e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Πέμπτη 19 Ιουλίου 2007

Ιερέας Διονύσιος Μαμφρέδας, "ο ποιμήν ο καλός" (1912-1993)

Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας


Ο ιερέας Διονύσιος Μαμφρέδας γεννήθηκε το 1912 στο Χουρχουλίδι της Ζακύνθου - μικρό συνοικισμό του χωριού Καλλιπάδο, όπου πάντα διέμενε. Απεβίωσε στις 19 Νοεμβρίου 1993, σε ηλικία ογδόντα ενός ετών.

Διάκονος χειροτονήθηκε από τον μακαριστό Μητροπολίτη Ζακύνθου Χρυσόστομο Α΄ (τον Δημητρίου) στις 29 Απριλίου 1945 στον παλαίφατο Ναό των Αγίων Πάντων και Πρεσβύτερος λίγες μέρες μετά (3 Μαΐου 1945, Μεγάλη Πέμπτη) στον ιστορικό Ναό της Οδηγήτριας. Σημειωτέον ότι και οι δυο αυτοί ναοί δεν υφίστανται πλέον μετά τη Σεισμοπυρκαγιά του 1953.

Διετέλεσε κατά καιρούς Εφημέριος όλων σχεδόν των γύρω στο Μπανάτο χωριών, τελευταία των Ναών του Μπανάτου (από το 1967 έως το 1986) και πνευματικός πατέρας της ευρύτερης περιοχής, απολαμβάνοντας τον ανυπόκριτο σεβασμό και την ολόθερμη αγάπη όσων τον συναναστράφηκαν, Κλήρου και Λαού.

Ο παπα Νιόνιος, στο διάστημα της μακράς και πολυκύμαντης ζωής του, υπήρξε άνθρωπος διαρκούς μαθητείας και απαράβατης ταπείνωσης. Σε δίσεκτους καιρούς δεν ολοκλήρωσε ούτε καν το Δημοτικό της εποχής, ο λόγος του όμως αποδείκνυε άνθρωπο εξαιρετικά πεπαιδευμένο και τούτο, διότι σε κάθε ευκαιρία μαθήτευε «μετ’ επιστήμης» στα ιερά της Εκκλησίας βιβλία, αυτά που ανέκαθεν υπήρξαν κιβωτός της Παιδείας και της γλώσσας της Ρωμηοσύνης. Αξίζει να θυμηθώ ότι είχε καταρτίσει μια πολύ ενδιαφέρουσα προσωπική Βιβλιοθήκη, εμπλουτισμένη με αξιόλογα θεολογικά και ιστορικά βιβλία. Θα μπορούσε να χαρακτηρισθεί μέλισσα της γνώσης, διότι ρουφούσε πληροφορίες και στοιχεία, όχι μόνον από τα βιβλία του, αλλά απ' όπου μπορούσε. Για το καθετί που έλεγε, στηριζόταν πάντα σε αγιογραφικά χωρία κατά τρόπο καίριο και θαυμαστό, είχε δε την ταπείνωση ν’ αποζητά από τους μορφωμένους φίλους του (συχνότατα, πολύ-πολύ μικρότερους ηλικιακά απ’ αυτόν) τη γραμματική και νοηματική ερμηνεία των ευαγγελικών ή υμνογραφικών σημείων, που ενδεχομένως τον δυσκόλευαν!!!

Υπήρξε γλυκύς στις σχέσεις με τους ενορίτες του, κάτι που συνέβαινε και στην αντιμετώπιση της κάθε ποιμαντικής περίπτωσης. Αυτή μάλιστα η γλυκύτητά του, η αρχοντιά της προσήνειάς του και το ανεπιτήδευτο του χαρακτήρα του, η επιείκεια και κατανόηση προς τον εξομολογούμενο ήταν, που τον έκανε αγαπητότατο σε όλους.

Άνθρωπος εξαιρετικής υπομονής, ανθεκτικός στις αλλεπάλληλες δοκιμασίες του βίου, αλλά και υπόδειγμα υπακοής προς τους προϊσταμένους του, βγήκε στις αρχές του 1986 από την ενεργό υπηρεσία δίχως ποτέ -δυστυχώς- να τιμηθεί όσο τού άξιζε με κάποιο εκκλησιαστικό αξίωμα, ίσως επειδή η αγιότητα βραβεύει, δεν βραβεύεται, τουλάχιστον επί γης.

Άνθρωπος των καθαρτικών της ψυχής δακρύων, ιδιαίτερα προς την δύση του βίου του, (κατα)καιγόταν από την αγιάτρευτη πίκρα ότι λόγω των σοβαρών προβλημάτων υγείας, που τον ταλάνιζαν κάποιες δεκαετίες, δεν μπορούσε να τελέσει τη Θεία Λειτουργία. Αγωνιούσε πάντως για την ώρα της εξόδου του, βιώνοντας στην πράξη το τού Αγίου Νεοφύτου του Εγκλείστου: «Θεού φόβος και μνήμη θανάτου».

Ο παπα Νιόνιος υπήρξε Πνευματικός, κατά την αγιογραφική έννοια. «Ο καρπός του πνεύματος εστίν αγάπη, χαρά, ειρήνη, μακροθυμία, χρηστότης, αγαθωσύνη, πίστις, πραότης, εγκράτεια» (Γαλ. 5, 22), γράφει ο Απόστολος των εθνών Παύλος και στην περίπτωση του «Παπούλη» μας, όπως τον ονομάζαμε, το Άγιο Πνεύμα καρποφόρησε κατά τρόπο θαυμαστό και παραδειγματικό για τους μεταγενέστερους. Γι’ αυτό ακριβώς και όλοι μας έχουμε βεβαιωθεί ότι με την εκδημία του αποκτήσαμε ήδη μιαν ακόμη πρεσβεία στην ουράνια πολιτεία, στην Εκκλησία του Θριάμβου, πλάι στους Δικαίους και στους Αγίους, εκεί όπου η απλότητα, ωσάν εκείνη του Γέροντά μας, αποτελεί όρο μετοχής στη θεότητα.

Διονυσίου ιερέως, πνευματικού πατρός και συλλειτουργού ημών γενομένου, αιωνία η μνήμη!!!

Αρχιμανδρίτης Διονύσιος Κοντονής (1922-1998)

Γράφει ο π. Παναγιώτης Καποδίστριας

«Τω φοβουμένω τον Θεόν ευ έσται, επ’ εσχάτων και εν ημέρα τελευτής αυτού, ευρήσει χάριν» (Σοφία Σειράχ 1,13)

Ανήμερα της εορτής του Αγίου Χαραλάμπους (10 Φεβρουαρίου) του 1998 προπέμψαμε στον τάφο -πύλη της Αιωνιότητας- τον σεβαστό Αρχιμανδρίτη Διονύσιο Κοντονή, ο οποίος υπήρξε γόνος επιφανής και αγαπητός της κωμόπολης Μπανάτου.

Ήδη ο μακαριστός Γέροντας γεύεται ουράνιες εμπειρίες και όλοι προσευχόμαστε να έχει συναριθμηθεί στους ταπεινούς εκείνους αγίους και δίκαιους ιερείς, οι οποίοι μετέχουν αδιάλειπτα στην υπερκόσμια Θεία Μυσταγωγία, θεώμενοι ανεκλάλητων καταστάσεων.


Ο π. Διονύσιος Κοντονής, σε ηλικία 76 ετών και μετά από μακρά και καλλίκαρπη διακονία όπου η Εκκλησία τον έταξε, είτε ως Μοναχό, Ιερομόναχο και Αρχιμανδρίτη, μάλιστα δε επί τρεις και πλέον δεκαετίες στην παραθαλάσσια ωραία κωμόπολη του Στομίου της Λάρισας, μετέστη «από των λυπηροτέρων επί τα χρηστότερα και θυμηδέστερα», αφού εκδαπάνησε τον βίο του με απλότητα και ταπεινοφροσύνη, καταδεκτικότητα, κατανόηση κι επιείκεια για τις δυο και τρεις γενιές των πνευματικών του τέκνων στη θεσσαλική εκείνη γωνιά, με πατρική στοργή και νουθεσίες για όσους τον πλησιάζαμε, με ανοιχτή πάντα καρδιά, χαμόγελο και ωραία αστεία για τους συνηλικιώτες του συγχωριανούς μας, που τον υπεραγαπούσαν και με τους οποίους, σε κάθε ευκαιρία, αναθυμόταν «ημερών αρχαίων».


«Ο ζήλος του οίκου σου κατέφαγέ με», παραδέχεται ο Ψαλμωδός και κάτι ανάλογο συνέβαινε με την οικογένεια του Διονυσίου. Ο ευσεβής πατέρας του Ανδρέας υπηρέτησε τον Ναό της Παναγούλας ως Επίτροπος επί δυόμισι δεκαετίες και ο μικρός Διονύσιος έμαθε κι έπαθε τα θεία μες από αυτή τη σχέση του πατέρα του, αλλά και των πιστών θειάδων του, με τον ενοριακό τους ναό. Με άλλα λόγια, «εκ κοιλίας μητρός» τού εμφύσησε αθόρυβα η οικογένεια την αγάπη στον Θεό, την προσήλωση στην παράδοση, την ενοριακή συνείδηση και την διάθεση αυτοπροσφοράς. Ως εκ τούτου, ο ίδιος υπηρέτησε αρχικά τον Ναό ως «σκολιταρούδι» (παιδί του Ιερού Βήματος) και ύστερα «νόντσολος» (νεωκόρος, δηλαδή), πλάι σε βαρύνουσες ιερατικές μορφές του Μπανάτου εκείνων των χρόνων, διδασκόμενος έτσι πολλά ευεργετικά για την προσωπική του ιερατική κλίση.

Αργότερα οδήγησε τα βήματά του στον Άγιον Όρος, το περιώνυμο «Περιβόλι της Παναγίας», όπου διέμεινε για μια διετία κι έλαβε τα πρώτα νάματα της μοναχικής άσκησης πλάι σε έμπειρους Αγιορείτες, καλλιεργώντας και αναπτύσσοντας συνάμα ως εργόχειρο, το τάλαντο του Κεντήματος, μέχρι το τέλος της ζωής του. Πολύ σημαντικά έργα τέχνης παρήγαγαν τα χέρια του: Μουσειακές ιερατικές στολές, πολύμορφους Επιταφίους, χρυσοκέντητα καλύμματα ιερών σκευών, υπέροχους πίνακες για τα σαλόνια των σπιτιών και ό,τι άλλο βάλει ο νους από πλευράς Κεντητικής. Ορισμένα από τα πλείστα όσα δημιουργήματά του υπάρχουν σήμερα ως προσωπικά του δωρήματα-αφιερώματα στη Μονή Στροφάδων και Αγ. Διονυσίου και στους Ναούς του Μπανάτου, αλλά και στην κατοχή πολλών ιδιωτών-συλλεκτών.

Μεγαλώνοντας ο Διονύσιος σε δυσχερή από κάθε άποψη εποχή, δεν ευτύχησε ιδιαίτερης μόρφωσης, αξιώθηκε όμως –διακονώντας την εκκλησία και τους παπάδες της- να μαθητεύσει στα ιερά βιβλία, στα λειτουργικά και πατερικά κείμενα, τα οποία (ως γνωστόν) απετέλεσαν τις κατεξοχήν μορφωτικές πηγές του Γένους μας κατά τους τέσσερις αιώνες οθωμανικού ζυγού.

Ήταν ιδιαίτερα ευχάριστο κι έδειχνε αυθεντικό άνθρωπο του Θεού, το γεγονός, ότι κατά τις μακρές συζητήσεις μας, οποτεδήποτε επισκεπτόταν τη γενέτειρά του, χρησιμοποιούσε πάντοτε ατόφια χωρία από το Ευαγγέλιο, για να στερεώσει τη γνώμη του! Διακριτικό γνώρισμα ετούτο των παλαιών, σοφών ιερέων!


Αυτή η εμπειρική μόρφωσή του ήταν που τον έκανε, τελειώνοντας κάθε φορά τη Θεία Λειτουργία, ν’ απευθύνει λιγοστά μεν, μεστά όμως λόγια προς το εκκλησίασμα, λόγια ευχετικά και παρηγορητικά, απλά μηνύματα πνευματικής πάντως οικοδομής. Ξέρετε, είναι πολύ σημαντικότερο, να μιλάει ο κήρυκας του Θείου Λόγου με λίγους – μετρημένους από καρδιάς λόγους, παρά να μακρηγορεί, αναλύοντας μπροστά στο (ανυπεράσπιστο συχνά) ακροατήριό του την όση επιστημονική σοφία νομίζει ότι διαθέτει.


Μεγαλοπρεπής ο π. Διονύσιος κατά τις εκκλησιαστικές τελετές, γινόταν ως παιδί κατά τη στιγμή της Θείας Ευχαριστίας, διότι είχε τη συναίσθηση της αμαρτωλότητάς του και ότι εκείνη την ώρα ο ιερέας κρατά το νοητό κλειδί της Πύλης τ’ Ουρανού, την δυνατότητα πρόσβασης στο Μυστήριο των Μυστηρίων, καθιστάμενος αγωγός της Χάριτος και σκάλα που ανεβάζει τον άνθρωπο στον Θεό.


Η βαθιά αυτή συναίσθηση της Ιεροσύνης που έφερε, σε συνδυασμό με την αλήθεια του εαυτού του, τον έκανε πολλές φορές να μού επαναλαμβάνει: «Μπορεί, αγαπητέ μου, να είμαστε ως άνθρωποι αμαρτωλοί, αλλά δεν μάς επιτρέπεται σε καμιά περίπτωση να ξεχνάμε πως είμαστε ιερείς και γι’ αυτό πρέπει να προσέχουμε πολύ, να μην εξευτελιζόμαστε με τις πράξεις και την τακτική μας».


Για ένα μακρό διάστημα τεσσάρων μηνών, από τις 20 Οκτωβρίου του 1997 έως τις 10 Φεβρουαρίου 1998 παρέμεινε ο π. Διονύσιος κλινήρης σε Νοσοκομείο, υπομένοντας την ξαφνική του ασθένεια μόνος προς Μόνον και ασφαλώς εκεί, μέσα στην αδυσώπητη μοναξιά της Εντατικής, δοκιμάστηκε «ως χρυσός εν χωνευτηρίω», εξαγιάστηκε μες από τους σωματικούς πόνους, ώστε να παραδώσει τελικά την ψυχούλα του λευκή στον Δημιουργό του.

Εμείς από τη θέση αυτή, κλείνοντας το αναμνηστικό τούτο σημείωμα, δεν έχουμε παρά να παρακαλέσουμε τον Κύριο της Ζωής, του Θανάτου και της Ανάστασης για την ανάπαυσή του: «(…) ώσπερ επί γης εν τη Εκκλησία σου λειτουργόν αυτόν κατέστησας, ούτω και εν τω ουρανίω σου θυσιαστηρίω ανάδειξον, Κύριε (…) και την έξοδον του βίου αυτού εν τη εισόδω των Αγίων σου ποίησον (…)».


Η "οικογενειακή" φωτογραφία του Β΄ Συνεδρίου Ορθοδόξου Νεολαίας


Ήδη τα φώτα του "Β΄ Διεθνούς Συνεδρίου Ορθοδόξου Νεολαίας" έχουν χαμηλώσει δίχως και να σβήσουν, ενώ ο απόηχος θα (ή, πρέπει να) υφίσταται για πολύ καιρό.

Χθες μόλις κυκλοφόρησε η παραπάνω "οικογενειακή" φωτογραφία του Συνεδρίου. Έχει αποτυπώσει τους Νεολαίους της απανταχού Ορθοδοξίας έξω από την κλειστή -ατυχέστατα- Θεολογική Σχολή της Χάλκης, οι οποίοι πλαισιώνουν τον Πρωθιεράρχη και πνευματικό Πατέρα των Ορθοδόξων. Πρόκειται όντως για μιαν ιστορική στιγμή, που έγραψε τη δική της σελίδα στην μακραίωνη και μαρτυρική Ιστορία του Οικουμενικού Πατριαρχείου, για χίλιους δυο λόγους, τους οποίους ο καθένας μπορεί εύκολα να κατανοήσει! Τα χαρούμενα κι αισιόδοξα πρόσωπα όλων τους πάντως, οιωνίζονται καλύτερους τους καιρούς που έρχονται!!!