἐκεῖ, ἀπό τήν μακρινή Αὐστραλία, ἔφερνα στό νοῦ καί τήν καρδιά μου τόν Πατριάρχη μας καί μέ τόν ἐνδιάθετό μου λόγο ἔλεγα ὅτι πρέπει νά συνεχίσω γιατί Τοῦ ὀφείλω…!!!

Μέ αὐτές τίς λίγες σκέψεις, παρακαλῶ νά μοῦ ἐπιτρέψετε νά ἀπευθύνω ἐγκάρδιες εὐχαριστίες στούς ἐκλεκτούς ὁμιλητές πού εἶχαν τήν εὐγένεια μέ τήν ἐπιστημονική τους ἐμβρίθεια καί τόν ἐμπνευσμένο λόγο τους νά παρουσίασουν τό βιβλίο. Εἶμαι βαθύτατα, εὐγνώμων πρός τόν Ἐξόχωτατο πρώην Ἀντιπρόεδρο τῆς Ἑλληνικῆς Κυβερνήσεως καί ἐγνωσμένου κύρους Καθηγητή τοῦ Συνταγματικοῦ Δικαίου κ. Εὐάγγελο Βενιζέλο, ὁ ὁποῖος μέ τήν ἀπαράμιλλη ἱκανότητά του νά ἀνατέμνει σέ βάθος τά πράγματα ὁμίλησε περί τοῦ βιβλίου μέ ἄξονα κυρίως τό Οὐκρανικό ζήτημα. Θερμότατα, ἐπίσης, εὐχαριστῶ τόν Ἐντιμολογιώτατο κ. Μάξιμο Χαρακόπουλο, Βουλευτή καί Γενικό Γραμματέα τῆς Διακοινοβουλευτικῆς Συνελεύσεως Ὀρθοδοξίας, ὁ ὁποῖος ἀναφέρθηκε στόν ἰδιαίτερο ρόλο τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου στήν Ὀρθόδοξη Ἐκκλησία ἀλλά καί στήν Οἰκουμενική του διάσταση μέ τρόπο καρδιακό καί γνήσιο. Ἰδιαίτερες εὐχαριστίες, ἀπευθύνω στόν φίλτατό μου Καθηγητή, δάσκαλο μᾶλλον, τοῦ Κανονικοῦ Δικαίου καί πρώην Κοσμήτορα τῆς Θεολογικῆς Σχολῆς τοῦ Ἀριστοτελείου Πανεπιστημίου Θεσσαλονίκης κ. Θεόδωρο Γιάγκου γιά τίς πολύτιμες παρατηρήσεις του πάνω σέ ὁρισμένα ἀπό τά κανονικά ζητήματα πού πραγματεύεται τό βιβλίο, γιά τά ὅσα μᾶς παρουσίασε σήμερα ἀλλά γενικῶς καί γιά τήν ἀγάπη του καί τόν ἐπιστηριγμό του στό Οἰκουμενικό Πατριαρχεῖο καί τόν Πατριάρχη μας. Μέ μεγάλη εὐγνωμοσύνη καί θαυμασμό εὐχαριστῶ τόν συντονιστή τῆς ἀποψινῆς βραδιᾶς, Σεβασμιώτατο Μητροπολίτη Δημητριάδος καί Ἁλμυροῦ κ. Ἰγνάτιο, ὁ ὁποῖος μέ τόν ἔμπειρο, μεστό, θεολογικό ἀλλά καί σύγχρονο, δημοσιογραφικό του λόγο κατηύθυνε τή συζήτηση, καταθέτοντας παράλληλα καί ὁ ἴδιος τή δική του μαρτυρία καί γιά τό σύγγραμμα ἀλλά καί γιά τόν Πατριάρχη μας καί τό Οἰκουμενικό μας Πατριαρχεῖο.

Μέ μεγάλο σεβασμό καί ἀδελφική ἀγάπη εὐχαριστῶ τούς ἁγίους συνοδικούς Ἀρχιερεῖς καί τούς λοιπούς ἀδελφούς Ἱεράρχες, οἱ ὁποῖοι παρά τίς ὑποχρεώσεις τους τίμησαν διά τῆς ὑψηλῆς παρουσίας τους τήν ταπεινή αὐτή ἐκδήλωση.  Τά τίμια πρόσωπα τῶν Ἱεραρχῶν μας ἀντικατοπρτίζουν τήν ἀγωνία καί τόν ἀγῶνα τους γιά τήν προαγωγή τοῦ ἔργου τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τοῦ Πατριάρχου μας. Καί ὅπως ὁ ἴδιος ὁ Παναγιώτατος, πολλές φορές ἔχει τονίσει, οἱ Ἱεράρχες μας εἶναι οἱ συγκυρηναῖοι εἰς τήν ἄρσιν τοῦ σταυροῦ Ἀνδρέου τοῦ Πρωτοκλήτου, ἀφοῦ ὁ καθένας ἀπό τό δικό του μετερίζι, ἀπό ἐκεῖ πού τόν ἔταξε ἡ Ἐκκλησία, ἀγωνίζεται γιά τή δόξα τοῦ Χριστοῦ καί τήν προαγωγή τοῦ ἔργου τοῦ Πατριαρχείου μας.

Εὐχαριστῶ καί τόν Ἐξοχώτατο Πρέσβυ κ. Κωνσταντῖνο Κούτρα, Γενικό Πρόξενο τῆς Ἑλλάδος ἐν Κωνσταντινουπόλει, γιά τήν ἀγάπη του, κυρίως πρός τούς θεσμούς, πρός τόν Πατριάρχη μας καί τό Πατριαρχεῖο μας ἀλλά καί γιά τήν μέριμνά του νά ὀργανωθεῖ αὐτή ἡ σεμνή ἐκδήλωση βιβλιοπαρουσιάσεως. Τόν συγχαίρω δέ καί ἐπί τῇ προσφάτῳ ἀναλήψει τῶν καθηκόντων του, ἔχοντας τήν πεποίθηση ὅτι θά φανεῖ ἀντάξιος τῶν προσδοκιῶν τῆς Ἐκκλησίας καί τοῦ Γένους.

Εὐχαριστῶ ἐπίσης τή χορωδία τοῦ Συλλόγου Μουσικοφίλων Πέραν, ὑπό τή διεύθυνση τοῦ Προέδρου αὐτοῦ, Ἄρχοντος Α´ Δομεστίκου τῶν Πατριαρχείων, Μουσικολογιωτάτου κ. Γεωργίου Κιοσέγλου γιά τήν ἄψογη ἐκτέλεση τῶν ἐκκλησιαστικῶν ὕμνων.

Τελειώνοντας ἐπιθυμῶ κι ἐγώ νά τονίσω, ὅπως ἔκαναν καί οἱ προλαλήσαντες, ὅτι σήμερα συμπληρώνονται πενῆντα χρόνια ἀπό τήν ἡμέρα ἐκλογῆς τοῦ Πατριάρχου μας σέ Μητροπολίτη Φιλαδελφείας, 18 Δεκεμβρίου 1973. Αὐτό εἶναι τό μεῖζον γεγονός τῆς ἡμέρας. 

Τό διάστημα αὐτό τῶν πενῆντα ἐτῶν σέ κάποιους ὑπενθυμίζει τό βραχύ τῆς ζωῆς, κατ᾽ ἄλλους πάλι μοιάζει μέ μεγάλο κεφάλαιο, μέσα στό ὁποῖο μπορεῖ κανείς νά βιώσει καταστάσεις καί ἐμπειρίες μοναδικές καί ἀνεπανάληπτες. Τελικῶς, ἡ πορεία τοῦ ἀνθρώπου ἀξιολογεῖται ὄχι μόνο ἀπό τά ἔργα του ἤ ἀπό ὅλα αὐτά πού ἀφήνει πίσω του ὡς κληρονομιά καί παρακαταθήκη, ἀλλά κυρίως ἀπό τόν τρόπο τῆς ζωῆς του. Ἔτσι, ἀθόρυβα καί σιωπηλά, ὁ Πατριάρχης μᾶς διδάσκει ὅτι ὁ χρόνος ἀποκτᾶ δύναμη καί δίνει νόημα σ᾽ ὁλόκληρη τήν κτίση, μόνο ὅταν ἡ ζωή μας μαρτυρεῖ τή νίκη κατά τοῦ θανάτου. Καί ἡ παρουσία τοῦ Πατριάρχου Βαρθολομαίου μέσα στόν χρόνο (50 χρόνια ἀρχιερατείας) μᾶς κρίνει καί παράλληλα μᾶς στηρίζει, γιατί ἀκριβῶς εἶναι τόσο ἀληθινή καί χαριτωμένη, ζωντανή καί τολμηρή. Ἀποπνέει ἄρωμα ζωῆς. Ὁ ἴδιος ζεῖ τήν Ὀρθοδοξία. Ζεῖ τήν Ἀνάσταση τοῦ Χριστοῦ καί καταργεῖ τόν θάνατο, διαλύοντας κάθε μιζέρια καί φθορά καί γεμίζοντας τά πάντα μέ ἕνα φῶς πού δέν μπορεῖ νά τό δεῖ κανείς μέ τά σωματικά του μάτια.

Παναγιώτατε ἔτη πολλά! Σᾶς εὐχαριστοῦμε γιά ὅ,τι κάνετε ἀλλά κυρίως γι᾽ αὐτό πού εἶστε! 

Σᾶς εὐχαριστῶ ὅλους γιά τήν τιμητική σας παρουσία καί τήν ὑπομονή σας.

Δεν υπάρχουν σχόλια: