e-περιοδικό της Ενορίας Μπανάτου εν Ζακύνθω. Ιδιοκτήτης: Πρωτοπρεσβύτερος του Οικουμενικού Θρόνου Παναγιώτης Καποδίστριας (pakapodistrias@gmail.com), υπεύθυνος Γραφείου Τύπου Ι. Μητροπόλεως Ζακύνθου. Οι δημοσιογράφοι δύνανται να αντλούν στοιχεία, αφορώντα σε εκκλησιαστικά δρώμενα της Ζακύνθου, με αναφορά του συνδέσμου των αναδημοσιευόμενων. Η πνευματική ιδιοκτησία προστατεύεται από τον νόμο 2121/1993 και την Διεθνή Σύμβαση της Βέρνης, κυρωμένη από τον νόμο 100/1975.

Τα νεότερα στα θεματικά ένθετα

Σάββατο 24 Σεπτεμβρίου 2016

Αγιασμός στο Ελληνικό Σχολείο της Στοκχόλμης










Ο Σεβ. Μητροπολίτης Σουηδίας και πάσης Σκανδιναυΐας κ. Κλεόπας, κατόπιν προσκλήσεως της διευθύνσεώς, τέλεσε τον αγιασμό επί τη ενάρξει της νέας σχολικής χρονιάς το Σάββατο, 24 Σεπτεμβρίου 2016, στις εγκαταστάσεις του Grekiska Skolan.

Ο Σεβασμιώτατος συνεχάρη τον Πρόεδρο της Σχολικής Επιτροπής κ. Γεώργιο Κωνσταντίνου για το επιτελούμενο έργο και τις άοκνες προσπάθειές του ιδίου και του εκπαιδευτικού προσωπικού, έργο το οποίο αποτυπώνεται στον μεγάλο αριθμό μαθητών, που έχουν ξεπεράσει τους 400 αλλά και στις 78 καινούργιες εγγραφές που αντικατοπτρίζουν την απήχηση στην τοπική κοινωνία.

Απευθυνόμενος στο εκπαιδευτικό προσωπικό, το οποίο αποτελείται από 18 εκπαιδευτικούς, εκ των οποίων οι δύο είναι αποσπασμένοι από την Ελλάδα και οι υπόλοιποι διαμένουν στη Σουηδία, τόνισε την βαρύτητα του έργου που έχουν επωμισθεί για την διάσωση και διάδοση της Ελληνικής γλώσσας και τη μεταλαμπάδευση του Ελληνικού πολιτισμού.

Ο Σεβασμιώτατος κατά την ομιλία του και απευθυνόμενος στο εκπαιδευτικό προσωπικό, τους μαθητές και τους γονείς, τόνισε την αξία της γνώσης η οποία όμως αποκτάται με καθημερινό μόχθο και προέτρεψε τους μαθητές να εισέλθουν σε αυτό τον στίβο, ενεργώντας όχι ως απλοί αθλητές, άλλα επιδιώκοντας να αναδειχθούν πρωταθλητές.

Σε διάλογο που ανέπτυξε με τα παιδιά, αναφέρθηκε στο εγκόλπιο το οποίο έφερε επί του στήθους, κάνοντας αναφορά μεν στην απεικόνιση της βρεφοκρατούσης Θεοτόκου, προέκταση δε στη σθεναρή και αέναη σχέση της Ορθόδοξου Εκκλησιάς με τη μητέρα Ελλάδα και τους απανταχού Έλληνες.

Ολοκληρώνοντας την ομιλία του, ο Μητροπολίτης Κλεόπας έκανε μνεία στην άριστη συνεργασία του Σχολείου με την τοπική Εκκλησιά και τη συνεχή στήριξη που η τελευταία παρέχει, τονίζοντας ότι η Εκκλησιά θα βρίσκεται αρωγός στην διαρκή προσπάθεια για την κατάκτηση της γνώσης, αλλά και στον άοκνο αγώνα και την αδιάπτωτη αγωνία για την διατήρηση και διάδοση του ελληνορθόδοξου πνεύματος στη σκανδιναβική γη.

Δύο κειμήλια του Ιερομάρτυρα Σμύρνης Χρυσόστομου στον διάδοχό του Μητροπολίτη Βαρθολομαίο


Του Αριστείδη Βικέτου ΑΠΕ-ΜΠΕ

Η ενθρόνιση χθες το απόγευμα του νέου Μητροπολίτη Σμύρνης Βαρθολομαίου, του πρώτου μετά το μαρτύριο το 1922 του Αγίου Ιερομάρτυρος, Χρυσοστόμου (Καλαφάτη) από την Τρίγλια της Μικράς Ασίας, επισφραγίστηκε με την παράδοση σε αυτόν δύο ιστορικών και ανεκτίμητης σημασίας κειμηλίων του Ιερομάρτυρος Χρυσοστόμου.

Το πρώτο δωρίθηκε στον κ. Βαρθολομαίο από τον Οικουμενικό Πατριάρχη και είναι αντίγραφο της χειρόγραφης εναισίμου διατριβής (υποβάλλεται σε κάποιο πανεπιστήμιο, προκειμένου να γίνει ο συντάκτης διδάκτορας) του Χρυσοστόμου στην Ιερά Θεολογική της Χάλκης, στην οποία ο Ιερομάρτυρας σπούδασε την ιερά επιστήμη της Θεολογίας. Το πρωτότυπο της διατριβής σώζεται στην βιβλιοθήκη της Χάλκης. Θέμα της είναι: «Θέσις Θεολογική περί του ότι Μόνη των τριών μεγάλων Εκκλησιών η Ορθόδοξος Ανατολική έστι η αληθής».

Στον νέο Μητροπολίτη ο Οικουμενικός Πατριάρχης προσέφερε και ένα αργυρό Άγιο Ποτήριο.

Το δεύτερο σημαντικό κειμήλιο προσφέρθηκε από τον καθηγητή Θεολογίας, σύμβουλο των αοιδίμων Πατριαρχών Αθηναγόρου, Δημητρίου και του σημερινού Πατριάρχη Βαρθολομαίου, και Άρχοντα Μεγάλο Ιερομνήμονα του Οικουμενικού Πατριαρχείου, κ. Αριστείδη Πανώτη.

Ο αρχαιότερος των αξιωματούχων του Οικουμενικού Πατριαρχείου, Αριστείδης Πανώτης, δώρισε στον Μητροπολίτη Βαρθολομαίο έγγραφο του Ιερομάρτυρα Χρυσοστόμου, με την υπογραφή του. Το έγγραφο κατέληξε στον κ. Πανώτη από τον ιδιαίτερο γραμματέα του Ιερομάρτυρος Σμύρνης Χρυσοστόμου, Λεωνίδα Φιλιππίδη, μετέπειτα καθηγητή της Θεολογίας στο Πανεπιστήμιο Αθηνών.

Ο Ενθρονιστήριος Λόγος του Μητροπολίτου Σμύρνης Βαρθολομαίου [κείμενο + video]

(Ἱερός Ναός Ἁγίου Βουκόλου Σμύρνης, 24 Σεπτεμβρίου 2016)

«Εἰρήνην τήν ἐμήν δίδωμι ὑμῖν∙ οὐ καθώς ὁ κόσμος δίδωσιν, ἐγώ δίδωμι ὑμῖν»∙ λέγει διά στόματος Ἰωάννου τοῦ Θεολόγου καί Εὐαγγελιστοῦ ὁ Κύριος (Ἰωάν. ιδ΄, 27).

Αὐτήν τήν εἰρήνην, τήν πάντα νοῦν ὑπερέχουσαν, εὐαγγελίζεται θεοπρεπῶς καί ἱερῶς, ὁ μετά φόβου πολλοῦ καί ἐν συντριβῇ καρδίας ἱστάμενος τήν στιγμήν ταύτην ἐπί τοῦ Θρόνου τοῦ Ἁγίου Βουκόλου, Παναγιώτατε Πάτερ καί  Δέσποτα, Σεβασμιώτατοι Ἱεράρχαι, τίμιον Πρεσβυτέριον, ἐν Χριστῷ Διακονία, Λαέ τοῦ Κυρίου περιούσιε.

Εὐαγγελίζομαι, λοιπόν, εἰρήνην ἐν ἀγάπῃ καί ἀγάπην ἐν εἰρήνῃ. Αὐτός εἶναι ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος λόγος καί στόχος τοῦ Ὀρθοδόξου Ἐπισκόπου τῆς ἱστορικῆς πόλεως αὐτῆς, ἀπό τῆς ἱερᾶς ταύτης στιγμῆς κατά τήν  ὁποίαν παραλαμβάνει  ἀπό τόν Ἄγγελον τῆς ἐν Σμύρνῃ Ἐκκλησίας (πρβλ. Ἀποκ. β΄, 8-11) τήν παρακαταθήκην, διά νά τήν φυλάξῃ ἕως τῆς δευτέρας παρουσίας τοῦ Κυρίου ἡμῶν Ἰησοῦ Χριστοῦ»,  ὅταν καί «θά ἀπαιτηθῇ» αὕτη παρ᾿ ἐμοῦ τοῦ ἐλαχίστου.

Εἰρήνη τῇ πόλει ταύτῃ. Εἰρήνη τῷ λαῷ αὐτῆς. Εἰρήνη τῇ Χώρᾳ ταύτῃ. Εἰρήνῃ τῷ κόσμῳ παντί. Εἰρήνῃ πᾶσιν. 

Ὁμολογῶν  τήν εἰρήνην καί τήν ἀγάπην ὡς βίωμα καί ὡς πυξίδα τῆς Ἐπισκοπικῆς μου διακονίας, διακηρύττω ὅτι τάς ἀρχάς αὐτάς θά φανερώνῃ ἡ βιοτή καί ἡ πολιτεία μου ἐντός τοῦ κήπου τῆς Ἐδέμ, κατά τήν τέλεσιν τῆς Θείας Λειτουργίας δηλαδή, καί τήν ἄσκησιν τοῦ ἐκκλησιαστικοῦ μου ἔργου, ἀγκαλιάζων  ἀδιακρίτως πάντα ἄνθρωπον.

«Ἴδε ὁ ἄνθρωπος» (Ἰωάν. ιθ΄, 5), λοιπόν, Παναγιώτατε, ἀδύναμος ὡς ἀνθρωπίνην σάρκα φορῶν ἀλλά καί θεοτερπής καί ἐν δυνάμει Χριστοῦ, ὡς λαβών ἤδη νωπήν τήν Θείαν Χάριν τῆς Ἀρχιερωσύνης. Ἔρχομαι εἰς τήν ἀποστολοβάδιστον Σμύρνην, ὄχι μέ κατ᾿ ἄνθρωπον ὑποσχέσεις καί ἐξαγγελίας, ἀλλά ἁπλῶς ἐφοδιασμένος μέ Ὀρθόδοξον φρόνημα, μέ ταπείνωσιν καί πνεῦμα διακονίας ἐκκλησιαστικῆς, λειτουργικῆς, θεολογικῆς, ἀνθρωποκεντρικῆς∙ δηλαδή  θεανθρωπίνης. Ἔρχομαι κομίζων «τά μιμήματα τῆς ἀληθοῦς ἀγάπης− διαδήματα τῶν ἀληθῶς ὑπό τοῦ Θεοῦ καί τοῦ Κυρίου ἡμῶν ἐκλελεγμένων»,  κατά τήν μαρτυρίαν τοῦ Ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου Σμυρνης, γράφοντος πρός  Φιλιππησίους.

Ἡ διακονία μου, λοιπόν, ὡς Ἐπισκόπου, καί ἐν τῷ Ἱερῷ Κέντρῳ τῆς Ὀρθοδοξίας καί ἐν Σμύρνῃ, θά εἶναι, πρῶτον, διακονία ἐκκλησιαστική,  ἀποβλέπουσα εἰς τό  Χάριτι ζῆν τοῦ λαοῦ καί  εἰς τήν εὐστάθειαν τῆς Ἐκκλησίας καί τήν ἀπρόσκοπτον συνέχισιν τῆς σωτηριώδους ἀποστολῆς αὐτῆς. Οἱ τρόποι καί αἱ μέθοδοι ἀσφαλῶς γνωστοί. Ἡ δυναμική ὅμως μετά  τῆς ὁποίας θά ἐφαρμοσθῇ  θά εἶναι ἀνταξία τῆς ἱστορίας καί τῆς παραδόσεως τοῦ τόπου τούτου, ἤτοι τό διακονεῖν ἀξίως ἐν τόπῳ ἁγίῳ καί ἱστορικῷ.

Δεύτερον, ἡ διακονία τοῦ Μητροπολίτου Σμύρνης θά εἶναι θεολογική. Ἄλλωστε, ἡ θεολογία καί ἡ ἐκκλησιαστική παιδεία τῆς πόλεως αὐτῆς ἀπό τῶν ἀρχαιοτάτων χρόνων καί μέχρι σήμερον, καθώς καί ἡ θύραθεν παιδεία της, ἡ ἰωνική, ὑπῆρξαν καί εἶναι τά κύρια χαρακτηριστικά της. Ἡ θεολογία  τῆς διακονίας  μου  δέν θά ἔχῃ τι τό ὀθνεῖον καί τό ξένον. Εἶναι ἡ Ὀρθόδοξος. Εἶναι ἡ Θεολογία τῆς Μιᾶς, Ἁγίας, Καθολικῆς καί Ἀποστολικῆς Ἐκκλησίας.  Εἶναι ἡ Θεολογία τῆς σωτηρίας. Εἶναι ἡ θεολογία τῆς ἀποκεκαλυμμένης ἀληθείας∙  ἡ θεολογία τῆς χαρᾶς, ὥστε καί ἡ τῶν ἀδελφῶν μου χαρά νά εἶναι πεπληρωμένη (πρβλ. Ἰωάν. ιε΄, 11)∙  εἶναι ἡ θεολογία τῶν ἐσχάτων, τά ὁποῖα κεῖνται ἐν χειρί τοῦ ἀναλλοιώτου μόνου κραταιοῦ Θεοῦ∙  προσευχόμενος, «ἐν παντί καιρῷ καί ἐν πάσῃ ὥρα», μετά τοῦ Θεολόγου Ἰωάννου «ἔρχου, Κύριε Ἰησοῦ» (Ἀποκ. κβ΄, 20)∙ «ἐλθέ ὁ Μόνος πρός τόν μόνον καί σκήνωσον ἐν ἐμοί, ὅτι μόνος εἰμί καθάπερ ὁρᾷς» (Ἁγίου Συμεών Νέου Θεολόγου, Εὐχή μυστική)∙ «φώτισον μου τόν νοῦν τῷ φωτὶ τῆς γνώσεώς σου» (Εὐχή Ἀποδείπνου)∙ καί ὁδήγησον  καρδίαν καί διάνοιαν καί λογισμόν καί σκέψιν εἰς τό ἐπιτελεῖν τό Θέλημά Σου τό Ἅγιον. 

Παναγιώτατε, ἀδελφοί καί πατέρες,

Κατά τήν ἱεράν ταύτην στιγμήν, ὁ προσωπικός Ἐπισκοπικός μου λόγος ἔρχεται ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων καί τῶν γενεῶν τῆς εὐλογημένης ταύτης Ἰωνικῆς γῆς. Διακηρύττω, λοιπόν, μετά τοῦ Σμύρνης Πολυκάρπου, ὅτι «ὁμολογῶ τό μαρτύριον τοῦ σταυροῦ»∙ ὅτι θά εἶμαι «ζηλωτής περί τό καλόν»∙ ὅτι «θά ἀπέχωμαι τῶν σκανδάλων καί τῶν ψευδαδέλφων καί τῶν ἐν ὑποκρίσει φερόντων τό ὄνομα τοῦ Κυρίου, οἵτινες ἀποπλανῶσι κενούς ἀνθρώπους»∙ ὅτι «οὐδέποτε θά μεθοδεύω τά λόγια τοῦ Κυρίου πρός τάς ἰδίας ἐπιθυμίας»∙ αἰτούμενος «τόν παντεπόπτην Θεόν μή εἰσενεγκεῖν με εἰς πειρασμόν...»∙ καί ὅτι «θά πειθαρχῶ τῷ λόγῳ τῆς δικαιοσύνης καί θά ὑπομένω πᾶσαν ὑπομονήν» -ὡς ὑπέμενον καί οἱ πρό ἐμοῦ-, «πεπεισμένος ὅτι οὗτοι πάντες οὐκ εἰς κενόν ἔδραμον, ἀλλ’ ἐν πίστει καί δικαιοσύνῃ, καί ὅτι εἰς τόν ὀφειλόμενον αὐτοῖς τόπον εἰσί παρά τῷ  Κυρίῳ, οὐ γάρ τόν νῦν ἠγάπησαν αἰῶνα, ἀλλά τόν ὑπέρ ἡμῶν ἀποθανόντα καί δι’ ἡμᾶς ὑπό τοῦ Θεοῦ Ἀναστάντα» (πρβλ. Ἱεροῦ Πολυκάρπου, ἐπιστολή πρός Φιλιππησίους).

Ἔχουσα, λοιπόν, ἡ ταπεινότης μου τοσοῦτον περικείμενον αὐτῆς νέφος μαρτύρων, διά νά ἐπαναλάβω τούς λόγους τοῦ Ἀποστόλου Παύλου (Ἑβρ. ιβ΄, 1)∙ ἔχουσα ἀκόμη ἡ ἐλαχιστότης μου «Σμύρνης τόν ποιμένα Βουκόλον θυηπόλον ἄγρυπνον καί θανόντα ποίμνης φύλακα», ὁ ὁποῖος τήν ἐποίμανεν ἀληθῶς θεοτερπῶς μέ τήν «ὑψοῦσαν ταπείνωσιν, τήν καθαρότητα νοός, τήν ἀνυπόκριτον ἀγάπην, τήν πίστιν καί τήν ἐλπίδα τήν εἰλικρινῆ» (βλ. ἱεράν ἀκολουθίαν του), ἀναλαμβάνω ἀπό σήμερον τήν εὐθύνην τῆς κατά Χριστόν ποδηγετήσεως εἰς σωτηρίαν καί ὄψιν Χριστοῦ τοῦ μικροῦ Ὀρθοδόξου ἐν Σμύρνῃ λήμματος. Αὐτή εἶναι ἡ μόνη ἐπαγγελία, ὁ μόνος εὐαγγελισμός, ἡ μόνη διαθήκη,  τήν ὁποίαν συνάπτω, καί τήν ὁποίαν ἐξαγγέλλω ἐν «ἐκκλησίᾳ μεγάλῃ» (Ψαλμ. κα΄, 26)∙ ἐν ἐκκλησίᾳ ζώντων καί νεκρῶν.

Ἡ Ὑμετέρα Θειοτάτη Παναγιότης, εὑρισκομένη πρό ἑνός περίπου ἔτους προσκυνηματικῶς εἰς τούς ἱερούς αὐτούς χώρους,  διεκήρυττε, μεγάλῃ τῇ φωνῇ, ὅτι ἡ πόλις τῆς Σμύρνης «...οὐδέποτε ἔπαυσε νά ζῇ στήν καρδιά μας, τήν καρδιά τοῦ γένους μας.... Ὑπάρχει, στό φῶς πού ἔρχεται ἀπό τά ἐπέκεινα, ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων...  καί φωτίζει καί τίς ψυχές μας γιά νά κατανοοῦν «μυστήρια Θεοῦ», τά ὁποῖα δέν εἶναι ἀντιληπτά μέ τούς αἰσθητούς ὀφθαλμούς μας».

Σήμερον, ἡ Μήτηρ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία διά τῆς Ὑμετέρας Φωνῆς καί κλήσεως, Παναγιώτατε, μέ καλεῖτε εἰς διακονίαν καί εἰς τήν εὐλογημένην αὐτήν περιοχήν• αὐτήν τήν γῆν τήν ὁποίαν ἠγάπησαν βαθύτατα ὅσοι ἔζησαν ἐδῶ καί τήν ἐξύμνησαν ὅσον ὀλίγας κορυφαῖοι παγκοσμίως λογοτέχναι• αὐτήν τήν γῆν, ἡ ὁποία τόσον πολύ ηὐλογήθη παρά Θεοῦ, ὥστε νά βλαστάνῃ ὄχι μόνον κάθε λογῆς «ξύλον κάρπιμον ποιοῦν καρπόν» (Γεν. α΄, 11), ἀλλά καί νά γεννᾷ ποίησιν, λογοτεχνίαν, τέχνην, πολιτισμόν, πνεῦμα. Αἰσθάνομαι βαρεῖαν τήν πνευματικήν εὐθύνην, λόγῳ τῆς μεγάλης ἱστορικῆς κληρονομιᾶς, ἀλλά καί τῆς ἁγιότητος, τήν ὁποίαν μεταφέρει αὐτός ὁ τόπος. 

Οἱ ἀρχαῖοι Ἴωνες, οἱ κάτοικοι αὐτῆς τῆς περιοχῆς κατά τήν ἐγγυτέραν προχριστιανικήν περίοδον, ἀνέπτυξαν ἕνα μοναδικόν καί ἀνεπανάληπτον πολιτισμόν ἐξακτινούμενον εἰς ὅλα τά μήκη καί πλάτη τῆς Μεσογείου. Οἱ Ἴωνες ἀνέκαθεν ἦσαν φορεῖς τοῦ οἰκουμενικοῦ πνεύματος. Αὐτό τό οἰκουμενικόν πνεῦμα, τό ὁποῖον εὑρίσκετο εἰς τά σπάργανα τῆς προχριστιανικῆς φιλοσοφίας, μετά τήν ἔλευσιν τοῦ Χριστοῦ καί τό ὑπερῷον τῆς Πεντηκοστῆς, βιοῦται ἐντός τῆς Ἐκκλησίας, καί μάλιστα ὑπό τοῦ Οἰκουμενικοῦ Πατριαρχείου, ὡς πανενότης τῆς ἀνθρωπίνης φύσεως ἐν Χριστῷ, ἄνευ φυλετικῆς διαφορᾶς καί διακρίσεως∙ ὅπου «τά πάντα καί ἐν πᾶσι Χριστός», κατά τόν Ἀπόστολον (Κολ. γ΄, 11). Αὐτό  τό οἰκουμενικόν πνεῦμα,  τό πνεῦμα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας, εἶναι τό πνεῦμα τῆς τοῦ Θεοῦ Σοφίας, περιβεβλημένον πάντοτε μέ τό διάδημα τῆς εὐπρεπείας. 

Ἐξ ἄλλου, ἡ Ἰωνική διάλεκτος ἐχάρισεν εἰς ὁλόκληρον τήν ἀνθρωπότητα ὡρισμένους ἀπό τούς πολυτιμωτέρους λογοτεχνικούς θησαυρούς, καθώς ἦτο ἡ βασική γλῶσσα τῆς ἐπικῆς ποιήσεως καί τοῦ Ὁμήρου, τοῦ ἐπιγράμματος καί τῶν πρώτων πεζογράφων τῆς Ἰωνικῆς λογογραφίας. «Στίς ὄχθες τοῦ ἱστορικοῦ ποταμοῦ Μέλη τῆς Σμύρνης γεννιέται ὁ ποιητής τῶν αἰώνων Ὅμηρος, κι’ ἐκεῖ ἀτενίζουν τό φῶς ὁ Βίων καί ὁ Μίμνερμος καί ἄλλοι λυρικοί καί ἐπικοί ποιητές. Γι’ αὐτό δίκαια ἡ Ἰωνία ὀνομάζεται «χώρα τῆς ποιήσεως», γράφει ὁ σοφός Σμυρνιός Χρῆστος Σολομωνίδης (Θωμᾶ Κοροβίνη, «Σμύρνη: Μιά πόλη στή λογοτεχνία»,  Μεταίχμιο, Ἀθήνα 2005, σελ. 15).

Παράλληλος τῆς Ἰωνικῆς διαλέκτου εἶναι καί ἡ περίφημος Ἀττική διάλεκτος, ἡ ὁποία εἶναι ἡ γλῶσσα τῆς κλασσικῆς παιδείας δι’ ὅλον τόν πολιτισμένον κόσμον καί τό θεμέλιον ἐπί τοῦ ὁποίου ἑδράζεται τόσον ὁ ἡμέτερος ρωμαϊκός-ἑλληνικός, ἀλλά καί ὁ σύγχρονος εὐρωπαϊκός πολιτισμός.

Οἱ Ἴωνες εἶναι, λοιπόν, αἱ θεμελιωταί τοῦ ἡμετέρου καί κατ’ ἐπέκτασιν τοῦ εὐρωπαϊκοῦ πολιτισμοῦ καί ἀπό τά βάθη τῶν αἰώνων ἡ Σμύρνη καί ἡ πέριξ αὐτῆς περιοχή ἀνεδείχθη εἰς λίκνον τοῦ πνεύματος. Ἄρρητος πνευματική εὐωδία τοῦ τόπου αὐτοῦ «εἶναι ἡ γλυκειά ἰωνική ἀτμόσφαιρα, εἶναι ἡ κρυφή, χαμένη θαλπωρή τῆς μυστικῆς τοῦ κόσμου σάρκας... εἶναι ἡ ἁγνή Ἰωνική πνοή ἑνός νοσταλγημένου πολιτισμοῦ...»  (Πρόλογος  Ἀγγέλου Σικελιανοῦ εἰς τήν «Αἰολική γῆ» τοῦ Ἡλία Βενέζη).

Μετά τόν ἐκχριστιανισμόν  τῆς Σμύρνης καί τῆς περιοχῆς της, κατά τόν δεύτερον Ἐπίσκοπον Σμύρνης Ἱερόν Πολύκαρπον, «ἡ βεβαία τῆς πίστεως ρίζα, ἐξ ἀρχαίων καταγγελλομένη χρόνων μέχρι τοῦ νῦν διαμένει καί καρποφορεῖ εἰς τόν Κύριον ἡμῶν Ἰησοῦν Χριστόν» (Πρός Φιλιππησίους, Χρίστου Κρικώνη, Ἀποστολικοί Πατέρες, τόμ. Α΄, Θεσσαλονίκη: University Studio Press, 1995, σελ. 184). Ἡ παράδοσις αὕτη τῆς πίστεως καί τῆς ἀγάπης καί τῆς εἰρήνης εἰς τήν Σμύρνην, ἐν καιροῖς εὐφόροις καί ἐν καιροῖς δυσχειμέροις, ἄρχεται ἀπό τοῦ Ἱερομάρτυρος Πολυκάρπου καί ἐκτείνεται εἰς ὅλους τούς αἰῶνας, μέχρι τῶν εἰς ὁλόκληρον τήν Ἰωνίαν κατά διαφόρους καιρούς τελειωθέντων ἡρώων τῆς πίστεως καί τοῦ Γένους  τῶν Ὀρθοδόξων. Αὐτήν τήν παράδοσιν περιγράφει καί ὁ μεγάλος πεζογράφος τῆς «Γαλήνης» καί τοῦ  «Νούμερο 31328» Ἠλίας Βενέζης, ὁ Κυδωνιεύς, γράφων χαρακτηριστικῶς: «εἴμαστε ἕνας ἀληθινά πονεμένος, πολυβασανισμένος, πολυπικραμένος λαός. Ἔχουμε πίσω μας, ἔχουμε μέσα μας καί μᾶς παρακολουθοῦν αὐτοί οἱ αἰῶνες τῆς ἀνήκουστης ὀδύνης μας» (Ἠλία Βενέζη, Γαλήνη,  «Βιβλιοπωλεῖον τῆς Ἑστίας», Ἀθήνα 1971, σελ. 14-15). Καί μαζί μέ τόν Σμυρνιόν ποιητήν Γεώργιον Σεφέρην, μέ τό ὄνομα τοῦ ὁποίου τιμᾶται καί σήμερον ὁδός τῆς πόλεως αὐτῆς, ἀναπολοῦμεν ὅλοι μας κι᾿ αὐτό τό δειλινό: «...Περάσαμε κάβους πολλούς, πολλά νησιά, τή θάλασσα πού φέρνει τήν ἄλλη θάλασσα... Δυστυχισμένες γυναῖκες κάποτε μέ ὀλολυγμούς κλαίγανε τά χαμένα τους παιδιά κι ἄλλες ἀγριεμένες γύρευαν τό Μεγαλέξαντρο καί δόξες βυθισμένες στά βάθη τῆς Ἀσίας. Ἀράξαμε σ' ἀκρογιαλιές γεμᾶτες ἀρώματα νυχτερινά μέ κελαηδίσματα πουλιῶν, νερά πού ἀφήνανε στά χέρια τή μνήμη μιᾶς μεγάλης εὐτυχίας...», (Γ. Σεφέρη, Ἀργοναῦτες, Μυθιστόρημα δ΄).

Λέγων ταῦτα, δηλῶ σαφῶς ὅτι εἰς τήν διακονίαν συμπεριλαμβάνεται ἀσφαλῶς καί ἡ προβολή τῆς πνευματικῆς καί πολιτιστικῆς κληρονομίας τῆς Σμύρνης, ἡ ὁποία  ἐντός τῆς Ὀρθοδόξου Ἐκκλησίας μας βιοῦται ὡς παρόν καί ὡς φῶς, τό ὁποῖον μᾶς ἀποκαλύπτει τήν «οὐράνιον  πραγματικότητα» παροῦσαν∙ καί βεβαιώνει ὅτι ἡ καθημερινή βίωσις τῆς ζωῆς τοῦ Κυρίου δέν περιορίζεται χρονικῶς∙ δέν ἀποτελεῖ μίαν «φαντασίαν» ἤ μίαν «ἰδέαν», οὔτε μίαν ἐνδοκοσμικήν ἀναμονήν βελτιώσεως τῶν βιοτικῶν συνθηκῶν∙ ἀλλά εἶναι ἕν γεγονός πραγματοποιούμενον ἐντός τῶν ἱστορικῶν συμβάντων καί γεγονότων.

Ἐδῶ εἰς τήν Σμύρνην,  πρό τριῶν αἰώνων ἀνιδρύθη  ἡ περίπυστος Εὐαγγελική Σχολή, ἡ κορωνίς τῶν ἐκπαιδευτικῶν ἱδρυμάτων τῆς καθ’ ἡμᾶς Ἀνατολῆς. Ἡ Εὐαγγελική Σχολή ἦταν «ὁ φωτεινός φάρος ὁλόκληρης τῆς Μικρασίας, ὁ περίλαμπρος ναός τῆς γνώσεως, πού εἶχε στή μετώπη του ὡς ἔμβλημα καί ὡς οἰκόσημο τό «Ἀρχή σοφίας φόβος Κυρίου» (Θωμᾶ Κοροβίνη, ἔ.ἀ., σελ. 215). Αὐτός ὁ φόβος τοῦ Κυρίου ἦτο ἡ κινητήριος δύναμις, ἡ ὁποία ὡδήγησε τούς Σμυρναίους νά μεγαλουργήσουν εἰς ὅλους τούς τομεῖς, ἔχοντες τήν εὐλογίαν τοῦ Κυρίου, ὁ ὁποῖος ἐπιβλέπει «ἐπί τὸν ταπεινόν καί ἡσύχιον καί τρέμοντα τούς λόγους του» (πρβλ. Ἡσαΐου 66, 2).

Παναγιώτατε,

Ταῦτα λέγων, δηλώνω ὅτι ἡ ἀρχομένη ἐν εὐλογίαις καί προσευχαῖς ὅλων τῶν παρισταμένων ὁρατῶς καί ἀοράτως, ἰδιαιτέρως τῶν μακαριστῶν γονέων μου Νικολάου καί Ἑλένης καί τοῦ πατρός αὐτῆς, δούλου τοῦ Θεοῦ Μιχαήλ, δι᾿ οὗτινος τό ὄνομα ἐνεγράφην εἰς τήν Ἐκκλησίαν τῶν πρωτοτόκων, Ἀρχιερατική μου διακονία ἀληθῶς εἰς οὐδέν ἕτερον στοχεύει, παρά μόνον εἰς τήν σωτηρίαν τῶν ἐμπεπιστευμένων ἐμοί ψυχῶν καί εἰς τήν τήρησιν ἀρρήκτου τοῦ συνδέσμου τοῦ Ἁγίου Πνεύματος ἐν τῇ Μητρί Ἐκκλησίᾳ. 

Γνωρίζω ὅτι ὁ δρόμος ἀνοίγεται ἔμπροσθέν μου δύσκολος, ἀλλά τό τέλος εἶναι ἡ συνάντησις μετά τοῦ ἠγαπημένου Νυμφίου τῆς Ἐκκλησίας μας, τόν Ὁποῖον ἐκ νεότητος ἐπόθησα καί εἰς Αὐτόν ἀφιέρωσα τάς ἀσθενεῖς ψυχικάς καί σωματικάς μου δυνάμεις. 

Ἐνώπιον τῆς Σεπτῆς Κορυφῆς Σας καί πάντων, ὁμολογῶ ὅτι ἡ διακονία μου ἡ ἐκκλησιαστική καί ἐδῶ εἰς τήν Σμύρνην οὐδέποτε θά κινηθῇ ὡς ὁραματιστοῦ ἀνθρωπίνων ἐπιδόσεων ἤ ὡς τυπικοῦ εὐστρόφου ἀξιωματούχου. Ὁ σεσαρκωμένος, ἐσταυρωμένος καί ἀναστημένος Λόγος τοῦ Θεοῦ θά εἶναι τό Πρόσωπον τῆς ὑπερτάτης ἀγάπης μου. Ὁ ἀγών τῶν Ἁγίων προκατόχων μου θά δίδῃ τόν παλμόν καί τόν ρυθμόν τῶν σκιρτημάτων τῆς καρδιᾶς μου. Ἡ ψηλάφησις τῶν μυστικῶν πτυχῶν καί τῶν ἁγιοπατερικῶν ἐκείνων διαστάσεων «οὐ βλεφάροις, ἀλλά καρδίας πόθῳ» (Μεγαλυνάριο Κυριακῆς τοῦ Ἀντιπάσχα) θά ἀποτελῇ εἰσχώρησιν τῆς ταπεινότητός μου εἰς τά ἄδυτα τοῦ Ἱεροῦ Θυσιαστηρίου, διά νά παρακολουθῶ ὄχι «ἀγῶνας στίβου», ἀλλά διά νά ἱερουργῶ Εὐχαριστιακήν τελετουργίαν, ἕνα ἄδολον, δηλαδή, καί ἀτέρμονα διάλογον ἀγάπης μέ τόν Κύριον καί μίαν διακριτικήν προσφοράν διακονίας πρός τόν ἀδελφόν Του καί ἀδελφόν μας, τόν συνάνθρωπον. Ἡ Ἀρχιερατική μου διακονία, Παναγιώτατε, θά εἶναι μία ποίησις ὄχι βεβαίως  λογοτεχνική,  ἀλλά πρωτίστως καί κυρίως ἐκκλησιαστική, λειτουργική, κενωτική. Μία ὑμνῳδία πού θά προσφέρεται ὡς θυμίαμα εὔοσμον, ὡς θυσία εἰς τόν Θρόνον τοῦ ὑπερουσίου Θεοῦ, ὡς προσφορά πρός τόν συνάνθρωπον.

Ταῦτα ὑποσχόμενος ἐνώπιον Θεοῦ καί ἀνθρώπων, ὑποβάλλω ἅπαξ ἔτι εὐλαβεῖς εὐχαριστίας πρός τόν Αὐθέντην καί Δεσπότην μου, πρός τούς ἀδελφούς Ἱεράρχας καί πρός τόν λαόν τοῦ Θεοῦ∙ εὐχαριστῶ θερμῶς καί ἰδιαιτέρως τούς ἐξ Ἑλλάδος καί ἁπανταχόθεν τῆς οἰκουμένης ἀπογόνους τῶν Σμυρναίων καί τά σωματεῖα των, οἱ ὁποῖοι μέ τιμοῦν σήμερον μέ τήν παρουσίαν των. Τιμᾶτε, ἀδελφοί, καί τιμῶμεν ὅλοι μαζί τήν μνήμην τῶν πατέρων μας καί τῶν προγόνων μας. Τιμῶμεν τήν ἐλπίδα καί τήν προσφορά τους. Ψηλαφῶμεν... Καί τί δέν ψηλαφῶμεν ἀλήθεια; Καί προσδοκῶμεν ὅλοι μαζί «ἀνάστασιν νεκρῶν καί ζωήν τοῦ μέλλοντος αἰῶνος».

Δηλώνω, τέλος, κατά τόν πλέον ἐπίσημον τρόπον ὅτι ἐν τῇ ἀσκήσει τῆς ἀνατεθείσης μοι κληρουχίας ταύτης τῶν πατέρων μας θά συνεργασθῶ ἐν εἰλικρινείᾳ καί ἐντιμότητι, «ὅλῃ ψυχῇ καί διανοίᾳ»,  ὡς ὁ ἔχων τόν πρῶτον λόγον τῆς τιμῆς,  κυρίως ὅμως τῆς εὐθύνης καί ὡς λόγον καλούμενος νά ἀποδίδω παντί τῷ αἰτοῦντι περί τῆς ἐν ἐμοί ἐλπίδος, μετά τοῦ ἤδη ἐκλεγένετος ὡς βοηθοῦ Ἐπισκόπου τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος καί προσωρινῶς εἰς τήν διάθεσιν τῆς ἐλαχιστότητός μου τεθέντος Ἐψηφισμένου Ἐπισκόπου Ἐρυθρῶν κυρίου Κυρίλλου καί μετά τοῦ τῇ πρωτοβουλίᾳ τῆς Παναγιότητός Σας ἱδρυθέντος καί ὑπό τήν προεδρείαν τοῦ Ἐντιμοτάτου κυρίου Γεωργίου Θεοδωρίδου τελοῦντος «Συνδέσμου......» καί πάντων τῶν μελῶν αὐτοῦ καί τῆς ἐνταῦθα Ὀρθοδόξου Κοινότητος∙  θά συνεργασθῶ  μετά παντός βουλομένου οἰκειοθελῶς, ἀνεπιτηδεύτως καί εἰλικρινῶς ἀπό παντός τόπου συμπαρίστασθαι εἰς τό ἐνταῦθα ἀμιγῶς ἐκκλησιαστικόν καί λειτουργικόν καί εὐρύτερον ἁπτόμενον τῆς σωτηρίας τῶν ὀρθοδόξων πιστῶν ἔργον.  

Παναγιώτατε,

«Οἶδα πόθεν ἦλθον καί ποῦ ὑπάγω» (Ἰωάν. η΄, 14). Γνωρίζω ἀκόμη ὅτι «ἐλεγχθήσομαι» «ἐν τῇ ἡμέρᾳ Κυρίου» «περί ἁμαρτίας καί περί δικαιοσύνης καί περί κρίσεως» (Ἰωάν. ις΄, 8). Πιστεύω ἀκραδάντως εἰς τόν  Υἱόν Θεοῦ, Τόν θεωρῶ ἐκ δεξιῶν Ὄντα τοῦ Πατρός καί ἀεί συνόντα καί εἰς τήν ταπεινήν διακονίαν μου∙ καί πιστεύω ἀκόμη ὅτι «ὁ ἄρχων τοῦ κόσμου τούτου κέκριται» (Πρβλ. Ἰωάν. ις΄, 8-11). Ἰδού θύρα μοι ἠνέωκται∙ ἰδού τό στάδιον∙ ἰδού ὁ ἀγών διακονίας. 

Πορεύομαι ὡς ὁ Νέστωρ ἐν τῷ σταδίῳ  τόν ἐκκλησιαστικόν ἀγῶνα. Ἐν τῷ ἀγῶνι τούτῳ, διά τῶν εὐχῶν τῆς Ὑμετέρας Θειοτάτης Παναγιότητος καί πάντων τῶν ἀδελφῶν, ἔστω μοι Κύριος, ὁ Θεός τῶν πατέρων ἡμῶν, βοηθός καί σκεπαστής καί συναρωγός ἐν παντί. Ἀμήν.

-->

Η Ομιλία του Οικουμενικού Πατριάρχου κατά την Ενθρόνιση του Μητροπολίτου Σμύρνης Βαρθολομαίου [κείμενο + video]

ΟΜΙΛΙΑ
ΤΗΣ Α. Θ. ΠΑΝΑΓΙΟΤΗΤΟΣ
ΤΟΥ ΟΙΚΟΥΜΕΝΙΚΟΥ ΠΑΤΡΙΑΡΧΟΥ Κ.Κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ
ΚΑΤΑ ΤΗΝ ΕΝΘΡΟΝΙΣΙΝ
ΤΟΥ ΣΕΒ. ΜΗΤΡΟΠΟΛΙΤΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ κ. ΒΑΡΘΟΛΟΜΑΙΟΥ

(
Ι. ΝΑΟΣ ΑΓΙΟΥ ΒΟΥΚΟΛΟΥ ΣΜΥΡΝΗΣ, 
24 ΣΕΠΤΕΜΒΡΙΟΥ 2016)



Ἱερώτατε καί προσφιλέστατε ἀδελφέ ἅγιε Σμύρνης κύριε Βαρθολομαῖε,
Ἱερώτατοι καί Θεοφιλέστατοι ἅγιοι Ἀρχιερεῖς,
Ἐξοχώτατοι Ὑπουργοί, Ἐκπρόσωποι τῶν Κομμάτων καί λοιποί ἐξ Ἑλλάδος ἐπίσημοι,
Sayın davetliler,
Τιμιώτατε τῶν Ἱερέων καί Διακόνων Κατάλογε,
Εὐγενεστάτη κυρία Γενική Πρόξενε τῆς Ἑλλάδος,
Χριστώνυμον τοῦ ἱεροῦ τούτου σχοινίσματος τῆς Ἰωνίτιδος γῆς πλήρωμα,
Τέκνα ἐν Κυρίῳ πολυφίλητα, οἱ ἐκ δυσμῶν καί βορρᾶ καί θαλάσσης ἐλθόντες ὧδε εἰς τήν ἐξάκουστον Σμύρνην,

Ἐν πρώτοις, κομίζομεν τόν ἀσπασμόν τῆς εἰρήνης, τῆς στοργῆς καί τῆς εὐλογίας ἐκ τῆς Μεγάλης καί Οἰκουμενικῆς Καθέδρας τῆς Κωνσταντινουπόλεως πρός πάντας ὑμᾶς, ἀδελφοί καί τέκνα ἐν Κυρίῳ.

Ἡ χαρά ἡμῶν σήμερον πεπλήρωται καί ἡ καρδία ἡμῶν εὐφροσύνης ἐπλήσθη, ὅτι ἡ περιφανής καί ἀρχαία αὕτη Μητρόπολις τοῦ Συνταγματίου τοῦ Οἰκουμενικοῦ Θρόνου ἐπληρώθη δι᾽ ἀρχιερέως ἱκανοῦ καί φερέλπιδος, ἀνασυνεστήθη καί ἀνεκαινίσθη ἐκ τῆς τέφρας, τῇ προνοητικῇ μερίμνῃ καί ἀγαπητικῇ φροντίδι τῆς Ἁγίας τοῦ Χριστοῦ Μεγάλης Ἐκκλησίας, καί συγκαλεῖται σήμερον πάντας ἡμᾶς ἐπί τό αὐτό διά τήν ἐνθρόνισιν καί ἐπίσημον ἐγκατάστασιν τοῦ κανονικοῦ Ποιμενάρχου αὐτῆς, μετά παρέλευσιν σχεδόν ἑνός αἰῶνος ἐμπόνου σιωπῆς καί προσευχητικῆς σιγῆς. Σήμερον ἡ ἅλυσος ἡ πάγχρυσος τῆς ἀποστολικῆς διαδοχῆς ἐν τῇ περιφανεῖ ταύτῃ Μητροπόλει συναρμόζεται καί τά διαρραγέντα ἑνοῦνται, καί ὁ Θρόνος Βουκόλου καί Πολυκάρπου καί Χρυσοστόμου τοῦ Μάρτυρος πληροῦται, καί τό ποίμνιον Ποιμένα ἄξιον εὑρίσκει, καί τά ἀρχαῖα καί ἀλγεινά ὀλίγον κατ᾽ ὀλίγον παρέρχονται, καί ἀμφιλύκη ἐλπίδος φαίνει εἰς τόν ὁρίζοντα τόν ὀρθρινόν τῆς μεγαλουπόλεως Σμύρνης.

Ἡ Μήτηρ Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως ᾐσθάνθη πολλάκις τούς ἥλους καί τήν λόγχην τοῦ μαρτυρίου διά τήν ἀπώλειαν τῶν Ἐπαρχιῶν αὐτῆς καί τόν ἀφανισμόν τοῦ ποιμνίου της, ἕνεκα ἱστορικῶν καί ἄλλων συγκυριῶν, οὐδέποτε ὅμως ἀπεμπόλησε τά κανονικά δικαιώματά της, συνεχίζουσα τήν ἐκλογήν καί χειροτονίαν Ἀρχιερέων εἰς τάς ἀπορφανι- σθείσας Ἐπαρχίας. Οὐχί ὡς πρᾶξιν ἐθιμικήν διά νά διατηροῦνται δίκην μουσειακοῦ ἐκθέματος καί τεταριχευμένου πτώματος τίτλοι ἄνευ περιεχομένου καί οὐσίας, ὡς λέγουν τινές, ἀλλά διά νά μή λησμονοῦνται αἱ πατρίδες ἐκεῖναι διά τούς «Νεκρούς πού περιμένουν», κατά τήν ἔκφρασιν τῆς Διδοῦς Σωτηρίου∙ διά νά μή σβεσθῇ τό κερί τῆς ἐλπίδος∙ διά νά διατηρηθῇ ἀκοίμητος ἡ κανδήλα τῆς ὑπομονῆς, διά νά ἔλθῃ «πάλι μέ χρόνια μέ καιρούς» τό «νόστιμον ἧμαρ», εἰρηνικῶς καὶ ἀδελφικῶς, χωρίς πολέμους καὶ αἱματοχυσίας, ἀλλά διά τῆς ἀμοιβαίας καταλλαγῆς καί ἀλληλοπεριχωρήσεως. 

Καί ἰδού, ὅσα πρό ὀλίγων ἐτῶν ἐφαίνοντο ὡς φροῦδαι ἐπιδιώξεις καί μάταιαι ἐλπίδες, σήμερα μέ βήματα μικρά ἀλλ᾿ ἐν ταυτῷ σταθερά καί ἀποφασιστικά ὑλοποιοῦνται καί λαμβάνουν σάρκα καί ὀστᾶ. Τά ἀρχαῖα καί προγονικά σεβάσματα τῆς Πίστεώς μας, ἐν Καππαδοκίᾳ, ἐν Σουμελᾷ, ἐν Κυζίκῳ, ἐν Περγάμῳ, ἐν Ἐφέσῳ, ἐν Σηλυβρίᾳ, ἐν Προύσῃ καί ἀλλαχοῦ, λειτουργοῦνται καί πάλιν∙ αἱ Ἐπαρχίαι τοῦ Θρόνου ἐξέρχονται ἐκ τοῦ ληθάργου καὶ τῆς λησμοσύνης, αἱ ἀδικίαι βαθμιαίως ἀποκαθίστανται... Ὁ δρόμος μακρύς καί ἀνάντης, στενός καὶ τεθλιμμένος, ὅμως, «ἡμεῖς πορευόμεθα», ἡ Ἐκκλησία πορεύεται, κατά τήν ἔκφρασιν τοῦ ἀειμνήστου μεγάλου Πατριάρχου Ἀθηναγόρου. 


Καί ἐπέστη τό πλήρωμα τοῦ χρόνου καί ἦλθεν ἡ εὐλογημένη στιγμή καί διά τήν Μητρόπολιν τῆς Σμύρνης νά ἀκουσθῇ καί πάλιν φήμη Δεσποτική, ἐν προκειμένῳ τοῦ Βαρθολομαίου ὡς Μητροπολίτου καί Ποιμενάρχου Σμύρνης, ὑπερτίμου καί Ἐξάρχου Ἀσίας, διά νά μνημονεύῃ ὁ Ἀρχιερεύς εἰς τήν Μεγάλην Εἴσοδον «ζώντων καί κεκοιμημένων» καί «τῶν μακαρίων καί ἀοιδίμων προκατόχων» αὐτοῦ, διά νά μή εἶναι τό «μικρόν ποίμνιον» (Λκ. 12, 32), «ὡσεί πρόβατα μή ἔχοντα ποιμένα» (Μτ. 9, 36). Ἡ Ἁγία τοῦ Χριστοῦ Μεγάλη Ἐκκλησία ὑπῆρξεν ἀνέκαθεν δύναμις εἰρηνοποιός καί ἀγαθοποιός, παράγων ἑνότητος καί καταλλαγῆς, κῆρυξ τῆς ἀδελφοσύνης καί τῆς φιλίας ἀνθρώπων καί λαῶν, μάλιστα δέ γειτόνων. Οὐδέποτε ὑπέθαλψεν ἐθνοτικὰς καί ἄλλας διχοστασίας, οὐδέποτε ἐκαλλιέργησε τό θρησκευτικὸν ἤ ἄλλο μίσος, οὐδέποτε ἐξέθρεψε τάς ἀντιθέσεις. Ἐν τούτῳ τῷ πνεύματι καί ὑπό αὐτάς τάς προϋποθέσεις σήμερον ἡ κατά τήν Σμύρνην Ἐκκλησία, ἐπισημοτέρῳ τῷ τρόπῳ, θέτει τόν λύχνον αὐτῆς ἐπί τήν λυχνίαν, (πρβ. Μτ. 5, 15) ἵνα φαίνῃ πᾶσι τοῖς ὑπ᾽ οὐρανόν, καί γεγονυίᾳ τῇ φωνῇ διακηρύσσει πᾶσι τοῖς ἀνθρώποις «ὅτι ἡ θλῖψις ὑπομονήν κατεργάζεται, ἡ δέ ὑπομονή δοκιμήν, ἡ δέ δοκιμή ἐλπίδα, ἡ δὲ ἐλπίς οὐ καταισχύνει, ὅτι ἡ ἀγάπη τοῦ Θεοῦ ἐκκέχυται ἐν ταῖς καρδίαις ἡμῶν» (Ρωμ. 5, 3-5).

Ἱερώτατε καί πολυφίλητε ἀδελφέ ἅγιε Σμύρνης, 

Ἀνέρχεσαι σήμερον, θείᾳ εὐδοκίᾳ, πατριαρχικῇ κελεύσει καί ψήφοις ἀρχιερατικαῖς, εἰς τήν περιώνυμον Καθέδραν τῆς ἀποστολικῆς ταύτης Μητροπόλεως καί ἐνθρονίζεσαι ἐν Ἐκκλησίᾳ πληθούσῃ καί καλεῖσαι εἰς διακονίαν τοῦ λαοῦ τοῦ Θεοῦ ἀπό νέαν καί λίαν εὐθυνοφόρον θέσιν. Κυρίως ὅμως καί πρωτίστως καλεῖσαι εἰς «κοινωνίαν τῶν παθημάτων αὐτοῦ» (Φιλ. 3, 10), τοῦ Χριστοῦ δηλονότι, καθώς ἡ ἀρχιερωσύνη εἶναι ὄχι θῶκος ἐξουσιαστικός καί ἀξίωμα δυναστικόν, ἀλλά διακονία σταυρική καί θυσιαστική. Τό ἀρχιερατικόν ὠμοφόριον εἶναι λέντιον διακονίας καί ἡ ἀρχιερατική μίτρα «στέφανος ἐξ ἀκανθῶν». Σύ, ἅγιε ἀδελφέ, ὡς κληροῦχος Ἐπαρχίας φερούσης νωπούς εἰσέτι «τούς τύπους τῶν ἥλων», καλεῖσαι νά βαστάσῃς περισσοτέρον στερρῶς καί ἀκλονήτως τόν Σταυρόν τοῦ Κυρίου μας ὡς ἄλλος σύγχρονος Κυρηναῖος. 


Ἐπαξίως ἐνθρονίζεσαι καί ἀναλαμβάνεις ἐπισήμως τήν ἀρχιερατικήν σου διακονίαν ἐπ᾽ ἐλπίσι χρησταῖς καί προσδοκίαις μεγάλαις. Τά ὑπό τοῦ Κυρίου δοθέντα σοι τάλαντα, ἥ τε θύραθεν καί ἡ θεολογική λιπαρά σου παιδεία καί ἡ μέχρι τοῦδε εὔορκος διακονία σου ἐν τοῖς Πατριαρχείοις συμμαρτυροῦν περί τοῦ πράγματος. Ἠνδρώθης καί ἐκαλλιερ- γήθης ὑπό τάς εὐσκιοφύλλους ἀναδενδράδας τοῦ Φαναρίου, κοινωνήσας ἐκ τῶν ζωηρρύτων ναμάτων τῆς καλλιρρόου Πηγῆς τοῦ Γένους καί μαθητεύσας παρά τούς πόδας πολυπείρων καί σεβασμίων ἁγίων ἀρχιερέων. Εἰργάσθης ἀόκνως καί προσέφερες ἀφειδῶς καί συνεχίζεις ἐργαζόμενος καί ἐκδαπανώμενος εἰς τό γεώργιον τοῦ Κυρίου καί τόν ἀμπελῶνα τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας. Ἀφ᾽ ἧς στιγμῆς εἰσῆλθες εἰς τό μέγα Μοναστήριον τοῦ Φαναρίου ἠνάλωσες ἑαυτόν εἰς τήν ὑπηρεσίαν αὐτοῦ καί τοῦ Πατριάρχου σου καί τῆς Ἁγίας καί Ἱερᾶς Συνόδου, μή φειδόμενος οὔτε κόπου, οὔτε χρόνου, οὔτε δυνάμεων, οὔτε ἰκμάδος. 


Τά ὅσα ἔμαθες καί ἐπιστώθης παρά τῶν πρεσβυτέρων καί δοκιμωτέρων κατά τήν ἀναστροφήν καί βιοτήν σου ἐπί σχεδόν δεκαπέντε ἔτη ἐν τῇ Πατριαρχικῇ Αὐλῇ ἀποτελοῦν ἐχέγγυον καί παρακαταθήκην ἀνεκτίμητον διά τήν ἐπιτυχίαν τῆς νέας καί πολυευθύνου διακονίας σου. «Μένε, λοιπόν, ἐν οἷς ἔμαθες καί ἐπιστώθης, εἰδώς παρά τίνος ἔμαθες» (Β’ Τιμ. 3, 14). Ἡ ἀρχοντική ταπείνωσις τοῦ Φαναρίου, τό μαρτύριον τῆς Μεγάλης Ἐκκλησίας καί τά μαρτύρια τῶν ἁγίων Προκατόχων σου συνιστοῦν τά ὁροθέσια τῆς ἀρχιερατείας σου. Ὀφείλεις νά ἐντρυφήσῃς εἰς αὐτά καί τότε θά διανοιχθοῦν οἱ ὀφθαλμοί τῆς καρδίας σου καί θά κατανοήσῃς τό ὕψος καί τό βάθος τῆς ἀποστολῆς σου εἰς ὅλας τάς ἐκφάνσεις καί τάς πτυχάς αὐτῆς. 


Ἡ Μήτηρ Ἁγία Ἐκκλησία τῆς Κωνσταντινουπόλεως, συλλαμβάνουσα τά σημεῖα τῶν καιρῶν, ἐφρόντισε σοφῶς διά τήν προοδοποίησιν τῆς ἀποστολῆς σου καί τήν προλείανσιν τοῦ ἐδάφους, ἀποστέλλουσα ἐνταῦθα τόν τότε Ἀρχιμανδρίτην καί ἤδη ἐψηφισμένον Ἐπίσκοπον Ἐρυθρῶν κ. Κύριλλον, ὅστις καί θά συνεχίσῃ μετά τήν τελεσθησομένην αὔριον χειροτονίαν αὐτοῦ τήν διακονίαν του ἐν τῇ Μητροπόλει Σμύρνης ὑπό τήν σεσοφισμένην καί ἀνύστακτον καθοδήγησιν τῆς ὑμετέρας Ἱερότητος. Ὁ Θεοφιλέστατος ἐψηφισμένος Ἐπίσκοπος Ἐρυθρῶν, μετά κόπων καί θυσιῶν καί στερήσεων πολλῶν, ἀλλά καί μέ ἀξιομίμητον ὑπομονήν πολλήν καί θυσιαστικόν φρόνημα, ἔθεσε τούς θεμελίους καί ἐφύτευσε τόν σπόρον τόν καλόν καί θά ἀποτελῇ εἰς τό ἑξῆς τόν πλέον στενόν καί πολύτιμον συγκυρηναῖον σου εἰς τό κοπιῶδες ἔργον τῆς διαποιμάνσεως τῆς ἱερᾶς ταύτης ἐκλογάδος.

Ἱερώτατε ἅγιε Σμύρνης, τέκνον πεφιλημένον, 

Ἐνωτίζου μετά προσοχῆς τί λέγει «τῷ ἀγγέλῳ τῆς ἐν Σμύρνῃ ἐκκλησίας ὁ πρῶτος καί ὁ ἔσχατος, ὅς ἐγένετο νεκρός καί ἔζησεν· οἶδά σου τά ἔργα καί τήν θλῖψιν καί τήν πτωχείαν· ἀλλά πλούσιος εἶ» (Ἀπ. 2, 8-9). Ἀναλαμβάνεις τήν διαποίμανσιν τῆς ἱερᾶς ταύτης καὶ μεγαλωνύμου Μητροπόλεως, γεγυμνωμένης οὔσης ἐκ τῶν ἀρχαίων μεγαλείων καί ἀπωρφανισμένης ἐκ τοῦ θάλλοντος ποιμνίου της, ἀλλ᾽ ὅμως «πλούσιος εἶ» διότι, σέ συνοδεύουν ἡ προστασία τῶν ἁγίων Προκατόχων Σου Βουκόλου, Πολυκάρπου, Γρηγορίου - τοῦ μετέπειτα μάρτυρος Πατριάρχου Γρηγορίου τοῦ Ε´ -, καί Χρυσοστόμου, ἡ σκέπη Φωτεινῆς τῆς Μεγαλομάρτυρος, οἱ ἀλάλητοι στεναγμοί τῶν προγόνων μας πού ἀναπαύονται εἰς τήν εὐλογημένην γῆν τῆς Ἰωνίας, ἡ μυχιοκάρδιος εὐχή καί ἡ στοργή τοῦ Πατριάρχου Σου, αἱ εὐχαί καί προσευχαί τῶν ἁγίων ἀρχιερέων ὡς καί συμπάσης τῆς Πατριαρχικῆς Αὐλῆς. Ἔτι δέ, ἡ ἐκτίμησις καί ὑποστήριξις τῶν προσελθόντων σήμερον ἐδῶ ἐξ Ἑλλάδος ἐπισήμων ἀνδρῶν, τῆς Εὐγενεστάτης κυρίας Γενικῆς Προξένου τῆς Ἑλλάδος, τῶν ἐκπροσώπων τῶν ἐν Ἀθήναις Σωματείων τῶν ἐκριζωθέντων Σμυρναίων, ἀλλά καί ἡ ἀγάπη καί αἱ προσευχαί τοῦ Ποιμνίου σου, μετά τοῦ ὁποίου συναρμό- ζεσαι σήμερον διά δεσμῶν ἀρρήτων καί ἀρρήκτων, ἀκατα- λύτων καί ἱερῶν.

Πορεύου, λοιπόν, θαρσαλέως καί μή φοβοῦ!
          Εἰς ἔτη πολλά, εὐλογημένα καί καλλίκαρπα! ΑΞΙΟΣ!


Φωτοστιγμές συγκίνησης από την Ενθρόνιση του Μητροπολίτου Σμύρνης Βαρθολομαίου απόψε στον Άγιο Βουκόλο Σμύρνης [+video]



Ιστορικές στιγμές βιώνει κατ' αυτό το Σαββατοκύριακο η Ιωνία, μια από τις πολύπαθες πατρίδες της Ρωμιοσύνης. Απόγευμα Σαββάτου, 24ης Σεπτεμβρίου 2016, στον παλαίφατο Ναό του Αγίου Βουκόλου της Σμύρνης, ενθρονίζεται ο νέος Μητροπολίτης Σμύρνης Βαρθολομαίος, διαδεχόμενος -μετά από 94 ολόκληρα χρόνια- τον Μάρτυρα Ιεράρχη της Σμύρνης Χρυσόστομο. 

Όλα τούτα συμβαίνουν παρόντος του Οικουμενικού Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου, ευάριθμων Ιεραρχών του Θρόνου και από την Ελλάδα, του Εψηφισμένου Επισκόπου Ερυθρών κ. Κυρίλλου (ο οποίος, ως ήδη είναι γνωστόν, θα χειροτονηθεί αύριο το πρωί από τον ίδιο τον Πρώτο της Ορθοδοξίας), των Υπουργών εξ Ελλάδος κ.κ. Γιάννη Αμανατίδη και Τέρενς Κουίκ, πλήθους προσκυνητών κληρικών και λαϊκών.




































Δήλωση Υφυπουργού Εξωτερικών Γιάννη Αμανατίδη κατά την Ενθρόνιση 

Η σημερινή μέρα είναι σημαντική τόσο για το Οικουμενικό Πατριαρχείο όσο και για ολόκληρο τον χριστιανικό κόσμο, που βλέπει να αποκτά ποιμενάρχη -έπειτα από 94 χρόνια- και να αναλαμβάνει το πηδάλιο της εκκλησίας της Σμύρνης, για όλους τους ορθοδόξους, ο Σεβασμιώτατος Βαρθολομαίος.

 Με την παρουσία μας θέλουμε να ενδυναμώνουμε τον νέο Ιεράρχη ώστε να ανταποκριθεί στην ευθύνη της υψηλής αποστολής του, που είναι «αγάπη και μόνο αγάπη», στο λίκνο της Ανατολής, που γνώρισε μεγαλεία και καταστροφές, όπου συνυπάρχουν θρησκείες και πολιτισμοί και ενώνεται η μνήμη με τη ζωή και την ελπίδα.





Η εορτή του Αγίου Σιλουανού του Αθωνίτου στη φερώνυμη Ενορία των Βρυξελλών (Saint Gilles)


Πρωί Σαββάτου, 24 Σεπτεμβρίου 2016. Της πανηγύρεως προέστη ο Σεβ. Μητροπολίτης Βελγίου κ. Αθηναγόρας.




















Νέα φάση του Διεθνούς Θεολογικού Διαλόγου Ορθοδόξων και Αγγλικανών στην πόλη Armagh της Ιρλανδίας (23-30.9.2016)




Με τις ευλογίες της Α.Θ.Π. του Οικουμενικού μας Πατριάρχου κ.κ. Βαρθολομαίου και των Ορθοδόξων Προκαθημένων ξεκίνησε η νέα φάση του Διεθνούς Θεολογικού Διαλόγου Ορθοδόξων και Αγγλικανών στην ιστορική πόλη του Armagh στην Ιρλανδία (23-30 Σεπτεμβρίου 2016). 

Πρόεδρος των Ορθοδόξων, λόγω μικροατυχήματος συμμετοχής του Σεβ. αγίου Διοκλείας κ. Καλλίστου ορίστηκε από τον Παναγιώτατον Οικουμενικό μας Πατριάρχη, σε συνεννόηση με τον Αλεξανδρινό Προκαθήμενο κ. Θεόδωρο Β΄, ο εκπρόσωπος του Πατριαρχείου Αλεξανδρείας Σεβ. Μητροπολίτης Ζιμπάμπουε και Αγκόλας Σεραφείμ Κυκκώτης.

Η συνάντηση μας θα συγκεντρωθεί στα θέματα της Βιοηθικής, για την αρχή και το τέλος της ζωής για να δούμε θέματα της υποβοηθούμενης αναπαραγωγής για ζευγάρια μέσα στο γάμο που δυσκολεύονται να τεκνοποιήσουν, θέματα μεταμοσχεύσεως και το θέμα της ευθανασίας. Να προσευχώμαστε όλοι μας με φόβο Θεού να προσεγγίσουμε τα πολύπλοκα αυτά ηθικά θέματα μέσα στην προοπτική της αγάπης του Θεού για τον άνθρωπο και για την εν Χριστώ σωτηρία του. H εργασία μας ξεκίνησε με Ορθόδοξη Λειτουργία που παρακολούθησαν όλα τα Μέλη της Επιτροπής. Και στην Θεία Λειτουργία και στην Θεία Κοινωνία συμμετείχαν μόνον οι Ορθόδοξοι.

Μετ' ευχών και ασπασμών αγάπης από την Ιρλανδία
+Ο Ζιμπάμπουε και Αγκόλας Σεραφείμ Κυκκώτης

Απαραίτητη η ευλογία του Θεού σε κάθε εργασία μας

ΟΜΙΛΙΑ ΣΤΟ ΕΥΑΓΓΕΛΙΚΟ ΑΝΑΓΝΩΣΜΑ
της Κυριακής Α΄ Λουκά
25 Σεπτεμβρίου 2016
(Λουκά ε΄ 1-11 )

Γράφει ο π. Αναστάσιος Στεργιώτης 


Μάταιος υπήρξε ο μόχθος ο ολονύκτιος των Μαθητών του Χριστού. Έριξαν και ξανάριξαν τα δίχτυα στην θάλασσα της Τιβεριάδος, αλλά δεν είχαν αποτέλεσμα. Τότε ο Κύριος μπήκε στο πλοίο του Σίμωνος Πέτρου και άρχισε να μιλά στα πλήθη. Όταν τελείωσε το κήρυγμά Του, τους είπε να ξαναδοκιμάσουν. Και το μέγα θαύμα έγινε! Τόσο πλήθος ψαριών κατέκλυσε τα δίχτυα, ώστε κινδύνευσαν και αυτά να σχισθούν και τα πλοιάρια να βυθιστούν από το υπερβολικό βάρος.

Στην αρχή οι μαθητές ψάρευαν χωρίς να έχουν κοντά τους τον Ιησού. Όταν όμως άκουσαν το κήρυγμά Του και Τον είχαν κοντά τους, επιτελέστηκε το μέγα γεγονός! Πόσο, λοιπόν, φαίνεται απ’ αυτό ότι είναι απαραίτητη η ευλογία του Θεού σε κάθε εργασία μας. Όμως εμείς, έχοντας εγωιστική πεποίθηση στις ανθρώπινες δραστηριότητές μας, δεν τη ζητάμε. Συχνά, ξεπερνώντας τα όρια, ασχολούμαστε και με εργασίες άνομες και επιβλαβείς για εμάς και τους συνανθρώπους μας. Με έργα ολέθρια και αμαρτωλά για την ψυχή και το σώμα. Με απάτες, ψεύδη, εγκλήματα, αδικίες, συκοφαντίες, εκμετάλλευση των άλλων, νοθείες και άνομα κέρδη. Έργα, που και ο θείος και ο ανθρώπινος νόμος καταδικάζουν.

Πολλές φορές τα κέρδη, που αποκομίζονται από αυτά, φέρνουν εξόντωση, δυστυχία, αγωνία, άγχος, πικρίες και τύψεις. Κανένας δεν μπορεί να τα απολαύσει με ήσυχη συνείδηση και χάνονται ωσάν καπνός και ομίχλη. Αντίθετα, η έντιμη εργασία, η σύμφωνη με τον Θεό, φέρνει ηρεμία και ευτυχία. Μεγάλοι άγιοι της Εκκλησίας εργάστηκαν χειρωνακτικά και εξάσκησαν ταπεινές αλλά τίμιες και αρεστές στον Θεό εργασίες. Ο Δαβίδ ήταν βοσκός, ο Παύλος σκηνοποιός, οι Απόστολοι ψαράδες, διδάσκοντας σε όλους μας την απλότητα και την αυτάρκεια. 

Ο άνθρωπος έτσι δεν ζητάει πολλά, αρκείται στα αναγκαία και τα σωστά και όχι μόνο καλύπτει τις δικές του ανάγκες, αλλά ανακουφίζει και τους συνανθρώπους του. Ακόμη και αν περιφρονηθεί ή αποτύχει έχει πάντοτε τη βοήθεια και το στήριγμα του Θεού. Ο Σίμων Πέτρος ένιωσε ποιος ήταν ο Χριστός βλέποντας αυτό το μέγα θαύμα, και παράτησε τα πάντα για να τον ακολουθήσει. Είδε την μικρότητα και την αμαρτωλότητά του, κάτι που καλούμαστε όλοι μας να πράξουμε. Έτσι, έγινε αλιεύς ανθρώπων, αυτός ο αγράμματος και ασήμαντος ψαράς και με τη δύναμη του Θεού δίδαξε και θαυματούργησε. Το ίδιο θα βραβεύσει ο Κύριός μας και την δική μας αγαθότητα και ταπεινοφροσύνη. Γένοιτο!

«Ει έχεις καρδίαν, δύνασαι σωθήναι». Βραβευμένη ταινία του Νίκου Αναγνωστόπουλου για το Άγιον Όρος και το πρόβλημα της Μονής Εσφιγμένου




Η ταινία του 2009 επιχειρεί να αποτυπώσει την μακραίωνη παράδοση ησυχίας και αγιασμού, που διασώζεται στο Περιβόλι της Παναγίας και να καταγράψει για πρώτη φορά με φόντο το μοναδικής ομορφιάς φυσικό περιβάλλον, τα θαυμαστά κτίρια, τους καλλιτεχνικούς θησαυρούς, την καθημερινή και λατρευτική ζωή, το σκεπτικό μέσα από το οποίο τοποθετείται η Αθωνική πολιτεία απέναντι στο συγκεκριμένο φαινόμενο. Τα γυρίσματα του ντοκιμαντέρ κράτησαν δύο χρόνια.

Στην ταινία εμφανίζονται οι Γέροντες Πρόδρομος Ηγούμενος Ι. Μ. Μεγίστης Λαύρας, Ελισαίος Ηγούμενος Ι. Μ Σίμωνος Πέτρας, Αλέξιος Ηγούμενος Ι. Μ. Ξενοφώντος, Χριστόδουλος Ηγούμενος Ι. Μ. Κουτλουμουσίου, Τύχων Ηγούμενος Ι. Μ. Σταυρονικήτα, Χρυσόστομος Ηγούμενος Ι. Μ. Εσφιγμένου, Γαβριήλ Ι. Μ. Παντοκράτορος και οι Γέροντες Αντιπρόσωποι στην Ιερά Κοινότητα, Ιερομ. Νικόδημος Λαύρας, Ιερομ. Νικόδημος Αγ. Παύλου, Ιερομ. Αντώνιος Ιβήρων, καθώς επίσης και οι: Ιερομόναχος Μακάριος κελλί Μαρουδά, Ιερομόναχος Αναστάσιος Κελί Τιμίου Προδρόμου ''Φουρνά'', Μοναχός Άνθιμος καλύβη Εισοδίων, Μοναχός Ιωσήφ Κελί Αγ. Μηνά, Μοναχός Γεράσιμος Καρυώτης.

Σενάριο - σκηνοθεσία: ΝΙΚΟΣ ΑΝΑΓΝΩΣΤΟΠΟΥΛΟΣ | Μουσική: ΠΛΑΤΩΝ ΑΝΔΡΙΤΣΑΚΗΣ